Κυριακή 13 Απριλίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ [:Ἰω. 12, 1-18] Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου μὲ θέμα: «ΟΙ ΑΦΙΕΡΩΣΕΙΣ» [23-4-2000] (Β413)

 
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ [:Ἰω. 12, 1-18]

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«ΟΙ ΑΦΙΕΡΩΣΕΙΣ»

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 23-4-2000]

(Β413)

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ἑορτάζομε τὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ποὺ εἶναι σύμβολον ὅτι μετὰ τὸ Πάθος θὰ εἰσήρχετο ὁ Ἰησοῦς ὡς ἄνθρωπος εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

Ὅ,τι καὶ νὰ ἀγγίξομε ἀπὸ τὴ σημερινὴ περικοπὴ τῆς ἑορτῆς, μᾶς παραπέμπει σὰν σύμβολο μελλόντων πραγμάτων. Καὶ αὐτὸ τὸ ὀνάριον, τὸ γαϊδουράκι, ὀνάριον, ποὺ ἐκάθισε ὁ Κύριος, κι αὐτὸ εἶναι ἕνα σύμβολον. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ ὄνος εἶναι ἀκάθαρτον ζῶον καὶ ἀπηγορεύετο ἡ θυσία του. Καὶ τώρα ὁ Κύριος κάθεται ἐπάνω σὲ ὀνάριον, ποὺ συμβολίζει τὰ ἀκάθαρτα ἔθνη, ἐπὶ τῶν ὁποίων θὰ καθίσῃ, ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ πιστευθῇ

Πάντως, ἐκεῖνο ποὺ παρατηροῦμε στὴν Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, κάποια πράγματα ἀνήκουν ἀποκλειστικὰ εἰς τὸν Κύριον, μὲ ἕναν πλούσιον συμβολισμό. Ἴσως δὲν ἔχομε προσέξει μιὰ λεπτομέρεια εἰς τὴν σημερινὴν θριαμβευτικὴ εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ. Μᾶς τὴν διασώζει ὁ Μᾶρκος τὴν λεπτομέρεια αὐτή. Μᾶς λέγει: «Καὶ λέγει αὐτοῖς -εἰς τοὺς μαθητάς Του-· ὑπάγετε εἰς τὴν κώμην τὴν κατέναντι ὑμῶν (: Πηγαίνετε σὲ ἐκεῖνο τὸ χωριό), καὶ εὐθέως εἰσπορευόμενοι εἰς αὐτὴν (:καὶ ὅταν θὰ μπεῖτε μέσα στὸ χωριὸ) εὑρήσετε πῶλον δεδεμένον (:θὰ βρεῖτε ἕνα δεμένο γαϊδουράκι), ἐφ᾿ ὃν (:ἐπὶ τὸν ὁποῖον πῶλον ἐννοεῖται) οὐδεὶς ἀνθρώπων κεκάθικε (:ποτέ κανένας ἄνθρωπος ἐπάνω σὲ αὐτόν τον πῶλον δὲν ἔχει καθίσει)· λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε (: Ἀφοῦ τὸν λύσετε, φέρτε τον ἐδῶ)». Ἔχει καὶ μερικὰ ἄλλα, τὰ ὁποῖα εἶναι τεχνικῆς φύσεως. Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ κάνει πραγματικὰ ἐντύπωση, εἶναι ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐκάθισε ὡς ἄνθρωπος ἐπάνω σὲ ἕνα ὀνάριον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου κανεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων ποτὲ δὲν κάθισε. Καὶ πρέπει νὰ ὑπονοηθῇ ὅτι καὶ μετὰ ταῦτα ἄνθρωπος δὲν ἐκάθισε. Δηλαδὴ παρατηροῦμε ὅτι μερικὰ πράγματα ἀνήκουν εἰς τὸν Χριστὸν σὰν μιὰ ἀποκλειστικὴ χρήση. Πρόκειται γιὰ μιὰ ἀφιέρωση. 

Ἐδῶ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι καὶ ἡ παρθενία τῆς Θεοτόκου -προσέξατε αὐτό- ἦτο μιὰ ἀποκλειστικὴ περίπτωσις ἀφιερώσεως εἰς τὸν Χριστόν. Ὁ χῶρος τῆς Παρθένου Μαρίας. Ἡ Θεοτόκος ἦταν παρθένος πρὸ τοῦ τόκου, κατὰ τὸν τόκον καὶ μετὰ τὸν τόκον. Μάλιστα ζωγραφικὰ ἀποδίδεται, ἱστορεῖται, ὅπως λέμε, μὲ τρία ἀστέρια. Ἕνα, ἐδῶ στὴν κεφαλὴ καὶ δύο ἐδῶ στοὺς ὤμους. Καὶ ἐκφράζουν, ἐκδηλώνουν τὴν παρθενίαν τῆς Θεοτόκου πρὸ τοῦ τόκου, κατὰ τὸν τόκον καὶ μετὰ τὸν τόκον. Ἀειπάρθενος δηλαδή. Εἶναι βαρυτάτη βλασφημία νὰ ἀποδώσομε γάμον καὶ παιδιὰ εἰς τὴν Θεοτόκον, ὅπως ἀποδίδουν οἱ Προτεστάνται καὶ ἄλλοι αἱρετικοί. «Εἶχε», λέει, «κι ἄλλα παιδιὰ ἡ Θεοτόκος. Καὶ τί θὰ πείραζε αὐτό;», λέγουν. Δὲν διδάχτηκαν ὅτι ὑπάρχουν μερικὰ πράγματα ἀποκλειστικῆς χρήσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ἐὰν τὸ γαϊδουράκι αὐτὸ ἦταν ἀποκλειστικὴ περίπτωσις, πόσο μᾶλλον ἡ Θεοτόκος; Γι᾿ αὐτὸ στὸν περίλαμπρο «Ἀκάθιστον Ὕμνον» ἀποδίδομε αὐτὸ τὸ «Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε». «Νύμφη. Ἀλλὰ εἶσαι ἀνύμφευτος». Δηλαδὴ «οὔτε σύζυγον ἀπέκτησες». Ὁ Ἰωσὴφ ἦταν ἁπλῶς βοηθός. Ἦταν κατὰ τὸν νόμο, νὰ μὴν κατηγορηθῇ ἡ Θεοτόκος, πὼς εἶχε παιδὶ ἐνῷ ἦτο ἄγαμος; Διότι τὴν ἀγαμίαν δὲν θὰ μποροῦσαν ποτὲ νὰ τὴν ἀντιληφθοῦν οἱ Ἑβραῖοι καὶ θὰ λιθοβολοῦσαν τὴν Θεοτόκον. Εἶναι, λοιπόν, παριστάμενος ὡς σύζυγος. Οὐδέποτε σύζυγος, οὐδέποτε. Τὸ ξαναλέγω. Ἔτσι, λοιπόν, βλέπομε ἐδῶ ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν ἀποκλειστικὸς χῶρος τοῦ Θεοῦ Λόγου, ποὺ θέλησε νὰ ἐνανθρωπήσῃ.

Κάτι ἀνάλογο συνέβη καὶ μὲ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς πληροφορεῖ ὁ Ἰωάννης καὶ μᾶς λέει: «ᾞν δὲ ἐν τῷ τὸπῳ ὅπου ἐσταυρώθη κῆπος -δηλαδὴ κοντὰ εἰς τὸν Γολγοθᾶ-, καὶ ἐν τῷ κὴπῳ μνημεῖον καινόν (: Ἐκεῖ -λέει- ὑπῆρχε ἕνα καινούριο μνημεῖον) ἐν ᾧ οὐδέπω οὐδεὶς ἐτέθη (: εἰς τὸν ὁποῖον τάφον ποτὲ δὲν ἐνεταφιάσθη κανένας)». Τὸν εἶχε κάνει ὁ ἰδιοκτήτης του νὰ εἶναι μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του, οἰκογενειακά. Πλὴν ὅμως, ἐχρειάστηκε νὰ ταφῇ ἐκεῖ ὁ Κύριος καὶ ἔτσι αὐτὴ ἡ πρόσθεσις «ἐν ᾧ -ἐν τῷ ὁποὶῳ τάφῳ- οὐδέποτε οὐδεὶς ἐτέθη», δείχνει τί; Ὅτι ἦταν τάφος ἀποκλειστικὸς διὰ τὸν Χριστόν. Γιὰ νὰ τονιστῇ ἡ ἀποκλειστικὴ χρῆσις μόνον διὰ τὸν Κύριον. Καὶ ὁ Ματθαῖος γράφει: «Καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι καθαρᾷ -μὲ καθαρὸ σινδόνι, ἀγορασμένο ἀπὸ τὴν ἀγορά. Δὲν ἤτανε καθαρὸ γιατί πλύθηκε. Ἀγορασμένο ἀπὸ τὴν ἀγορά- καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ αὐτοῦ μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν ἐν τῇ πέτρᾳ». Καινούριο μνημεῖο.

Ὅλα αὐτὰ τὰ καινούρια, καινούρια, καινούρια, ἀκριβῶς τί σημαίνουν; Μία ἀφιέρωσις. Μία ἀποκλειστικότης. Καὶ κάτι ἀκόμα, ἀγαπητοί μου. Ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ θὰ ἐγίνετο παγκόσμιον προσκύνημα. Κι ἐκεῖ δὲν ἔπρεπε νὰ ταφῇ ποτὲ κανεὶς ἐκ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ἀκόμη κάτι ἄλλο. Αὐτὰ τὰ μερικά, ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος καὶ εἶναι μόνο γιὰ τὴν προσωπικὴ Του χρήση, δείχνουν ὅλα αὐτὰ ὅτι θὰ ἦταν ὁ Ἀνακαινιστὴς τῶν πάντων.

Τὰ ἱερὰ σκεύη τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος ἦσαν βεβαίως, ἀντιλαμβανόμεθα, εἰς τὴν ἀποκλειστικὴν χρῆσιν τοῦ ναοῦ τοῦ Κυρίου. Ἀνάμεσα στὶς πολλὲς ἀνομίες ποὺ εἶχε κάνει ὁ Ναβουχοδονόσορ, ὅταν κατέλαβε καὶ τὴν Παλαιστίνην, ἦταν καὶ τὸ ἄρπαγμα τῶν σκευῶν, χρυσῶν καὶ ἀργυρῶν, τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος. Τὰ ἅρπαξε ὅλα. Τὰ ἔκανε λάφυρα. Καὶ τὰ ἐπῆγε εἰς τὴν Βαβυλῶνα. Ἔτσι, λοιπόν, ἀνάμεσα στὶς πολλὲς ἀνομίες ποὺ ἔκανε ὁ Ναβουχοδονόσορ, ἦταν καὶ τὸ ἄρπαγμα αὐτῶν τῶν σκευῶν. Ἔπρεπε νὰ τὰ ἁρπάξῃ αὐτά; Ὄχι. Ἔπρεπε νὰ σεβαστῇ τὸν Κύριον τοῦ Ἰσραήλ; Βεβαίως. Ἀλλά, ποῦ γνῶσις;

Ὁ ἐγγονός του Ναβουχοδονόσορος, ὁ Βαλτάσαρ -ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Ναβουχοδονόσορ εἶχε πεθάνει- παρέθετε κάποτε ἕνα δεῖπνον εἰς τοὺς πρώτους τῆς Βαβυλῶνος. Ἦταν ἐκεῖ... καὶ ποιοί δὲν ἦσαν σὲ αὐτὸ τὸ δεῖπνο... Καὶ ἤθελε αὐτός, ὁ Βαλτάσαρ, νὰ παρουσιάσῃ τὶς νῖκες τοῦ παπποῦ του. Καὶ διέταξε νὰ φέρουν τὰ σκεύη τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, ποὺ τὰ εἶχε λαφυραγωγήσει ὁ παπποῦς, κι ἐκεῖ νὰ πίνῃ τὸ κρασί του. Ἦταν πολλὰ σκεύη. Ἔπιναν, ἰδιαίτερα στὸ τραπέζι ποὺ ἦταν οἱ παλλακές του -παλλακές: γυναῖκες κ.τ.λ-. κι ἀπὸ ἐκεῖ ἔπινε. Γιὰ νὰ δείξῃ ὅτι... «Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ παπποῦς μου κι ἐγὼ εἶμαι ἔνδοξος ἐγγονός». Αὐτή, ὅμως, ἦταν ἡ κορυφὴ τῆς ἀσεβείας. Καὶ τότε ἐκεῖ ποὺ διασκέδαζαν, ἐμφανίστηκε ἕνα κομμένο χέρι, ἐδῶ ἀπὸ τὸν καρπόν, ποὺ ἔγραφε στὸν τοῖχο τέσσερις λέξεις. Νὰ μὴν πολυπραγμονῶ, ὅμως, καὶ καταναλώσουμε τὴν ὥρα μας. Κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ ἀναγνώσῃ. Ἐκάλεσαν τὸν Δανιὴλ νὰ ἑρμηνεύσῃ. Καὶ τοῦ λέει: «Βασιλιᾶ μου, σημαίνουν αὐτὲς οἱ τέσσερις λέξεις τὸ ἑξῆς: ‘’Ζυγίστηκες, μετρήθηκες καὶ βρέθηκες λειψός’’. Γι᾿ αὐτὸ θὰ τιμωρηθῇς ἀπόψε. Ἀπόψε!». 

Ἀγαπητοί μου, καιροφυλακτοῦσαν, μὲ τὴν εὐκαιρία τοῦ δείπνου, οἱ Μηδοπέρσαι, μπῆκαν μέσα εἰς τὸ παλάτι, τοὺς ἔσφαξαν ὅλους, καὶ βεβαίως καὶ τὸν βασιλιᾶ, τὸν Βαλτάσαρ. Ἔκτοτε ἡ Βαβυλῶνα ἐξαλείφτηκε ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς Ἱστορίας. Οὐδέποτε ξαναέζησε ἡ Βαβυλῶνα! Ἔμεινε μόνον ἕνα σύμβολον. Ὅταν ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης γράφει τὴν Ἀποκάλυψή του καὶ ἀναφέρεται στὴν Βαβυλῶνα, ἡ Βαβυλῶνα δὲν ὑπάρχει πιά. Ἡ ἱστορικὴ Βαβυλῶνα δὲν ὑπάρχει πιά. Ἔγινε σύμβολον. Σύμβολον ἀσεβείας. Λέμε σήμερα ὅτι ἡ Βαβυλῶνα εἶναι ἡ Εὐρώπη. Ἤ, καλύτερα, ὁ δυτικὸς κόσμος. Θέλετε ἀκριβέστερα; Εἶναι ἡ Ἀμερική, ἡ Βαβυλῶνα. Ὄχι ἐπειδὴ ἔχει ποικίλον πληθυσμόν. Ὄχι. Ἀλλὰ διότι μιμεῖται τὴν ἀρχαίαν Βαβυλῶνα καὶ θὰ σταθῇ ὁ πρόδρομος, ἡ Ἀμερική, ναί, ναί, ὁ πρόδρομος -ἤδη εἶναι!- τοῦ Ἀντιχρίστου. Σύμβολον, λοιπόν, ἡ Βαβυλῶνα πλέον ἔχει γίνει.

Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, βλέπομε ὅτι ὅταν οἱ Ἑβραῖοι πέρασαν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον στὴν ἔρημο, διὰ τῆς Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης, θέλησαν ἐκεῖ, κατ’ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, νὰ κατασκευάσουν ἀργυρᾶ, κατ’ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, καὶ χρυσᾶ σκεύη τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου. Ἔδωσαν, λοιπόν, οἱ γυναῖκες ὅλα τὰ χρυσαφικά τους. Καὶ ἐντὸς εἰσαγωγικῶν καὶ ἐκτὸς εἰσαγωγικῶν. «Χρυσαφικὰ» λέγονται ὅλα τὰ πολύτιμα, πολύτιμα μέταλλα, ὄχι μόνον ὁ χρυσός. Τότε ὁ Μωυσῆς συνέλεξε πολλὰ κοσμήματα, πάρα πολλὰ καὶ τὰ ἀναχώνευσε. Καὶ τὰ κατασκεύασε σὲ σκεύη ἱερά. Βραχιόλια, δαχτυλίδια, ἔπαψαν νὰ ἔχουν τὸ σχῆμα αὐτό. Τὰ ἀναχώνεψαν. Καὶ τότε ἔκανε τὰ ἱερὰ σκεύη. Προφανῶς δὲν θὰ ἦταν ποτὲ δυνατὸν νὰ ἐπανέλθουν εἰς τὴν ἀρχική τους χρήση. Ποτὲ δυνατόν. 

Ἔτσι, λοιπόν, θαυμάσια δείχνει ἐδῶ ὅτι γίνεται ἀναχώνευσις γιὰ λογαριασμὸ τοῦ Κυρίου. Προσέξτε. Θὰ πῇ κάποτε γι’ αὐτὴν τὴν γῆ καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ σύμπαν, θὰ πῇ κάποτε ὁ Χριστός: «Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα». «Νά, ὅλα τὰ κάνω καινούρια. Δὲν ὑπάρχει τίποτε τὸ παλιό. Ὅλα καινούρια». Αὐτὴ ἡ ἀνακαίνισις βγαίνει ἀπὸ τὰ δείγματα αὐτά, ποὺ τόσην ὥρα σας ἀναφέρω.

Ἀλλὰ ἀκόμη συνέβη καὶ τὸ ἴδιο μὲ τὰ χάλκινα ἀντικείμενα ποὺ πῆραν μαζί τους οἱ Ἑβραῖοι. Μάλιστα, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, εἶπε ὁ Μωυσῆς, κατ᾿ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ: «Ζητήσατε ἀπὸ τὶς γειτόνισσές σας ὅ,τι χάλκινο ὑπάρχει. Θὰ τὰ πάρετε καὶ θὰ φύγετε». «Μπράβο!», θὰ πῇ κάποιος, «τὰ δανείστηκαν καὶ πῆραν δρόμο καὶ ἔφυγαν;». Ἀγαπητοί μου, δὲν εἶναι ἐκεῖ τὸ θέμα. Τὸ θέμα εἶναι ὅτι χρεωστοῦσε ὁ Φαραὼ πολλοὺς μισθοὺς εἰς τοὺς Ἑβραίους, ποὺ ἦσαν ἀπλήρωτοι. Ἕνα τελευταῖο ἦταν αὐτό. Μία δικαίωσις τῶν μισθῶν ποὺ εἶχαν οἱ Ἑβραῖοι νὰ λάβουν. Αὐτὰ δὲ τὰ χάλκινα τὰ ἐμάζεψε ὅλα ὁ Μωυσῆς, ὅλα ὅσα ἐχρειάζετο καὶ ἔγινε κατόπιν τὸ θαυμάσιο, ἀφοῦ χτίστηκε ὁ ναὸς τοῦ Σολομῶντος, τὸ θαυμάσιο ἐκεῖνο χάλκινο θυσιαστήριον. Ἦταν πελώριο. Ἦταν πρὸ τοῦ ναοῦ. Ἦταν εἰς τὰ δυτικὰ τοῦ ναοῦ.

Ἔτσι, λοιπόν, συμβαίνει, ἀγαπητοί μου, καὶ μὲ τὰ δικά μας ἀφιερώματα. Γιατί ἐκεῖ πρέπει νὰ φθάσομε. Ὅταν κάνομε ἕνα ἀφιέρωμα εἰς τὸν Θεόν, τὸ ἀφιέρωμα αὐτὸ δὲν ξαναγυρίζει εἰς τὴν ἀρχική του χρήση. Καὶ εἶναι γνωστὸ ὅτι ἐμεῖς ἔχομε ὡς χριστιανικὸς ναός, ἔχομε τὸ Ἅγιον Ποτήριον, τὸ ὁποῖον, βεβαίως, δὲν μπορεῖ νὰ γυρίσῃ πίσω σὲ χρήση· μὲ τὴν ἔννοια νὰ τὸ ἔχομε στὸ τραπέζι μας καὶ νὰ πίνομε κρασί. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ. Μὴν πάθομε ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἔπαθε ὁ Βαλτάσαρ. Ἀλλὰ εἶναι ἀκόμη ἀφιερωμένο εἰς τὸν Θεόν.

Εἶναι ἀφιερωμένο καὶ εἰς τὴν Θεοτόκον. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ βεβηλωθῇ... ποιό; Τὸ Ἅγιον Ὅρος! Γι᾿ αὐτὸ λέμε: «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας». Γι᾿ αὐτὸ, πολλοὶ ναοὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος εἶναι ἐπ’ ὀνόματι τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. «Παναγία μας, σοῦ ἀφιερώνουμε αὐτὸ τὸ κομμάτι τῆς ξέρας, δηλαδὴ αὐτὸ τὸ ἀκρωτήριον, τὸ γνωστό τοῦ Ἄθωνος, σοῦ τὸ ἀφιερώνουμε ἐσένα. Δὲν θὰ μπῇ γυναῖκα μέσα. Ὄχι γιατί ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ θὰ πειραζόμαστε». Στὸν κόσμο ἔξω ἔχομε καὶ τὰ βατὰ καὶ τὰ ἄβατα μοναστήρια. Εἶναι γνωστό, πολὺ γνωστό. Ὕστερα, οἱ Ἁγιορεῖται δὲν βγαίνουν καὶ ἔξω; Δὲν βλέπουν καὶ γυναῖκες; Θὰ ἦταν θέμα πειρασμοῦ τὸ ζήτημα; Ὄχι βεβαίως. Ἀλλὰ τὸ Ἅγιον Ὅρος εἶναι ἀφιερωμένο εἰς τὴν Θεοτόκον.

Ἔγιναν πολλὲς προσπάθειες τώρα, μὲ τὴν εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση κ.τ.λ. τὸ φέρνουν γύρω γύρω το θέμα, τὸ ξαναφέρνουν γύρω γύρω το θέμα, τελικὰ τὸ Ἅγιον Ὅρος νὰ ἁλωθῇ ἀπὸ τὶς γυναῖκες. Ὄχι ὅτι οἱ γυναῖκες εἶναι ἀκάθαρτες. Ἄπαγε! Κάθε ἄλλο! Ἁπλῶς εἶναι ἀφιερωμένο. Ὅπως λέμε: «Μὲς στὸ ἱερὸ δὲν μπαίνουν οἱ γυναῖκες». Γιατί; Εἶναι ἀφιερωμένο εἰς τὸν Κύριον. Ὄχι γιατί οἱ γυναῖκες εἶναι ἀκάθαρτες. Οὔτε τὸ αἷμα, περὶ οὗ ὁ λόγος, εἶναι ἀκάθαρτον. Θὰ ἦταν περίεργο τὸ αἷμα νὰ εἶναι ἀκάθαρτον καὶ ὁ τόκος νὰ εἶναι καθαρός. Ἂν εἶναι δυνατὸν ποτέ! Γιὰ λόγους ποὺ ὁ Θεὸς ξέρει εἶχε τοποθετηθεῖ ἔτσι στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ὅτι αὐτὸ θὰ εἶναι ἀκάθαρτο τόσον καιρό. Τίποτε ἄλλο. Γιὰ κάποιους λόγους. Θέλετε; Νὰ προστατεύσῃ τὴ γυναῖκα ἀπὸ τὸν ἄνδρα, ὁ ὁποῖος θὰ ἤτανε λαίμαργος καὶ ἀπρόσεκτος. Κι ἐνῷ ἡ ἰδία θὰ ἦταν λεχωίδα, ἔπρεπε νὰ τὴν προστατεύσῃ. Καὶ ὄχι γιατί ἡ γυναῖκα εἶναι ἀκάθαρτη. Προσέξατέ το. Τί λέει ὅμως ὁ Θεός; «Εἶναι ἀκάθαρτη ἡ γυναῖκα σου καὶ θὰ γίνεις κι ἐσὺ ἀκάθαρτος καὶ θὰ πρέπει νὰ κάνεις καθαρμούς...». Πρακτικοὶ λόγοι... Τίποτε ἄλλο. Αὐτὸ εἶναι ὅλο.

Τὸ Ἅγιον Ὅρος, λοιπόν, ἐπανέρχομαι, εἶναι ἀφιερωμένο εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον. Ἀλλὰ τὸ στριφογυρίζουν τὸ θέμα νὰ μποῦνε, ἀγαπητοί μου, μέσα, γυναῖκες. Αὐτὸ δὲν θὰ εἶναι χωρὶς συνέπειες, ξέρετε. Δὲν θὰ εἶναι χωρὶς συνέπειες. Κατὰ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο, λίγες δεκαετίες πίσω, κάποιες γυναῖκες, ἀντάρτισσες, μπῆκαν στὸ Ἅγιον Ὅρος. Καὶ μάλιστα σὲ μία μονή, νὰ μὴν ὀνοματίσω τὴν μονή, ἔστησαν χορό. Τρόπαιον! Ἀγαπητοί μου, τὴν ἑπομένη, δώσανε μία μάχη. Ὅλες αὐτὲς οἱ γυναῖκες ποὺ χόρεψαν μέσα στὸ Ἅγιον Ὅρος στὴν αὐλὴ μιᾶς μονῆς, ὅλες ἐφονεύθησαν. Ὅλες ἐφονεύθησαν. Εἶναι φοβερό, δηλαδὴ φοβερό, ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα.

Εἶναι γνωστὸ ἀκόμα ὅτι ὁ Θεὸς ἔδωσε τὴν νίκη εἰς τοὺς Ἑβραίους στὴν πόλη Ἰεριχώ, μὲ ἕναν ὅρον: «Δὲν θὰ πολεμήσετε. Ἡ Ἰεριχὼ θὰ κυριευθῇ. Ὅλα ὅμως τὰ σκεύη, χρυσᾶ, ἀργυρᾶ, χάλκινα, ἀνήκουν εἰς Ἐμένα», λέει ὁ Θεός. «Καὶ θὰ πάρετε, θὰ κατακτήσετε τὴν γῆν τῆς Χαναὰν ἀμαχητί». Τὸ δυστύχημα εἶναι ὅτι τὴν πρώτη μάχη ποὺ ἔδωσαν γιὰ νὰ κατακτήσουν μία πόλη μετὰ ἀπὸ τὴν Ἰεριχώ, νικήθηκαν. Διεμαρτυρήθη εἰς τὸν Θεὸν ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ καὶ εἶπε: «Κύριε, δὲν μᾶς εἶπες ὅτι ἀμαχητὶ θὰ κατακτήσουμε ὅλες τὶς ἄλλες πόλεις τῆς γῆς Χαναάν;». «Ναί», λέει, «ναί. Ἀλλὰ ἀνάμεσά σας εἶναι ἕνας κλέπτης, ὁ ὁποῖος κράτησε, κυρίως νομίσματα, ἀπὸ τὴν Ἰεριχώ». «Καὶ ποιός εἶναι αὐτός, Κύριε;». Καὶ ὁ Θεὸς τὸν ὑπέδειξε. Ἦταν ὁ γνωστὸς Ἄχαρ. Ἄχαρ ὁ κλέπτης. Τί ἔπρεπε νὰ γίνῃ; Ἐλιθοβολήθη ὁ ἄνθρωπος αὐτός! Μὴ μοῦ πεῖτε... «ἀγριότητες ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ». Μὴ μοῦ τὸ πεῖτε αὐτό. Ἐδῶ ἔπρεπε νὰ δοθοῦν μαθήματα. Καὶ τὸ μάθημα ἦταν ὅτι μερικὰ πράγματα ἀνήκουν εἰς τὸν Θεὸν· ἀποκλειστικὰ ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν. 

Ἀγαπητοί μου, ἀκόμα στὴν ἐποχή μας, στὸν χριστιανικό, τώρα, χῶρο, εἶναι πασίγνωστο ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ καταπατοῦν μοναστηριακὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ χωράφια, ἐδάφη, τὰ γνωστὰ «βακούφια», τούρκικη λέξις, ποὺ θὰ πῇ... Τί θὰ πῇ «βακούφια»; Θὰ πῇ «ἀφιερώματα». Πολλοὶ ἄνθρωποι... -ἔτσι βρέθηκαν τὰ μοναστήρια πλούσια καὶ οἱ ἐνορίες ἀκόμη, γιατί ὑπῆρχαν εὐλαβεῖς ἄνθρωποι, ποὺ ἀφιέρωναν τὸ χωράφι τους στὸ μοναστήρι. Τώρα βέβαια, ἔρχεται ἡ πολιτεία νὰ τὰ πάρῃ. Κι ἂν δεῖ προκοπὴ ἡ πολιτεία ποὺ τὰ παίρνει! Θὰ τὸ ξαναπῶ; Ἂν δεῖ προκοπὴ ἡ πολιτεία ποὺ τὰ παίρνει...! Τί γίνεται; Αὐτὰ ὅταν καταπατηθοῦν, δὲν ἔχουν εὐλογία σὲ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὰ κατεπάτησαν. Τελείωσε, πάει. Αὐτὸ εἶναι ὅλο. Ἐρωτῶ: Οἱ ἱερεῖς τῶν ἐνοριῶν -γιατί καὶ στὶς ἐνορίες ἔχουν ἀφιερώσει, ἔχομε βακούφια κι ἐκεῖ- καὶ οἱ μοναχοί, θὰ βάλουν τίποτα στὴν τσέπη τους ἀπὸ τὰ μοναστηριακά, αὐτά, πράγματα, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένα εἰς τὸν Κύριον; Ὄχι, φυσικά. Εἶναι ἀφιερωμένα. Μᾶς ἔλεγε ἕνας γείτονας ἐδῶ κάπου, μιὰ φορὰ κι ἕναν καιρό, ἦταν μία συκιὰ κ.τ.λ. κ.τ.λ. «Καλά», λέει, «ἡ Παναγία θὰ φάῃ σῦκα;». Ἐκεῖ εἶναι τὸ θέμα; Παίρνεις ἐκεῖνο ποὺ ἀνήκει στὴν Παναγία. Ἔτσι τὸ θέλει. Γι᾿ αὐτὸ σᾶς ἔκανα αὐτὴν τὴν ἔκθεση, ἴσως καὶ σύντομη νὰ εἶναι, γιατί ὑπάρχουν κι ἄλλα πολὺ περισσότερα, γιὰ νὰ σᾶς πῶ ὅτι κάποια πράγματα ἔχουν μιὰ ἀποκλειστικότητα. Νὰ φυλάῃ ὁ Θεός!

Θὰ γνωρίζετε ὅτι ὅταν κόψομε ἕνα λουλούδι ἀπὸ τὴν γλάστρα μας καὶ μᾶς ἔρθει μία σκέψη, αὐτὸ τὸ λουλούδι ἀπὸ εὐγνωμοσύνη νὰ τὸ ἀφιερώσομε, σὲ ἕνα βάζο νὰ τὸ βάλομε, νὰ τὸ ἀφιερώσουμε εἰς τὸν Χριστόν, νὰ τὸ ἀφιερώσουμε εἰς τὴν Παναγία. Κάτι ποὺ τὸ ἔχετε κάνει ἀσφαλῶς ὅλοι σας. Τὸ ἔχομε κάνει. Εἶναι μία ἔκφρασις ἀφιερώσεως. Ἀλλὰ καὶ ἀποκλειστικότητος. Ἔκοψες τὸ τριαντάφυλλο; Τὸ ἔβαλες στὸ βάζο; Πρόσεξε. Δὲν θὰ τὸ μυρίσῃς! Ποιός δὲν τὸ ξέρει αὐτό; Ποιός δὲν τὸ ξέρει; Δὲν τὸ μυρίζουμε. Γιατί; Εἶναι ἀποκλειστικὸ ἀφιέρωμα τοῦ Χριστοῦ ἢ τῆς Παναγίας. Τὸ ξέρετε αὐτό.

Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἔχομε ὅμως καὶ μιά, ἀκόμα, ἀφιέρωση, κορυφαῖα, κορυφαία! Ποὺ εἶναι πέρα καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα, πέρα καὶ πάνω ἀπὸ τὸ ὀνάριον κ.λπ. κ.λπ. Τί εἶναι; Εἶναι τὸ ἀνθρώπινον σῶμα! Ὁ ἄνθρωπος. Πότε, ὅμως, εἶναι ἀφιέρωμα τοῦ Θεοῦ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα; Ὅταν βαφτίζεται καὶ μυρώνεται. Μὲ τὸ ἅγιο Μύρο χρίεται καὶ σφραγίζεται. Ἀλλὰ μὲ τὸ βάπτισμά μας -εἶναι δύο μυστήρια, ἔ;- μὲ τὸ βάπτισμά μας, ἀγαπητοί μου, ἀφιερώνομε τὸ σῶμα μας καὶ τὴν ψυχή μας, ὁλόκληρη τὴν ὕπαρξή μας τὴν ἀφιερώνομε εἰς τὸν Ἅγιον Τριαδικὸν Θεόν.

Ἔτσι, λοιπόν, σύμβολον αὐτῆς τῆς ἀφιερώσεως εἶναι κι ἐκεῖνα τὰ λίγα μαλλιά -ποιός δὲν τὸ ἔχει δεῖ ὅταν βρέθηκε σὲ μιὰ βάπτιση, τί νὰ κόψομε, τί νὰ δώσομε; Τὸ χέρι μας, τὸ δάχτυλό μας;- ἐκεῖνα τὰ λίγα μαλλιὰ ποὺ θὰ κόψῃ ὁ ἱερεὺς καὶ τὰ ρίχνει μέσα στὴν κολυμβήθρα. Ποιός δὲν τὸ ἔχει δεῖ; Αὐτὸ εἶναι ἕνα δεῖγμα εὐγνωμοσύνης γιὰ τὴν ἀφιέρωση ποὺ ἔχομε ἐμεῖς ποὺ βαφτιζόμεθα. Τὸ νερό της κολυμβήθρας μαζὶ μὲ τὰ μαλλιὰ θὰ πάῃ στὸ χωνευτήρι. Δὲν μᾶς ἀνήκει. Δὲν μᾶς ἀνήκει πιά.

Συνεπῶς, ξέρετε πόσο σοβαρὸ πρᾶγμα εἶναι αὐτό; Ὅτι τὸ σῶμα μας ἀφιερώθηκε εἰς τὸν Ἅγιον Τριαδικὸν Θεόν; Λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος: «Ἀδερφέ, οἱ ἀρχαῖοι μόσχους καὶ κριοὺς καὶ ἀμνοὺς πάντες εἰς θυσίαν προσέφερον τῷ Κυρίω. Ἡμεῖς δὲ τὸ ἑαυτῶν σῶμα (:Ἐμεῖς θὰ προσφέρομε θυσία τὸ ἴδιο μας τὸ σῶμα). Προσενήγκαμεν αὐτὸ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Οὐκέτι οὖν μωμήσωμεν τοῦτο ἢ ῥυπώσωμεν ἐν τοῖς ἀπαγορευμένοις -Ποιά εἶναι τά «ἀπηγορευμένα»; Ἐκεῖνα ποὺ δὲν θέλει ὁ Θεός. Προπαντός, προπαντὸς τὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα. Προσέξτε τὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα- ἵνα μὴ ὡς ἱερόσυλοι θανὰτῳ παραδοθῶμεν, ἀλλ’ ἅγιον αὐτὸ καὶ ἄρτιον τιμήσωμεν». Εἶναι στὸν Εὐεργετινό, στὸν 2ον τόμο, στὴν διακοσιοστὴν τριακοσιοστὴν πρώτην σελίδα, 231 σελίδα. Ἐκεῖ εἶναι γραμμένο. 

Λέει δὲ καὶ τοῦτο: «Ἐὰν ἀφιέρωσες κάτι, δικό σου ἦταν, δικαίωμά σου, ἀλλὰ κάνοντας πέντε βήματα πέρα μετάνοιωσες καὶ θέλεις νὰ γυρίσῃς νὰ τὸ πάρεις. Δὲν μπορεῖς νὰ τὸ πάρῃς. Διότι τότε δὲν θὰ εἶσαι ἁπλῶς κλέπτης, ἀλλὰ θὰ εἶσαι ἱερόσυλος. Ἐπειδὴ τὸ ἀφιέρωσες καὶ τώρα πηγαίνεις καὶ τὸ παίρνεις πίσω». Πόσο μᾶλλον αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ σῶμα μας. Καὶ ἀπ’ αὐτό, θὰ λέγαμε καὶ ἀπὸ μύρια ἄλλα, ἀφοῦ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ ὕπαρξίς μας -καὶ τὸ σῶμα μας, ὄχι ἡ ψυχὴ μόνο- μποροῦμε νὰ ρίψομε τὸ σῶμα μας στὴν πορνεία, στὴν ὁμοφυλοφιλία ἡ ὁποία προοδεύει, προοδεύει κι αὐτή, προοδεύει, κ.λπ. κ.λπ; Δὲν μπορεῖς, ἀδελφέ μου. Ὁ γάμος μόνον εἶναι τίμιος. Τίποτε ἄλλο. Ὅλα τ’ ἄλλα δὲν τὰ θέλει ὁ Θεός.

Βέβαια, θὰ μοῦ πεῖτε, ὅλα αὐτὰ εἶναι κάπως δύσκολα. Ἔ, δύσκολα. Νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι, ὅμως, ἀναγκαῖον ἔτσι νὰ γίνῃ. Καὶ ὅποτε ὁ λαὸς ἐξέφευγε ἀπ’ αὐτήν του τὴν ἀφιέρωση, ὁ Θεὸς τὸν παρέδιδε στὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν του, τοὺς Ἑβραίους, ποὺ ἦταν ὁ περιούσιος λαός. Τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; «Παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν -Λέει «τὰ σώματα», δὲν λέει «τὶς ψυχές»-, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν -πνευματικήν, δηλαδή- λατρείαν ὑμῶν».

Ἄν, λοιπόν, ἔχουμε φόβο Θεοῦ, ἀγαπητοί, καὶ προσβλέπουμε στὸ ἀληθινό μας συμφέρον, θὰ πρέπῃ πάντοτε νὰ μένομε πιστοὶ στὴν ἀφιέρωσή μας. Προπαντὸς τὴν ἀφιέρωσιν τῆς ὑπάρξεώς μας. Σώματος καὶ ψυχῆς. Τότε μποροῦμε νὰ λεγόμαστε, ναί, ναί, τότε μποροῦμε νὰ λεγόμαστε ἀληθινοί, ἀγαπητοί μου, Χριστιανοί.

 

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:

  • Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρός τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
  •      https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_831.mp3

__________________________________

Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ

«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου