Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

Ἅγιος Νεκτάριος: «Οἱ Χριστιανικὲς Ἐκκλησίες ὀάσεις στήν ἔρημο τῶν πρώτων αἰώνων»


Οἱ Χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων

«Ἐνόσῳ ἡ Κοινωνία τῶν πρώτων μετὰ Χριστὸν αἰώνων καὶ κυρίως ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῆς ἀπόλυτης Ρωμαϊκῆς μοναρχίας, βρισκόταν μέσα σὲ μιὰ ἠθικὴ καὶ ὑλικὴ ἀναρχία, οἱ Χριστιανικὲς Ἐκκλησίες, σὰν ὀάσεις μέσα σὲ ξερὴ καὶ ἄνυδρη ἔρημο, φανέρωναν ἕναν ἄλλον τρόπο ζωῆς, ἄλλου εἴδους καὶ ποιότητας κατὰ πάντα. 

Ἐνῶ γύρω τους ἐμφανῶς καταλύονταν οἱ νόμοι, πολυάριθμοι δὲ αὐτοανακηρυσσόμενοι Αὐτοκράτορες πολεμοῦσαν μεταξὺ τους, γιὰ νὰ κυριαρχήσουν στὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ ἀναρίθμητα στίφη βαρβάρων καταπατοῦσαν καὶ κατέκαιαν πόλεις καὶ χῶρες, οἱ Χριστιανοὶ γνώριζαν ποιὰ ἦταν ἡ δική τους κυβέρνηση καὶ ὁ δικός τους νόμος. 

Αὐτοὶ μόνο εἶχαν ἡγεμόνες καὶ λειτουργοὺς σταθεροὺς καὶ ἀμετακίνητους. Αὐτοὶ μόνο αἰσθάνονταν τοὺς ἑαυτούς τους προστατευμένους, συνδεδεμένους καὶ καθοδηγούμενους. Καὶ αὐτοὶ μόνο, μέσα σὲ ἐκεῖνον τὸν γενικὸ κατακλυσμὸ δὲν ἔνιωθαν κἂν τὸν φόβο, μήπως καὶ ὁ οὐρανὸς πέσει ἐπάνω στὰ κεφάλια τους καὶ τοὺς πλακώσει οὔτε καὶ τὴν γῆ νὰ σχίζεται κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τους.

Καὶ ἀληθινά, σὲ κάθε πόλη ὑπῆρχε ἕνας ἄνθρωπος ἀξιοσέβαστος, τοῦ ὁποίου ἡ ὑπεροχὴ καὶ ἐπιρροὴ ἦταν ἀναμφισβήτητη σὲ ὅλη την πλέον ἐνεργὴ καὶ ζωτικὴ μερίδα τῆς Κοινωνίας. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν ἦταν οὔτε ὁ ἄρχοντας τοῦ ἀρχαίου εἰδωλολατρικοῦ βίου οὔτε ὁ ἐπίτροπος τοῦ Αὐτοκράτορα, ἀλλὰ ἦταν ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ».

«... ὡς ὀάσεις τινὲς αὐχμηρᾶς ἐρήμου, παρίστων θέαμα παντάπασιν ἀλλοῖον»! Ἔτσι χαρακτηρίζει τὶς Ἐκκλησίες τῶν πρώτων αἰώνων ὁ ἅγιος Νεκτάριος καὶ παρουσιάζει σαφῶς τὴν συνέχεια τῆς Ἀποστολικῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας μας, μέσα ἀπὸ τὴν σύντομη ἀλλὰ περιεκτικότατη περιγραφὴ ποὺ κάνει σχετικὰ μὲ τὴν ζωὴ τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν τῶν πρώτων αἰώνων, στὸ ἔργο του «Αἱ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΑΙ ΣΥΝΟΔΟΙ».

Λύπη καὶ νοσταλγία καταλαμβάνει τὴν ψυχή τοῦ κάθε πιστοῦ ἀλλὰ καὶ κάθε λογικοῦ ἀνθρώπου σήμερα, διαβάζοντας τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἁγίου! Ὄντως καὶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία ζεῖ μέσα σὲ μιὰ ἀχόρταστη ἀπὸ τὰ ἄχυρα καὶ τὰ ξερόχορτα τῆς ἀπιστίας καὶ τοῦ ὑλικοῦ εὐδαιμονισμοῦ Κοινωνία. Μιὰ Κοινωνία ἀνικανοποίητη ἀπὸ τὴν ἀγωνιώδη, λεπτομερῆ, διεισδυτικότατη καὶ ἐξαντλητική, ἄνευ Θεοῦ, φιλοσοφικὴ ἀναζήτηση καὶ ἀπογοητευμένη ἀπό τὶς διαρκῶς ἀνακυκλούμενες ἀλλὰ πολλάκις μὴ ἐκπληρούμενες ἐγωιστικὲς ἀπαιτήσεις καὶ προσδοκίες της. 

Ἀπογοητευμένος ὅμως καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὶς ἀνάλογες ἀλυσιτελεῖς ἀντιστοίχως προσδοκίες του, ἐξαιτίας τῆς ἐναποθέσεως τῆς ἐμπιστοσύνης του ἀποκλειστικὰ στὸ «ἐδῶ», στὸ πρόσκαιρο, στὴ μελέτη τοῦ ἐπιστητοῦ, στὴν ἀναζήτηση τὴ ἐλευθερίας, στὶς ὑποσχέσεις τῆς ἐπιστήμης, γιὰ ὑγεία, μακροζωία καὶ στὰ πλαίσια μιᾶς ἀπατηλῆς ἐλπίδας μὲ ὄνειρο, τὸ ὁποῖο ἔχει ὁριστικὸ τέλος στὴν παροῦσα ζωὴ τὴν «νεκροφόρο ἀθανασία». Ἔτσι, καταφεύγει στὶς ἀπονενοημένες «ἐκδικήσεις» γιὰ τὸ ἀνεκπλήρωτο! Ἐναντίον τίνος ἄραγε; Μά, βέβαια, πάντα κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ του! Ἀναταραχές, μίση, ἔχθρες, πόλεμοι, αὐτοκτονίες, εὐθανασίες, ἐκτρώσεις, φόνοι, καταστροφή τοῦ πλανήτη μὲ ἀσυγκράτητη ἐγωιστικὴ ἀπληστία, ἐγκλήματα ἀσύλληπτης δαιμονικῆς ἐπινόησης. Αὐτοκαταστροφὴ καὶ αὐτοκαταδίκη!

Ἔτσι, ἐξουθενημένος, πνευματικὰ ἀπογυμνωμένος, τεθολωμένος ψυχὴ τε καὶ καρδία καὶ καταρρέων, ὑποτάσσεται στὴν δύναμη τοῦ Βελίαρ καὶ στοὺς θηριώδεις καταληψίες τῆς ἐξουσίας καὶ ἀποδέχεται καὶ ἀκολουθεῖ, ἄκων ἑκών, τὴν κατάργηση τῶν ἠθικῶν φραγμῶν καὶ τὴν κλοπὴ τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας. Μὲ τὰ μέσα ποὺ διαθέτει ἡ κυρίαρχη νέα τάξη, ἐπιχειρεῖ ἤδη νὰ τοῦ ἐπιβάλλει μιὰ ὑπερέχουσα μοναρχία, μὲ τὴν μορφὴ ἀπόλυτης δικτατορίας, μπρὸς στὴν ὁποία φαντάζουν ὡς «νήπια» ὅλα τὰ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἐπιβληθέντα ἀντιδημοκρατικὰ συστήματα καὶ καθεστῶτα.

Καὶ ἐνῶ τοὺς πρώτους αἰῶνες συνέβαιναν κατ᾿ ἀναλογία τὰ ἴδια πράγματα, ἡ Ἐκκλησία «παρουσίαζε ἕναν ἄλλον τρόπο ζωῆς, ἄλλου εἴδους καὶ ποιότητας, κατὰ πάντα»! Ζοῦσε μέσα στήν κόλαση τῶν ταραχῶν τῆς κοινωνίας καὶ βίωνε ζωὴ παραδείσια. Σταθερὴ καὶ ἀμετακίνητη. Μὲ τοὺς κανόνες της καὶ τοὺς ἡγέτες της στὴν ὑπακοὴ τῆς ἀποστολικῆς Παραδόσεως. Αἰσθάνονταν δὲ τοὺς ἑαυτούς τους ὅλα τὰ μέλη, κλῆρος καὶ λαός, προστατευμένους, συνδεδεμένους καὶ καθοδηγούμενους. 

Ὁ μὲν λαὸς γνώριζε καὶ ἀναγνώριζε καὶ τιμοῦσε τοὺς ποιμένες του: «ὁ δὲ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας ποιμὴν ἐστι τῶν προβάτων. τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ᾿ ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά. καὶ ὅταν τὰ ἴδια πρόβατα ἐκβάλῃ, ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται, καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ·ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾿ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν». (Ιω.10,2-5). 

Oι δὲ ποιμένες στέκονταν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὸ ὁποῖο τοὺς ἔχρισε στὸ ἀξίωμα: «προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος (Πραξ. 20,28). Ἦταν ἕτοιμοι γιὰ τὴν ὁμολογία, τὴν θυσία καὶ τὸ μαρτύριο ἕως θανάτου, μιμούμενοι τὸν ἴδιο τὸν ἱδρυτὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Χριστό, γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας, τὴν στήριξη τοῦ ποιμνίου μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὴν διδαχὴ καὶ τὴν καθοδήγησή του πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας.

«καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου». (Πραξ. 1,4) Πορεύονταν «συναλιζόμενοι», κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ μετὰ τῶν Ἀποστόλων. Δηλαδὴ κατὰ τὴν ἔννοια τοῦ ρήματος, ποὺ «ἐκφράζει τὴν στενὴ κοινωνία τῶν προσώπων πρὸς ἐπιτέλεση ἑνὸς σώματος, κατὰ τὴν ἀρχικὴ ἔννοια τοῦ ρήματος συναλίζεσθαι, ποὺ σημαίνει τὸ νὰ γίνονται ὅλοι μαζὶ ἕνα, ἀλλὰ ταυτοχρόνως ἡ ἕνωση αὐτὴ νὰ ἐπιβεβαιώνεται καὶ μὲ τὴν συμμετοχὴ στὴν ἴδια τροφὴ καὶ τράπεζα». (Παν. Τρεμπέλας).

Ἦταν ἀκλόνητη ἡ πίστη στὴν θεία Πρόνοια. Διότι φαίνεται καθαρὰ ἀπὸ τὸ κείμενο, ἀλλὰ εἶναι γνωστὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἱστορία, πὼς πραγματικὰ αὐτὰ ποὺ ἔζησε κατὰ καιροὺς ἡ ἀνθρωπότητα ἦταν πολλὲς φορὲς φρικτὲς καὶ ζωώδεις καταστάσεις. Τέτοιοι ἦταν γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς οἱ αἰῶνες τῶν διωγμῶν, στοὺς ὁποίους ἀναφέρεται εἰδικὰ ὁ ἅγιος. Ἦταν περίοδος κατακλυσμοῦ τοῦ κακοῦ ἐναντίον τους. 

Καὶ ὅμως δὲν ἔνιωθαν κανένα φόβο, οὔτε φυσικὸ οὔτε ὑπερφυσικό. Ἦταν κατεβασμένος ἤδη ὁ οὐρανὸς στὴ γῆ. Ἀνάμεσά τους περιέτρεχαν οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἅγιοι. Γιατί νὰ φοβηθοῦν τὴν «πτώση» τοῦ οὐρανοῦ; Ἀλλὰ καὶ γιατί τὸ σχίσιμο τῆς γῆς, ἀφοῦ ἤξεραν πὼς ὁ τάφος τους ἦταν ἡ αἰώνια ἀνάστασή τους;

Κλείνει μὲ τὴν ἀναφορὰ στὴν ἀσφαλιστικὴ δικλείδα ὅλης αὐτῆς τῆς εὐλογημένης καταστάσεως. Στὴν ἀξιοσύνη τοῦ πνευματικοῦ ποιμένα, τοῦ ἱεράρχη! Μεγάλη εὐλογία γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι οἱ ἄξιοι ἱεράρχες. Εἶναι συγκλονιστικὴ ἡ τελευταία παράγραφος τοῦ κειμένου. 

Ἐπιμένει ὁ ἅγιος Νεκτάριος καὶ κάνει τὴν οὐσιώδη διευκρίνιση μὲ μετρημένα καὶ καθαρά. Ὑπῆρχε, λέει, σὲ κάθε κοινωνία ἕνας ἀξιοσέβαστος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δὲν ἀμφισβητοῦνταν ἀπὸ τὴν ἐνεργή μερίδα τῆς Κοινωνίας. Δηλαδή, ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ἀλλὰ ἀπὸ κάθε σκεπτόμενο καὶ ἀνήσυχο ἄνθρωπο, ποὺ τὸν ἐνδιέφερε ἡ Ἀλήθεια. Καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἦταν ὑποχρεωτικὰ ἀξιωματοῦχος, ἄρχοντας ἢ βασιλιᾶς, ἀλλὰ ἕνας γνήσιος καὶ ἀληθινὸς ἀντιπρόσωπος τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὸς ἦταν ὁ ἐπίσκοπος τῆς πόλεως.

Πῶς νὰ δοκιμάσει λοιπὸν καὶ σήμερα ὁ ταλαιπωρημένος ἄνθρωπος, νὰ ἀκουμπήσει ψυχὴ τε καὶ σώματι στὴν Ἐκκλησία, στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Ἀφοῦ ἡ περιρρέουσα κοινωνικὴ πραγματικότητα τὸν ἔχει προδώσει καὶ θὰ τὸν προδίδει ὡς φαίνεται συνεχῶς καὶ ἡ ἀπόγνωση ἔχει ἐπισκιάσει τὰ ὄνειρά του, γιατί νὰ μὴν πλησιάσει καὶ νὰ «δοκιμάσει»; 

Εἶναι γεγονὸς πὼς καὶ ἡ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας, ὡς σῶμα Χριστοῦ ἐντὸς τῆς σημερινῆς κοινωνίας, δὲν θυμίζει καθόλου «ὄασιν αὐχμηρᾶς ἐρήμου» οὔτε «παριστᾶ θέαμα παντάπασιν ἀλλοῖον». Δὲν γίνεται ἀντιληπτὴ μιὰ ἔστω κατ᾿ αἴσθηση διαφορὰ ἀπὸ τὸν ὑπόλοιπο κόσμο. Δυστυχῶς, δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε μὲ τὴν ἴδια βεβαιότητα τὰ ἴδια τοῦ ἁγίου Νεκταρίου γιὰ τὴν σημερινὴ κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας! Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ νὰ συμπληρώσουμε ἀκόμη μετὰ πολλῆς λύπης καὶ τὸ «μὴ χειρότερα»!

Πέρα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ὅμως, τὸ «ἔρχου καὶ ἴδε» (Ιω. 1,47), εἶναι πάντα ἕνα ἐπίκαιρο κάλεσμα, καὶ δὲν ἐπιδέχεται προκαταλήψεις, ὑπολογισμούς, κρίσεις ἀνθρώπων καὶ συγκρίσεις καταστάσεων. Καὶ ἐπειδὴ τὴν σωτηρία την προσφέρει ὁ Χριστὸς διὰ τῆς Ἐκκλησίας του καὶ ὄχι τὰ πρόσωπα, εἶναι τὸ γενικὸ ἐπιστρατευτικὸ κάλεσμά της, γιὰ τὴν εἰρηνικὴ καὶ ἀσφαλῆ πορεία τοῦ ἀνθρώπου στὴν παροῦσα ζωὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ζῶσα ἐλπίδα γιὰ τὴν αἰωνιότητα.

Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 7-6-2020
Κυριακὴ τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου