Αρχή
του πένθους είναι το να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του. Ας μην είναι
όμως το πένθος μας ανθρώπινο, ούτε για να φανούμε στους ανθρώπους, αλλά
να είναι όπως το θέλει ο Θεός που γνωρίζει τα κρυφά της καρδιάς, ώστε
αυτός να μας μακαρίσει (Ματθ. 5:4).
Ας έχουμε, επομένως, χαρούμενο
πρόσωπο, όταν συναντούμε άλλους ανθρώπους, και μέσα μας φρόνημα δακρύων
και πένθους· γιατί το πένθος εργάζεται και φυλάγει (πρβ. Γεν. 2:15).
Το
πένθος πλένει την ψυχή με τα δάκρυα και την ξανακάνει καθαρή· γεννά τη
σωφροσύνη, κόβει τις ηδονές, κατορθώνει τις αρετές. Τι παραπάνω να πω;
Αυτόν που έχει πένθος τον μακαρίζει ο Θεός και τον παρηγορούν οι
άγγελοι.
Χάρισέ
μου, Κύριε, δάκρυα κατάνυξης, μόνε αγαθέ και σπλαχνικέ, ώστε με αυτά να
κλάψω τον εαυτό μου και να ικετεύσω την ευσπλαχνία σου. Καθάρισέ μου τη
βρωμιά της αμαρτίας.