ΚΥΡΙΑΚΗ
Ζ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ [: Ματθ. 9, 27-35]
Ἀπομαγνητοφωνημένη
ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΚΑΙ Ἡ ΑΞΙΑ ΤΗΣ»
[ἐκφωνήθηκε
στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 25-7-1982]
(Β73)
Κάποτε, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος, διερχόμενος σὲ ἕναν τόπον, Τὸν συνήντησαν
δύο τυφλοί, οἱ ὁποῖοι ἔκραζαν: «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησον ἡμᾶς». «Ἰησοῦ,
ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ», δηλαδὴ Μεσσία, «ἐλέησέ μας».
Εἶναι πολὺ συγκινητικὸ νὰ βλέπει κανεὶς τυφλοὺς ἀνθρώπους γενικὰ ἀσθενεῖς,
νὰ σπεύδουν νὰ βροῦν τὴν ὑγεία των, πολὺ δὲ περισσότερο, ὅταν αὐτὴ εἶναι ὅρασις
καὶ δὲν βλέπουν γύρῳ τίποτα, παρὰ μόνο σκοτάδι, νὰ σπεύδουν νὰ ζητήσουν τὴν
θεραπεία τους ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ κάνει κατάπληξη εἶναι ὅτι ἐκεῖνοι
ποὺ εἶχαν τὰ μάτια τους δὲν ἔβλεπαν, γιὰ νὰ ὁμολογήσουν τὸν Ἰησοῦ «υἱὸ τοῦ
Δαβίδ». Δηλαδὴ Μεσσία. Διότι ὁ τίτλος «υἱὸς Δαυΐδ» σημαίνει Μεσσίας, δηλαδὴ
Χριστός. Ἐκεῖνοι ποὺ δὲν εἶχαν τὰ μάτια τους καὶ δὲν εἶχαν δεῖ κανένα θαῦμα,
παρὰ μόνο εἶχαν μάθει, εἶχαν ἀκούσει, συνεπῶς εἶχαν πιστέψει, αὐτοὶ νὰ
ὁμολογοῦν τὸν Ἰησοῦν «υἱὸν Δαυΐδ». Κάνει ἐντύπωση αὐτό.