Γέροντα, μετὰ τὴν Ἀγρυπνία τῶν Χριστουγέννων δὲν κοιμόμαστε;
– Χριστούγεννα καὶ νὰ κοιμηθοῦμε! Ἡ μητέρα μου ἔλεγε: «Ἀπόψε μόνον οἱ Ἑβραῖοι κοιμοῦνται». Βλέπεις, τὴν νύχτα ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστὸς οἱ ἄρχοντες κοιμόνταν βαθιά, καὶ οἱ ποιμένες «ἀγραυλοῦσαν»[1]. Φύλαγαν τὰ πρόβατα τὴν νύχτα παίζοντας τὴν φλογέρα. Κατάλαβες; Οἱ ποιμένες ποὺ ἀγρυπνοῦσαν εἶδαν τὸν Χριστό.
– Πῶς ἦταν, Γέροντα, τὸ σπήλαιο;
– Ἦταν μιὰ σπηλιὰ μέσα σὲ ἕναν βράχο καὶ εἶχε μιὰ φάτνη· τίποτε ἄλλο δὲν εἶχε. Ἐκεῖ πήγαινε κανένας φτωχὸς καὶ ἄφηνε τὰ ζῶα του. Ἡ Παναγία μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἐπειδὴ ὅλα τὰ χάνια ἦταν γεμάτα καὶ δὲν εἶχαν ποῦ νὰ μείνουν[2], κατέληξαν σὲ αὐτὸ τὸ σπήλαιο. Ἐκεῖ ἦταν τὸ γαϊδουράκι καὶ τὸ βοϊδάκι, ποὺ μὲ τὰ χνῶτα τους ζέσταναν τὸν Χριστό! «Ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ»[3], δὲν λέει ὁ Προφήτης Ἠσαΐας;
– Σὲ ἕνα τροπάριο, Γέροντα, λέει ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος βλέποντας τὸν νεογέννητο Χριστό, «χαίρουσα ὁμοῦ καὶ δακρύουσα» ἀναρωτιόταν: «Ἐπιδώσω σοι μαζόν, τῷ τὰ σύμπαντα τρέφοντι, ἢ ὑμνήσω σε, ὡς Υἱὸν καὶ Θεόν μου; ποίαν εὕρω ἐπὶ σοὶ προσηγορίαν;»[4].
– Αὐτὰ εἶναι τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ἡ πολὺ μεγάλη συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία δὲν μποροῦμε ἐμεῖς νὰ συλλάβουμε!
– Γέροντα, πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε τὸ γεγονὸς τῆς Γεννήσεως, ὅτι δηλαδὴ ὁ Χριστὸς «Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου»[5];
– Γιὰ νὰ ζήσουμε αὐτὰ τὰ θεῖα γεγονότα, πρέπει ὁ νοῦς νὰ εἶναι στὰ θεῖα νοήματα. Τότε ἀλλοιώνεται ὁ ἄνθρωπος. «Μέγα καὶ παράδοξον θαῦμα τετέλεσται σήμερον»[6], ψάλλουμε. Ἅμα ὁ νοῦς μας εἶναι ἐκεῖ, στὸ «παράδοξον», τότε θὰ ζήσουμε καὶ τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἐγὼ θὰ εὔχωμαι ἡ καρδιά σας νὰ γίνη Ἁγία Φάτνη καὶ τὸ Πανάγιο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ νὰ σᾶς δώση ὅλες τὶς εὐλογίες Του.
[1] Βλ. Λουκ. 2, 8.
[2] Βλ. Λουκ. 2, 7.
[3] Ἠσ. 1, 3.
[4] Τρίτον στιχηρὸν προσόμοιον Ἑσπερινοῦ 24ης Δεκεμβρίου.
[5] Δοξαστικὸν τῆς Θ΄ Ὥρας τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων.
[6] Πρῶτον στιχηρὸν ἰδιόμελον ἀποστίχων τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων.
– Χριστούγεννα καὶ νὰ κοιμηθοῦμε! Ἡ μητέρα μου ἔλεγε: «Ἀπόψε μόνον οἱ Ἑβραῖοι κοιμοῦνται». Βλέπεις, τὴν νύχτα ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστὸς οἱ ἄρχοντες κοιμόνταν βαθιά, καὶ οἱ ποιμένες «ἀγραυλοῦσαν»[1]. Φύλαγαν τὰ πρόβατα τὴν νύχτα παίζοντας τὴν φλογέρα. Κατάλαβες; Οἱ ποιμένες ποὺ ἀγρυπνοῦσαν εἶδαν τὸν Χριστό.
– Πῶς ἦταν, Γέροντα, τὸ σπήλαιο;
– Ἦταν μιὰ σπηλιὰ μέσα σὲ ἕναν βράχο καὶ εἶχε μιὰ φάτνη· τίποτε ἄλλο δὲν εἶχε. Ἐκεῖ πήγαινε κανένας φτωχὸς καὶ ἄφηνε τὰ ζῶα του. Ἡ Παναγία μὲ τὸν Ἰωσήφ, ἐπειδὴ ὅλα τὰ χάνια ἦταν γεμάτα καὶ δὲν εἶχαν ποῦ νὰ μείνουν[2], κατέληξαν σὲ αὐτὸ τὸ σπήλαιο. Ἐκεῖ ἦταν τὸ γαϊδουράκι καὶ τὸ βοϊδάκι, ποὺ μὲ τὰ χνῶτα τους ζέσταναν τὸν Χριστό! «Ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ»[3], δὲν λέει ὁ Προφήτης Ἠσαΐας;
– Σὲ ἕνα τροπάριο, Γέροντα, λέει ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος βλέποντας τὸν νεογέννητο Χριστό, «χαίρουσα ὁμοῦ καὶ δακρύουσα» ἀναρωτιόταν: «Ἐπιδώσω σοι μαζόν, τῷ τὰ σύμπαντα τρέφοντι, ἢ ὑμνήσω σε, ὡς Υἱὸν καὶ Θεόν μου; ποίαν εὕρω ἐπὶ σοὶ προσηγορίαν;»[4].
– Αὐτὰ εἶναι τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, ἡ πολὺ μεγάλη συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία δὲν μποροῦμε ἐμεῖς νὰ συλλάβουμε!
– Γέροντα, πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε τὸ γεγονὸς τῆς Γεννήσεως, ὅτι δηλαδὴ ὁ Χριστὸς «Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου»[5];
– Γιὰ νὰ ζήσουμε αὐτὰ τὰ θεῖα γεγονότα, πρέπει ὁ νοῦς νὰ εἶναι στὰ θεῖα νοήματα. Τότε ἀλλοιώνεται ὁ ἄνθρωπος. «Μέγα καὶ παράδοξον θαῦμα τετέλεσται σήμερον»[6], ψάλλουμε. Ἅμα ὁ νοῦς μας εἶναι ἐκεῖ, στὸ «παράδοξον», τότε θὰ ζήσουμε καὶ τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἐγὼ θὰ εὔχωμαι ἡ καρδιά σας νὰ γίνη Ἁγία Φάτνη καὶ τὸ Πανάγιο Βρέφος τῆς Βηθλεὲμ νὰ σᾶς δώση ὅλες τὶς εὐλογίες Του.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ ΣΤ' «Περὶ προσευχῆς»
______________________________[1] Βλ. Λουκ. 2, 8.
[2] Βλ. Λουκ. 2, 7.
[3] Ἠσ. 1, 3.
[4] Τρίτον στιχηρὸν προσόμοιον Ἑσπερινοῦ 24ης Δεκεμβρίου.
[5] Δοξαστικὸν τῆς Θ΄ Ὥρας τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων.
[6] Πρῶτον στιχηρὸν ἰδιόμελον ἀποστίχων τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου