Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Παππούς Παναής από τη Λύση. Είδα τί σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος ερωτευμένος με το Θεό και τη Βασιλεία Του, δηλαδή Άγιος.


Της Ζήνας Λυσάνδρου Παναγίδη Φιλολόγου

Ένα βλέμμα γαλήνιο, γιομάτο καλοσύνη, ένα πρόσωπο παιδικό π’ όλο γελά με μια ουράνια μακαριότητα. Και τα λόγια, βγαλμένα απ’ τα βάθη της καρδιάς, χύνουν βάλσαμο στους πονεμένους, δίνουν ανατολή κι ελπίδα. 

Αυτοί, όμως, πού τη βρίσκουνε, από πού αντλούν το κουράγιο τους, τώρα πού η Λύση στέκει μακριά τους; Φύγανε κι αυτοί μαζί με τα κοπάδια των προσφύγων. Ταλαιπωρηθήκανε. Και τώρα βρίσκουν για να ξαποστάσουν ένα συνοικισμό των Αγίων Αναργύρων.


Δύο παππούδες μαζί με την αδελφή τους, την Τρυφωνούν, μια γλυκύτατη γυναίκα, με το μακρύ φουστάνι της Λυσιώτισσας και το μαντήλι στο κεφάλι. Τους γνοιάζεται, τους πονά. Ο γέρο – Παναής ήτανε καντηλανάφτης στην Παναγία της Λύσης. Σπίτι του κι οικογένειά του η εκκλησία της Παναγίας. 

Της αφιέρωσε τη ζωή του. Τα βράδια μάζευε άντρες και γυναίκες και διάβαζαν το Απόδειπνο και τα συναξάρια της Εκκλησίας. Φύτευε το σπόρο του Ευαγγελίου στις καρδιές των Λυσιωτών… κι αυτός κυοφορήθηκε και βλάστησε ακμαίος, όλο δροσιά και μύρο.

Ολημερίς ο γέρο-Παναής κάθεται στο μεγάλο δωμάτιο του προσφυγικού του σπιτιού, πού το ‘ χουνε για καθιστικό και για τους ξένους. Κάθεται πλάι στο παράθυρο και λιάζεται ̇ απολαμβάνει το δώρο τούτο της θείας μεγαλοψυχίας κι αναπολεί τον ηλιακό του στη Λύση με τις καμάρες… κείνα τα χρόνια τα γελαστά.

Κοντά του ο αδελφός του, ο γέρο-Βασίλης. Χαρακτηριστικός τύπος της υπαίθρου μας: γραφικότατος, με το μουστάκι του και τη βράκα που κι οι δύο τους δεν την αποχωρίζονται. Κι οι δύο, αποφάσισαν σαν ήταν νέοι να μείνουν άγαμοι και να υπηρετήσουν το Θεό μέσα στον κόσμο. 

Ο καθένας προσφέρει από τη θέση του. Δε θέλησαν να βάλουν το «σχήμα». Θέλησαν να μείνουν λαϊκοί, κοσμοκαλόγεροι. Έχουν κάνει τις υποθήκες του Κυρίου τρόπο ζωής. 

Η θυμοσοφία τους, η πείρα τους και η μακροχρόνια τριβή τους με τα εκκλησιαστικά βιβλία, τους έχει χαρίσει μια δική τους φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων.

Σαν βρεθείς μέσα στο χώρο τους, θα σε ξενίσει η αφειδώλευτη κι ανιδιοτελής φιλοξενία τους. Θα νιώσεις ότι τους ξέρεις, χρόνια. Θα καλοκάτσεις στην καρέκλα σου και θα παρασυρθείς κι εσύ στη μέθη του λόγου του Θεού. Και ξαφνικά νιώθεις ότι έχεις μπροστά σου δύο μικρά παιδιά με την αθωότητα και τον αυθορμητισμό τους. Δύο ζωντανές υπάρξεις πού γελάνε, χαίρονται και δοξολογούν το Θεό.

Αναπάντεχα νιώθεις κάτι ν’ αναταράζεται μέσα σου. Είναι η ψυχική σου ισορροπία, πού αποκαθίσταται. Όσα νεύρα κι αν έχεις, σαν πας εκεί εξαφανίζονται. Σου μεταδίδουν λες, κάτι απ’ τη γαλήνη και τη φεγγοβολιά του προσώπου τους. Σε τυλίγουν στα υφάδια της ηρεμίας πού εκπέμπει το πρόσωπο τους. 

Και χαλαρώνεις. Και ντύνεται η ψυχή σου μ’ ένα πέπλο ζεστασιάς και ιλαρότητας. Κι ευωδιάζει απ’ τα λουλούδια της καλοσύνης και της γλυκύτητας.

Μα να! Σε λίγο καταφθάνει ο δίσκος με τούς καφέδες, μαζί με τα κουλούρια και τις φέτες του χαλουμιού. Και τα κουλούρια ειν’ αλλιώτικα σαν τότε στη Λύση. Σαν μιλάς με τους παππούδες χάνεις την αίσθηση του χρόνου. 

Σου μεταγγίζουν το δικό τους ρυθμό της ηρεμίας. Θέλεις να τους ακούς συνέχεια Μιλάνε με μια ταπείνωση και νιώθουν δέος, αυτοί οι αγράμματοι δάσκαλοι του κόσμου, μπροστά στους μορφωμένους. Υπαρξιακά προβλήματα, νεανικές ανησυχίες, φιλοσοφικές αναζητήσεις, φόβοι και άγχη, καθημερινά προβλήματα: 

Όλα αυτά τα θέματα τους απασχολούν και τα συζητάνε. Σου δείχνουν το δρόμο προς τη λύση τους, μ’ ένα τρόπο απλό και ταπεινό.

Σαν έλθει η ώρα να φύγεις, λυπάσαι. Δε σου κάνει καρδιά να τους αφήσεις. Είν’ η ψυχή σου πού λαχταρά ν’ απολαύσει κι άλλο απ’ το νέκταρ της ανθρωπιάς τους. Σαν φύγεις σε συνοδεύουν οι γελαστές τους φυσιογνωμίες και οι ζεστές, γεμάτες πίστη κι αγάπη καρδιές τους. Γιατί μόνο άμα έχεις αγάπη μέσα σου, μπορείς να δώσεις. 

Γεμίζοντας τις δεξαμενές του είναι μας με τα λόγια και την αγάπη τους, έχουμε ανεξάντλητα αποθέματα, και τότε νιώθουμε ότι αγαπάμε όλο τον κόσμο. Αντικρίζουμε τους ανθρώπους γύρω μας μέσα από ένα πρίσμα αισιοδοξίας και καλοσύνης.

Ήταν μια ένεση ανθρωπιάς, η επίσκεψη στους παππούδες της Λύσης. Κι αυτοί αντλούν όλο τους το ηθικό μεγαλείο απ’ τη μεγαλοσύνη του Θεού.

Γλυκέ μου παππού Παναή! Έφυγες από κοντά μας, και η θύμηση σου πλανιέται ανάμεσα μας και μας γλυκαίνει την ύπαρξη, μας γαληνεύει την ψυχή, μας δείχνει το δρόμο της αληθινής ευτυχίας, το δρόμο του Θεού.
  Δοξολογούμε το Θεό για τούτη την εξαιρετική χάρη πού μας αξίωσε νάχουμε την εμπειρία της αγάπης σου. Βιώσαμε την αυθυπέρβαση και το μεγαλείο της ψυχής σου, ερχόμενοι σε αγαπητική κοινωνία μαζί σου.

Μπαξές, παππού Παναή, μπαξές ολόδροσος κι ολάνθιστος η καρδιά σου. Κι εμείς, σαν μικρά παιδιά, ερχόμασταν να κόψουμε απ’ αυτά τα λούλουδα της καρδιάς σου. Πόσο ευωδίαζαν! 

Τι όμορφα τα χρώματα τους, λαμπρά σαν ήλιος, πού καταυγάζει την πλάση. Μας μάγευαν. Μας μεθούσαν με το άρωμα τους, το θεσπέσιο τούτο θείο δώρο. Μέσα μας αντηχούσαν καμπάνες χαράς και αγαλλίασης. Ευτυχία ψυχής. Πληρότητα ύπαρξης. Πλέρια μακαριότητα. Νηνεμία πνεύματος. Χαρά Θεού.

Εσύ μας έμαθες ότι ο Χριστός είναι η χαρά, η γλυκύτητα, η καλοσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η λεπτότητα και η ευγένεια των συναισθημάτων, η τρυφερότητα, η ανεκτικότητα, η ειρήνη. 

Εσύ μας έμαθες ότι μέσα στην αγάπη Του θα βρούμε ότι ζητάμε, θα ευφραίνεται το είναι μας, θα γιορτάζει η ψυχή μας, θα λάμπει από την εσωτερική ακτινοβολία το πρόσωπο μας.
  Θυμάμαι, κάθε φορά πού κίναγα για νάρθω να σας δω… πετάριζε η καρδιά μου και άνοιγε σε μια γλυκιά προσμονή. Λαχταρούσε να τη φιλέψουνε, να την κανακέψουνε με λόγια αγάπης, ζεστασιάς να τη σεργιανίσουμε σε μεθυστικούς ουρανούς ανθρωπιάς και καλοσύνης. Να της μεταλαμπαδέψουνε τη φλόγα της αληθινής χαράς, της εν Χριστώ χαράς….

Περιοδικό «Ορθόδοξη Μαρτυρία», τεύχος 100, Έκδοση παγκυπρίου συλλόγου ορθοδόξου παραδόσεως Οι Φίλοι Του Αγίου Όρους, Λευκωσία, σελ. 122-126
 
Πηγή: http://www.orthodoximartyria.com/periodiko/100_Spring_Summer_2013.pdf
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2013/07/i.html


***
Ο παππούς Παναής του Ιλαμιού από τη Λύση της Αμμοχώστου γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου του 1905, γι αυτό και πήρε το όνομα του από την Παναγία. Ήταν ένας άγιος άνθρωπος ένας κοσμοκαλόγερος, μια παπαδιαμάντεια μορφή, ένας άνθρωπος που ευωδίαζε και ακτινοβολούσε τη Χάρη του Θεού, με το χάρισμα της παρηγορίας και παρακλήσεως των ψυχών. Κοιμήθηκε πρόσφυγας στη Λάρνακα, στις 30 Δεκεμβρίου του 1989 ώρα 3.15’πμ, σε ηλικία 84 ετών.


Η αγιότητα, πού μας περιέγραφαν οι θεολόγοι μας και πού διαβάζαμε στους βίους των Αγίων άνηκε στο χώρο το θεωρητικό, μέχρι πού συνάντησα τον παππού. Τότε ανακάλυψα πώς το Ευαγγέλιο μπορεί να εμφανιστεί τέλεια και στη δική μας εποχή και στο δικό μας χώρο. 

Ανακάλυψα την ομορφιά της αγιότητας, την αλήθεια πώς «ο Χριστός χθες και σήμερον Ο Αυτός και εις τους αιώνας». Είδα «ιδίοις ομμασι» τί σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος ερωτευμένος με το Θεό και τη Βασιλεία Του, δηλαδή Άγιος.
  Αυτή η συναίσθηση ότι «ουδέν ειμί», κυριαρχούσε την όλη ζωή του. Αλλά είχε χαρά κι ελπίδα. Ψηλαφούσε, θα λέγαμε, την αγάπη του Θεού. Όποτε μιλούσε για την ευσπλαχνία και το έλεος Του, γέμιζαν τα μάτια του δάκρυα ζούσε μέσα στο Θεό κι ο Θεός μέσα του.
  Το Θεό τον εχόρτασες; τον ρώτησα. Έμεινε λίγο σιωπηλός κι απάντησε:
  — Άραγε εγεύτηκά Τον;

π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Πηγή:https://iconandlight.wordpress.com/
«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου