Ὁ Θεὸς «ἐποίησε τὰ πάντα, καλὰ λίαν»[1]. Ὁ ἄνδρας νιώθει μιὰ φυσικὴ ἕλξη πρὸς τὴν γυναίκα καὶ ἡ γυναίκα πρὸς τὸν ἄνδρα. Ἂν δὲν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ ἕλξη, ποτὲ δὲν θὰ ξεκινοῦσε κανεὶς νὰ κάνη οἰκογένεια.
Θὰ συλλογιζόταν τὶς δυσκολίες ποὺ θὰ εἶχε ἀργότερα στὴν οἰκογένεια μὲ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν κ.λπ., καὶ δὲν θὰ ἀποφάσιζε νὰ ξεκινήση.
Μετὰ τὴν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων τὸ σαρκικὸ φρόνημα σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους μπορεῖ νὰ ὑπάρχη πέντε τοῖς ἑκατό, σὲ ἄλλους δέκα, τριάντα κ.λπ.
Ἀλλὰ σήμερα ποῦ νὰ βρεθοῦν ἄνθρωποι νὰ ἔχουν πέντε τοῖς ἑκατὸ σαρκικὸ φρόνημα, νὰ ἔχουν δηλαδὴ ἁγνὸ φρόνημα! Πάντως σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἔχει δοθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ δυνατότητα νὰ φθάσουν στὴν ἀπάθεια, ἂν ἀγωνισθοῦν μὲ φιλότιμο.