Τέμνει κεφαλὴν χεὶρ μιαιφόνος ξίφει,
Τοῦ χεῖρα θέντος εἰς κεφαλὴν Κυρίου.
Εἰκάδι ἀμφ' ἐνάτῃ Προδρόμου τάμεν αὐχένα χαλκός.
Τὰ προηγούμενα μέρη: Μέρος Α΄ ΕΔΩ Μέρος Β΄ ΕΔΩ
Τα εκκλησιαστικά πρόσωπα ο παπα-Φώτης τα σεβόταν και τα εκτιμούσε. Ιδιαίτερα τιμούσε τον επίσκοπό του. Χαιρόταν που κάθε χρόνο ο νυν Σεβ. Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος τον επισκεπτόταν κατά την ονομαστική γιορτή του στον Τρίγωνα. Ο παπα-Φωτέλλης ακόμα και μετά από πολλά χρόνια αποχώρησης από την ενεργό του δράση, τη γιορτή του την τελούσε κάθε χρόνο στον Τρίγωνα. Έκανε με χρήματά του πλούσιο τραπέζι για όλο τον κόσμο. Ήθελε να κεραστούν όλοι οι άνθρωποι και χαιρόταν όταν του έλεγε ο κόσμος ευχές. Μα την ίδια στιγμή που ευχόταν, αν κάτι δεν πήγαινε καλά, μπορούσε να κάνει σκηνές και να ανατρέψει το πανηγύρι σε κυνηγητό και φωνές. Μπροστά στο λάθος, χίλια καλά να του έκαμνες, έπρεπε να τα ακούσεις. Κι αυτό όχι σε κατώτερους απ’ αυτόν ανθρώπους, αλλά και σε κείνους που τους φιλοξενούσε, σε κείνους που τον στήριζαν έστω και οικονομικά. Δε λογάριασε τίποτα για την αλήθεια. Απεχθανόταν τη διαστροφή και την αναλήθεια.
Ο παπα-Φώτης Λαυριώτης είχε φίλους παντού, όπου πήγαινε. Μέσα στο ταγάρι του είχε ό,τι μπορεί να υποψιασθεί νους ανθρώπου. Από πετραχήλι και κουκούλιο μέχρι κονσέρβες. Από κεριά, καρβουνάκι και θυμίαμα μέχρι ψυχοχάρτια, κομμάτια πρόσφορα, κρεμμύδια, σκόρδα, φρυγανιές, ελιές και πολλά άλλα. Χαιρόταν να σου δώσει κάτι, όσο απλό κι απέριττο κι αν ήταν. Συνήθιζε να χαρίζει στους ευεργέτες του και σ’ όσους του παρείχαν φιλοξενία ένα καλλιγραφικό χειρόγραφό του, συνήθως το πρώτο κεφάλαιο από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο· «Εν αρχή ην ο Λόγος…». Του αρκούσε να του πεις “την ευχή σου” κι ένα ευχαριστώ με αγάπη. Φυσικά δεν σχολιάζουμε την ποιότητα των χαρτιών που χρησιμοποιούσε. Άλλα ήταν κομμάτια από πακέτα τσιγάρων και άλλα από χαρτοκούτες απορρυπαντικών!
Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Ἡ Ἐκκλησία μας τιμάει στὶς 27 Αὐγούστου τὴν μνήμη ἑνὸς φωτεινοῦ Ἁγίου, ὅπως φανερώνει καὶ τὸ ὄνομά του, τοῦ Ἁγίου Φανουρίου, γιὰ τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία τοῦ ὁποίου δὲν γνωρίζομε πολλά, οὔτε πότε ἀκριβῶς ἔζησε. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ κάποιους ἀμφισβητεῖται ἡ ὕπαρξή του ἤ θεωρεῖται ὅτι ἡ μνήμη του συγχέεται μὲ τὴν μνήμη τοῦ ἐπίσης στρατιωτικοῦ Ἁγίου Γεωργίου, οἱ εἰκονογραφικοὶ τύποι τῶν ὁποίων, ὡστόσο, δὲν ὁμοιάζουν. Πάντως δὲν ἐκκινοῦν ὅλοι οἱ μελετητὲς ἀπὸ ἀγαθὴ προαίρεση στὴν ἔρευνά των, ἀλλὰ κάποιοι ἐπιχειροῦν πεισματικὰ νὰ σπιλώσουν τὴν μνήμη ἑνὸς ἰδιαιτέρως ἀγαπητοῦ στὸν λαὸ Ἁγίου.
Ο παπα-Φώτης υπήρξε ένας ταπεινός παραδοσιακός παπάς, μάλλον καλόγηρος, με όλη τη σημασία της λέξεως. Έζησε περίπου έναν αιώνα (1913-2010). Από μικρός αφιερώθηκε στη διακονία της Εκκλησίας. Ξεκίνησε από το νησί του τη Λέσβο, έφθασε και ασκήτευσε στο Αγιώνυμον Όρος, όπου έγινε μοναχός, διάκονος και πρεσβύτερος. Γνωρίσθηκε και ήλθε σε επαφή και πνευματική σχέση με τους αγιασμένους Γέροντες: τον ρώσο παπα-Τύχωνα, απ’ τον οποίο έλαβε την μεγαλοσχημία, τον Όσιο Σιλουανό τον Αθωνίτη, τον Σωφρόνιο του Έσσεξ, τον Γέροντα Παύλο Παυλίδη τον Λαυριώτη και ιατρό και φτασμένο πνευματικό και πολλούς άλλους.
Επέστρεψε στην Λέσβο μετά από μια εικοσαετία αυστηρής άσκησης στο Άγιον Όρος και εφημέρευσε, επί μισόν και πλέον αιώνα, στο αγαπημένο του χωριό τον Τρίγωνα Πλωμαρίου. Υπήρξε άνθρωπος φιλήσυχος για τους πιστούς συνανθρώπους του, όμως αγρίευε όταν κάποιοι νεωτερίζοντες, κληρικοί και λαϊκοί, προσπαθούσαν να αλλοιώσουν ή μάλλον να αλώσουν την Ορθόδοξη Παράδοση. Ήταν από τους τελευταίους «κολλυβάδες» της σειράς των μεγάλων κολλυβάδων Πατέρων, όπως της σειράς του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου και άλλων.
Ήταν πρόσωπο, που σε πολλούς προκαλούσε την αποστροφή, λόγω του κοντού αναστήματός του αλλά και του ατημέλητου της ενδύσεώς του. Οι τρόποι του θα χαρακτηρίζονταν άκρως καλογερικοί. Δεν ήθελε τερτίπια και διπλωματίες κατά την επικοινωνία. Πιστός τηρητής των Παραδόσεων, ιδιαιτέρως σ’ ό,τι αφορούσε τις νηστείες και τις προσευχές, τις τυπικές διατάξεις και την ευταξία της λατρείας, αντιστεκόταν όχι με ευγένειες και υποχωρήσεις, αλλά με δυναμικές επεμβάσεις και πολλές φορές με σκληρές εκφράσεις, ακόμη και χειρονομίες.
✶✶✶
Την πίστη του δεν την αντάλλασσε με όλα τα καλά του κόσμου. Δεν συσχηματιζόταν με τα του κόσμου, δεν φοβόταν, ούτε σκιαζόταν τους πολιτικούς και τους άρχοντες, δεν είχε άλλη συμπεριφορά για τους μεν και άλλη για άλλους. Ήταν πηγαίος εκφραστής τής Ορθοδόξου Παραδόσεως. Ποτέ του δεν το έβαζε κάτω για κάτι που ήθελε να πετύχει. Οργιζόταν όταν έβλεπε κληρικούς να μην τιμούν το ράσο τους. Κάποιες φορές ήλεγχε τους συναδέλφους του κληρικούς με λόγια σκληρά. Κι όμως εκείνη η φαινομενική καλογερική σκληρότητα δεν είχε μέσα της κακία. Όλους τους αγαπούσε, την αμαρτία των πολλών μάλλον μισούσε. Στηλίτευε άγρια, όπως έκαναν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Επιτιμούσε και ταυτόχρονα αγαπούσε. Μάλωνε και φώναζε και συγχρόνως συγχωρούσε. Εάν έβλεπε αμετανοησία και δαιμονικό πείσμα, αποχωρούσε κι έφευγε μακρυά.
Δεν του άρεσαν οι τυπικότητες στα μοναστήρια, ούτε το κλείσιμο των ιερών μονών για κάποιες από τις ημέρες της εβδομάδος. Κάποτε που επισκέφθηκε ένα γυναικείο Αγιορείτικο μετόχι-μοναστήρι στη Χαλκιδική και βρήκε ημέρα Τετάρτη το μοναστήρι κλειστό, άρχισε να κτυπάει με κλωτσιές τις σιδερένιες πόρτες και αναστάτωσε ολόκληρη την αδελφότητα. Το τι ακολούθησε δεν περιγράφεται. Ας κρατήσουμε μόνον την φράση του ότι τα μοναστήρια είναι καταφύγια για όλους τους πονεμένους. Ήθελε μοναχούς και μοναχές να ζουν μέσα στην ανεπιτήδευτη απλότητα και αρχοντιά. Έκανε πολλά πράγματα τραβηγμένα για τον καθωσπρεπισμό, τον τρόπο της καλής, ωστόσο δυτικής-ξενόφερτης συμπεριφοράς.
Δεν πρόσεχε το ντύσιμό του. Κάποιες φορές περπατούσε ξυπόλητος όχι μόνο στο χωριό του, αλλά και στην πόλη. Δεν το έκανε για να τον λυπούνται, αλλά γιατί έτσι αισθανόταν άνετα και ξεκούραστα. Κάποτε τον είδα να φοράει μια κίτρινη παντόφλα στο ένα πόδι και μια ροζ στο άλλο. Αυτά βρήκε, αυτά και φόρεσε. Τα ρούχα του όμως μπορεί να ήταν χιλιομπαλωμένα και ξεσκισμένα, ποτέ του όμως δεν μύριζε άσχημα.
(Συνεχίζεται)
Απόσπασμα ομιλίας του Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Χριστοδούλου στην «Ημερίδα για τις σύγχρονες οσιακές μορφές του αιώνα μας», υπό την αιγίδα της Ι. Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Ι. Ναός Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, Δευτέρα 23 Μαΐου 2016.
Πηγή:https://www.koinoniaorthodoxias.org/gerontes/papa-fotis-o-layriotis-o-dia-xriston-salos/
Του χρόνου… Είναι πολύς καιρός μέχρι του χρόνου! Όσοι από εσάς, που έρχεσθε εδώ συχνά από παλιά και ωφεληθήκατε κάτι, θέλω να με μνημονεύετε. Να με μνημονεύετε ως εξής: «Αυτός ο άνθρωπος δεν γνώριζε πολλά βιβλία, αλλά είχε μια φιλοδοξία, ένα ανεξέλεγκτο ζήλο: Να μας ωφελήσει ψυχικά. Και με τα χέρια του έπλεκε κομποσχοίνια για να μας διδάξει, έτσι ήθελε αυτός… και εμείς, άλλοι ωφεληθήκαμε και άλλοι σκανδαλισθήκαμε…».
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [: Ματθ. 14,22-34]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Η ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΟΣ ΣΟΦΙΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΥΜΑΤΩΝ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 4-8-1985]
(Β141)
Μετὰ ἀπὸ τὸν χορτασμὸν τῶν πεντακισχιλίων, ἀγαπητοί μου, ποὺ ἀκούσαμε τὴν περασμένη Κυριακὴ στὴν εὐαγγελικὴν περικοπή, βλέπομε νὰ ἀκολουθεῖ ἕνα περιστατικόν, ἐκτάκτως σπουδαῖον σὲ συμπεράσματα. Ὅσο οἱ μαθηταὶ ἐμοίραζαν τὰ κομμάτια τοῦ ἄρτου, τὸν ἄρτον, στὸ πλῆθος, ποὺ ἦταν σὲ πρασιὲς καὶ ἐδέχετο τὴν εὐλογημένη τροφὴ ἀπὸ τὸν Κύριον, ἐδέχοντο ἀπὸ τὸ πλῆθος, ποὺ ἐθαύμαζε διὰ τὸ καταπληκτικὸν αὐτὸ θαῦμα -νὰ πολλαπλασιαστεῖ ἡ τροφὴ ἡ ὑλική- νὰ λέγει στοὺς μαθητὰς ὅτι ὁ Διδάσκαλος ἦτο σπουδαῖος. Σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης: «Οἱ οὖν ἄνθρωποι, ἰδόντες ὃ ἐποίησε σημεῖον ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγον ὅτι οὗτος ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον». «Αὐτός», λέει, «εἶναι αὐτὸς ποὺ περιμένομε, ὁ προφήτης. Ὁ μέγας προφήτης, ὅπως τὸν εἶχε προφητεύσει ὁ Μωυσῆς. Νὰ στείλει», λέγει, «ὁ Θεός, μέγαν προφήτην ὅπως ἐμένα», γιατί ὁ Μωυσῆς ἦτο εἰς τύπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Βλέποντας λοιπὸν αὐτὸ τὸ θαῦμα ὁ κόσμος θαυμάζει. Καὶ θαυμάζοντας, λέγει αὐτὰ εἰς τοὺς μοιράζοντας τὰ κομμάτια τοῦ ψωμιοῦ, εἰς τοὺς μαθητάς.
Ὡς γνωστόν, ἡ Ὀρθοδοξία δὲν διαθέτει μόνον τὴν διάσταση τῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ τὴν μορφωτικὴ καὶ τὴν κοινωνικὴ διάσταση, ὅπως φαίνεται καθαρὰ ἀπὸ τὴν δράση τῶν πρώτων ἀποστολικῶν κοινοτήτων (Πράξ. β’ 42-47, στ’ 1-6). Γνήσιος συνεχιστὴς τοῦ ὀρθοδόξου πνεύματος καὶ ἐκφραστὴς τοῦ τριλείτουργου ὁ Πατροκοσμᾶς δὲν διακόνησε μόνον τὶς πνευματικὲς καὶ μορφωτικὲς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν του, μὲ τὴν διδασκαλία του, ἀλλὰ ἐργάστηκε, παράλληλα, καὶ γιὰ τὴν ἠθικὴ καὶ τὴν κοινωνική των ἀναγέννηση.
Θεμέλιο τῆς διδασκαλίας του ἡ πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς: «Καὶ μεῖς, λοιπόν, ἐὰν θέλωμε νὰ λέμε τὸν Θεό μας Πατέρα, πρέπει πρῶτα νὰ ἔχωμε δύο ἀγάπες, ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ ἄλλη ἀγάπη στὸν πλησίον…».
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [: Α΄ Κορ. 3,9-17]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Ἓκαστος βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 1-8-1999]
[Β403]
Ὁ Παῦλος, ἀγαπητοί μου, παρομοιάζει τοὺς πιστοὺς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου μὲ δύο εἰκόνες. Τοὺς ἀποκαλεῖ -ἡ πρώτη εἰκόνα- «Θεοῦ Γεώργιον». Δηλαδὴ Θεοῦ χωράφι. Καὶ ἀκόμη: «Θεοῦ οἰκοδομή». Γεωργοί, λοιπόν, καὶ οἰκοδόμοι εἶναι οἱ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπως ἕν προκειμένω ὁ Παῦλος καὶ ὁ Ἀπολλώς. Αὐτοὶ ἐπιμελοῦνται τὸν ἀγρὸν τοῦ Θεοῦ ἢ τὴν οἰκοδομὴν τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ κτίζουν δηλαδὴ τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν πιστῶν. Στὴν συνέχεια, καὶ ὁ κάθε πιστὸς φροντίζει τὸν ἀγρὸ τῆς ψυχῆς του καὶ τὸν καλλιεργεῖ· ἀλλὰ καὶ ἀκόμη φροντίζει νὰ οἰκοδομεῖ τὴν πνευματική του ὕπαρξη.
Το πρώτον είναι να αγαπάτε τους εχθρούς σας και να τους συγχωράτε με όλην σας την καρδίαν εις ό,τι και αν σας έφταιξαν, δια να σας συγχωρήση και εσάς ο Θεός εις τα όσα του φταίετε.
Το δεύτερον είναι να εξετάζετε να ευρίσκετε πνευματικόν καλόν και να του ειπήτε ο καθένας έτσι: «Εγώ, πνευματικέ μου, έχω να κολασθώ διατί δεν αγαπώ τον Θεόν και τον αδελφόν μου καθώς πρέπει. Εγώ είμαι αχάριστος εις τον Θεόν μου δια τα τόσα και τόσα καλά οπού μου εχάρισε. Μου έδωσε τα ομμάτια να βλέπω τα άπειρά του ποιήματα και να τον δοξάζω, να βλέπω τον ήλιον και να θαυμάζω και να λέω: εάν ο ήλιος είναι τόσον λαμπρός, αμή εκείνος οπού τον έκαμε, πόσον να είναι λαμπρότερος;
Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης
Ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος έχει γράψει, έχει πει και κυρίως έχει πράξει πολλά. Άλλωστε λόγω του πνευματικού του αναστήματος και κυρίως λόγω του έργου του διώχθηκε από την τότε εξουσία και πέθανε εξόριστος στον Πόντο. Ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως γνωρίζοντας λοιπόν πόσα μπορεί να καταφέρει ένας άνθρωπος εφόσον είναι αποφασισμένος, είπε πως και «ένας που έχει ζήλο αρκεί για να αλλάξει το λαό».
Αυτός ο ένας ο οποίος σε δύσκολους καιρούς, ακολουθώντας το πνευματικό βίο ενός Αγίου, αλλάζοντας τον λαό, ήταν ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Εν τέλει έγινε και αυτός Άγιος ακολουθώντας σε όλα το πρότυπο, το σύμβολο, την Ελληνικότητα, την Ορθοδοξία. Πρωταγωνίστρια για την επίτευξη του «ποθούμενου» η παιδεία, σ’ αυτήν που εναπόθεσε πολλά, εν τέλει όλα:
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Ματθ. 14,22-34]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ. Τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἦν, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων· ἦν γὰρ ἐναντίος ὁ ἄνεμος (:Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς, γιὰ νὰ μὴν παρασυρθοῦν οἱ μαθητὲς Του ἀπὸ τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ πλήθους ποὺ ἤθελε νὰ Τὸν ἀνακηρύξει βασιλιᾶ [μετὰ ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων] τοὺς ἀνάγκασε νὰ εἰσέλθουν στὸ πλοῖο καὶ νὰ περάσουν πρὶν ἀπὸ Αὐτὸν στὸ ἀπέναντι μέρος τῆς λίμνης, ὡσότου Αὐτὸς διαλύσει τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ. Καὶ ἀφοῦ διέλυσε τὰ πλήθη, ἀνέβηκε στὸ ὄρος, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ μόνος καὶ ἀπερίσπαστος. Καὶ ὅταν ἄρχισε νὰ νυκτώνει, ἦταν μόνος Του ἐκεῖ. Τὸ πλοῖο ὅμως βρισκόταν πλέον στὸ μέσο τῆς λίμνης καὶ κλυδωνιζόταν πολὺ ἀπὸ τὰ κύματα, διότι ἦταν ἀντίθετος ὁ ἄνεμος)»[Ματθ. 14,22-27]·[ἑρμην. ἀπόδοση Παν. Τρεμπέλα].
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ [:Α΄Κορ. 3,9-17]
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ
«Θεοῦ γάρ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε(:Είμαστε και οι δύο [:και ο Παύλος και ο Απολλώς] ένα, διότι και εκείνοι που φυτεύουν και εκείνοι που ποτίζουν, είμαστε συνεργάτες του Θεού στο έργο Του που αποβλέπει στην σωτηρία σας. Είστε αγρός που ανήκει στον Θεό και καλλιεργείται από Αυτόν. Είστε οικοδομή του Θεού που κτίζεται από Αυτόν με όργανά Του και κτίστες Του εμάς)»[Α΄Κορ.3,9].
Πρόσεξε ότι αποδίδει και σε αυτούς έργο όχι μικρό, αφού προηγουμένως απέδειξε ότι το παν είναι έργο του Θεού. Επειδή δηλαδή πάντοτε συμβουλεύει πειθαρχία στους άρχοντες, για τον λόγο αυτόν δεν υποτιμά απόλυτα τους διδασκάλους. «Θεοῦ γεώργιον(:Είστε αγρός που ανήκει στον Θεό και καλλιεργείται από Αυτόν)». Επέμεινε δηλαδή στη μεταφορά, επειδή είπε «φύτεψα» [βλ. Α΄Κορ. 3,6: «Ἐγὼ ἐφύτευσα, Ἀπολλὼς ἐπότισεν, ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς ηὔξανεν(:Εγώ ο Παύλος φύτεψα σε σας την πίστη με το κήρυγμά μου, ο Απολλώς πότισε τη νεοφυτεμένη πίστη σας, αλλά ο Θεός την αύξανε. Χωρίς όμως την αύξηση αυτή, η σπορά ούτε θα φύτρωνε, ούτε θα ριζοβολούσε, ούτε θα καρποφορούσατε)»]. «Εφόσον είστε αγρός του Θεού, είναι δίκαιο να ονομάζεστε όχι από το όνομα αυτών, που τον καλλιεργούν, αλλά από το όνομα του Θεού· διότι ένας αγρός δεν παίρνει το όνομά του από αυτόν που το καλλιεργεί, αλλά από τον ιδιοκτήτη».