Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Γότθος
Φλέγῃ, Νικῆτα, καὶ γίνῃ νικηφόρος,
Ἤ μᾶλλον εἰπεῖν, πυρφόρος νικηφόρος.
Πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ καμίνῳ βλήθη Νικήτας.
Ἦταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Γότθων, ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ πέραν τοῦ Ἴστρου ποταμοῦ, στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Ἀπὸ παιδὶ ὁ Νικήτας διδάχθηκε τὴν ἁγία πίστη ἀπὸ τὸ Γότθο ἐπίσκοπο Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος συχνὰ ὑπενθύμιζε στὸ Νικήτα τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: ‘Μένε ἐν οἲς ἔμαθες... ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενα σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Δηλαδή, μένε ἀκλόνητος σ’ ἐκεῖνα ποὺ ἔμαθες. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες Γραφές, ποὺ μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία διὰ μέσου τῆς πίστεως στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Καὶ ἔτσι ἔγινε. Ὅταν ὁ ἡγεμόνας Ἀθανάριχος συνέλαβε τὸ Νικήτα καὶ τὸν ἀπείλησε γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, αὐτὸς ἔμεινε ἀμετακίνητος σ’ αὐτὰ ποὺ ἔμαθε ἀπὸ παιδί. Ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ὅταν τὸν ἄκουσε ἐξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε ἀμέσως καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ κόκαλα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο.
Ἄλλα τὸ μίσος τῶν Βαρβάρων ἦταν τόσο, ὥστε μετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε τὸ θάνατο. Ἡ φωτιά, ὅμως, μὲ τὴ θεία θέληση σεβάστηκε τὸ λείψανό του. Τὸ πῆρε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ τὸ διαφύλαξε σὲ θήκη.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Μεγαλυνάριον.
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Καὶ ἔτσι ἔγινε. Ὅταν ὁ ἡγεμόνας Ἀθανάριχος συνέλαβε τὸ Νικήτα καὶ τὸν ἀπείλησε γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, αὐτὸς ἔμεινε ἀμετακίνητος σ’ αὐτὰ ποὺ ἔμαθε ἀπὸ παιδί. Ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ὅταν τὸν ἄκουσε ἐξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε ἀμέσως καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ κόκαλα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο.
Ἄλλα τὸ μίσος τῶν Βαρβάρων ἦταν τόσο, ὥστε μετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε τὸ θάνατο. Ἡ φωτιά, ὅμως, μὲ τὴ θεία θέληση σεβάστηκε τὸ λείψανό του. Τὸ πῆρε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ τὸ διαφύλαξε σὲ θήκη.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Μεγαλυνάριον.
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Πρεσβύτερος καὶ θαυματουργὸς
Ζήσας ὁ Φιλόθεος ὡς Θεῷ φίλος.
Ζωὴν ἄληκτον εὗρε σύν Θεῷ φίλοις.
Ἄοκνος ἀγωνιστὴς τῆς ἀρετῆς σ’ ὅλη του τὴν ζωή, ἡ ὁποία τελικὰ τὸν ἔκανε Ἅγιο.
Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μύρμηξ τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου. Παντρεύτηκε γυναίκα, ποὺ προίκα εἶχε τὴ μεγάλη καὶ ἀθάνατη εὐσέβεια. Ἀπόκτησε παιδιά, τὰ ὁποία ἀνατράφηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἄγρυπνη ἐπιμέλεια τῶν γονιῶν τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.
Ἔτσι, ὑπόδειγμα ἀπὸ τὴν ὅλη του διαγωγὴ καὶ ἀπὸ τὴ χριστιανικότατη ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν του, χειροτονήθηκε ἱερέας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονη παράκληση τῶν συγχωριανῶν του. Ἀπέναντι στὸ ποίμνιό του, φέρθηκε ὅπως καὶ ἀπέναντι τῆς οἰκογενείας του. Δηλαδὴ μὲ εὐσέβεια, μὲ ἀγάπη, μὲ ἀγρυπνία καὶ διδαχή. Πολλὲς φορὲς μάλιστα, μέσα στὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο, ἄφηνε τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάει στὰ σπίτια τῶν ἐνοριτῶν του γιὰ νὰ τοὺς εὐεργετήσει μὲ ὑλικὴ βοήθεια ἢ μὲ ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά.
Ὁ Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ Φιλοθέου, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι αὐτός, ἀκόμα περισσότερο εὐεργετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔτσι συνέχισε μέχρι ποὺ παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.
Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μύρμηξ τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου. Παντρεύτηκε γυναίκα, ποὺ προίκα εἶχε τὴ μεγάλη καὶ ἀθάνατη εὐσέβεια. Ἀπόκτησε παιδιά, τὰ ὁποία ἀνατράφηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἄγρυπνη ἐπιμέλεια τῶν γονιῶν τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.
Ἔτσι, ὑπόδειγμα ἀπὸ τὴν ὅλη του διαγωγὴ καὶ ἀπὸ τὴ χριστιανικότατη ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν του, χειροτονήθηκε ἱερέας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονη παράκληση τῶν συγχωριανῶν του. Ἀπέναντι στὸ ποίμνιό του, φέρθηκε ὅπως καὶ ἀπέναντι τῆς οἰκογενείας του. Δηλαδὴ μὲ εὐσέβεια, μὲ ἀγάπη, μὲ ἀγρυπνία καὶ διδαχή. Πολλὲς φορὲς μάλιστα, μέσα στὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο, ἄφηνε τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάει στὰ σπίτια τῶν ἐνοριτῶν του γιὰ νὰ τοὺς εὐεργετήσει μὲ ὑλικὴ βοήθεια ἢ μὲ ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά.
Ὁ Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ Φιλοθέου, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι αὐτός, ἀκόμα περισσότερο εὐεργετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔτσι συνέχισε μέχρι ποὺ παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων Ἀρχιεπίσκοπος Λαρίσης
Γῆθεν μεταστὰς Βησσαρίων εἰς πόλον,
Κἀκεῖ ἀρητὴρ ἐστι σὺν θυηπόλοις.
Ο Άγιος Βησσαρίων γεννήθηκε στην Πόρτα Παναγιά Τρικάλων το 1490 μ.Χ., λίγα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους. Αν και οι συνθήκες ήταν πολύ δύσκολες, γαλουχήθηκε και ανατράφηκε από τους ευλαβείς γονείς του με τα ιερά νάματα της αγίας πίστεώς μας και τα ιδεώδη του Γένους μας σε ένα γεμάτο θεοσέβεια οικογενειακό περιβάλλον.
Από την νεανική του ηλικία διακρινόταν για την ευφυΐα και τη σύνεσή του αλλά και για την ευθύτητα του χαρακτήρος του, την αγνότητα και σωφροσύνη του, την ταπεινοφροσύνη και την βαθειά πίστη του, την απέραντη αγάπη του.
Από πολύ μικρός εκδήλωσε την κλίση του προς τον μοναχισμό. Σε ηλικία μόλις 10 ετών έγινε υποταχτικός (καλογεροπαίδι) στον μητροπολίτη Λαρίσης Μάρκο, που τον χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο. Το έτος 1517 μ.Χ. εκλέγεται επίσκοπος Ελασσώνος και το 1521 μ.Χ. αναλαμβάνει την διοίκηση της επισκοπής Σταγών. Το Μάρτιο του 1527 μ.Χ. αναβιβάζεται στον θρόνο της Μητροπόλεως Λαρίσης, κατέχοντας παράλληλα, μέχρι τον Αύγουστο 1529 μ.Χ., ως «τοποτηρητής», και την επισκοπή Σταγών, και ακτινοβολεί με την αγιότητα της ζωής του και την καταπληκτική αγαθοεργό δράση του, ενώ συγχρόνως υπομένει με θαυμαστή ανεξικακία συκοφαντίες και σκληρές δοκιμασίες στις οποίες έλαμψε «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ».
Ο Άγιος Βησσαρίων ως ιεράρχης επιτέλεσε γενικότερα σημαντικότατο έργο, ποιμαντικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό. Έτσι κέρδισε τις ψυχές των χριστιανών και αναδείχτηκε μεγάλη θρησκευτική και κοινωνική προσωπικότητα.
Συγκεκριμένα εξαγόρασε και απελευθέρωσε πολλούς αιχμαλώτους, επίσης έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα για την προστασία και ανακούφιση φτωχών, γυμνών και πεινασμένων.
Ο Άγιος Βησσαρίων, παρά τους χαλεπούς χρόνους της εποχής του, αποδείχτηκε και ένας πολύδραστος «υπουργός κοινωνικών έργων». Με προσωπική του επίβλεψη και πρωτοβουλία χρηματοδότησε και κατασκεύασε μια μεγάλη σειρά από πολύτιμα και δύσκολα κοινωφελή έργα, όπως εκκλησίες, δρόμους και κυρίως γεφύρια, μία ακόμη μαρτυρία της ανεκτίμητης κοινωνικής προσφοράς της εκκλησίας μας σε κάθε εποχή και τόπο. Για την εξοικονόμηση των αναγκαίων χρημάτων ο Άγιός μας έκανε πολλά και μακρινά ταξίδια, μέχρι τα Βαλκάνια, την Ουγγαρία και Τσεχοσλοβακία. Ως γεφυροποιός εμπνεύστηκε αρκετά γεφύρια: στον Πορταϊκό ποταμό της ιδιαίτερης πατρίδας του Πόρτας Παναγιάς, στη Σαρακίνα της Καλαμπάκας, Πηνειός ποταμός (και με τα δύο επικοινωνεί η πεδινή Θεσσαλία με την ορεινή),τη γέφυρα Κοράκου στον Αχελώο (που συνδέει Θεσσαλία με Ήπειρο), το πρώτο γιοφύρι της Πλάκας (που ενώνει Τζουμέρκα με Άρτα και Γιάννενα).
Για την ψυχική γαλήνη έκτισε στον Κόζιακα την μονή του Σωτήρος των Μεγάλων Πυλών (Δουσίκου), μεταξύ των ετών 1527 - 1534/35 μ.Χ., και στα ερείπια παλιάς ομώνυμης. Η εν λόγω μονή ανεγέρθηκε πάλι εκ βάθρων από τον ανεψιό του Αγίου Βησσαρίωνος και νέο κτήτορα Νεόφυτο Β΄ Λαρίσης κατά την περίοδο 1550 - 1552/57 μ.Χ., τοιχογραφήθηκε δε από τον δεξιοτέχνη ζωγράφο Τζιόρτζη (1557 μ.Χ.) και διατηρείται μέχρι σήμερα σε άριστη κατάσταση.
Έγραψε τρεις διαθήκες και καθιέρωσε το άβατο της μονής Δουσίκου για τις γυναίκες, που τηρείται μέχρι σήμερα με μεγάλη ευλάβεια.
Στις 13 (ή 15) Σεπτεμβρίου 1540 μ.Χ., ημέρα Δευτέρα παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού, υμνούμενος από τότε ως Άγιος και θαυματουργός. Οι ασθένειες που κατ’ εξοχήν θεραπεύει ο Άγιος Βησσαρίων είναι η δυσεντερία, η ευλογιά, η οστρακιά και προπαντός η πανούκλα. Γιατρεύει και αρρώστιες ζώων, φονεύει ακρίδες, καταπαύει την τρικυμία της θάλασσας, συντελεί στην εφορεία της γης. Η ευωδιάζουσα Τιμία Κάρα Του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Του.
Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Σεπτεμβρίου, με ιδιαίτερη ευλάβεια και μεγαλοπρέπεια, στη μονή του, στην Πύλη, στην Καλαμπάκα· στα Τρίκαλα λιτανεύεται η τιμία κάρα του πανηγυρικά την Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Τα πρώτα υμνογραφικά και συναξαριογραφικά κείμενά του γράφτηκαν πολύ νωρίς από τον Παχώμιο Ρουσάνο (1552 μ.Χ.).
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, υπήρξε και άλλος Βησσαρίων αρχιεπίσκοπος Λαρίσης που έζησε πριν τον συγκεκριμένο Άγιο.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ΄. Κανόνα πίστεως.
Τῆς Πύλης τό βλάστημα, τῆς Θεσσαλίας φωστήρ, τῆς Τρίκκης τό σέμνωμα καί τῶν θαυμάτων πηγή, ἐδείχθης τρισόλβιε. Πᾶσαν δοκιμασίαν ἐν Χριστῷ ὑπομείνας, δόξῃ ἠγλαϊσμένος σύν ἀγγέλοις ἀγάλλῃ. Ἅγιε Βησσαρίων πανάριστε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τόν ποιμένα Λαρίσης καί Τρικκαίων τόν ἔφορον, τόν θαυματουργόν Ἱεράρχην, τοῦ Χριστοῦ Βησσαρίωνα, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις οἱ πιστοί· ἰάσεις γάρ πηγάζει δαψιλεῖς, καί λυτροῦται νοσημάτων φθοροποιῶν τούς εὐσεβῶς κραυγάζοντας. Δόξα τῷ σέ δοξάσαντι λαμπρῶς, δόξα τῷ σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Από την νεανική του ηλικία διακρινόταν για την ευφυΐα και τη σύνεσή του αλλά και για την ευθύτητα του χαρακτήρος του, την αγνότητα και σωφροσύνη του, την ταπεινοφροσύνη και την βαθειά πίστη του, την απέραντη αγάπη του.
Από πολύ μικρός εκδήλωσε την κλίση του προς τον μοναχισμό. Σε ηλικία μόλις 10 ετών έγινε υποταχτικός (καλογεροπαίδι) στον μητροπολίτη Λαρίσης Μάρκο, που τον χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο. Το έτος 1517 μ.Χ. εκλέγεται επίσκοπος Ελασσώνος και το 1521 μ.Χ. αναλαμβάνει την διοίκηση της επισκοπής Σταγών. Το Μάρτιο του 1527 μ.Χ. αναβιβάζεται στον θρόνο της Μητροπόλεως Λαρίσης, κατέχοντας παράλληλα, μέχρι τον Αύγουστο 1529 μ.Χ., ως «τοποτηρητής», και την επισκοπή Σταγών, και ακτινοβολεί με την αγιότητα της ζωής του και την καταπληκτική αγαθοεργό δράση του, ενώ συγχρόνως υπομένει με θαυμαστή ανεξικακία συκοφαντίες και σκληρές δοκιμασίες στις οποίες έλαμψε «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ».
Ο Άγιος Βησσαρίων ως ιεράρχης επιτέλεσε γενικότερα σημαντικότατο έργο, ποιμαντικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό. Έτσι κέρδισε τις ψυχές των χριστιανών και αναδείχτηκε μεγάλη θρησκευτική και κοινωνική προσωπικότητα.
Συγκεκριμένα εξαγόρασε και απελευθέρωσε πολλούς αιχμαλώτους, επίσης έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα για την προστασία και ανακούφιση φτωχών, γυμνών και πεινασμένων.
Ο Άγιος Βησσαρίων, παρά τους χαλεπούς χρόνους της εποχής του, αποδείχτηκε και ένας πολύδραστος «υπουργός κοινωνικών έργων». Με προσωπική του επίβλεψη και πρωτοβουλία χρηματοδότησε και κατασκεύασε μια μεγάλη σειρά από πολύτιμα και δύσκολα κοινωφελή έργα, όπως εκκλησίες, δρόμους και κυρίως γεφύρια, μία ακόμη μαρτυρία της ανεκτίμητης κοινωνικής προσφοράς της εκκλησίας μας σε κάθε εποχή και τόπο. Για την εξοικονόμηση των αναγκαίων χρημάτων ο Άγιός μας έκανε πολλά και μακρινά ταξίδια, μέχρι τα Βαλκάνια, την Ουγγαρία και Τσεχοσλοβακία. Ως γεφυροποιός εμπνεύστηκε αρκετά γεφύρια: στον Πορταϊκό ποταμό της ιδιαίτερης πατρίδας του Πόρτας Παναγιάς, στη Σαρακίνα της Καλαμπάκας, Πηνειός ποταμός (και με τα δύο επικοινωνεί η πεδινή Θεσσαλία με την ορεινή),τη γέφυρα Κοράκου στον Αχελώο (που συνδέει Θεσσαλία με Ήπειρο), το πρώτο γιοφύρι της Πλάκας (που ενώνει Τζουμέρκα με Άρτα και Γιάννενα).
Για την ψυχική γαλήνη έκτισε στον Κόζιακα την μονή του Σωτήρος των Μεγάλων Πυλών (Δουσίκου), μεταξύ των ετών 1527 - 1534/35 μ.Χ., και στα ερείπια παλιάς ομώνυμης. Η εν λόγω μονή ανεγέρθηκε πάλι εκ βάθρων από τον ανεψιό του Αγίου Βησσαρίωνος και νέο κτήτορα Νεόφυτο Β΄ Λαρίσης κατά την περίοδο 1550 - 1552/57 μ.Χ., τοιχογραφήθηκε δε από τον δεξιοτέχνη ζωγράφο Τζιόρτζη (1557 μ.Χ.) και διατηρείται μέχρι σήμερα σε άριστη κατάσταση.
Έγραψε τρεις διαθήκες και καθιέρωσε το άβατο της μονής Δουσίκου για τις γυναίκες, που τηρείται μέχρι σήμερα με μεγάλη ευλάβεια.
Στις 13 (ή 15) Σεπτεμβρίου 1540 μ.Χ., ημέρα Δευτέρα παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού, υμνούμενος από τότε ως Άγιος και θαυματουργός. Οι ασθένειες που κατ’ εξοχήν θεραπεύει ο Άγιος Βησσαρίων είναι η δυσεντερία, η ευλογιά, η οστρακιά και προπαντός η πανούκλα. Γιατρεύει και αρρώστιες ζώων, φονεύει ακρίδες, καταπαύει την τρικυμία της θάλασσας, συντελεί στην εφορεία της γης. Η ευωδιάζουσα Τιμία Κάρα Του φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Του.
Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Σεπτεμβρίου, με ιδιαίτερη ευλάβεια και μεγαλοπρέπεια, στη μονή του, στην Πύλη, στην Καλαμπάκα· στα Τρίκαλα λιτανεύεται η τιμία κάρα του πανηγυρικά την Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Τα πρώτα υμνογραφικά και συναξαριογραφικά κείμενά του γράφτηκαν πολύ νωρίς από τον Παχώμιο Ρουσάνο (1552 μ.Χ.).
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, υπήρξε και άλλος Βησσαρίων αρχιεπίσκοπος Λαρίσης που έζησε πριν τον συγκεκριμένο Άγιο.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ΄. Κανόνα πίστεως.
Τῆς Πύλης τό βλάστημα, τῆς Θεσσαλίας φωστήρ, τῆς Τρίκκης τό σέμνωμα καί τῶν θαυμάτων πηγή, ἐδείχθης τρισόλβιε. Πᾶσαν δοκιμασίαν ἐν Χριστῷ ὑπομείνας, δόξῃ ἠγλαϊσμένος σύν ἀγγέλοις ἀγάλλῃ. Ἅγιε Βησσαρίων πανάριστε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τόν ποιμένα Λαρίσης καί Τρικκαίων τόν ἔφορον, τόν θαυματουργόν Ἱεράρχην, τοῦ Χριστοῦ Βησσαρίωνα, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις οἱ πιστοί· ἰάσεις γάρ πηγάζει δαψιλεῖς, καί λυτροῦται νοσημάτων φθοροποιῶν τούς εὐσεβῶς κραυγάζοντας. Δόξα τῷ σέ δοξάσαντι λαμπρῶς, δόξα τῷ σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας
Τὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του καὶ ἐργαζόταν σὰν γεωργὸς στὴ Νέα Ἔφεσο.
Σ’ ἕνα πανηγύρι πρὸς τιμὴν τοῦ Τιμίου Προδρόμου (29 Αὐγούστου 1811) ἔξω ἀπὸ τὴ Ν. Ἔφεσο, ὁ Ἰωάννης μὲ δυὸ πατριῶτες του διασκέδαζαν. Σὲ κάποια στιγμὴ ἦλθαν ἀπεσταλμένοι τοῦ ἀγὰ καὶ τοὺς ζήτησαν τὸν κεφαλικὸ φόρο.
Οἱ τρεῖς Σφακιανοὶ ἀρνήθηκαν νὰ τὸν πληρώσουν καὶ συνεπλάκησαν μὲ τοὺς φοροεισπράκτορες. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ σκοτωθεῖ, ἀπὸ τοὺς συντρόφους τοῦ Ἰωάννη, ἕνας Τοῦρκος καὶ οἱ ἄλλοι νὰ τραυματιστοῦν. Οἱ δυὸ πατριῶτες τοῦ Ἰωάννη ἀπομακρύνθηκαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐπειδὴ ἦταν ἀθῶος ἔμεινε. Ἀλλὰ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ ζητοῦσαν ἐκδίκηση συνέλαβαν τὸν Ἰωάννη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου ἔμεινε χωρὶς τροφὴ γιὰ 16 ἥμερες.
Στὶς προτάσεις τῶν Τούρκων νὰ ἐξισλαμιστεῖ γιὰ νὰ γλιτώσει τὸ θάνατο, ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «Χριστιανὸς γεννήθηκα χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω, Ἰωάννης ὀνομάζομαι, δὲν ἀλλάζω τὴν πίστη μου οὔτε τ’ ὄνομά μου». Τότε οἱ Τοῦρκοι τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1811.
Κατόπιν ἀδείας οἱ Χριστιανοὶ τὸν ἔθαψαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὴν Ἔφεσο.
Μαρτύριο τοῦ Ἅγιου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος Πάριος, τὴν δὲ Ἀκολουθία τοῦ ὁ μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Άγιοι Μάρτυρες που μαρτύρησαν μαζί με τον Άγιο Νικήτα
Aθλούσι πληθύς ευσεβών εν Γοτθία,
Tην βάρβαρον ρίψαντες εκποδών φρένα.
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικήτα.
Aθλούσι πληθύς ευσεβών εν Γοτθία,
Tην βάρβαρον ρίψαντες εκποδών φρένα.
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικήτα.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ μίμος
Βάπτισμα παῖξαι προτραπείς, παίζεις πλάνην,
Ῥύπτῃ δὲ Πορφύριε, καὶ τέμνῃ ξίφει.
Ο Άγιος Πορφύριος γεννήθηκε από πατέρα μίμο και έκανε και αυτός το επάγγελμα του μίμου (ηθοποιού) και έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (361 μ.Χ.).
Όταν κάποτε ο Ιουλιανός γιόρταζε τα γενέθλια του, ο Άγιος προστάχθηκε να μιμηθεί και να περιπαίξει τα Μυστήρια των Χριστιανών. Τότε ο Άγιος Πορφύριος μπήκε στην κολυμβήθρα και φώναξε: «Βαπτίζεται Πορφύριος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» και όταν βγήκε από το νερό, φόρεσε λευκά ενδύματα και ομολόγησε μπροστά σ' όλο το κοινό που τον παρακολουθούσε, ότι είναι χριστιανός και είναι έτοιμος να πεθάνει για την αγάπη του Χριστού. Τότε ο βασιλιάς, εξαγριωμένος, διέταξε και τον αποκεφάλισαν.
Ο Άγιος Πορφύριος ο μίμος που εορτάζει στις 15 Σεπτεμβρίου δεν πρέπει να συγχέετε με τον Άγιο Πορφύριο τον μίμο που εορτάζει στις 4 Νοεμβρίου. Οι δύο Άγιοι είναι διαφορετικοί αφού και διαφορετικό δίστιχο έχουν και έζησαν σε διαφορετικές εποχές.
Τιμῶντες ἡμεῖς εὕρεσιν σοῦ λειψάνου,
Εὔροιμεν Ἀκάκιε τῶν κακῶν λύσιν.
Εὕρημα κοινὸν ὁ Στέφανος τῇ κτίσει,
Θεοῦ μεγίστου πρωταγωνιστὴς μέγας.
Ἔζησε τὸν 15ο αἰώνα καὶ γιὰ τὴν ζωή του δὲν ὑπάρχουν πολλὰ στοιχεῖα.Όταν κάποτε ο Ιουλιανός γιόρταζε τα γενέθλια του, ο Άγιος προστάχθηκε να μιμηθεί και να περιπαίξει τα Μυστήρια των Χριστιανών. Τότε ο Άγιος Πορφύριος μπήκε στην κολυμβήθρα και φώναξε: «Βαπτίζεται Πορφύριος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» και όταν βγήκε από το νερό, φόρεσε λευκά ενδύματα και ομολόγησε μπροστά σ' όλο το κοινό που τον παρακολουθούσε, ότι είναι χριστιανός και είναι έτοιμος να πεθάνει για την αγάπη του Χριστού. Τότε ο βασιλιάς, εξαγριωμένος, διέταξε και τον αποκεφάλισαν.
Ο Άγιος Πορφύριος ο μίμος που εορτάζει στις 15 Σεπτεμβρίου δεν πρέπει να συγχέετε με τον Άγιο Πορφύριο τον μίμο που εορτάζει στις 4 Νοεμβρίου. Οι δύο Άγιοι είναι διαφορετικοί αφού και διαφορετικό δίστιχο έχουν και έζησαν σε διαφορετικές εποχές.
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἀκακίου ἐπισκόπου Μελιτινῆς
Τιμῶντες ἡμεῖς εὕρεσιν σοῦ λειψάνου,
Εὔροιμεν Ἀκάκιε τῶν κακῶν λύσιν.
Ο Όσιος Ακάκιος έζησε τον πέμπτο αιώνα μ.Χ. (γεννήθηκε περί το 431 μ.Χ.). Διακρινόταν πολύ για τις αρετές του, την παιδεία του και τον ορθόδοξο ζήλο του.
Όταν τάραξε την Εκκλησία η αίρεση του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Νεστόριου, ο Ακάκιος διακρίθηκε για την επιμελημένη και συστηματική εργασία του, για την προφύλαξη του ποιμνίου του απ' αυτή την αιρετική πλάνη.
Επιθυμώντας μάλιστα να προσβάλει αυτή ευρύτερα και να συντελέσει στη γενική απόκρουση της από την Εκκλησία, έγραψε κατά του Νεστορίου. Ο Ακάκιος ήταν και ικανότατος ομιλητής και διδάσκάλος του λάου. Σώζεται δε μια ομιλία του, η οποία εξεφωνήθη στην Έφεσο.
Ο Σ. Εύστρατιάδης, ισχυρίζεται ότι υπήρξε και Ακάκιος Β' επίσκοπος Μελιτηνής και τοποθετεί τη γιορτή του στίς 18 Απριλίου.
Όταν τάραξε την Εκκλησία η αίρεση του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Νεστόριου, ο Ακάκιος διακρίθηκε για την επιμελημένη και συστηματική εργασία του, για την προφύλαξη του ποιμνίου του απ' αυτή την αιρετική πλάνη.
Επιθυμώντας μάλιστα να προσβάλει αυτή ευρύτερα και να συντελέσει στη γενική απόκρουση της από την Εκκλησία, έγραψε κατά του Νεστορίου. Ο Ακάκιος ήταν και ικανότατος ομιλητής και διδάσκάλος του λάου. Σώζεται δε μια ομιλία του, η οποία εξεφωνήθη στην Έφεσο.
Ο Σ. Εύστρατιάδης, ισχυρίζεται ότι υπήρξε και Ακάκιος Β' επίσκοπος Μελιτηνής και τοποθετεί τη γιορτή του στίς 18 Απριλίου.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας
Χριστὸν θεωρῶν σοι προτείνοντα στέφος,
Τὴν σὴν προτείνεις Μάξιμε ξίφει κάραν.
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Χριστὸν θεωρῶν σοι προτείνοντα στέφος,
Τὴν σὴν προτείνεις Μάξιμε ξίφει κάραν.
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Οἱ Ἁγίες Δύο Κόρες
Γνώμην ἔχουσαι καὶ προθυμίαν μίαν,
Κόραι δύο κλίνουσιν αὐχένας ξίφει.
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Γνώμην ἔχουσαι καὶ προθυμίαν μίαν,
Κόραι δύο κλίνουσιν αὐχένας ξίφει.
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου
Εὕρημα κοινὸν ὁ Στέφανος τῇ κτίσει,
Θεοῦ μεγίστου πρωταγωνιστὴς μέγας.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ μεγάλοι διωγμοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος.
Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβὴ γέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυμμένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀμέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη, ποὺ μὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόμενο τόπο καὶ πράγματι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε μεγάλος σεισμός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πλημμύρισε εὐωδία τοὺς παρευρισκόμενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸν Θεό, στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του.
Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθηκαν στὸν ἐπ’ ὀνόματι αὐτοῦ ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.
Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβὴ γέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυμμένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀμέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη, ποὺ μὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόμενο τόπο καὶ πράγματι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.
Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε μεγάλος σεισμός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πλημμύρισε εὐωδία τοὺς παρευρισκόμενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸν Θεό, στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του.
Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθηκαν στὸν ἐπ’ ὀνόματι αὐτοῦ ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.
Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Πρέπει νὰ ἦταν Ἱερομόναχος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης πρέπει νὰ ἔγινε μετὰ τὸ 1410. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σπουδαῖο ποιμαντικό του ἔργο, ἀνέπτυξε καὶ πλούσια συγγραφικὴ ἐργασία. Ἔγραψε ἐπιστολές, ἑρμηνεῖες, ἐγκώμια, διάλογους καὶ ὑμνογραφικὰ κείμενα.
Πέθανε τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1429. Ἁγιοποιήθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου 1981.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ποιμὴν Θεσσαλονίκης ἀνεδείχθης ἐν Πνεύματι, καὶ θεῖος ὑποφήτης μυστηρίων τῆς χάριτος, σοφίᾳ καὶ φωτὶ τῶν ἀρετῶν, ἐκλάμπων Ἱεράρχα Συμεὼν· διὰ τοῦτο ὥσπερ θεῖον μυσταγωγόν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ χάριν ἡμῖν καὶ ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μυστογράφος ἄριστος τῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὤφθης παμμάκαρ Συμεών· τῶν μυστηρίων τὴν χάριν γάρ, τὴν κεκρυμμένην, ἐκφαίνεις τῷ λόγῳ σου.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαῖρε θεῖον σκεῦος, τῆς ταπεινοφροσύνης, Ἀρχιερέων κλέος, Συμεὼν Ὅσιε.
Ὁ Ὅσιος Μελέτιος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸ Σιναϊτικὸ Τυπικὸ ὑπ' ἀριθ. 1094 φ. 35 ὡς ἑξῆς: «Μηνὶ Σεπτεμβρίω ιε’, ἐκοιμήθη ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Μελέτιος καὶ κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Σεργίου» (βλ. Δημητριεύσκυϊ Τυπικὸ Β’ σελ. 30).
Άγιος Ιωσήφ ο Νέος, Μητροπολίτης Τιμισοάρας
Ο Άγιος Ιωσήφ ο Νέος γεννήθηκε στη Ραγούζα της Δαλματίας, σημερινό Ντουμπρόβνικ της Κροατίας, το 1568 μ.Χ από εύπορους γονείς. Ο πατέρας του Ιωάννης ήταν Βενετός καραβοκύρης, και όταν ο άγιος ήταν 12 ετών πνίγηκε σε ναυάγιο. Η μητέρα του Αικατερίνη καταγόταν από τη Λήμνο και διακρινόταν για την ευλάβεια της. Στο βάπτισμα έλαβε το όνομα Ιάκωβος. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του τον πήγε στην Αχρίδα, όπου ήταν ο αδελφός της, ένας πλούσιος έμπορος. Έλαβε καλή μόρφωση και παρέμεινε επί πενταετία πλησίον ενός ιερομονάχου εξαδέλφου της μητέρας του, που μόναζε στη μονή της Θεοτόκου Αχρίδος, όπου συνέχισε τις σπουδές του.
Το 1588 μ.Χ. ήλθε στο Άγιον Όρος και εγκαταβίωσε στη μονή Παντοκράτορος, όπου εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Ιωσήφ κατά το μέγα σχήμα. Μετά διετία χειροτονήθηκε ιερεύς. Ασκήθηκε επιμελημένα στην υπακοή, την προσευχή και τη μελέτη. Είχε για διακόνημα το εργόχειρο της καλλιγραφίας, στο όποιο εξελίχθηκε άριστα. Μόνασε κατόπιν στις μονές Μεγίστης Λαύρας, Χιλανδαρίου, Ξηροποτάμου και Βατοπαιδίου, όπου έμεινε αρκετά, και μάλιστα κατά τη βιογραφία του τέλεσε εκεί τα πρώτα του θαύματα, θεραπεύοντας πολλούς μοναχούς από διάφορες ασθένειες με τη θερμή προσευχή του και βάζοντας το δεξί του χέρι στο μέτωπό τους.
Από τη μονή Βατοπαιδίου ο άγιος Ιωσήφ εξελέγη ηγούμενος στη μονή Αγίου Στεφάνου Αδριανουπόλεως, που ήταν μετόχι της Μ. Λαύρας. Εκεί παρέμεινε επί εξαετία και δημιούργησε ένα πολύ καλό πνευματικό κλίμα. Επέστρεψε στο αγαπητό του Άγιον Όρος, όπου ηγουμένευσε στη μονή Κουτλουμουσίου και άφησε μεγάλο αριθμό πνευματικών τέκνων. Για μεγαλύτερη ησυχία αναχώρησε πάλι για τη μονή Βατοπαιδίου.
Ευρισκόμενος στη μονή Βατοπαιδίου ο Άγιος εξελέγη για τη μεγάλη αρετή του μητροπολίτης Τιμισοάρας (1650 μ.Χ.). Ήταν τότε 82 ετών και είχε 62 έτη ασκήσεων και αγώνων στο Άγιον Όρος. Κατά θεία νεύση διήλθε τότε από τη μονή Βατοπαιδίου ο Ρουμάνος λόγιος Δαμασκηνός Ούντρεα, που βρισκόταν στο Άγιον Όρος για προσκύνημα. Ο Άγιος τον παρακάλεσε να του διδάξει τη ρουμανική γλώσσα, που δεν γνώριζε και ήταν απαραίτητη για τη διδαχή και διαποίμανση του μέλλοντος ποιμνίου του. Με τη χάρη του Θεούκαι τον φωτισμό του Παναγίου Πνεύματος, αν και ήταν υπερήλικας, έμαθε μέσα σε τρεις μόνο μήνες καλά τα ρουμάνικα και κατά την ενθρόνισή του μίλησε άνετα στους πιστούς τη γλώσσα τους. Ο Άγιος Ιωσήφ χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Παρθένιο τον Β’ στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί με επίσημα γράμματα, συνοδεία, κόπους, άλλα και θαύματα έφθασε στην επαρχία του.
Ο Άγιος Ιωσήφ ως Μητροπολίτης Τιμισοάρας ανέπτυξε επί μία τριετία πλούσιο ποιμαντικό έργο. Υπήρξε μεγάλος προστάτης της Ορθοδοξίας. Δίδασκε και παρηγορούσε τους πιστούς συνεχώς με τη θερμή πίστη του, τη σοφία και τη χάρη των λόγων του, την πραότητα της αγαθής καρδιάς του και την αδιάλειπτη προσευχή του. Δεν έπαυε να θαυματουργεί προς δόξα του Θεού και ανακούφιση των πολλών ασθενών. Για την προστασία του ποιμνίου του και την επιμόρφωση του κλήρου ίδρυσε στην επαρχία του εκκλησιαστική σχολή.
Η δυνατή προσευχή του έσωσε δύο φορές την πόλη του από φωτιά φέρνοντας βροχή, ενώ θεράπευσε πολλούς ασθενείς και ιδιαίτερα παράλυτους. Δημιούργησε νέες εκκλησίες και άνοιξε άλλες κλειστές. Είχε αγαθές σχέσεις με όλους τους άρχοντες, ακόμη και με τους Τούρκους, των οποίων τη γλώσσα γνώριζε καλά. Το 1653 μ.Χ. παραιτήθηκε από τον αρχιερατικό του θρόνο και αποσύρθηκε στη μονή των Αρχαγέλλων-Πάρτος, για να τελειώσει ειρηνικά τον βίο του. Μετά μία τριετία ανεπαύθη στις 15 Αυγούστου 1656 μ.Χ. Οι καμπάνες της μονής άρχισαν να κτυπούν μόνες τους. Ο κόσμος θαυμάζοντας ομολογούσε την αγιότητα του ιεράρχου τους. Ετάφη έντιμα με την παρουσία τριών αρχιερέων, πολλών κληρικών και χιλιάδων πιστών. Ο άγιος συνέχισε τα πολλά θαύματά του και μετά τη μακαρία κοίμησή του.
Το 1986 μ.Χ. άρχισε να τιμάται επίσημα ως άγιος από την τοπική Εκκλησία της Ρουμανίας και να αγιογραφούνται εικόνες του. Μετά από κατακτήσεις της περιοχής από ξένους και την καταστροφή της μονής Πάρτος η τιμή του αγίου λησμονήθηκε. Ο μητροπολίτης Βασίλειος την επανέφερε με την ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του τον Μάϊο του 1956 μ.Χ., όπου κατά την εκταφή εξήλθε άρρητη ευωδία, και μεταφέρθηκαν στον μητροπολιτικό ιερό ναό των Τριών Ιεραρχών Τιμισοάρας.
Το 1588 μ.Χ. ήλθε στο Άγιον Όρος και εγκαταβίωσε στη μονή Παντοκράτορος, όπου εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Ιωσήφ κατά το μέγα σχήμα. Μετά διετία χειροτονήθηκε ιερεύς. Ασκήθηκε επιμελημένα στην υπακοή, την προσευχή και τη μελέτη. Είχε για διακόνημα το εργόχειρο της καλλιγραφίας, στο όποιο εξελίχθηκε άριστα. Μόνασε κατόπιν στις μονές Μεγίστης Λαύρας, Χιλανδαρίου, Ξηροποτάμου και Βατοπαιδίου, όπου έμεινε αρκετά, και μάλιστα κατά τη βιογραφία του τέλεσε εκεί τα πρώτα του θαύματα, θεραπεύοντας πολλούς μοναχούς από διάφορες ασθένειες με τη θερμή προσευχή του και βάζοντας το δεξί του χέρι στο μέτωπό τους.
Από τη μονή Βατοπαιδίου ο άγιος Ιωσήφ εξελέγη ηγούμενος στη μονή Αγίου Στεφάνου Αδριανουπόλεως, που ήταν μετόχι της Μ. Λαύρας. Εκεί παρέμεινε επί εξαετία και δημιούργησε ένα πολύ καλό πνευματικό κλίμα. Επέστρεψε στο αγαπητό του Άγιον Όρος, όπου ηγουμένευσε στη μονή Κουτλουμουσίου και άφησε μεγάλο αριθμό πνευματικών τέκνων. Για μεγαλύτερη ησυχία αναχώρησε πάλι για τη μονή Βατοπαιδίου.
Ευρισκόμενος στη μονή Βατοπαιδίου ο Άγιος εξελέγη για τη μεγάλη αρετή του μητροπολίτης Τιμισοάρας (1650 μ.Χ.). Ήταν τότε 82 ετών και είχε 62 έτη ασκήσεων και αγώνων στο Άγιον Όρος. Κατά θεία νεύση διήλθε τότε από τη μονή Βατοπαιδίου ο Ρουμάνος λόγιος Δαμασκηνός Ούντρεα, που βρισκόταν στο Άγιον Όρος για προσκύνημα. Ο Άγιος τον παρακάλεσε να του διδάξει τη ρουμανική γλώσσα, που δεν γνώριζε και ήταν απαραίτητη για τη διδαχή και διαποίμανση του μέλλοντος ποιμνίου του. Με τη χάρη του Θεούκαι τον φωτισμό του Παναγίου Πνεύματος, αν και ήταν υπερήλικας, έμαθε μέσα σε τρεις μόνο μήνες καλά τα ρουμάνικα και κατά την ενθρόνισή του μίλησε άνετα στους πιστούς τη γλώσσα τους. Ο Άγιος Ιωσήφ χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Παρθένιο τον Β’ στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί με επίσημα γράμματα, συνοδεία, κόπους, άλλα και θαύματα έφθασε στην επαρχία του.
Ο Άγιος Ιωσήφ ως Μητροπολίτης Τιμισοάρας ανέπτυξε επί μία τριετία πλούσιο ποιμαντικό έργο. Υπήρξε μεγάλος προστάτης της Ορθοδοξίας. Δίδασκε και παρηγορούσε τους πιστούς συνεχώς με τη θερμή πίστη του, τη σοφία και τη χάρη των λόγων του, την πραότητα της αγαθής καρδιάς του και την αδιάλειπτη προσευχή του. Δεν έπαυε να θαυματουργεί προς δόξα του Θεού και ανακούφιση των πολλών ασθενών. Για την προστασία του ποιμνίου του και την επιμόρφωση του κλήρου ίδρυσε στην επαρχία του εκκλησιαστική σχολή.
Η δυνατή προσευχή του έσωσε δύο φορές την πόλη του από φωτιά φέρνοντας βροχή, ενώ θεράπευσε πολλούς ασθενείς και ιδιαίτερα παράλυτους. Δημιούργησε νέες εκκλησίες και άνοιξε άλλες κλειστές. Είχε αγαθές σχέσεις με όλους τους άρχοντες, ακόμη και με τους Τούρκους, των οποίων τη γλώσσα γνώριζε καλά. Το 1653 μ.Χ. παραιτήθηκε από τον αρχιερατικό του θρόνο και αποσύρθηκε στη μονή των Αρχαγέλλων-Πάρτος, για να τελειώσει ειρηνικά τον βίο του. Μετά μία τριετία ανεπαύθη στις 15 Αυγούστου 1656 μ.Χ. Οι καμπάνες της μονής άρχισαν να κτυπούν μόνες τους. Ο κόσμος θαυμάζοντας ομολογούσε την αγιότητα του ιεράρχου τους. Ετάφη έντιμα με την παρουσία τριών αρχιερέων, πολλών κληρικών και χιλιάδων πιστών. Ο άγιος συνέχισε τα πολλά θαύματά του και μετά τη μακαρία κοίμησή του.
Το 1986 μ.Χ. άρχισε να τιμάται επίσημα ως άγιος από την τοπική Εκκλησία της Ρουμανίας και να αγιογραφούνται εικόνες του. Μετά από κατακτήσεις της περιοχής από ξένους και την καταστροφή της μονής Πάρτος η τιμή του αγίου λησμονήθηκε. Ο μητροπολίτης Βασίλειος την επανέφερε με την ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του τον Μάϊο του 1956 μ.Χ., όπου κατά την εκταφή εξήλθε άρρητη ευωδία, και μεταφέρθηκαν στον μητροπολιτικό ιερό ναό των Τριών Ιεραρχών Τιμισοάρας.
Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους έγινε η επίσημη αναγνώριση της αγιότητός του από το Πατριαρχείο Ρουμανίας, με τη συμπλήρωση τριακοσίων ετών από την οσιακή τελευτή του, και ορίσθηκε ως ημερομηνία μνήμης του η 15η Σεπτεμβρίου. Το Πατριαρχείο της Σερβίας το 1965 μ.Χ. όρισε τη μνήμη του στις 27 Μαΐου. Πρώτος βιογράφος του αγίου είναι ο διδάσκαλός του στη ρουμανική γλώσσα, που τον πρωτοσυνάντησε στη μονή Βατοπαιδίου, Δαμασκηνός Ούντρεα, τον όποιο χειροτόνησε ο Άγιος διάκονο και τον ακολούθησε πιστά μέχρι το τέλος του.
Τη βιογραφία του Γέροντος του έγραψε το 1701 μ.Χ., με την προτροπή του επισκόπου Γερασίου, πού κατά τη γέννηση του είχε θαυματουργήσει πάνω του ο Άγιος. Στοιχεία αυτής της βιογραφίας παρουσίασε στα ελληνικά ο θεολόγος Βικέντιος Κουρελάρου (νυν πρεσβύτερος). Το 1956 μ.Χ. συντάχθηκε ακολουθία στη ρουμανική γλώσσα. Το 2001 μ.Χ. σύνθεσε ωραία ακολουθία και παρακλητικό κανόνα ο μοναχός Πορφύριος Σιμωνοπετρίτης (νυν Αρχιμανδρίτης κ. Πορφύριος, Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Πιερίων -γνωστή ως Σκήτη Βεροίας.
Στη Ρουμανία ο άγιος Ιωσήφ ο Νέος είναι προστάτης των πυροσβεστών. Στη μονή Βατοπαιδίου εορτάζεται στις 17 Αυγούστου.
Στη Ρουμανία ο άγιος Ιωσήφ ο Νέος είναι προστάτης των πυροσβεστών. Στη μονή Βατοπαιδίου εορτάζεται στις 17 Αυγούστου.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας Ἐπίσκοπος Χυτρῶν Κύπρου
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Χάκκετ (Ἱστορία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τ. Β’, σελ. 202, μετάφραση Χ. Παπαϊωάννου).
Πηγές: http://www.saint.gr/index.aspx Μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Χάκκετ (Ἱστορία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τ. Β’, σελ. 202, μετάφραση Χ. Παπαϊωάννου).
http://www.synaxarion.gr/gr/m/9/d/15/sxsaintlist.aspx
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου