Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022

Οι σιναΐτες ασκητές ζούσαν τον Θεό, “τω πυρί της θείας αγάπης αεί πυρπολούμενοι και μελέτην θανάτου τον βίον τιθέμενοι”.

 

Το όρος Σινά δεν ήταν χώρος θεοφανείας μόνον για τον Μωϋσή, αλλά και για πολλούς ασκητάς που μόνασαν εκεί και ήταν διάδοχοι κατά πνεύμα του μεγάλου εκείνου θεόπτου Προφήτου.

Ο Ιωσήφ ο Ραϊθηνός, κατά την διάρκεια της προσευχής του, φλεγόταν από την Χάρη του Θεού. Όταν κάποιος πλησίασε στο καλύβι του τον βρήκε σε έκσταση. “Θεωρεί αυτόν όλον από κεφαλής μέχρι ποδών ιστάμενον ως φλόγα πυρός”. Σε αυτήν την κατάσταση παρέμεινε πέντε ολόκληρες ώρες. Όταν κατάλαβε ο γέροντας ότι η μεταρσίωση του έγινε αντιληπτή χάθηκε από τα μάτια των ανθρώπων , γιατί φοβήθηκε την ανθρώπινη δόξα.

Αργότερα που γύρισε ο μαθητής του αββάς Γελάσιος δεν τον βρήκε. Ύστερα από έξι χρόνια χτύπησε την πόρτα και ο αββάς Γελάσιος τον δέχτηκε χαρούμενος. Και του λέγει, Πως έφυγες και με άφησες ορφανό. Πολυ πόνεσα για σένα. Κι ο γέροντας του απαντά, Την αιτία την ξέρει ο Θεός, ωστόσο μέχρι σήμερα δεν απομακρύνθηκα από τούτο τον τόπο και κάθε Κυριακή κοινωνούσα με όλους σας τα άχραντα Μυστήρια. Ο αδελφός απόρησε πως έμπαινε κι έβγαινε και κανένας δεν τον έβλεπε. Στο τέλος του λέγει, Σήμερα αναχωρώ και ήλθα για να με θάψεις. Αφού συζήτησαν πολλά για την ψυχή και για τα μέλλοντα αγαθά κοιμήθηκε ειρηνικά. Το πρόσωπό του δε μες στο φως έλαμπε ολοφώτεινο.

Όταν κάποτε ασκήτευε ο αββάς Σιλουανός στο όρος Σινά, ο μαθητής του Ζαχαρίας καθώς έφευγε για κάποιο διακόνημα λέγει στο γέροντα•
” Άφησε να τρέξει νερό και πότισε τον κήπο”.
Κι εκείνος βγήκε να ποτίσει έχοντας σκεπασμένο το πρόσωπο του με κουκούλα και έβλεπε μόνο εκεί που πατούσε. Εκείνη την ώρα τον συνάντησε ένας αδελφός και, όταν τον είδε από μακριά, κατάλαβε τι έκανε. Μπήκε κατόπιν μέσα στο κελί ο αδελφός και τον ρώτησε•
– Πες μου αββά γιατί σκέπασες τελείως το πρόσωπο σου με κουκούλα και πότιζες έτσι τον κήπο;
Του λέγει ο γέροντας:
– Το έκανα αυτό παιδί μου, για να μη βλέπουν τα μάτια μου τα δέντρα και απασχοληθεί με αυτά ο νούς μου εξ αιτίας αυτής της εργασίας.

Ένας αναχωρητής διηγόταν ότι ζούσε σε μια σπηλιά κοντά σε μια μικρή πηγή και έναν φοίνικα. Κάθε μήνα ένα κλαδί του φοίνικα παρήγαγε καρπό και έτρωγε ολόκληρο τον μήνα. Τον επόμενο μήνα παρήγαγε το άλλο κλαδί. Με τέτοια σωματική άσκηση ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένος στον Θεό.

Κάποιος που ονομαζόταν Γεώργιος Δραάμ, καλός Χριστιανός και δούλος ενός Σαρακηνού, μας διηγήθηκε τα εξής,
‘’Κάποτε που έβοσκα καμήλες στην έρημο του Βηλήμ, συνάντησα έναν πολύ μεγάλης ηλικίας γέροντα να κάθεται και να κρατά ένα μικρό καλάθι. Όταν του είπα: ”Πάτερ, ευλόγησε με’’, ενώ δεν μίλησε καθόλου, με το δεξί του χέρι με σταύρωσε πολλές φορές. Καθώς περπάτησα πέντε-έξι βήματα είπα στον εαυτό μου: ‘’Πίστεψε με, δεν θα φύγω αν προηγουμένως δεν αγγίξω τα πόδια του γέροντα, για να ευχηθεί για μένα, ώστε ο Θεός να μ’ ελευθερώσει απ’ την κατάσταση στην οποία βρίσκομαι’’. Αφού επέστρεψα και έψαξα παντού και τον αναζήτησα δεν τον ξαναείδα, παρόλο που ο τόπος ήταν ανοιχτός και χωρίς δένδρα’’.

Είπεν ο αββάς Νείλος:” Μη θέλεις να έρχονται τα πράγματα όπως σε συμφέρει, αλλά όπως είναι αρεστό στο Θεό. Έτσι θα είσαι την ώρα της προσευχής γεμάτος γαλήνη και χαρούμενος”

Είπεν ο αββάς Ησύχιος ο πρεσβύτερος : Ας κοπιάσομε σαν τον Δαβίδ, κράζοντας το “Κύριε Ιησού Χριστέ”. Ας βραχνιάσει ο λάρυγγάς μας και ας μην κουράζονται τα μάτια του νου μας από το να ελπίζομε στον Κύριο το Θεό μας.

 Όπως εκείνος που ατενίζει προς τον ήλιο, είναι αδύνατο να μην φωτίζεται πλουσιοπάροχα το πρόσωπό του, έτσι κι εκείνος που σκύβει μέσα στον αέρα της καρδιάς, δεν είναι δυνατόν να μην φωτίζεται.

Όπως η βροχή όσο περισσότερο πέφτει πάνω στη γη, τόσο την μαλακώνει, έτσι και τη γη της καρδιάς μας χαροποιεί και ευφραίνει το άγιο όνομα του Χριστού, όσο περισσότερο το φωνάζουμε και όσο συχνότερα το επικαλούμαστε.

Δεν είναι δυνατό να καθαρίσομε την καρδιά μας από τις εμπαθείς σκέψεις και να διώξομε τους νοητούς εχθρούς απ’ αυτή χωρίς συχνή επίκληση του Ιησού Χριστού.

Προσοχή είναι μια αδιάλειπτη ησυχία της καρδιάς από κάθε πονηρό λογισμό. Μόνον τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού και Θεό ακατάπαυστα αναπνέει και επικαλείται την βοήθειά Του.

Η νήψη είναι δρόμος κάθε αρετής και εντολής Θεού. Αυτή λέγεται επίσης και ησυχία της καρδιάς. εκείνος που δεν ζει με τη νήψη, δεν βλέπει τις πλούσιες ακτινοβολίες της χάρης που έρχεται από τον ουρανό.

Ένας τρόπος νήψεως είναι να κρατάς την καρδιά σου πάντοτε σε βαθιά σιωπή και ησυχία από κάθε λογισμό και να προσεύχεσαι.
Άλλος τρόπος είναι να παρακαλείς συνεχώς τον Κύριο Ιησού Χριστό με ταπείνωση να έρθει σε βοήθεια.
Άλλος τρόπος είναι να θυμάται κανείς ακατάπαυστα το θάνατο.

Ας μάθομε από τον Χριστό την ταπεινοφροσύνη και από τον Δαβίδ την ταπείνωση και από τον Πέτρο το να δακρύζομε για όσα συμβαίνουν αλλά ας μην απελπιζόμαστε, όπως ο Σαμψών, ο Ιούδας και ο Σολομών, που ήταν πάρα πολύ σοφός.

«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου