Στὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, λόγῳ τῆς ἀπουσίας κοινωνικῆς προνοίας ἀλλὰ καὶ τῶν αὐθαιρεσιῶν τῆς ὀθωμανικῆς διοικήσεως, προκειμένου οἱ Ἕλληνες νὰ προασπίσουν τὰ δικαιώματά των, συγκροτοῦσαν πελατειακὰ δίκτυα, ποὺ ἀποτελοῦσαν μιὰ μορφὴ κοινωνικῆς ὀργανώσεως (π.χ. οἰκογένειες προκρίτων στὴν Πελοπόννησο, μεγαλοαρματωλοὶ στὴν Στερεὰ Ἑλλάδα, πλοιοκτῆτες στὰ νησιά). Παράλληλα, οἱ ὁμάδες αὐτές, ἐκμεταλλευόμενες τὸ κενὸ τῆς ὀθωμανικῆς ἐξουσίας, ἐξελίχθηκαν γρήγορα καὶ σὲ παράγοντες διοικήσεως τῶν κοινοτήτων κατὰ τὴν Τουρκοκρατία.
Μὲ τὴν ἔκρηξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ ’21 ξεκίνησαν διαφωνίες, ποὺ ὡδηγήθηκαν σὲ συγκρούσεις, μεταξὺ τῶν προκρίτων/ἀρχιερέων/Φαναριωτῶν, ἀπὸ τὴν μιά, ποὺ ἦταν οἱ μέχρι τότε κάτοχοι τῆς ἐξουσίας στὶς κοινότητες τῆς Τουρκοκρατίας καὶ διέθεταν τὴν ἐμπειρία τῆς ὀργανώσεώς της ἀλλὰ καὶ τὰ προνόμια, ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ χάσουν, καί, ἀπὸ τὴν ἄλλη, τῶν στρατιωτικῶν, οἱ ὁποῖοι ἀναδείχθηκαν στὸ πεδίο τῆς μάχης, καὶ τῶν Φιλικῶν, ποὺ διεκδικοῦσαν καὶ ἐκεῖνοι, γιὰ λογαριασμό των, μερίδιο στὴν ἄσκηση τῆς ἐξουσίας.