– Γέροντα, ὅταν ἐνοχοποιοῦμαι ἀπὸ κάτι ποὺ θὰ πῆ γιὰ μένα
μία ἀδελφή, ἐνῶ δὲν φταίω, δὲν τὸ σηκώνω καὶ ψυχραίνομαι μαζί της.
– Γιά στάσου λίγο! Τί
λέει τὸ Τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας γι᾿ αὐτό; Σὲ ποιά περίπτωση ὑπάγεται; Ἐσὺ πῶς
βοηθιέσαι περισσότερο; Πὲς ὅτι συμβαίνει ἔτσι ὅπως τὸ λές, ὅτι δὲν φταῖς. Ἔ, ἂν
σὲ ἀδίκησαν, κέρδος ἔχεις. Καὶ ἡ ἄλλη, ἂν εἶπε κάτι εἰς βάρος σου, γιὰ νὰ
δικαιολογηθῆ, μετὰ τὴν πειράζει, τὴν ἐλέγχει ἡ συνείδηση, μετανοεῖ καὶ σὲ
βλέπει μὲ περισσότερη ἀγάπη. Δυὸ-τρία καλὰ μαζί.
Ἔτσι σοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ
πλουτίσης καὶ νὰ γίνης ἀρχοντοπούλα, νὰ μὴν εἶσαι τσιγγανάκι. Ἀφοῦ ὁ Θεὸς σοῦ
δίνει τὴν δυνατότητα νὰ γίνης ἀρχοντοπούλα καὶ νὰ μπορῆς νὰ δίνης καὶ σὲ
κανέναν ἄλλο, γιατί θέλεις νὰ μένης τσιγγανάκι;
– Ἐπιμένει ὁ λογισμὸς
νὰ ρωτήσω τὴν ἀδελφὴ πῶς κατάλαβε τὴν συμπεριφορά μου καὶ μὲ ἐνοχοποίησε.
– Βέβαια, ἀντέχει τὸ
ταγκαλάκι νὰ δῆ νὰ ἔχης κάτι στὴν ἄκρη; Σὲ πιέζει νὰ ζητήσης νὰ βρῆς τὸ δίκιο
σου, γιὰ νὰ διώξης ἀπὸ μέσα σου τὸν Χριστό.