Τὸ μόνιμο θαῦμα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι οἱ ἅγιοί Της. Ἡ ἀέναη παρουσία τους σ᾿ Αὐτὴ φανερώνει περίτρανα τὸ σωτήριο ἔργο Της στὸν κόσμο, ἡ Ὁποία μεταμορφώνει τὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα σὲ θεοειδεὶς ὑπάρξεις. Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, ὡς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, ὡς σώματα Χριστοῦ, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες. Μιὰ τέτοια εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἁγιασμένο κύτταρο τοῦ ἁγίου Σώματός Του ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Διονύσιος Ζακύνθου.
Γεννήθηκε τὸ 1547 στὸ χωριὸ Αἰγιαλὸς τῆς Ζακύνθου. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Δραγανίνος, ἢ Γραδενίνος Σιγοῦρος. Οἱ εὐσεβεῖς, εὔποροι καὶ ἀριστοκράτες γονεῖς του Μώκιος καὶ Παυλίνα τὸν μεγάλωσαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Μάλιστα φρόντισαν νὰ εἶναι ἀνάδοχός του ὁ ἅγιος Γεράσιμος, ὁ ὀνομαστὸς ἀσκητὴς καὶ ἅγιος τῆς Κεφαλονιάς. Φρόντισαν ἐπίσης νὰ τοῦ δώσουν καὶ κοσμικὴ μόρφωση, προσλαμβάνοντας στὸ ἀρχοντικό τους τὸν ὀνομαστὸ δάσκαλό της ἐποχῆς Καιροφυλά. Ἰδιαίτερα φρόντισαν νὰ πάρει ἐκκλησιαστικὴ παιδεία. Ἔμαθε ἀρχαῖα ἑλληνικά, λατινικὰ καὶ ἰταλικά. Ἤδη ἔφηβος ἦταν καταρτισμένος θεολόγος, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ νεανικό του θεολογικὸ ἔργο ὑπομνήματα στὸν Γρηγόριο τὸ Θεολόγο.