ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ [: Λουκ. 18,18-27]
Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΟΥΣΙΟ ΝΕΑΝΙΣΚΟ
ΠΟΥ ΕΠΙΘΥΜΟΥΣΕ ΝΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ [Ματθ. 19,16-26]
«Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; (:Καὶ ἰδοὺ Τὸν πλησίασε κάποιος καὶ Τοῦ εἶπε: "Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί καλὸ νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;'')» [Ματθ. 19,16]
Ὁρισμένοι κατηγοροῦν τὸν νέο αὐτὸν ὡς ὕπουλο καὶ πονηρὸ μὲ τὴ σκέψη ὅτι πλησίασε τὸν Ἰησοῦ μὲ σκοπὸ νὰ Τὸν πειράξει· ἐγὼ ὅμως δὲν θὰ μποροῦσα νὰ ἀρνηθῶ ὅτι ἦταν φιλάργυρος καὶ δοῦλος τῶν χρημάτων, ἐπειδὴ καὶ ὁ Χριστὸς τὸν ἔλεγξε ὡς ἄνθρωπο αὐτοῦ τοῦ εἴδους, ὕπουλο ὅμως δὲν θὰ μποροῦσα νὰ τὸν ὀνομάσω μὲ κανένα τρόπο, καὶ διότι δὲν εἶναι ἀσφαλές τὸ νὰ ἐπιχειρεῖ κανεὶς νὰ κρίνει τὰ ἄγνωστα πράγματα καὶ ἰδίως ὅταν πρόκειται γιὰ κατηγορίες, καὶ γιὰ τὸν πρόσθετο λόγο ὅτι ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος ἔχει ἀναιρέσει αὐτὴν τὴν ὑποψία· καθόσον λέγει ὅτι «Καὶ ἐκπορευομένου αὐτοῦ εἰς ὁδὸν προσδραμὼν εἷς καὶ γονυπετήσας αὐτὸν ἐπηρώτα αὐτόν (:Καὶ ἐνῶ ἔβγαινε ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὸ σπίτι στὸν δρόμο, ἔτρεξε κοντά Του ἕνας ἄνθρωπος καὶ ἀφοῦ γονάτισε μπροστά Του, Τοῦ ἔθετε ἐρωτήσεις)» [Μᾶρκ. 10,17] καὶ ὅτι «ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν (:ὁ Ἰησοῦς τότε τὸν κοίταξε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον καὶ τὸν συμπάθησε)» [Μᾶρκ. 10,21].