(Θεολογικὸ σχόλιο στὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως)
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ἡ Γ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν ἀποκαλεῖται καὶ Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, διότι ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει γιὰ προσκύνηση τὸν Τίμιο Σταυρὸ γιὰ τὸν ἁγιασμὸ ἡμῶν τῶν πιστῶν καὶ τὴν ἐνδυνάμωσή μας στὸν προσωπικό μας ἀγῶνα αὐτὴ τὴν ἱερὴ περίοδο.
Βρισκόμαστε περίπου στὰ μισὰ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς κατὰ τὴν ὁποία κάνουμε, στὸ μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας, τὸν προσωπικό μας ἀγῶνα, κατὰ τῶν παθῶν μας καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν ἕξεών μας. Ἀγωνιζόμαστε νὰ καθαρίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ τὶς ἐπικίνδυνες καὶ καταστροφικὲς μολύνσεις τῶν ψυχῶν μας, ποὺ προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία, μᾶς φθείρει καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὸ θάνατο. Νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη, τὰ ὁποῖα σπέρνει καὶ καλλιεργεῖ ὁ «ἀνθρωποκτόνος ἀπ’ ἀρχῆς» (Ἰωάν. 8,44) διάβολος στὶς ψυχές μας, μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς καταστρέψῃ. Κι ἀκόμα, νὰ ἀποκτήσουμε ἀρετές, ὡς τὰ νοητὰ σκαλοπάτια, τὰ ὁποῖα μᾶς ἀνεβάζουν ἀξιολογικὰ καὶ δι᾿ αὐτῶν νὰ ἀνακτοῦμε την ἐφθαρμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία αὐθεντική μας φύση.
Βεβαίως ὁ ἀγῶνα μας αὐτὸς ἐκνευρίζει τὸ Σατανᾶ καὶ πασχίζει, μὲ κάθε τρόπο, νὰ τὸν ματαιώσῃ, νὰ μᾶς ἀποσπάσῃ ἀπὸ αὐτόν, ἢ ἔστω νὰ τὸν χαλαρώσουμε. Δὲν μπορεῖ νὰ ὑποφέρῃ τὴν προσευχή μας, τὴ νηστεία μας, τὴν ἀποκοπὴ τῶν παθῶν μας, τὴν ἀπόκτηση ἀρετῶν, τὴν συμμετοχή μας στὴ μυστηριακὴ καὶ λατρευτικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι, σὲ πολλοὺς ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς πιστούς, ἤδη ἄρχισε νὰ μᾶς καταλαμβάνῃ κάποια (μικρὴ ἢ μεγάλη) κόπωση, κάτι ποὺ ὁ μισάνθρωπος διάβολος τὸ ἐκμεταλλεύεται. Καραδοκεῖ νὰ μᾶς πείσῃ νὰ παρατήσουμε ἢ τοὐλάχιστον νὰ χαλαρώσουμε τὸν ἀγῶνα μας. Τὸν βασανίζει ἀφόρητα ἡ ἀπόφασή μας νὰ ἀλλάξουμε πορεία στὴ ζωή μας, νὰ προσαρμόσουμε τὴ ζωή μας στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του καὶ νὰ σωθοῦμε. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐγείρει στὴν ψυχή μας τεράστιο πόλεμο καὶ στήνει παγίδες γιὰ νὰ ἐγκαταλείψουμε τὸν ἀγῶνα μας. Φωνάζει μέσα μας μυστικά, ἀλλὰ ἔντονα, νὰ σταματήσουμε τὴ νηστεία, τὴν ἐγρήγορση, τὴν μακρόσυρτη προσευχή, τὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμό, τὴν ὑπερβολικὴ ἀνάγνωση ψυχωφελῶν βιβλίων, τὴν συχνὴ Θεία Κοινωνία. Μᾶς ψιθυρίζει τὸ ψέμα, ὅτι δῆθεν μπορεῖ νὰ κλονιστῇ ἡ ὑγεία μας. Ὅτι δῆθεν ὁ Θεὸς δὲν ζητᾶ ὑπερβολικὰ πράγματα ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅτι ἔχουμε κατορθώσει ἀρκετὰ καὶ δὲν χρειάζεται νὰ συνεχίσουμε. Αὐτοὺς καὶ ἄλλους πολλοὺς δόλιους λογισμούς μᾶς ὑποβάλλει!
Σὲ αὐτὴ τὴ πρόκληση χρειαζόμαστε ἕνα ἰσχυρὸ στήριγμα. Ἕνα ἀποτελεσματικὸ ὅπλο γιὰ νὰ καταπολεμήσουμε καὶ νὰ κατατροπώσουμε τὸν ὑποβολέα μας. Αὐτό μᾶς τὸ προσφέρει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας! Αὐτὸς μπορεῖ νὰ μᾶς στηρίξῃ καὶ νὰ μᾶς ἐνδυναμώσῃ. Νὰ διώξῃ μακριά μας τὸν ὑποβολέα τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ ὀλέθρου, διότι ἡ δύναμή του εἶναι τεράστια, ἀφοῦ, «φρίττει γὰρ καὶ τρέμει, μὴ βλέπων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν, ὅτι νεκροὺς ἀνιστᾶ καὶ θάνατον κατήργησε», ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.
Τί εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ τὸ θαυμάσιο τροπάριο τῶν αἴνων τῆς ἡμέρας: «Ἐκκλησίας ἑδραίωμα, βασιλέων κραταίωμα μοναζόντων καύχημα καὶ διάσωσμα, σὺ εἶ Σταυρὲ πανσεβάσμιε, διὸ προσκυνοῦντές σε, καὶ καρδίας καὶ ψυχάς, φωτιζόμεθα σήμερον, θείᾳ χάριτι, τοῦ ἐν σοὶ προσπαγέντος, καὶ τὸ κράτος, τοῦ δολίου καθελόντος καὶ τὴν ἀρὰν ἀφανίσαντος». Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων ἔγραψε τὰ ἑξῆς σημαντικὰ γιὰ τὴν δύναμη τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ: «Τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ εἶναι μεγάλη ἀσφάλεια. Δὲν ἀπαιτεῖ καμιὰ δαπάνη καὶ γιὰ τοῦτο εἶναι προσιτὸ καὶ στοὺς φτωχούς. Δὲν εἶναι κόπος οὔτε γιὰ τοὺς ἀρρώστους, ἐπειδὴ ἡ Χάρη εἶναι ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ εἶναι σημάδι τῶν πιστῶν καὶ φόβος γιὰ τοὺς δαίμονες. Διότι πάνω στὸ Σταυρό, κατανίκησε τοὺς δαίμονες, τοὺς διαπόμπευσε, ὁλοφάνερα τοὺς κατεξευτέλισε. Ὅταν, λοιπόν, δοῦν τὸ Σταυρό, ἔρχεται στὸ νοῦ τους ὁ Ἐσταυρωμένος. Φοβοῦνται Αὐτόν, ποὺ σύντριψε τὶς κεφαλὲς τοῦ νοητοῦ δράκοντα».
Ἀπὸ ποῦ ἀντλεῖ τὴν ἀκατανίκητη δύναμή του; Ἀπὸ τὸν Λυτρωτή μας Χριστό, ἀπὸ τὴν σταυρικὴ Του θυσία, ἡ ὁποία συντελέστηκε ἐπάνω σ’ αὐτὸν καὶ ἔχυσε τὸ πανάγιο Αἷμα Του γιὰ χάρη τῆς δικῆς μας ἀπολυτρώσεως. Αὐτὸ τὸ τίμιο Αἷμα του δίνει τὴ δύναμη νὰ συντρίβῃ τὸ κακό. Ὁ ἅγιος Γερμανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἐγκωμιάζοντας τὸν Τίμιο Σταυρό, ὀνομάζοντάς τον «βασιλικὴ κλίνη». Κλίνη, πάνω στὴν ὁποία ἀναπαύθηκε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, κατὰ τὴ φρικτὴ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ. Ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στὴν ἀκένωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διοχετεύεται πλέον στὴν ἀνθρωπότητα καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία μέσῳ τοῦ Σταυροῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες κάνουν λόγο γιὰ δύο ξύλα στὴ ἱστορία τῆς σωτηρίας μας. Τὸ ἕνα εἶναι τὸ ξύλο «τοῦ εἰδέναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ» (Γέν. 2,9), τὸ μυστηριῶδες, ἀλλὰ καὶ μοιραῖο ἐκεῖνο δένδρο στὸν κῆπο τῆς Ἐδέμ, τοῦ ὁποίου οἱ πρωτόπλαστοι ἔφαγαν τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ καὶ ἐξέπεσαν τῆς ἀρχέγονης μακαριότητας, ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὴν κοινωνία τοῦ Θεοῦ, ὑπήχθησαν στὴν αἰχμαλωσία τοῦ Σατανᾶ καὶ ἔγιναν ὑποκείμενοι τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Τὸ ἕτερο ξύλο εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρός, διὰ τοῦ ὁποίου αἴρεται ἡ κατάρα τῆς πτώσεως καὶ συντελεῖται ἡ σωτηρία μας. Τὸ θαυμάσιο τροπάριο τοῦ κοντακίου τῆς ἡμέρας εἶναι χαρακτηριστικό: «Ἐν Παραδείσῳ μὲ τὸ πρίν, ξύλῳ ἐγύμνωσεν, ἐπὶ τῇ γεύσει ὁ ἐχθρός, εἰσφέρων νέκρωσιν, τοῦ Σταυροῦ δὲ τὸ ξύλον, τῆς ζωῆς τὸ ἔνδυμα, ἀνθρώποις φέρον ἐπάγη ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ Κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς, ὃν ὁρῶντες προσκυνούμενον, Θεῷ ἐν πίστει λαοὶ συμφώνως ἀνακράξωμεν, Πλήρης δόξης ὁ οἶκος αὐτοῦ».
Ὁ σταυρός, πρὶν τὸ ἀπολυτρωτικὸ σταυρικὸ Πάθος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἦταν ὄργανο θανατώσεως τῶν κακούργων, αἴσχιστο ὄργανο τοῦ θανάτου. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι, μέχρι τότε, ἦταν «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Γαλ. 3,13), διότι «πᾶσα παράβασις καὶ παρακοή», λάμβανε «ἔνδικον μισθαποδοσίαν» (Ἑβρ. 6,23). Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ αὐτό, μετεβλήθη σὲ πηγὴ ἁγιασμοῦ, ἀπολύτρωσης καὶ ἀκένωτης δύναμης γιὰ τοὺς πιστούς. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀπὸ κακία καὶ φθόνο, καθηλώσαμε τὸν Λυτρωτή μας στὸ ξύλο τοῦ θανάτου καὶ Ἐκεῖνος, ἀντὶ γιὰ ἐκδίκηση, γιὰ τὴν θεοκτονία μας, μᾶς προσέφερε ἀκένωτη ἀγάπη καὶ μετέβαλε τὸ ξύλο τοῦ θανάτου, τὸν σταυρό, σὲ σύμβολο ἀθανασίας. Ὁ Χριστὸς πῆρε ἐπάνω Του τὴ δική μας κατάρα καὶ τὴν ἐξαφάνισε ἐπάνω στὸ Σταυρό, «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα» (Γαλ. 3,13), ὅπως τονίζει ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν καὶ γιὰ τοῦτο ὁμολογεῖ πὼς «μοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλ. 6,4). Τὸ πρώην φονικὸ ὄργανο δὲν εἶναι πλέον φρικτὸ καὶ ἀποκρουστικό, ἀλλὰ καύχηση γιὰ κάθε πιστό!
Πῶς μᾶς ἁγιάζει καὶ μᾶς προφυλάσσει ὁ Τίμιος Σταυρός: Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς ἐξηγεῖ: «Σχημάτισε στὸ μέτωπό σου τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τότε δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ σὲ βλάψει, σὲ τίποτε ὁ Διάβολος. Μὲ τὴν δύναμη τοῦ Σταυροῦ, ἔπαψαν πλέον οἱ δαίμονες νὰ εἶναι φοβεροὶ καὶ ἔγιναν εὐκολοκαταφρόνητοι καὶ δι᾿ αὐτοῦ, κατανικήθηκε καὶ ἐξαφανίστηκε ὁ θάνατος καὶ ταυτόχρονα ἔπαψε ὁ θάνατος νὰ εἶναι θάνατος, ἀλλὰ ὕπνος. Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ τρόπαιο νίκης ἐναντίον τῶν δαιμόνων, εἶναι ἡ μάχαιρα κατὰ τῆς ἁμαρτίας, τὸ ξίφος μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Xριστὸς κέντησε τὸ φίδι. Ὁ Σταυρὸς ποὺ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα, ἡ δόξα τοῦ Mονογενοῦς, τὸ ἀγαλλίαμα τοῦ Πνεύματος, τὸ κόσμημα τῶν ἀγγέλων, ἡ ἀσφάλεια τῆς Eκκλησίας, τὸ καύχημα τοῦ Παύλου, τὸ τεῖχος τῶν Ἁγίων, τὸ φῶς ὅλης τῆς οἰκουμένης». «Χριστιανὸς χωρὶς τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, μοιάζει μὲ στρατιώτη χωρὶς ὅπλο», μᾶς βεβαιώνει ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος!
Στὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἡμέρας ἀναγιγνώσκεται στὶς ἐκκλησίες ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, περὶ τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ: Ὁ Κύριος «προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,34-37).
Πρόκειται γιὰ μιὰ ἀπὸ τὶς πλέον σωτήριες προτροπὲς καὶ προειδοποιήσεις τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ κάθε ἄνθρωπος καλεῖται, μὲ ἀπόλυτη ἐλευθερία νὰ ἀναλάβῃ καὶ νὰ σηκώσῃ τὸν προσωπικό του σταυρό, δηλαδή, νὰ ἀρνηθῇ τὸν κακὸ πτωτικὸ καὶ ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του, τὸν χειρότερο ἐχθρό μας κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες, τὴν πρότερη ἁμαρτωλὴ ζωή του. Αὐτὸς εἶναι ὁ νοητὸς σταυρὸς κάθε χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νὰ τὸν σηκώσῃ στὶς πλάτες του καὶ νὰ μὴν τὸν ἐναποθέσῃ πιὰ ἂν θέλει νὰ τύχῃ τῆς σωτηρίας. Μπορεῖ νὰ φαίνεται βαρύς, ἀλλὰ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τὸν κάνει ἐλαφρύ, «χρηστό».
Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ πρέπει νὰ προχωρήσῃ καὶ στὴν προσωπική του πνευματικὴ νέκρωση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Ὅποιος θέλει νὰ ἀνακτήσῃ τὴν χαμένη ὄντως ζωή του, πρέπει νὰ θανατώσῃ τὴν παλιά του ζωή, τὴν πτωτική, νὰ σκοτώσῃ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὸν ὑποδουλωμένο στὸ Σατανᾶ καὶ τὴν ἁμαρτία, (Ρωμ. 6,17). Νὰ ἀπεκδυθοῦμε, τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτὸν» (Κολ. 3,9-10). Ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ συσταυρωθῇ μὲ τὸ Χριστὸ «ἵνα καταργηθῇ τὸ σῶμα τῆς ἁμαρτίας, τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἡμᾶς τῇ ἁμαρτίᾳ» (Ρωμ. 6,6). Ἡ ἀπώλεια τῆς πρότερης ζωῆς μας θὰ σημάνῃ τὴν ἀναγέννησή μας ἐν Χριστῷ, «οὕτω καὶ ὑμεῖς λογίζεσθε ἑαυτοὺς νεκροὺς μὲν εἶναι τῇ ἁμαρτίᾳ, ζῶντας δὲ τῷ Θεῷ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. 6,11). Νὰ φανερωθῇ στὴν ψυχή μας ὁ Χριστός, ὥστε, «ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία» (Κολ. 3,4-5). Νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴν φοβερὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ «δουλωθοῦμε» στὴν δικαιοσύνη (Ρωμ. 6,18).
Ἡ ἀληθινὴ ζωὴ δὲν εἶναι ἡ ἐνστικτώδης ἐπιβίωσή μας, ἀλλὰ ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος διακήρυξε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ» (Ἰωάν. 14,6). Κάθε ἄρνηση ἕνωσης μὲ Αὐτόν, σημαίνει ἀπαραίτητα νέκρωση. Ἡ βιολογικὴ ἐπιβίωση δὲ σημαίνει ζωή, ἀλλὰ διαιώνιση τῆς πτωτικῆς κακοδαιμονίας.
Τέλος, ἐπισημαίνει ὁ Κύριος τὸ γεγονὸς τῆς ἀνυπολόγιστης ἀξίας τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἀξίζει περισσότερο καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ πλούτη τοῦ κόσμου! Εἶναι ἀνώφελο καὶ ἀνόητο ἔστω καὶ νὰ κερδίσῃ κάποιος ὅλο τὸν κόσμο καὶ χάσει τὴν ψυχή του. Κανένας σώφρων ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἀνταλλάξῃ μὲ τίποτε τὴν ψυχή του.
Ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ, μὲ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Κυριακῆς τῆς ἡμέρας, νὰ ἀναλάβουμε τὸν προσωπικό μας σταυρὸ καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε. Ὁ δικός μας σταυρὸς εἶναι ἡ προσωπική μας ὑποχρέωση, ὁ ἀγῶνας μας, νὰ ἀποβάλλουμε ἀπὸ μέσα μας τὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία. Νὰ κόψουμε τὰ πάθη μας. Νὰ πολεμήσουμε τὸ κακὸ ὅπου καὶ ἂν βρίσκεται. Νὰ ἐναντιωθοῦμε στὸ διάβολο, ὁ ὁποῖος βρίσκεται δίπλα μας καὶ προσπαθεῖ νὰ μᾶς παρασύρῃ στὴν ἁμαρτία, γιὰ νὰ μᾶς καταστρέψῃ. Νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὸ βοῦρκο τῶν ἁμαρτωλῶν ἕξεων καὶ νὰ στολιστοῦμε μὲ ἀρετές. Νὰ τρανώσουμε τὴν πίστη μας στὸ Χριστὸ καὶ νὰ ἀποβάλλουμε ἀπὸ μέσα μας τὰ ὀλέθρια σπέρματα καὶ ζιζάνια τῆς ἀπιστίας, τὰ ὁποῖα μᾶς σπέρνει ὁ σατανᾶς. Νὰ ζήσουμε βίο ἐνάρετο, προσαρμόζοντας τὴ ζωή μας στὸ μεγάλο πρότυπο, τὸ Χριστό μας. Νὰ στρέψουμε τὸ βλέμμα μας στὸ ἐκθαμβωτικὸ φῶς τοῦ Σταυροῦ προκειμένου νὰ διαλύσουμε τὸ σκοτεινὸ ἔρεβος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ψυχῆς μας. Δὲν ἔχουμε πολλὲς ἐπιλογές, ἢ ἀποδεχόμαστε τὴ λυτρωτικὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ σωζόμαστε, ἢ παραμένουμε δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας καὶ φορεῖς τοῦ κακοῦ καὶ χανόμαστε. Ἡ κλήση πρὸς τὴ λύτρωση εἶναι πάντα ἀνοιχτή, φτάνει νὰ πάρουμε τὴ μεγάλη ἀπόφαση καὶ νὰ τὴν ἀποδεχτοῦμε. Ὁ Κύριος μᾶς περιμένει.
Καλούμαστε αὐτὴ τὴν ἱερὴ ἡμέρα νὰ προσέλθουμε στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς καὶ νὰ προσκυνήσουμε τὸν Τίμιο Σταυρό, γιὰ νὰ πάρουμε δύναμη καὶ κουράγιο, νὰ συνεχίσουμε μέχρι τὸ τέλος τὸν πνευματικό μας ἀγῶνα αὐτὴ τὴν ἱερὴ περίοδο. Τὸ ὑπέρτατο ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου θὰ μᾶς βοηθήσῃ νὰ τὸν τρέψουμε σὲ ἄτακτη φυγή. Νὰ τοῦ ματαιώσουμε τὰ δόλια σχέδια, νὰ μᾶς ἀποσπάσῃ ἀπὸ τὸ Θεό, νὰ μᾶς πάρῃ μὲ τὸ μέρος του, ὁδηγῶντας μας στὸν ὄλεθρο καὶ τὴν καταστροφή.
Τέλος, νὰ ἐντρυφήσουμε στὴν ὑπέροχη ἀσματικὴ ἀκολουθία τῆς ἡμέρας, γιὰ νὰ βιώσουμε τὸ ἄμετρο μέτρο τῆς θείας ἀγάπης, ἡ ὁποία ἔφτασε ὡς τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Λυτρωτῆ μας Χριστοῦ, μὴ ζητῶντας «λογικὲς» ἐξηγήσεις, καθότι, τὸ μυστήριο τῆς ἀπολύτρωσής μας εἶναι ὑπέρλογο, ἀκολουθῶντας τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο τοῦ ὄρθρου (β΄ κάθισμα): «Τὸ ἀκατάληπτον τὸ τῆς Σταυρώσεως, καὶ ἀνερμήνευτον τὸ τῆς Ἐγέρσεως, θεολογοῦμεν οἱ πιστοί, ἀπόῤῥητον Μὺστήριον· σήμερον γὰρ θάνατος, καὶ ὁ ᾅδης ἐσκύλευται, γένος δὲ ἀνθρώπινον ἀφθαρσίαν ἐνδέδυται, διὸ καὶ εὐχαρίστως κραυγάζομεν. Δόξα Χριστὲ τῇ Ἀναστάσει σου»!
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου