«Ὅλα γίνονται στὴν Ἑλλάδα σὰν νὰ μᾶς κινεῖ ἕνα θανάσιμο μῖσος γιὰ τὴ λαλιά μας. Τὸ κακὸ εἶναι τόσο μεγάλο ποὺ μόνο σὰν φαινόμενο ὁμαδικῆς ψυχοπάθειας θὰ μποροῦσε νὰ τὸ ἐξηγήσει κανείς... Στὰ χρόνια μας, πρέπει νὰ μὴν τὸ ξεχνᾶμε, τὸ ζήτημα δὲν εἶναι πιὰ ἂν θὰ γράφουμε καθαρεύουσα ἢ δημοτική. Τὸ τραγικὸ ζήτημα εἶναι ἂν θὰ γράφουμε ἢ ὄχι ἑλληνικὰ ἢ ἕνα ὁποιοδήποτε ελληνόμορφο εσπεράντο. Δυστυχῶς ὅλα γίνονται σὰν νὰ προτιμοῦμε τὸ εσπεράντο∙ σὰν νὰ θέλουμε νὰ ξεκάνουμε μὲ ὅλα τα μέσα τὴ γλῶσσα μας». Αὐτὰ εἰπώθηκαν πρὶν ἀπὸ 60 χρόνια ἀπὸ τὸν τροπαιοῦχο νομπελίστα μας ποιητὴ Γεώργιο Σεφέρη, σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ μακαρίζεται σὲ σχέση μὲ τὴν δική μας.
Τὸ θανάσιμο μῖσος στὶς μέρες μας δὲν εἶναι μόνο γιὰ τὴν «λαλιά μας». Θανάσιμο μῖσος καὶ διωγμὸς «κινεῖ» τὸ ὑπουργεῖο Παιδείας, ἀπροκάλυπτα πιά, γιὰ ὅ,τι ἑλληνικό, γιὰ ὅ,τι ἔχει ἄρωμα Ὀρθοδοξίας. Ὑπουργεῖο Παιδείας! Τὸ πιὸ ὕπουλο καὶ ἐπικίνδυνο ὑπουργεῖο στὴν πατρίδα.