Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Ἅγιος Παΐσιος: Ἀρρώστιες καί ἀτυχήματα ἀπό κατάρα

 

Πολλές ἀρρώστιες ποὺ δὲν βρίσκουν οἱ γιατροί ἀπὸ τί εἶναι, μπορεῖ νὰ εἶναι ἀπὸ κατάρα. Τί νὰ βροῦν οἱ γιατροί, τὴν κατάρα; 
 
Μία φορά μοῦ ἔφεραν στὸ Καλύβι ἕναν παράλυτο. Ὁλόκληρος ἄνδρας δὲν μποροῦσε νὰ καθήση. Τὸ κορμί του ἦταν τεντωμένο σάν ξύλο. Τὸν κουβαλοῦσε ἕνας στὴν πλάτη καὶ ἕνας ἄλλος τὸν κρατοῦσε ἀπὸ πίσω. Τοῦ ἔβαλα δυὸ κούτσουρα καὶ ἀκουμποῦσε λίγο ὁ καημένος. 
 
Μοῦ λένε αὐτοί ποὺ τὸν συνόδευαν: «Ἀπὸ δεκαπέντε χρονῶν παιδί εἶναι σ᾿ αὐτήν τὴν κατάσταση καὶ ἔχουν περάσει δεκαοκτώ χρόνια ἀπὸ τότε». 
 
«Μα πῶς στὰ καλά καθούμενα νὰ τὸ πάθη αὐτό; εἶπα. Δὲν μπορεῖ, κάτι συμβαίνει». Ἔψαξα ἀπὸ δῶ-ἀπὸ ᾿κεῖ καὶ βρῆκα ὅτι κάποιος τὸν εἶχε καταρασθῆ. Τί εἶχε συμβῆ; 
 
Κάποτε πήγαινε μὲ τὸ ἀστικό στὴν σχολή του καὶ καθόταν σὲ μία θέση τεντωμένος. Σὲ κάποια στὰση μπῆκε ἕνας ἡλικιωμένος παπάς καὶ ἕνα γεροντάκι καὶ στὰθηκαν ὄρθιοι δίπλα του. Τότε τοῦ εἶπε ἕνας: «Σήκω, νὰ καθήσουν οἱ μεγάλοι». 
 
Αὐτός τεντώθηκε ἀκόμη περισσότερο στὸ κάθισμα, χωρίς νὰ δώση σημασία. Ὁπότε τὸ γεροντάκι ποὺ στεκόταν ὄρθιό τοῦ λέει: «Τεντωμένος νὰ μείνης καὶ ποτέ νὰ μὴν μπορῆς νὰ καθήσης». Καὶ ἡ κατάρα ἔπιασε. Βλέπεις, εἶχε ἀναίδεια ὁ νέος. 
 
Σοῦ λέει: «Γιατί νὰ σηκωθῶ, ἀφοῦ τὴν πλήρωσα τὴν θέση;». Ναί, ἀλλὰ καὶ ὁ ἄλλος πλήρωσε καὶ εἶναι ἡλικιωμένος, σεβάσμιος, καὶ στέκεται ὄρθιος καὶ ἐσύ εἶσαι μικρό παιδί, δεκαπέντε χρονῶν, καὶ κάθεσαι. 
 
«Ἀπό αὐτὸ εἶναι, τοῦ λέω. Κοίταξε νὰ μετανοήσης, γιὰ νὰ γίνης καλά, χρειάζεται μετάνοια». Ὁ καημένος, μόλις τὸ κατάλαβε λίγο καὶ τὸ ἀναγνώρισε, ἀμέσως τακτοποιήθηκε.

Πόσα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν σήμερα εἶναι ἀπὸ κατάρα, ἀπὸ ἀγανάκτηση. Καὶ ὅταν ἐξοντώνωνται ὁλόκληρες οἰκογένειες ἤ πεθαίνουν πολλά ἄτομα ἀπὸ μία οἰκογένεια, νὰ ξέρετε, εἶναι ἤ ἀπὸ ἀδικία ἤ ἀπὸ μάγια ἤ ἀπὸ κατάρα. 
 
Ἕνας πατέρας εἶχε ἕνα παιδί ποὺ ὅλο γύριζε. Μία φορὰ τοῦ λέει ἀγανακτισμένος: «Νὰ ἔλθης μία καὶ καλή». Τὸ παιδί ἐκεῖνο τὸ βράδυ, καθώς ἐρχόταν στὸ σπίτι, ἀκριβῶς ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα, τὸ χτύπησε ἕνα αὐτοκίνητο καὶ ἔμεινε στὸν τόπο. Τὸν πῆραν οἱ φίλοι του σκοτωμένο καὶ τὸν πῆγαν μέσα στὸ σπίτι του. 
 
Ἦρθε μετά ὁ πατέρας στὸ Καλύβι καὶ ἔκλαιγε. «Το παιδί μου σκοτώθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ μου», ἔλεγε. Ἀπὸ ᾿δῶ-ἀπὸ ᾿κεῖ, μετά μοῦ λέει: «Τοῦ εἶχα πεῖ μία κουβέντα». 
 
«Τί τοῦ εἶπες;», τοῦ λέω. 
 
«Αγανάκτησα ποὺ ξενυχτοῦσε καὶ τοῦ εἶπα: «Νὰ ἔρθης μία καὶ καλή!». Μήπως ἦταν ἀπ᾿ αὐτό»; 
 
«Ἔμ, ἀπὸ τί ἦταν; τοῦ λέω. Κοίταξε νὰ μετανοήσης, νὰ ἐξομολογηθής». «Αυτήν τὴν φορά νὰ ἔρθης μία καὶ καλή», τοῦ εἶπε, καὶ τὸ παιδί τὸ ἔφεραν νεκρό. Ἄντε μετά νὰ χτυπιέται ὁ πατέρας, νὰ κλαίη...
 

Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Α' «Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο»
 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου