Ὁ Ἅγιος Πλάτωνας
Μικροῦ λαθὼν παρῆλθεν ἡμᾶς ὁ Πλάτων,
Πλάτων ἐκεῖνος, ὃν πλατὺ κτείνει ξίφος.
Ὀγδοάτῃ δεκάτῃ τε Πλάτωνα ἄορ κατέπεφνεν.
Ὁ Ἅγιος Πλάτωνας καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα τῆς Γαλατίας τῆς Μ. Ἀσίας, καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ μάρτυρα Ἀντιόχου.
Σὲ νεαρὴ ἡλικία τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες, διότι διακήρυττε τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα Ἀγριππίνο. Ὁ Ἀγριππίνος βλέποντας τὴν ὡραιότητα τοῦ νέου καὶ γνωρίζοντας ὅτι κατεῖχε περιουσία, προσπάθησε νὰ τὸν ἑλκύσει μὲ κολακεῖες. Ὅμως ὁ Ἅγιος Πλάτων ἀρνήθηκε καὶ συνέχισε νὰ διακηρύττει τὴν πίστη του στὸν ἕναν καὶ μοναδικὸ Θεό. Ἀφοῦ ὁ ἡγεμόνας εἶδε ὅτι δὲν κατάφερε νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσει δελεάζοντάς τον, τὸν ἀπείλησε μὲ μαρτύρια.
Παρ’ ὅλα ταῦτα ὁ Ἅγιος Πλάτων παρέμεινε σταθερὸς στὴν πίστη του. Ἔτσι ὁ Ἀγριππίνας διέταξε νὰ τὸν μαστιγώσουν ἀνελέητα καὶ ὕστερα νὰ τὸν βασανίσουν μὲ πυρωμένες ράβδους. Ὁ Ἅγιος διατήρησε ὅλη του τὴν πίστη καὶ δὲν ἔπαψε νὰ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, γι’ αὐτὸ διατάχθηκε ὁ ἀποκεφαλισμός του.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ Ἅγιος μεγαλομάρτυρας Πλάτωνας παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο καὶ τιμήθηκε μὲ τὸ ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Πλατυνόμενος, ἀγάπῃ θείᾳ, τὴν φερώνυμον, κλῆσίν σου Μάρτυς, τῇ ἀθλήσει ἀληθεύουσαν ἔδειξας· καὶ μαρτυρίου ἀνύσας τὸν δίαυλον, μαρτυρικῆς ἠξιώθης λαμπρότητος. Πλάτων ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Δυὰς ἡ εὐκλεής, τῶν κλεινῶν Ἀθλοφόρων, ἐδόξασε λαμπρῶς, τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ὁ Πλάτων ὁ ἔνδοξος, Ρωμανός τε ὁ ἔνθεος, ἐναθλήσαντες, καὶ τὸν ἐχθρὸν καθελόντες· ὅθεν πάντοτε, ὑπὲρ ἡμῶν δυσωποῦσι, τὸν μόνον Φιλάνθρωπον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῷ πλάτει Ἄγιε, τῶν σῶν ἀγώνων, τοῦ ἐχθροῦ ἐστένωσας, πᾶσαν ὀλέθριον ἰσχύν, καὶ χάριν νέμεις τοῖς ψάλλουσι· χαίροις ὦ Πλάτων Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ὁπλῖται ἄριστοι, τῆς ἀληθείας, τὸν τοῦ ψεύδους ἄρχοντα, κατετροπώσασθε στερρῶς, σὺν Ῥωμανῷ Πλάτων ἔνδοξε, τῆς εὐσεβείας τὸν λόγον κηρύξαντες.
Μεγαλυνάριον.
Πλάτος εὐσεβείας διατρανοῖ, Πλάτων ὁ θεόφρων, τῇ στενώσει τῶν αἰκισμῶν, πίστεως δὲ ῥώμην, ὁ Ῥωμανὸς ἐκλάμπει, καὶ ἄμφω τὸ τοῦ Λόγου, πάθος δοξάζουσι.
Σὲ νεαρὴ ἡλικία τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες, διότι διακήρυττε τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα Ἀγριππίνο. Ὁ Ἀγριππίνος βλέποντας τὴν ὡραιότητα τοῦ νέου καὶ γνωρίζοντας ὅτι κατεῖχε περιουσία, προσπάθησε νὰ τὸν ἑλκύσει μὲ κολακεῖες. Ὅμως ὁ Ἅγιος Πλάτων ἀρνήθηκε καὶ συνέχισε νὰ διακηρύττει τὴν πίστη του στὸν ἕναν καὶ μοναδικὸ Θεό. Ἀφοῦ ὁ ἡγεμόνας εἶδε ὅτι δὲν κατάφερε νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσει δελεάζοντάς τον, τὸν ἀπείλησε μὲ μαρτύρια.
Παρ’ ὅλα ταῦτα ὁ Ἅγιος Πλάτων παρέμεινε σταθερὸς στὴν πίστη του. Ἔτσι ὁ Ἀγριππίνας διέταξε νὰ τὸν μαστιγώσουν ἀνελέητα καὶ ὕστερα νὰ τὸν βασανίσουν μὲ πυρωμένες ράβδους. Ὁ Ἅγιος διατήρησε ὅλη του τὴν πίστη καὶ δὲν ἔπαψε νὰ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, γι’ αὐτὸ διατάχθηκε ὁ ἀποκεφαλισμός του.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ Ἅγιος μεγαλομάρτυρας Πλάτωνας παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο καὶ τιμήθηκε μὲ τὸ ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Πλατυνόμενος, ἀγάπῃ θείᾳ, τὴν φερώνυμον, κλῆσίν σου Μάρτυς, τῇ ἀθλήσει ἀληθεύουσαν ἔδειξας· καὶ μαρτυρίου ἀνύσας τὸν δίαυλον, μαρτυρικῆς ἠξιώθης λαμπρότητος. Πλάτων ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Δυὰς ἡ εὐκλεής, τῶν κλεινῶν Ἀθλοφόρων, ἐδόξασε λαμπρῶς, τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ὁ Πλάτων ὁ ἔνδοξος, Ρωμανός τε ὁ ἔνθεος, ἐναθλήσαντες, καὶ τὸν ἐχθρὸν καθελόντες· ὅθεν πάντοτε, ὑπὲρ ἡμῶν δυσωποῦσι, τὸν μόνον Φιλάνθρωπον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῷ πλάτει Ἄγιε, τῶν σῶν ἀγώνων, τοῦ ἐχθροῦ ἐστένωσας, πᾶσαν ὀλέθριον ἰσχύν, καὶ χάριν νέμεις τοῖς ψάλλουσι· χαίροις ὦ Πλάτων Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ὁπλῖται ἄριστοι, τῆς ἀληθείας, τὸν τοῦ ψεύδους ἄρχοντα, κατετροπώσασθε στερρῶς, σὺν Ῥωμανῷ Πλάτων ἔνδοξε, τῆς εὐσεβείας τὸν λόγον κηρύξαντες.
Μεγαλυνάριον.
Πλάτος εὐσεβείας διατρανοῖ, Πλάτων ὁ θεόφρων, τῇ στενώσει τῶν αἰκισμῶν, πίστεως δὲ ῥώμην, ὁ Ῥωμανὸς ἐκλάμπει, καὶ ἄμφω τὸ τοῦ Λόγου, πάθος δοξάζουσι.
Ὁ Ἅγιος Ῥωμανός
Τὸ καρτερόφρον Ῥωμανοῦ πᾶς θαυμάσει.
Σὺν χαρμονῇ γὰρ πνιγμονὴν ἐκαρτέρει.
Ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα μ.Χ. Ἐπειδὴ ὁ ἔπαρχος Ἀντιοχείας Ἀσκληπιάδης φώναζε καὶ βλασφημοῦσε κατὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ πιστὴ καρδιὰ τοῦ Ῥωμανοῦ πῆρε φωτιὰ ἀπὸ ἱερὴ ἀγανάκτηση ἐναντίον του.
Καὶ κάποια μέρα, καιροφυλάκτησε τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἔπαρχος θὰ ἔμπαινε στὸ ναὸ τῶν εἰδώλων, καὶ τοῦ εἶπε κατὰ πρόσωπο: «τὰ εἴδωλα δὲν εἶναι θεοί». Ὀργισμένος ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας, διέταξε καὶ ἔκοψαν τὴ γλώσσα τοῦ Ῥωμανοῦ. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς μὲ θαῦμα, διατήρησε τὴν λαλιὰ στὸν Ῥωμανὸ καὶ χωρὶς τὴν γλώσσα του. Ἔτσι ὅταν τὸν ἔκλεισαν στὴν φυλακὴ κήρυττε τὸν Χριστὸ στοὺς δεσμοφύλακες.
Οἱ εἰδωλολάτρες, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν σ’ αὐτὰ τὰ θαύματα, ἔπνιξαν τὸν γενναῖο μάρτυρα (τὸ 304 μ.Χ.). Ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια δὲν πνίγεται. Ἀντίθετα οἱ διωγμοὶ ἐπιταχύνουν τὸν θρίαμβό της. Καὶ δὲν πέρασαν πολλοὶ αἰῶνες καὶ τὰ εἴδωλα ἔπεσαν σ’ ὅλη τὴν ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, κατὰ τὸν ἀληθινὸ λόγο τοῦ Ῥωμανοῦ, ποὺ φωνάζει καὶ στὴν ἐποχὴ τῶν σύγχρονων εἰδώλων, ὅτι «τὰ εἴδωλα δὲν εἶναι θεοί».
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Δυὰς ἡ εὐκλεής, τῶν κλεινῶν Ἀθλοφόρων, ἐδόξασε λαμπρῶς, τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ὁ Πλάτων ὁ ἔνδοξος, Ρωμανός τε ὁ ἔνθεος, ἐναθλήσαντες, καὶ τὸν ἐχθρὸν καθελόντες· ὅθεν πάντοτε, ὑπὲρ ἡμῶν δυσωποῦσι, τὸν μόνον Φιλάνθρωπον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ὁπλῖται ἄριστοι, τῆς ἀληθείας, τὸν τοῦ ψεύδους ἄρχοντα, κατετροπώσασθε στερρῶς, σὺν Ῥωμανῷ Πλάτων ἔνδοξε, τῆς εὐσεβείας τὸν λόγον κηρύξαντες.
Μεγαλυνάριον.
Πλάτος εὐσεβείας διατρανοῖ, Πλάτων ὁ θεόφρων, τῇ στενώσει τῶν αἰκισμῶν, πίστεως δὲ ῥώμην, ὁ Ῥωμανὸς ἐκλάμπει, καὶ ἄμφω τὸ τοῦ Λόγου, πάθος δοξάζουσι.
Καὶ κάποια μέρα, καιροφυλάκτησε τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἔπαρχος θὰ ἔμπαινε στὸ ναὸ τῶν εἰδώλων, καὶ τοῦ εἶπε κατὰ πρόσωπο: «τὰ εἴδωλα δὲν εἶναι θεοί». Ὀργισμένος ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας, διέταξε καὶ ἔκοψαν τὴ γλώσσα τοῦ Ῥωμανοῦ. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς μὲ θαῦμα, διατήρησε τὴν λαλιὰ στὸν Ῥωμανὸ καὶ χωρὶς τὴν γλώσσα του. Ἔτσι ὅταν τὸν ἔκλεισαν στὴν φυλακὴ κήρυττε τὸν Χριστὸ στοὺς δεσμοφύλακες.
Οἱ εἰδωλολάτρες, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν σ’ αὐτὰ τὰ θαύματα, ἔπνιξαν τὸν γενναῖο μάρτυρα (τὸ 304 μ.Χ.). Ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια δὲν πνίγεται. Ἀντίθετα οἱ διωγμοὶ ἐπιταχύνουν τὸν θρίαμβό της. Καὶ δὲν πέρασαν πολλοὶ αἰῶνες καὶ τὰ εἴδωλα ἔπεσαν σ’ ὅλη τὴν ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, κατὰ τὸν ἀληθινὸ λόγο τοῦ Ῥωμανοῦ, ποὺ φωνάζει καὶ στὴν ἐποχὴ τῶν σύγχρονων εἰδώλων, ὅτι «τὰ εἴδωλα δὲν εἶναι θεοί».
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Δυὰς ἡ εὐκλεής, τῶν κλεινῶν Ἀθλοφόρων, ἐδόξασε λαμπρῶς, τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ὁ Πλάτων ὁ ἔνδοξος, Ρωμανός τε ὁ ἔνθεος, ἐναθλήσαντες, καὶ τὸν ἐχθρὸν καθελόντες· ὅθεν πάντοτε, ὑπὲρ ἡμῶν δυσωποῦσι, τὸν μόνον Φιλάνθρωπον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ὁπλῖται ἄριστοι, τῆς ἀληθείας, τὸν τοῦ ψεύδους ἄρχοντα, κατετροπώσασθε στερρῶς, σὺν Ῥωμανῷ Πλάτων ἔνδοξε, τῆς εὐσεβείας τὸν λόγον κηρύξαντες.
Μεγαλυνάριον.
Πλάτος εὐσεβείας διατρανοῖ, Πλάτων ὁ θεόφρων, τῇ στενώσει τῶν αἰκισμῶν, πίστεως δὲ ῥώμην, ὁ Ῥωμανὸς ἐκλάμπει, καὶ ἄμφω τὸ τοῦ Λόγου, πάθος δοξάζουσι.
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Νεομάρτυρας
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Παραμυθιὰ τῆς Ἠπείρου. Κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ θέρους, βρισκόταν μαζὶ μὲ τὴν ἀδελφή του καθὼς καὶ μὲ ἄλλους χριστιανοὺς στοὺς ἀγρούς. Ἐκεῖ λοιπόν, ἦλθε σὲ συμπλοκὴ μὲ κάποιους Τούρκους, ποὺ ἐπιτέθηκαν μὲ κακὸ σκοπὸ στὴν ἀδελφή του.
Τότε οἱ Τοῦρκοι, προσβληθέντες ἀπὸ τὴν συμπλοκὴ αὐτή, συκοφάντησαν τὸν Ἀναστάσιο στὸν πασᾶ, ὅτι δῆθεν ἔδωσε λόγο νὰ ἀλλάξει τὴν πίστη του. Ὁ πασᾶς τὸν συνέλαβε καὶ τὸν πίεζε νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Στὶς προτάσεις τοῦ πασᾶ ὁ Ἀναστάσιος ἀπάντησε: «Ποτὲ δὲν ἔδωσα τέτοιο λόγο. Χριστιανὸς γεννήθηκα, χριστιανὸς καὶ θὰ πεθάνω μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Χριστοῦ μου. Ὅσο γιὰ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μοῦ ὑπόσχεσαι δὲν ἐνδιαφέρομαι καθόλου, διότι ἔχω πολλὰ ἀγαθὰ αἰώνια, ποὺ βρίσκονται στοὺς οὐρανοὺς καὶ δὲν ἔχουν καμιὰ σύγκριση μὲ τὰ παρόντα». Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Ἀναστάσιος, κατόρθωσε καὶ ἔκανε χριστιανὸ τὸν γιὸ τοῦ πασᾶ, Μούσα ὀνομαζόμενο (κάποιες πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι μετονομάστηκε Δημήτριος καὶ μάλιστα μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστό).
Ὁ δὲ Ἅγιος, ἀφοῦ βασανίστηκε μέσα στὴν φυλακὴ μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο, τελικὰ ἀποκεφαλίστηκε ἔξω ἀπὸ τὴν Παραμυθιὰ κοντὰ σ’ ἕνα Μοναστήρι στὶς 18 Νοεμβρίου 1750.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφίασαν μὲ τιμὲς οἱ μοναχοί του Μοναστηριοῦ αὐτοῦ.
Τὸ Ἅγιο Νήπιο
Κόλπους Ἀβραὰμ νήπιον λαχὸν ξίφει,
τοῖς Βηθλεὲμ σύνεδρον ὤφθη νηπίοις.
Κόλπους Ἀβραὰμ νήπιον λαχὸν ξίφει,
τοῖς Βηθλεὲμ σύνεδρον ὤφθη νηπίοις.
Τὸ Ἅγιο αὐτὸ νήπιο, ρωτήθηκε ἀπὸ τὸν ἔπαρχο ποιὸ Θεὸ πιστεύει καὶ ἀπάντησε θαυματουργικὰ μὲ καθαρὴ φωνητικὴ ἄρθρωση, τὸν Χριστό. Τότε ἀμέσως ἀποκεφαλίστηκε.
(Αὐτὸ συνέβη ὅταν ὁ Ἅγιος Ῥωμανὸς εἶπε στὸν ἡγεμόνα Ἀσκληπιάδη, ὅτι καὶ τὰ παιδιὰ ἀκόμα γνωρίζουν ὅτι τὰ εἴδωλα δὲν εἶναι θεοί).
(Αὐτὸ συνέβη ὅταν ὁ Ἅγιος Ῥωμανὸς εἶπε στὸν ἡγεμόνα Ἀσκληπιάδη, ὅτι καὶ τὰ παιδιὰ ἀκόμα γνωρίζουν ὅτι τὰ εἴδωλα δὲν εἶναι θεοί).
Ὁ Ἅγιος Ῥωμανὸς ὁ Μάρτυρας ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη
Pωμαλέος ην Pωμανός προς βασάνους,
Pώμη κρατυνθείς παντοδυνάμου Λόγου.
Pωμαλέος ην Pωμανός προς βασάνους,
Pώμη κρατυνθείς παντοδυνάμου Λόγου.
Ἦταν Διάκονος τῆς Ἐκκλησίας στὴν Καισαρεία τῆς Παλαιστίνης καὶ μαρτύρησε στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ τὸ 298 στὴν Ἀντιόχεια. Αὐτὸς λοιπὸν ἐνθάρρυνε τοὺς Χριστιανούς, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ μαρτυρίου νὰ ὁμολογοῦν τὸν Χριστό.
Τότε ἀμέσως συνελήφθη καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανός. Ὁ Διοκλητιανὸς ὅμως, διέταξε νὰ τοῦ κόψουν τὴ γλώσσα. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος, διὰ θαύματος μιλοῦσε καὶ ἐνθάρρυνε τοὺς χριστιανοὺς ἀκόμα ἐντονότερα.
Μπροστὰ σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὸν φυλάκισαν καὶ μέσα στὴ φυλακὴ τὸν ἔπνιξαν, τυλίγοντας σφιχτὰ στὸν λαιμό του ἕνα σχοινὶ καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
(Διαπιστώνουμε ἐδῶ, ὅτι τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ συγχέεται μὲ αὐτὸ τοῦ Ἅγίου Ῥωμανοῦ ποὺ ἑορτάζει τὴν ἴδια ἡμέρα καὶ πολὺ πιθανὸν νὰ πρόκειται γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο).
Τότε ἀμέσως συνελήφθη καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανός. Ὁ Διοκλητιανὸς ὅμως, διέταξε νὰ τοῦ κόψουν τὴ γλώσσα. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος, διὰ θαύματος μιλοῦσε καὶ ἐνθάρρυνε τοὺς χριστιανοὺς ἀκόμα ἐντονότερα.
Μπροστὰ σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὸν φυλάκισαν καὶ μέσα στὴ φυλακὴ τὸν ἔπνιξαν, τυλίγοντας σφιχτὰ στὸν λαιμό του ἕνα σχοινὶ καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
(Διαπιστώνουμε ἐδῶ, ὅτι τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ συγχέεται μὲ αὐτὸ τοῦ Ἅγίου Ῥωμανοῦ ποὺ ἑορτάζει τὴν ἴδια ἡμέρα καὶ πολὺ πιθανὸν νὰ πρόκειται γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο).
Οἱ Ἅγιοι Ζακχαῖος καὶ Ἀλφαῖος
Eις τον Ζακχαίον.
Ζακχαῖος ἐκχεῖ πλοῦτον ὁ πρὶν ἡμίση·
Ὁ νῦν δέ, Σωτήρ, αἷμα χεῖ πᾶν ἐκ ξίφους.
Eις τον Aλφαίον.
Ἀλφαῖε καρτέρησον, εἰ τέμνῃ κάραν,
Καὶ κλῆρον ἕξεις τὴν ἄτμητον Τριάδα.
Ὁ Ζακχαῖος, ποὺ ἦταν Διάκονος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γαδείρων (μικρὸ νησὶ τῆς Ἱσπανίας, ποὺ βρίσκεται στὸν Ἀτλαντικὸ καὶ πολὺ κοντὰ στὴν στεριὰ τῆς Ἱσπανίας), σύρθηκε ἁλυσοδεμένος στὸ κριτήριο τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστό.
Τότε βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ρίχτηκε στὴ φυλακή, τοποθετημένος γιὰ τέσσερα ἡμερονύκτια πάνω σὲ εἰδικὸ βασανιστικὸ ξύλο. Κατόπιν ἔφεραν στὸ κριτήριο τὸν Ἀλφαῖο, ποὺ ἦταν γεμάτος Πνεύματος Ἁγίου καὶ τοῦ ξέσχισαν τὶς πλευρές. Ἔπειτα ἔκαψαν τὶς πληγές του καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπως καὶ τὸν συναγωνιστή του Ζακχαῖο.
Τὴν ἑπομένη τοὺς ἀποκεφάλισαν (307 μ.Χ.) καὶ ἔτσι οἱ Ἁγίες ψυχές τους πέταξαν στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Τότε βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ρίχτηκε στὴ φυλακή, τοποθετημένος γιὰ τέσσερα ἡμερονύκτια πάνω σὲ εἰδικὸ βασανιστικὸ ξύλο. Κατόπιν ἔφεραν στὸ κριτήριο τὸν Ἀλφαῖο, ποὺ ἦταν γεμάτος Πνεύματος Ἁγίου καὶ τοῦ ξέσχισαν τὶς πλευρές. Ἔπειτα ἔκαψαν τὶς πληγές του καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπως καὶ τὸν συναγωνιστή του Ζακχαῖο.
Τὴν ἑπομένη τοὺς ἀποκεφάλισαν (307 μ.Χ.) καὶ ἔτσι οἱ Ἁγίες ψυχές τους πέταξαν στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Κοσμά του Πρώτου του Βατοπαιδινού του Οσιομάρτυρα
Η ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του Αγίου Πρώτου Κοσμά (βλέπε 5 Δεκεμβρίου) έγινε την 18 Νοεμβρίου 1981 μ.Χ. επί Πρωτεπιστάτου Προηγουμένου Ματθαίου Βατοπαιδινού.
Στο Πρακτικό των Συνάξεων της Ιεράς Κοινότητος του Άγιου Όρους της 28η Νοεμβρίου 1981 μ.Χ. σημειώνεται: «Την Τρίτην περί ώραν 9ην πρωϊνήν, συναθροισθέντος του ιεροκοινοτικού Σώματος εν τη πλειονότητι αυτού κατήλθον εις τον Ιερόν του Πρωτάτου Ναόν, θέσαντες άπαντες μετάνοιαν τη θαυματουργώ της θεομήτορος εικόνι Άξιον Εστίν. Εν συνεχεία ήρξαντο της Παρακλήσεως προς την Θεοτόκον εγγύς του χώρου της ανακομιδής, εντός της Λιτής του Ιερού Ναού του Πρωτάτου. Τότε ο Προηγούμενος Γαβριήλ ενεχείρισε κασμά εις τον Πρωτεπιστάτην, προκειμένου ούτος να κάμη συμβολικώς την έναρξιν της ανασκαφής, ως εγένετο...
Κατελθόντες εις βάθος πλέον του ενός μέτρου, ενεφανίσθησαν πλάκαι εκ σχιστολίθου, εις επίπεδον διάταξιν, αίτινες καθαρισθείσαι έδειξαν προς τους εναγωνιώντας παρισταμένους ότι πρόκειται περί τάφου. Αποκαλύψας ο ιερομόναχος Κύριλλος τον τάφον ανέφερεν «Εδώ είναι και τότε άπαντες οι παριστάμενοι εν συγκινήσει έψαλλον το απολυτίκιον των Αθωνιτών Πατέρων. Ο δε Πρωτεπιστάτης παρήγγειλεν εις τον Μοναχόν Ιερόθεον, ίνα κρούση χαρμοσύνως τους κώδωνας προκειμένου να εξαγγελθή το χαρμόσυνον γεγονός εις άπαντας τους περιοίκους. Η αποκάλυψις του τάφου και η θέα των Ιερών Λειψάνων εις τους παρισταμένους εγένετο περί ώραν 12.45 μεσημβρινήν και ευθύς ο χώρος ενεπλήσθη υπό αρρήτου ευωδίας...».
Ο Πρωτεπιστάτης Προηγούμενος Ματθαίος Βατοπαιδινός σε ομιλία του κατά την 23η Νοεμβρίου 1981 στον πάνσεπτο Ιερό Ναό του Πρωτάτου μεταξύ άλλων ανέφερε: «Πιστός συνεχιστής της ευσεβούς Αγιορείτικης Παραδόσεως το Ιεροκοινοτικόν Σώμα ήχθη εις την ιστορικήν απόφασιν αυτού, όπως προβή εις την ανακομιδήν των λειψάνων του υπό των Ενωτικών αποκταθέντος Πρώτου Κοσμά, αποκταθέντος, τούτο το λέγω και το διακηρύττω μετά πεποιθήσεως, τόσον εξ ιδίας αντιλήψεως όσον και εκ της εκθέσεως του ιατρού κ. Χατζηεμμανουήλ κατά την γενομένη γνωμάτευση αυτού, και εκ της διατάξεως των λειψάνων άτινα κείνται ανέπαφα ως ευρέθησαν, και ημπορεί ο καθένας να εκφέρη την γνώμην του. Και όμως ευρέθησαν άνθρωποι κατέχοντες υψηλάς θέσεις εν τη Εκκλησιαστική Γραμματολογία και απεφάνθησαν γράφοντες ότι του 13ου αιώνος θρυλούμενος διωγμός των Αγιορειτών είναι μύθος. Την απάντησιν δεν την δίδωμεν ημείς, αλλά τα ευρεθέντα διά της ανακομιδής λείψανα του Οσίου Ιερομάρτυρος Κοσμά, όλως δε ιδιαιτέρως η διάταξις αυτών, εντός του ευρεθέντος τάφου. Την ως άνω απάντησιν την δίδει το Ιεροκοινοτικόν Σώμα προς τους δυσφορούντας».
Ο καθηγούμενος της ιεράς μονής Γρηγορίου αρχιμ. Γεώργιος σε ομιλία του στον Ιερό ναό του Πρωτάτου ανέφερε μεταξύ άλλων εμπνευσμένα και ομολογιακά: «Εδώ τελειούται μαρτυρικώς ο ομολογητής του Αγίου Όρους Ιερομάρτυς Κοσμάς, του οποίου το σεβάσμιο, ευωδιάζον και χαριτόβρυτο μαρτυρικό λείψανο ανεκαλύφθη, μερίμνη της Σεβαστής Ιεράς Κοινότητος, στο Νάρθηκα του πανσέπτου αυτού ναού. Εδέχθη τον μαρτυρικό θάνατο ο μακάριος από αγάπη προς τον Χριστό.
Ο Πρωτεπιστάτης Προηγούμενος Ματθαίος Βατοπαιδινός σε ομιλία του κατά την 23η Νοεμβρίου 1981 στον πάνσεπτο Ιερό Ναό του Πρωτάτου μεταξύ άλλων ανέφερε: «Πιστός συνεχιστής της ευσεβούς Αγιορείτικης Παραδόσεως το Ιεροκοινοτικόν Σώμα ήχθη εις την ιστορικήν απόφασιν αυτού, όπως προβή εις την ανακομιδήν των λειψάνων του υπό των Ενωτικών αποκταθέντος Πρώτου Κοσμά, αποκταθέντος, τούτο το λέγω και το διακηρύττω μετά πεποιθήσεως, τόσον εξ ιδίας αντιλήψεως όσον και εκ της εκθέσεως του ιατρού κ. Χατζηεμμανουήλ κατά την γενομένη γνωμάτευση αυτού, και εκ της διατάξεως των λειψάνων άτινα κείνται ανέπαφα ως ευρέθησαν, και ημπορεί ο καθένας να εκφέρη την γνώμην του. Και όμως ευρέθησαν άνθρωποι κατέχοντες υψηλάς θέσεις εν τη Εκκλησιαστική Γραμματολογία και απεφάνθησαν γράφοντες ότι του 13ου αιώνος θρυλούμενος διωγμός των Αγιορειτών είναι μύθος. Την απάντησιν δεν την δίδωμεν ημείς, αλλά τα ευρεθέντα διά της ανακομιδής λείψανα του Οσίου Ιερομάρτυρος Κοσμά, όλως δε ιδιαιτέρως η διάταξις αυτών, εντός του ευρεθέντος τάφου. Την ως άνω απάντησιν την δίδει το Ιεροκοινοτικόν Σώμα προς τους δυσφορούντας».
Ο καθηγούμενος της ιεράς μονής Γρηγορίου αρχιμ. Γεώργιος σε ομιλία του στον Ιερό ναό του Πρωτάτου ανέφερε μεταξύ άλλων εμπνευσμένα και ομολογιακά: «Εδώ τελειούται μαρτυρικώς ο ομολογητής του Αγίου Όρους Ιερομάρτυς Κοσμάς, του οποίου το σεβάσμιο, ευωδιάζον και χαριτόβρυτο μαρτυρικό λείψανο ανεκαλύφθη, μερίμνη της Σεβαστής Ιεράς Κοινότητος, στο Νάρθηκα του πανσέπτου αυτού ναού. Εδέχθη τον μαρτυρικό θάνατο ο μακάριος από αγάπη προς τον Χριστό.
Το μαρτύριο είναι ό,τι υψηλότερο έχει να προσφέρει ο άνθρωπος προς τον Θεό. Μακάριε και Σεπτέ Πρώτε του Αγίου Όρους, Ιερομάρτυς του Χριστού Κοσμά, πρώτος στο ιερό διακόνημα του Πρώτου της Ιεράς Κοινότητος, πρώτος και στο μαρτύριο και την ομολογία του Χριστού. Πρώτος στην έδρα του Πρωτάτου, πρώτος και στην αγχόνη και τον θάνατο και τον τάφο. Το πολύαθλο και μαρτυρικό σου σώμα ως πολύτιμο θησαυρό έκρυψε και εφύλαξε η ιερά αυτή γη. Τώρα, με θεία νεύσι, ως αστήρ εωθινός ανατέλλεις πάλι στο Αγιώνυμο αυτό Όρος και στην απανταχού Εκκλησία του Θεού, για να φωτίσης και οδηγήσης τις ψυχές μας στην ακλινή ομολογία του Θεανθρώπου Χριστού.
Σφραγίζονται σήμερα τα στόματα όσων ηθέλησαν να αμφισβητήσουν την ομολογία των Αγιορειτών και την μαρτυρική τους τελείωσι από τους λατινόφρονες. Χάρις στην ιδική σου θυσία ημπορεί η Ορθόδοξος Εκκλησία και το Άγιον Όρος να λέγουν προς τον σύγχρονο άνθρωπο «έρχου και δε», τον αληθινό Χριστό, το πλήρωμα της αληθείας του και της Χάριτός του, τον όλο Χριστό, την κεφαλή και το σώμα του.
Η φωνή σου ως φωνή ύδάτων πολλών άκούγεται σήμερα. Από τον τάφο σου ένας μυστικός ποταμός αναβλύζει του οποίου τα ορμήματα ευφραίνουν την Πόλη του Θεού, την Αγία ανά την οικουμένην Ορθόδοξο Καθολική Εκκλησία. Ευλογημένη η άσκησίς σου. Ευλογημένη η ομολογία σου. Ευλογημένος ο μαρτυρικός σου θάνατος. Ευλογημένη η επί 700 χρόνια σπορά σου στην Αγιορειτική γη Ευλογημένη και η φανέρωσίς σου στους δύσκολους για τον κόσμο και την Εκκλησία καιρούς μας.
Το Άγιον Όρος στο πρόσωπό σου και στα πρόσωπα των άλλων αγίων Αγιορειτών οσιομαρτύρων των ελεγξάντων τους Λατινόφρονες δεν συνεβιβάσθη ούτε συμβιβάζεται. Η αγχόνη σου επιβάλλει και σε μας να ανανεώσουμε σήμερα την ομολογία την ιδική σου και των λοιπών οσιομαρτύρων, όντες διάδοχοί σας και συνεχισταί της παραδόσεώς σας. Ομολογούμε, λοιπόν, όπως έγραψαν οι Αγιορείται προς τον λατινόφρονα Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο, λήγοντος του 13ου αιώνος, ότι «πάσα η του Χριστού και Θεού ημών ποίμνη εν σώμά εστιν, υπό μιας κεφαλής διοικούμενον, ος εστι Χριστός Ιησούς».
Η μνήμη της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του εορτάζεται στις 18 Νοεμβρίου με αγρυπνία στο ναό του Πρωτάτου.
Η μνήμη της ανακομιδής των τιμίων λειψάνων του εορτάζεται στις 18 Νοεμβρίου με αγρυπνία στο ναό του Πρωτάτου.
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος
Τὴν μνήμη του βρίσκουμε μόνο στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 χωρὶς κάποια ἄλλη προσθήκη.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου