Κυριακή 23 Ιουλίου 2023

Σοφία Μπεκρῆ: Θεάρεστοι ἢ ἀνθρωπάρεσκοι;


Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
 

Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Ζ’ Κυριακῆς Ματθαίου, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὀφείλομε «οὐχ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν» ἀλλὰ «ἕκαστος ὑμῶν τῷ πλησίον ἀρεσκέτω εἰς τὸ ἀγαθὸν πρὸς οἰκοδομήν» (Ρωμ. ιε’ 2), πρὸς πνευματικὴ ὠφέλεια καὶ ἐνίσχυσή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ζητεῖ ἀπὸ τοὺς δυνατώτερους νὰ βαστάζουν τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων.

Γιὰ νὰ μπορέσωμε, συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος, νὰ κάνωμε ἐκεῖνο ποὺ ἀρέσει ὄχι στὸν ἑαυτό μας ἀλλὰ στὸν Θεὸ καί, συγχρόνως, ἐκεῖνο ποὺ ὠφελεῖ τὸν πλησίον, χρειάζεται νὰ ἔχωμε πάντοτε ὡς ὑπόδειγμά μας τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος «οὐχ ἑαυτῷ ἤρεσεν» (ὅ.π. 3) ἀλλὰ ἔγινε «ὑπήκοος» τοῦ πατρός Του καὶ μάλιστα «μέχρι θανάτου σταυροῦ», χάριν τῆς δικῆς μας σωτηρίας. 

Γιὰ νὰ ἐλέγξωμε, λοιπόν, καὶ ἐμεῖς κάθε φορὰ ἐὰν εἴμαστε θεάρεστοι καὶ ὄχι ἀνθρωπάρεσκοι καὶ μάλιστα αὐτάρεσκοι, χρειάζεται νὰ ἀναρωτιώμαστε: «Αὐτὸ ποὺ θέλω νὰ κάνω εἶναι πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ πρὸς ὄφελος τοῦ πλησίον; Ἐὰν ναί, τότε εἶναι καὶ πρὸς δικό μου ὄφελος

Πιὸ ἁπλᾶ: «Θέλεις, Χριστέ μου, νὰ ἐνεργήσω ἔτσι; Ἐὰν θέλῃς ἐσύ, τότε καὶ ἐγὼ θὰ τὸ κάνω, ἐπειδὴ ἐσὺ μοῦ τὸ ζητᾶς καὶ ἐπειδὴ αὐτὸ ὠφελεῖ σίγουρα καὶ ἐμένα». «Γεννηθήτω τὸ θέλημά σου», λοιπόν, καὶ ὄχι τὸ δικό μου θέλημα!

Τὸ τί θέλει ὁ Χριστὸς ἀπὸ ἐμᾶς τὸ γνωρίζομε μέσα ἀπὸ τὴν διδασκαλία Του: πίστη, δηλ. ἐμπιστοσύνη σὲ Αὐτόν, καὶ ἔργα ἀγάπης καὶ μετανοίας. 

Γιὰ νὰ μπορέσουν, ὅμως, αὐτὰ νὰ ὑλοποιηθοῦν, χρειάζεται καὶ κάτι ἀκόμη, γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Παῦλος παρακαλεῖ ἔνθερμα: «ὁ Θεὸς τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως δώῃ ὑμῖν (μακάρι νὰ δώσῃ) τὸ αὐτὸ φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν» (ὅ. π. 4). Ἡ ἀγωνία τοῦ Παύλου, ποὺ εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τόσων ἀδελφῶν καὶ τόσων Ἐκκλησιῶν, εἶναι ἀκριβῶς αὐτή: νὰ εἶναι οἱ ἐν Χριστῶ ἀδελφοὶ «κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ καὶ μὴ ᾖ ἐν αὐτοῖς σχίσματα» (Α’ Κορ., α’ 10). Ἐπειδή, ὅμως, γνωρίζει ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι εὔκολο, γι’ αὐτὸ παρακαλεῖ τὸν Θεὸ ποὺ μακροθυμεῖ καὶ ἀγαπάει τὸ πλάσμα Του νὰ μεριμνήσῃ γιὰ τὴν κατὰ Χριστὸν ὁμοφροσύνη τῶν τέκνων Του.

Ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἔχει δείξει ὅτι, ὅταν οἱ Χριστιανοὶ συνεργάζωνται μεταξύ των, τότε καὶ οἱ ἐσωτερικές των ὑποθέσεις τακτοποιοῦνται καλύτερα ἀλλὰ καὶ οἱ ἐξωτερικοὶ ἐχθροὶ ἀντιμετωπίζονται ἀποτελεσματικώτερα. Ἡ καλύτερη ἀπόδειξη εἶναι οἱ πρωτοχριστιανικὲς κοινότητες, ὅπου «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ’ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά» (Πράξ. Δ’ 32). Ἡ σύμπνοιά των, μάλιστα, ὑπῆρχε σὲ ὅλες τὶς ἐπιμέρους διακονίες/λειτουργίες τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας: «Ἦσαν προσκαρτεροῦντες τῇ διδαχῇ τῶν ἀποστόλων καὶ τῇ κοινωνίᾳ καὶ τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου καὶ ταῖς προσευχαῖς (Πράξ., Β’ 42), ποὺ σημαίνει: παρέμεναν προσηλωμένοι μὲ πιστότητα στὴν διδασκαλία τῶν ἀποστόλων (μορφωτικὴ λειτουργία), στὴν ἐπικοινωνία καὶ στὴν κλάση τοῦ ἄρτου (κοινωνικὴ λειτουργία) καὶ στὴν προσευχή (πνευματικὴ λειτουργία). 

Ἦταν τόση ἡ ὁμοψυχία μεταξὺ τῶν χριστιανῶν στὶς πρῶτες κοινότητες, ὥστε ὄχι μόνον οἱ ἴδιοι ἀπελάμβαναν τοὺς καρποὺς τῶν κοινῶν των ἔργων ἀλλὰ καὶ ὁ Κύριος, ἐπευλογώντας τὴν ὅλη προσπάθεια, «προσετίθει τοὺς σωζομένους καθ’ ἡμέραν τῆ ἐκκλησίᾳ» (ὅ.π., 46-47). Ὅταν, ὅμως, χάθηκε αὐτὴ ἡ σύμπνοια ἀνάμεσα στοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, τότε καὶ ἡ πίστη κινδύνευσε περισσότερο ἀπ’ τὶς πολλαπλὲς αἱρέσεις καὶ ἡ ζωή των ἀπομακρύνθηκε ἀπ’ τὸν Χριστὸ καὶ ἡ πολιτεία των ἀπὸ πολιτεία δικαιοσύνης καὶ ἀγάπης μετατράπηκε σὲ πολιτεία ἀδικίας καὶ μίσους, μὲ ὅλα τὰ ἀρνητικὰ ἐπακόλουθα.

Ἐὰν θέλωμε, ἑπομένως, νὰ ἀρέσωμε στὸν Κύριό μας, καὶ νὰ ξαναβροῦμε τὴν μεταξύ μας ἀγάπη, χρειάζεται νὰ ἀναβαπτιστοῦμε στὰ νάματα τῆς ἑλληνοορθοδόξου παραδόσεώς μας καὶ νὰ ζήσωμε καὶ πάλι «ὁμοθυμαδόν» (=μὲ ὁμοψυχία/σύμπνοια), «τὸ αὐτὸ φρονοῦντες ἐν ἀλλήλοις κατὰ Χριστὸν Ἰησοῦν». Ἐὰν τὸ κάνωμε, τότε καὶ τὶς πολλαπλὲς δυσκολίες μας θὰ ἀντιμετωπίζωμε εὐκολώτερα καὶ θὰ λάβωμε πλούσια χάρη καὶ μέγα ἔλεος ἀπὸ τὸν μόνον Παντελεήμονα καὶ Σωτῆρα Κύριό μας, ὁ Ὁποῖος «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Τιμ. Α’, β’ 4). Ἂς τὸ θελήσωμε καὶ ἐμεῖς, καὶ θὰ ἀπολαύσωμε, μὲ τὴν χάρη Του, τὸ θεόσδοτο δῶρο Του. Ἀμήν. Γένοιτο!

«Πᾶνος»

2 σχόλια:

  1. Υπέροχο το άρθρο της αγαπητής Σοφίας.
    Πρώτα ο Θεός και αν θέλει ο Θεός αύριο θα γράψω κάτι..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Μας λέει ο τίτλος του άρθρου:
    Θεάρεστοι ἢ ἀνθρωπάρεσκοι;

    Σήμερα οι άνθρωποι έχουν επιδοθεί σε μία μανιώδης ανθρωπαρέσκεια.
    Ειδικά οι γυναίκες συναγωνίζονται η μία την άλλη ποια θα προκαλέσει και θα σκανδάλίσει περισσότερο.
    Ειδικά τώρα το καλοκαίρι όπου και να γυρίσεις τα μάτια σου είναι όπως στο κρεοπωλείο που κρέμονται όλα τα σφαχτά προς πώληση.

    Για αυτό φώναζε ένας Γέροντας:
    Πάρτε με στα βουνά γιατί θα με φάει ο κάμπος.
    (Μέσα στον κάμπο τι πνευματική προκοπή να κάνεις;).

    Διαβάζουμε στο άρθρο:
    Ἦταν τόση ἡ ὁμοψυχία μεταξὺ τῶν χριστιανῶν στὶς πρῶτες κοινότητες,

    Σήμερα εμείς ούτε κατ' Όνομα δεν είμαστε Χριστιανοί.

    Τους πρώτους Χριστιανούς οι διωγμοί και τα βασανιστήρια τους κάνανε σκληρά καρύδια.

    Εμάς σήμερα οι ηδονές μας έχουν κάνει μαλθακούς, μετά την πτώση από τον Παράδεισο ο άνθρωπος έχει ροπή προς την αμαρτία.
    Πολύ πιο εύκολα αμαρτάνει, παρά εγκρατεύεται.

    Για αυτό και μας λέει ο Άγιος Γέροντας Εφραίμ από την Αριζόνα:
    Ο Χριστός δεν θα ζητήσει τα ίδια από τους σημερινούς Χριστιανούς που ζητούσε από τους πρώτους Χριστιανούς.
    Γνωρίζει ότι μέσα σε αυτήν τη λαίλαπα είναι πολύ δύσκολη η άσκηση.
    Να έχετε πάντοτε στο στόμα μας την ευχούλα:
    Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με.
    Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.

    Και ο Χριστός θα μας σώσει δεν θα μας αφήσει.

    Το ζωντανό ψάρι πάει κόντρα στο ρεύμα, το ψόφιο το παρασέρνει.
    Ας είμαστε ζωντανοί και να μην παρασυρόμαστε από την λαίλαπα της εποχής μας.

    Να μην μας νοιάζει τι θα πει ο κόσμος και ας μη φοβόμαστε να (τσαλακωθούμε).

    Το ζητούμενο είναι τι θα πει ο Χριστός.

    ΑπάντησηΔιαγραφή