Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

ΕΥΧΗ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου Μυτιληναίου μὲ θέμα: «ΠΕΡΙ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ» [25-3-1983]

 

ΕΥΧΗ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ 

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα: «ΠΕΡΙ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ»
 

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 25-3-1983]

Τώρα τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἀγαπητοί μου, πολὺ συχνὰ ἀκούεται ἡ μικρά, ἐκείνη, κατανυκτικὴ προσευχὴ τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ, ἡ ὁποία συνοδεύεται καὶ μὲ γονυκλισία: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας, μὴ μοι δῷς. Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ. Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου».

Ὁ ὅσιος πατὴρ αἰσθάνεται ὅτι ὅταν αὐτὲς οἱ πρῶτες τέσσερις κακίες, ποὺ εἶναι τὸ πνεῦμα τῆς ἀργίας, τῆς περιεργείας, τῆς φιλαρχίας καὶ τῆς ἀργολογίας καὶ ἐν συνεχείᾳ ἡ ἐπίτευξις τῶν ἄλλων τεσσάρων ἀρετῶν, ὅπως εἶναι ἡ σωφροσύνη, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀγάπη, τότε θὰ ἐπιτύχῃ κανεὶς ἱκανοποιητικὰ πνευματικὰ ἐπίπεδα. Σὰν κλειδί, ὅμως, αὐτῶν τῶν τεσσάρων ἀρετῶν πρὸς ἐπιτυχίαν καὶ τῶν τεσσάρων κακιῶν πρὸς ἀποφυγήν των, πρὸς περικοπήν των, θέτει τὴν αὐτογνωσία. Γι᾿ αὐτό λέγει: «Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα». «Βοήθησέ με, χάρισέ μου τὸ νὰ μπορῶ νὰ ἰδῶ τὰ δικά μου τὰ πταίσματα, καὶ ἔτσι, μὲ τὸν τρόπον αὐτόν, νὰ ἀποφύγω καὶ τὴν κατάκριση τῶν ἄλλων καὶ τὴν δική μου προκοπή». 

Ἡ ὅλη προσευχή, ὅπως ἀντιληφθήκατε, ἀρχίζει μὲ μίαν ἐπίκλησιν πρὸς τὸν Κύριον τῆς ζωῆς: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου». Πραγματικὰ ἔχει πάρα πολλὴ σημασία αὐτό, διότι μόνον ὁ Κύριος τῆς ζωῆς εἶναι ὁ γνώστης τῆς ἀνθρωπίνης κατασκευῆς. Κανεὶς δὲν γνωρίζει, οὔτε ὁ ἰατρός, οὔτε ὁ φιλόσοφος, οὔτε ὁ κοινωνιολόγος, οὔτε ἐγὼ ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό μου. Κανεὶς δὲν γνωρίζει τόσο, ὅσο γνωρίζει ὁ κατασκευαστής μου. Καὶ ὁ κατασκευαστής μου εἶναι ὁ Κύριος τῆς ζωῆς μου. Εἶναι Αὐτὸς ὁ Ὁποῖος μὲ δημιούργησε. Γι᾿ αὐτό ἀγαπητοί μου, πολλὲς φορές, ὅταν ἀναρωτιόμαστε τί ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο ἢ τί εἶναι ἱκανὸ νὰ τὸν κάνῃ νὰ ἀρρωστήσει, βεβαίως δὲν θέλω νὰ πῶ ὅτι θὰ ἀπορρίψομε τὴν γνώμη μιᾶς πείρας ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἐφόσον ὅμως αὐτὴ ἡ πεῖρα ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι, ὅπως ἡ ἰατρικὴ πεῖρα, ἡ κοινωνικὴ πεῖρα κ.ο.κ. ἐφόσον αὐτὴ ἡ πεῖρα θὰ ἔρχεται, θὰ ἀπορρέῃ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὁποῖον λέγει καὶ ἐντέλλεται ὁ Θεὸς δημιουργός μου.

Ἕνα μικρὸ παράδειγμα. «Πρέπει ἢ δὲν πρέπει -συνηθισμένο ἐρώτημα γιὰ ἕναν νέον ἄνθρωπο, κυρίως γιὰ τὸν ἔφηβο- νὰ μείνω ἐν παρθενίᾳ στὰ νεανικά μου χρόνια;». Ἡ ἀπάντησις: Ὁ κόσμος λέγει «Ὄχι». Πάρα πολλοὶ ἰατροί, ὄχι ὅλοι -δόξα τῷ Θεῷ- λέγουν «Ὄχι». Πολλοὶ κοινωνιολόγοι καὶ ἐκπαιδευτικοὶ καὶ ψυχολόγοι, ὄχι ὅλοι εὐτυχῶς, λέγουν «Ὄχι». Τί λέγει ὁ Χριστός; Ὁ κατασκευαστής μου; Ὁ κατασκευαστής μου, ὁ Ὁποῖος γνωρίζει τὴν μάρκα μου καὶ τὴ δομή μου καὶ τὴν λειτουργία μου ὅσο κανένας ἄλλος, μοῦ λέγει: «Θὰ μείνῃς ἐν παρθενίᾳ μέχρι τὸν γάμο σου». Ποιόν θὰ ἀκούσω; Προφανῶς τὸν Κύριο τῆς ζωῆς μου. Συνεπῶς ἀποτείνομαι πρὸς τὸν Κύριο τῆς ζωῆς μου. «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...». Διότι ἐσὺ μοῦ ἔδωσες σήμερα τὴν φυσικὴν ζωήν, σὲ Σένα ἐλπίζω ὅτι θὰ μοῦ δώσῃς καὶ τὴν πνευματικὴν ζωήν, καὶ τὴν αἰωνίαν ζωήν. Διότι ποιά ἡ ἀξία τὸ νὰ ἐπιτύχω τὴν φυσικὴν ζωήν, τὴν βιολογικὴν ζωήν, μὲ τὰ ἐντάλματα τῶν ἀνθρώπων, καὶ χάσω τὴν αἰωνίαν ζωήν, ποὺ σὲ Σένα ὑπάρχει; 

Καλό, λοιπόν, θὰ ἦταν νὰ ἀρχίσομε αὐτὴν τὴν προσευχήν, ἀπὸ τὸ κλειδὶ τῆς ἐπιτυχίας της, ποὺ εἶναι ἡ αὐτογνωσία. Διότι ἂν θέλει ὁ Θεός, στὴν σειρὰ τῶν Παρασκευῶν, τῆς ἀκολουθίας τῶν Χαιρετισμῶν πρὸς τὴν Θεοτόκον, θὰ ἀναλύσομε αὐτὴν τὴν προσευχήν. Γι᾿ αὐτό, κάνοντας ἀρχὴ ἀπὸ ἀπόψε, ἐρωτοῦμε: «Ἀπὸ ποῦ θὰ ἀρχίσομε;». Προφανῶς ἀπὸ τὸ κλειδὶ τῆς ἐπιτυχίας. Ποιό εἶναι αὐτό; Εἶναι ἡ αὐτογνωσία! «Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα», «δώρισέ μου τὸ δῶρο αὐτό, τὸ ἀνεκτίμητο, νὰ μπορῶ νὰ δῶ τὰ δικά μου τὰ πταίσματα». Μὲ ἄλλα λόγια, «βοήθησέ με νὰ ἔχω αὐτὴν τὴν αὐτογνωσία». Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ αὐτογνωσία, ἀγαπητοί μου, πράγματι ἀποτελεῖ κλειδί. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες τὸ εἶχαν κατανοήσει αὐτό. Γι᾿ αὐτό καὶ ὑπῆρχε στὴ μετώπη τοῦ μαντείου τῶν Δελφῶν ἐκεῖνο τὸ περίφημο ρητὸ «γνῶθι σαὐτὸν» «γνώριζε τὸν ἑαυτό σου». Γιατί πράγματι ἀποτελεῖ κόμβον ὅλων τῶν περιπτώσεων τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἐνεργειῶν του. Οἱ πατέρες ἔλεγαν τοῦτο: «Ἀρχὴ σωτηρίας τὸ ἐπιγνῶναι τινὰ ἑαυτόν». «Ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας εἶναι σὲ κάποιον τὸ νὰ ἀρχίσῃ νὰ ἔχει ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του». Νὰ ξέρει δηλαδὴ ποῦ ἀκριβῶς βρίσκεται, ποιά εἶναι ἡ ὅλη του κατάσταση, ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ ἴδιος.

Ἀγαπητοί μου, ξέρετε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐξερευνᾶ τὰ βάθη τῶν οὐρανῶν- ἐννοεῖται τῶν φυσικῶν οὐρανῶν-, ἐξερευνᾶ τὴν γῆν, τὰ βάθη τῶν θαλασσῶν, εἰσχωρεῖ μέσα σὲ ζοῦγκλες καὶ ἄβατους τόπους, ποὺ ποτὲ ἄνθρωπος δὲν ἐπάτησε· κι ὅμως δὲν ἔχει ἐξερευνήσει αὐτὸν τὸν ἴδιο τόν ἑαυτόν του. Κατ᾿ ἀρχὰς ἡ ἀνθρωπότητα δὲν ἐξερεύνησε αὐτὸ τὸ ὄν ποὺ λέγεται ἄνθρωπος. Καὶ ὕστερα, ὁ κάθε ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἐξερευνήσει αὐτὴν τὴν «terra incognita», αὐτὴν τὴν ἄγνωστη γῆ, τὴν ἄγνωστη χώρα. Δὲν τὴν ἔχει ἐξερευνήσει. Ἀνεξαιρέτως. Μᾶς τὸ λέγει ἡ Ψυχολογία ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἐξερευνήσει τὸν ἑαυτόν του. Μᾶς τὸ λέγει ὅμως καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Κυρίως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.

Γι᾿ αὐτό τὸν λόγο πρέπει νὰ ἔχομε μία στροφὴ πρὸς τὰ μέσα. Αὐτὴ ἡ στροφὴ πρὸς τὰ μέσα θὰ μᾶς κάνῃ νὰ δοῦμε ἀκριβῶς ποιά εἶναι ἡ κατάστασίς μας, ποιός εἶμαι ἐγώ. Νὰ ἀνακαλύψω τὸ ἐγώ μου. Τὸ ἀφήνω καὶ ἐνεργεῖ, ὅπως ἐνεργεῖ, παθιασμένο, κουβαλάει μαζί του ὄστρακα καὶ κελύφη καὶ τοῦ κόβουν τὴν ταχύτητά του στὸν δρόμο του, ἐμφανίζεται κακομοιριασμένο, κακοποιημένο, ποὺ μπορεῖ ἀκόμη νὰ δημιουργήσῃ καὶ τὸ γέλιο τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, κι ὅμως ἐγὼ ποτὲ δὲν ἔκανα τὸν κόπο νὰ κοιτάξω αὐτὸ τὸ «ἐγώ» μου, νὰ ἰδῶ ποιός εἶμαι καὶ πῶς κινοῦμαι, πῶς μὲ βλέπουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, πῶς μὲ βλέπει ὁ Θεός. Εἶναι ἡ ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν καὶ ἡ τέχνη τῶν τεχνῶν, νὰ γνωρίσω τὸν ἑαυτό μου! Κι ἂν ἀκριβῶς, ἀγαπητοί μου, ἂν ἀκριβῶς πάσχομε σὰν ἄνθρωποι καὶ σὰν κοινωνίες, εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ ἀπουσία τῆς αὐτογνωσίας. Ἐὰν πάσχω, εἶναι γιατί δὲν ξέρω ποιός εἶμαι ἐγώ. Ἐὰν ἡ κοινωνία πάσχει, εἶναι γιατί οἱ διοικοῦντες, οἱ κυβερνῶντες, πάντοτε οἱ προϊστάμενοι, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι προΐστανται κάποιας ὁμάδας ἀνθρώπων, εἶναι γιατί δὲν ἐγνώρισαν τὸν ἄνθρωπο· καὶ δὲν ἐγνώρισαν τὸν ἄνθρωπο ἐπειδὴ δὲν ἐγνώρισαν τὸν ἑαυτό τους. Πῶς θὰ γνωρίσω τὸν ἄλλο ἄνθρωπο; Δὲν θὰ τὸν ψαχουλεύω νὰ τὸν γνωρίσω, οὔτε φυσικὰ θὰ τὸν βάλω στὴ χημικὴ ἀνάλυση, οὔτε στὸ τραπέζι, θὰ λέγαμε, τῆς ἀνατομίας. Θὰ τὸν γνωρίσω τὸν ὅποιον ἄλλον ἄνθρωπον, ἐὰν καθίσω στὸ σκαμνὶ τὸν ἑαυτόν μου καὶ ἀρχίσω νὰ ἀναλύω τὸν ἑαυτόν μου. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἀναλύσω τὸν ἑαυτόν μου καὶ θὰ τὸν γνωρίσω, τότε ἐγνώρισα ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ἀπὸ δῶ θὰ ξεκινήσῃ καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ φιλανθρωπία, ἀπὸ δῶ θὰ ξεκινήσουν ὅλες οἱ ἀρετές! Πραγματικὰ ἀπὸ τὴν αὐτογνωσία ξεκινοῦν ὅλες οἱ ἀρετές.

Ὅταν, ὅμως, θὰ ξεκινήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ ἐρευνῶ τὸν ἑαυτό μου, ἀναμφισβήτητα δὲν θὰ πρέπει νὰ ὑποστῶ μίαν... θὰ λέγαμε, ἔτσι, λάμψη στὰ μάτια μου, ἀπὸ κάτι ποὺ ὑπάρχει μέσα στὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ καὶ ἐκ τῆς κατασκευῆς της λάμπει. Νὰ ἀρχίσω φὲρ’ εἰπεῖν νὰ γοητεύομαι μὲ τὰς πολυπλόκους λειτουργίας τοῦ μυαλοῦ μου. Ἂν μάλιστα τύχει νὰ εἶμαι καὶ μορφωμένος ἄνθρωπος, βλέπω τὶς δαιδαλώδεις σκέψεις ποὺ κάνω. Καὶ ἀρχίζω νὰ ὑφίσταμαι ἕνα εἶδος ναρκισσισμοῦ, νὰ αὐτοθαυμάζομαι. Αὐτὸ δημιουργεῖ μιὰ κατάσταση ψευδῆ, βεβαίως, αὐτογνωσίας. Δὲν εἶναι ἀληθινὴ αὐτογνωσία. Ὅπως λέγουν οἱ Πατέρες, ὅτι ἡ ψυχὴ ἀφ’ ἑαυτῆς ἔχει τὸ κάλλος της. Καὶ ὅταν ἐγὼ δῶ τὸ κάλλος τῆς ψυχῆς μου, ἀφ’ ἑαυτῆς, ἀπὸ μόνη της, ἀπὸ κατασκευή της, τότε ἀρχίζω νὰ γοητεύομαι. Δὲν θὰ κοιτάξω τὸ κάλλος. Θὰ μὲ παρασύρῃ ἂν δῶ τὸ κάλλος τῆς ψυχῆς· ἀλλὰ θὰ ἰδῶ τὶς πληγές της! Θὰ ἀντιπαρέλθω τὰ κάλλη τῆς ψυχῆς, τὶς δυνατότητες τοῦ νοῦ μου, τῆς καρδιᾶς μου, τῆς βουλήσεώς μου, θὰ τὰ βάλω στὴν ἄκρη. Καὶ θὰ προσπαθήσω νὰ ἰδῶ τὰ ἕλκη τῆς ψυχῆς μου. Θὰ κατέβω στὴ συνείδησή μου καὶ θὰ ἀρχίσω ἄτεγκτος κριτὴς καὶ ἀδυσώπητος, διότι ξέρει ἡ συνείδησις τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου νὰ δημιουργῇ, ὅπως λέγει ἡ Ψυχολογία, μηχανές. Καὶ τότε θὰ ἀρχίσουν οἱ μηχανές, καὶ θὰ μοῦ λέγῃ ἕνας μηχανισμὸς ὅτι «ἔ, αὐτὸς εἶναι ἔτσι καὶ ἐκεῖνο εἶναι ἔτσι», καὶ θὰ ἀρχίσῃ νὰ δικαιολογεῖται ἡ συνείδησις. Θὰ εἶμαι ἄτεγκτος κριτής. Θὰ κρίνω τὴν συνείδησή μου μὲ βάση καὶ κριτήριο πάντοτε τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ.

Δὲν θὰ ἀρκεστῶ νὰ μείνω στὴ συνείδησή μου· εἰς τὸ τί ἔπραξα καὶ δὲν ἔπραξα. Ἀλλὰ θὰ κατέβω καὶ εἰς τὰς ἐφέσεις τῆς ψυχῆς μου καὶ εἰς τὶς ροπὲς τῆς ψυχῆς μου, ποὺ εἶναι κάτω ἀπὸ τὴν συνείδησή μου, ἢ δίπλα στὴν συνείδησή μου. Γιατί, ὅπως ξέρετε, ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ Ἀδὰμ ἡμάρτησε, δημιουργήθηκε τὸ διαβόητον ὑποσυνείδητον. Ὑποσυνείδητον δὲν εἶχε ὁ Ἀδάμ. Εἶχε μόνο συνείδηση. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ εἶπε στὸν Θεό: «Ὄχι ἐγώ... ἡ γυναῖκα ποὺ μοῦ ἔδωσες, αὐτή μοῦ ἔδωσε τὸν καρπὸ καὶ ἔφαγα» σημαίνει ὅτι τὴν ἐνοχὴ τῆς συνειδήσεώς του δὲν τὴν παραδέχτηκε, ἀλλὰ τὴν ἐπέρριψε εἰς τὸν Θεὸν καὶ συνεπῶς ἀφοῦ ἐπέρριψε εἰς τὸν Θεὸν τὴν ἐνοχή του σημαίνει ὅτι πιὰ τὴν ἔβαλε πλάϊ στὴν συνείδηση, τὴν ἐνοχή, δηλαδὴ τὴν στιγμὴ ἐκείνη, ἐκείνη τὴ στιγμὴ δημιουργήθηκε ἡ παρασυνείδησις. Δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα ὑποσυνείδητο. Θὰ ἐρευνήσω καὶ αὐτό. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ σᾶς εἶπα προηγουμένως ὅτι δημιουργεῖ ἡ συνείδηση μηχανὲς γιὰ νὰ κρύπτῃ τὸ ὑποσυνείδητο. Ἀλλὰ καὶ τὸν ἑαυτό της ἀκόμα νὰ κρύπτῃ. Θὰ κατεβῶ καὶ εἰς αὐτὸ τὸ ὑποσυνείδητο γιὰ νὰ κρίνω τὸν ἑαυτό μου. Καὶ τότε θὰ πῶ: «Ἀθανάσιε, εἶσαι αὐτὸς· καὶ λυποῦμαι γιὰ λογαριασμό σου, ποὺ εἶσαι καὶ κληρικὸς· λυποῦμαι. Ἔχεις αὐτό, ἐκεῖνο, ἐκεῖνο, αὐτὸ τὸ πάθος, ἐκεῖνο τὸ πάθος, ἐκεῖνο τὸ πάθος, αὐτὴν τὴν ἔφεσιν, ἐκείνη, ἐκείνη, αὐτὴν τὴν ροπήν, ἐκείνη, ἐκείνη. Ἴσως νὰ μὴν τὸ διέπραξες ποτέ, ἀλλὰ εἶσαι ἀκάθαρτος». Βέβαια, βέβαια, θὰ σωθῶ ἐὰν δὲν διέπραξα ἐκεῖνο ποὺ ἔπεφτε εἰς τὸ συνειδητό μου ἢ εἰς τὴν συνείδησή μου. Θὰ σωθῶ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ γίνω ἅγιος πρέπει νὰ καθαρίσω καὶ τὴν συνείδηση καὶ τὸ ὑποσυνείδητον.

Αὐτὸ ἔκαναν ἐξάλλου εἰς τὴν ἔρημο οἱ ἅγιοι. Καὶ ἐκεῖ κατηνάλωσαν τὴν ζωή των. Στὸ νὰ καθαρίσουν τὴν συνείδηση καὶ τὸ ὑποσυνείδητο. Ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ τὸ ἐξαλείψουν. Καὶ νὰ ἐπανέλθουν εἰς τὴν ἀρχέγονο κατάσταση, τὸν προ-πτωτικὸν Ἀδάμ. Καὶ ὁ προπτωτικὸς Ἀδὰμ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ νέος Ἀδάμ. Εἶναι ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος. Καὶ ἐλᾶτε νὰ μοῦ πεῖτε ἂν ἔχομε νὰ κάνομε δουλειὰ ἢ ὄχι... Καὶ ἐλᾶτε νὰ μοῦ πεῖτε ἂν ἡ ὑπόθεσις τὸ νὰ ζήσω πνευματικὴ ζωή –μὴν ἀπογοητευόμεθα ὅμως, μὴν ἀπογοητευόμεθα- ἂν εἶναι εὔκολη... Κι ἂν εἶναι ὑπόθεσις μιᾶς ἡμέρας ἢ ἑνὸς ἔτους... Ἔτσι πραγματικὰ θὰ ἀρχίσω νὰ βλέπω τὸν ἑαυτό μου.

Ἀλλὰ τὸ νὰ δῶ τὸν ἑαυτό μου, ἀγαπητοί μου, πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι δὲν εἶναι μόνο δικό μου ἔργον. Εἶναι καὶ ἔργον τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἔργον τῆς χάριτός Του. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο κάνω προσευχὴ καὶ Τοῦ λέγω: «Ναί, Δέσποτα, Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα». «Δῶσε μου αὐτὸ τὸ δῶρο νὰ μπορῶ νὰ βλέπω». Εἶναι συνεπῶς ὁ μεγάλος προβολέας. Ὅπως, θὰ λέγαμε, εἶναι ἕνα σκοτεινὸ σπίτι, ἕνα σκοτεινὸ δωμάτιο, εἶναι ὁ ἑαυτός μου. Δὲν ἔχω τὴν διάθεση νὰ τὸν ψαχουλέψω. Ἀλλὰ ἅμα ψαχουλεύῳ ἐδῶ, δὲν ἔχω εἰκόνα τοῦ ὅλου χώρου. Ἔχω ἀνάγκη φωτός. Αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ θὰ διαυγάζῃ αὐτὸν τὸν σκοτεινὸν χῶρον εἶναι το Φῶς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τότε θὰ μοῦ φωτίσῃ τὸν χῶρον αὐτὸν καὶ τότε θὰ δῶ ποιός εἶμαι. Μάλιστα ἐπειδὴ γνωρίζει ὁ κατασκευαστής μου, ὁ Χριστός, ὅτι ὅταν ρίξει ἄπλετο φῶς στὴ συνείδησή μου, θὰ τρομάξω, ἀκοῦστε το αὐτό, θὰ τρομάξω, καὶ ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νὰ ἀπογοητευθῶ, γι᾿ αὐτό ρίπτει λίγο λίγο φῶς. Κάποτε σὲ ὁρισμένες γωνιὲς τῆς συνειδήσεως. Κάποτε σὲ ὅλο τὸν χῶρο τῆς συνειδήσεως. Ἀλλὰ ξεκινάει ὡς ἀμυδρὸ φῶς. Καὶ ὅσο προχωρᾶ, τὸ φῶς αὐτὸ αὐξάνει. Ἐγὼ τὸ ἔχω δεῖ αὐτὸ σὲ πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους ὅταν ἐξομολογοῦνται. Σήμερα μοῦ λέγουν τὰ α ἁμαρτήματα καὶ λέγουν δὲν ἔχουν τίποτα. Λένε ἀλήθεια. Ὕστερα ἀπὸ λίγο καιρὸ ἔρχονται, ἀφοῦ ἀκοῦνε λόγο Θεοῦ, δηλαδὴ ἔρχεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε βλέπουνε κι ἄλλα πράγματα. Καὶ λένε: «Αὐτὰ δὲν τὰ εἶχα δεῖ ἄλλοτε». Καὶ συνεπῶς λέγουν καὶ βγάζουν καὶ βγάζουν. Γιατί; Γιατί τώρα ἀρχίζουν καὶ τὰ βλέπουν. Γιατί τώρα τὰ βλέπουν; Γιατί τώρα φωτίζει τὸν χῶρο τῆς συνειδήσεώς τους ὁ Θεός. Εἶναι ἀνάγκη λοιπὸν νὰ παρακαλέσομε τὸν Κατασκευαστή μας νὰ μᾶς δώσει τὴν χάρη Του, νὰ μποροῦμε νὰ βλέπουμε ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν μέσα μας. Γι᾿ αὐτό πρέπει νὰ προσευχόμεθα. Θὰ ἔλεγα ἐμπόνως, ἐπιμόνως, μετὰ δακρύων!

Αὐτὸ τὸ «ὁρᾶν», «δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα», αὐτὸ τὸ «ὁρᾶν», τὸ βλέπειν, δηλαδὴ αὐτὸ τὸ μάτι τῆς ψυχῆς, πρέπει νὰ ἔχει ὑγεία. Γι᾿ αὐτό πρέπει νὰ παρακαλᾶμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς δίνῃ ὑγιὲς μάτι ψυχῆς. Αὐτὸ τὸ ὑγιὲς μάτι τῆς ψυχῆς εἶναι θεμελιώδους σημασίας, θεμελιώδους, ὅπως ἀκριβῶς τὸ νὰ πρέπῃ νὰ γίνω καλλιτέχνης ἢ ἄνθρωπος ἐπιστήμης καὶ παρατηρήσεως καὶ πειράματος, καὶ νὰ μὴν ἔχω μάτια. Ἔ, πῶς εἶναι δυνατόν... Εἶπα παρατηρήσεως καὶ νὰ μὴν ἔχω μάτια. Εἶναι ἀδιανόητο πρᾶγμα. Πρέπει, λοιπόν, νὰ ἔχω μάτια καὶ μάλιστα καλὰ μάτια. Καὶ μάλιστα μάτια ποὺ νὰ μὴ μοῦ δίνουν ψευδαισθήσεις. Ἀλλὰ νὰ ἔχω μάτια ποὺ νὰ βλέπουν ἐξ ἀντικειμένου, σωστά, μὲ ἀκρίβεια. Λοιπόν, αὐτὸ τὸ μάτι τῆς ψυχῆς, «δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα», τὸ νὰ βλέπω τὰ πταίσματά μου, τὰ ἁμαρτήματά μου, εἶναι, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, ἀνάγκη νὰ εἶναι ὑγιές.

Πῶς θὰ ξεκινήσῃ αὐτό; Πῶς δηλαδὴ θὰ γίνῃ τὸ μάτι ὑγιές; Ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι δὲν εἶναι ὑγιές. Ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὸ μάτι τῆς ψυχῆς ὑγιὲς εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη! Εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Θὰ σᾶς πῶ ἕνα ὡραῖο ἀπὸ τὸν ἅγιο Μᾶρκο τὸν ἀσκητή. Λέγει τὸ ἑξῆς: «Ὁ ταπεινόφρων καὶ ἔργον ἔχων πνευματικὸν ἀναγιγνώσκων τὰς θείας γραφὰς πάντα εἰς ἑαυτὸν νοήσει καὶ οὐκ εἰς ἕτερον». «Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος, ὅταν διαβάζει», λέγει, «τὴν Ἁγία Γραφή, ὅ,τι καταλαβαίνει, οὐδέποτε λέγει: ‘’Ἄ, αὐτὸ εἶναι γιὰ τοὺς ἄλλους’’, ἀλλὰ λέγει: ‘’Αὐτὸ εἶναι γιὰ μένα’’». Δηλαδὴ τί ἀποκτᾶ; Αὐτογνωσία. Πῶς ἀποκτᾶ τὴν αὐτογνωσία; Ὅταν ἔχει ταπείνωση. Ὁ ταπεινόφρων ἄνθρωπος. Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα. Ἀγαπητοί μου, εἶναι μεγάλο πρᾶγμα. Ἂς προσέξουμε τὸ θέμα αὐτό. Στὸν ἐγωιστὴ πεῖτε ὅ,τι θέλετε. Δὲν βλέπει τίποτα. Ὁ ἐγωιστὴς εἶναι τυφλός. Εἶναι τυφλός. Ὅπως καὶ αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἀγάπη εἶναι τυφλός, κι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ταπείνωση εἶναι τυφλός. Πεῖτε του ὅ,τι θέλετε. Δὲν βλέπει. Δὲν σᾶς κοροϊδεύει. Δὲν βλέπει! Δυστύχημα...

Ἀλλὰ ἐὰν δῶ τὸν πραγματικὸ μου ἑαυτό, τότε θὰ ἀντιληφθῶ ὅτι ἔχω πολλὰ πράγματα νὰ κοιτάξω. Καὶ τότε... ὦ, τότε, τότε δὲν ἔχω καιρὸ νὰ κοιτάξω τὸν ἄλλον ἄνθρωπο. Κι ἂν δὲν ἔχω καιρὸ νὰ κοιτάξω τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, τότε δὲν θὰ κατακρίνω. Ἤ, ἀπὸ μία στοιχειώδη αὐτογνωσία, στοιχειώδη, θὰ πῶ: «Μὰ κι ἐγὼ εἶμαι τὸ ἴδιο πρᾶγμα, ἂν αὐτὸς κάνει σήμερα αὐτό, γιατί ἐγὼ δὲν θὰ τὸ κάνω αὔριο; Ποιός μου τὸ ἐξασφαλίζει; Κι ἂν ἀκόμη ψάξω, θὰ βρῶ ὅτι κι ἐγὼ ἔχω στοιχεῖα, πού, ἂν βρεθῶ στὶς συνθῆκες ποὺ αὐτὸς βρέθηκε, δὲν ξέρω κι ἐγὼ τί μπορεῖ νὰ κάνω. Διαβάζω γιὰ ἕνα ἔγκλημα, γιὰ μία κλοπή, γιὰ μία πράξη βίας, ὁποιασδήποτε φύσεως, ποιός μοῦ λέει ἐμένα, ἐὰν βρεθῶ κάτω ἀπὸ τὶς ἴδιες συνθῆκες, δὲν θὰ κάνω τὸ ἴδιο;». Ἀδελφέ μου, αὐτὸ τὸ ἐξασφαλίζεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου ὅτι δὲν θὰ τὸ κάνεις; Ἐὰν τὸ ἐξασφαλίζεις καὶ εἶσαι σίγουρος, νὰ τὸ ξέρεις, μέτρο καὶ κριτήριο: δὲν ἔχεις αὐτογνωσία. «Γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὅλα δυνατά. Ἐγὼ μπορῶ νὰ κάνω ἐγκλήματα; Γιατί δὲν μπορῶ νὰ κάνω; Ἐὰν μὲ ἐγκαταλείψει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἄν, ἄν, γιατί δὲν μπορῶ νὰ κάνω;». Γι᾿ αὐτό τὸν λόγο ἂς λέμε: «Ὅλα μπορῶ νὰ τὰ κάνω. Μόνο ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἂν μὲ φυλάξει, τότε δὲν θὰ κάνω ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα σήμερα βλέπω στὸν ἄλλον καὶ τρομάζω». Θά ΄λεγα γιὰ μιὰ καλὴ γυναῖκα, πού ΄ναι νοικοκυρά, ποὺ ἔχει στὸ σπίτι της πολλὴ δουλειὰ νὰ κάνῃ, ὅταν κάθεται καὶ φτιάχνει τὸ σπιτικό της καὶ πάντα ἔχει μία ἀπασχόληση, θὰ ἐξετάσῃ τῆς γειτόνισσας τὸ σπίτι σὲ ποιά κατάσταση καθαριότητος βρίσκεται ἢ ὄχι; Ἀναμφισβήτητα ὄχι. Γιατί; Ἔχει νὰ κοιτάξῃ τὸ δικό της τὸ σπίτι. Γιατί ἀκριβῶς ἔχει πολλὴ δουλειὰ νὰ κάνει.

Ἔτσι κι ἐδῶ. Δὲν θὰ ἐρευνήσω τὸν ἄλλον, δὲν θὰ ψάχνω τὸν ἄλλον. Τὸν ἑαυτό μου, τὸν ἑαυτόν μου μόνο θὰ βλέπω, χωρὶς αὐτὸ βέβαια νὰ σημαίνῃ ὅτι ἂν δῶ κάτι στὸν ἄλλον δὲν θὰ τοῦ τὸ διορθώσω. Διότι αὐτὴν τὴν στιγμή, ἐὰν ἐγὼ ἐπὶ παραδείγματι ὡς πνευματικὸς σοῦ πῶ ὅτι «Αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ἔχεις· δὲν σὲ κατηγορῶ. Σοῦ λέγω ἁπλῶς ὅτι ἔχεις κάτι γιὰ νὰ τὸ διορθώσῃς κι ἐσὺ· ποὺ τὸ βλέπω ἐγὼ καὶ δὲν τὸ βλέπεις ἐσύ». Σημαίνει λοιπὸν ὅτι ἐξετάζω τὸν ἑαυτό μου καὶ μένω στὸν ἑαυτό μου, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν θὰ βοηθήσω τὸν ἄλλον νὰ διορθωθῇ. Ἄπαγε, κάθε ἄλλο. Ἀλλὰ ὅταν ἀκριβῶς μπορῶ νὰ βλέπω τὸν ἑαυτό μου, ὅπως εἶναι ἡ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, θυμηθεῖτε την, ὁ Τελώνης ἔβλεπε μόνο τὸν ἑαυτόν του, ὁ Φαρισαῖος ἔβλεπε τὸν ἄλλον καὶ ὄχι τὸν ἑαυτό του! Εἶναι φοβερὸ πρᾶγμα... Ὅταν τελικὰ ἀποκτήσω τὴν αὐτογνωσία, τότε ἀναμφισβήτητα ὁδηγοῦμαι, ἀγαπητοί μου, στὸ νὰ ἀποκτήσω ὅλες τὶς ἀρετές. Τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα, τὴν ἀγάπη, τὴν προσευχή. Ἀναφέρω τὶς κεφαλαιώδεις αὐτὲς καὶ θεολογικὲς ἀρετές.

Λέγει ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός: «Οὐδὲν κρεῖττον τοῦ γνῶναι τὴν οἰκείαν ἀσθενείαν καὶ ἀγνωσίαν, οὐδὲν χεῖρον τοῦ ταῦτα ἀγνοεῖν». «Δὲν ὑπάρχει καλύτερο πρᾶγμα ἀπὸ τοῦ νὰ γνωρίζῃς ποιός εἶσαι, τὴν δική σου ἀσθένεια. Δὲν ὑπάρχει χειρότερο πρᾶγμα ἀπὸ τοῦ νὰ ἀγνοῇς ποιός εἶσαι. Δὲν ὑπάρχει...».

Τέλος, πρέπει νὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι. Ὁ ἀληθινός, ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος, ὅταν κοιτάζει τὸν ἑαυτό του καὶ βρίσκει τὰ ἐλαττώματά του... ἔχει βεβαίως καὶ ἀρετές, δὲν τίθεται θέμα, τί κάνει; Ὅπως κοιτάζει τὸν ἑαυτόν του, ὁ Θεὸς κάνει τὸ ἑξῆς: βάζει τὸ χέρι Του μπροστὰ καὶ κρύβει τὰ καλά. Τοῦ λένε οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι: «Κοίταξε, ἔχεις αὐτὸ τὸ καλό». Ἔχει βάλει τὸ χέρι Του ἐκεῖ ὅμως ὁ Θεὸς καὶ δὲν βλέπει αὐτός. Γιὰ νὰ μὴν ὑψηλοφρονήσῃ, τὸν προστατεύει ὁ Θεὸς καὶ τοῦ κρύπτει τὰ καλά. Ἢ μικραίνει τὰ καλά. Ἐὰν οἱ ἄνθρωποι ἐπιμένουν στὸ σημεῖο αὐτό, τοῦ νὰ τοῦ λέγουν τὰ καλά του, τότε εἶναι ὡς νὰ τοῦ ρίπτουν εἰς τὰ χέρια τοῦ διαβόλου τὸν ἄνθρωπον αὐτόν.

Καί, τέλος, ὁ ὅσιος πατὴρ Θεόδωρος λέγει τὰ ἑξῆς θαυμάσια: «Τὸ δεσποτικὸν λόγον ἐπὶ νοῦν ἔχε, τὸ δοῦλος ἀχρεῖος εἶναι καὶ μήπω τὴν ἐντολὴν πεπληρωκέναι (:ἔχε πάντα στὸν νοῦ σου αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστός: ‘’Εἶμαι δοῦλος ἀχρεῖος καὶ ὀφείλω νὰ ἐκπληρώσω τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ’’) τῷ ὄντι, τῷ ὄντι γάρ, ἐφ᾿ ὅσον ἐν τῷ παρόντι βίῳ ἐσμέν (:ὅσο ἀκόμη εἴμεθα εἰς τὸν παρόντα βίο) οὔπω τῆς ἐξορίας ἀνακεκλήμεθα, ἀλλ’ ἀκμὴν ἐπὶ τὸν ποταμὸν Βαβυλῶνος καθεζόμεθα (:ὅσο ἀκόμη ζοῦμε, δὲν ἔχομε ἀνακληθεῖ ἀπὸ τὴν ἐξορία τὴν βαβυλωνιακή, εἴμαστε ἀκόμη εἰς τὶς ἀκτὲς τῆς Βαβυλῶνος, τοῦ Εὐφράτου ποταμοῦ καὶ κλαῖμε τὴν ἐξορία μας) ἀκμὴν περὶ τὴν Αἰγύπτιον πλινθουργίαν ταλαιπωροῦμεν, μήπω τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας θεασάμενοι (:ἀκόμη εἴμαστε στὴ γῆ τῆς σκλαβιᾶς, τὴν Αἴγυπτον, τὴν πνευματικὴ Αἴγυπτο καὶ τὰ ἔργα μας εἶναι ἡ πλινθουργία, ὅπως τότε οἱ Ἑβραῖοι ὡς δοῦλοι στὸν Φαραώ, καὶ ἐργαζόμεθα τὰ ἔργα τὰ καθημερινὰ καὶ εἴμεθα σκλάβοι. Ὅσο, λοιπόν, ἀκόμη εἴμεθα στὴν παροῦσα ζωὴ καὶ ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας εἶναι μακράν, ἂς ταπεινοφρονοῦμε. Ἂς ἔχομε, λοιπόν, αὐτὴν τὴν αὐτογνωσία, ἂς λέμε ὅτι εἴμεθα δοῦλοι ἀχρεῖοι). Ἐπειδὴ οὔπω ἐξεδυσάμεθα τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, τὸν φθειρόμενον κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης, οὔπω ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου· ἔτι γὰρ τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ φοροῦμεν· οὐκ ἔχομεν τοίνυν ὁδὸν καυχήσεως, ἀλλὰ δακρύειν ὀφείλομεν, δεόμενοι τοῦ δυναμένου σώζειν ἡμᾶς (:Φοροῦμε ἀκόμα τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, τοῦ χωματένιου ἀνθρώπου· δὲν ντυθήκαμε ἀκόμα τὴν εἰκόνα καὶ τὴν φορεσιὰ τοῦ ἐπουρανίου ἀνθρώπου. Πῶς, λοιπόν, θὰ καυχηθοῦμε, τί θὰ ποῦμε; Ὅτι εἴμεθα ὅτι... Τίποτα... Νὰ κλάψομε, νὰ στραφοῦμε στὸν ἑαυτό μας, νὰ δοῦμε τὸν πραγματικὸ ἑαυτό μας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ σωθοῦμε)».

Ἀγαπητοί μου, πράγματι εἶναι ἀναγκαιοτάτη αὐτὴ ἡ στροφὴ πρὸς τὴν αὐτογνωσία. Λέγει πάλι ὁ Ἡσύχιος ὁ πρεσβύτερος, τὸ θαυμάσιο ποὺ εἶναι καὶ ἁγιογραφικό: «Οὐαὶ τοῖς ἀπολωλεκόσι τὴν καρδίαν, φησὶ· καὶ τί ποιήσουσιν, ὅταν ἐπισκέψηται Κύριος; (:Ἀλίμονο σὲ κείνους ποὺ ἔχασαν τὴν καρδιά τους. Καὶ τὴν χάνουν ὅταν δὲν ἔχουν αὐτογνωσία. Καὶ ὅταν θὰ ἔρθῃ ὁ Θεὸς νὰ κρίνει τὴν καρδιά, τί θὰ κάνουν τότε;)». «Δι᾿ ὃ σπουδαστέον ἡμῖν, ἀδελφοὶ»· «Γι᾿ αὐτό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί», λέγει, ἐδῶ ὁ ὅσιος Ἡσύχιος, «εἶναι ἀνάγκη νὰ φροντίσουμε νὰ κατακτοῦμε διὰ τῆς αὐτογνωσίας τὴν καρδιά μας».

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,

ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος


ΠΗΓΕΣ: 
  •   Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ. 
  •   https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/xairetismoi/xairetismoi_011.mp3
 
________________________________

Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ

«Πᾶνος» 

Λάμπρος Σκόντζος: Ἅγιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ

 
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
 
Ὡς ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν «ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ», ἀξιώθηκε νὰ χαρακτηρισθεῖ μόνον ἕνας ἅγιος, ὁ ἅγιος Ἀλέξιος. Κι᾿ αὐτὸ διότι, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια, ἀποτέλεσε γνήσιος τύπος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ αἰωνίου προτύπου ἀνθρώπου.

Τα δάκρυα και η κατάνυξη του παπα-Τύχωνα

 

Ο παπα-Τύχων απέφευγε επιμελώς την κατάκριση. Όταν έστελνε τους παραγυιούς του στις Καρυές, πήγαινε μαζί τους περίπου ένα χιλιόμετρο και περνούσαν από ένα Καλύβι Ρώσσου γείτονά τους. Επειδή ήταν λίγο ευτραφής ο γείτονάς τους παπάς, για να μην τον κατακρίνουν, τους συμβούλευε πατρικά. «Όταν δήτε τον παπα-Ε., να πήτε: “Αυτός είναι άγιος άνθρωπος, την ευχή του να έχουμε” και να του φιλήσετε το χέρι».

Όταν επέστρεφαν από τις Καρυές, τους έλεγε να μην τον ενοχλούν, αλλά μόνον να χτυπούν την πόρτα του κελλιού του, για να καταλαβαίνη ότι επέστρεψαν, και ύστερα να πάνε στο κελλί τους. Κάποτε ο ένας από καλή περιέργεια κοίταξε από την χαραμάδα της πόρτας, για να δη τι κάνει ο Γέροντας. Τον είδε να κλαίη, να σκουπίζη τα δάκρυά του με μανδήλι και να θρηνή ραπίζοντας ελαφρά την κεφαλή του. Αγαπούσε υπερβολικά την μετάνοια, αν και η ζωή του ήταν αγία, δοσμένη από νεότητος στον Θεό. Τα δάκρυά του ήταν καθημερινή τροφή του. Είχε πολλά δάκρυα και πολλή κατάνυξη. Με τα δάκρυά του μούσκευε τα πόδια του Εσταυρωμένου. Τα σκούπιζε με τα μαλλιά του σαν την γυναίκα του Ευαγγελίου. Στο κελλί του έκανε εργασία πνευματική καλλιεργώντας την μετάνοια και το χαροποιόν πένθος.

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΔΕΥΤΕΡΑ 17 ΜΑΡΤΙΟΥ 2025


Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ


Ἄνθρωπος ἐν γῇ τοῦ Θεοῦ κληθεὶς μόνος,
Ἕξεις τὶ καινὸν κἄν πόλῳ, Πάτερ μόνος.
Ἑβδομάτῃ δεκάτῃ, Ἀλέξιε, πότμον ἀνέτλης.

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος γεννήθηκε στὴ Ρώμη κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) καὶ Ὀνωρίου (395 – 423 μ.Χ.) ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ εὔπορους γονεῖς.
 
Ὁ πατέρας του Εὐφημιανὸς ἦταν συγκλητικός, φιλόπτωχος καὶ συμπαθής, ὥστε καθημερινὰ τρεῖς τράπεζες παρέθετε στὸ σπίτι του γιὰ τὰ ὀρφανά, τὶς χῆρες καὶ τοὺς ξένους ποὺ ἦταν πτωχοί. Ἡ γυναίκα του ὀνομαζόταν Ἀγλαΐς καὶ ἦταν ἄτεκνη. Στὴ δέησή της νὰ ἀποκτήσουν παιδί, ὁ Θεὸς τὴν εἰσάκουσε. Καὶ τοὺς χάρισε υἱό. Ἀφοῦ τὸ παιδὶ μεγάλωσε καὶ ἔλαβε τὴν κατάλληλη παιδεία, ἔγινε σοφότατος καὶ θεοδίδακτος.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2025

Λάμπρος Σκόντζος: Ἅγιος Μάρτυς Ἰουλιανός


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ
 
Ὁ ἡρωισμὸς τῶν Μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι φαινόμενο πρωτόγνωρο στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Μεγάλο κεφάλαιο ἡρωισμοῦ ἀποτελοῦν τὰ μαρτύρια μυριάδων Χριστιανῶν στὰ πρωτοχριστιανικὰ χρόνια, ὅταν ὁ διάβολος, διὰ τοῦ ἀντίχριστου ρωμαϊκοῦ κράτους, εἶχε κηρύξει ἐξοντωτικὸ διωγμὸ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἡρωικοὺς Μάρτυρες τῶν χρόνων αὐτῶν ὑπῆρξε καὶ ὁ ἅγιος Μάρτυρας Ἰουλιανός.
 
Γεννήθηκε στὴν πόλη Ἀνάζαρβο τῆς Δευτέρας Κιλικίας τῆς Μ. Ἀσίας στὰ τέλη τοῦ 3ου μ. Χ. αἰῶνα. Εἶχε εὐγενῆ καταγωγή, ἦταν γιὸς κάποιου ἐπιφανοῦς  ἐθνικοῦ (εἰδωλολάτρη) συγκλητικοῦ καὶ τῆς εὐσεβοῦς Χριστιανῆς Ἀσκληπιοδώρας. Ἦταν συνηθισμένο φαινόμενο στὰ χρόνια ἐκεῖνα τὰ ἀντρόγυνα νὰ εἶναι θρησκευτικὰ διχασμένα. Στὶς περισσότερες περιπτώσεις Χριστιανὲς ἦταν οἱ σύζυγοι γυναῖκες, οἱ ὁποῖες κρατοῦσαν τὴν πίστη τους κρυφὴ ἀπὸ τοὺς συζύγους τους. Πιθανότατα ἡ  Ἀσκληπιοδώρα νὰ ἦταν κρυφὴ Χριστιανὴ ἀπὸ τὸν σύζυγό της, λόγῳ τοῦ ἀξιώματός του.

Σοφία Μπεκρῆ: «Χαλάσωμεν τὴν στέγην τοῦ νοός»


Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος

«Ὀρθοδοξίας φωστῆρα», «Ἐκκλησίας στήριγμα», «θεολόγων ὑπέρμαχον ἀπροσμάχητον», ἀποκαλεῖ ὁ ὑμνογράφος τὸν Γρηγόριο Παλαμᾶ, τὸν Ἅγιο ποὺ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τὴν Β’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ὄχι γιὰ τὴν μνήμη τῆς κοιμήσεώς του (+14 Νοεμβρίου), ἀλλὰ γιὰ τὴν προσφορά του στὴν στήριξη τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἔναντι τῶν κακοδοξιῶν τῆς Δύσεως.

Πράγματι, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος κατάφερε νὰ συνενώσῃ στὴν σκέψη καὶ στὸ ἔργο του ὅλη τὴν προηγούμενη πατερικὴ παράδοση, τῶν 14 αἰώνων τῆς Ὀρθοδοξίας μας, καὶ νὰ καταστῆ «πράξεως ὄργανον» καὶ «θεωρίας ἀκρότης». Ἄλλωστε, κατὰ τὴν ἔκφραση ἑνὸς ἄλλου Γρηγορίου (Θεολόγου), «Πρᾶξις ἐπίβασις θεωρίας», δηλαδὴ ἡ πρακτικὴ ἄσκηση ἀποτελεῖ τὴν βάση γιὰ τὴν θεωρία, τὴν ἐμπειρία δηλαδὴ καὶ τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ.

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ – ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

 
 
(Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, ὁμότιμος καθηγητής Πατρολογίας τοῦ Α.Π.Θ.)
 

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι μία γιγάντια, μία μεγίστη μορφή τῆς ἐκκλησίας μας. Συγκορυφαῖος καί ἰσάξιος τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ κανείς νά πεῖ ὅτι ὁ Ἄγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι ἡ μεγαλύτερη μορφή ἁγίου καί πατρός κατά τήν δεύτερη χιλιετία.

Γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1296  ἀπό γονεῖς καταγόμενους ἀπό τήν Τραπεζοῦντα, καί ἐκοιμήθη στή  Θεσαλονίκη ὡς ἀρχιεπίσκοπός της τό 1359, σέ ἡλικία 63 ἐτῶν.

Τό Εὐαγγέλιο καί ὁ Ἀπόστολος τῆς Κυριακῆς Β΄ Νηστειῶν (Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ) 16 Μαρτίου 2025

 

Ἑωθινόν 
 
Ἦχος πλ. α´ - Ἑωθινόν Ε´
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΚΔ´ 12 - 35

12 ὁ δὲ Πέτρος ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα, καὶ ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτὸν θαυμάζων τὸ γεγονός. 13 Καὶ ἰδοὺ δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν πορευόμενοι ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ εἰς κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ, ᾗ ὄνομα Ἐμμαοῦς. 14 καὶ αὐτοὶ ὡμίλουν πρὸς ἀλλήλους περὶ πάντων τῶν συμβεβηκότων τούτων. 15 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὁμιλεῖν αὐτοὺς καὶ συζητεῖν καὶ αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἐγγίσας συνεπορεύετο αὐτοῖς· 16 οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν. 17 εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Τίνες οἱ λόγοι οὗτοι οὓς ἀντιβάλλετε πρὸς ἀλλήλους περιπατοῦντες καί ἐστε σκυθρωποί; 18 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· Σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις; 19 καὶ εἶπεν αὐτοῖς·

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΚΥΡΙΑΚΗ 16 ΜΑΡΤΙΟΥ 2025

Β΄ Κυριακή των Νηστειών - Γρηγορίου του Παλαμά
 

Φωτός λαμπρόν κήρυκα νυν όντως μέγαν,
Πηγή φάους άδυτον άγει προς φέγγος.

Σάββατο 15 Μαρτίου 2025

Λάμπρος Σκόντζος: Ἅγιος Νεομάρτυς Μανουήλ ἀπό τά Σφακιά τῆς Κρήτης


ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητοῦ 
 
Ἡ κρητικὴ γῆ ἀνέδειξε, καὶ αὐτή, μιὰ πληθώρα ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀνάμεσά τους ἀναδείχτηκαν καὶ πολλοὶ Νεομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι στὰ δύσκολα χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, ἔδωσαν τὴ δική τους μαρτυρία καὶ τὴ ζωή τους, γιὰ τὴ μόνη σώζουσα πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε καὶ ὁ ἡρωικὸς Ἅγιος Νεομάρτυρας Μανουήλ.
 
Καταγόταν καὶ ζοῦσε στὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης. Γεννήθηκε στὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 18ου αἰῶνα, ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι τὸν μεγάλωσαν μὲ εὐσέβεια καὶ φόβο Θεοῦ.

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ: Γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου «Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ, Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΥΤΗΣ» [22-3-1981] Β45


ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:

«Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ,
 Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΥΤΗΣ»

[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 22-3-1981]

Β45
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, δευτέρα Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἑορτάζει τὴ μνήμη τοῦ μεγάλου πατρὸς καὶ θεολόγου τοῦ 14ου αἰῶνος, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.
 
Ἐὰν ἡ Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ ἑορτάσαμε τὴν περασμένην Κυριακήν, εἶναι ἡ ἑορτὴ κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, στὴν 7η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἔδειξαν ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀληθινὰ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ θεωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸ μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ καὶ τὴν προβολὴ τοῦ μεγάλου προσώπου καὶ ἁγίου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ποὺ δὲν εἶναι βεβαίως σήμερα ἡ κανονική του μνήμη, ἀλλὰ ἡ προβολή του, ὡς θεολόγου καὶ μαχητοῦ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, μὲ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ ἔγινε αὐτὸ πολὺ σαφές· διότι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἠγωνίσθῃ ὡς μοναχὸς καὶ ὡς ἐπίσκοπος, ἀκριβῶς νὰ δείξει ὅτι εἶναι δυνατὸν αὐτὸ νὰ γίνει.

Σοφία Μπεκρῆ: Λιμὴν ἡμῖν, γενοῦ, Δέσποινα

 

Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος

«Λιμὴν ἡμῖν γενοῦ θαλαττεύουσι, καὶ ὁρμητήριον, ἐν τπελάγει τῶν θλίψεων καὶ τῶν σκανδάλων πάντων τοῦ πολεμήτορος». Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ἀπευθύνεται ὁ ὑμνογράφος τοῦ Κανόνος τῶν Χαιρετισμῶν στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο (3ο τροπάριο ΣΤ’ ὠδῆς) καὶ τὴν προσκαλεῖ καὶ τὴν παρακαλεῖ νὰ γίνῃ τὸ λιμάνι μας καὶ τὸ ὁρμητήριό μας, τὸ ἀσφαλές μας καταφύγιο στὶς θλίψεις καὶ στὶς συμφορὲς τοῦ βίου μας.

Μία οἰκεία εἰκόνα ἀπὸ τὴν φύση καὶ τὴν ζωὴ τῶν ναυτιλλομένων μᾶς προβάλλει ὀ ποιητής, τὴν εἰκόνα τοῦ λιμένος. Τί ἄλλο ὀνειρεύονται οἱ ἄνθρωποι ποὺ ταξιδεύουν στὴν θάλασσα ἀπὸ ἕνα ἀσφαλὲς καὶ ἀπάνεμο λιμάνι, γιὰ νὰ ἀράξουν μετὰ ἀπὸ ἕνα μακρυνό, κοπιαστικὸ καὶ κάποτε ἐπικίνδυνο ταξίδι; Ἔτσι καὶ ἡ ζωή μας, ὅλων τῶν ἀνθρώπων, μοιάζει μὲ ἕνα μεγάλο ταξίδι πάνω σὲ ἕνα καράβι ποὺ συχνὰ τὸ κλυδωνίζουν οἱ πολλὲς φουρτοῦνες. Εἶναι τόσο ψηλὰ τὰ κύματα καὶ τόσο ἀγριεμένη ἡ θάλασσα, ποὺ ὅλοι ἐμεῖς οἱ «θαλαττεύοντες», οἱ δαρμένοι ἀπὸ τὴν θαλασσοταραχή, ἀναζητοῦμε μὲ ἀγωνία ἕνα λιμάνι. Στὸν ὁρίζοντα δὲν ἀντικρύζομε κάποιον κοντινὸ ὅρμο καὶ δὲν βλέπομε καμμία ἐλπίδα σωτηρίας οὔτε ἀνθρωπίνης βοηθείας. Τότε εἶναι ποὺ στρέφομε τὰ μάτια μας στὴν γλυκιά μας μητέρα, τὴν Παναγία, σ’ αὐτὴν ποὺ πάντοτε στρεφόμαστε μὲ τὴν ἐπίκληση «Παναγία μου», ὅταν πλέον ἔχει ἐκλείψει κάθε ἄλλη ἐλπίδα καὶ διέξοδος στὶς τρικυμίες τοῦ βίου μας.

Σάββας Ἠλιάδης: «Εὐγένεια: Ἡ πιὸ ἀποδεκτὴ ὑποκρισία» (Ἀμβρόσιος Μπήρς, 1842-1913;)

 

 
Μιὰ φράση, ἀπὸ ἕναν Ἀμερικανὸ δημοσιογράφο καὶ συγγραφέα, ἄθεο, ἡ ὁποία βρίσκει τὸ σημερινὸ διαμορφωθὲν ἦθος καὶ τὴν τρέχουσα πραγματικότητα στὴν πατρίδα μας νὰ ἐπιβεβαιώνῃ τὸ ἀληθὲς τοῦ σημαινομένου της. Ἦθος, τὸ ὁποῖο διαμόρφωσαν οἱ ἄθεοι καὶ ἀντίχριστοι τῆς πατρίδας μας καὶ τὸ ἔχουν ἤδη ἐπιβάλει. Κρύβει μιὰ μεγάλη ἀλήθεια καὶ γίνεται αὐτὴ ἡ ἴδια κατήγορός τους. Μὲ τὴ συνεχόμενη μετάγγιση τῶν συνηθειῶν ἀπὸ τὴν ξεμωραμένη Δύση πρὸς τὰ καθ` ἡμᾶς, φτάσαμε νὰ ἔχουμε γίνει κακέκτυπο ἀντίγραφο αὐτῆς, συνονθύλευμα καὶ σύμφυρμα παντοειδῶν ἐθῶν, μὲ ἀποτέλεσμα τὴ σύγχυση τοῦ «εἶναι» καὶ τοῦ «φαίνεσθαι». Τοῦ «σχήματι» καὶ τοῦ «πράγματι». Τῆς «εἰλικρίνειας» καὶ τῆς «ὑποκρισίας». Τοῦ «λέγειν» καὶ τοῦ «πράττειν». Τῆς «ἁπλότητος» καὶ τῆς «πολυπλοκότητος». Τοῦ «λογικοῦ» καὶ τῆς «καρδιᾶς». Τῆς «ἐλεύθερης ἐπιλογῆς» καὶ τοῦ «πρέπει». Τοῦ «φυσικοῦ» καὶ τοῦ «παρὰ φύσιν» τῆς «ἀληθείας» καὶ τοῦ «ψεύδους». Τὰ ὁποῖα ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ρωμαίικης παραδόσεως ἀγωνιζόταν ὁ Ρωμιὸς μὲ ἕνα σκοπό: Νὰ τὰ διαχειρίζεται διακριτικά, γιὰ νὰ συμβιώνῃ στὶς μικρὲς κοινωνίες ἁρμονικὰ καὶ μὲ ἀξιοπρέπεια. Ἀγωνιζόταν μὲ τὶς σταθερὲς πνευματικὲς διαχρονικὲς ἀξίες, ποὺ διέθετε καὶ διαθέτει ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ὁ Ἑλληνισμὸς γιὰ μιὰ φυσιολογική, ἁπλῆ καὶ ἀπροσχημάτιστη ζωή. Κατὰ συνέπεια σήμερα ἡ σύγχυση αὐτὴ ἔχει ἁπλωθεῖ καὶ στὴν κοινωνικοπολιτικὴ κατάσταση τῆς χώρας ἀκόμη καὶ σὲ χαμηλότερα στρώματα.

Ελευθέριος Ανδρώνης: «Γυναίκα σε Λεωφορείο»: Η Ελλάδα έχασε το λεωφορείο της αισθητικής

 

Τραγικό άγαλμα στη Θεσσαλονίκη, που συμβολίζει τη... γυναίκα - Πως γίνεται να ορφάνεψε από έμπνευση η Ελλάδα, με τέτοιο πολιτισμό;
 
(Σχόλιο Πᾶνος) Ἀπὸ τὸ 2018 μὲ τὸν «PHYLAX» στὸ Παλαιὸ Φάληρο καὶ μετὰ, ὅλα τὰ ἔργα «τέχνης» ποὺ μᾶς παρουσιάζουν πολλοὶ ἀπὸ τοὺς σύγχρονους «καλλιτέχνες», μὲ τέτοιου εἴδους «καλλιτεχνήματα», ἡ πρώτη ἐντύπωση ποὺ σοῦ δίνουν μόλις τὰ ἀντικρύσεις καὶ ἡ ὁποία ἐντύπωση παραμένει ὅσο καὶ νὰ θέλῃς νὰ τὰ συνηθίσεις, ὅτι εἶναι κάτι τὸ δαιμονικό καὶ σκοταδιστικό. Προσωπικά, βλέπω ἕνα σατανικὸ ὄν νὰ σκαρφαλώνῃ σὲ σκαλωσιά. 
   ______________________
 
 
Όταν μια κοινωνία εξοντώνει μεθοδικά τις παραδοσιακές αξίες της, μοιραία εξοντώνει τόσο τον πολιτισμό της, όσο και την αισθητική της. Η εγκατάλειψη του ήθους ασχημαίνει τις πόλεις μας. Ο ορθοπολιτικός φασισμός στραγγαλίζει κάθε μορφή δημιουργίας. Οι παραδοσιακές σχολές τέχνης λογοκρίνονται και οι νεωτεριστικές ασχημονούν.

Τα μυστήρια της άλλης ζωής


Περπατώντας κάποτε στην έρημο ο αββάς Μακάριος ο Μέγας (4ος αι.), συνάντησε ένα μοναχό με αγγελική ομορφιά και χάρη.

– Σε βλέπω, παιδί μου, και σε θαυμάζω, παρατήρησε ο όσιος. Μήπως δεν είσαι άνθρωπος;

– Άγγελος είμαι, αποκρίθηκε εκείνος, βάζοντας μετάνοια στον όσιο. Ήρθα να σου διδάξω μυστήρια, που δεν γνωρίζεις και θέλεις να μάθεις.

– Πες μου, άγγελε του Θεού, στην άλλη ζωή οι άνθρωποι γνωρίζονται μεταξύ τους;

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΣΑΒΒΑΤΟ 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 2025


Ὁ Ἅγιος Ἀγάπιος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες


 Eις τον Aγάπιον.
Ἔσπευδεν Ἀγάπιος εἰς μαρτυρίαν.
Θεοῦ γὰρ αὐτὸν ὑπέθαλπεν ἀγάπη.

Eις τον Πλήσιον, Pωμύλον και Tιμόλαον.
Μετὰ τριῶν Πλήσιος ἐκτμηθεὶς ξίφει,
Θεοῦ σὺν αὐτοῖς ἵσταται νῦν πλησίον.

Eις τους δύω Aλεξάνδρους και Διονυσίους.
Ὡς Ἀλεξάνδροις κλῆσις ἐκτομή, στέφος,
Καὶ Διονυσίοις τε κοινὰ ἦν τάδε.

Πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ τμήθη Ἀγάπιος, ἑταῖροι.

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Μᾶρκ. 2,1-12] Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ



ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Μᾶρκ. 2,1-12]

Ὁ ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ὁ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΚΑΠΕΡΝΑΟΥΜ

«Καὶ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. Καὶ ἰδοὺ προσήνεγκαν αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον. Καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν, εἶπε τῷ παραλυτικῷ· ''Θάρσει, τέκνον, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι''(: Καὶ ἀφοῦ μπῆκε σὲ ἕνα πλοῖο, πέρασε στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης, καὶ ἦλθε στὴ δικὴ Του πόλη, τὴν Καπερναούμ. Τότε Τοῦ ἔφεραν ἕναν παράλυτο, ποὺ τὸν εἶχαν βάλει πάνω σ᾿ ἕνα κρεβάτι. Καὶ καθὼς ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὴν πίστη ποὺ εἶχε καὶ ὁ παράλυτος κι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν μετέφεραν, εἶπε στὸν παράλυτο, ὁ ὁποῖος ἀνησυχοῦσε καὶ φοβόταν μήπως οἱ ἁμαρτίες του γίνουν ἐμπόδιο στὴ θεραπεία του: ''Ἔχε θάρρος, παιδὶ μου˙ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου'')»[Ματθ.9,1-2]

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Ἑβρ. 1,10-2,3] ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ


 
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ [:Ἑβρ. 1,10-2,3]

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

«Ὃταν δὲ πάλιν εἰσαγάγῃ τὸν πρωτότοκον εἰς τὴν οἰκουμένην, λέγει· καὶ προσκυνησάτωσαν αὐτῷ πάντες ἄγγελοι Θεοῦ. καὶ πρὸς μὲν τοὺς ἀγγέλους λέγει· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα, καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα· πρὸς δὲ τὸν ὑἱόν· ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς βασιλείας σου (:Καὶ ὅταν θὰ εἰσαγάγει ὁ Πατὴρ μὲ δόξα καὶ δύναμη τὸν Υἱὸ ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ Αὐτὸν πρὶν δημιουργηθεῖ ὅλη ἡ κτίση, γιὰ νὰ κρίνει τὴν οἰκουμένη, λέει: "Νὰ Τὸν προσκυνήσουν ὅλοι οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ". Ὁ Υἱὸς λοιπὸν ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος εἶναι Κύριος καὶ τῶν ἀγγέλων· καὶ γιὰ τοὺς ἀγγέλους λέει: "Ὁ Θεὸς κάνει τοὺς ἀγγέλους Του ταχυκίνητους καὶ αἰθέριους σὰν τοὺς ἀνέμους, καὶ τοὺς λειτουργοὺς ποὺ Τὸν ὑπηρετοῦν λαμπροὺς καὶ δραστικοὺς σὰν τὴν πύρινη φλόγα". Γιὰ τὸν Υἱὸ ὅμως λέει: "Ὁ βασιλικός Σου θρόνος, Θεέ, μένει στερεὸς καὶ ἀσάλευτος στοὺς ἀτέλειωτους αἰῶνες. Ἡ βασιλική Σου ράβδος εἶναι ράβδος καὶ ἐξουσία εὐθύτητας καὶ δικαιοσύνης")» [Ἑβρ. 1,6-8].

Ευαγόρας Παλληκαρίδης: Τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957 οδηγείται στην αγχόνη. Τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο - Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του


Τα μεσάνυχτα της 13ης Μαρτίου 1957 οδηγείται στην αγχόνη.
Τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο.
Δύο λεπτά αργότερα (14 Μαρτίου) η καταπακτή ανοίγει και ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης περνά στην  αιωνιότητα.
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης είναι ένας ακόμα Μάρτυρας του αγώνα των ελληνοκυπρίων για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα.
Γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1938 στο χωριό Τσάδα, της επαρχίας Πάφου. 
Μπήκε νωρίς στον αγώνα, από τα μαθητικά του χρόνια κιόλας. 
Το 1953, σε ηλικία 15 ετών, κατεβάζει και τεμαχίζει την αγγλική σημαία στο Κολέγιο της Πάφου, κατά την ημέρα στέψης της Βασίλισσας Ελισάβετ στο Λονδίνο.
Δύο χρόνια αργότερα, συλλαμβάνεται ως μέλος της νεολαίας της ΕΟΚΑ, επειδή συμμετείχε σε παράνομη πορεία.

Αββάς Μάρκος: Η υπομονή της αδικίας

 

Κάποιος μορφωμένος, νομικός, ρώτησε έναν γέροντα ασκητή: «Επειδή θέλω να μάθω, παρακαλώ να μου εξηγήσετε τι πιστεύετε εσείς οι μοναχοί και λέτε ότι δεν πρέπει να δικάζουμε αυτούς που μας αδικούν;»

Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Το να μην αδικούμε όσους μας αδικούν είναι εντολή του Θεού, ο οποίος είπε με το στόμα του προφήτη· “Δική μου είναι η εκδίκηση, εγώ θα ανταποδώσω, λέει ο Κύριος”  (πρβ. Ιερ. 28:36), όπως επίσης και στο Ευαγγέλιο· “Συγχωρήστε, και θα συγχωρηθείτε” (Ματθ. 6:14). Αυτή η προσταγή υπάρχει σε πολλά σημεία της Γραφής. Ποιος είναι λοιπόν αυτός που έχει ορίσει πιο δίκαιους νόμους και θέλει να κρίνει πριν την ώρα τους αυτούς που αδικούν, σαν να είναι αναμάρτητος;»

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 14 ΜΑΡΤΙΟΥ 2025

Β' Χαιρετισμοί 

Ακάθιστος Ύμνος - Β' Στάσις

κουσαν oἱ ποιμένες,
τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων,
τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα,
θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον,
ἐν γαστρὶ τῆς Μαρίας βοσκηθέντα,
ἥν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, Ἀμνοῦ καὶ Ποιμένος Μῆτερ,
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον,
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ,
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα,
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα,
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς Χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης,
χαῖρε, δι' ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2025

Ελευθέριος Ανδρώνης: Βλασφημία στην Εθνική Πινακοθήκη: Περί τέχνης, ορίων και άλλων «δαιμονίων»

 

Απαντήσεις για τις πιο χιλιοειπωμένες ανοησίες που ακούστηκαν προς υπεράσπιση των βλάσφημων έργων στην Εθνική Πινακοθήκη
 
 
 

Με αφορμή τις απίστευτες ηλιθιότητες που έχουν ακουστεί τις τελευταίες μέρες για τη βλάσφημη έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη, είναι ευκαιρία να δώσουμε μερικές απαντήσεις και μερικά επιχειρήματα για όλον τον woke «σανό» που αναμασούν τα μηρυκαστικά της τηλεόρασης και του διαδικτυακού τύπου.

Ας δούμε λοιπόν τα πιο κοινότοπα «τσιτάτα» που ακούστηκαν από τους σκοταδόψυχους που θέλουν σώνει και καλά να παρουσιάσουν τα καλλιτεχνικά κοπρίσματα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη ως… απαύγασμα του ελληνικού πολιτισμού.

Έβγαλε το ράσο του και το κρέμασε σε μία ακτίνα του ήλιου!

 

''Ο ταπεινός άνθρωπος και θαύματα να κάνει,
 πάλι δεν πιστεύει στον λογισμό του...''
 
(Διήγηση Γέροντος Παϊσίου) 

Ήταν στην Ιορδανία ένας πολύ απλός παπάς που έκανε θαύματα. Διάβαζε ανθρώπους και ζώα που είχαν κάποια αρρώστια και γίνονταν καλά. Πήγαιναν και μουσουλμάνοι σ’ αυτόν, όταν έπασχαν από κάτι, και τους θεράπευε. Αυτός, πριν λειτουργήσει, έπαιρνε ένα ρόφημα με λίγο παξιμάδι και μετά όλη την ημέρα δεν έτρωγε τίποτε.

Κάποτε έμαθε ο Πατριάρχης ότι τρώει πριν από την Θεία Λειτουργία και τον κάλεσε στο Πατριαρχείο. Πήγε εκείνος, χωρίς να ξέρει γιατί τον ζητάνε.

Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης (†): Περί νοεράς προσευχής

 

Παραλάβαμε από τους αγίους Πατέρες μας να λέμε την προσευχή· «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Αυτή την προσευχή όσο συχνά την λέει ο Χριστιανός, τόσο περισσότερο λαμβάνει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, ειρήνη στην ψυχή του, φωτισμό στο μυαλό του και δύναμη να αντιμετωπίσει τον αγώνα της ζωής.

Αυτή την προσευχή δεν μπορεί να την πει κανείς, εάν δεν έχει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Διότι λέγει ο απόστολος Παύλος, ότι «ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω» (Α’ Κορ. 12:3)· δηλαδή, «κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να πει τον Ιησού Χριστό, Κύριο, Θεό, παρά μόνον εάν έχει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος». Γι’ αυτό λοιπόν, κάθε φορά που ένας Χριστιανός λέγει τον Χριστό Κύριο, Θεό, αυτό το λέγει επειδή έχει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Γεώργιος Τζανάκης: Ὁ καλλιτέχνης τοῦ φωτὸς καὶ ὁ φανατικὸς τοῦ σκότους. Α΄ Τὰ «ἀπαράδεκτα» ἔργα τῆς «ὀργῆς».

 

 
Αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ βουλευτὴς κ. Νικόλαος Παπαδόπουλος τί εἶναι; Βανδαλισμός; Πρᾶξις βίας, ἀπαράδεκτη γιὰ μέλος τοῦ κοινοβουλίου; Ἔγκλημα κατὰ τῆς τέχνης; Κακὸ παράδειγμα γιὰ τοὺς πολῖτες;  Καὶ ὁ ἴδιος τί τελικῶς εἶναι; Φανατικός, ἐχθρὸς τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς τέχνης καὶ τοῦ ἀνθρώπου; Ψωνισμένος, ποὺ θέλει νὰ δημιουργήσῃ θόρυβο περὶ τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ νὰ προβληθῇ; Θρησκόληπτος, ποὺ νομίζει ὅτι δέχεται ἐντολὲς ἐκ τῶν ἄνω; Ἠλίθιος ποὺ θέλει νὰ βλάψῃ τὸ κόμμα του; Νοσταλγὸς τοῦ μεσαίωνα καὶ τῆς ἱερᾶς ἐξετάσεως; Μαῦρος ἱππότης τοῦ φασισμοῦ ποὺ πάει νὰ ἀνατρέψῃ τὸ δημοκρατικὸ πολίτευμα, ὡς μέλος φασιστικοῦ καὶ σκοταδιστικοῦ μορφώματος; Εἶναι ἡ πρᾶξις του ἀποτέλεσμα ἱερᾶς ἀγανακτήσεως; Μπορεῖ νὰ ὑπάρχει ἱερὰ ἀγανάκτησις; Ἐπιτρέπεται σὲ Ὀρθοδόξους χριστιανοὺς νὰ ἀγανακτοῦν, νὰ ὀργίζονται καὶ νὰ ἐνεργοῦν αὐτοβούλως;  Ἄν ναὶ, ποιός τοὺς δίδει τὸ δικαίωμα; Ἄν ὄχι, ποιός τοὺς ἐμποδίζει νὰ ἐνεργοῦν αὐτοβούλως. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τελικῶς ἐλεύθερος ἤ δὲν εἶναι; Σὲ τί συνίσταται ἡ ἐλευθερία του; Ὡς πολίτης μέχρι ποιοῦ σημείου  ἔχει δικαίωμα ἤ καὶ ὑποχρέωσι νὰ δράσῃ; Στὸ σημερινὸ καθεστὼς ἕνας πολίτης ἔχει δικαιώματα· καὶ ἰδιαιτέρως, ἄν εἶναι καὶ Χριστιανός Ὀρθόδοξος, ἔχει δικαιώματα σχετικῶς μὲ τὴν πίστι του; Αὐτὰ ποὺ ἀναφέρει τὸ Σύνταγμα περὶ θρησκείας ἔχουν κάποια πρακτικὴ ἀξία; Τὰ κόμματα τί ἀκριβῶς ρόλο διαδραματίζουν σχετικῶς μὲ τὰ παραπάνω; Τὸ κόμμα δέχεται τὰ δικαιώματα τοῦ πολίτη ἤ τοῦ πιστοῦ, ἄν εἶναι μέλος του, ἤ ἡ ἰδιότης τοῦ μέλους καταργεῖ τὰ δικαιώματα τοῦ πολίτη ἤ τοῦ πιστοῦ;