«Μιά μέρα, σ’ ένα απ’ τά πιό μεγάλα Νοσοκομεία εφεραν ένα άρρωστο ήθοποιό τού Ελληνικού θεάτρου. ξακουστό καί δοξασμένο. Ή αρρώστια του ήταν σοβαρή...
Ετσι, ό ηθοποιός είναι τώρα ξαπλωμένος στό κρεβάτι. Σκέπτεται. Θυμάται, Αναπολεί τά περασμένα... Καί μελαγχολεί.
Ή Θεία Πρόνοια έφερε κοντά του μία αδελφή νοσοκόμα πολύ πιστή. Του μίλησε γιά τή χριστιανική ζωή, γιά τήν άρετή, γιά τό φως.
Ετσι, ό ηθοποιός είναι τώρα ξαπλωμένος στό κρεβάτι. Σκέπτεται. Θυμάται, Αναπολεί τά περασμένα... Καί μελαγχολεί.
Ή Θεία Πρόνοια έφερε κοντά του μία αδελφή νοσοκόμα πολύ πιστή. Του μίλησε γιά τή χριστιανική ζωή, γιά τήν άρετή, γιά τό φως.
Ό ηθοποιός επηρεάσθηκε. Άρχισε νά σκέπτεται βαθύτερα. Σέ λίγες μέρες —τί θαύμα— ζήτησε νά έξομολογηθή.