Μύσας ὁ χρυσοῦς Ἰωάννης τὸ στόμα,
Ἀφῆκεν ἡμῖν ἄλλο τὰς βίβλους στόμα.
Ἀμφὶ τρίτην δεκάτην σίγησεν χρύσεα χείλη.
✶✶✶
Όταν έφτασε στο ξενοδοχείο ο Αβράμιος, έμεινε εκεί λίγον καιρό, χωρίς να μπορέσει να δει πουθενά την ανεψιά του, επειδή εκείνη τόσο πολύ απέφευγε να τη δουν άνθρωποι σώφρονες, όσο αντίθετα επιδίωκε να τη δουν άνθρωποι ασελγείς και ακόλαστοι. Αυτός τότε σκέφτηκε κάτι, που και μόνο του μπορεί να δείξει τον πολύ του ζήλο και ότι, για να σώσει μια ψυχή, τίποτε δεν απέφευγε. Μιμήθηκε δηλαδή και την εμφάνιση και τις κινήσεις ενός εραστή – αυτός που ήταν σχεδόν άυλος σαν τους αγγέλους – και υποκρίθηκε ότι είναι κυριευμένος από σαρκικό έρωτα. Πήγε λοιπόν στον ξενοδόχο και του είπε χαμηλόφωνα: «Άκουσα ότι έχεις κάποια κοπέλα πάρα πολύ όμορφη που μένει στο ξενοδοχείο και δέχεται πελάτες όσους θέλουν. Αυτήν λοιπόν ποθώ και εγώ, και γι’ αυτό ήρθα».
Ο όσιος Γεώργιος καλλιέργησε τον εαυτό του με την ολόθερμη πίστη, την υπομονή στα μαρτύρια, την εκούσια άσκηση, την καθαρότητα και την ταπείνωση και ήλκυσε πάνω του τη χάρη του Θεού. Ως δώρο τού δόθηκαν πλούσια χαρίσματα προς ενίσχυση, συμπαράσταση και διόρθωση των σε διάφορες ταλαιπωρίες αδελφών του. Τα δοθέντα χαρίσματα τα χρησιμοποίησε ως καλός διάκονος της θείας δωρεάς, με περισσή απλότητα, δίχως καμία ιδέα για τον εαυτό του και την τυχόν αξία του, αλλά από μεγάλη αγάπη προς την ευόλισθη ανθρώπινη φύση, προς δόξα Θεού κι έπαινο της Εκκλησίας.
Επιπλέον υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα, αυτό των αγνοουμένων, το οποίο εκτός από την ηθική του διάσταση έχει σαφώς και την πολιτική. Πενήντα χρόνια από την τουρκική εισβολή και ακόμη ταυτοποιούνται τα ηρωικά οστά όσων θυσιάστηκαν. Και μπορεί ο ανθρώπινος νόμος να μην επιδίκασε ακόμη τα νόμιμα, ο πνευματικός όμως νόμος άνοιξε το πρώτο του κεφάλαιο. Τα οστά και ομαδικοί τάφοι βοούν.
Στὴν πασίγνωστη παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη ὁ Χριστὸς δέχεται μιὰ ἐρώτηση ἀπὸ τὸν νομικὸ ποὺ τὸν πείραζε: Ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μου ποὺ πρέπει νὰ τὸν ἀγαπῶ ὅπως τὸν ἑαυτό μου; Στὴ συνέχεια ὁ Χριστὸς μὲ τὴ γνωστὴ παραβολὴ ἔδειξε, ὅτι ἡ ἐρώτηση τέθηκε μὲ λάθος τρόπο. Ἔτσι στὸ τέλος ἀντέστρεψε τὸ ἐρώτημα καὶ τὸ ἔθεσε μὲ τὸν ὀρθὸ τρόπο πρὸς τὸν νομικό: Ποιὸς ἔγινε ὁ πλησίον γιὰ αὐτὸν ποὺ ἔπεσε στοὺς ληστές; (Κυριακὴ Η΄ Λουκᾶ).
Τὸ θέμα γιὰ τὸν Χριστὸ δηλαδὴ δὲν εἶναι τὸ αὐτονόητο, τὸ ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μας. Αὐτὸ δὲν θέλει ρώτημα. Εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ἀνάγκη, κοντινὸς ἢ μακρινός, ἀνεξαρτήτως φυλῆς, γλώσσας, καταγωγῆς. Τὸ θέμα εἶναι ἂν ἔχουμε ἐμεῖς διάθεση νὰ γίνουμε ὁ πλησίον τοῦ κάθε ἀνθρώπου ποὺ ὑποφέρει. Μποροῦμε νὰ εἴμαστε δίπλα στὸν κάθε δοκιμαζόμενο, φτωχό, πεινασμένο, γυμνό, θλιβόμενο, φυλακισμένο; Ὁ παράλυτος τῆς Βηθεσδὰ βροντοφώναξε κάποτε τὸ παράπονό του στὸν Χριστό: «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Μὰ ὁ Χριστὸς ἀπάντησε: «Διὰ σὲ ἄνθρωπος γέγονα». Ἐμεῖς μποροῦμε ἄραγε νὰ γίνουμε ὁ ἄνθρωπος τοῦ κάθε ἐμπερίστατου καὶ πονεμένου;
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Στὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς Η’ Λουκᾶ (ι’ 25-37), ἕνας νεαρὸς νομικός «ἐκπειράζει» τὸν Κύριο «λέγων﮲ Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (ὅ. π., ι’ 25).
Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ἐκπειράζεται ὁ Κύριος. Ὅπως ἀναφέρουν οἱ Εὐαγγελιστές, Ματθαῖος καὶ Μάρκος (κβ’ 15-33, ιβ’ 13-27, ἀντιστοίχως), ἀπὸ τὴν μιά, οἱ ὑποκριτὲς Φαρισαῖοι προσπάθησαν νὰ τὸν παγιδεύσουν, μὲ τὸ ἐρώτημα: «ἔξεστι δοῦναι κῆνσον Καίσαρι ἢ οὐ;» (Ματθ., κβ’ 18, Μάρκ., ιβ’ 14), ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὸ ἴδιο ἔκαναν οἱ μὴ πιστεύοντες στὴν ἀνάσταση Σαδουκαῖοι, μὲ τὸ ἐρώτημα σὲ ποιούς ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ ἄνδρες, ποὺ παντρεύτηκε, ἀνήκει ἡ γυναῖκα, μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατό της («ἐν τῆ ἀναστάσει τίνος τῶν ἑπτὰ ἔσται ἡ γυνή;», Ματθ., κβ’ 27-28, Μάρκ., ιβ’ 23).
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκᾶ 10, 25-37]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΟΥ:
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΩΣ ΠΑΝΔΟΧΕΙΟΝ, ΙΑΤΡΕΙΟΝ, ΚΙΒΩΤΟΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 15-11-1981]
[Β 60]
Καὶ μόνη, ἀγαπητοί μου, ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου, ποὺ ἠκούσαμε σήμερα στὴν εὐαγγελικὴν περικοπήν, ἂν ἐγράφετο, μαζὶ μὲ τὴν ἄλλη παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, θὰ ἦτο ἀρκετὸ νὰ μᾶς δώσει ἕνα θαυμάσιο διάγραμμα τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ τὸ βλέπομε ἰδίως σήμερα, ὅπου, ὅπως ἀναφέρεται, κάποιος ἄνθρωπος κατήρχετο ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴν Ἰεριχώ, ποὺ γεωγραφικὰ ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶναι ὑψηλοτέρα τῆς Ἰεριχοῦς. Ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀρχεγόνου Παραδείσου· καὶ ἡ Ἰεριχὼ εἶναι ἡ γῆ τῆς ἀπαθλιώσεως καὶ τῆς ἀποστασίας. Ἡ πτῶσις εἰς τοὺς λῃστὰς δὲν εἶναι παρὰ ἡ πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου στὰ χέρια τῶν δαιμόνων καὶ τῶν παθῶν. Ἀκόμα, ὁ ἱερεὺς καὶ ὁ Λευίτης ποὺ προσέρχονται, περνοῦν, παρέρχονται, ἀλλὰ δὲν δύνανται νὰ βοηθήσουν, εἶναι ὁ τελετουργικὸς νόμος, ὁ ἠθικὸς νόμος, ἂν θέλετε, ἀκόμη καὶ ἡ φιλοσοφία.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκ. 10,25-37]
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«Ὁμιλία εἰς τὴν παραβολὴν τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς»
Ἀκούσαμε, ἀδελφοί μου, στὸ Εὐαγγέλιο, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ λέει: «Κατέβαινε κάποιος ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Ἰεριχὼ κι ἔπεσε στὰ χέρια λῃστῶν· αὐτοὶ ἀφοῦ τὸν ἔγδυσαν ἀπὸ τὰ ροῦχα του, τὸν χτύπησαν γεμίζοντάς τον μὲ πληγὲς καὶ τὸν παράτησαν μισοπεθαμένο. Ἕνας ἱερέας κι ἕνας Λευίτης, περνῶντας ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν δρόμο, ἂν καὶ τὸν εἶδαν, τὸν προσπέρασαν καὶ συνέχισαν τὸν δρόμο τους. Ἕνας Σαμαρείτης ὅμως ποὺ ἦρθε στὸν τόπο αὐτό, ὅταν τὸν εἶδε τὸν σπλαχνίστηκε, καὶ ἀφοῦ ἔβαλε λάδι καὶ κρασὶ καὶ τὰ ἀνακάτεψε, τὰ ἔβαλε στὶς πληγές του, ἔδεσε προσεκτικὰ τὰ τραύματά του, κι ἀφοῦ τὸν ἔβαλε πάνω στὸ δικό του ζῶο, τὸν ὁδήγησε σὲ ἕνα πανδοχεῖο καὶ ἔδωσε στὸν πανδοχέα δύο δηνάρια καὶ τοῦ εἶπε: ''Φρόντισε τὸν ἄνθρωπο αὐτὸν καὶ ἂν ξοδέψεις περισσότερα, ἐγὼ ὅταν θὰ ἐπανέλθω, θά σοῦ τὰ ἀποδώσω''». Ἄς δοῦμε λοιπὸν τὸ νόημα τῆς παραβολῆς καὶ μὲ συνετὴ καρδιὰ κατανοῶντας το σὲ βάθος, ἂς γνωρίσουμε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ.
Ο χριστιανός οφείλει να είναι ευγενής προς όλους. Τα λόγια και τα έργα του να αποπνέουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί στην ψυχή του, ώστε να μαρτυρείται η χριστιανική του πολιτεία και να δοξάζεται το όνομα του Θεού.
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ [:Λουκᾶ 10,25-37]
Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ
«Καὶ ἰδοὺ νομικὸς τΙς ἀνέστη ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; (:Ἐκεῖ ποὺ κάθονταν, ἰδοὺ σηκώθηκε κάποιος νομοδιδάσκαλος γιὰ νὰ δοκιμάσει τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀποδείξει ὅτι δὲν γνώριζε ὁ Ἰησοῦς τὸν νόμο καὶ Τοῦ εἶπε: ''Διδάσκαλε, ποιό ἔργο ἀρετῆς ἢ ποιά θυσία πρέπει νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴ μακάρια καὶ αἰώνια ζωή;''). Ὁ δὲ εἶπεν πρὸς αὐτόν, Ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν, Ἀγαπήσεις κύριον τὸν θεόν σου ἐξ ὅλης [τῆς] καρδίας σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ἰσχύϊ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν (: Καὶ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: ''Στὸν νόμο τί ἔχει γραφεῖ; Ἐσὺ ποὺ σπουδάζεις καὶ ἐρευνᾷς τὸν νόμο, τί διαβάζεις ἐκεῖ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό; Καὶ πῶς τὸ ἀντιλαμβάνεσαι;''. Ὁ νομικὸς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: ''Στὸν νόμο εἶναι γραμμένο τὸ ἑξῆς: ''Νὰ ἀγαπᾷς τὸν Κύριο καὶ Θεό σου μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, ὥστε σὲ Αὐτὸν νὰ εἶσαι ὁλοκληρωτικὰ παραδομένος, μὲ ὅλα τὰ βάθη τῆς ἐσωτερικῆς καὶ πνευματικῆς ὑπάρξεώς σου· καὶ μὲ ὅλη σου τὴν ψυχή, ὥστε Αὐτὸν νὰ ποθεῖς, μὲ ὅλο τὸ συναίσθημά σου· καὶ μὲ ὅλη τὴ θέληση καὶ τὴ δύναμή σου, ὥστε καθετὶ ποὺ θὰ κάνεις νὰ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημά Του. Καὶ μὲ ὅλη σου τὴ δύναμη καὶ μὲ δραστηριότητα ἀκούραστη νὰ ἐργάζεσαι γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματός Του. Νὰ Τὸν ἀγαπᾷς καὶ μὲ τὸν νοῦ σου ὁλόκληρο, ὥστε Αὐτὸν πάντοτε νὰ σκέφτεσαι. Νὰ ἀγαπᾷς ἐπίσης καὶ τὸν πλησίον σου, τὸν συνάνθρωπό σου, ὅσο καὶ ὅπως ἀγαπᾷς τὸν ἑαυτό σου)» [Λουκᾶ, 10,25-27].
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Γνωρίζω δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ εὐαγγελισθὲν ὑπ' ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:Σας γνωστοποιώ, λοιπόν, αδελφοί, ότι το Ευαγγέλιο που σας κήρυξα δεν αποτελεί ανθρώπινη επινόηση· διότι όχι μόνο οι υπόλοιποι απόστολοι, αλλά κι εγώ δεν το παρέλαβα ούτε το διδάχθηκα από κάποιον άνθρωπο, αλλά το παρέλαβα με αποκάλυψη του Θεού, ο Οποίος απευθείας μου φανέρωσε και μου αποκάλυψε τον Κύριο Ιησού)»[Γαλ.1,11-12].
Μιχάλης Χαραλαμπίδης, Αιξωνή- Γλυφάδα Ιανουάριος 2024.
Αιγαίο. Τρεις χιλιάδες χρόνια ελληνική ιστορία. Τρεις χιλιάδες χρόνια ελληνικότητας, συνέχειας και δημιουργίας οικουμενικού πολιτισμού. Ένα αρχιπέλαγος Ελληνικό.
Τα όρια της κυριαρχίας σαφή και απαράβατα, διότι το «απαράβατον» καθορίζει και τη δυνατότητα συνέχειας του Ελληνισμού. Δεν υπάρχει Ελλάδα με το Αιγαίο ακρωτηριασμένο, αφού έτσι καταλύεται κάθε εθνική συνέχεια. Σήμερα, το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι ανίκανο, απρόθυμο να υπερασπιστεί τα σύνορα της πατρίδας μας, αδυνατεί να υπερασπιστεί την ενιαία εθνική κυριαρχία. Συνεχίζει, παρ' όλες τις κραυγές εθνικοφροσύνης, να κατακερματίζει τα δικαιώματα του Ελληνισμού, όντας εξαρτημένο από εξωελλαδικούς παράγοντες και φοβικό απέναντι στην Τουρκία, τον μεγάλο ασθενή της περιοχής.