– Ναί, εἶναι μιὰ προσφορὰ γιὰ τοὺς νεκρούς. Καὶ μόνον ἕνα κερὶ νὰ ἀνάψουμε γιὰ τὴν ψυχὴ κάποιου κεκοιμημένου, βοηθιέται πολύ.
Τοὺς κεκοιμημένους νὰ τοὺς θυμόμαστε καὶ νὰ εὐχόμαστε πάντοτε γι’ αὐτούς. Νὰ μὴν παραλείπουμε νὰ προσευχόμαστε γιὰ τὶς ψυχές τους, γιὰ νὰ βροῦν ἀνάπαυση. Ἐγώ, κάθε φορὰ ποὺ ἔχω Θεία Λειτουργία στὸ Καλύβι, κάνω μνημόσυνο καὶ γιὰ ὅλους τοὺς κεκοιμημένους τῶν ὁποίων «τὰ ὀνόματα οὐκ ἐμνημονεύθησαν».
Στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὰ Μοναστήρια, τὸ ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς κάνουν «Τρισάγιο» μὲ κόλλυβα γιὰ τοὺς κεκοιμημένους καὶ τὸ Σάββατο τὸ πρωὶ κάνουν τὸν Ὄρθρο στὸ Καθολικὸ[1] καὶ τὴν Θεία Λειτουργία στὸν ναὸ τοῦ Κοιμητηρίου. Ἐκεῖ στὸ Κοιμητήρι ἀποθέτουμε τὰ ὅπλα. Ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ «σπίτι» θὰ πᾶμε στὸ ἄλλο.
– Γέροντα, πῶς νὰ προσεύχωμαι γιὰ τοὺς κεκοιμημένους;
– Νὰ λὲς γενικά: «Ὁ Θεός, ἀνάπαυσον τὰς ψυχὰς τῶν κεκοιμημένων δούλων σου» καί, ἐὰν ἔρθη στὸν νοῦ σου κανένα ὄνομα κεκοιμημένου ἢ τύχη νὰ πεθάνη κανένας γνωστὸς ἢ ἄγνωστος καὶ τὸ μάθης, μνημόνευσέ τον καὶ αὐτὸν μὲ τὴν ἴδια εὐχή.
Καλὰ εἶναι νὰ θυμόμαστε πρῶτα τοὺς κεκοιμημένους ποὺ ἔχουν μεγάλη ἀνάγκη, ὕστερα ὅσους ἔχουν λιγώτερη ἀνάγκη καὶ στὸ τέλος τοὺς γνωστούς.
Ἐγώ, ἐνῶ ποτὲ δὲν σκέφτομαι τοὺς συγγενεῖς μου, ἂν τυχὸν εἶμαι κουρασμένος ἢ δὲν ἔχω χρόνο νὰ κάνω προσευχὴ γενικὰ γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, βλέπω στὸν ὕπνο μου τοὺς γονεῖς μου.
Καὶ αὐτό, γιατί, ὅταν προσεύχωμαι γιὰ τοὺς κεκοιμημένους γενικά, βοηθιοῦνται καὶ αὐτοὶ καὶ χαίρονται, ἐνῶ, ὅταν δὲν προσεύχωμαι, στεροῦνται αὐτὴν τὴν παρηγοριά.
Ἐὰν μὲ τὶς τιποτένιες προσευχὲς ποὺ κάνουμε βοηθιοῦνται οἱ καημένοι οἱ κεκοιμημένοι, τότε ἐμᾶς τοὺς καλογήρους, ἂν δὲν προσευχόμαστε γι’ αὐτούς, πρέπει νὰ μᾶς γδάρουν καὶ νὰ μᾶς ἁλατίσουν ζωντανούς.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ ΣΤ' «Περὶ προσευχῆς»
[1] Καθολικό: Ὁ κεντρικὸς Ναὸς τοῦ Μοναστηριοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου