Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Ἅγιος Παΐσιος: Οἱ καλοὶ λογισμοὶ φέρνουν τὴν πνευματικὴ ὑγεία



– Γέροντα, ποιά εἶναι τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἀδύνατου λογισμοῦ;

– Τί ἐννοεῖς; Πρώτη φορὰ τὸ ἀκούω αὐτό.

– Εἴχατε πεῖ, τὸ νὰ βάλη κανεὶς ἀριστερὸ λογισμό, νὰ παρεξηγήση μιὰ συμπεριφορά...

– Καὶ τὸ εἶπα ἀδύνατο λογισμὸ αὐτό;

– Θυμήθηκα ἐκεῖνον ποὺ ἤθελε νὰ μείνη κοντά σας ὡς ὑποτακτικὸς καὶ τοῦ εἴπατε: «Δὲν σὲ κρατῶ, γιατὶ ἔχεις ἀδύνατο λογισμό».

– Ὄχι, δὲν τὸ εἶπα ἔτσι. «Δὲν σὲ παίρνω, τοῦ εἶπα, γιὰ ὑποτακτικό, γιατὶ δὲν ἔχεις ὑγεία πνευματική». «Τί θὰ πῆ ὑγεία πνευματική;», μὲ ρωτάει. «Δὲν ἔχεις καλοὺς λογισμούς, τοῦ λέω. Σὰν ἄνθρωπος θὰ ἔχω τὰ κουσούρια μου, καὶ σὰν καλόγερος τόσα χρόνια θὰ ἔχω καὶ μερικὲς ἀρετές. Ἂν δὲν ἔχης καλὸ λογισμό, θὰ βλάπτεσαι καὶ ἀπὸ τὰ κουσούρια μου καὶ ἀπὸ τὶς ἀρετές μου». Γιὰ ἕνα μικρὸ παιδὶ μπορεῖ νὰ πῆ κανεὶς ὅτι ἔχει ἀδύνατο λογισμό, γιατὶ εἶναι ἀκόμη ἀνώριμο, ὄχι ὅμως γιὰ ἕναν μεγάλο.

– Ὅλοι οἱ μεγάλοι, Γέροντα, εἶναι ὥριμοι;

– Μερικοὶ ἀπὸ τὸ κεφάλι τους δὲν ὡριμάζουν. Ἄλλο, ἂν δὲν τοὺς κόβη. Ὅταν κάποιος δὲν κινῆται ἁπλά, ὁ λογισμός του πηγαίνει στὸ κακὸ καὶ ὅλα τὰ παίρνει στραβά. Αὐτὸς δὲν ἔχει ὑγεία πνευματικὴ καὶ δὲν βοηθιέται οὔτε ἀπὸ τὸ καλό· βασανίζεται καὶ μὲ τὸ καλό.

– Ἂν δοῦμε, Γέροντα, μιὰ ἀταξία, συμφέρει νὰ ψάξουμε νὰ βροῦμε ποιός τὴν ἔκανε;

– Ψάξε πρῶτα νὰ δῆς μήπως τὴν ἔκανες ἐσύ. Αὐτὸ εἶναι πιὸ καλό!

– Ὅταν ὅμως, Γέροντα, μοῦ δίνουν ἀφορμὲς οἱ ἄλλοι;

– Ἐσὺ πόσες ἀφορμὲς ἔδωσες; Ἂν τὸ σκεφθῆς αὐτό, θὰ καταλάβης ὅτι κάνεις λάθος ἀντιμετωπίζοντας ἔτσι τὰ πράγματα.

– Καὶ ὅταν λέμε: «αὐτὸ μᾶλλον θὰ τὸ ἔκανε ἡ τάδε ἀδελφή», εἶναι καὶ αὐτὸ ἀριστερὸς λογισμός;

– Εἶσαι σίγουρη πὼς τὸ ἔκανε αὐτὴ ἡ ἀδελφή;

– Ὄχι, ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ἄλλη φορὰ ἔκανε κάτι ἀνάλογο.

– Πάλι ἀριστερὸς λογισμὸς εἶναι, ἀφοῦ δὲν εἶσαι σίγουρη.Ὕστερα, ἀκόμη καὶ ἂν τὸ ἔκανε αὐτὴ ἡ ἀδελφή, ποιός ξέρει πῶς καὶ γιατί τὸ ἔκανε.

– Ὅταν ὅμως, Γέροντα, βλέπω λ.χ. ὅτι μιὰ ἀδελφὴ ἔχει κάποιο πάθος;

– Γερόντισσα εἶσαι; Ἡ Γερόντισσα φέρει εὐθύνη, γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξετάζη τὰ πάθη σας. Ἐσεῖς ὅμως γιατί νὰ ἐξετάζετε τὰ πάθη τῆς ἄλλης; Ἀκόμη δὲν ἔχετε μάθει νὰ κάνετε δουλειὰ στὸν ἑαυτό σας. Ἂν θέλετε νὰ κάνετε δουλειὰ στὸν ἑαυτό σας, νὰ μὴν ἐξετάζετε τί κάνουν οἱ ἄλλοι γύρω σας, ἀλλὰ νὰ φέρνετε καλοὺς λογισμοὺς καὶ γιὰ τὰ καλὰ καὶ γιὰ τὰ ἄσχημα ποὺ βλέπετε στοὺς ἄλλους. Ἄσχετα μὲ τί σκοπὸ κάνει κάτι ὁ ἄλλος, ἐσεῖς βάλτε ἕναν καλὸ λογισμό. Ὁ καλὸς λογισμὸς ἔχει μέσα ἀγάπη, ἀφοπλίζει τὸν ἄλλον καὶ τὸν κάνει νὰ σοῦ φερθῆ καλά. Θυμᾶστε ἐκεῖνες τὶς καλόγριες ποὺ πέρασαν τὸν ληστὴ γιὰ ἀββᾶ; Ὅταν ἀποκαλύφθηκε, νόμιζαν ὅτι κάνει τὸν διὰ Χριστὸν σαλὸ καὶ παριστάνει τὸν ληστὴ καὶ ἄλλο τόσο τὸν εἶχαν σὲ εὐλάβεια. Τελικὰ ἔσωσαν καὶ αὐτὸν καὶ τοὺς συντρόφους του[1].

– Ὅταν, Γέροντα, μιὰ ἀδελφὴ μοῦ λέη κάποιο ψέμα...

– Καὶ ἂν ἀναγκάσθηκε ἐξ αἰτίας σου νὰ πῆ ἕνα ψέμα ἢ ἂν ξέχασε, καὶ αὐτὸ ποὺ σοῦ εἶπε δὲν εἶναι ψέμα; Ζητάει λ.χ. ἡ ἀρχοντάρισσα ἀπὸ τὴν μαγείρισσα σαλάτα καὶ ἐκείνη τῆς λέει «δὲν ἔχω», ἐνῶ ἡ ἀρχοντάρισσα ξέρει ὅτι ἔχει. Ἂν ἡ ἀρχοντάρισσα δὲν ἔχη καλοὺς λογισμούς, θὰ πῆ: «ψέματα μοῦ λέει». Ἂν ὅμως ἔχη καλοὺς λογισμούς, θὰ πῆ: «ἡ καημένη, ξέχασε ὅτι εἶχε σαλάτα, γιατὶ εἶχε πολλὴ δουλειά», ἢ «τὴν κράτησε γιὰ κάποια ἄλλη περίπτωση». Δὲν ἔχεις πνευματικὴ ὑγεία, γι᾿ αὐτὸ σκέφτεσαι ἔτσι. Ἂν εἶχες πνευματικὴ ὑγεία, θὰ ἔβλεπες καὶ τὰ ἀκάθαρτα καθαρά. Ὅπως θὰ ἔβλεπες τὰ φροῦτα, ἔτσι θὰ ἔβλεπες καὶ τὴν κοπριά, γιατὶ ἡ κοπριὰ βοήθησε νὰ γίνουν τὰ φροῦτα.

Ὅποιος ἔχει καλοὺς λογισμούς, ἔχει πνευματικὴ ὑγεία καὶ τὸ κακὸ τὸ μετατρέπει σὲ καλό. Θυμᾶμαι στὴν Κατοχή, ὅσα παιδιὰ εἶχαν γερὸ ὀργανισμό, ἔτρωγαν μὲ ὄρεξη ἕνα κομμάτι μπομπότα[2] καὶ ἦταν ὅλο ὑγεία. Ἐνῶ κάτι πλουσιόπαιδα, παρόλο ποὺ ἔτρωγαν ψωμὶ μὲ βούτυρο, ἐπειδὴ δὲν εἶχαν γερὸ ὀργανισμό, ἦταν φιλάσθενα. Ἔτσι καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Ἕνας, ἂν ἔχη καλοὺς λογισμούς, καὶ νὰ τὸν χτυπήσης ἄδικα, θὰ πῆ: «Τὸ ἐπέτρεψε ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἐξοφλήσω παλιά μου σφάλματα, δόξα τῷ Θεῷ!». Ἐνῶ ἕνας ἄλλος ποὺ δὲν ἔχει καλοὺς λογισμούς, καὶ νὰ πᾶς νὰ τὸν χαϊδέψης, θὰ νομίζη πὼς πᾶς νὰ τὸν χτυπήσης. Πάρτε παράδειγμα ἀπὸ ἕναν μεθυσμένο. Ἂν εἶναι κακός, τὰ σπάζει ὅλα ἐπάνω στὸ μεθύσι. Ἂν εἶναι καλός, ἢ θὰ κλαίη ἢ θὰ συγχωράη. Ἕνας μεθυσμένος ἔλεγε: «Χαρίζω ἀπὸ ἕναν κουβᾶ λίρες σὲ ὅποιον μὲ φθονεῖ»!
________________________________

[1] Ἀνάμεσα στὶς διηγήσεις γιὰ τοὺς μοναχοὺς τῶν πρώτων χρόνων ἀναφέρεται καὶ τὸ ἑξῆς περιστατικό: Ἕνας ἀρχιληστής, γιὰ νὰ μπορέση νὰ ληστέψη ἕνα καλὰ ὀχυρωμένο γυναικεῖο μοναστήρι, μεταμφιέσθηκε σὲ μοναχὸ καὶ ζήτησε κατάλυμα γιὰ τὴν νύχτα. Ἡ ἡγουμένη καὶ ὅλες οἱ ἀδελφὲς τὸν δέχτηκαν σὰν μεγάλο ἀββᾶ μὲ πολὺ σεβασμό. Συγκεντρώθηκαν ὅλες οἱ μοναχές, γιὰ νὰ πάρουν τὴν εὐχή του, τοῦ ἔπλυναν τὰ πόδια καὶ πῆραν εὐλογία τὸ ἀπόπλυμα. Μιὰ παράλυτη ἀδελφή, ποὺ νίφτηκε μὲ αὐτὸ μὲ πίστη, θεραπεύτηκε καὶ πῆγε πρὸς ἔκπληξη ὅλων νὰ πάρη κι ἐκείνη τὴν εὐχή του. Ὁ ἀρχιληστὴς βλέποντας τὸ θαῦμα ἀλλοιώθηκε ἐσωτερικά, μετάνοιωσε, πέταξε τὸ σπαθὶ ποὺ εἶχε κρυμμένο κάτω ἀπὸ τὸ ράσο του καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ καὶ αὐτὸς καὶ οἱ σύντροφοί του ἔγιναν μοναχοὶ καὶ ἔζησαν μὲ ἀκρίβεια τὴν μοναχικὴ ζωή. (Βλ. Δ. Τσάμη, Μητερικόν, τόμος Γ´, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 18-24).

[2] Καλαμποκήσιο ψωμί.


π τ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου γιορείτου ΛΟΓΟΙ Γ' «Πνευματικὸς ἀγώνας»

 «Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου