Ὁ Προφήτης Σοφονίας
O πριν βοήσας τη Σιών χαίρε σφόδρα,
Xαίρει παραστάς τω Θεώ Σοφονίας.
Φαίδιμος εν τριτάτη Σοφονίας ήτορ αφήκεν.
Ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα π.Χ., ἐπὶ βασιλέως Ἰωσίου. Εἶναι ὁ ἔνατος ἀπὸ τοὺς μικροὺς λεγόμενους προφῆτες καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Συμεὼν ἢ κατ’ ἄλλους τοῦ Λευΐ. Τὸ ὄνομά του σημαίνει «ὁ Γιάχβε κρύπτει», δηλαδὴ περιφρουρεῖ, προστατεύει.
Τὸ προφητικό του βιβλίο διαιρεῖται σὲ τρία μικρὰ κεφάλαια. Στὸ πρῶτο ἀπειλεῖ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ παρεξέκλιναν ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν εἰδωλολατρία. Στὸ δεύτερο προλέγει τὴν καταστροφὴ τῆς Γάζας, τῆς Ἀσκαλῶνος, τῆς Ἀζώτου, τῆς Δαμασκοῦ, τῆς Αἰθιοπίας, τῆς Ἀσσυρίας καὶ ἄλλων ἀκόμα χωρῶν. Στὸ τρίτο ἐλέγχει τὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ διαφθορά της, ἀλλὰ καὶ τὴν ὀνομάζει ἐπιφανή, σὰν κοιτίδα λυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Τέλος, χαιρετίζει μὲ ἀγαλλίαση τὴν μέλλουσα ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στὴ Σιῶν. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς μίλησε μὲ τὸ Στόμα τοῦ προφήτη καὶ νὰ τί εἶπε γιὰ τοὺς ἄνομους ἀνθρώπους: «Ἐξάρω τοὺς ἀνόμους ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, λέγει Κύριος... Καὶ τοὺς ἐκκλίνοντας ἀπὸ τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς μὴ ζητοῦντας τὸν Κύριον καὶ τοὺς μὴ ἀντεχομένους τοῦ Κυρίου. Θὰ ξεριζώσω, λέει ὁ Κύριος, τους ἀνόμους ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς. Καὶ θὰ τιμωρήσω αὐτοὺς ποὺ παρεκκλίνουν ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, αὐτοὺς ποὺ δὲν ζητοῦν μὲ τὴν προσευχή τους τὸν Κύριο καὶ δὲν κρατοῦνΑὐτὸν σὰν στήριγμά τους».
Ὁ προφήτης Σοφονίας πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συνιεὶς φερωνύμως τῶν μελλόντων τὴν πρόγνωσιν, ἐκφαντορικῶς προεκφαίνεις, τὴν αἰώνιον λύτρωσιν. Σιὼν γὰρ βασιλέα τὸν Χριστόν, κηρύττεις Σοφονία ἐμφανῶς· παρ’ αὐτοῦ γὰρ ἐλυτρώθημεν τῆς ἀρᾶς, Προφῆτα οἱ βοῶντές σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρουμένῳ διὰ σοῦ, πᾶσι συγχώρησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπαξίως σύνεσιν, προφητικὴν γεωργήσας, τὴν τοῦ Λόγου σάρκωσιν, προανεφώνησας κράζων· τέρφθητι, Σιὼν ἡ πόλις ἡ πανολβία, ἄνακτα, Χριστὸν ἐν πώλῳ εἰσδεχομένη· Ὃν δυσώπει Σοφονία, ὑπὲρ τῶν πίστει μακαριζόντων σε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν ἐν Νόμῳ ἐκπληρωτά, καὶ τῶν ἐν τῇ Νέᾳ Διαθήκῃ προμηνυτά· χαίροις οὐρανίων, χαρίτων μυστηπόλε, Προφῆτα Σοφονία, ἀξιοθαύμαστε.
Τὸ προφητικό του βιβλίο διαιρεῖται σὲ τρία μικρὰ κεφάλαια. Στὸ πρῶτο ἀπειλεῖ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ παρεξέκλιναν ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν εἰδωλολατρία. Στὸ δεύτερο προλέγει τὴν καταστροφὴ τῆς Γάζας, τῆς Ἀσκαλῶνος, τῆς Ἀζώτου, τῆς Δαμασκοῦ, τῆς Αἰθιοπίας, τῆς Ἀσσυρίας καὶ ἄλλων ἀκόμα χωρῶν. Στὸ τρίτο ἐλέγχει τὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ διαφθορά της, ἀλλὰ καὶ τὴν ὀνομάζει ἐπιφανή, σὰν κοιτίδα λυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Τέλος, χαιρετίζει μὲ ἀγαλλίαση τὴν μέλλουσα ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στὴ Σιῶν. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς μίλησε μὲ τὸ Στόμα τοῦ προφήτη καὶ νὰ τί εἶπε γιὰ τοὺς ἄνομους ἀνθρώπους: «Ἐξάρω τοὺς ἀνόμους ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, λέγει Κύριος... Καὶ τοὺς ἐκκλίνοντας ἀπὸ τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς μὴ ζητοῦντας τὸν Κύριον καὶ τοὺς μὴ ἀντεχομένους τοῦ Κυρίου. Θὰ ξεριζώσω, λέει ὁ Κύριος, τους ἀνόμους ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς. Καὶ θὰ τιμωρήσω αὐτοὺς ποὺ παρεκκλίνουν ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, αὐτοὺς ποὺ δὲν ζητοῦν μὲ τὴν προσευχή τους τὸν Κύριο καὶ δὲν κρατοῦνΑὐτὸν σὰν στήριγμά τους».
Ὁ προφήτης Σοφονίας πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συνιεὶς φερωνύμως τῶν μελλόντων τὴν πρόγνωσιν, ἐκφαντορικῶς προεκφαίνεις, τὴν αἰώνιον λύτρωσιν. Σιὼν γὰρ βασιλέα τὸν Χριστόν, κηρύττεις Σοφονία ἐμφανῶς· παρ’ αὐτοῦ γὰρ ἐλυτρώθημεν τῆς ἀρᾶς, Προφῆτα οἱ βοῶντές σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρουμένῳ διὰ σοῦ, πᾶσι συγχώρησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπαξίως σύνεσιν, προφητικὴν γεωργήσας, τὴν τοῦ Λόγου σάρκωσιν, προανεφώνησας κράζων· τέρφθητι, Σιὼν ἡ πόλις ἡ πανολβία, ἄνακτα, Χριστὸν ἐν πώλῳ εἰσδεχομένη· Ὃν δυσώπει Σοφονία, ὑπὲρ τῶν πίστει μακαριζόντων σε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν ἐν Νόμῳ ἐκπληρωτά, καὶ τῶν ἐν τῇ Νέᾳ Διαθήκῃ προμηνυτά· χαίροις οὐρανίων, χαρίτων μυστηπόλε, Προφῆτα Σοφονία, ἀξιοθαύμαστε.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομόναχος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας
Ἦταν Αρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας κατά τα ἔτη 607 – 609. Τὰ θερμά του κηρύγματα, ἡ ζωντανή του πίστη, ἡ ἀκούραστη φιλανθρωπία του πρὸς τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς ἐγκαταλελειμμένους, τραβοῦσαν σὰν δίχτυα μεγάλο πλῆθος εἰδωλολατρῶν καὶ τοὺς ἔφερναν στοὺς κόλπους τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.
Γι’ αὐτὸ κινήθηκαν μὲ θανάσιμο μίσος ἐναντίον του οἱ ἱερεῖς τῆς εἰδωλολατρίας, μαζὶ μὲ τοὺς ἄρχοντές τους. Καὶ κάποια μέρα, ὑποκίνησαν πλῆθος εἰδωλολατρῶν, μεταξὺ δὲ αὐτῶν μέθυσους καὶ ἐγκληματίες, καὶ ἐπετέθηκαν κατὰ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Θεοδώρου, τὴν στιγμὴ ποὺ ἐπέστρεφε ἀπὸ συνοικία, ποὺ εἶχε πάει μὲ δύο ἱερεῖς γιὰ νὰ παρηγορήσει ψυχὲς καὶ νὰ μοιράσει ἐλεημοσύνη.
Ἀφοῦ λοιπὸν τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔδειραν, τὸν ἔφτυσαν, τοῦ φόρεσαν ἀκάνθινο στεφάνι στὸ κεφάλι καὶ τὸν τριγυρνοῦσαν στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκαν οἱ ἀρχές, ἔστειλαν στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Αὐθημερόν, μετὰ τὴν τυπικὴ διαδικασία, ἐπειδὴ ὁ Θεόδωρος ἔμενε ἀμετακίνητος στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ βεβαίωσε τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη του, ἀφοῦ ὑπέστη καρτερικὰ καὶ γενναία, ὄχι μόνο τὰ προηγούμενα μαρτύρια, ἀλλὰ καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ.
Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, τάφηκε στὴ δική του πόλη τὴν Ἀλεξάνδρεια.
Γι’ αὐτὸ κινήθηκαν μὲ θανάσιμο μίσος ἐναντίον του οἱ ἱερεῖς τῆς εἰδωλολατρίας, μαζὶ μὲ τοὺς ἄρχοντές τους. Καὶ κάποια μέρα, ὑποκίνησαν πλῆθος εἰδωλολατρῶν, μεταξὺ δὲ αὐτῶν μέθυσους καὶ ἐγκληματίες, καὶ ἐπετέθηκαν κατὰ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Θεοδώρου, τὴν στιγμὴ ποὺ ἐπέστρεφε ἀπὸ συνοικία, ποὺ εἶχε πάει μὲ δύο ἱερεῖς γιὰ νὰ παρηγορήσει ψυχὲς καὶ νὰ μοιράσει ἐλεημοσύνη.
Ἀφοῦ λοιπὸν τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔδειραν, τὸν ἔφτυσαν, τοῦ φόρεσαν ἀκάνθινο στεφάνι στὸ κεφάλι καὶ τὸν τριγυρνοῦσαν στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκαν οἱ ἀρχές, ἔστειλαν στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Αὐθημερόν, μετὰ τὴν τυπικὴ διαδικασία, ἐπειδὴ ὁ Θεόδωρος ἔμενε ἀμετακίνητος στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ βεβαίωσε τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη του, ἀφοῦ ὑπέστη καρτερικὰ καὶ γενναία, ὄχι μόνο τὰ προηγούμενα μαρτύρια, ἀλλὰ καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ.
Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, τάφηκε στὴ δική του πόλη τὴν Ἀλεξάνδρεια.
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος ἔζησε μὲ αὐταπάρνηση καὶ φιλαδέλφια, δείχνοντας ἀπεριόριστη καλοσύνη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Ἦταν ἄνθρωπος πράος, ἐπιεικὴς καὶ διατελοῦσε μεγάλο φιλανθρωπικὸ ἔργο, δίνοντας στοὺς ἔχοντες ἀνάγκη, ἀπὸ τὰ ὑστερήματά του.
Ὁ Θεοδόσιος ὁ Κύπριος ἔγινε μοναχός, διατήρησε ὅμως τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς ἀδύναμους στὸ σῶμα καὶ στὸ πνεῦμα. Ἐπειδὴ ἡ ὑπόληψή του σὰν Ἅγιος ἄνδρας διαδίδοταν μὲ μεγάλη ταχύτητα, πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ πήγαιναν νὰ τὸν συμβουλευτοῦν. Ὅταν οἱ πιὸ εὔποροι τὸν ρωτοῦσαν τί θὰ ἤθελε νὰ κάνουν γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσουν, ὁ Ὅσιος τοὺς παρότρυνε γιὰ δύο πράγματα: νὰ προσέχουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτήσουν καὶ νὰ ἀγαποῦν τὸν πλησίον τους.
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος, ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ.
Ὁ Θεοδόσιος ὁ Κύπριος ἔγινε μοναχός, διατήρησε ὅμως τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς ἀδύναμους στὸ σῶμα καὶ στὸ πνεῦμα. Ἐπειδὴ ἡ ὑπόληψή του σὰν Ἅγιος ἄνδρας διαδίδοταν μὲ μεγάλη ταχύτητα, πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ πήγαιναν νὰ τὸν συμβουλευτοῦν. Ὅταν οἱ πιὸ εὔποροι τὸν ρωτοῦσαν τί θὰ ἤθελε νὰ κάνουν γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσουν, ὁ Ὅσιος τοὺς παρότρυνε γιὰ δύο πράγματα: νὰ προσέχουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτήσουν καὶ νὰ ἀγαποῦν τὸν πλησίον τους.
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος, ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ.
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ ἀπὸ Ἐπάρχων
Eπαρχίαν γης Oυρανών επαρχίας,
O Θεόδουλος αντέδωκεν εμφρόνως.
Eπαρχίαν γης Oυρανών επαρχίας,
O Θεόδουλος αντέδωκεν εμφρόνως.
Ὑπῆρξε πατρίκιος στὰ χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395) καὶ ἦταν ἄνδρας διάσημος γιὰ τὴν σύνεση, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν σεμνότητα τῆς ζωῆς του. Ἔτσι προήχθηκε στὸ ἀξίωμα τοῦ Ἐπάρχου ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο.
Βλέποντας ὅμως τὶς ἀδικίες τῶν ἰσχυρῶν, ἀηδίασε καὶ ἀφοῦ παραιτήθηκε τοῦ ἀξιώματός του, ἰδιώτευε. Μετὰ δύο χρόνια ἀπὸ τὸν γάμο του, πέθανε ἡ σύζυγός του καὶ αὐτὸς πῆγε στὴν Ἔδεσσα, ἀφοῦ μοίρασε τὴν μεγάλη του περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ εὐαγὴ ἱδρύματα.
Ἐκεῖ καὶ ἐνῶ ἦταν στὸ 42ο ἔτος τῆς ἡλικίας του, ἀνέβηκε πάνω σ’ ἕνα στύλο καὶ μὲ τὶς πιὸ ἀντίξοες συνθῆκες ἔκανε σκληρὴ ἄσκηση. Ἔτσι, μὲ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἀφοῦ ἔζησε γιὰ ἄλλα 40 χρόνια πάνω στὸ στύλο, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Βλέποντας ὅμως τὶς ἀδικίες τῶν ἰσχυρῶν, ἀηδίασε καὶ ἀφοῦ παραιτήθηκε τοῦ ἀξιώματός του, ἰδιώτευε. Μετὰ δύο χρόνια ἀπὸ τὸν γάμο του, πέθανε ἡ σύζυγός του καὶ αὐτὸς πῆγε στὴν Ἔδεσσα, ἀφοῦ μοίρασε τὴν μεγάλη του περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ εὐαγὴ ἱδρύματα.
Ἐκεῖ καὶ ἐνῶ ἦταν στὸ 42ο ἔτος τῆς ἡλικίας του, ἀνέβηκε πάνω σ’ ἕνα στύλο καὶ μὲ τὶς πιὸ ἀντίξοες συνθῆκες ἔκανε σκληρὴ ἄσκηση. Ἔτσι, μὲ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἀφοῦ ἔζησε γιὰ ἄλλα 40 χρόνια πάνω στὸ στύλο, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἡσυχαστής, Ἐπίσκοπος Κολωνίας
Oυχ’ ησυχάζω. Kαι θανόντα γαρ στέφω,
Tον ησυχαστήν Iωάννην τοις λόγοις.
Γεννήθηκε στὴ Νικόπολη τῆς Ἀρμενίας τὸ 454 ἀπὸ τὸν Ἐγκράτιο καὶ τὴν Εὐφημία καὶ ἐπὶ βασιλέως Μαρκιανοῦ (450 – 457). Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, οἰκοδόμησε ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ μόναζε ἐκεῖ, μαζὶ μὲ 10 μοναχούς. Λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς, 28 χρονῶν, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Κολωνίας. Γιὰ ἐννιὰ χρόνια ἀφοῦ διευθέτησε τὰ ἐκεῖ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κατέλαβε τὴν Μονὴ τοῦ Ἅγιου Σάββα. Ἐκεῖ ἀπέκρυψε τὸ ἀληθινό του ἀξίωμα καὶ ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σάββα σὰν ὑπηρέτης στὸν ξενώνα καὶ στὸ μαγειρεῖο, ὑπακούοντας μὲ κάθε ταπεινοφροσύνη. Βλέποντας ὁ Ἅγιος Σάββας τὴν μεγάλη του ἀρετή, σύστησε στὸν ἐπίσκοπο Ἱεροσολύμων Ἠλία, νὰ χειροτονήσει τὸν Ἰωάννη Διάκονο καὶ Πρεσβύτερο.
Τότε ὁ Ἰωάννης, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ κάνει ἀλλιῶς, φανέρωσε τὸ ἀξίωμά του καὶ ἔμεινε στὴ Λαύρα 12 χρόνια καὶ στὴ Ρουθὰ ἕξι χρόνια. Κατόπιν πέρασε ἀσκητικὰ τὰ χρόνια του σὲ διάφορες ἔρημους γιὰ 48 ὁλόκληρα χρόνια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 104 χρονῶν.
Τότε ὁ Ἰωάννης, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ κάνει ἀλλιῶς, φανέρωσε τὸ ἀξίωμά του καὶ ἔμεινε στὴ Λαύρα 12 χρόνια καὶ στὴ Ρουθὰ ἕξι χρόνια. Κατόπιν πέρασε ἀσκητικὰ τὰ χρόνια του σὲ διάφορες ἔρημους γιὰ 48 ὁλόκληρα χρόνια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 104 χρονῶν.
Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Σελεῦκος, Μάμας, Ἰνδῆς, Δόμνα, Γλυκέριος καὶ 40 Μάρτυρες ἐν Σοφιαναῖς
Tρεις άνδρες Aγάπιος Σέλευκος Mάμας,
Πόθω πλάσαντος ηγάπησαν και ξίφος.
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
(Ἡ μνήμη μερικῶν ἐξ αὐτῶν ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 28η Δεκεμβρίου).
(Ἡ μνήμη μερικῶν ἐξ αὐτῶν ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 28η Δεκεμβρίου).
Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Έληφε διπλούν Γαβριήλ νέος στέφος,
Ως Iεράρχης και αθλητής Kυρίου.
Έληφε διπλούν Γαβριήλ νέος στέφος,
Ως Iεράρχης και αθλητής Kυρίου.
Ὁ Γαβριὴλ ἦταν ἐπίσκοπος Γάνου καὶ Χώρας. Βρέθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1657 καὶ διαδέχτηκε ἀντικανονικὰ στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸν ἀπαγχονισθέντα, ἀπὸ τοὺς Τούρκους, Πατριάρχη Παρθένιο τὸν Γ’. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἀγράμματος, μετὰ 12 ἡμέρες, ἔφυγε ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο καὶ ἦλθε στὴν Προῦσα, ὅπου ἔγινε προεδρικὸς Μητροπολίτης Προύσας καὶ παρέμεινε γιὰ 10 χρόνια.
Ἐκεῖ κατηγορήθηκε ὅτι ἔφερε στὴν Χριστιανικὴ πίστη κάποιον Μουσουλμάνο καὶ ὁδηγήθηκε στὸ Σουλτάνο καὶ Βεζύρη. Αὐτοὶ ἀξίωσαν ἀπὸ τὸν Μάρτυρα ν’ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ δεχτεῖ τὸν Ἰσλαμισμό. Μὲ γενναιότητα ὁ Γαβριὴλ ἀπέρριψε τὴν πρόταση αὐτή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βασανιστεῖ σκληρά.
Τελικὰ τὸν ἀπαγχόνισαν στὴν Προῦσα στὶς 3 Δεκεμβρίου 1659.
Ἐκεῖ κατηγορήθηκε ὅτι ἔφερε στὴν Χριστιανικὴ πίστη κάποιον Μουσουλμάνο καὶ ὁδηγήθηκε στὸ Σουλτάνο καὶ Βεζύρη. Αὐτοὶ ἀξίωσαν ἀπὸ τὸν Μάρτυρα ν’ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ δεχτεῖ τὸν Ἰσλαμισμό. Μὲ γενναιότητα ὁ Γαβριὴλ ἀπέρριψε τὴν πρόταση αὐτή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βασανιστεῖ σκληρά.
Τελικὰ τὸν ἀπαγχόνισαν στὴν Προῦσα στὶς 3 Δεκεμβρίου 1659.
Ὁ Ἅγιος Ἀγγελὴς ὁ Νεομάρτυρας γιατρὸς ἀπὸ τὸ Ἄργος
Ο Άγιος Αγγελής ο Νεομάρτυρας μαρτύρησε στη Χίο. Η καταγωγή του ήταν από το Άργος της Πελοποννήσου και ζούσε στο Κουσάντασι (Έφεσο) της Μικράς Ασίας. Εργαζόταν ως πρακτικός γιατρός. Ήταν άνθρωπος ήσυχος, ευλαβής, φιλακόλουθος και ελεήμων.
Κάποια μέρα σε μια συνάντηση έτυχε να βρίσκεται ένας Γάλλος άθεος, ο οποίος χλεύαζε τη χριστιανική πίστη. Ο Αγγελής με παρρησία αντέκρουσε τα επιχειρήματα του Φράγκου. Του πρότεινε μάλιστα να μονομαχήσουν, εκείνος πάνοπλος και ο άγιος μόνο με ένα ξύλο, πιστεύοντας πως θα τον νικήσει με τη δύναμη της πίστης. Ο Γάλλος δέχτηκε. Έκαναν μάλιστα και έγγραφη συμφωνία στην πρεσβεία. Ο Αγγελής έτρεξε στον πνευματικό του, εξομολογήθηκε και ζήτησε την ευχή του. Ο πνευματικός πάσχισε να τον αποτρέψει, αλλά ο Αγγελής επέμενε. Έτσι, ο ιερέας του έδωσε τελικά ευλογία.
Ο Αγγελής έμεινε άγρυπνος όλη τη νύχτα προσευχόμενος και ζητώντας από το Θεό να τον ενισχύσει εναντίον του βλάσφημου Γάλλου. Μ’ αυτό τον τρόπο προετοιμάστηκε πνευματικά για τη μονομαχία. Όμως, ο Θεός δεν επέτρεψε να γίνει τελικά ανθρωποκτονία. Αφού κοινώνησε ο Αγγελής των αχράντων Μυστηρίων, εμφανίστηκε μπροστά στο Γάλλο. Τότε τρόμος και δειλία κυρίευσε τον Φράγκο και μπροστά σε όλους εγκατέλειψε καταντροπιασμένος τη μονομαχία. Έτσι, νικητής ανακηρύχθηκε ο άγιος.
Μετά το γεγονός αυτό, ο Αγγελής κλείστηκε στον εαυτό του. Έμενε διαρκώς στο σπίτι του. Μόνο δύο φίλοι του τον επισκέπτονταν, του έφερναν τροφή και προσπαθούσαν να του διώξουν τη μελαγχολία και την υποχονδρία, όπως νόμιζαν. Αυτός όμως, τους έλεγε να μην κοπιάζουν μάταια, διότι είχε αποφασίσει να μαρτυρήσει για το Χριστό. Νυχθημερόν φανταζόταν τα στίγματα του Χριστού στο σώμα του. Τον κατέτρωγε δυστυχώς η υπερηφάνεια, ότι τάχα νίκησε τον αντίπαλο λόγω της μεγάλης πίστης του. Βρίσκοντας τότε ευκαιρία ο ανθρωποκτόνος διάβολος, του υπέβαλε την ιδέα να τουρκέψει για να μαρτυρήσει στη συνέχεια.
Έτσι, το Σάββατο του Λαζάρου του έτους 1813 μ.Χ., πήγε στους Τούρκους ζητώντας να γίνει μουσουλμάνος. Οι Τούρκοι αρχικά τον έδιωχναν με βρισιές, ύστερα όμως, μπροστά στην επιμονή του, τον δέχθηκαν. Αμέσως μετά την εξώμοσή του, άρχισε να κάνει διάφορες παράλογες πράξεις, ώστε να τον οδηγήσουν στο δικαστήριο, να ομολογήσει τον Χριστό και να μαρτυρήσει.
Όμως, δεν έγινε έτσι, αλλά τον έδιωξαν ως τρελό και τον έστειλαν στη Χίο.
Στη Χίο συνέχισε την παράξενη συμπεριφορά. Σε κάθε εκκλησία που συναντούσε έμπαινε μέσα και με λυγμούς έκανε μετάνοιες, χτυπούσε αλύπητα το κεφάλι του στο δάπεδο, τόσο που ο χτύπος ακουγόταν μακριά και ύστερα ασπαζόταν με πολλή ευλάβεια τις εικόνες.
Συμμετείχε στις ακολουθίες λέγοντας τόσο κατανυκτικές προσευχές στον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους, ώστε όλοι θαύμαζαν, πώς είχε προσαρμόσει τόσο ωραία και είχε αποστηθίσει όλες εκείνες τις ευχές, οι οποίες προκαλούσαν στους υπολοίπους δάκρυα και συμπάθεια προς τον μάρτυρα. Άλλοτε πάλι, έδινε λειτουργίες στους ιερείς και ελεημοσύνες στους φτωχούς, ώστε να δέονται στο Θεό γι’ αυτόν. Στους Χριστιανούς έλεγε, να προσεύχονται στο Θεό, για να φέρει εις πέρας τον αγώνα του. Αν τον επαινούσαν για την επιθυμία του αυτή, αγρίευε, έβριζε και γινόταν απειλητικός. Προκαλούσε και με άλλους τρόπους τους Τούρκους, για να τους ερεθίσει, ώστε να καταφέρει το σκοπό του.
Κάποτε, ενώ ήταν περίοδος ραμαζανιού, κάθισε κάτω από ένα τούρκικο σπίτι, έπινε νερό και κάπνιζε. Κατέβηκε λοιπόν κάτω ο σπιτονοικοκύρης και έδειρε τον Αγγελή. Άλλοτε πάλι, ενώ ήταν ραμαζάνι, κάθισε μπροστά στην πόρτα του δικαστηρίου, άπλωσε το μαντήλι του, έτρωγε και έπινε κρασί. Κανείς όμως, δεν ασχολήθηκε μαζί του.
Συχνά πήγαινε στον τάφο του αγίου Μακαρίου Νοταρά (βλέπε 17 Απριλίου), καθοδηγητή πολλών νεομαρτύρων και προσευχόταν με δάκρυα αγκαλιάζοντας το μνημείο, ώστε με τις πρεσβείες του αγίου, να αξιωθεί να μαρτυρήσει. Άλλοτε πήγαινε σε ένα εξωκλήσι, όπου συναντιόταν με έναν πνευματικό. Προσευχόταν με πολλή κατάνυξη και συντριβή, μένοντας για πολλή ώρα εκστατικός, λες και αρπαζόταν ο νους του σε θεία θεωρία. Όμως, δεν αποκάλυπτε τις πνευματικές του εμπειρίες αλλά προσποιούταν το σαλό.
Έχοντας πλέον συνειδητοποιήσει ότι ξεγελάστηκε από τον δόλιο δαίμονα, αναγνώρισε την ανθρώπινη αδυναμία του και μετενόησε ειλικρινώς αναθέτοντας όλη του την ελπίδα στον Θεό τότε λοιπόν, ο Θεός τον αξίωσε για εκείνο, που τόσο σφοδρά επιθυμούσε.
Αφού παρέμεινε έξι μήνες στη Χίο, προετοιμαζόμενος πνευματικά, με συντετριμμένη πλέον καρδιά εισήλθε στο στάδιο του μαρτυρίου. Μια μέρα ξυρίζει τα γένια του και πηγαίνει στο τελωνείο. Μόλις τον είδαν οι Τούρκοι απορημένοι τον ρώτησαν γιατί ξύρισε τα γένια του. Εκείνος τους απάντησε, πως όσο ήταν Τούρκος τα άφηνε, επειδή οι Τούρκοι τα έχουν περί πολλού.
Τώρα όμως που ξαναέγινε Χριστιανός, τα έκοψε ως περιττά και άχρηστα, επειδή εδώ οι Χριστιανοί συνήθιζαν να ξυρίζονται.
Προσπάθησαν να τον συνετίσουν. Βλέποντας όμως ότι δε γίνεται τίποτα, τον έκλεισαν σιδηροδέσμιο στο κάστρο. Όλη τη νύχτα τον βασάνιζαν. Την άλλη μέρα τον οδήγησαν στον διοικητή του νησιού, όπου είχαν συγκεντρωθεί και οι αγάδες. Επεχείρησαν με υποσχέσεις και απειλές να τον μεταπείσουν. Θέλησαν να τον ανεβάσουν βιαίως στο τζαμί σέρνοντάς τον και χτυπώντας τον άσπλαχνα. Όμως, ο μάρτυρας φώναζε πως ήταν καλύτερα γι’ αυτόν να τον θανατώσουν εκείνη τη στιγμή, παρά να ανέβει στο Τζαμί, διότι ήταν πλέον και πάλι Χριστιανός.
Επειδή ο Αγγελής έμενε σταθερός στο Χριστό, τον έκλεισαν και πάλι στη σκοτεινή φυλακή με τα πόδια στο τουμπρούκι. Την άλλη μέρα, 3 Δεκεμβρίου του 1813 μ.Χ. μη καταφέρνοντας να του αλλάξουν γνώμη, τον οδήγησαν στη θέση Βουνάκι, όπου τον απεκεφάλισαν.
Το μαρτυρικό του λείψανο τρία μερόνυχτα έμεινε στον τόπο της εκτέλεσης. Οι Χριστιανοί προσπαθούσαν να πάρουν κάτι από τα ενδύματα του μάρτυρα ή από το αίμα του, δίνοντας χρήματα στους φρουρούς. Ένας Χριστιανός πρότεινε χιλιάδες γρόσια να πάρει το άγιο λείψανο για ταφή, αλλά οι Τούρκοι δε δέχτηκαν. Επειδή κάποιος ιερέας άρπαξε την τιμία κάρα του αγίου και την καταφιλούσε μπροστά στους Τούρκους, σκλήρυναν τη στάση τους και σήκωσαν το άγιο λείψανο μαζί με την κεφαλή και το χώμα, που είχε βραχεί από το αίμα και τα έριξαν στο πέλαγος σε 25 οργυιές βάθος. Τη νύχτα προσπάθησαν κάποιοι φιλομάρτυρες Χριστιανοί να τα βγάλουν αλλά δεν το κατόρθωσαν.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α'. Χορός αγγελικός.
Χορός αγγελικός Αγγελή Νεομάρτυς, και δήμος Αθλητών, επεκρότησαν άνω, την σην υπέρ της πίστεως, καρτερίαν και ένστασιν, και το πνεύμα σου μετ` ευφροσύνης λαβόντες, ανεβίβασαν, εις ουρανού μετά δόξης, Χριστώ τω Θεώ ημών.
Κοντάκιον
Ήχος γ'.
Ιεράν προσθήκην σε, η των Μαρτύρων χορεία, Αγγελή εδέξατο, εν ουρανώ γηθομένη, ηθλήσας και νυν νομίμως γενναιόφρον, ήσχυνας το των τυράννων άθεον θράσος, και το στέφος εκομίσω, της αφθαρσίας, ξίφει την κάραν τμηθείς.
Κάθισμα
Ήχος γ'. Την ωραιότητα.
Ρείθροις αιμάτων σου, την γην επίανας, αλλά και θάλασσαν συ καθηγίασας, τω σώματι σου Αγγελή, ο έρριπται απηνεία, και δεινή ωμότητι, εν αυτή του δικάζοντος, όθεν δυσωπούμεν σε, τους εν γη και τους πλέοντας, περίσωζε εκ παντός κινδύνου, τη θεία σου Αθλητά επισκέψει.
Ὁ Οἶκος
Την άνω ζωήν την αγήρω και άληκτον, πόθω επιτεύξασθαι, αγγελώνυμε, και αγγελόφρον Αγγελή, Νεομάρτυς του Χριστού αξιάγαστε, την κάτω την φθαρτήν και επίκηρον νουνεχώς καταλέλοιπας, δι ο εθελουσίως φέρων σ` αυτόν, παρέδωκας τη ωμότητι και ιταμότητι των τυράννων, και το αυτόν άθεον θράσος, και οφρύν την επηρμένη κατέρραξας, τω απτοήτω σου παραστήματι και τη ευτολμία των λόγων σου, δι ων την μεν εκείνων ασέβειαν ήλεγξας, τον δε Χριστόν τρανώς εκήρυξας, Θεόν τέλειον και τέλειον άνθρωπον, παρ ου το στέφος της αφθαρσίας είληφας, υπέρ Αυτόύ ξίφει την κάραν τμηθείς.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις Αθλοφόρε νέε Χριστού, Αγγελή τρισμάκαρ, συν Αγγέλων νυν τοις χοροίς, και τοις των Μαρτύρων, και πάντων των Αγίων, ως παρεστώς τω θρόνω, του Παντοκράτορος.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ύμνοις τε και άσμασιν ευλαβώς, ως Χριστού σε φίλον, ευφημούμεν και κοινωνόν, θείων παθημάτων, αυτού και του θανάτου, σύμμορφον γεγονότα Αγγελή ένδοξε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τω Χριστώ συνήφθης αποτμηθείς, την τιμίαν κάραν αξιάγαστε Αγγελή, και συζείς εκείνω και δοξάζεις μάκαρ, εις πάντα τους αιώνας αγαλλιώμενος.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Μη παύση δεόμενος Αθλητά, του Θεού των όλων, υπέρ πάντων των ευσεβώς, σε μακαριζόντων ως Μάρτυρα Κυρίου, ως έχων παρρησίαν, Αγγελή ένδοξε.
Όσιος Γεώργιος της Τσερνίκα
Ο Όσιος Γεώργιος της Τσερνίκα γεννήθηκε το 1730 μ.Χ. στην Σάλιστα του Σιμπιού στην Τρανσυλβανία. Οι διωγμοί ενάντια στους ορθοδόξους και τα καρπάθια μοναστήρια από τους ουνίτες τον ανάγκασαν να περάσει τα Καρπάθια Όρη και να έρθει στη Μουντένια.
Η μεγάλη του επιθυμία ήταν να πάει στο Άγιον Όρος. Ήταν όμως φτωχός και δεν είχε τον τρόπο. Η Παναγία όμως βλέποντας το ζήλο του τον βοήθησε. Έτσι φτάνοντας στο Βουκουρέστι συναντήθηκε μ’ έναν μητροπολίτη ο οποίος τον πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί έμεινε τρία χρόνια. Όταν ο μητροπολίτης αποτραβήχτηκε από τα καθήκοντά του πήρε μαζί του τον Γεώργιο στη Μονή Βατοπεδίου. Εκεί έβαλε το ράσο και χειροτονήθηκε διάκονος.
Όταν εκοιμήθη ο μητροπολίτης ο Όσιος έγινε υποτακτικός του ηγούμενου Παισίου, του γνωστού Οσίου Παισίου Βελιτσκόφσκυ (βλέπε 15 Νοεμβρίου). Εκείνο τον καιρό o όσιος Παίσιος ασκήτευε στη σκήτη του Προφήτη Ηλία κοντά στη μονή Παντοκράτορος. Από εκεί μετακινήθηκε με όλη την αδελφότητα στις Ρουμανικές χώρες. Αρχικά έμειναν στη Μονή Νταγκομίρνα μετά στη Μονή Σέκου και έπειτα στη Μονή Νέαμτς. Ο όσιος Γεώργιος τον ακολούθησε παντού. Μετά από κάποιο διάστημα επιθυμούσε να γυρίσει στο Άγιον Όρος. Στο δρόμο για το Όρος σταμάτησε στο Βουκουρέστι σ’ έναν παλιό φίλο, τον ιερομόναχο Μακάριο, μαθητής κι αυτός του Οσίου Παισίου. Αυτός παρουσίασε στον Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Γρηγόριο Β΄ ο οποίος βλέποντας έναν τόσο πνευματικό άνθρωπο θεώρησε ότι είναι ¨σταλμένος από το Θεό και τον παρακάλεσε να μείνει σ’ όποιο μοναστήρι θέλει και να φτιάξει μία αδελφότητα.
Ο όσιος βρέθηκε σε δύσκολη θέση και προσευχήθηκε θερμά να δει τι θα κάνει. Μετά από πολλή νηστεία και άσκηση του εμφανίσθηκε ο Αρχιερέας του Χριστού, Άγιος Νικόλαος και επλήσθη η καρδιά του πνευματική χαρά, επειδή του είπε να μείνει εκεί και να καθαρίσει το σπίτι του από τα άγρια θηρία.
Tην επόμενη μέρα ο ΄Όσιος ρώτησε τον πατέρα Μακάριο εάν γνωρίζει που υπάρχει κάποια εγκαταλελειμένη σκήτη του Αγιου Νικολάου,και εκείνος με δυσκολία θυμήθηκε τη σκήτη Τσερνίκα.
Η σκήτη είχε χτιστεί σ΄ένα νησάκι το 1608 μ.Χ., αλλά για άγνωστο λόγο είχε εγκαταλειφθεί και ο τόπος ήταν εντελώς έρημος.Με δυσκολία και περνώντας μέσα από ένα πυκνό δασάκι βρήκαν την εγκαταλελειμένη εκκλησία.Μπαίνοντας μέσα για να προσκυνήσουν τις εικόνες είδαν στο ιερό ένα φοβερό φίδι. Τότε ο Οσιος του είπε με πραότητα: «Μικρούλη μου, μέχρι τώρα έμεινες εσυ εδώ, τώρα είναι η σειρά μας να μείνουμε», και το φίδι προς έκπληξη όλων έφυγε. Το 1784 μ.Χ. η μονή ειχε 130 μοναχούς.
Ο Οσιος Γεώργιος εκοιμήθη ςτις 3 Δεκεμβρίου 1806 μ.Χ. την 7η πρωινή ώρα.
Στις 20-21 Οκτωβρίου 2005 μ.χ. η Ρουμανική Σύνοδος αποφάσισε την αγιοκατάταξη του. Αυτό έγινε επισήμως στις 3 Δεκεμβρίου 2005 μ.Χ. στη μονή Τσερνίκα όπου βρίσκονται και τα άγια λείψανά του.
Ὁ Ἅγιος Birinus (Ἄγγλος)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Άγιος Μωϋσής ο Οικονόμος
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο Αγίου. Πιθανός να είναι ο ίδιος Άγιος με αυτόν που εορτάζεται στις 2 Δεκεμβρίου σαν Άγιος Μωϋσής (ή Μωσής) ο Ομολογητής.
http://www.synaxarion.gr/gr/m/12/d/3/sxsaintlist.aspx
Οσιομάρτυς Κοσμάς ο Αγιαννανίτης (+1760)
Ο ασκητής αυτός της Σκήτης της Αγίας Άννης για τον οποίο απουσιάζουν βιογραφικά στοιχεία, ύστερα από μακρά ησυχαστική ζωή «αναφλεχθείς υπό του θείου έρωτος» πήγε στην Κωνσταντινούπολη, κήρυξε τον Χριστό, ήλεγξε των ασεβών την πλάνη και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανο.
Η μνήμη του τιμάται στις 3 Δεκεμβρίου.
Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Η μνήμη του τιμάται στις 3 Δεκεμβρίου.
Πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου