Φώτη Κόντογλου
Στά θαλασσινὰ τὰ μέρη ῥίχνουνε τὸν Σταυρό, ὓστερ’ ἀπὸ τή Λειτουργία τῶν Θεοφανίων. Ἔτσι τὸν ῥίχνανε καὶ στήν πατρίδα μου, κ’ ἤτανε ἕνα θέαμα ἔμορφο καὶ παράξενο.
Ξεκινοῦσε ἡ συνοδεία ἀπὸ τή μητρόπολη. Μπροστὰ πηγαίνανε τὰ ξαφτέρουγα καὶ τὰ μπαϊράκια, κ’ ὕστερα πηγαίνανε οἱ παπάδες μὲ τὸν δεσπότη, ντυμένοι μὲ τὰ χρυσᾶ τὰ ἄμφια, παπάδες πολλοὶ κι ἀρχιμαντρίτες, γιατὶ ἡ πολιτεία εἶχε δώδεκα ἐκκλησίες, καὶ κατὰ τὶς ἐπίσημες μέρες στίς μικρὲς ἐνορίες τελειώνανε γλήγορα τή Λειτουργία καὶ πηγαίνανε οἱ παπάδες στή μητρόπολη, γιά νά γίνεται ἡ γιορτὴ πιὸ ἐπίσημη.