Ἄν ἀναλογισθοῦμε, πόσο ἀναπολόγητοι θά εἴμαστε, ἐάν ὑπάρχει ἔστω καί ἕνας αἱρετικός ἤ ἀλλόθρησκος πού εἰσέρχεται στόν ναό του (παπικό, βουδιστικό, τέμενος, κλπ) ἄνευ μᾶσκας, ἀπό ἐμπιστοσύνη στόν ψευτοθεό του, θά πρέπει νά κλαῖμε ὁλημερίς καί ὁλονυκτίς. Τί θά ἀπαντήσουμε καί πῶς θά δικαιολογηθοῦμε στόν μόνο ἀληθινό καί ζῶντα τριαδικό Θεό πού μᾶς κοιτᾶ ἀπό τόν Σταυρό;
Οἱ ἀπορίες καί οἱ ἀνησυχίες πολλές καθώς καί οἱ ἐνδοιασμοί. Οἱ πραγματικοί ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, γιά νά τίς ἀπαντήσουν μέ πίστη, λιγοστοί. Ἐρωτοῦν λαϊκοί καί κληρικοί, ἀναζητῶντας ἐρείσματα: ποῦ τό γράφει αὐτό στήν Καινή Διαθήκη ἤ στήν Ἁγία Γραφή;