Υπάρχει το σωματικό πένθος, δηλαδή το πένθος του κόσμου τούτου, και υπάρχει το πνευματικό πένθος, το κατά Θεόν.
Το κοσμικό πένθος αφορά στην ανθρώπινη πίκρα από διάφορες επίγειες απώλειες και συμφορές, παθήματα και θάνατο. Αυτό το πένθος μπορεί να απαλύνει λίγο τα παθήματα, να καταλαγιάσει τον πόνο, αλλά δεν είναι ικανό να κάνει τον άνθρωπο ευτυχισμένο. Το πένθος της συμφοράς βρίσκεται στον αντίποδα της επίγειας ευτυχίας.
Ο Κύριος, όμως, μιλάει για το πνευματικό πένθος, το οποίο δεν είναι τίποτα άλλο από την έκφραση της ειλικρινούς μετάνοιας, εκείνης που καθαρίζει και μεταμορφώνει την πιστή καρδιά και την ψυχή. Το πένθος μετανοίας είναι το πένθος για τις αμαρτίες μας που τελέστηκαν κατά του Θεού και κατά των πλησίον.
Η αρετή της μετάνοιας πηγάζει άμεσα από την αρετή της ταπείνωσης. Όταν ο άνθρωπος, μέσω της ταπείνωσης, συναντά και δέχεται μέσα του τον Χριστό, τότε κοιτιέται σε Αυτόν ως τον καθρέφτη, όπου βλέπει καθαρά την ψυχή του, όλο το αμαρτωλό της σκότος. Γνωρίζοντας τον εαυτό του ως αμαρτωλό ον, ο άνθρωπος μπαίνει στην πάλη με την υπερηφάνειά του, η οποία αρνείται να παραδεχτεί ότι κάπου έσφαλε και σε κάτι φταίει. Δεν είναι δυνατόν να αντιστέκεται ο άνθρωπος στην υπερηφάνεια χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Γι΄αυτό, το να γνωρίσει κανείς τις αμαρτίες του σημαίνει να γνωρίσει τον εαυτό του μέσω του Θεού και χάρη σε Αυτόν.
Έτσι συντελείται η πνευματική γνώση του εαυτού στο φως της χάριτος του Χριστού. Οι άγιοι πατέρες διδάσκουν ότι το να γνωρίσεις τον εαυτό σου σημαίνει, κατά κύριο λόγο, να γνωρίσεις τις αμαρτίες σου, δηλαδή, εκείνες τις πνευματικές αρρώστιες, οι οποίες μας χωρίζουν από τον Κύριο και μας οδηγούν στον αιώνιο θάνατο. Χωρίς την ορθή πνευματική διάγνωση δεν είναι δυνατή η θεραπεία. Και χωρίς τη θεραπεία δεν είναι δυνατόν να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του.
Για την αυτογνωσία, ως κύριο σκοπό του ανθρώπου, οι κοσμικοί φιλόσοφοι μιλάνε από αρχαιοτάτων χρόνων. Ο Σωκράτης και ο Πλάτων, μάλιστα, αντιλαμβάνονταν αυτή την αυτογνωσία ως εσωτερική γνώση της αθάνατης λογικής και ελεύθερης ψυχής. Όμως, κανένας από τους σοφούς του κόσμου τούτου δεν μίλησε για αυτήν τη γνώση με την έννοια του αγώνα μετανοίας. Επειδή κανένας από αυτούς δεν γνώρισε Εκείνον, ενώπιον του Οποίου πρέπει να μετανοεί κανείς, δε γνώρισε τον Χριστό, ο Οποίος είναι η Θεία Σοφία, ο Δρόμος, η Αλήθεια και η Ζωή (βλ. Ιω. 14: 6).
Η κατάκτηση της κοσμικής αυτογνωσίας, είτε μέσω των επίγειων επιστημών είτε μέσω της φιλοσοφίας, είναι στη ρίζα της λανθασμένη, επειδή προκύπτει από την πεπτωκυΐα, ανώμαλη, παρά φύσιν, αμαρτωλή, φθαρτή και θνητή κατάσταση του ανθρώπου, η οποία εκλαμβάνεται ως φυσική κανονικότητα και ως δεδομένη. Σε αυτήν τη μορφή αυτογνωσίας ο Θεός και η Αποκάλυψή Του απορρίπτονται ή αντιμετωπίζονται παρενθετικά, δηλαδή, δεν λαμβάνονται υπόψη. Η συγκεκριμένη προσέγγιση στην επιστήμη ονομάζεται «μεθοδολογικός αθεϊσμός».
Η ταπείνωση και η μετάνοια είναι η αρχή και το κριτήριο της χριστιανικής ζωής, το μέτρο που ορίζει αφενός την πιστότητα με την οποία ακολουθούμε το Χριστό και αφετέρου την ορθότητα με την οποία ομοιάζουμε προς Αυτόν. Όσο ο άνθρωπος πλησιάζει πιο κοντά στη σκάλα των αρετών που οδηγούν στον Πανάγιο Θεό, τόσο πιο ισχυρή και έντονη γίνεται η ταπείνωσή του και η μετάνοιά του και τόσο πιο βαθιά και καθαρά συνειδητοποιεί την αναξιότητα, την ατέλεια και τη ρυπαρότητά του ενώπιον του Κυρίου.
Με το πένθος της μετανοίας ο άνθρωπος κατακτά την αγνότητα της καρδιάς, την αρετή που επιτρέπει να βλέπει τον Θεό με τα πνευματικά μάτια της καρδιάς. Για αυτήν ο Σωτήρας μιλάει στην έκτη εντολή των μακαρισμών: «Μακάριοι οι καθαροί την καρδία, ότι αυτοί τον Θεό όψονται» (Μτ. 5: 8).
Η μετάνοια είναι τριαδική ως προς τη σύνθεσή της. Συμπεριλαμβάνει, πρώτον, την συνειδητοποίηση και την ομολογία των αμαρτιών, δεύτερον, την αναγνώριση της πλήρους ευθύνης στην τέλεσή τους, τη λύπη και τη συντριβή για αυτές, και τρίτον, την απόφαση να μην τις επαναλαμβάνει πλέον, να διορθώσει τη ζωή του, σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου. Χωρίς και τις τρείς αυτές συνιστώσες η μετάνοια δε θα είναι πλήρης και δε θα είναι έγκυρη.
Οι άγιοι πατέρες συσχετίζουν τη μετάνοια με το βάπτισμα. Το μυστήριο της μετανοίας (εξομολόγησης) το αποκαλούν δεύτερο βάπτισμα. Το μυστήριο του βαπτίσματος περιέχει μέσα του τη μετάνοια, και το μυστήριο της μετανοίας είναι η συνέχεια του βαπτίσματος στην εκκλησιαστική ζωή του πιστού. Χάρη στο βάπτισμα, ο πιστός απευθύνεται στον Θεό, ενώνεται με Αυτόν και την Εκκλησία Του, πεθαίνει για την αμαρτία και αναγεννάται για τη δίκαιη ζωή, παίρνει την ευλογημένη υπόσχεση της ες αεί μακάριας ζωής. Χάρη στη μετάνοια, ο πιστός αποκαθιστά τη σχέση του με τον Θεό, η οποία είχε διαρραγεί με τις αμαρτίες του, ενώνεται μαζί Του και με την Εκκλησία Του, μετά το βάπτισμα, πλέον. Στη μετάνοια πλένουμε τις αμαρτίες όχι με το αγίασμα πια, όπως στο βάπτισμα, αλλά με τα δάκρυα της μετανοίας μας.
Η γνώση εκ μέρους του ανθρώπου των αμαρτιών του τον οδηγεί στη ριζική απόρριψη του «κόσμου τούτου» και στο μίσος προς όλα τα αμαρτωλά πάθη που έχουν βραχυκυκλώσει το σύνολο της προσωπικής, οικογενειακής και κοινωνικής του ζωής. Ο άνθρωπος συνειδητοποιεί, πρώτον, ότι «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄ Ιω. 5: 19), δεύτερον, ότι «πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» (Α΄ Ιω. 2: 16) και τρίτον, ότι ο άρχων του είναι ο διάβολος, ο πρώτος πολεμιστής του Θεού και απ΄ αρχής ανθρωποκτόνος, ψεύτης και πατέρας του ψεύδους (βλ. Εφ.2: 2, Εφ. 6: 12, Ιω. 8: 44).
Για να καταπολεμήσει κανείς τα αμαρτωλά πάθη πρέπει, πρώτον, να καταλάβει πώς δουλεύουν, δεύτερον, πώς να αντιστέκεται και να μην υποκύπτει σε αυτά και, τρίτον, πώς να τα αντικαταστήσει με τις αρετές, ασκούμενος στον ενάρετο τρόπο ζωής.
Με αυτό ασχολείται η ειδική ορθόδοξη θεολογική επιστήμη της ασκητικής που έχει αναπτυχθεί από τους αγίους ασκητές, οι οποίοι με την προσωπική τους εμπειρία και τη ζωή, και με βάση τη Θεία Αποκάλυψη απέδειξαν την αλήθεια της διδασκαλίας τους.
Το μακάριο ευαγγελικό πένθος μπορούμε να το κατανοήσουμε όχι απλώς ως πένθος μετανοίας, αλλά και ως πένθος της συμπόνιας, της συμπαράστασης στη θλίψη του άλλου ανθρώπου. Το πένθος της συμπόνιας μας προτρέπει στο να βοηθάμε τα αδέλφια μας που δεινοπαθούν. Αυτό το πένθος είναι το θεμέλιο του ελέους, της αρετής της ελεημοσύνης, στην οποία μας καλεί ο Κύριος στην πέμπτη εντολή των μακαρισμών: «Μακάριοι οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται» (Μτ. 5: 7).
Το έπαθλο για την αρετή της μετανοίας είναι η παρηγοριά που προέρχεται όχι από τον εξωτερικό κτιστό κόσμο, όχι από τους άλλους ανθρώπους ή από τον ίδιο μας τον εαυτό, αλλά από το Ίδιο το Άγιο Πνεύμα, τον Παράκλητον (βλ. Ιω. 14: 26, 16: 7-8).
Η επίγεια παρηγοριά προσφέρει μόνο πρόσκαιρη ηρεμία, προσφέρει απόδραση από τα προβλήματα ακόμα μέχρι και τη λήθη τους, αλλά, επί της αρχής, δεν είναι στέρεα και πάντα συνοδεύεται από αμφιβολίες, ανησυχίες και φόβους.
Η πνευματική παρηγοριά δίδεται άνωθεν, κατά χάρη Θεού. Αυτή η παρηγοριά έγκειται στην ανεκλάλητη με την ανθρώπινη γλώσσα κατάσταση ειρήνης, χαράς, μακαριότητας, όταν ο άνθρωπος ηρεμεί πλήρως και απολαμβάνει την πνευματική ευχαρίστηση.
«…ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». (Α΄ Κορ.2: 9).
Τον άνθρωπο που μετανοεί τον παρηγορεί ο Ίδιος ο Κύριος ο Καρδιογνώστης. Μόνο Αυτός, που μας γνωρίζει καλύτερα από μας τους ίδιους, μπορεί να μας καταλάβει. Μόνο Αυτός που έχει την εξουσία της κρίσης του κόσμου, είναι ικανός να μας χαρίσει τη συγχώρεση. Μόνο Αυτός, ο Πανάγιος, είναι ικανός να μας καθαρίσει από τις αμαρτίες, να αγιάσει την ψυχή και το σώμα μας με τη χάρη Του. Μόνο Αυτός, η ανεκλάλητος Αγάπη, μπορεί να μας ξαναενώσει με Αυτόν και να μας κοινωνήσει την άφθαρτη μακαριότητά Του. Ωστόσο, Αυτός μπορεί να τα κάνει όλα μόνο με τον όρο της εκούσιας και ειλικρινούς συντριβής της καρδιάς και του πένθους της μετανοίας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου