Οἱ ἀξιολογικὲς αὐτὲς θεολογικὲς καὶ πολιτικὲς κρίσεις, ἀφοροῦν τοὺς βασιλεῖς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ τοῦ Ἰούδα, γιὰ τὴν πολιτική τους καὶ τὸ ἦθος τους. «Εἰς τὴν ζωὴν κάθε βασιλιᾶ - εἴτε τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα εἴτε τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ - ὁ συγγραφεὺς σημειώνει πάντοτε πὼς ὁ Θεὸς ἐπεμβαίνει, κυρίως διὰ τῶν ἀφωσιωμένων προφητῶν του», γράφει ὁ Ν.Π. Βασιλειάδης στὴν Εἰσαγωγὴ (Σελ. 14) τοῦ 6ου Τόμου - Βασιλειῶν Γ - Δ, Ἐκδόσεις «Ὁ Σωτήρ».
Αὐτὲς οἱ κρίσεις τοῦ Θεοπνεύστου κειμένου διατηροῦν στὸ ἀκέραιο τὴν ἐπικαιρότητά τους καὶ τὴ σημασία τους μέχρι καὶ σήμερα, διότι ἀφοροῦν τοὺς πολιτικοὺς καὶ τὸ κράτος, ὡς ὑπέρτατο (κοσμικὰ) καὶ συγκεντρωτικὸ θεσμὸ κοινωνικοῦ ἐλέγχου, διὰ μέσου τοῦ κοινωνικοῦ συστήματος, τὸν βαθύτερο λόγο τοῦ ὁποίου ἀγνοοῦν, δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ἄγνοια τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων ἀντανακλᾷται καὶ στὴν πρόσφατη ἐκλογικὴ ἀναμέτρηση (2023), ὅπου ἔδωσαν πολιτικὴ καὶ ἠθικὴ ἐμπιστοσύνη σὲ κόμματα μὲ ὑλιστικὸ ὑπόβαθρο· δεῖγμα καὶ αὐτὸ τῆς ἀστικῆς παρακμῆς τοῦ ποιμνίου, «ἀστοχριστιανῶν» στὴν ἰδεολογία, κατὰ τὸν εὐφυῆ χαρακτηρισμὸ τοῦ Νίκου Ψαρουδάκη.