– Ἔχεις δίκαιο· δὲν σοῦ ἔστειλα «γλυκά», καὶ φυσικὰ δὲν εἶχες νὰ δώσης στὶς ἀδελφές, ἀλλὰ τὶς εὐχὲς σοῦ τὶς ἔστειλα μὲ ἄλλον τρόπο. Τώρα ποὺ σὲ λίγες μέρες θὰ γιορτάσουμε καὶ ἐμεῖς[2] τὴν Μητέρα μας, θὰ Τὴν παρακαλέσω καὶ πάλι νὰ σὲ κεράση Ἐκείνη μὲ τὴν γλυκειά Της ἀγάπη καὶ στοργὴ καὶ νὰ σοῦ δώση πολλὰ θεῖα δῶρα.
– Γέροντα, ὅταν ἔχω συνέχεια πτώσεις στὸν ἀγώνα μου, μὲ πιάνει λύπη.
[//90] – Νὰ ψέλνης τὸ «Πάντων προστατεύεις, ἀγαθὴ» καὶ τὸ «Πάντων θλιβομένων ἡ χαρά»[3]. Αὐτὸ νὰ τὸ κάνης σὰν κανόνα, καὶ ἡ Παναγία θὰ σὲ βοηθήση. Ἡ Παναγία δὲν μᾶς ἀφήνει· μᾶς κουβαλάει στὴν πλάτη Της, ἀρκεῖ κι ἐμεῖς νὰ τὸ θέλουμε καὶ νὰ μὴν κλωτσᾶμε, ὅπως κάνουν τὰ ἄτακτα παιδιά.
– Γέροντα, θὰ ἤθελα ἡ Παναγία νὰ κρατήση κι ἐμένα στὴν ἀγκαλιά Της, ὅπως κρατάει τὸν Χριστό.