ΜΕΡΟΣ 2ον
Γεωστρατηγικοί Παράγοντες
Συρία:
Η παραδοσιακά κοσμική Αραβική Δημοκρατία απορροφήθηκε εντός του ευρέως εφαρμοζόμενου θεάτρου επιχειρήσεων της Έγχρωμης Επανάστασης που εφάρμοσαν οι ΗΠΑ, όταν η «Αραβική Άνοιξη» ξέσπασε το 2011.
Συνοψίζοντας τα στρατηγικά θεμέλια αυτής της μεγαλοπρεπούς επιχείρησης, βλέπουμε ότι το εγχείρημα για τις ΗΠΑ ήταν να βοηθήσουν μια διακρατική κλίκα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ώστε να ανέλθει στην εξουσία από την Αλγερία μέχρι τη Συρία, μέσω μιας σειράς συγχρονισμένων επιχειρήσεων ανατροπής του καθεστώτος σε αντίπαλα κράτη (Συρία), αναξιόπιστους εταίρους (Λιβύη), και στρατηγικής σημασίας κράτη διαμεσολάβησης (proxy) που αναπόφευκτα έπρεπε να αλλάξουν ηγεσία (Αίγυπτο. Υεμένη).
Το προκύπτον στρατηγικό περιβάλλον έπρεπε να μοιάζει σε αυτό της εποχής του Ψυχρού Πολέμου στην Ανατολική Ευρώπη, ως προς το σημείο πως κάθε ένα από τα μέλη θα καθοδηγούνται από το ίδιο κόμμα (η Μουσουλμανική Αδελφότητα αντί του Κομμουνιστικού Κόμματος) και θα ελέγχονται από μία proxy δύναμη που λειτουργεί για λογαριασμό ενός εξωτερικού προστάτη, σε αυτήν την περίπτωση ενός κοινού μετώπου συγκυριαρχίας, στο οποίο προήδρευε η Τουρκία και το Κατάρ, αλλά παρασκηνιακά ήλεγχαν οι ΗΠΑ.
Αυτή η χαλαρά οργανωμένη ιδεολογική «συνομοσπονδία» διατηρείτο ελαφρώς ασύνδετη, προκειμένου να είναι διαχειρίσιμη, μέσω της απλής τακτικής «διαίρει και βασίλευε» (εμποδίζοντας έτσι την ανεξαρτησία της οργάνωσης και ενδεχόμενη στροφή ενάντια στη Σαουδική Αραβία και τα κράτη του Κόλπου), αλλά εύκολα προκάλεσε τη θρησκευτική έχθρα για την κινητοποίηση κατά του Ιράν και των περιφερειακών συμφερόντων του, καθιστώντας έτσι το μπλοκ Τουρκίας – Κατάρ ένα εξαιρετικά ευέλικτο εργαλείο για την προώθηση της αμερικάνικης μείζονας στρατηγικής στη Μέση Ανατολή.
Λαμβάνοντας υπόψη τη χαοτική προέλευση αυτού του γεωπολιτικού τεχνάσματος, ήταν προκαθορισμένο ότι οι επιμέρους αντικειμενικοί σκοποί του δεν θα υλοποιηθούν σύμφωνα με το σχέδιο και ότι μόνο η μερική υλοποίηση θα μπορούσε ρεαλιστικά να συμβεί κατά την πρώτη προσπάθεια.
Αυτό ακριβώς σημειώθηκε όταν μεγάλο μέρος του συριακού λαού αντιστάθηκε προκλητικά στον Υβριδικό Πόλεμο και την επίθεση που δέχτηκε εναντίον του πολεμώντας σθεναρά για την υπεράσπιση της κοσμικής ιδιότητας του κράτους και της κουλτούρας του. Η μεγαλύτερη απόδειξη είναι η διατήρηση της εξουσίας Assad, γεγονός που δε θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί απλά και μόνο με τη ρωσική υποστήριξη.
Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η Συρία θεωρείτο πάντα ως το πιο στρατηγικό βραβείο από όλα τα κράτη που επηρεάστηκαν από την «Αραβική Άνοιξη», και αυτό αποδεικνύεται από τον απεγνωσμένο, πεντάχρονο Υβριδικό Πόλεμο που οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν εναντίον της, σε απάντηση της αρχικής αποτυχίας ανατροπής του καθεστώτος. Συγκριτικά, η Αίγυπτος, το πιο πυκνοκατοικημένο αραβικό κράτος, γενέτειρα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, χρειάστηκε να ασχοληθεί με χαμηλού επιπέδου τρομοκρατία, κατευθυνόμενη από το Κατάρ, στο Σινά, από τότε που ανέτρεψε την επιβαλλόμενη, από τις ΗΠΑ, κυβέρνηση Morsı.
Ο λόγος για αυτή την κραυγαλέα διαφορά της σημασίας των συσχετισμών για τους αμερικανικούς μείζονες στρατηγικούς στόχους είναι οι γεω-οικονομικοί καθοριστικοί παράγοντες πίσω από τον πόλεμο στη Συρία, οι οποίοι σύντομα θα γνωρίσουν γενικότερη αποδοκιμασία.
Ουκρανία:
Οι καθοριστικοί παράγοντες γεωστρατηγικής πίσω από τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι πολύ πιο απλοί από ό,τι εκείνοι πίσω από τον πόλεμο στη Συρία, και έχουν ως επί το πλείστον ήδη αναλυθεί στο πρώτο μέρος με την περιγραφή του δόγματος «Reverse Brzezinski» στη γεωπολιτική παγίδευση.
Ένα από τα κίνητρα πίσω από την ανατροπή καθεστώτος της ουκρανικής κυβέρνησης και της εγκαινίασης του επερχόμενου αντιρωσικού πογκρόμ ήταν να δελεάσει τη Ρωσία σε μια παρεμβατική παγίδα a la 1979, στο Αφγανιστάν και ο πόλεμος στο Donbass ήταν η επιτομή αυτής της προσπάθειας.
Η Ουάσινγκτον απέτυχε να επιτεύξει το στόχο της, αλλά ήταν πολύ πιο επιτυχής στο να στρέψει ολόκληρη την επικράτεια της Ουκρανίας ως ένα γεωπολιτικό όπλο κατά της Ρωσίας.
Ο Brzezinski είχε περίφημα ευφυολογήσει πως «χωρίς την Ουκρανία, τη Ρωσία παύει να είναι μία ευρασιατική αυτοκρατορία», και ενώ είχε μια εντελώς διαφορετική αντίληψη στο μυαλό όταν δήλωσε το ανωτέρω (η αρχική σκέψη ήταν πως η Ρωσία θα προσπαθήσει να σοβιετοποιήσει ιμπεριαλιστικά την περιοχή), από γεωπολιτικής απόψεως, η δήλωση αυτή κατέχει μία θεμελιώδη αλήθεια.
Η ρωσική εθνική ασφάλεια καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τα γεγονότα στην Ουκρανία, ιδίως όσον αφορά την ευρεία δυτική περιφέρειά της, και μια εχθρική κυβέρνηση στο Κίεβο που διαφαίνεται πως δέχεται τη φιλοξενία των υποδομών της αμερικανικής «αντιπυραυλικής ομπρέλας» (η οποία είναι επί του παρόντος ένας ευφημισμός για την αύξηση των πιθανοτήτων των ΗΠΑ εξουδετέρωσης δεύτερης πυραυλικής επίθεσης της Ρωσίας και αντιμετώπισης ενός πυρηνικού εκβιασμού) θα έθετε μια σημαντική στρατηγική απειλή. Αναδιατυπώνοντας τον Brzezinski, ώστε να κάνουμε το λόγο του πιο ακριβή, θα λέγαμε πως «Αν η Δύση καταφέρει να χειριστεί την Ουκρανία ώστε μακροπρόθεσμα να γίνει μια εχθρός της Ρωσίας, τότε η Μόσχα θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα σημαντικό γεωπολιτικό εμπόδιο για τις μελλοντικές πολυπολικές φιλοδοξίες της. »
Το σοβαρό σενάριο της ουκρανικής φιλοξενίας της «αντιπυραυλικής άμυνας» των ΗΠΑ ή του ΝΑΤΟ έχει μειώσει αισθητά τα ποσοστά επιβεβαίωσής του, αλλά η χώρα εξακολουθεί να κάνει άλματα προς την κατεύθυνση του σκιώδους μέλους του ΝΑΤΟ, θέτοντας εαυτόν ένα de-facto μέλος της Συμμαχίας, χωρίς τις επίσημες εγγυήσεις αμοιβαίας άμυνας.
Η αυξημένη στρατιωτική συνεργασία μεταξύ Κιέβου και Ουάσιγκτον, και κατ ‘επέκταση, μεταξύ της Ουκρανίας και του ΝΑΤΟ, θέτει ως βάση τους επιθετικούς ελιγμούς εναντίον των ρωσικών στρατηγικών συμφερόντων.
Παρ ‘όλα αυτά, το ενδεχόμενο δεν είναι τόσο δυσμενές για τη Μόσχα όσο θα μπορούσε να ήταν, αφού οι αμερικανοί στρατηγικοί σχεδιαστές είχαν αφελώς υποθέσει ότι το Πεντάγωνο θα είχε ήδη τον έλεγχο της Κριμαίας και ως εκ τούτου θα ήταν σε θέση να τοποθετήσει μονάδες «αντιπυραυλικής άμυνας» και άλλους αποσταθεροποιητικούς μηχανισμούς ακριβώς στο κατώφλι της Ρωσίας.
Η απόλυτη πλάνη στον τρόπο σκέψης της Δύσης κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών του Υβριδικού Πολέμου ήταν ότι η Ρωσία θα υποχωρήσει από την υπεράσπιση των πολιτισμικών, ανθρωπιστικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων της στην Κριμαία (δόγμα «Reverse Brzezinski»), η οποία, όπως η ιστορία τώρα πιστοποιεί, ήταν μια επικά λανθασμένη εκτίμηση, η χειρότερη που οι ΗΠΑ έχουν κάνει ποτέ.
Γεω-οικονομικοί παράγοντες
Συρία:
Η Συρία είναι τόσο σημαντική από την άποψη της αμερικανικής μείζονος στρατηγικής, επειδή είναι ο τερματικός σταθμός για τον Friendship Pipeline (επίσης γνωστός ως σιιτικός αγωγός) τον οποίο μοιράζονται Ιράν και Ιράκ.
Η διαδρομή του φυσικού αερίου θα μπορούσε να επιτρέψει στο Ιράν να έχει πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά και να ακυρώσει εντελώς το καθεστώς κυρώσεων που οι ΗΠΑ είχαν χτίσει εναντίον του στο συγκεκριμένο διάστημα. Ταυτόχρονα με το έργο αυτό υπήρχε μία ανταγωνιστική πρόταση ενός άλλου αγωγού από το Κατάρ για τη μεταφορά του δικού του φυσικού αερίου μέσω της Σαουδικής Αραβίας, της Ιορδανίας, της Συρίας, και εν συνεχεία στην ΕΕ, είτε μέσω υγροποιημένου φυσικού αερίου είτε μέσω της Τουρκίας.
Ο Πρόεδρος Assad απέρριψε συνετά την πρόταση του Κόλπου διατηρώντας την πίστη του, στον από καιρό, ιρανικό σύμμαχο της χώρας του. Από τη στιγμή που η Έγχρωμη Επανάσταση απέτυχε ο μετά-«Αραβικής Άνοιξης» Υβριδικός Πόλεμος, που υποστηρίχτηκε από τις ΗΠΑ και τις χώρες του Κόλπου απέδειξε πως ο σουνιτικός άξονας, λειτουργώντας σε παραλληλία με την Ουάσινγκτον, επιχείρησε να τιμωρήσει τη Δαμασκό για την άρνησή της να γίνει ένας μονοπολικός δορυφόρος.
Αν είχε ολοκληρωθεί, ο «Friendship Pipeline» θα ήταν ένα από τα πιο σημαντικά πολυπολικά διακρατικά συνδετικά έργα στον κόσμο, υπό την έννοια ότι θα είχε προκαλέσει αναταράξεις στην περιφερειακή γεωπολιτική, παρέχοντας ένα ενεργειακό και επενδυτικό διάδρομο που θα συνέδεε το Ιράν με την ΕΕ.
Εκ των ων ουκ άνευ συνεπάγεται πως θα προκαλείτο μια σημαντική μεταβολή στην ισορροπία εξουσίας στη Μέση Ανατολή με την πλάστιγγα να γέρνει εις βάρος των ΗΠΑ και των συμμάχων της στον Κόλπο, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο την αντιπαλότητα στους σχεδιασμούς του σουνιτικού και του σιιτικού αγωγού, αλλά και τον ανταγωνισμό που θα προέκυπτε με τον αγωγό Nabucco, και την οικονομική καταστροφή του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο θα έπεφτε ως ώριμο φρούτο στην αγκαλιά της Μόσχας.
Κατανοώντας την οξεία απειλή που θέτει ο εν λόγω αγωγός στην, επί δεκαετίες, ηγεμονική κυριαρχία πάνω στην περιοχή, οι ΗΠΑ δεσμεύτηκαν να εξασφαλίσουν πως το έργο δεν θα υλοποιηθεί επουδενί, όθεν ένας από τους λόγους πίσω από τη δημιουργία του ISIL, ακριβώς στη μέση της αναμενόμενης ζώνης διέλευσης.
Υπό αυτή την οπτική διαφαίνεται σαφέστερα ο λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ επέδειξαν μεγαλύτερη προτεραιότητα στην αποσταθεροποίηση της Συρίας, παρά σε αυτή της Αιγύπτου, και ήταν πρόθυμες να σπαταλήσουν αμέτρητους πόρους σε αυτήν την προσπάθεια και να οργανώσουν μια παγκόσμια συμμαχία με proxy μέλη για την επίτευξή του.
Ουκρανία:
Η αποφασιστικότητα της Ουάσινγκτον στην κατάληψη της Ουκρανίας δεν έλαβε την έμπνευση απλά από μία γεωστρατηγική σκέψη, δεδομένου ότι οι επιτακτικές ανάγκες διασταυρώνονταν ταυτόχρονα με τη γεω-οικονομική πραγματικότητα.
Κατά τη στιγμή που η αστική τρομοκρατική εκστρατεία, ευρέως γνωστή ως «Euromaidan», ξεκίνησε, η Ουκρανία εξαναγκάστηκε από τις ΗΠΑ σε μια τεχνητή «Πολιτισμική Επιλογή» μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας. Η Μόσχα είχε προωθήσει τρία αλληλένδετα πολυπολικά διακρατικά συνδετικά έργα – πωλήσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου στην ΕΕ, την Ευρασιατική Ένωση, και την Ευρασιατική Land Bridge (ενεργειακό, θεσμικό και οικονομικό project αντίστοιχα) – τα οποία η Ουάσιγκτον ήταν πρόθυμη να αποδυναμώσει με κάθε κόστος.
Υπενθυμίζοντας την προαναφερόμενη ρήση του ευφυολογήματος Brzezinski για την Ουκρανία και την αναδιατύπωση από μέρους μου, οι λέξεις αποκτούν μία μεγαλύτερη λογική υπόσταση, καθώς χωρίς την Ουκρανία, ως μέρος αυτού του διασυνδεδεμένου δικτύου έργων, ολόκληρο το σύνολο γίνεται αισθητά πιο αδύναμο.
Όπως αναφέρεται σε κάθε ένα από τα έργα η αφαίρεση της Ουκρανίας από την εξίσωση:
- παρεμποδίζει τη διενέργεια του εμπορίου της Ρωσίας-ΕΕ δημιουργώντας απροσδόκητες επιπλοκές για τις δύο πλευρές
- αφήνει μια σημαντική αγορά και το εργατικό δυναμικό εκτός του πεδίου εφαρμογής της τελωνειακής ένωσης
- και απαιτεί τον επαναπροσδιορισμό υποδομών ο οποίος αφορά αποκλειστικά χώρες που, συγκριτικά με την Ουκρανία, χαρακτηρίζονται μικρότερες και λιγότερο, οικονομικά, σημαντικές, όπως η Λευκορωσία.
Τοιούτο τρόπο η Ουκρανία μετατρέπεται σε ένα γεωπολιτικό σημείο συμφόρησης το οποίο προσμετρείται, έτι περισσότερο, στους αντι-ρωσικούς σχεδιασμούς της Δύσης.
Ως ένα πρόσθετο «όφελος» της λαθροθηρίας της Ουκρανίας από τη ρωσική σφαίρα επιρροής, χαρακτηρίζεται το γεγονός πως οι ΗΠΑ ήταν σε θέση να θέσουν σε κίνηση μια αλυσίδα θεματικών προδεδικασμένων εκδηλώσεων (με εξαίρεση την επανένωση της Κριμαίας, φυσικά) που υποκινούσαν το νέο Ψυχρό Πόλεμο τον οποίο ήταν πρόθυμες να προκαλέσουν.
Οι ενέργειες έλαβαν χώρα, προκειμένου να δημιουργηθούν φαινομενικά ανυπέρβλητα εμπόδια μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ, γνωρίζοντας ότι τα αναμενόμενα διλήμματα ασφαλείας (από στρατιωτικής, ενεργειακής, οικονομικής και στρατηγικής άποψης) θα εμπόδιζαν σημαντικά τη μεταξύ τους συνεργασία και καθιστούσαν τις Βρυξέλλες όλο και πιο ευάλωτες στο δέλεαρ της προστασίας τους από την αμερικανική ογκώδη μονοπολική δύναμη και τα γεωστρατηγικά παιχνίδια, που το Καπιτώλιο σχεδίαζε.
Προκειμένου να διατηρήσει την ηγεμονική της θέση στην Ευρώπη, η Ουάσινγκτον έπρεπε να κατασκευάσει ένα σενάριο που θα μπορούσε να χωρίσει τη Ρωσία και την ΕΕ για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και με έντονο τρόπο, έτσι ώστε να αυξήσει τις πιθανότητες επιβολής των ακόλουθων τριών κατηγοριών προγράμματος ελέγχου για την Ευρώπη:
- μόνιμη on-alert εξάπλωση και εγκατάσταση του ΝΑΤΟ στα ανατολικά (στρατιωτικό πρόγραμμα)
- αμερικανικά ελεγχόμενες εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την ΕΕ και η προσφυγή της τελευταίας σε νέες ελκυστικές μη ρωσικές ενεργειακές οδούς, όπως ο Southern Gas Corridor (ενεργειακό πρόγραμμα)
- και η συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων Εταιρικής Σχέσης TTIP, η οποία, μεταξύ άλλων προνομίων που χορηγεί στις ΗΠΑ, καθιστά αδύνατο για τις Βρυξέλλες να διεξάγουν περαιτέρω συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών (FTA’s) χωρίς την αμερικανική έγκριση (οικονομικό πρόγραμμα).
Συνολικά, οι τρεις αυτοί αλληλένδετοι παράγοντες προορίζονται να ενισχύσουν το μεγαλύτερο από τους στρατηγικούς στόχους των ΗΠΑ, και ταυτόχρονα αυξάνουν τις προοπτικές για τη δική τους επιτυχία. Αυτή είναι η τεχνική της τεχνητής «σύγκρουσης πολιτισμών », μεταξύ της Δύσης και της Ευρασίας και της Ρωσίας, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ αναμένουν εφεξής από την ΕΕ να τρομοκρατηθεί υπό το φόβο της ρωσικής αρκούδας και, κατά συνέπεια, να τρέξουν στην αγκάλη Άμυνας του Θείου Σαμ ως «υπερασπιστή του δυτικού πολιτισμού».
Αυτό είναι το απόλυτο σχέδιο που οι ΗΠΑ θέλουν να εκπληρώσουν στην Γηραιά Ήπειρο, δεδομένου ότι η επιτυχής εφαρμογή του μαζί με τα τρία βασικά συστατικά (στρατιωτική, ενεργειακή και οικονομική εξάρτηση που περιγράφηκαν νωρίτερα) θα δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για την, επί γενεών, ηγεμονική κυριαρχία πάνω από την Ευρώπη, και ως εκ τούτου θα εκτόξευε τις πιθανότητες ότι η πολυπολική αντεπίθεση ενάντια στην αμερικανική υπερδύναμη θα παρατεινόταν, μετατρέποντας αυτή μία υπόθεση δεκαετιών.
Κάπως έτσι εξηγούνται και οι φωνές διαφωνίας εντός της Ε.Ε. περί ευρωστρατού, ενεργειακής τροφοδοσίας, κυρώσεων εναντίον Ρωσίας, συμφωνίας για τον TTIP κτλ.
Τέλος Β΄Μέρους
Eπιμέλεια:Geopolitics Editorial Team
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου