ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [: Α΄ Κορ. 3,9-17]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Ἓκαστος βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 1-8-1999]
[Β403]
Ὁ Παῦλος, ἀγαπητοί μου, παρομοιάζει τοὺς πιστοὺς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου μὲ δύο εἰκόνες. Τοὺς ἀποκαλεῖ -ἡ πρώτη εἰκόνα- «Θεοῦ Γεώργιον». Δηλαδὴ Θεοῦ χωράφι. Καὶ ἀκόμη: «Θεοῦ οἰκοδομή». Γεωργοί, λοιπόν, καὶ οἰκοδόμοι εἶναι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως ἕν προκειμένω ὁ Παῦλος καὶ ὁ Ἀπολλώς. Αὐτοὶ ἐπιμελοῦνται τὸν ἀγρὸν τοῦ Θεοῦ ἢ τὴν οἰκοδομὴν τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ κτίζουν δηλαδὴ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν πιστῶν. Στὴν συνέχεια, καὶ ὁ κάθε πιστὸς φροντίζει τὸν ἀγρὸ τῆς ψυχῆς του καὶ τὸν καλλιεργεῖ· ἀλλὰ καὶ ἀκόμη φροντίζει νὰ οἰκοδομεῖ τὴν πνευματική του ὕπαρξη.
Πρίν, ὅμως, προχωρήσουμε, παρατηροῦμε ὅτι ὁ Παῦλος στὴν εἰκόνα τῆς οἰκοδομῆς καθορίζει τὸ θεμέλιον τῆς οἰκοδομῆς. Αὐτό, ὅπως θὰ δοῦμε λίγο πιὸ κάτω, εἶναι θεμελιώδους σημασίας. Γράφει ὁ Παῦλος στὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα: «Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσὰν μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα». «Ἔβαλα», λέγει, «θεμέλιον». Ἀλλὰ τὸ θεμέλιον εἶναι δεδομένο. Δὲν τὸ φτιάχνει ὁ Παῦλος τὸ θεμέλιον αὐτό. Ἁπλῶς τὸ παίρνει καὶ τὸ τοποθετεῖ. Δηλαδή; Τί σημαίνει αὐτό; Λέγει ἐδῶ: «Θεμέλιον ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός». «Κανεὶς ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ θέσει θεμέλιον παρὰ ἀπὸ Ἐκεῖνον τὸν ὁποῖον ἤδη ἔχει τεθεῖ. Κι αὐτὸς ὁ θεμέλιος εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός».
Ἔτσι μπορεῖ νὰ τεθεῖ, θὰ λέγαμε, οἱοσδήποτε θεμέλιος, τὴν ὕπαρξη του κάθε ἀνθρώπου; Διότι ὅταν λέγει «κανεὶς ἄλλος θεμέλιος δὲν μπορεῖ νὰ τεθεῖ» γεννᾷται τὸ ἐρώτημα, εἶναι δυνατὸν νὰ τεθεῖ οἱοσδήποτε ἄλλος θεμέλιος; Καὶ ποιοὶ μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτοὶ οἱ θεμέλιοι; Ἀσφαλῶς ναί, ἀγαπητοί μου. Ὑπάρχουν πάρα πολλοὶ θεμέλιοι λίθοι τῆς οἰκοδομῆς τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Τὰ θεμέλια κάθε ἀνθρώπου τίθενται κατὰ τὴν ἀγωγή του. Μέσα στὸ σπίτι, στὸ σχολειὸ καὶ στὴν κοινωνία ἢ τὴν ἐποχὴ ποὺ ζεῖ. Ἔτσι παίρνει τὸ θεμέλιο τῆς ὑπάρξεώς του. Δημιουργεῖται, λοιπόν, κτίζεται, ὁ κάθε ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴν ἐποχή του, σᾶς εἶπα, τὴν ἀγωγή του, σᾶς εἶπα κ.λπ. Ἔτσι ἔχομε τὸν ἰδεαλιστὴν ἄνθρωπον, ἔχομε τὸν ὑλιστὴν ἄνθρωπον, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος οἰκοδομεῖται μὲ ὑλιστικὲς ἀντιλήψεις ἢ ὁ ἄλλος ποὺ οἰκοδομεῖται μὲ ἰδεαλιστικὲς ἀντιλήψεις. Ἀκόμα εἶναι ὁ οἰκονομικὸς ἄνθρωπος. Κάθε ἐποχὴ διαμορφώνει τὸν ἄνθρωπον. Εἶναι ὁ τεχνικὸς ἄνθρωπος, ἢ ὁ τεχνολογικός, ἂν τὸ θέλετε, εἶναι ὁ ἐπιστημονικὸς ἄνθρωπος, εἶναι ἀκόμη ὁ ἀνθρωπιστής, εἶναι ὁ ἱππότης, σὲ παλιότερες ἐποχές. Βλέπετε ὅτι ἐδῶ ἔχομε σὲ κάθε ἐποχὴ ἕνα ἰδεῶδες ἀγωγῆς. Καὶ σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ ἰδεῶδες τῆς ἀγωγῆς, δημιουργεῖται ὁ κάθε ἄνθρωπος.
Ἔτσι ὁ Παῦλος καθορίζει μὲ κάθε ἐντιμότητα, τί θεμέλιο θέτει στοὺς ἀνθρώπους, ἐκείνους ποὺ βαπτίζει καὶ τοὺς ἐκχριστιανίζει, τοὺς κάνει χριστιανούς. Εἶναι τὸ θεμέλιον ΧΡΙΣΤΟΣ. Ἔτσι λέει. Τὸ θεμέλιον ΧΡΙΣΤΟΣ.
Ἀλλά, λέγει ὁ Παῦλος ἀκόμη, ἄλλος θεμέλιος δὲν ὑπάρχει. Ἐκτὸς Χριστοῦ, εἶναι αὐτὰ ποὺ ἀραδιάσαμε. Ἀλλὰ νὰ ἀντικαταστήσομε τὸν Χριστὸν καὶ νὰ βάλομε ἄλλον θεμέλιον, δὲν ὑπάρχει ἄλλος. Λέγει ὁ Ζιγαβηνός: «Ὁ γὰρ πειρώμενος θεῖναι οὐκ ἔστι πιστός, οὐκ ἔστι ὀρθόδοξος». «Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος», λέει, «θὰ κάνει προσπάθεια νὰ δημιουργήσει ἄλλον θεμέλιον, αὐτός», λέγει, «δὲν εἶναι πιστός, δὲν εἶναι ὀρθόδοξος». Τελείωσε, πάει. Ἕνας εἶναι ὁ θεμέλιος· ὁ Χριστός. Καὶ ὑποτίθεται ὅτι οἱ Χριστιανοί, οἱ χριστιανικὲς οἰκογένειες, ὅταν μεγαλώνουν τὰ παιδιά τους, βεβαίως στὴν ἀγωγὴ θὰ βάλουν τὸν Χριστόν. Τὸ ἀκούσατε; Στὴν ἀγωγὴ θὰ βάλουν τὸν Χριστόν. Δὲν θὰ βάλουν τίποτε ἄλλο. Μποροῦμε νὰ πάρομε ἴσως κάποια στοιχεῖα, θὰ δοῦμε καὶ πιὸ κάτω τί θὰ πεῖ θεμέλιος, κάποια στοιχεῖα, κάποια, μόλις, παιδαγωγικά, ψυχολογικά, ἀλλὰ μόλις γιατί, προσέξατε, οἱ ποικίλες, ποικίλες παιδαγωγικὲς ποὺ κυκλοφοροῦν καὶ οἱ ποικίλες, ποικίλες ψυχολογίες ποὺ κυκλοφοροῦν, ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν θεμέλιον Χριστός. Αὐτὸ νὰ μὴν τὸ ξεχνᾶμε.
Καὶ σὲ τί συνίσταται αὐτὸς ὁ θεμέλιος; Μᾶς λέγει πάλι ὁ Ζιγαβηνός: «Ἡ κατὰ Χριστὸν διδασκαλία, ἡ εἰς Χριστὸν πίστις». Τί εἶναι; Λέγει. Εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ πίστις εἰς τὸν Χριστόν. Αὐτὸ εἶναι τὸ θεμέλιον. Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶναι ὁ λίθος ὁ ἀκρογωνιαῖος, ποὺ ἀπερρίφθῃ ἀπὸ τοὺς οἰκοδομοῦντας Ἑβραίους ὡς ἀδόκιμος. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τὸ ἔθεσε εἰς αὐτούς. Καὶ μάλιστα θὰ πεῖ: «Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐτέθη εἰς κεφαλὴν γωνίας». Παλιότερα, οἱ οἰκοδομές, ποὺ δὲν εἴχαμε τσιμέντα, ἦταν ἀγκωνάρια καὶ βάζαν τὰ πιὸ καλὰ ἀγκωνάρια σὲ μία γωνιὰ ἢ στὶς τέσσερις γωνιὲς τῆς οἰκοδομῆς. Λοιπόν, «εἰς κεφαλὴν γωνίας», αὐτὸ θὰ πεῖ «ἀκρογωνιαῖος λίθος» αὐτὸ θὰ πεῖ· «ἐκεῖνον τὸν ὁποῖον ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες». Ὅτι «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος. Σεῖς ποὺ πρέπει νὰ κτίσετε τὸν λαό σας, τὸν ἑαυτό σας, ἐσεῖς ἀποδοκιμάσατε αὐτὸν τὸν ἀκρογωνιαῖον λίθον». Καὶ θὰ προσθέσει: «Καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν». «Ὅποιος σκοντάψει», λέγει, «ἐπάνω εἰς αὐτὸν τὸν λίθον» -εἶναι ὁ σκανδαλισμός, αὐτὸ θὰ πεῖ σκοντάφτω, ἐξάλλου κατὰ λέξη αὐτὸ θὰ πεῖ σκανδαλίζομαι, εἶναι ἕνα σκάνδαλον, ἕνα παλούκι, δὲν τὸ βλέπω, δὲν τὸ προσέχω, ὅπως περπατῶ, ἐκεῖ μοῦ γίνεται ἐμπόδιο καὶ πέφτω κάτω... Καὶ εἶναι ἂν σκανδαλισθῶ ἐπάνω στὸ θέμα τῆς Θεανθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ Χριστὸς Θεός; Ἔγινε ὁ Θεὸς ἄνθρωπος; Ἄν ἐκεῖ σκανδαλισθῶ, τότε θὰ πέσω ἐπάνω εἰς αὐτὴν τὴν πέτρα. Καὶ τὸ σπουδαῖον εἶναι ὅτι τότε ἡ πέτρα αὐτὴ σηκώνεται σὰν νὰ εἶναι ζωντανὸ πρᾶγμα, σηκώνεται, «ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν», «θὰ τὸν κάνει», λέει, «λειῶμα». «Λικμήσει αὐτόν». Θὰ τὸν κάνει λειῶμα αὐτὸν τὸν ἄνθρωπον.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ζῶν θεμέλιος. Γιά μᾶς τοὺς Χριστιανοὺς εἶναι αὐτά. Δὲν εἶναι γιὰ τοὺς ἀπέξω. Δηλαδὴ γιὰ τοὺς μὴ Χριστιανούς. Τί ὅμως ἐννοοῦμε ὅταν λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ θεμέλιος; Ἐννοοῦμε ὅλην τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου στὸ δόγμα καὶ στὸ ἦθος. Δὲν μπορῶ νὰ πῶ ὅτι στὰ δόγματα εἶμαι ἀκριβῆς, εἰς δὲ τὸ ἦθος δὲν εἶμαι ἀκριβῆς. Δηλαδὴ στὴν πρακτικὴ ζωή, στὴν ὀρθοπραξία. Δὲν μπορῶ νὰ τὸ πῶ αὐτό. Συνεπῶς θὰ πρέπει καὶ εἰς τὰ δύο αὐτὰ νὰ εἶμαι ἐντάξει. Νὰ ζῶ σύμφωνα μὲ τὸ εὐαγγελικὸν ἦθος καὶ νὰ πιστεύω ὅ,τι τὸ Εὐαγγέλιον ποὺ ἀποκαλύπτει. Καὶ τί ἀποκαλύπτει τὸ Εὐαγγέλιον; Βεβαίως πάρα πολλὲς σελίδες τοῦ Εὐαγγελίου ἀναφέρονται εἰς τὸ ἦθος. Καὶ βεβαίως πάρα πολλὲς σελίδες ἀναφέρονται εἰς τὸ δόγμα. Ἔτσι θὰ δεχθῶ τὴν διπλὴ φύση τοῦ Χριστοῦ· καὶ τὴν θεία καὶ τὴν ἀνθρωπίνη. Ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος. Ἄρα εἶναι Θεάνθρωπος. Δὲν εἶναι οὔτε ψιλός -τὸ «ψί-» μὲ γιῶτα- ἄνθρωπος, οὔτε μόνον Θεός. Ὅπως ἀκριβῶς θὰ ἤθελε ὁ Μονοφυσιτισμὸς ἐπὶ παραδείγματι. Τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Δὲν ὑστερεῖ οὔτε εἰς τὴν μίαν οὔτε εἰς τὴν ἄλλην φύσιν. Ἀκόμη θὰ δεχθῶ τὸν ἀντιπροσωπευτικὸ χαρακτῆρα τοῦ θανάτου Του. Γιὰ ποιόν πέθανε ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ;
Ἀκόμη θὰ δεχθῶ τὴν ἀναμαρτησία Του. Ξέρετε στὴν ἐποχή μας κυκλοφορεῖ μία θέσις αἱρετικοτάτη καὶ μάλιστα ἀπὸ κάποιον ἀρχιεπίσκοπον, ἐκτὸς Ἑλλάδος, ἀπὸ κάποιον ἀρχιεπίσκοπον, ἐκτὸς Ἑλλάδος, ὅτι ὁ Χριστὸς ἔγινε αὐτὸ ποὺ εἶναι κατὰ προκοπήν. Αἵρεσις, αἵρεσις...! «Κατὰ προκοπὴν» θὰ πεῖ φρόντισε νὰ διορθώνει τὸν ἑαυτὸν Του καὶ ἀνεγνωρίσθῃ ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὁ Θεὸς Κύριος νὰ ἐλεήσει... Ὁλκῆς αἵρεσις. Δὲν ἀποδέχεται τὴν ἀπ᾿ ἀρχῆς θεότητα τοῦ Χριστοῦ.
Ἀκόμα τὸν θάνατό Του, ποὺ εἶναι λυτρωτικὸς καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Ὅτι θὰ ἀναστηθοῦμε καὶ ἐμεῖς, ἄξιοι σὺν Αὐτῷ, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Θεὸς Πατὴρ θὰ ὁδηγήσει κι ἐμᾶς μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν, κατὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς Δευτέρας τοῦ Χριστοῦ Παρουσίας καὶ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
Ἀκόμη θὰ δεχθοῦμε τὴν Ἀνάληψή Του, τὴν ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς καθέδρα. Δηλαδὴ ὅπως εἴπαμε, ἀντιλαμβάνεσθε, γιὰ νὰ μὴν πολυπραγμονῶ, ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιο ποὺ περιγράφει τὴν Θεανθρωπίνη φύση τοῦ Χριστοῦ σὰν σωτῆρα μας. Καὶ εἶναι πραγματικὸς Σωτήρ.
Ὁ Χριστιανὸς αὐτὸν τὸν θεμέλιον ἔχει. Καὶ λέγει ὁ Θεοδώρητος: «Μὴ τοίνυν ἐξ ἀνθρώπων ἑαυτοὺς ὀνομάζετε. Χριστὸς γὰρ ἔστιν ὁ θεμέλιος». «Μὴ βάζετε ἄλλα θεμέλια». Τὸν ἐπιστημονικὸν ἄνθρωπο, τὸν οἰκονομικὸν ἄνθρωπο. Προσέξτε. Αὐτὰ τὰ θεμέλια εἶναι κατ᾿ ἄνθρωπον. Ἕνας εἶναι ὁ θεμέλιος. Ὁ Χριστός.
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, οἱ Χριστιανοί μας, μὲ τὸ Βάπτισμά των, ἔθεσαν τὸν Θεμέλιον ΧΡΙΣΤΟΣ. Ἀφοῦ βαπτιστήκαμε, ἔχουμε ὡς θεμέλιο τὸν Χριστόν. Ὅσοι μὲ ἀκοῦτε εἶστε ἀσφαλῶς βαπτισμένοι καὶ ἐτέθῃ ὁ θεμέλιος ΧΡΙΣΤΟΣ. Τὸ θέμα δὲν εἶναι ἐκεῖ. Τὸ θέμα ξέρετε ποῦ εἶναι; Ἐὰν ἐπὶ τοῦ θεμελίου αὐτοῦ ἐγὼ τώρα τί οἰκοδομῶ, τί κτίζω. Ἔχω τὸν θεμέλιον. Ἀλλὰ τί κτίζω; Ὅπως ἔχομε κάτι κυκλώπεια τείχη -ὅπου εἶναι, στὴν Πελοπόννησο, στὴν Κρήτη, ὅπου εἶναι, κυκλώπεια τείχη- καὶ νὰ πάω τώρα ἐκεῖ, δηλαδὴ θεμέλια πάρα πολὺ γερά, φοβερά, ὁ θαυμασμός μας πῶς τὰ σήκωναν αὐτὰ τὰ θεμέλια, αὐτὲς τίς πέτρες, καὶ πάω τώρα ἐγὼ πάνω σ᾿ αὐτὰ ἅ θεμέλια νὰ κτίσω τὸ σπιτάκι μου. Πωπω, φτώχεια...! Νὰ κτίσω τὸ σπιτάκι μου. Ἕνα δύο δωματιάκια, γιὰ νὰ πηγαίνω νὰ παραθερίζω ἐκεῖ. Σὲ τέτοιον θεμέλιον πᾶς νὰ κτίσεις τὴν καλύβα σου; Τὸ σπιτάκι σου; Τὸ παραθεριστικό σου; Εἶσαι μὲ τὰ καλά σου, ἄνθρωπε; Τὸ ἐρώτημα λοιπὸν εἶναι: Ἐπ᾿ αὐτοῦ τοῦ θεμελίου ποὺ λέγεται ΧΡΙΣΤΟΣ, τί κτίζει ὁ καθένας; Αὐτὸ εἶναι τὸ ζητούμενον.
Τὸ θέμα δὲν ἀνήκει μόνον εἰς τὸν ποιμένα· θὰ τὸ δοῦμε λιγάκι πιὸ κάτω. Τί θά μὲ βοηθήσει ὁ ποιμὴν νὰ κτίσω ἐγώ. Ἀλλὰ τὸ θέμα εἶναι καὶ πῶς ἐγὼ ὁ ἴδιος προσέχω, βλέπω νὰ κτίσω. Ὁ Παῦλος τί κάνει ἐδῶ; Ὑλοποιεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ κτισίματος καὶ ἀπαριθμεῖ: «Εἰ δὲ τις ἐποικοδομεῖ -εἴδατε τὸ ἐποικοδομεῖ. Δηλαδὴ κτίζω ἐπάνω σε κάτι ποὺ ὑπάρχει. Αὐτὸ θὰ πεῖ: ἐπι-οἰκοδομῶ, ἐποικοδομῶ»- ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον (:τὸν καθορισμένον θεμέλιον) χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους -οἱ λίθοι οἱ τίμιοι δὲν εἶναι διαμάντια καὶ τέτοια, αὐτὰ τὰ μικρὰ πετράδια, ἀλλὰ εἶναι οἱ πολύτιμες πέτρες, ὅπως εἶναι τὰ μάρμαρα ἐπὶ παραδείγματι-· λίθους -λοιπόν- τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην». Βάζει ἕξι ὑλικά. Αὐτὰ τὰ ὑλικά, ἀγαπητοί μου, τὰ χωρίζει σὲ δύο κατηγορίες. Καὶ τί λέγει; Ὅτι ὁ καθένας τί κτίζει; Σημαίνει ὅτι ἀναλόγως διαμορφώνει τὴν προσωπικότητά του. Λέμε: «Αὐτὸς σπουδαῖος ἄνθρωπος, σπουδαῖος Χριστιανός». Ἔκτισε ἐπάνω στὸν θεμέλιον ΧΡΙΣΤΟΣ, μὲ χρυσόν, μὲ ἄργυρον κ.τ.λ. Ὁ ἄλλος... τιποτένιος, μὲ ξύλα, λέει, μὲ χορτάρι, ἔκτισε τὴν καλύβα του. Τί μπορεῖς νὰ κάνεις μὲ ξύλα καὶ χορτάρι καὶ καλάμι, καλαμιά; Τί μπορεῖς νὰ κάνεις;
Ἀλλὰ τὸ σπουδαῖον εἶναι, ὅταν θὰ ἔρθει ἐκείνη ἡ ἡμέρα... ποιά ἡμέρα; Τῆς Κρίσεως. Ἡ ἡμέρα ἡ μεγάλη. Ἡ ὁποία ἡμέρα εἶναι πῦρ. Τί θὰ ἀντέξει εἰς τὸ πῦρ ἐκεῖνο; Δηλαδή, τί ἀντέχει εἰς τὴν αἰωνιότητα ἀπὸ τὰ κτισίματα τὰ ὁποῖα ἔχω κάνει ἐπάνω εἰς τὴν προσωπικότητά μου; Ὅ,τι γίνεται καὶ βιώνεται ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, αὐτὸ θὰ μείνει εἰς τὴν αἰωνιότητα. Καὶ μάλιστα, λέει ὁ Παῦλος, εἶναι ἡ πίστις κ.λπ. λέει ὁ Παῦλος «Πᾶν δὲ ὃ οὐκ ἐκ πίστεως, ἁμαρτία ἐστίν». «Ὁτιδήποτε ἔκανες, χωρὶς νὰ τὸ δέσεις μὲ τὴν πίστιν, ὄχι μόνον θὰ χαθεῖ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἀλλὰ καὶ εἶναι ἐπιπλέον καὶ ἁμαρτία». Τὸ καταλάβατε αὐτό; Δηλαδὴ κάνω μία ἐλεημοσύνη. Καθαρὰ καθαρά. Δὲν εἶναι ἀρετὴ ἡ ἐλεημοσύνη; Σίγουρα ναί. Ἐὰν δὲν τὴν κάνω στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ στὸ ὄνομα τὸ δικό μου, δηλαδὴ τί; Νὰ ἱκανοποιήσω τὸ συναίσθημά μου, νὰ δώσω μία καλὴ ἐντύπωση εἰς τοὺς γύρω μου ποὺ μὲ βλέπουν νὰ κάνω μία ἐλεημοσύνη, νὰ γραφεῖ τ᾿ ὄνομά μου εἰς ἐκείνους τοὺς πίνακες, τίς πλάκες τῶν δωρητῶν καὶ τῶν εὐεργετῶν, δηλαδὴ τὸ ἐλατήριο τί εἶναι; Ἡ κενοδοξία εἶναι. Ἡ προβολὴ εἶναι. Δὲν τὸ ἔκανα λοιπὸν γιὰ τὸν Χριστό. Αὐτὸ πηγαίνει χαμένο. Καὶ ὄχι μόνο πηγαίνει χαμένο, ἀλλὰ ἐπιπλέον μᾶς λέγει ὁ Παῦλος ὅτι εἶναι καὶ ἁμαρτία αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἄς τὸ προσέξομε λοιπόν.
Ἕνα ποτήρι νεροῦ... τί εὐτελέστερον θὰ μποροῦσε νὰ γίνει, ἕνα ποτήρι νεροῦ νὰ δώσω κάπου. Καὶ μάλιστα λέγει ἕνας Εὐαγγελιστής, νὰ εἶναι καὶ δροσερόν, κρύο, «νεαρὸν ὕδωρ», κρύο. Δηλαδὴ φρεσκοαντλημένο ἀπὸ τὸ πηγάδι. Νὰ μὴν βαρεθῶ καὶ πάω στὴν βρύση τῆς κουζίνας μου ἐκεῖ στὸν νεροχύτη, γιατί κάποιος μοῦ ζήτησε νερὸ καὶ τὸ γεμίσω ἕνα ποτήρι καί τοῦ τὸ δώσω. Θὰ πάω νὰ βγάλω ἀπὸ τὸ πηγάδι. Καὶ λέγει ὅτι «ἂν αὐτὸ τὸ κάνετε εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, σᾶς βεβαιώνω», λέει ὁ Κύριος, «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἡ κίνησίς σας αὐτὴ δὲν θὰ πάει χαμένη». Ἀντίθετα, μπορεῖ νὰ μετέλθομε ἔργα πολιτιστικά, λαμπρὰ καὶ περίτεχνα, ἀλλὰ νὰ μὴν δεθοῦν μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δὲν ἀντέχουν στὴν αἰωνιότητα. Δὲν ἀντέχουν. Ποιός ἀρνεῖται ὅτι ὁ Ἑρμῆς τοῦ Πραξιτέλους εἶναι ἕνα θαυμάσιο ἄγαλμα; Ποιός ἀρνεῖται ὅτι ἡ Ἀφροδίτη τῆς Μήλου, ἔχει τέτοια συμμετρία... νὰ εἶχα καιρὸ νὰ σᾶς περιγράψω τὴν συμμετρία αὐτοῦ τοῦ ἀγάλματος. Καταπληκτικό! Ποὺ σήμερα μᾶς τὸ ἅρπαξαν οἱ Γάλλοι -οἱ ἔξυπνοι Εὐρωπαῖοι, πάντα ἔξυπνοι, πάντοτε ἔξυπνοι, ναί- καὶ τὸ ἔχουνε στὸ Λοῦβρο. Λοιπὸν ἂς εἶναι. Τὸ θέμα εἶναι τοῦτο. Ὅσα ἔργα πολιτιστικὰ κἂν κατασκευάσω, φτιάξω, θαυμάσω, ἀποκτήσω, οὐδὲν ὄφελος. Οὐδὲν ὄφελος. Ἐκεῖνο ποὺ θὰ κάνω, μόνον ἐὰν δεθεῖ μὲ τὸν Χριστόν, ὁτιδήποτε πολιτιστικό, δεθεῖ μὲ τὸν Χριστόν, γίνει στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ θὰ ἀντέξει τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὡς πρᾶξις. Ὄχι βεβαίως ὡς κτίριο. Κάνω ἕνα ὀρφανοτροφεῖο. Ἐὰν τὸ ἔκανα γιὰ νὰ μαζευτοῦν τὰ ὀρφανὰ παιδάκια κ.τ.λ. κ.τ.λ. δὲν ὑπάρχει ἀντίρρησις ὅτι θὰ καταστραφεῖ. Καὶ μάλιστα, πόσα κτίστηκαν καὶ πόσα καταστρέφονται μέχρι ποὺ νὰ τελειώσει ἡ ἱστορία. Ἐὰν τὸ ἔκανα γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, θὰ μείνει ἡ πρᾶξις μου. Ὄχι τὸ κτίριο. Ἐὰν δὲν τὸ ἔκανα στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ γιὰ τὴν δική μου τὴν φήμη, θὰ πάει χαμένο.
Ὁ Παῦλος, λοιπόν, ἀνέφερε, ὅπως εἴδαμε, δύο κατηγορίες ὑλικῶν πολυτίμων καὶ εὐτελῶν. Τὰ πολύτιμα ὑλικά, εἴπαμε εἶναι ὁ χρυσός, ὁ ἄργυρος, εἶναι οἱ τίμιοι λίθοι. Τί εἶναι τὰ ἄλλα; Μὲ τὰ ὁποῖα κτίζονται μέγαρα, παλάτια κτίζονται. Τὰ ἄλλα ὑλικά, ξύλα, χορτάρι, καλάμι· ποὺ κτίζονται συνήθως εὐτελεῖς καλύβες. Τὸ κάθε ὑλικό, τὸ δοκιμάζει τὸ πῦρ, ὅπως σᾶς εἶπα. Ἔτσι καὶ τὰ ἔργα μας, ποὺ ἐποικοδομήθηκαν στὸν θεμέλιον ΧΡΙΣΤΟΣ, τὸ πῦρ τῆς ἡμέρας ἐκείνης θὰ τὸ δοκιμάσει.
Γράφει ὁ Παῦλος: «Ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται (:τὸ ἔργο τοῦ καθενὸς θὰ γίνει φανερό)· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει - Ποιά ἡμέρα; Ἐκείνη. Ἡ μεγάλη. Τοῦ Χριστοῦ-· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται (:θὰ περάσουν ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς δοκιμασίας)· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖὸν ἐστι τὸ πῦρ δοκιμάσει. Εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ (:ὅποιου τὸ ἔργον θὰ μείνει) ὃ ἐπῳκοδόμησε, μισθὸν λήψεται (:θὰ πάρει μισθόν)». Προσέξτε κάτι, ἂν θέλετε. Λέει «μισθὸν λήψεται». Εἶναι κάτι παραπέρα ἀπὸ τὸ θέμα τῆς σωτηρίας ὁ μισθός. Ἄν ὁ Παῦλος σώθηκε, σωθῶ κι ἐγώ, μπορῶ νὰ συγκρίνω τὸ δικό μου τὸ ἔργο μὲ τὸ ἔργο τοῦ Παύλου; Καὶ ἐκεῖνος σώθηκε, καὶ ἐγὼ ἂς ποῦμε ὅτι μπορῶ νὰ σωθῶ. Ὁ μισθὸς εἶναι στὸ πόσο κοπίασα. Τί ἔκανα. «Μισθὸν λήψεται». Καὶ εἶναι γνωστό, ἀπὸ κάποιες παραβολὲς ποὺ μᾶς εἶπε ὁ Χριστός, ὑπάρχει διαφοροποίησις στὸν μισθόν. Μπορῶ ἐγὼ νὰ ἔχω τὴν πρώτην θέσιν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐγὼ ὁ τιποτένιος, μπροστὰ σὲ ἕναν Παῦλο; Εἶναι δυνατὸν ποτέ; Ὁ Παῦλος εἶπε: «Ἀστὴρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ»· κ.λπ. κ.λπ.
Ἀκόμη: «Εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται (:ὅποιου τὸ ἔργο καεῖ), ζημιωθήσεται (:θὰ ζημιωθεῖ), αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός». Ἐδῶ ὑπάρχουν διάφορες ἑρμηνεῖες στὸ τελευταῖον ἡμιστιχίον. Ἴσως ἡ καλυτέρα ἑρμηνεία εἶναι ἡ ἑξῆς: «Αὐτὸς θὰ σωθεῖ, δηλαδὴ θὰ βρεθεῖ γυμνὸς»... πῶς κάποια στιγμὴ εἶμαι στὸ σπίτι μου καὶ κοιμᾶμαι. Βέβαια, εἶμαι μὲ τὸ νυχτικὸ μου ἂς τὸ ποῦμε. Κάποια στιγμὴ λοιπόν, φωτιά, φωτιὰ στὸ σπίτι! Δὲν μοῦ λέτε, ἐκείνη τὴν ὥρα, τί, θὰ πάω νὰ πάρω τὰ ροῦχα μου ἀπὸ τὴν ντουλάπα; Ἢ θὰ πεταχτῶ ἔξω; Τὸ σπίτι κάηκε. Μὲ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα. Ἐγὼ πῶς ἔμεινα; Γυμνός. Δηλαδὴ χωρὶς νὰ ἔχω τίποτα. Ἔτσι θὰ βρεθοῦν οἱ ἄνθρωποι, ὅταν δὲν χτίσουν σωστά, μὲ σωστὰ ὑλικά. Θὰ μείνουν γυμνοί, τελείως γυμνοί.
Καὶ ὅπως λέει ὁ Ζιγαβηνός- προσέξτε αὐτό: «Διὰ τῶν ξύλων καὶ τοῦ χόρτου καὶ τῆς καλάμης, τὰ διάφορα εἴδη τῆς ἀτίμου κακίας ὅτι εἶναι ἐστίν». Δηλαδὴ τί εἶναι αὐτὰ τὰ δεύτερα ὑλικά, ξύλα, καλάμι κ.τ.λ; Εἶναι, λέει, τὰ ἄτιμα ἔργα. Ὄχι τά.. ξέρω γώ, μικρά. Ἄς ποῦμε, ἔδωσα ἕνα λεπτό, ἕνα δίλεπτο τῆς χήρας ἐλεημοσύνη. Δὲν εἶναι αὐτό. Ὁ Χριστὸς εἶπε ὡραιότατα, ὅτι ἡ γυναῖκα αὐτὴ ἔβαλε ὅλη της τὴν περιουσία. Τὸ δίλεπτον τῆς χήρας. Ἐπαινεῖται. Εἶναι, λοιπόν, τὰ ἄτιμα ἔργα, τὰ εὐτελῆ, τὰ τιποτένια. Καὶ προσθέτει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: «Τὰς πονηρᾶς πράξεις». Τί εἶναι αὐτό; Ἐπάνω εἰς τὸν θεμέλιον ΧΡΙΣΤΟΣ, θέτω τίς πονηρές μου πράξεις, τίς πορνεῖες μου, τίς μοιχεῖες μου, τίς κλοπές μου. Ναί. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέει: «Ἡ τῆς κακίας φύσις ἥτις εἰς οὐδὲν ἄλλο ἢ εἰς πυρὸς δαπάνην παρασκευάζεται». Εἶναι ἡ φύσις τῆς κακίας, τὰ κακὰ ἔργα. Αὐτά, λέει, παρασκευάζουν...τι παρασκευάζουν; Τὴν δαπάνη στὴν φωτιά. Καὶ ὁ Ὠριγένης λέγει: «Τὴν κακίαν καὶ τὰ ἐπ᾿ αὐτῆς πραττόμενα καὶ τροπικῶς λεγόμενα, ξύλα εἶναι (:ὅτι εἶναι ξύλα, χόρτος καὶ καλάμι)». Εἶναι τὰ κακὰ ἔργα. Ἀλήθεια, πῶς κτίζομε τὴν οἰκοδομὴ τῆς ὑπάρξεώς μας, ἀγαπητοί μου; Πῶς κτίζομε;
Εἶναι ὅμως καὶ τὸ θέμα τῶν ποιμένων. Ὅταν προσφέρουν κηρύγματα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἐκκοσμικευμένα γιὰ νὰ προσελκύουν, ἀλλὰ αὐτὰ τὰ κηρύγματα τὰ ἐκκοσμικευμένα, δὲν σώζουν.
Ἀγαπητοί, ἀντιληφθήκαμε τὴν σοβαρότητα τῶν λεγομένων ὑπὸ τοῦ Παύλου; Ἀναφέρεται εἰς τοὺς διακόνους τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ στὸν κάθε πιστὸ ποὺ ἐποικοδομεῖ στὴν ὕπαρξή του τὴν ἁγιότητα ἢ τὴν κακία. Μήν σᾶς θαμπώνει ἕνα κήρυγμα τάχα σύγχρονον καὶ ἑλκυστικό. Δὲν σώζει. Γιατί πολλὲς φορὲς εἶναι ἐκκοσμικευμένο. Τέτοια κηρύγματα δὲν ἀντέχουν στὴν αἰωνιότητα καὶ δὲν ὁδηγοῦν δηλαδὴ στὴ σωτηρία τὸ ποίμνιο. Καὶ τὸ σωστὸ κήρυγμα, τάχα ἀναχρονισμένο, τὸ βάζομε στὴν ἄκρη. «Ἄ», λέει, «αὐτὰ εἶναι παλιὲς ἀντιλήψεις». Ὄχι, ἀγαπητοί μου.
Εὔχομαι σὲ ὅλους μας νὰ ἀποκτήσομε γνήσια κριτήρια οἰκοδομῆς τῆς σωτηρίας μας. Τί θὰ μείνει ἢ τί θὰ καεῖ. Γιατί ἀλλιώτικα θὰ ζήσομε τὴν ἡμέρα ἐκείνη τὴν μεγάλη, μεγάλες ἐκπλήξεις... Εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἐλεήσει.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_811.mp3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου