— Οι Άγιοι Πατέρες λένε την προσευχή «ανάσα της ψυχής». Όπως το σώμα δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς αέρα και πρέπει συνέχεια ν’ αναπνέει, έτσι και η ψυχή δεν μπορεί να υπάρχει, ούτε μια στιγμή, χωρίς σύνδεση με τον Θεό και πάντα πρέπει να είναι συνδεδεμένη μαζί Του, να προσεύχεται αδιαλείπτως. Γι’ αυτό ο Απόστολος Παύλος προτρέπει τους Θεσσαλονικείς και μέσω αυτών και όλους τους χριστιανούς: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Θεσ. Α΄ 5, 17). Επί αιώνες οι χριστιανοί προσπαθούσαν να εκπληρώσουν την εντολή του Αποστόλου. Κι επειδή το θέμα αυτό δεν είναι εύκολο, οι πατέρες της Εκκλησίας τούς δίδασκαν πώς να προσεύχονται αδιαλείπτως.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, αναφερόμενος στη συνομιλία ενός αδελφού του με κάποιον πνευματικό πατέρα, λέει το εξής:
«Και είπε ο αδελφός: “Πώς μπορεί ο νους να προσεύχεται αδιαλείπτως; Διότι όταν ψάλλουμε ή διαβάζουμε, συναντιόμαστε με άλλους και λειτουργούμε, ξεφεύγουμε σε πολλές σκέψεις και στοχασμούς”. Και ο γέροντας απάντησε: “Η Αγία Γραφή δεν διδάσκει να κάνουμε κάτι το ακατόρθωτο, γιατί ο Απόστολος, επίσης, έψαλλε, διάβαζε και λειτουργούσε, αλλά, παρά ταύτα, προσευχόταν αδειαλείπτως. Η αδιάκοπη προσευχή συνίσταται στο να κρατάμε τον νου μας, με μεγάλη ευλάβεια και αγάπη, προσκολλημένο στον Θεό, με ελπίδα να πιανόμαστε απ’ Αυτόν, να βασιζόμαστε σ’ Αυτόν για όλα, ό,τι και αν κάνουμε και ό,τι και αν συμβεί”».
Η αληθινή προσευχή, η αδιάλειπτη, συνίσταται, πρώτ’ απ’ όλα, στο «να επαφίεται η ψυχή στα χέρια του Θεού» και όχι στην πολυλογία.
Με αυτήν την προσευχή, γεμάτη απλή ελπίδα, ζει η αληθινή πίστη στον Θεό. Ευρισκόμενος σε μια τέτοια κατάσταση, ο Απόστολος Παύλος έλεγε: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχώρια; Και: «Πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι». Κι επίσης:
«Εν παντί θλιβόμενοι αλλ’ ου στενοχωρούμενοι, απορούμενοι αλλ’ ουκ εξαπορούμενοι, διωκόμενοι αλλ’ ουκ εγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι αλλ’ ουκ απολλύμενοι, πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες, ίνα και η ζωή του Ιησού εν τω σώματι ημών φανερωθή» (Κορ. Β΄ 4, 8-10).
Σε αυτήν την κατάσταση ο Απόστολος προσευχόταν αδιαλείπτως, επειδή για όλα, που έκανε και του συνέβαιναν, εμπιστευόταν τον Θεό.
Ο Άγιος Βασίλειος ο Μέγας στις «Ομιλίες» και τις «Επιστολές» του μας διδάσκει πώς να φτάσουμε στην αδιάλειπτη προσευχή:
«Η προσευχή είναι παράκληση, την οποία οι πιστοί απευθύνουν στον Θεό για την απόκτηση κάποιου αγαθού. Δεν υπάρχει ανάγκη ν’ απευθυνόμαστε οπωσδήποτε προφορικά και δεν νομίζω ότι ο Θεός έχει ανάγκη να Του υπενθυμίζουμε προφορικά τις επιθυμίες μας, γιατί Εκείνος ξέρει τι μας ωφελεί, ακόμη και όταν δεν Του το ζητάμε».
Δεν είναι απαραίτητο να προσευχόμαστε αρθρώνοντας κάθε λέξη, αλλά καλύτερα να συμπληρώνουμε τη δύναμη της προσευχής με ελεύθερη βούληση της ψυχής και καλά έργα, κατά τη διάρκεια της ζωής μας. ‟Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε” (Κορ. Α΄ 10, 31). Όταν πας να φας, προσευχήσου. Όταν παίρνεις ένα κομμάτι ψωμιού να το φας, να ευχαριστήσεις Εκείνον που σου το έδωσε. Όταν απομειώνεις την αδυναμία του σώματός σου με κρασί, θυμήσου Εκείνον, που σου έδωσε αυτό το δώρο για να ευφραίνεται η καρδία σου και να ελαττώνονται οι ασθένειές σου. Όταν χορτάσεις, μην ξεχάσεις τον Ευεργέτη. Όταν βάζεις άμφια, να ευχαριστήσεις Εκείνον, που σου τα έδωσε. Όταν βάζεις πανωφόρι, να πολλαπλασιαστεί η αγάπη σου στον Θεό, που μας χάρισε τα ρούχα, κατάλληλα για τον χειμώνα και το καλοκαίρι, την ενδυμασία, που σώζει τη ζωή μας και καλύπτει την ντροπή.
Στο τέλος της ημέρας, να ευχαριστήσουμε Εκείνον που μας χάρισε τον ήλιο, για να πραγματοποιούμε τις καθημερινές δουλειές μας, Εκείνον που μας χάρισε τη φωτιά, για να φωτίζει τη νύχτα και να υπηρετεί και άλλες ανάγκες της ζωής μας.
Είθε η νύχτα να σου δίνει και άλλες αφορμές για προσευχή. Όταν σηκώνεις τα μάτια σου προς τον ουρανό και κοιτάς την ομορφιά των αστέρων, προσευχήσου στον Δεσπότη όλων όσων είδες και κάνε υπόκλιση στον Θεό, τον πιο υπέροχο Μάστορα του σύμπαντος, που δημιούργησε τα πάντα με σοφία. Όταν δεις πως όλα τα έμβια όντα βυθίστηκαν στον ύπνο και πάλι να υποκλιθείς σ’ Εκείνον, που μας άφησε, πέραν και πλέον της θέλησής μας, να σταματήσουμε τη δουλειά μας και να κοιμηθούμε, ώστε, αναπαυόμενοι λιγάκι, ν’ ανανεώσουμε τις δυνάμεις μας για τις επόμενες δουλειές.
Η νύχτα να μην είναι αφιερωμένη μόνο στον ύπνο και μην επιτρέπεις, υποκύπτωντας στον ύπνο, η μισή ζωή σου να περάσει εν απραξία, αλλά διαμοίρασε τον χρόνο της νύχτας μεταξύ ύπνου και προσευχής. Και τα ίδια τα όνειρα να σου δίνουν αφορμή για σχοχασμούς περί πίστεως. Διότι τα όνειρα πολύ συχνά αποτελούν την αντήχηση των δραστηριοτήτων μας εντός της ημέρας. Ό,τι κάνουμε εντός της ημέρας, αυτά θα δούμε στον ύπνο μας.
Πράξε τοιουτοτρόπως και θα προσεύχεσαι αδιαλείπτως. Μην προσεύχεσαι μόνο με λόγια, αλλά με τις πράξεις σου να ενώνεσαι με τον Θεό κατά τη διάρκεια όλης της ζωής σου και η ζωή σου θα είναι αδιάλειπτη και συνεχής προσευχή[1].
— Πείτε μας για την αδιάλειπτη προσευχή κατά τη διατύπωση «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιε του Θεού, ελεησόν με, τον αμαρτωλό».
— Αυτή η προσευχή είναι των ησυχαστών ή των αναχωρητών, διότι την επαναλάμβαναν κυρίως οι μοναχοί, που απαρνήθηκαν τα εγκόσμια και αναχώρησαν αυτών, ώστε να είναι αδιαλείπτως συνδεδεμένοι με τον Θεό, με τη βοήθεια της προσευχής. Γι’ αυτόν τον σκοπό βρήκαν μια απλή προσευχή: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιε του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλό».
Κάθε ένας μοναχός, όταν λαμβάνει το μοναχικό σχήμα, λαμβάνει και την εντολή να λέει αυτήν την προσευχή αδιαλείπτως και με τον σκοπό αυτό του δίνουν ένα κομποσχοίνι, με το οποίο πρέπει να κάνει την προσευχή του. Στα μοναστήρια, όμως, οι μοναχοί έχουν λειτουργική ζωή, συμμετέχουν καθημερινά σε ακολουθίες και σε διάφορες δραστηριότητες για την τακτοποίηση της μονής, και γι’ αυτό η τέλεια αδιάλειπτη προσευχή έγινε μέρος της ζωής των αναχωρητών, που περνούν απομονωμένη ζωή, απλή και ασκητική, όπου το κύριο έργο είναι η αδιάλειπτη προσευχή. Τελώντας αυτήν την προσευχή, οι αναχωρητές αντιμετώπιζαν κάποια δύσκολα εμπόδια και γι’ αυτό μερικοί πατέρες, που προόδευσαν στην προσευχή, ανέπτυξαν μια πνευματική τέχνη, δηλαδή τρόπους που να βοηθούν στην υπερνίκηση των εμποδίων αυτών.
Στη Φιλοκαλία βρίσκουμε μερικούς τέτοιους τρόπους: Από τον Άγιο Νικηφόρο τον Μονάζοντα, τον Άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη, τον Όσιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Όποιος θέλει ν’ασχοληθεί με την αδιάλειπτη προσευχή, πρέπει, κατ’ αρχάς, ν’ αποκτήσει μια συγκεκριμένη εσωτερική κατάσταση: Να έχει καθαρή συνείδηση σε σχέση με τον Θεό, τον πλησίον και άλλα πράγματα. Σε σχέση με τον Θεό, να μην κάνει τίποτα δυσάρεστο στον Θεό. Σε σχέση με τον πλησίον, να προσέχει να μην κάνει σε άλλον αυτό που ο ίδιος μισεί. Και σε σχέση με τα υλικά πράγματα, να έχει εγκράτεια στα πάντα: Στο φαγητό, στο ποτό, στα ενδύματα και να κατέχει μόνο τ’ απαραίτητα.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο να κάνεις τα πάντα σαν να βρίσκεσαι μπροστά στον Θεό και ύστερα να προσθέσεις σε αυτά, επίσης, την απαλλαγή από κάθε είδους πάθος. Μόνο όταν αποκτήσεις όλα τα προαναφερθέντα, τότε μπορείς να ξεκινήσεις την αδιάλειπτη προσευχή.
Η άσκηση της αδιάλειπτης προσευχής δεν είναι πολύ εύκολη ούτε για τους ερημίτες, πολλώ δε μάλλον για έναν λαϊκό άνθρωπο. Ο λαϊκός άνθρωπος μπορεί, επίσης, να προσεύχεται με την προσευχή των αναχωρητών: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιε του Θεού, ελέησόν με, τον αμαρτωλό». Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι εκείνος έχει ήδη γίνει αναχωρητής ή ησυχαστής ή ότι ο ησυχασμός κατέστη κτήμα κοινό για όλον τον κόσμο. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, όπως θα έλεγαν μερικοί, αυτό θα ήταν ο πιο εύκολος δρόμος για τους σημερινούς ανθρώπους. Οι λαϊκοί, επίσης, προσεύχονται με την προσευχή των αναχωρητών, αλλά στο μέτρο των δυνατοτήτων τους και με ανάλογο αποτέλεσμα.
Από αυτήν την άποψη, μεταξύ των πνευματικών, υπάρχει ένα ρητό: «Το μεγάλο για τους μικρούς είναι μικρό και το μικρό για τους μεγάλους δεν είναι πολύ». Το νόημα είναι προφανές: Η προσευχή των ησυχαστών είναι απλή και σύντομη, αλλά για τους αναχωρητές δεν είναι μικρή, αλλά το αντίθετο, η προσευχή των αναχωρητών είναι μεγάλη για τους αναχωρητές, αλλά είναι μικρή για τους λαϊκούς.
— Πώς ν’αποκτήσει κανείς ήσυχη συνείδηση σε σχέση με τα υλικά πράγματα;
— Ο Θεός δημιούργησε και τα πράγματα και δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτά. Κάποια μας ωφελούν προς το ζην, τα άλλα είναι γι’ άλλες ανάγκες. Όλη τη ζωή μας χρησιμοποιούμε διάφορα πράγματα, που ήταν δημιουργημένα όχι μόνο για τη σωματική ωφέλεια, αλλά και για την πνευματική. Τα πράγματα έχουν τη «γλώσσα» τους και αν την καταλαβαίνουμε, τότε μαθαίνουμε να ζούμε σωστά και από πνευματικής άποψης.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στον τρίτο τόμο της «Φιλοκαλίας» εξηγεί αναλυτικά το πώς πρέπει να αντιλαμβανόμαστε το παραπάνω[2]. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο να έχει ανάγκη από τρόφιμα, αν και μπορούσε να τον δημιουργήσει χωρίς αυτήν την ανάγκη. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο να εξαρτάται από κατώτερα πράγματα, ώστε αυτός να καταλάβει ότι δεν είναι αυτόνομο πλάσμα και δεν ζει αφ’ εαυτού. Ο άνθρωπος δεν δημιούργησε ο ίδιος τον εαυτό του, διότι ζει χάρη στα πράγματα, που είναι κατώτερα απ’ αυτόν. Και τότε η ανάγκη από τρόφιμα τον κάνει να ταπεινώνεται και να βλέπει ότι δεν είναι τέτοιου είδους ον, όπως θεωρούσε τον εαυτό του ο Διάβολος, που από υπερηφάνεια φανταζόταν ότι μπορούσε ν’ ανεβεί μόνος του στον ουρανό, για να γίνει ανώτερος του Θεού.
Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σώμα, αλλά και ψυχή, και όπως το σώμα έχει ανάγκη από τρόφιμα, έτσι και η ψυχή έχει ανάγκη από τον Θεό και πρέπει να φροντίζει για την πνευματική του τροφή. Η τροφή της ψυχής είναι η προσευχή, είναι η σκέψη για τον Θεό. Διότι όπως ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζει χωρίς αέρα και τροφή όσον αφορά στο σώμα, έτσι δεν μπορεί να ζει χωρίς τροφή θεϊκή όσον αφορά στην ψυχή. Πάντα πρέπει να είναι συνδεδεμένος με τον Θεό, διά μέσου της αδιάλειπτης προσευχής. Ο Θεός τον έπλασε με κάποιο σκοπό. Και αν καταλαβαίνουμε γιατί ο Θεός τον έπλασε έτσι, τότε μαθαίνουμε πώς να διάγουμε την πνευματική μας ζωή.
Μη βλέποντας την πνευματική πλευρά, ο άνθρωπος καταχράστηκε τη Φύση. Δεν τη χρησιμοποιούσε σωστά, την καταχράστηκε, και τώρα η φύση τον εκδικείται. Μη έχοντας σωστή κατανόηση, τη χρησιμοποίησε υπερβολικά μόνο για τις ανάγκες του σώματος και ως αποτέλεσμα όλα τα λάθη του τώρα «χτυπούν» τον ίδιο.
Ο άνθρωπος πρέπει να είναι συνέχεια συγκρατημένος στη χρήση των τροφίμων και των πραγμάτων. Για παράδειγμα, η τηλεόραση δεν έχει κάποια ωφέλεια για τον άνθρωπο, επειδή δεν αποτελεί ανάγκη γι’ αυτόν. Εάν επί 2 χιλιάδες χρόνια δεν είχε τηλεόραση και ζούσε χωρίς αυτήν, τότε δεν είναι αληθινή ανάγκη του ανθρώπου, αλλά ψεύτικη. Ή πρέπει να καλύψω το σώμα μου, όμως το καλύπτω όχι με απλά ρούχα, αλλά από πολύ ακριβό μετάξι.
Η αίσθηση του μέτρου είναι πολύ σημαντική. Φοράω φτηνά ρούχα γιατί έτσι δεν χάνω τζάμπα το χρόνο μου κι έχω περισσότερο για τα πνευματικά πράγματα. Οι άνθρωποι που ζουν με εγκράτεια είναι πιο υγιείς απ’ όσους υπερβαίνουν το μέτρο[3].
Αδερφούλη μου Παναγιώτη σε φώτισε ο Θεός και ανέβασες ένα άρθρο το οποίο αν τηρήσουμε πραγματικά αυτά που λέει, η ζωή μας θα γίνει Παράδεισος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα σκιρτάει η καρδιά μας ώρες-ώρες από τέτοια χαρά που δεν είχαμε νιώσει ποτέ στη ζωή μας. (Θα γίνουμε άλλοι άνθρωποι).
Ας ξεκινήσουμε με τη σειρά.
Μας λέει ο Πρώτοκορυφαίος Απόστολος Παύλος:
«Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Θεσ. Α΄ 5, 17).
“Η Αγία Γραφή δεν διδάσκει να κάνουμε κάτι το ακατόρθωτο, γιατί ο Απόστολος, επίσης, έψαλλε, διάβαζε και λειτουργούσε, αλλά, παρά ταύτα, προσευχόταν αδειαλείπτως.
Πράγματι ότι γράφει μέσα στην Αγία Γραφή όλα είναι δυνατά από τον άνθρωπο, αλλιώς ο Θεός θα ήταν άδικος αν ζητούσε κάτι το ακατόρθωτο.
Όμως και η προσευχή είναι και αυτή Δωρεά του Αγίου Πνεύματος.
Τίποτα απολύτως δεν μπορεί να κατορθώσει ο άνθρωπος χωρίς την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Σκοπός του ανθρώπου είναι να γίνουμε Δοχεία του Αγίου Πνεύματος.
(Και έρθει να σκηνώσει μέσα μας το Πανάγιο Πνεύμα).
Ας δούμε μέσα από τον λόγο του Αγίου Γέροντα Πετρώνιου, πώς θα έρθει να κατοικήσει μέσα μας το Πανάγιο Πνεύμα.
Θα συνεχίσω μήπως δεν το πάρει ολόκληρο..
Μας λέει ο Άγιος Γέροντας Πετρώνιος:
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αδιάκοπη προσευχή συνίσταται στο να κρατάμε τον νου μας, με μεγάλη ευλάβεια και αγάπη, προσκολλημένο στον Θεό, με ελπίδα να πιανόμαστε απ’ Αυτόν, να βασιζόμαστε σ’ Αυτόν για όλα, ό,τι και αν κάνουμε και ό,τι και αν συμβεί”».
Και συνεχίζει..
αληθινή προσευχή, η αδιάλειπτη, συνίσταται, πρώτ’ απ’ όλα, στο «να επαφίεται η ψυχή στα χέρια του Θεού» και όχι στην πολυλογία.
Εδώ είναι το κλειδί της υπόθεσης.
Να κάνω μία παρένθεση:
Για να αποκτήσουμε μία Αρετή πρέπει πρώτα να αποβάλλουμε αυτό που είναι αντίθετο της.
Δηλαδή:
Για να γίνουμε πράοι πρέπει να διώξουμε πρώτα την οργή από πάνω μας.
Για να γίνουμε ελεήμονες πρέπει πρώτα να αποβάλουμε την τσιγκουνιά.
Για να γίνουμε ταπεινοί πρέπει να αποβάλλουμε την έπαρση. (Ότι κάποιοι είμαστε).
Και ούτω καθεξής, κλείνει η παρένθεση.
Ξανά αντιγράφω το τελευταίο πού είναι το κλειδί:
αληθινή προσευχή, η αδιάλειπτη, συνίσταται, πρώτ’ απ’ όλα, στο «να επαφίεται η ψυχή στα χέρια του Θεού» και όχι στην πολυλογία
Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να κόψουμε την (πολυλογία).
Η πολυλογία είναι εχθρός της αδιάλειπτης προσευχής.
Με την πολυλογία ο νους είναι συνέχεια αποσπασμένος σε όλα εκτός από τον Θεό.
Για αυτό και ο Κύριος μας, είπε μία βαριά κουβέντα:
Θα δώσουμε λόγο ακόμα και για κάθε περιττή κουβέντα που θα πούμε.
Δεν θα μακρηγορήσω άλλο για να ολοκληρώσω.
Οπότε να θυμόμαστε το πρώτο και βασικότερο είναι το φρένο στην πολυλογία.
(Όταν σταματήσουμε την πολυλογία με τους ανθρώπους τότε θα αρχίσουμε να ομιλούμε με τον Θεό).
Ας δούμε το επόμενο.
Μας λέει πάλι ο Άγιος Γέροντας Πετρώνιος:
Όποιος θέλει ν’ασχοληθεί με την αδιάλειπτη προσευχή, πρέπει, κατ’ αρχάς, ν’ αποκτήσει μια συγκεκριμένη εσωτερική κατάσταση:
Να έχει καθαρή συνείδηση σε σχέση με τον Θεό, τον πλησίον και άλλα πράγματα.
Σε σχέση με τον Θεό, να μην κάνει τίποτα δυσάρεστο στον Θεό.
Σε σχέση με τον πλησίον, να προσέχει να μην κάνει σε άλλον αυτό που ο ίδιος μισεί.
Και σε σχέση με τα υλικά πράγματα, να έχει εγκράτεια στα πάντα: Στο φαγητό, στο ποτό, στα ενδύματα και να κατέχει μόνο τ’ απαραίτητα.
Διαβάζουμε στο άρθρο για όλες αυτές τις ευχαριστίες που πρέπει να προσφέρουμε στο Θεό από την ώρα που θα σηκωθούμε μέχρι την ώρα που θα κοιμηθούμε.
Να ευχαριστούμε και να δοξάζουμε Τον Άγιο Τριαδικό Θεό μας για όλα.
Και να μην αμαρτάνουμε, αλλά επειδή είμαστε άνθρωποι και καθημερινώς αμαρτάνουμε, να ζητούμε συγχώρεση από αυτούς που στεναχωρήσαμε και να προσφεύγουμε τακτικά στο Μυστήριο της Ιερέας εξομολογήσεως.
Αυτό ήταν το εύκολο κομμάτι, τώρα ας δούμε και το πολύ δύσκολο.
Να συγχωρούμε τους άλλους ότι κι αν μας έχουν κάνει.
Και μας λέει ο Άγιος Νικόδημος:
Ακόμα και στο θέμα της μοιχείας, αν συγχωρέσεις τον άλλον που έπεσε σε αυτό το μεγάλο παράπτωμα, και ότι αν σου έχει κάνει, θα βρεις σίγουρα θέση στον Παράδεισο.
Με τα λόγια πολύ εύκολα συγχωρούμε, αλλά όταν αυτό πρέπει να φανεί στην πράξη εκεί αρχίζουν τα δύσκολα.
Αυτό είναι το δεύτερο και σημαντικότερο κλειδί.
Η συγχωρέσεις από βάθος καρδίας.
Τότε και ο Θεός θα συγχωρέσει όλες τις δικές μας αμαρτίες που είναι αμέτρητες μπροστά στα μάτια του Θεού.
Και το τρίτο είναι η εγκράτεια σε όλα, όπως διαβάζουμε πάλι στο άρθρο.
Να είμαστε ταπεινοί και να μην ζητούμε την επίδειξη.
Και όπως μας λέει και ο Μακαριστός πατέρας Αθανάσιος Μυτιληναίος:
Το πλούσιο ρούχο δίνει κύρος στον άνθρωπο.
Μην ζητούμε τα πολυτελή ενδύματα για να μην έχουμε μέσα μας έπαρση.
Όλοι οι Άγιοι ήταν ντυμένοι με ρακένδυτα ενδύματα.
Πρέπει πρώτα να τηρήσουμε αυτά (και ειδικά την συγχώρεση) για να έρθει να κατασκηνώσει μέσα μας το Άγιο Πνεύμα και τότε θα (πετάμε από χαρά).
Πολλά πράγματα ζητούμε από τον Χριστό μας αλλά δεν ζητούμε το κυριότερο.
Να μας δώσει το Άγιο Πνεύμα, το Τρίτο Πρόσωπό της Αγίας Τριάδος. Αμήν.