Ὁ Ἅγιος Λογγῖνος ὁ Ἑκατόνταρχος
Υἱὸν Θεοῦ λέγων σε Χριστὲ καὶ πάλιν,
Λογγῖνος ὡς πρὶν τέμνεται τὸν αὐχένα.
Ἕκτῃ καὶ δεκάτῃ Λογγῖνον ἄορ κατέπεφνεν.
Ἦταν ἐπικεφαλὴς ἀξιωματικὸς τῶν ρωμαίων στρατιωτῶν, στὴν ἐκτέλεση τῆς θανατικῆς καταδίκης τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἐκτελοῦσε τὴ διαταγὴ τοῦ Πιλάτου, ἀγνοοῦσε ποιὸς ἦταν ὁ Ἰησοῦς, γι’ αὐτὸ παρέστη σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς φρικτῆς τραγωδίας. Ὅμως ἡ ψυχὴ τοῦ Λογγίνου δὲν εἶχε τὶς φαρισαϊκὲς παρωπίδες καὶ τὴν ἀχρειότητα τῶν ρωμαίων στρατιωτῶν. Εἶδε σὲ βάθος τὸ θύμα καὶ πρόσεξε σ’ αὐτὸ τὴν ἀγαθότητα, τὴ σεμνότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν γαλήνη ποὺ τὸ διέκρινε.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου, ὅταν εἶδε τὸ καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ νὰ σχίζεται στὰ δυό, τὴν γῆ νὰ σείεται, τὶς πέτρες νὰ ραγίζουν καὶ τὰ μνημεῖα νὰ ἀνοίγουν, φωτίσθηκε ἀκόμα περισσότερο. Δὲ χωροῦσε πλέον καμιὰ ἀμφιβολία μέσα του, καὶ μὲ ὅλη του τὴν δύναμη διακήρυξε κάτι, ποὺ ὅλοι ὅσοι ἔχουν καθαρὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους στὴν παντοδυναμία τοῦ Κυρίου διακηρύττουν: «Ἀληθῶς ὁ ἄνθρωπος οὗτος υἱὸς ἣν Θεοῦ». Ἀλήθεια, ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν υἱὸς Θεοῦ, ὁ Θεάνθρωπος Σωτὴρ τοῦ κόσμου.
Ἡ εἴδηση ὅτι ὁ Λογγῖνος ἀσπάσθηκε καὶ κήρυττε τὴν χριστιανικὴ πίστη, ἐξήγειρε τὴν μανία τῶν Ἰουδαίων, καὶ μὲ ἐνέργειές τους στὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Σταυρῷ προσηλωθέντα, καὶ τοῖς ἐν σκιᾷ τοῦ θανάτου ἐκλάμποντα ὡς εἶδες, ηὐγάσθης αὐτοῦ ταῖς ἀστραπαῖς, καὶ ἤθλησας Λογγῖνε εὐσεβῶς· διὰ τοῦτο νοσημάτων παντοδαπῶν, λυτροῦσαι τοὺς ἐκβοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύνως γέγηθεν ἡ Ἐκκλησία, ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τοῦ ἀοιδίμου Ἀθλητοῦ Λογγίνου ἀνακραυγάζουσα· Σύ μου τὸ κράτος Χριστὲ καὶ στερέωμα.
Μεγαλυνάριον.
Κῆρυξ καὶ αὐτόπτης ὤφθης τρανῶς, τοῦ σαρκὶ παθόντος, εὐδοκίᾳ Λόγου Θεοῦ· εὐθαρσῶς γὰρ τούτου, τὴν ἔγερσιν κηρύττων, ὑπὲρ αὐτοῦ Λογγῖνε, προθύμως τέθυσαι.
Ἡ εἴδηση ὅτι ὁ Λογγῖνος ἀσπάσθηκε καὶ κήρυττε τὴν χριστιανικὴ πίστη, ἐξήγειρε τὴν μανία τῶν Ἰουδαίων, καὶ μὲ ἐνέργειές τους στὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Σταυρῷ προσηλωθέντα, καὶ τοῖς ἐν σκιᾷ τοῦ θανάτου ἐκλάμποντα ὡς εἶδες, ηὐγάσθης αὐτοῦ ταῖς ἀστραπαῖς, καὶ ἤθλησας Λογγῖνε εὐσεβῶς· διὰ τοῦτο νοσημάτων παντοδαπῶν, λυτροῦσαι τοὺς ἐκβοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύνως γέγηθεν ἡ Ἐκκλησία, ἐν τῇ μνήμῃ σήμερον, τοῦ ἀοιδίμου Ἀθλητοῦ Λογγίνου ἀνακραυγάζουσα· Σύ μου τὸ κράτος Χριστὲ καὶ στερέωμα.
Μεγαλυνάριον.
Κῆρυξ καὶ αὐτόπτης ὤφθης τρανῶς, τοῦ σαρκὶ παθόντος, εὐδοκίᾳ Λόγου Θεοῦ· εὐθαρσῶς γὰρ τούτου, τὴν ἔγερσιν κηρύττων, ὑπὲρ αὐτοῦ Λογγῖνε, προθύμως τέθυσαι.
Ὁ Ὅσιος Μαλός
Μαλὸς βραχεῖαν γῆς λιπὼν παροικίαν,
Πόλου κατοικεῖ τὴν μακρὰν κατοικίαν.
Μαλὸς βραχεῖαν γῆς λιπὼν παροικίαν,
Πόλου κατοικεῖ τὴν μακρὰν κατοικίαν.
Συνετὸς καὶ ὀλιγαρκὴς στὰ νεανικά του χρόνια ὁ Ὅσιος Μαλός, ἔμεινε φτωχὸς στὴν ὕλη γιὰ νὰ γίνει πλούσιος ἐν Χριστῷ. Δὲν ἦταν μεγάλης μορφώσεως, ἦταν ὅμως πολλῆς πίστεως καὶ ζήλου θερμοῦ. Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ διδάσκει δημόσια, ἔκανε κήρυγμα στὸν κάθε ἕνα χωριστά.
Ὁ Μαλὸς εἶχε μεγάλη πνευματικὴ διάκριση, ὥστε νὰ μὴ γίνεται βαρύς, ἐνοχλητικὸς καὶ ἄστοχος στὶς ἰδιαίτερες αὐτὲς νουθεσίες. Ἡ θεία χάρη τὸν εἶχε ὁπλίσει μὲ μεγάλη λεπτότητα καὶ ἀγάπη, ποὺ τοῦ ὑπαγόρευαν πάντοτε τί ἦταν συμφέρον νὰ εἰπωθεῖ καὶ τί ἔπρεπε νὰ παραλειφθεῖ.
Στὴν συνέχεια ἀκολούθησε τὴν ἐρημικὴ ζωή. Ἀλλὰ ὅσοι μάθαιναν ποὺ βρίσκεται ἔρχονταν καὶ τὸν ζητοῦσαν στὸ ἐρημητήριό του. Καὶ αὐτὸς ὅμως, κατὰ διαστήματα, κατέβαινε στὶς πόλεις, ὄχι γιὰ νὰ κάνει ὁμιλίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ σκορπίσει εὐεργεσίες. Διότι ὁ Κύριος τὸν εἶχε προικίσει καὶ μὲ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύει θαυματουργικὰ διάφορες ἀρρώστιες. Πολλοὶ μάλιστα βρῆκαν τὴν γιατρειά τους μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Ὁσίου Μαλοῦ καὶ διὰ μόνου τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν του.
Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐξεδήμησε πρὸς τὸν Κύριο, τὸ λείψανο τοῦ ἀνάβλυζε μύρο καὶ ἔγινε πηγὴ ἰάσεως διαφόρων ἀσθενειῶν.
Ὁ Μαλὸς εἶχε μεγάλη πνευματικὴ διάκριση, ὥστε νὰ μὴ γίνεται βαρύς, ἐνοχλητικὸς καὶ ἄστοχος στὶς ἰδιαίτερες αὐτὲς νουθεσίες. Ἡ θεία χάρη τὸν εἶχε ὁπλίσει μὲ μεγάλη λεπτότητα καὶ ἀγάπη, ποὺ τοῦ ὑπαγόρευαν πάντοτε τί ἦταν συμφέρον νὰ εἰπωθεῖ καὶ τί ἔπρεπε νὰ παραλειφθεῖ.
Στὴν συνέχεια ἀκολούθησε τὴν ἐρημικὴ ζωή. Ἀλλὰ ὅσοι μάθαιναν ποὺ βρίσκεται ἔρχονταν καὶ τὸν ζητοῦσαν στὸ ἐρημητήριό του. Καὶ αὐτὸς ὅμως, κατὰ διαστήματα, κατέβαινε στὶς πόλεις, ὄχι γιὰ νὰ κάνει ὁμιλίες, ἀλλὰ γιὰ νὰ σκορπίσει εὐεργεσίες. Διότι ὁ Κύριος τὸν εἶχε προικίσει καὶ μὲ τὴ δύναμη νὰ θεραπεύει θαυματουργικὰ διάφορες ἀρρώστιες. Πολλοὶ μάλιστα βρῆκαν τὴν γιατρειά τους μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Ὁσίου Μαλοῦ καὶ διὰ μόνου τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν του.
Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἐξεδήμησε πρὸς τὸν Κύριο, τὸ λείψανο τοῦ ἀνάβλυζε μύρο καὶ ἔγινε πηγὴ ἰάσεως διαφόρων ἀσθενειῶν.
Οἱ Ἅγιοι Δύο Στρατιῶτες
Φθαρτὴν στρατείαν ἐκλελοιπυῖα ξίφει,
Δυὰς συνάθλων ἐστρατεύθη Κυρίῳ.
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Λογγῖνο.
Φθαρτὴν στρατείαν ἐκλελοιπυῖα ξίφει,
Δυὰς συνάθλων ἐστρατεύθη Κυρίῳ.
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Λογγῖνο.
Οἱ Ἅγιοι Λεόντιος, Δομέτιος, Τερέντιος καὶ Δομνῖνος οἱ Μάρτυρες
Τρεῖς Λεόντιε, τοὺς συναθλοῦντας ἔχων,
Λεόντιόν τι τῆς πυρᾶς ἄλλῃ μέσον.
Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ πυρός.
Τρεῖς Λεόντιε, τοὺς συναθλοῦντας ἔχων,
Λεόντιόν τι τῆς πυρᾶς ἄλλῃ μέσον.
Ὅλοι μαρτύρησαν διὰ πυρός.
Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας
Ο νεομάρτυρας και παιδομάρτυρας Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας γεννήθηκε το 1805 μ.Χ. στο χωριό Τουρκολέκα Αρκαδίας. Η οικογένεια του διακρινόταν για την ευλάβεια τον Θεό, για την αγάπη προς την πατρίδα και για τον ηρωισμό της. Πατέρας του ήταν ο Σταματέλος Σταματελόπουλος-Τουρκολέκας, ονομαστός αγωνιστής της περιοχής Λεονταρίου και μητέρα του, η αδελφή της συζύγου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σοφία. Μεταξύ των τεσσάρων του αδελφών διακρινόταν ο γνωστός οπλαρχηγός Νικήτας, γνωστός ως Νικηταράς (ο τουρκοφάγος) και ο διδάσκαλος της πολεμικής τακτικής ευπαίδευτος λοχαγός Νικόλαος.
Το 1816 μ.Χ. ο Ιωάννης, 11 χρονών τότε, μαζί με τον πατέρα του και τον Αναγνώστη, γιό του αγωνιστή του Πάρνωνα Ζαχαριά , ενώ ταξίδευαν για τα Κύθηρα, λόγω θαλασσοταραχής βρέθηκαν στη Νεάπολη της Λακωνίας. Ο Αγάς της περιοχής Χουσεΐν, με δόλο τους συνέλαβε και τους έστειλε στην ανωτέρα Τουρκική αρχή της Μονεμβασίας. Εκεί οι συλληφθέντες φυλακίστηκαν στο κάστρο της.
Στη συνέχεια ο άρχοντας της Μονεμβασίας ζήτησε οδηγίες από τον Βοεβόδα του Μυστρά, ο οποίος διέταξε να αποκεφαλιστούν και οι τρεις φυλακισμένοι. Πρώτα αποκεφαλίστηκαν ο Αναγνώστης και ο πατέρας του Αγίου.
Για την ομολογία, το μαρτυρικό τέλος και το θαυμαστό σημείο, που έδωσε ο Θεός, μετά τον αποκεφαλισμό του παιδομάρτυρα, γράφει, σχετικά ο αδελφός του Αγίου, ο Νικηταράς: «Στον αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Πήραν τα κεφάλια τους στην Τριπολιτσά».
Η σφαγή και των τριών έγινε στις 16 Όκτωβρίου 1816 μ.Χ., έξω από τον Ιερό Ναό του «Ελκομένου Χριστού» στην πάλαια Μονεμβασία. Εκεί, στο δάπεδο της αυλής του Ναού, το αίμα του παιδομάρτυρα και νεομάρτυρα Ιωάννη, σχημάτισε Σταυρό και έτσι αποκαλύφθηκε η ένδοξη είσοδος του Αγίου στη Βασιλεία του Θεού και η ένταξή του στη χορεία των Μαρτύρων.
Οι κεφαλές, του νεομάρτυρα Ιωάννη, του πατέρα του και του Αναγνώστου εστάλησαν στον Πασά της Τριπόλεως, τα δε σώματα τους ετάφησαν στην Μονεμβασία, και μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστος ο τόπος της ταφής και των κεφαλών και των σωμάτων τους.
Το σημείο του Σταυρού, το οποίο στο δάπεδο της αυλής του Ναού σχημάτισε το μαρτυρικό και αγνό αίμα του Αγίου Ιωάννη, έγινε πηγή συριγμού των υποδούλων χριστιανών Ελλήνων και τόπος ιερού προσκυνήματος των πιστών.
Ναός του Αγίου υπάρχει στο χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Όσιος Λογγίνος ο φύλακας της θύρας
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Ρώσου Οσίου.
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Ρώσου Οσίου.
Ὁ Ἅγιος Gall (Γάλλος)
Ο Άγιος Γάλλος (Gall) είναι ο πιο γνωστός από τους μαθητές του Αγίου Κολουμβάνου (βλέπε 23 Νοεμβρίου). Γεννήθηκε λίγο μετά το 550 μ.Χ. στην Ιρλανδία, που ήταν τότε το τρίτο μεγάλο κέντρο του χριστιανικού κόσμου μετά τη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς του, πλούσιοι αλλά και ευσεβείς αριστοκράτες, τον έστειλαν για σπουδές στο περίφημο μοναστήρι του Μπαγκόρ, όπου ζούσαν τότε οι μεγάλοι γέροντες Κογγάλλος και Κολουμβάνος.
Όταν ο τελευταίος έφυγε για Ιεραποστολή, ο άγιος Γάλλος ήταν ένας από τους δώδεκα μοναχούς που τον ακολούθησαν. Στη Γαλλία μοιράστηκε τόσο τους κόπους του για το ευαγγέλιο, όσο και τους διωγμούς του. Μαζί πήγαν στην Ελβετία, όπου τους έδωσε αρχικά καταφύγιο ο ευσεβής ιερέας Βιλλεμάρος του Άρμπεν, κοντά στη λίμνη Κωνστάντια. Στη συνέχεια έφτιαξαν κελιά σ' έναν ερημότοπο, στην κοιλάδα του Στάιναχ, και εγκαταστάθηκαν εκεί.
Μετέστρεψαν πολλούς ειδωλολάτρες της περιοχής στη χριστιανική πίστη.
Κάποτε, ύστερα από ένα κήρυγμα τους, άρπαξαν τα μπρούτζινα αγάλματα των ψευτοθεών, τα έσπασαν και τα πέταξαν στη λίμνη. Οι φανατικότεροι ειδωλολάτρες καταδίωξαν τους μοναχούς και σκότωσαν δύο απ' αυτούς. Όταν ο Άγιος Κολουμβάνος έφυγε για την Ιταλία, ο πιστός μαθητής του Γάλλος, θέλησε να τον ακολουθήσει. Αλλά μια αιφνίδια και σοβαρή ασθένεια, που παραχώρησε ο Θεός, τον ανάγκασε να μείνει στην Ελβετία και να συνεχίσει εκεί την ιεραποστολή. Έμαθε τη γλώσσα των ιθαγενών της Κωνσταντίας και κατόρθωσε να βαπτίσει χιλιάδες ψυχές. Με τα εμπνευσμένα κηρύγματα, το άγιο παράδειγμα και τα εντυπωσιακά θαύματά του, επιτέλεσε ένα σπουδαίο ευαγγελικό έργο, για το οποίο δίκαια θεωρείται ως ο απόστολος της Ελβετίας.
Το πιο γνωστό θαύμα του αγίου Γάλλου είναι η θεραπεία της δαιμονισμένης θυγατέρας του τοπικού ηγεμόνα Γκούνζο, που έγινε στη συνέχεια μοναχή στη μονή του Αγίου Πέτρου του Μέτς, αποκρούοντας το γάμο μ' έναν πρίγκιπα της Αυστρασίας. Ύστερα απ' αυτό, ο ηγεμόνας και οι χριστιανοί της Κωνσταντίας, παρακάλεσαν επίμονα τον άγιο να γίνει επίσκοπός τους. Εκείνος όμως από σεμνότητα και ταπείνωση, αρνήθηκε. Υπέδειξε για το αξίωμα αυτό τον ενάρετο μαθητή του, διάκονο Ιωάννη, στην επισκοπική χειροτονία του οποίου εκφώνησε έναν πνευματικότατο λόγο. Κοιμήθηκε το 646 μ.Χ.
Τα ταπεινά κελάκια της κοιλάδας του Στάιναχ εξελίχθηκαν με τον καιρό στην ονομαστή μονή του Αγίου Γάλλου, που επιβίωσε ως τον 19ο αιώνα μ.Χ. και ανέδειξε μεγάλες προσωπικότητες των γραμμάτων και της ευσέβειας.
Όταν ο τελευταίος έφυγε για Ιεραποστολή, ο άγιος Γάλλος ήταν ένας από τους δώδεκα μοναχούς που τον ακολούθησαν. Στη Γαλλία μοιράστηκε τόσο τους κόπους του για το ευαγγέλιο, όσο και τους διωγμούς του. Μαζί πήγαν στην Ελβετία, όπου τους έδωσε αρχικά καταφύγιο ο ευσεβής ιερέας Βιλλεμάρος του Άρμπεν, κοντά στη λίμνη Κωνστάντια. Στη συνέχεια έφτιαξαν κελιά σ' έναν ερημότοπο, στην κοιλάδα του Στάιναχ, και εγκαταστάθηκαν εκεί.
Μετέστρεψαν πολλούς ειδωλολάτρες της περιοχής στη χριστιανική πίστη.
Κάποτε, ύστερα από ένα κήρυγμα τους, άρπαξαν τα μπρούτζινα αγάλματα των ψευτοθεών, τα έσπασαν και τα πέταξαν στη λίμνη. Οι φανατικότεροι ειδωλολάτρες καταδίωξαν τους μοναχούς και σκότωσαν δύο απ' αυτούς. Όταν ο Άγιος Κολουμβάνος έφυγε για την Ιταλία, ο πιστός μαθητής του Γάλλος, θέλησε να τον ακολουθήσει. Αλλά μια αιφνίδια και σοβαρή ασθένεια, που παραχώρησε ο Θεός, τον ανάγκασε να μείνει στην Ελβετία και να συνεχίσει εκεί την ιεραποστολή. Έμαθε τη γλώσσα των ιθαγενών της Κωνσταντίας και κατόρθωσε να βαπτίσει χιλιάδες ψυχές. Με τα εμπνευσμένα κηρύγματα, το άγιο παράδειγμα και τα εντυπωσιακά θαύματά του, επιτέλεσε ένα σπουδαίο ευαγγελικό έργο, για το οποίο δίκαια θεωρείται ως ο απόστολος της Ελβετίας.
Το πιο γνωστό θαύμα του αγίου Γάλλου είναι η θεραπεία της δαιμονισμένης θυγατέρας του τοπικού ηγεμόνα Γκούνζο, που έγινε στη συνέχεια μοναχή στη μονή του Αγίου Πέτρου του Μέτς, αποκρούοντας το γάμο μ' έναν πρίγκιπα της Αυστρασίας. Ύστερα απ' αυτό, ο ηγεμόνας και οι χριστιανοί της Κωνσταντίας, παρακάλεσαν επίμονα τον άγιο να γίνει επίσκοπός τους. Εκείνος όμως από σεμνότητα και ταπείνωση, αρνήθηκε. Υπέδειξε για το αξίωμα αυτό τον ενάρετο μαθητή του, διάκονο Ιωάννη, στην επισκοπική χειροτονία του οποίου εκφώνησε έναν πνευματικότατο λόγο. Κοιμήθηκε το 646 μ.Χ.
Τα ταπεινά κελάκια της κοιλάδας του Στάιναχ εξελίχθηκαν με τον καιρό στην ονομαστή μονή του Αγίου Γάλλου, που επιβίωσε ως τον 19ο αιώνα μ.Χ. και ανέδειξε μεγάλες προσωπικότητες των γραμμάτων και της ευσέβειας.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου