– Γέροντα, μιὰ γυναίκα ποὺ δὲν εἶναι Ὀρθόδοξη, ἂν δὲν μπορῆ νὰ ἀποκτήση παιδάκι, ἐπιτρέπεται, ἂν ζητήση, νὰ φορέση τὴν ζώνη͵ ποὺ ἔχουμε σταυρώσει στὰ ἱερὰ Λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου[1];
– Πιστεύει στὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου ἢ μὲ μαγικὸ τρόπο νομίζει ὅτι θὰ βοηθηθῆ; Ἂν πιστεύη στὸν Ἅγιο, ἐπιτρέπεται νὰ τὴν φορέση.
Σὲ μερικὲς γυναῖκες ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἀποκτήσουν παιδιὰ λειτουργοῦν καὶ οἱ πνευματικοὶ νόμοι[2], γιατὶ δὲν κάνουν οἰκογένεια ἐγκαίρως.
Ἀρχίζουν νὰ διαλέγουν. «Ὄχι, αὐτὸς εἶναι ἔτσι, ἐκεῖνος εἶναι ἀλλιῶς», δίνουν μιὰ ὑπόσχεση σὲ κάποιον, κοιτάζουν συγχρόνως καὶ ἄλλον, λένε μετὰ «ὄχι» σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ ἔδωσαν τὴν ὑπόσχεση – καὶ αὐτὸς ἀντὶ νὰ τὸ θεωρήση εὐλογία ποὺ τὸν ἀφήνει πρὶν παντρευτοῦν, πάει νὰ αὐτοκτονήση.