Είπε κάποιος από τους Πατέρες ότι στις όχθες του ποταμού, κοντά στο χωριό όπου ο μακάριος Σιλουανός ζούσε στην Παλαιστίνη, κατοικούσε ένας αδελφός που προσποιούνταν τον σαλό. Έτσι, κάθε φορά που τον συναντούσε κάποιος αδελφός, άρχιζε και γελούσε. Γι’ αυτό λοιπόν κι εκείνος τον άφηνε κι έφευγε.
Συνέβη κάποια φορά να επισκεφθούν τον αββά Σιλουανό τρεις Πατέρες. Και αφού έκαναν προσευχή, τον παρακάλεσαν να στείλει κάποιον μαζί τους για να δουν τους αδελφούς μέσα στα κελιά τους. Είπαν επίσης στον Γέροντα:
«Κάνε αγάπη και δώσε εντολή στον αδελφό να μας πάει σ’ όλους». Και ο Γέροντας ενώπιόν τους είπε στον αδελφό: «Να πας τους Πατέρες σε όλους». Ιδιαίτερα όμως του παρήγγειλε: «Πρόσεξε, να μην τους πας σ’ εκείνον τον σαλό, για να μη σκανδαλισθούν».