Ἡ Ἁγία Θέκλα ἡ Ἰσαπόστολος
Αὐτὸς σε σῴζει Θέκλα ῥήξας τὴν πέτραν,
Οὗ τῷ πάθει πρὶν ἐρράγησαν αἱ πέτραι.
Πέτρη ἀμφὶ τετάρτην εἰκάδα δέξατο Θέκλην.
Γεννήθηκε ἀπὸ εἰδωλολατρικὴ οἰκογένεια στὸ Ἰκόνιο. Μνηστεύθηκε μὲ κάποιο νέο, τὸ Θάμυρη, μὲ τὸν ὁποῖο ἔμελλε νὰ συζευχθεῖ.
Ἐν τῷ μεταξὺ ἦλθε στὸ Ἰκόνιο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ στὸ σπίτι ἐνὸς εὐσεβῆ ἄνδρα, τοῦ Ὀνησιφόρου, μετέπειτα ἀποστόλου († 7 Σεπτεμβρίου). Ἡ συνεχὴς προσέλευση στὸ θεῖο κήρυγμα προσείλκυσε τὴν προσοχὴ τῆς Θέκλας. Καὶ κάποια νύκτα, μέσα στὸ ἀκροαζόμενο πλῆθος ἦταν καὶ αὐτή. Τὰ λόγια ποὺ ἄκουσε τὴν τράβηξαν τόσο πολύ, ὥστε τὴν ἔκαναν νὰ ἐπανέλθει πολλὲς φορὲς νὰ ἀκούσει τὸν Ἀπ. Παῦλο.
Αὐτό, ὅμως, ὅταν τὸ ἔμαθαν ἡ μητέρα της καὶ ὁ μνηστήρας της, προκειμένου νὰ τὴν ἐπαναφέρουν στὴν εἰδωλολατρία συκοφάντησαν τὸν Ἀπ. Παῦλο, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ ἡγεμώνας Καστίλλιος νὰ τὸν φυλακίσει καὶ στὴν συνέχεια νὰ τὸν διώξει ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀλλὰ ἡ Θέκλα εἶχε πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ δοθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴ διακονία τοῦ Εὐαγγελίου.
Συγγενεῖς καὶ πρώην φίλοι της τὴν πολέμησαν ἀνελέητα. Αὐτὴ ὅμως, εἶχε στὴ θύμησή της τὰ λόγια τοῦ διδασκάλου τῆς Ἀπ. Παύλου: «Θύρα μοὶ ἀνέωγε μεγάλη καὶ ἐνεργής, καὶ ἀντικείμενοι πολλοί». Μοῦ ἀνοίχτηκε, δηλαδή, πόρτα μεγάλη, γιὰ καρποφόρα Ἱεραποστολικὴ δράση. Καὶ γι’ αὐτό, λόγω τοῦ φθόνου ποὺ ἔχει ὁ σατανᾶς γιὰ κάθε καλό, πολλοὶ καὶ τώρα παρουσιάζονται ἐνάντιοι καὶ πολέμιοι.
Τελικὰ ἡ Θέκλα στὴν πορεία τῆς Ἱεραποστολικῆς της δράσης πέρασε πολλὰ μαρτύρια, ἀπὸ τὰ ὁποία, ὅμως, μὲ θαυματουργικὸ τρόπο βγῆκε ἄθικτη.
Πέθανε 90 χρονῶν σὲ κάποιο ὄρος τῆς Σελεύκειας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ Παύλου συνέκδημος, ὡς καθαρὰ τὴν ψυχήν, καὶ πρώταθλος πέφηνας, ἐν γυναιξὶν εὐκλεῶς, Χριστὸν ἀγαπήσασα· σὺ γὰρ τῆς εὐσεβείας, πτερωθεῖσα τῷ πόθῳ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, Ἰσαπόστελε Θέκλα· διὸ σὲ ὁ Πανοικτίρμων νύμφην ἠγάγετο.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς παρθενίας τῷ κάλλει ἐξέλαμψας, μαρτυρίου στεφάνῳ κεκόσμησαι, ἀποστολὴν πιστεύῃ Παρθένε ὡς ἔνδοξος· καὶ τοῦ πυρὸς μὲν τὴν φλόγα, εἰς δρόσον μετέβαλες, τοῦ ταύρου δὲ τὸν θυμόν, προσευχῇ σου ἡμέρωσας, ὦ Πρωτόαθλε.
Μεγαλυνάριον.
Παύλου λαμπρυνθεῖσα ταῖς ἀστραπαῖς, ὅλη καλὴ ὤφθης, ὅλη ἄμωμος τῷ Χριστῷ, Θέκλα Πρωτομάρτυς, ὑπερφυέσιν ἄθλοις, ὧν φαίδρυνον τῇ δόξῃ τοὺς σὲ γεραίροντας.
Ἐν τῷ μεταξὺ ἦλθε στὸ Ἰκόνιο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ στὸ σπίτι ἐνὸς εὐσεβῆ ἄνδρα, τοῦ Ὀνησιφόρου, μετέπειτα ἀποστόλου († 7 Σεπτεμβρίου). Ἡ συνεχὴς προσέλευση στὸ θεῖο κήρυγμα προσείλκυσε τὴν προσοχὴ τῆς Θέκλας. Καὶ κάποια νύκτα, μέσα στὸ ἀκροαζόμενο πλῆθος ἦταν καὶ αὐτή. Τὰ λόγια ποὺ ἄκουσε τὴν τράβηξαν τόσο πολύ, ὥστε τὴν ἔκαναν νὰ ἐπανέλθει πολλὲς φορὲς νὰ ἀκούσει τὸν Ἀπ. Παῦλο.
Αὐτό, ὅμως, ὅταν τὸ ἔμαθαν ἡ μητέρα της καὶ ὁ μνηστήρας της, προκειμένου νὰ τὴν ἐπαναφέρουν στὴν εἰδωλολατρία συκοφάντησαν τὸν Ἀπ. Παῦλο, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ ἡγεμώνας Καστίλλιος νὰ τὸν φυλακίσει καὶ στὴν συνέχεια νὰ τὸν διώξει ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀλλὰ ἡ Θέκλα εἶχε πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ δοθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴ διακονία τοῦ Εὐαγγελίου.
Συγγενεῖς καὶ πρώην φίλοι της τὴν πολέμησαν ἀνελέητα. Αὐτὴ ὅμως, εἶχε στὴ θύμησή της τὰ λόγια τοῦ διδασκάλου τῆς Ἀπ. Παύλου: «Θύρα μοὶ ἀνέωγε μεγάλη καὶ ἐνεργής, καὶ ἀντικείμενοι πολλοί». Μοῦ ἀνοίχτηκε, δηλαδή, πόρτα μεγάλη, γιὰ καρποφόρα Ἱεραποστολικὴ δράση. Καὶ γι’ αὐτό, λόγω τοῦ φθόνου ποὺ ἔχει ὁ σατανᾶς γιὰ κάθε καλό, πολλοὶ καὶ τώρα παρουσιάζονται ἐνάντιοι καὶ πολέμιοι.
Τελικὰ ἡ Θέκλα στὴν πορεία τῆς Ἱεραποστολικῆς της δράσης πέρασε πολλὰ μαρτύρια, ἀπὸ τὰ ὁποία, ὅμως, μὲ θαυματουργικὸ τρόπο βγῆκε ἄθικτη.
Πέθανε 90 χρονῶν σὲ κάποιο ὄρος τῆς Σελεύκειας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ Παύλου συνέκδημος, ὡς καθαρὰ τὴν ψυχήν, καὶ πρώταθλος πέφηνας, ἐν γυναιξὶν εὐκλεῶς, Χριστὸν ἀγαπήσασα· σὺ γὰρ τῆς εὐσεβείας, πτερωθεῖσα τῷ πόθῳ, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, Ἰσαπόστελε Θέκλα· διὸ σὲ ὁ Πανοικτίρμων νύμφην ἠγάγετο.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς παρθενίας τῷ κάλλει ἐξέλαμψας, μαρτυρίου στεφάνῳ κεκόσμησαι, ἀποστολὴν πιστεύῃ Παρθένε ὡς ἔνδοξος· καὶ τοῦ πυρὸς μὲν τὴν φλόγα, εἰς δρόσον μετέβαλες, τοῦ ταύρου δὲ τὸν θυμόν, προσευχῇ σου ἡμέρωσας, ὦ Πρωτόαθλε.
Μεγαλυνάριον.
Παύλου λαμπρυνθεῖσα ταῖς ἀστραπαῖς, ὅλη καλὴ ὤφθης, ὅλη ἄμωμος τῷ Χριστῷ, Θέκλα Πρωτομάρτυς, ὑπερφυέσιν ἄθλοις, ὧν φαίδρυνον τῇ δόξῃ τοὺς σὲ γεραίροντας.
Σύναξη της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας στα Κύθηρα και ανάμνηση της ιάσεως του παραλύτου
Τέρας νεουργόν εὐλογῶ τῆς Παρθένου.
Ἔσφιγξε καί γάρ νῦν μέλη παρειμένα.
Εἰκάδι ἀμφί τετάρτῃ ἔῤῥωται παράλυτος.
Σύμφωνα με την παράδοση η αυθεντική εικόνα της Θεοτόκου με το Χριστό βρέθηκε από ένα βοσκό σε μια κοιλάδα νοτιοδυτικά του νησιού γεμάτη από μυρτιές, που ονομάζονται «Μυρτίδια», τον 13ο αιώνα μ.Χ. Στην εικόνα αυτή αρχικά «διεκρίνοντο καθαρά τα χαρακτηριστικά μέχρι στέρνων» της Θεομήτορος και του Χριστού, «με την πάροδο του χρόνου όμως απέκτησε σταδιακά το σκούρο χρώμα».
Το πιθανότερο είναι η ιστόρηση της εικόνας αυτής να έγινε από τον Ευαγγελιστή Λουκά (1ος αιώνας μ.Χ.). Στη θέση της «εύρεσης» ο πτωχός βοσκός έκανε ένα μικρό εκκλησάκι και στην περιποίηση του αφιέρωσε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Μετά το θάνατο του ευσεβούς βοσκού, την περιποίηση του μικρού Ναού της Μυρτιδιώτισσας ανέλαβε ο Μοναχός Λεόντιος, ο οποίος με χρηματική βοήθεια Κυθηρίων μεγάλωσε λίγο το αρχικό εκκλησάκι και έκτισε γύρω του μερικά κελιά για τη φιλοξενία των προσκυνητών.
Όμως το πλήθος των προσκυνητών που κατέφθαναν από διάφορα μέρη δημιούργησε την ανάγκη ενός μεγάλου Ναού. Το δύσκολο αυτό έργο της ανέγερσης ξεκίνησε με πολύ ζήλο, προσπάθειες και εράνους ο δραστήριος Ιερομόναχος Αγαθάγγελος Καλλίγερος το 1841 μ.Χ. και σε δεκαέξι χρόνια έγινε ένα υπέροχο συγκρότημα που αποτελείται από μεγαλοπρεπή Ναό, ένα αριστουργηματικό πανύψηλο καμπαναριό και πολλά κελιά φιλοξενίας.
Ο μικρός Ναός της «εύρεσης», το Καθολικό, όπως λέγεται, παρέμεινε κάτω από το μεγάλο Ναό, διατηρείται σε άριστη κατάσταση και εκεί φυλάσσεται κατά τους χειμέριους μήνες η εικόνα της Παναγίας που η αγάπη των Κυθηρίων τη φύλαξε μέσα σε μια ολόχρυση επένδυση, αληθινό αριστούργημα φτιαγμένο από τον Κρητικό καλλιτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη το 1827 μ.Χ.
Στο κάτω μέρος της χρυσής επένδυσης απεικονίζονται τρία θαύματα: το θαύμα της εύρεσης της εικόνας από το βοσκό, το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου στις 24 Σεπτεμβρίου (αρχές του 17ου αιώνα) και το θαύμα της διάσωσης του φρουρίου των Κυθήρων από τους κεραυνούς (22 Ιανουαρίου 1829) κατά τη διάρκεια της φύλαξης της εικόνας της Παναγίας εντός του φρουρίου για το φόβο των πειρατών που μάστιζαν τη Μεσόγειο.
Ο Ιερός Ναός εορτάζει στις 24 Σεπτεμβρίου, ημέρα εορτασμού του θαύματος της θεραπείας του παραλύτου. Στον Ιερό Ναό υπάρχουν δύο παρεκκλήσια, το ένα αριστερά του Τέμπλου, αφιερωμένο στην Οσιοπαρθενομάρτυρα Ελέσα (βλέπε 1 Αυγούστου) και το άλλο δεξιά στον Όσιο Θεόδωρο (βλέπε 12 Μαΐου).
Αξίζει να επισημάνουμε ότι στο στέμμα της Πανσέπτου Εικόνας της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, υπάρχει προσαρμοσμένο «Πολυτιμότατον αδαμαντοκόλλητον εν σχήματι ημισελήνου χρυσούν κόσμημα». Ας θυμηθούμε την ιστορία του:
Σύμφωνα με όσα ο αείμνηστος Σοφοκλής Καλόυτσης, ο υμνογράφος της Μυρτιδιώτισσας διέσωσε (ακολουθία Μυρτιδιωτίσσης, έκδοσις 5η, σελ. 149), βρισκόταν κάποτε στα Κύθηρα, κάποιος Τούρκος πλούσιος και επιφανής, εγκατεστημένος στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, ο οποίος ήταν Μωαμεθανός.
Κάποια ημέρα παρατήρησε ασυνήθη συγκέντρωση κόσμου, στην πλατεία του Μητροπολιτικού Ναού του Εστευρωμένου στη Χώρα.
Ρώτησε τι συμβαίνει και του είπαν ότι το Νησί μαστίζεται από πολύμηνη ανομβρία και για αυτό θα πραγματοποιηθεί Λιτανεία της Αγίας Εικόνας της Μυρτιδιώτισσας, η οποία είχε ήδη κατέβει από το κάστρο που φυλασσόταν τότε και βρισκότανε μέσα στον Εσταυρωμένο.
Όμως ο ουρανός ήταν καταγάλανος και δεν φαινόταν ούτε ίχνος νέφους στον ορίζοντα.
Ο Τούρκος εχλεύασε αυτή την ενέργεια γιατί η λογική έλεγε ότι δεν θα φέρει αποτελέσματα. Και ήταν τόσο σίγουρος για αυτό, που δήλωσε ότι εάν μετά την Λιτανεία επακολουθήσει βροχή, θα αφιέρωνε το χρυσό κόσμημα της ημισελήνου που είχε μαζί του, στην Ιερή Εικόνα.
Η Λιτανεία έγινε με κατάνυξη και οι Κυθήριοι γονυκλινείς παρακάλεσαν για την λύση της ανομβρίας. Και το θαύμα έγινε. Μόλις η Ιερά Πομπή επέστρεψε στον Ναό, άρχισε να πέφτει ραγδαία βροχή.
Ο αλλόθρησκος τήρησε την υπόσχεση του και αφιέρωσε το κόσμημα στην Παναγία.
Πότε έγινε αυτό δεν αναφέρεται. Ίσως έγινε πριν το 1837 μ.Χ. Τότε έγινε η χρυσή επένδυση της Εικόνας από τον Καλλίτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη και μάλλον αυτός έκανε την προσαρμογή της ημισελήνου στο στέμα της Παναγίας «Εις αιωνίαν ανάμνησιν του τελεσθέντος θαύματος της λύσεως της ανομβρίας».
Πιθανόν λοιπόν η αφιέρωση να είχε προηγηθεί του 1837 μ.Χ.
Αυτό το θαύμα της Παναγίας μας, ενέπνευσε τον Υμνογράφο αείμνηστο Σοφοκλή Καλούτση και αφιέρωσε ολόκληρον οικον στους χαιρετισμούς της Μυρτιδιώτισσας, για να εξυμνήσει.
«Χαίρε η λήξις της ανομβρίας
Χαίρε η παύσις της λειψυδρίας
Χαίρε υετόν δαψιλή καταπέμπουσα
Χαίρε ουρανόθεν την γην η δροσίζουσα...»
Ὕμνοι Δοξολογικοί καί Παρακλητικοί εἰς τήν Μυρτιδιώτισσαν, εἰς τύπον τῶν μεγαλυναρίων,* ὧν ἡ ἀκροστιχίς˙ Μητρόθεε διάσωσον
Μητρόθεε Ἄνασσα Οὐρανοῦ,
ὄντως Πλατυτέρα, καί Ἀγγέλων
φωτοειδῶν, τῶν ἀκαταπαύστως,
ὑμνούντων τήν σήν δόξαν,
Δέσποινα καί Κυρία, Θεομακάριστε.
Ηλίου τῆς δόξης τοῦ νοητοῦ, τῆς
Δικαιοσύνης ἀπαστράψαντος τοῖς
ἐν γῇ, τοῦ πάντων Δεσπότου, Κυρίου
καί Σωτῆρος, Μήτηρ ὑπάρχεις ὄντως,
ἡ Παμμακάριστος.
Τεκοῦσα ἀφράστως τόν σόν
Υἱόν, τόν Παντευεργέτην καί Σωτῆρα
καί Λυτρωτήν τόν κόσμον λυτροῦσαι,
παθῶν καί καχεξίας, ὡς πάντων
ὑπερτέρα, Μυρτιδιώτισσα.
Ρᾶνον θείοις μύροις τόν
σόν λαόν, ἡ ἐν μυρτιδίοις ἀνατείλασα θαυμαστῶς,
ἁγίᾳ Εἰκόνι, θαυματουργῷ καί θείᾳ, καί
δίδου τήν σήν χάριν,
Μυρτιδιώτισσα.
Οἱ ἔχοντες σκέπην σήν κραταιάν,
σεμνύνονται πάντες καί καυχῶνται
κατά Θεόν, σέ ἔχοντες τεῖχος, καί
θείαν προστασίαν, σεισμῶν πυρός
καί βλάβης, διαφυλάττουσαν.
Θεράπευσον Κόρη σούς ὑμνητάς,
ψυχῶν τε τάς νόσους, καί σωμάτων
τάς χαλεπάς, καί ἴασαι Μῆτερ, κακῶν
καί ἀσθενείας, δεινῶν ἀρρωστημάτων,
Μυρτιδιώτισσα.
Εκ πάσης ἀνάγκης καί πειρασμῶν,
χαλεπῶν κινδύνων ἐπῃρείας τοῦ πονηροῦ,
ρῦσαι νεολαίαν δεινῶς κλονιζομένην,
καί δοκιμαζομένην,
Μυρτιδιώτισσα.
Εξελε τούς νέους Μῆτερ Θεοῦ,
παθῶν καί κινδύνων πολυτρόπων
παντοδαπῶν, κράτυνον τήν πίστιν
τά ἤθη καί τό σέβας, θείᾳ κληρονομίᾳ,
Μυρτιδιώτισσα.
Δεσμῶν ἁμαρτίας φθοροποιῶν,
καί πάσης κακίας καταχρήσεων
συμφορῶν, καί λευκοῦ θανάτου,
ἐκλύτρωσαι Παρθένε, φιλτάτην νεολαίαν,
Μυρτιδιώτισσα.
Ιλέῳ σου ὄμματι στοργικῷ,
καί σῇ εὐσπλαγχνίᾳ διαφύλαττε
μητρικῇ, τάς νήσους Κυθήρων
καί τῶν Ἀντικυθήρων, σεισμῶν
πυρός μαχαίρας, Μυρτιδιώτισσα.
Αγάπην ὁμόνοιαν καί στοργήν,
παράσχου συζύγοις καί γονεῦσι
Μῆτερ Θεοῦ, καί δίδου πλουσίως,
χαράν καί εὐφροσύνην, πιστότητα εἰρήνην,
Μυρτιδιώτισσα.
Σεισμοῦ διασῴζουσα φυσικοῦ,
σεισμικάς δονήσεις σύ ἀπότρεψον
ἠθικάς, καί ἐκ ναυαγίων, οἰκογενείας σῷζε, φρίκης διαζυγίων,
Μυρτιδιώτισσα.
Ω Μῆτερ τοῦ Λόγου καί Λυτρωτοῦ,
σήν χάριν αἰτοῦμεν
ἐκκαρδίας τε καί ψυχῆς, μετάνοιαν
δοῦναι, σοῖς δούλοις ἀναξίοις,
οἰνοποσίας πάθους, σύ ἀπαλλάττουσα.
Σωτῆρα ἡ τέξασα καί Θεόν,
παντοίων κινδύνων διασῴζεις
καί συμφορῶν, αἱρέσεως πλάνης,
σχίσματος τῆς μανίας,
ἐν τάχει ἀπαλλάττεις,
Μυρτιδιώτισσα.
Ο πάντων ἁγίων τάς ἀρετάς,
ἀεί ὑπερβαίνων ὡς ὁ Κύριος καί
Θεός, Μητέρα σου θείαν, σεμνήν
Ὑπεραγίαν, πρόσδεξαι δυσωποῦσαν,
Μυρτιδιώτισσαν.
Νεότητα σῴζουσα ὦ Ἁγνή,
ἀνθρώπους ὡρίμους, οἴκους
νέους θεοσεβεῖς, καί τίμιον
γῆρας, διαφυλάττειν σπεύδεις,
Κυρία τῶν Ἀγγέλων,
Μυρτιδιώτισσα.
*Οἱ ὕμνοι οὗτοι, συντεθέντες χάριτι Θείᾳ καί εὐδοκίᾳ τῆς Παναχράντου διά τήν προστασίαν τοῦ λαοῦ ἐκ τῆς φοβερᾶς τοῦ σεισμοῦ ἀπειλῆς καί λοιπῶν κινδύνων, ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ (Ἰούνιος 2006), ψάλλονται μετά τά Μεγαλυνάρια τῆς Ἱερᾶς Παρακλήσεως καί κατά τάς ἱεράς λιτανεύσεις τῆς ἁγίας Εἰκόνος τῆς Μυρτιδιωτίσσης.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Λαοί νῦν κροτήσωμεν, δεῦτε τάς χεῖρας πιστῶς καί ἄσωμεν ἄσμασι τῇ Θεομήτορι ἐν πόθῳ κραυγάζοντες˙ Χαῖρε ἡ προστασία πάντων τῶν δεομένων Χαῖρε ἡ σωτηρία τῶν τιμώντων σε πόθῳ, Χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ τήν ἴασιν βραβεύσασα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς κρήνη ἀκένωτος, τῶν παρὰ σοῖ ἀγαθῶν, Εἰκών σου ἡ πάνσεπτος, τοὶς Κυθηρίοις Ἁγνή, ἐδόθη κραυγάζουσι, χαῖρε ἡ προστασία, πάντων τῶν δεομένων χαῖρε ἡ σωτηρία, τῶν τιμώντων σὲ πόθω, χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ, τὴν ἴασιν βραβεύουσα.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ Θεοτόκῳ οἱ πιστοὶ νῦν προσπελάσωμεν Ὡς χορηγούσῃ δαψιλῶς πᾶσιν ἰάματα, Ἀναμέλποντες ἐφύμνια μετὰ πόθου. Ἀλλ’ ὡς ἤγειρας παράλυτον, Θεόνυμφε, Ἀπὸ πάσης ἡμᾶς ῥῦσαι περιστάσεως Τοὺς σοὶ κράζοντας· χαῖρε δόξα παγκόσμιος.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Τῆς α΄ Στιχολογίας,
Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί, δεῦτε θεάσασθε θερμῶς θαῦμα παράδοξον καί γάρ, σήμερον ἔλαμψεν ἡμῖν, ἐν τῇ πανσέπτῳ καί τεσσαρακονθημέρῳ ἡμέρᾳ τῆς ἁγνῆς θείας κοιμήσεως, ἐν ᾗ λαμπρῶς τελοῦμεν τήν πανήγυριν, πᾶς ὁ λαός καί παῖδες τῶν Κυθηραίων· καί γάρ Παράλυτον ἤγειρεν ἡ Θεοτόκος, ἐν τῷ ἁγίῳ τῶν Μυρτιδίων Ναῷ αὐτῆς.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τό προσταχθέν.
Τῆς β΄ Στιχολογίας
Τῶν Ὀρθοδόξων ὁ πιστός σύλλογος θεῖος ἐν τῷ πανσέπτῳ σου Ναῷ, Κόρη πανάχραντε, μετά πόθου προθύμως νῦν προσπελάζων, Παρθένε Μήτηρ Κυρίου κράζει θερμῶς. Ἐν ὥρᾳ τῆς καταδίκης τε καί ὀργῆς, τῆς μελλούσης Κολάσεως, λύτρωσαι πάντας τούς πιστούς, καί σωτηρίαν δώρησαι τοῖς πιστῶς προσκυνοῦσί σε.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Κατεπλάγη εὐλαβῶς, τῶν Κυθηραίων ὁ λαός καί ἐλάμβανεν εἰς νοῦν, τῶν ἀκενώτων δωρεῶν, πηγήν σε εἶναι, Θεόνυμφε καί Παρθένε, ἄνανδρον, Παρθένον καί πανέντιμον, πύλην κεκλεισμένην Θεοῦ ἡμῶν καί ἱερόν παλάτιον τοῦ Λόγου καί πλάστου Πατρός τοῦ ὑψίστου, τοῦ γεννηθέντος σπέρματος δίχα, ἐκ τῆς νηδύος σοῦ τῆς θεόπαιδος.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελοι ἀοράτως, καί βροτῶν πᾶσα φύσις, συμφώνως ἀνυμνήσωμεν πάντες, τήν πανθαύμαστον Θεοτόκον ἁγνήν· πολλῶν γάρ θαυμάτων αὐτουργός πέφηνε, καί ταύτην χαρμοσύνως εὐφημήσωμεν, πιστῶς βοῶντες.
Χαῖρε Παρθένε Μῆτερ Κυρίου.
Χαῖρε ἀρχή Μυστηρίου θείου.
Χαῖρε ἀνομβρίας αὐχμόν καταπαύουσα.
Χαῖρε ἐναντίους ἐχθρούς καταθραύουσα.
Χαῖρε ὅτι τόν παράλυτον καθυγείωσας λαμπρῶς.
Χαῖρε ὅτι τῶν προσφύγων σου προστατεύεις ἐναργῶς.
Χαῖρε ὅτι τῶν Κυθηραίων πέλεις καύχημα πάντων.
Χαῖρε παντός τοῦ κόσμου ὑπερμέγιστον θάμβος.
Χαῖρε δι’ ἧς ἡ χαρά ἐπέλαμψε.
Χαῖρε δι’ ἧς ἡ λύπη κατέπαυσε.
Χαῖρε ἁγνή ἀσθενῶν ἰατρεία.
Χαῖρε πάντων τῶν πιστῶν σωτηρία.
Χαῖρε δόξα παγκόσμιος.
Μεγαλυνάριον
Ὤφθης τῶν Κυθήρων καταφυγή, ἐξαιρέτῳ τρόπῳ, ἀναβλύζουσα ἐν αὐτοῖς, ἐκ τῆς σῆς Εἰκόνος, προνοίας σου τὰ ῥεῖθρα, ὦ Κεχαριτωμένη· διὸ ὑμνοῦμέν σε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ ἀρωγός καί καύχημα μέγα καί γλυκεῖα καταφυγή. Χαίροις, Ὀρθοδόξων ταχεῖα προστασία, εὐλογημένη Κόρη Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Πάλαι ὡς ἀνεῦρε τῆ Σῆ ὀμφῆ, ἐν κλάδοις μυρσίνης τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν ὁ ποιμήν, Παρθένε, ἐν εὐφροσύνῃ θείᾳ, αὐτήν Μυρτιδιώτισσαν ἐπωνόμασε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Νόσους θεραπεύεις τάς χαλεπάς, κεραυνούς διώκεις, ἀνομβρίαν λύεις δεινήν, ὡς ὄντως μεγίστη ἡ δόξα καί ἡ χάρις καί ἡ σεπτή Σου κλῆσις, Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ὤφθη ἰατρεῖον πνευματικόν, ὁ ἐν Μυρτιδίοις θεῖος οἶκός Σου καί σεπτός, ψυχῶν γάρ ἰᾶται καί τῶν σωμάτων πάθη, τῆ Σῆ ἐπιστασίᾳ, Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἅπαντας προφθάνεις ὡς συμπαθής, τούς ἐν τοῖς κινδύνοις καί τούς πέλας καί τούς μακράν καί τούτοις παρέχεις βοήθειαν ταχεῖαν, ὑμνοῦντας Σου τήν χάριν, Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τούς ἐξαιτουμένους ἀπό ψυχῆς, τῆς Σῆς Θεοτόκε, ἀντιλήψεως τήν ἰσχύν, σῶζε πάσης βλάβης καί πάσης δυσχερείας, ὡς Μήτηρ τοῦ ἐλέους, Μυρτιδιώτισσα.
Το πιθανότερο είναι η ιστόρηση της εικόνας αυτής να έγινε από τον Ευαγγελιστή Λουκά (1ος αιώνας μ.Χ.). Στη θέση της «εύρεσης» ο πτωχός βοσκός έκανε ένα μικρό εκκλησάκι και στην περιποίηση του αφιέρωσε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Μετά το θάνατο του ευσεβούς βοσκού, την περιποίηση του μικρού Ναού της Μυρτιδιώτισσας ανέλαβε ο Μοναχός Λεόντιος, ο οποίος με χρηματική βοήθεια Κυθηρίων μεγάλωσε λίγο το αρχικό εκκλησάκι και έκτισε γύρω του μερικά κελιά για τη φιλοξενία των προσκυνητών.
Όμως το πλήθος των προσκυνητών που κατέφθαναν από διάφορα μέρη δημιούργησε την ανάγκη ενός μεγάλου Ναού. Το δύσκολο αυτό έργο της ανέγερσης ξεκίνησε με πολύ ζήλο, προσπάθειες και εράνους ο δραστήριος Ιερομόναχος Αγαθάγγελος Καλλίγερος το 1841 μ.Χ. και σε δεκαέξι χρόνια έγινε ένα υπέροχο συγκρότημα που αποτελείται από μεγαλοπρεπή Ναό, ένα αριστουργηματικό πανύψηλο καμπαναριό και πολλά κελιά φιλοξενίας.
Ο μικρός Ναός της «εύρεσης», το Καθολικό, όπως λέγεται, παρέμεινε κάτω από το μεγάλο Ναό, διατηρείται σε άριστη κατάσταση και εκεί φυλάσσεται κατά τους χειμέριους μήνες η εικόνα της Παναγίας που η αγάπη των Κυθηρίων τη φύλαξε μέσα σε μια ολόχρυση επένδυση, αληθινό αριστούργημα φτιαγμένο από τον Κρητικό καλλιτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη το 1827 μ.Χ.
Στο κάτω μέρος της χρυσής επένδυσης απεικονίζονται τρία θαύματα: το θαύμα της εύρεσης της εικόνας από το βοσκό, το θαύμα της θεραπείας του παραλύτου στις 24 Σεπτεμβρίου (αρχές του 17ου αιώνα) και το θαύμα της διάσωσης του φρουρίου των Κυθήρων από τους κεραυνούς (22 Ιανουαρίου 1829) κατά τη διάρκεια της φύλαξης της εικόνας της Παναγίας εντός του φρουρίου για το φόβο των πειρατών που μάστιζαν τη Μεσόγειο.
Ο Ιερός Ναός εορτάζει στις 24 Σεπτεμβρίου, ημέρα εορτασμού του θαύματος της θεραπείας του παραλύτου. Στον Ιερό Ναό υπάρχουν δύο παρεκκλήσια, το ένα αριστερά του Τέμπλου, αφιερωμένο στην Οσιοπαρθενομάρτυρα Ελέσα (βλέπε 1 Αυγούστου) και το άλλο δεξιά στον Όσιο Θεόδωρο (βλέπε 12 Μαΐου).
Αξίζει να επισημάνουμε ότι στο στέμμα της Πανσέπτου Εικόνας της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, υπάρχει προσαρμοσμένο «Πολυτιμότατον αδαμαντοκόλλητον εν σχήματι ημισελήνου χρυσούν κόσμημα». Ας θυμηθούμε την ιστορία του:
Σύμφωνα με όσα ο αείμνηστος Σοφοκλής Καλόυτσης, ο υμνογράφος της Μυρτιδιώτισσας διέσωσε (ακολουθία Μυρτιδιωτίσσης, έκδοσις 5η, σελ. 149), βρισκόταν κάποτε στα Κύθηρα, κάποιος Τούρκος πλούσιος και επιφανής, εγκατεστημένος στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, ο οποίος ήταν Μωαμεθανός.
Κάποια ημέρα παρατήρησε ασυνήθη συγκέντρωση κόσμου, στην πλατεία του Μητροπολιτικού Ναού του Εστευρωμένου στη Χώρα.
Ρώτησε τι συμβαίνει και του είπαν ότι το Νησί μαστίζεται από πολύμηνη ανομβρία και για αυτό θα πραγματοποιηθεί Λιτανεία της Αγίας Εικόνας της Μυρτιδιώτισσας, η οποία είχε ήδη κατέβει από το κάστρο που φυλασσόταν τότε και βρισκότανε μέσα στον Εσταυρωμένο.
Όμως ο ουρανός ήταν καταγάλανος και δεν φαινόταν ούτε ίχνος νέφους στον ορίζοντα.
Ο Τούρκος εχλεύασε αυτή την ενέργεια γιατί η λογική έλεγε ότι δεν θα φέρει αποτελέσματα. Και ήταν τόσο σίγουρος για αυτό, που δήλωσε ότι εάν μετά την Λιτανεία επακολουθήσει βροχή, θα αφιέρωνε το χρυσό κόσμημα της ημισελήνου που είχε μαζί του, στην Ιερή Εικόνα.
Η Λιτανεία έγινε με κατάνυξη και οι Κυθήριοι γονυκλινείς παρακάλεσαν για την λύση της ανομβρίας. Και το θαύμα έγινε. Μόλις η Ιερά Πομπή επέστρεψε στον Ναό, άρχισε να πέφτει ραγδαία βροχή.
Ο αλλόθρησκος τήρησε την υπόσχεση του και αφιέρωσε το κόσμημα στην Παναγία.
Πότε έγινε αυτό δεν αναφέρεται. Ίσως έγινε πριν το 1837 μ.Χ. Τότε έγινε η χρυσή επένδυση της Εικόνας από τον Καλλίτέχνη Νικόλαο Σπιθάκη και μάλλον αυτός έκανε την προσαρμογή της ημισελήνου στο στέμα της Παναγίας «Εις αιωνίαν ανάμνησιν του τελεσθέντος θαύματος της λύσεως της ανομβρίας».
Πιθανόν λοιπόν η αφιέρωση να είχε προηγηθεί του 1837 μ.Χ.
Αυτό το θαύμα της Παναγίας μας, ενέπνευσε τον Υμνογράφο αείμνηστο Σοφοκλή Καλούτση και αφιέρωσε ολόκληρον οικον στους χαιρετισμούς της Μυρτιδιώτισσας, για να εξυμνήσει.
«Χαίρε η λήξις της ανομβρίας
Χαίρε η παύσις της λειψυδρίας
Χαίρε υετόν δαψιλή καταπέμπουσα
Χαίρε ουρανόθεν την γην η δροσίζουσα...»
Ὕμνοι Δοξολογικοί καί Παρακλητικοί εἰς τήν Μυρτιδιώτισσαν, εἰς τύπον τῶν μεγαλυναρίων,* ὧν ἡ ἀκροστιχίς˙ Μητρόθεε διάσωσον
Μητρόθεε Ἄνασσα Οὐρανοῦ,
ὄντως Πλατυτέρα, καί Ἀγγέλων
φωτοειδῶν, τῶν ἀκαταπαύστως,
ὑμνούντων τήν σήν δόξαν,
Δέσποινα καί Κυρία, Θεομακάριστε.
Ηλίου τῆς δόξης τοῦ νοητοῦ, τῆς
Δικαιοσύνης ἀπαστράψαντος τοῖς
ἐν γῇ, τοῦ πάντων Δεσπότου, Κυρίου
καί Σωτῆρος, Μήτηρ ὑπάρχεις ὄντως,
ἡ Παμμακάριστος.
Τεκοῦσα ἀφράστως τόν σόν
Υἱόν, τόν Παντευεργέτην καί Σωτῆρα
καί Λυτρωτήν τόν κόσμον λυτροῦσαι,
παθῶν καί καχεξίας, ὡς πάντων
ὑπερτέρα, Μυρτιδιώτισσα.
Ρᾶνον θείοις μύροις τόν
σόν λαόν, ἡ ἐν μυρτιδίοις ἀνατείλασα θαυμαστῶς,
ἁγίᾳ Εἰκόνι, θαυματουργῷ καί θείᾳ, καί
δίδου τήν σήν χάριν,
Μυρτιδιώτισσα.
Οἱ ἔχοντες σκέπην σήν κραταιάν,
σεμνύνονται πάντες καί καυχῶνται
κατά Θεόν, σέ ἔχοντες τεῖχος, καί
θείαν προστασίαν, σεισμῶν πυρός
καί βλάβης, διαφυλάττουσαν.
Θεράπευσον Κόρη σούς ὑμνητάς,
ψυχῶν τε τάς νόσους, καί σωμάτων
τάς χαλεπάς, καί ἴασαι Μῆτερ, κακῶν
καί ἀσθενείας, δεινῶν ἀρρωστημάτων,
Μυρτιδιώτισσα.
Εκ πάσης ἀνάγκης καί πειρασμῶν,
χαλεπῶν κινδύνων ἐπῃρείας τοῦ πονηροῦ,
ρῦσαι νεολαίαν δεινῶς κλονιζομένην,
καί δοκιμαζομένην,
Μυρτιδιώτισσα.
Εξελε τούς νέους Μῆτερ Θεοῦ,
παθῶν καί κινδύνων πολυτρόπων
παντοδαπῶν, κράτυνον τήν πίστιν
τά ἤθη καί τό σέβας, θείᾳ κληρονομίᾳ,
Μυρτιδιώτισσα.
Δεσμῶν ἁμαρτίας φθοροποιῶν,
καί πάσης κακίας καταχρήσεων
συμφορῶν, καί λευκοῦ θανάτου,
ἐκλύτρωσαι Παρθένε, φιλτάτην νεολαίαν,
Μυρτιδιώτισσα.
Ιλέῳ σου ὄμματι στοργικῷ,
καί σῇ εὐσπλαγχνίᾳ διαφύλαττε
μητρικῇ, τάς νήσους Κυθήρων
καί τῶν Ἀντικυθήρων, σεισμῶν
πυρός μαχαίρας, Μυρτιδιώτισσα.
Αγάπην ὁμόνοιαν καί στοργήν,
παράσχου συζύγοις καί γονεῦσι
Μῆτερ Θεοῦ, καί δίδου πλουσίως,
χαράν καί εὐφροσύνην, πιστότητα εἰρήνην,
Μυρτιδιώτισσα.
Σεισμοῦ διασῴζουσα φυσικοῦ,
σεισμικάς δονήσεις σύ ἀπότρεψον
ἠθικάς, καί ἐκ ναυαγίων, οἰκογενείας σῷζε, φρίκης διαζυγίων,
Μυρτιδιώτισσα.
Ω Μῆτερ τοῦ Λόγου καί Λυτρωτοῦ,
σήν χάριν αἰτοῦμεν
ἐκκαρδίας τε καί ψυχῆς, μετάνοιαν
δοῦναι, σοῖς δούλοις ἀναξίοις,
οἰνοποσίας πάθους, σύ ἀπαλλάττουσα.
Σωτῆρα ἡ τέξασα καί Θεόν,
παντοίων κινδύνων διασῴζεις
καί συμφορῶν, αἱρέσεως πλάνης,
σχίσματος τῆς μανίας,
ἐν τάχει ἀπαλλάττεις,
Μυρτιδιώτισσα.
Ο πάντων ἁγίων τάς ἀρετάς,
ἀεί ὑπερβαίνων ὡς ὁ Κύριος καί
Θεός, Μητέρα σου θείαν, σεμνήν
Ὑπεραγίαν, πρόσδεξαι δυσωποῦσαν,
Μυρτιδιώτισσαν.
Νεότητα σῴζουσα ὦ Ἁγνή,
ἀνθρώπους ὡρίμους, οἴκους
νέους θεοσεβεῖς, καί τίμιον
γῆρας, διαφυλάττειν σπεύδεις,
Κυρία τῶν Ἀγγέλων,
Μυρτιδιώτισσα.
*Οἱ ὕμνοι οὗτοι, συντεθέντες χάριτι Θείᾳ καί εὐδοκίᾳ τῆς Παναχράντου διά τήν προστασίαν τοῦ λαοῦ ἐκ τῆς φοβερᾶς τοῦ σεισμοῦ ἀπειλῆς καί λοιπῶν κινδύνων, ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κυθήρων Σεραφείμ (Ἰούνιος 2006), ψάλλονται μετά τά Μεγαλυνάρια τῆς Ἱερᾶς Παρακλήσεως καί κατά τάς ἱεράς λιτανεύσεις τῆς ἁγίας Εἰκόνος τῆς Μυρτιδιωτίσσης.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Λαοί νῦν κροτήσωμεν, δεῦτε τάς χεῖρας πιστῶς καί ἄσωμεν ἄσμασι τῇ Θεομήτορι ἐν πόθῳ κραυγάζοντες˙ Χαῖρε ἡ προστασία πάντων τῶν δεομένων Χαῖρε ἡ σωτηρία τῶν τιμώντων σε πόθῳ, Χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ τήν ἴασιν βραβεύσασα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς κρήνη ἀκένωτος, τῶν παρὰ σοῖ ἀγαθῶν, Εἰκών σου ἡ πάνσεπτος, τοὶς Κυθηρίοις Ἁγνή, ἐδόθη κραυγάζουσι, χαῖρε ἡ προστασία, πάντων τῶν δεομένων χαῖρε ἡ σωτηρία, τῶν τιμώντων σὲ πόθω, χαῖρε ἡ τῷ παραλύτῳ, τὴν ἴασιν βραβεύουσα.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ Θεοτόκῳ οἱ πιστοὶ νῦν προσπελάσωμεν Ὡς χορηγούσῃ δαψιλῶς πᾶσιν ἰάματα, Ἀναμέλποντες ἐφύμνια μετὰ πόθου. Ἀλλ’ ὡς ἤγειρας παράλυτον, Θεόνυμφε, Ἀπὸ πάσης ἡμᾶς ῥῦσαι περιστάσεως Τοὺς σοὶ κράζοντας· χαῖρε δόξα παγκόσμιος.
Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Τῆς α΄ Στιχολογίας,
Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί, δεῦτε θεάσασθε θερμῶς θαῦμα παράδοξον καί γάρ, σήμερον ἔλαμψεν ἡμῖν, ἐν τῇ πανσέπτῳ καί τεσσαρακονθημέρῳ ἡμέρᾳ τῆς ἁγνῆς θείας κοιμήσεως, ἐν ᾗ λαμπρῶς τελοῦμεν τήν πανήγυριν, πᾶς ὁ λαός καί παῖδες τῶν Κυθηραίων· καί γάρ Παράλυτον ἤγειρεν ἡ Θεοτόκος, ἐν τῷ ἁγίῳ τῶν Μυρτιδίων Ναῷ αὐτῆς.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τό προσταχθέν.
Τῆς β΄ Στιχολογίας
Τῶν Ὀρθοδόξων ὁ πιστός σύλλογος θεῖος ἐν τῷ πανσέπτῳ σου Ναῷ, Κόρη πανάχραντε, μετά πόθου προθύμως νῦν προσπελάζων, Παρθένε Μήτηρ Κυρίου κράζει θερμῶς. Ἐν ὥρᾳ τῆς καταδίκης τε καί ὀργῆς, τῆς μελλούσης Κολάσεως, λύτρωσαι πάντας τούς πιστούς, καί σωτηρίαν δώρησαι τοῖς πιστῶς προσκυνοῦσί σε.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Κατεπλάγη εὐλαβῶς, τῶν Κυθηραίων ὁ λαός καί ἐλάμβανεν εἰς νοῦν, τῶν ἀκενώτων δωρεῶν, πηγήν σε εἶναι, Θεόνυμφε καί Παρθένε, ἄνανδρον, Παρθένον καί πανέντιμον, πύλην κεκλεισμένην Θεοῦ ἡμῶν καί ἱερόν παλάτιον τοῦ Λόγου καί πλάστου Πατρός τοῦ ὑψίστου, τοῦ γεννηθέντος σπέρματος δίχα, ἐκ τῆς νηδύος σοῦ τῆς θεόπαιδος.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελοι ἀοράτως, καί βροτῶν πᾶσα φύσις, συμφώνως ἀνυμνήσωμεν πάντες, τήν πανθαύμαστον Θεοτόκον ἁγνήν· πολλῶν γάρ θαυμάτων αὐτουργός πέφηνε, καί ταύτην χαρμοσύνως εὐφημήσωμεν, πιστῶς βοῶντες.
Χαῖρε Παρθένε Μῆτερ Κυρίου.
Χαῖρε ἀρχή Μυστηρίου θείου.
Χαῖρε ἀνομβρίας αὐχμόν καταπαύουσα.
Χαῖρε ἐναντίους ἐχθρούς καταθραύουσα.
Χαῖρε ὅτι τόν παράλυτον καθυγείωσας λαμπρῶς.
Χαῖρε ὅτι τῶν προσφύγων σου προστατεύεις ἐναργῶς.
Χαῖρε ὅτι τῶν Κυθηραίων πέλεις καύχημα πάντων.
Χαῖρε παντός τοῦ κόσμου ὑπερμέγιστον θάμβος.
Χαῖρε δι’ ἧς ἡ χαρά ἐπέλαμψε.
Χαῖρε δι’ ἧς ἡ λύπη κατέπαυσε.
Χαῖρε ἁγνή ἀσθενῶν ἰατρεία.
Χαῖρε πάντων τῶν πιστῶν σωτηρία.
Χαῖρε δόξα παγκόσμιος.
Μεγαλυνάριον
Ὤφθης τῶν Κυθήρων καταφυγή, ἐξαιρέτῳ τρόπῳ, ἀναβλύζουσα ἐν αὐτοῖς, ἐκ τῆς σῆς Εἰκόνος, προνοίας σου τὰ ῥεῖθρα, ὦ Κεχαριτωμένη· διὸ ὑμνοῦμέν σε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ ἀρωγός καί καύχημα μέγα καί γλυκεῖα καταφυγή. Χαίροις, Ὀρθοδόξων ταχεῖα προστασία, εὐλογημένη Κόρη Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Πάλαι ὡς ἀνεῦρε τῆ Σῆ ὀμφῆ, ἐν κλάδοις μυρσίνης τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν ὁ ποιμήν, Παρθένε, ἐν εὐφροσύνῃ θείᾳ, αὐτήν Μυρτιδιώτισσαν ἐπωνόμασε.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Νόσους θεραπεύεις τάς χαλεπάς, κεραυνούς διώκεις, ἀνομβρίαν λύεις δεινήν, ὡς ὄντως μεγίστη ἡ δόξα καί ἡ χάρις καί ἡ σεπτή Σου κλῆσις, Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ὤφθη ἰατρεῖον πνευματικόν, ὁ ἐν Μυρτιδίοις θεῖος οἶκός Σου καί σεπτός, ψυχῶν γάρ ἰᾶται καί τῶν σωμάτων πάθη, τῆ Σῆ ἐπιστασίᾳ, Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἅπαντας προφθάνεις ὡς συμπαθής, τούς ἐν τοῖς κινδύνοις καί τούς πέλας καί τούς μακράν καί τούτοις παρέχεις βοήθειαν ταχεῖαν, ὑμνοῦντας Σου τήν χάριν, Μυρτιδιώτισσα.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Τούς ἐξαιτουμένους ἀπό ψυχῆς, τῆς Σῆς Θεοτόκε, ἀντιλήψεως τήν ἰσχύν, σῶζε πάσης βλάβης καί πάσης δυσχερείας, ὡς Μήτηρ τοῦ ἐλέους, Μυρτιδιώτισσα.
Ὁ Ὅσιος Κόπρις
Ἐπονομάσθηκε ἔτσι, διότι ἡ μητέρα του σὲ καιρὸ διωγμοῦ καὶ ἐπιδρομῆς βαρβάρων, ἐνῶ ἔτρεχε καὶ αὐτὴ νὰ φύγει, τὴν ἔπιασαν οἱ πόνοι τοῦ τοκετοῦ στὸ δρόμο καὶ γέννησε τὸν Ὅσιο πάνω σὲ κοπριά!
Ὁ Ὅσιος Κόπρις ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου ἐπὶ βασιλέως Λέοντος τοῦ μεγάλου. Διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβειά του, τὴν ἁγνότητά του καὶ τὴ σωφροσύνη του. Ἐπίσης ἦταν τύπος μεγάλης προθυμίας καὶ ταπεινοφροσύνης, καὶ ἔνιωθε μεγάλη εὐχαρίστηση ὅταν πρόσφερε τὶς ὑπηρεσίες του σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους. Καὶ ὅταν κανεὶς τοῦ ἔλεγε ὅτι ταπεινοφρονεῖ, αὐτὸς ἀπαντοῦσε: «Πράγματι, πῶς νὰ μὴ ταπεινοφρονῶ; Ὁ τόπος ποὺ γεννήθηκα (δηλ. ἡ κοπριά) δείχνει τὴν ἀξία μου».
Ἔτσι ἔζησε καὶ πέθανε, πιστὸς πάντοτε, ταπεινὸς ὑπηρέτης τῶν συνανθρώπων του. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀνύψωσε. Γιὰ τὴν πίστη του, τὴν διακονία του, τὴν ταπεινοφροσύνη του, δίκαια ἡ Ἐκκλησία τὸν κατάταξε στὸ χορὸ τῶν Ἁγίων της.
Ὁ Ὅσιος Κόπρις ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου ἐπὶ βασιλέως Λέοντος τοῦ μεγάλου. Διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβειά του, τὴν ἁγνότητά του καὶ τὴ σωφροσύνη του. Ἐπίσης ἦταν τύπος μεγάλης προθυμίας καὶ ταπεινοφροσύνης, καὶ ἔνιωθε μεγάλη εὐχαρίστηση ὅταν πρόσφερε τὶς ὑπηρεσίες του σὲ μικροὺς καὶ μεγάλους. Καὶ ὅταν κανεὶς τοῦ ἔλεγε ὅτι ταπεινοφρονεῖ, αὐτὸς ἀπαντοῦσε: «Πράγματι, πῶς νὰ μὴ ταπεινοφρονῶ; Ὁ τόπος ποὺ γεννήθηκα (δηλ. ἡ κοπριά) δείχνει τὴν ἀξία μου».
Ἔτσι ἔζησε καὶ πέθανε, πιστὸς πάντοτε, ταπεινὸς ὑπηρέτης τῶν συνανθρώπων του. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀνύψωσε. Γιὰ τὴν πίστη του, τὴν διακονία του, τὴν ταπεινοφροσύνη του, δίκαια ἡ Ἐκκλησία τὸν κατάταξε στὸ χορὸ τῶν Ἁγίων της.
Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἁγιορείτης
Ο Άγιος Σιλουανός ο Αγιορείτης έγινε γνωστός πριν ακόμα αγιοκαταχτεί από την Ορθόδοξη Εκκλησία με το βιογραφικό έργο «Ο γέροντας Σιλουανός του Άθω», που το συνέγραψε με ωραίο τρόπο ο Ηγούμενος της Μονής Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ της Αγγλίας Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, που έζησε κοντά στον Άγιο για πολύ καιρό στον Άθω.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Σωφρόνιο, ο Άγιος Σιλουανός ασκήθηκε στο Άγιον Όρος για 46 ολόκληρα χρόνια και συγκεκριμένα στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα. Γεννήθηκε το 1866 μ.Χ. στο χωριό Σόβοκ της επαρχίας Λεμπεντιάσκ της Ρωσίας και το κοσμικό του όνομα ήταν Συμεών Ιβάνοβιτς Αντόνωφ. Στη Ρωσία έκανε το επάγγελμα του ξυλουργού. Στο Άγιο Όρος ήλθε το 1892 μ.Χ. και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στην άσκηση και την προσευχή. Το 1911 μ.Χ. έγινε μεγαλόσχημος και στολίστηκε με πολλές άγιες αρετές και γέμισε όλος από θείο φως. Το 1915 μ.Χ. βγήκε για λίγο από το Άγιον Όρος και επισκέφθηκε τα μοναστήρια της πατρίδας του. Απεβίωσε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1938 μ.Χ. και η Ορθόδοξη Εκκλησία πρόσφατα τον αγιοποίησε.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Κανόνα πίστεως.
Χριστὸν διδάσκαλον ἐν ὀδῷ ταπεινώσεως προσευξάμενος ἔλαβες, μαρτυροῦντος τοῦ Πνεύματος, ἐν σῇ καρδία τὴν λύτρωσιν, διὰ τοῦτο ἀσκήσεως ἀνεδείχθης σὺ ὁδηγός, ὡς φωτὸς θείου ἔμπλεως. Ὅσιε πάτερ Σιλουανέ, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἐφάμιλλος, καὶ κοινωνὸς ἀληθῶς, ἐσχάτοις ἐν ἔτεσι, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, ἐδείχθης μακάριε. Ὅθεν Σιλουανέ σε, ἡ οὐράνιος δόξα, δέδεκται μετὰ τέλος, σὺν Ὁσίοις Πατράσι· μεθ’ ὧν καὶ καθικέτευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Ποίημα Παύλου Ἱερομόναχου
Κήρυξ δέδοσαι, τῇ οἰκουμένῃ, σὺ γλυκύτατος, ἐν θεολόγοις, τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης τρισόλβιε· τὸν Ταπεινὸν γὰρ καὶ Πρᾷον ἑώρακας, καὶ τὴν Ἐκείνου καρδίαν κατέμαθες. Ὅθεν ἅπαντες, Σιλουανὲ ἐλλαμπόμενοι, τοῖς θεογλώσσοις ῥήμασι, δοξάζομεν τὸ Πνεῦμα τὸ δοξάσαν σε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α'. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Κατηγλάϊσας Πάτερ Ὄρος τοῦ Ἄθωνος, ὑπὲρ φύσιν βιώσας καὶ τὴν τοῦ Πνεύματος, ἐπίδειξάμενος ἡμῖν θείαν ἐνέργειαν, ὅθεν τιμῶντές σου σεπτῶς, τὴν μνήμην ὦ Σιλουανέ, δοξάζομεν ἐκ καρδίας, τὸν παρασχόντα σε μέγαν, τῇ Ἐκκλησίᾳ χριστοκήρυκα.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῶν Ὁσίων σύσκηνος τῶν πάλαι ὤφθης, ἐναρέτοις πράξεσι, Χριστὸν δοξάσας ἐπὶ γῆς, Σιλουανὲ παναοίδιμε, καὶ ἐκομίσω τὸν ἄφθαρτον στέφανον.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις θεοφόρε Σιλουανέ, ὁ ἐσχάτοις χρόνοις, διαλάμψας ἀσκητικῶς· χαίροις τῶν ἐν Ἄθῳ, ὑπόδειγμα Πατέρων, καὶ πρὸς Χριστὸν μεσίτης, ἡμῶν θερμότατος.
Ἡ Ἁγία Πέρση (ἢ Περσίδα)
Μικρὸν θαλαττεύουσα Πέρσα, πρὸς χρόνον,
μέγαν πρὸς ὅρμον οὐρανοῦ προσωρμήσω
Μικρὸν θαλαττεύουσα Πέρσα, πρὸς χρόνον,
μέγαν πρὸς ὅρμον οὐρανοῦ προσωρμήσω
Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye κατὰ τὴν 23η καὶ 24η Σεπτεμβρίου καὶ στὸν Παρισινὸ Κώδικα 3041 τὴν 24η Σεπτεμβρίου μὲ τὸ δίστιχο: «Μικρὸν θαλαττεύουσα Πέρσα, πρὸς χρόνον, μέγαν πρὸς ὅρμον οὐρανοῦ προσωρμήσω».
Άγιος Στέφανος, βασιλιάς των Σέρβων
Ο Άγιος Στέφανος, ήταν βασιλιάς των Σέρβων και ο πατέρας του ήταν ο Όσιος Συμεών Κτήτορας της Μονής Χιλανδαρίου Αγίου Όρους (βλέπε 13 Φεβρουαρίου).
O Άγιος Στέφανος κοιμήθηκε το 1224 μ.Χ.
Σύναξη της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας στο Καμάρι της Σαντορίνης
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για το γεγονός.
Σύναξη της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας στην Νάξο
Η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα είναι μία γραφική εσωτερική βραχονησίδα στο λιμάνι της Νάξου. Οφείλει το όνομά της στο ομώνυμο ξωκλήσι που βρίσκεται σ' αυτή. Η βραχονησίδα αυτή έχει σήμερα διαπλατυνθεί και είναι επιστρωμένη με τσιμέντο.
Σύναξη της Παναγιάς της Μυρτιδιώτισσας στην Κέρκυρα
Η Ιερά Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου Μυρτιδιωτίσσης βρίσκεται στην ομώνυμη περιοχή της δυτικής μέσης Κέρκυρας. Η Ιερά Μονή χρονολογείται περίπου στον 16ο αιώνα μ.Χ.
Βρίσκεται σε μια τοποθεσία εξαίρετου φυσικού κάλλους κοντά στη θάλασσα. Η αρχιτεκτονική της μορφή καθώς και το πλήθος των κειμηλίων, τα οποία επί αιώνες τώρα διαθέτει την κατατάσσουν στις πλέον σημαντικές Μονές της Κέρκυρας. Το πανέμορφο Καθολικό της Μονής κοσμούν πλήθος λατρευτικών εικόνων, οι οποίες είναι κυρίως επτανησιακής τεχνοτροπίας.
Αξιοσημείωτη παραμένει πάντοτε η εξαιρετικής τεχνοτροπίας και καλλιτεχνίας εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της Μυρτιδιωτίσσης, η οποία αποτελεί σημείο θρησκευτικής αναφοράς και πίστεως πολλών ευσεβών, όχι μόνον της γύρω περιοχής αλλά όλης της Κερκύρας.
Βρίσκεται σε μια τοποθεσία εξαίρετου φυσικού κάλλους κοντά στη θάλασσα. Η αρχιτεκτονική της μορφή καθώς και το πλήθος των κειμηλίων, τα οποία επί αιώνες τώρα διαθέτει την κατατάσσουν στις πλέον σημαντικές Μονές της Κέρκυρας. Το πανέμορφο Καθολικό της Μονής κοσμούν πλήθος λατρευτικών εικόνων, οι οποίες είναι κυρίως επτανησιακής τεχνοτροπίας.
Αξιοσημείωτη παραμένει πάντοτε η εξαιρετικής τεχνοτροπίας και καλλιτεχνίας εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της Μυρτιδιωτίσσης, η οποία αποτελεί σημείο θρησκευτικής αναφοράς και πίστεως πολλών ευσεβών, όχι μόνον της γύρω περιοχής αλλά όλης της Κερκύρας.
Σύναξη της Παναγίας Μυρσινιδίου στην Χίο
Η Ιερά Μονή της Παναγίας Μυρσινιδίου (ή Μερσινίδι ή Μυρτιδιωτίσσης) είναι κτισμένη επάνω στην άκρη του βράχου, που ατενίζει τη στενή λωρίδα του Αιγαίου προς τις Μικρασιατικές ακτές και μοιάζει να ακουμπά επάνω στα κύματα. Βρίσκεται λίγο βορειότερα της κωμόπολης Βροντάδου και απέχει επτά χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα της νήσου. Είναι αφιερωμένη στην Κυρία Θεοτόκο των Μυρτιδίων, που τιμάται στις 24 Σεπτεμβρίου. Θεωρείται μαζί με τη Νέα Μονή και τη Μονή του Αγίου Μηνά από τα πιο ιερά προσκυνήματα της Χίου.
Τη Μονή ίδρυσε το 1887 μ.Χ. στην τοποθεσία Παληόπυργος της Περιφερείας Βροντάδου και κάτω από τις υπώρειες του όρους Αίπους, ο ιερομόναχος Χριστοφόρος Σερέμελης, αποθησαυρίζοντας εκεί την Εικόνα της Παναγίας που βρήκε κοντά στη θάλασσα.
O Xριστόφορος Σερέμελης, που γεννήθηκε στον Βροντάδο τον Οκτώβριο του 1849 μ.Χ., αισθάνθηκε από πολύ ενωρίς το Χέρι του Θεού να τον οδηγεί στον ασκητικό του βίο. Με την άδεια του Μητροπολίτη Χίου επέτυχε να πραγματοποιήσει τον διακαή του πόθο και έκτισε τον Ιούλιο του 1887 μ.Χ. επάνω στο βράχο έναν ευκτήριο οίκο.
Για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των προσερχομένων να εγκαταβιώσουν μαζί του μοναχών συνέχισε να κτίζει κελλιά και συγχρόνως ξεκίνησε να διαμορφώνει τον ευκτήριο οίκο σε Μονή. Το έτος 1897 μ.Χ. άρχισε την οικοδόμηση Ναού, η οποία διήρκεσε τρία χρόνια. Παρά τις παρεμβληθείσες από την τοπική τουρκική διοίκηση δυσκολίες ο Ναός κτίσθηκε σε ωραίο βυζαντινό ρυθμό με θόλο και αφιερώθηκε στην Παναγία την Μυρτιδιώτισσα, όπου η Μονή οφείλει την επωνυμία της. Τα εγκαίνια ετέλεσε με μεγαλοπρέπεια στις 4 Ιουλίου του 1900 μ.Χ. ο τότε Μητροπολίτης Χίου Κωνσταντίνος Δεληγιάννης.
Στο υψηλό και θεοπρεπές έργο του ο Χριστοφόρος, που στο διάστημα αυτό χειροτονήθηκε Αρχιμανδρίτης και ανέλαβε την Ηγουμενία της Μονής, εργάσθηκε άοκνα. Διοίκησε το Μοναστήρι του με περισσή σύνεση, δικαιοσύνη και αυστηρότητα. Η ανδρώα Μονή της Παναγίας του Μυρσινιδίου επί των ημερών του εγνώρισε αίγλη και ακμή και έχαιρε σεβασμού από ολόκληρον τον χιακό λαό, του οποίου οι μνήμες από την τουρκική λαίλαπα της σφαγής ήταν νωπές και οι πληγές από τον καταστροφικό σεισμό του 1881 μ.Χ. ανοιχτές.
Παράλληλα με την πνευματική και κοινωνική του δράση ο θεοφίλητος λευίτης εφρόντισε και για την πολιτιστική ανάπτυξη των πιστών με την ίδρυση Βιβλιοθήκης στη Μονή, η οποία περιελάμβανε παλαιά και αξιόλογα έγγραφα, καθώς και βιβλία διαφόρων εκδόσεων. Ως Ηγούμενος περιερχόταν τα απέναντι από τη Χίο Μικρασιατικά παράλια για το κήρυγμα του Θείου Λόγου, και συγχρόνως συγκέντρωνε ό,τι πολύτιμο συναντούσε κι έκρινε ότι έπρεπε ως κειμήλιο να διασωθεί. Σε κάποια περιοδεία του μάλιστα επέτυχε το βελούδινο, χρυσοκέντητο επιτραχήλιο, το αποδιδόμενο στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριο Ε΄, το οποίο φυλάσσεται στη Μονή.
Με τη δική του φροντίδα κτίσθηκε μέσα στον περίβολο της Μονής και άλλος Ναός αφιερωμένος στον προστάτη του Αγιο Χριστοφόρο, ο οποίος εγκαινιάσθηκε το 1904 μ.Χ.
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 159 και ημερομηνία 12 Αυγούστου 1898 μ.Χ. Κτητορική Πράξη, που έγινε στη Μητρόπολη Χίου, παραχωρήθηκε στον Αρχιμανδρίτη Χριστόφορον Σερέμελη ο ευρισκόμενος στη θέση Κοίλα του χωριού Λαγκάδα Ναός των Αγίων Αναργύρων ως μετόχι της Μονής Μυρσινιδίου. Στη Μονή ανήκει ακόμη ο Ναός του Αγίου Μακαρίου στο Βροντάδο, που παλαιότερα ήταν μονύδριο, αφιερωμένο στους Αγίους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο.
Στη Μονή της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας ο ιδρυτής και κτήτοράς της έζησε είκοσι έξη χρόνια αγιότητας. Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου τον εκάλεσε κοντά Του στις 3 Μαίου του 1921 μ.Χ. Τάφηκε στη νοτιοδυτική πλευρά του Ναού.
Διάδοχος σύμφωνα με την τελευταία θέληση του Ηγουμένου Χριστοφόρου, ορίσθηκε ο από τη μικρή ηλικία ευρισκόμενος κοντά του ο δραστήριος και φιλόπονος Αμβρόσιος Μίχαλος από το χωριό Εγρήγορος της περιφερείας Κουρουνίων.
Και ο νέος Ηγούμενος της Μονής Μυρσινιδίου Αμβρόσιος προσείλκυσε με την κατά Θεόν πολιτείαν του και το εξαίρετο ήθος του, τον σεβασμό, την αγάπη και την εκτίμηση των μοναχών της Μονής και των σε αυτή προσερχομένων ευσεβών προσκυνητών. Μαζί με τα πνευματικά του καθήκοντα, που τον ανέδειξαν «ο των καλών ζηλωτήν και του Θεού εργάτην αληθή» προέβη σε έργα προόδου για τη Μονή. Αγόρασε από τη κοινότητα Βροντάδου τα γύρω από τη Μονή δασώδη και χέρσα τμήματα γης και τα μετέτρεψε από φτωχά και άγονα σε καλλιεργήσιμα και καρποφόρα, ώστε να προσπορίζεται η Μονή για τη ζωάρκεια των σε αυτή διαβιούντων μοναχών έσοδα.
Αλλά ούτε και τη Βιβλιοθήκη της Μονής παραμέλησε.
Κατά εισήγηση του ιστοριοδίφη Ανδρέα Πολεμίδη υιοθέτησε απόκλειστικό πρόγραμμα, σύμφωνα με το οποίο συγκέντρωνε στη Βιβλιοθήκη κάθε τι που γράφτηκε και αφορούσε τη Χίο. Για να ενισχύσει μάλιστα την κίνηση αυτή ο Ανδρέας Πολεμίδης απέστειλε μεγάλον αριθμό βιβλίων στη Μονή, όπου εκτός των άλλων περιείχοντο τούρκικα έγγραφα, αφορώντα την ιστορία της Χίου, το χρονικό της πυρπολήσεως της τούρκικης ναυαρχίδας από τον Κανάρη, τόμοι της εφημερίδας «Παγχιακή», το Χιακόν Γλωσσάριον του Αλεξ. Βλαστού, διάφοροι επιμνημόσυνοι λόγοι του Ανδρέα Πολεμίδη, που αφορούν τη Χίο, εκθέσεις επί της δημοτικής και αστικής παιδεύσεως της Χίου και άλλα.
Ετσι, κατά την άποψη του Ανδρέα Πολεμίδη η Βιβλιοθήκη της Μονής Μυρσινιδίου στα τέλη της δεκαετίας του ΄50 εφύλασσε επιμελώς ταξινομημένους χιλιάδες τόμους βιβλίων μέσα σε καλώς κατάσκευασμένες βιβλιοθήκες, που εστεγάζετο σε κατάλληλες αίθουσες΄ και «ήγαγεν την Βιβλιοθήκη της Μονής εις πνευματικόν Ελικώνα».
Αξια μνείας και επαίνου είναι ακόμη η πολύτιμη συμβολή και συμπαράσταση του Ηγουμένου Αμβροσίου στα οδυνηρά και αξιοθρήνητα χρόνια της γερμανικής κατοχής, τόσο στον τομέα της φιλανθρωπίας όσον και στην Εθνική Αντίσταση με σοβαρό κίνδυνο πολλές φορές και της ίδιας της υπάρξεώς του και της Μονής.
Η δυσπραγία και οικονομική κρίση που εξερράγη τότε ήταν πρωτοφανής. Η πείνα και η δυστυχία εμάστιζαν ολόκληρη την Ελλάδα και το νησί.
Τη μεγάλη μάχη του για την ανακούφιση της πείνας και της δυστυχίας έδινε με τα πενιχρά του μέσα νυχθημερόν ο αγωνιστής της πίστεως και της πατρίδας, ο Ηγούμενος της Μονής Μυρσινιδίου Αμβρόσιος. Στο Μοναστήρι του κατέφευγαν εξαθλιωμένες και συντετριμμένες οικογένειες, για να ζητήσουν τροφή και προστασία΄ κι εκείνος έδινε απλόχερα ό,τι μπορούσε να μοιραστεί μαζί τους από τα λιγοστά προιόντα από τα χωράφια του.
Κυνηγημένοι από την απειλή του θανάτου από ασιτία πολλοί άνθρωποι ζητούσαν τη βοήθεια του, για να περάσουν στις απέναντι Μικρασιατικές ακτές. Και τότε ο τολμηρός Ηγούμενος ανέλαβε τον αγώνα της διαπερασίωσης πολλών κατοίκων της περιοχής, καθώς και άλλων από διάφορα μέρη της Χίου, τους οποίους με μικρές βάρκες εφρόντιζε τις αφέγγαρες νύχτες να διαπεραιωθούν απέναντι στη Μ. Ασία΄ και κατόπιν να διασκορπισθούν σε πόλεις της Μέσης Ανατολής, της Κύπρου, της Αιγύπτου, ώστε να τύχουν συμμαχικής προστασίας ή να καταταγούν στον στρατό των συμμάχων.
Σε συνεργασία με τον εγκαταστηθέντα από ομάδα κατασκοπείας στον Βροντάδο ασύρματο, ερχόταν σε επαφή με το αρχηγείο της Μέσης Ανατολής και, αψηφώντας τον κίνδυνο από το γερμανικό φυλάκιο, που είχε εγκατασταθεί πολύ κοντά στον όρμο της Βρύσης του Πασά, εφρόντιζε να φυγαδευτούν στην απέναντι ακτή φυγάδες εκτός από τη Χίο, από διάφορα μέρη της Ελλάδας που για τον σκοπόν αυτό έφταναν στο νησί. Οι απομεμακρυσμένες από την πρωτεύουσα της Χίου ακτές της Μονής Μυρσινιδίου και του Μηλιγγά εγιναν σιωπηλοί μάρτυρες των μεγάλων εκείνων στιγμών.
Στο Μοναστήρι του κρύφτηκαν και με τη βοήθειά του κατόπιν φυγαδεύτηκαν στα Μικρασιατικά παράλια σύμμαχοι, αξιωματικοί και στρατιώτες Αγγλοι και Νεοζηλανδοί, για να φτάσουν στη συνέχεια στη στρατιωτική τους βάση και να ενωθούν με το συμμαχικό στρατό. Οι πολύτιμες και πολλαπλές υπηρεσίες του γενναίου πατριώτη και Ηγουμένου του Μυρσινιδίου προκάλεσαν τον θαυμασμό των συμμάχων, οι οποίοι ετίμησαν τη Μονή με επαίνους και τιμητικά έγγραφα, όπως η Νεοζηλανδική Κυβέρνηση, ο Άγγλος Στρατάρχης Αλεξάντερ, πολλές Αντιστασιακές Οργανώσεις, Ελληνικές και ξένες.
Το έτος 1948 μ.Χ. τον Ηγουμένο Αμβρόσιο, το οποίον ο Κύριος εκάλεσεν κοντά Του και ενταφίασαν στην είσοδο του Καθολικού, διεδεχθη στη Μονή ο ιερομόναχος και μετέπειτα Αρχιμανδρίτης Χριστοφόρος Γεραζούνης.
Kαι ο τρίτος κατά σειρά Ηγούμενος της Μονής, που έφερε το όνομα του ιδρυτού και κτήτορά της αποδείχθηκε άξιος συνεχιστής του έργου των προκατόχων του, υπερασπιστής και θεματοφύλακας των ιερών και οσίων. Με τις θεάρεστες αρετές του διεφύλαξε και επαύξησε το κύρος και την ακτινοβολία της Μονής, στην οποία καθημερινά συνέρρεαν πλήθος ευσεβών προσκυνητών, για να προσκυνήσουν τα Ιερά Λείψανα, τα κειμήλια και τα άλλα είδη ευλαβείας, που κοσμούν τη Μονή.
To μοναστηριακό συγκρότημα της Μονής συμπληρώνουν η Τράπεζα, το μαγειρείο, ο ξενώνας, αίθουσα φιλοξενίας, βοηθητικοί χώροι. Εξω από τον περίβολο υπάρχει το νεκροταφείο της Μονής. Επάνω στον βράχο και έξω από τον περίβολο είναι τοποθετημένος υψηλός, μαρμάρινος Σταυρός ορατός και από τη θάλασσα και δίπλα Κυματίζει η γαλανόλευκη. Τα διερχόμενα από το σημείο αυτό εμπορικά κυρίως πλοία χαιρετούν με τους συριγμούς τους την ηρωική Μονή του Μυρσινιδίου με τους δυο γαλάζιους τρούλλους του Καθολικού, όπως υψώνονται ανάμεσα ανάμεσα στα πράσινα φυλλώματα του αλσυλίου, τα οποία έρχονται σε αρμονικό δέσιμο με το γαλάζιο της θαλασσας΄ και συγχρόνως χαιρετούν την πατρίδα, τη γαλανόλευκη.
Στο κάτω μέρος του βράχου υπάρχει μικρός όρμος για τις ανάγκες της Μονής. Κατά την εποχή που αρχίζει το ψάρεμα επαγγελματίες κυρίως ψαράδες φέρνουν τα ψαροκάικκα τους για Ευλογία. Πολύ γραφική είναι η εικόνα της Ευλογίας αυτής, όπου ο ιερέας με τα μαύρα ράσα και το πετραχείλι να ανεμίζει στην αύρα της θάλασσας, με το σιδερένιο δοχείο στο χέρι, το Ευαγγέλιο και το βασιλικό, στέκεται επάνω στο κατάστρωμα του καικιού και ψάλλει την Ακολουθία του Αγιασμού.
Οι τελούμενες στη Μονή ιερές Ακολουθίες διεξάγονται κατά το Τυπικό του Αγίου Σάββα, το οποίο εισήχθηκε από τον ιδρυτή της Χριστοφόρο Σερέμελη. Οι πανηγύρεις που τελούνται είναι:
Στις 24 Σεπτεμβρίου, Εορτή της ευρέσεως της Ιερής Εικόνας της Παναγίας μέσα στις Μυρσινιές στα Κύθηρα, όπου τιμάται με πανηγυρικό Εσπερινό και Αγρυπνία την παραμονή και Αρχιερατική Θεία Λειτουργία την ημέρα της εορτής.
Στα εννιάμερα της Παναγίας, στις 23 Αυγούστου, που τελείται Εσπερινός και Αγρυπνία την παραμονή και εορταστική Θεία Λειτουργία την ημέρα της εορτής.
Της Ζωοδόχου Πηγής, κινητή εορτή, που τιμάται την Παρασκευή της Διακαινησίμου του Πάσχα με περιφορά των Αγίων Εικόνων.
Του Αγίου Χριστοφόρου στις 9 Μαίου, που πανηγυρίζει το παρεκκλήσιο της Μονής. Η Θεία Λειτουργία τελείται στον κυρίως Ναό του Καθολικού της Μονής από τον σύλλογο των οδηγών των τροχοφόρων που έχουν τον Αγιο Προστάτης τους.
Των Αγίων Πάντων επίσης κινητή εορτή μετά το Πάσχα, που Τελείται στο παρεκκλήσιο, το οποίο βρίσκεται μέσα στον περίβολο της Μονής και είναι αφιερωμένο στους Αγίους Πάντες.
Στο Σκευοφυλάκιο της Μονής φυλάσσονται τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Χαραλάμπους, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Νικολάου του Χιοπολίτου, του Αγίου Γεωργίου του Νεομάρτυρος και τεμάχιο Τιμίου Ξύλου. Στη Μονή φυλάσσονται ακόμη τα παράσημα, τα μετάλλια και διπλώματα, με τα οποία ετιμήθη ο Ηγούμενος Αμβρόσιος Μίχαλος.
Μετά την «κοίμηση» του τελευταίου Ηγουμένου Χριστοφόρου Γεραζούνη το 1994 μ.Χ. η Μονή δε βρίσκεται σε ιδιαίτερη άνθηση. Γίνονται όμως σοβαρές προσπάθειες ανάκτησης της παλιάς της αίγλης. Στα διακονήματα της μικρής Αδελφότητος, με τη σημαντική προσφορά πνευματικού έργου στους πιστούς περιλαμβάνεται η συντήρηση και ανακαίνιση των κτισμάτων.
Σύναξη της Παναγίας της Δραπανιώτισσας
Στις 24 Σεπτεμβρίου σύμφωνα με το εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας εορτάζει η «Παναγία η Μυρτιδιώτισσα». Η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα στην Κεφαλονιά εορτάζεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Διονυσίου στο Δράπανο, όπου και λέγεται και ναός της Δραπανιώτισσας. Στέκει δίπλα στο νεκροταφείο του Δραπάνου η εκκλησία της «Δραπανιώτισσας» μ' όλο το κτιριακό της συγκρότημα και με τ' όμορφο ανακατασκευασμένο καμπαναριό της.
Η εκκλησία άρχισε να κατασκευάζεται γύρω στα 1813 μ.Χ., κοντά δε στο ναό υπήρχε ένας μόλος που λεγόταν «ο μόλος της Παναγίας». Σύμφωνα με τον ιστοριοδίφη Ηλία Τσιτσέλη, ο αρχιδιάκονος της Επισκοπής Κεφαλληνίας Σπυρίδων Δεφαράνας στις 22 Ιουλίου του 1812 μ.Χ. υπέβαλλε αίτηση που απευθυνόταν στο γραφείο της Επισκοπής για την ανέγερση του Ιερού Ναού.
Η οικοδόμηση του ναού άρχισε αμέσως, έπειτα από τη θετική απάντηση του τότε αρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης, Ιωαννίκιου Άννινου. Τη θεμελίωση έκανε η μοναχή Κωνσταντίνα Χαλικιά χήρα Αναστασίου Κλαδά, που ήταν και η κύρια χρηματοδότης του έργου, αφού για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε όλη της την περιουσία, 351 γρόσια, δίνοντάς τα στον τεχνίτη Τουμάζον Ζακυνθινόν. Η μοναχή εκτός από την χρηματική της περιουσία έδωσε στον ναό και δύο εικονίσματα ένα που «τυγχάνουσι συλλήβδην εζωγραφισμένοι οι άγιοι Νικόλαος, Σπυρίδων, Βαρβάρα και Σάββας» και την εικόνα που παριστάνει «την Θεομήτορα ως ελεούσαν του Κύκκου.
Υπάρχει και η παράδοση, πως την εικόνα της Παναγίας έφερε από τα Κύθηρα η μοναχή Κλαδά, όπου και ασκήτευε πρωταρχικά στο εκεί μοναστήρι της Μυρτιδιώτισσας ή κατά άλλους μπορεί να είχε μεταβεί ως προσκυνήτρια σε αυτό το μέρος και να έφερε την εικόνα.
Στην αρχή η εικόνα είχε τοποθετηθεί στον Ναό του Αγίου Ελευθερίου, ναός που στο κελί του ασκήτευε η μοναχή Κλαδά και τελικά κατέληξε σύμφωνα με τη διαθήκη της, στο ναό του Δράπανου.
Βέβαια, η εκκλησία είναι αφιερωμένη στον Άγιο Διονύσιο της Ζακύνθου (βλέπε 17 Δεκεμβρίου) και τα εγκαίνια του ναού έπειτα από πολλές ταλαιπωρίες πραγματοποιήθηκαν στις 30 Νοεμβρίου 1836 μ.Χ.
Η πρώτη λιτανεία πρέπει να ήταν μια αυθόρμητη έκφραση και συννενόηση των πιστών, που σήκωσαν το θρόνο και τον πήγαν έως την Κολόνα της Γέφυρας. Από το 1855 μ.Χ., σύμφωνα με τον Αγγελο-Διονύση Δεμπόνο, η πομπή της λιτανεία της θα φθάσει στο Αργοστόλι.
Κάθε χρόνο οι επιστάτες του κοιμητηρίου ακολουθώντας τη συνήθεια των παλαιοτέρων επιστατών, από μέρες προετοιμάζονται για την ιερά πανήγυρη. Μετά τον εσπερινό και τη θεία Λειτουργία της εορτής κατά το απόγευμα, η εικόνα λιτανεύεται από τον ιερό ναό του Δραπάνου, περνάει τη γέφυρα, συνεχίζει την παραλιακή οδό του Αγίου Σπυρίδωνα, τίθεται σε προσκύνημα, ενώ παλαιότερα αυτό γινόταν στον Μητροπολιτικό Ναό του Σωτήρος και μετά από 10 ημέρες θα επιστρέψουν το θρόνο της Δραπανιώτισσας στο ναό της.
Υπάρχουν παλαιότερες περιγραφές για το πώς γιορταζόταν με λαμπρότητα αυτή η γιορτή. Το 1901 μ.Χ. «κάηκαν» στην κεντρική πλατεία του Αργοστολίου πυροτεχνήματα για να τη «γιορτάσουν με κέφι».
Στο πέρασμα της εικόνας απ’ τους δρόμους του Αργοστολίου, οι οποίοι ήταν πεντακάθαροι, έριχναν δαφνόφυλλά και οι κωδωνοκρουσίες και τα σαμάκια ήταν ασταμάτητα. Δεν έλλειπε το λιβάνι και το σταυροκόπημα στο πέρασμα του θρόνου της Δραπανιώτισσας, εκφράσεις πίστης και λατρείας.
Σύναξη της Παναγίας της Φιλερήμου στην Ρόδο
Τῆς Φιλερήμου ἡ Εἰκὼν πελαγίζει,
Τοῖς προσιοῦσιν ἰαμάτων τὰ ῥεῖθρα.
Εἰκάδι τετάρτῃ Κούρην Φιλέρημον ὕδω.
Τοῖς προσιοῦσιν ἰαμάτων τὰ ῥεῖθρα.
Εἰκάδι τετάρτῃ Κούρην Φιλέρημον ὕδω.
Η σεβάσμια Εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της «Φιλερήμου» ή «των Χαρίτων» είναι έργο του 10ου αιώνα μ.Χ. Κατά την παράδοση έφθασε στη Ρόδο από τα Ιεροσόλυμα και τοποθετήθηκε στο Καθολικό της Μονής του λόφου Φιλερήμου, την ακρόπολη της αρχαίας πόλεως Ιαλυσού, από τον οποίο πήρε και την προσωνυμία. Κατά τη γνώμη μερικών ερευνητών την Εικόνα έφεραν στην Ρόδο οι Ιωαννίτες Ιππότες. Πιθανότερο είναι να υπήρχε πριν την άφιξη των Ιπποτών γιατί διαφορετικά δεν δικαιολογείται η τιμή που απολάμβανε, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, από το Ορθόδοξο πλήρωμα της νήσου ήδη από τα πρώτα χρόνια της Ιπποτοκρατίας.
Η Εικόνα παρέμεινε στη Ρόδο μέχρι το 1523 μ.Χ., έτος καταλήψεως της Ρόδου από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή, όταν φεύγοντας οι Ιππότες προς την Δύση, μεταξύ των πολλών άλλων κειμηλίων, την πήραν μαζί τους. Αρχικά μεταφέρθηκε στην Ιταλία (1523 - 1527 μ.Χ.), κατόπιν στη Γαλλία (1527 - 1530 μ.Χ.) και ύστερα στη Μάλτα (1530 - 1798 μ.Χ.). Όταν ο Μέγας Ναπολέων κατέλαβε τη Μάλτα η Εικόνα φυγαδεύτηκε και μέσω της Τεργέστης έφθασε στη Ρωσία, όπου ο τσάρος Παύλος ο Α’ την υποδέχθηκε με μεγάλες τιμές και διέταξε να την καλύψουν με χρυσή επένδυση και να την κοσμήσουν με πολύτιμους λίθους.
Κατά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 μ.Χ., για να μην καταστραφεί η Εικόνα από τους άθεους, μεταφέρθηκε από τη Μόσχα στην Αγία Πετρούπολη και κατόπιν μέσω Εσθονίας έφθασε στην Κοπεγχάγη (1919 μ.Χ.) και παραδόθηκε, ως αυτοκρατορικός θησαυρός, στη μητέρα της τσαρίνας Μαρία Φιοντόροβνα, η οποία το 1928 μ.Χ. την παρέδωσε για να μεταφερθεί στο Βελιγράδι ή κατ’ άλλους στη Μονή Παντελεήμονος του Αγίου Όρους. Η Εικόνα, με ενδιάμεσο σταθμό τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία του Βερολίνου, έφθασε στο Βελιγράδι και παραδόθηκε στην βασιλική οικογένεια των Καρατζώρτζεβιτς. Στον Ναό των ανακτόρων του Βελιγραδίου παρέμεινε μέχρι την 6η Απριλίου 1941 μ.Χ., όταν, λόγω των βομβαρδισμών του Βελιγραδίου από τα Γερμανικά στρατεύματα, μεταφέρθηκε για ασφάλεια στην Μονή του Οστρόγου, απ’ όπου την πήρε η Κυβέρνηση του Μαυροβουνίου και την τοποθέτησε στο Εθνικό Θησαυροφυλάκιο (1952 μ.Χ.). Το 1978 μ.Χ. παραδόθηκε στο Εθνικό Μουσείο του Μαυροβουνίου, όπου και βρίσκεται, εντός ειδικά διαμορφωθέντος παρεκκλησίου.
Αντίγραφο της Εικόνας, το οποίο φιλοτεχνήθηκε από τον Μοναχό Λάζαρο, ύστερα από αίτημα του Μητροπολίτη Ρόδου Κυρίλλου, μεταφέρθηκε στη Ρόδο από τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιο και τοποθετήθηκε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Φιλερήμου την 24 Σεπτεμβρίου του έτους 2008 μ.Χ.
Σήμερα ο ναός της Ιεράς Μονής Φιλερήμου λειτουργεί κάθε Κυριακή και εορτάζει της Ζωοδόχου Πηγής.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
῾Ως ἀπόρθητον τεῖχος, καὶ ἀκρόπολιν ἄσειστον, Ῥόδος ἡ περίφημος νῆσος, τὸν Ναόν σου ἐκτήσατο, ἐν ᾧ ὥσπερ ἐν θρόνῳ ὑψηλῷ, ἐνίδρυται ἡ θεία σου Εἰκών, ἀναβλύζουσα τῆς χάριτος μυστικῶς, τὰ ῥεῖθρα τοῖς ἐκβοῶσι· Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς θαυμασίοις σου, δόξα Μῆτερ Φιλέρημε τῇ σῇ, πλουσίᾳ χρηστότητι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ὡς θησαυρὸν τιμαλφῆ, τοῦ πλούτου Φιλέρημε, τῆς μητρικῆς σου στοργῆς, τιμῶμεν οἱ δοῦλοί σου· βρύεις γὰρ ἀενάως, ἐξ αὐτῆς πᾶσι χάριν, τοῖς προσιοῦσι πόθῳ, καὶ πιστῶς ἐκβοῶσι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τῆς Φιλερήμου τῷ Ναῷ ἐν πίστει δράμωμεν, καὶ τὴν Εἰκόνα εὐλαβῶς αὐτῆς τιμήσωμεν εὐφραινόμενοι τῷ πνεύματι ἑορτίως· ὡς πηγὴ γὰρ ζωηφόρος βρύει πάντοτε, οἰκτιρμῶν τῆς Θεομήτορος τὰ νάματα, τοῖς κραυγάζουσι· Χαῖρε Ῥόδου τὸ καύχημα.
Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτηρ.
Μετὰ τὴν α΄ Στιχολογίαν
Εἰκόνι τῇ σεπτῇ, τῆς Ἁγνῆς Φιλερήμου, προσπέσωμεν πιστοί, ἐν θερμῇ κατανύξει, καρδίας ὑποκλίνοντες, καὶ τοῦ σώματος γόνατα, καὶ βοήσωμεν· Θεοχαρίτωτε Κόρη, σκέπε πάντοτε, ἐκ πειρασμῶν πολυτρόπων, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Μετὰ τὴν β΄ Στιχολογίαν
Τὸ ἀντίτυπον τῆς σῆς, θείας Εἰκόνος Ἀγαθή, τῶν Ῥοδίων ὁ λαός, ὥσπερ ταμεῖον ἀληθῶς, τῶν δωρεῶν κεκτημένος τῆς χάριτός σου, ᾄδει σοι ᾠδήν, χαριστήριον, καὶ τὸν ἀσπασμόν, ἀναφέρει σοι, τοῦ Γαβριὴλ Φιλέρημε Παρθένε, μετ᾿ εὐφροσύνης κραυγάζων σοι· Χαῖρε Μαρία, Εὐλογημένη, σωτηρία τοῦ κόσμου.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Η῾ Ῥόδος ἀγάλλεται, Μῆτερ Ἁγνὴ πανδημεί, τιμῶσα τὸ τύπωμα, τῆς θεαυγοῦς σου Μορφῆς, Φιλέρημε σήμερον. Ὅθεν αὐτὴν ὡς πλοῦτον, οἰκτιρμῶν κεκτημένη, ῥύου ταῖς μητρικαῖς σου, πρὸς Χριστὸν ἱκεσίαις, κινδύνων πολυτρόπων ἀεί, καὶ πάσης κακώσεως.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Η῾ Ῥοδόνησος ἀεί, χαίρει Παρθένε ἐπὶ σοί, ὥσπερ θεῖον θησαυρόν, τῶν μητρικῶν σου οἰκτιρμῶν, τῆς σῆς Εἰκόνος τὸ Ἔκτυπον κεκτημένη, καὶ ἐν τῷ Ναῷ, τῷ ἁγίῳ σου, σπεύδουσα πιστῶς, μακαρίζει σε, χαῖρε βοῶσα Ἄχραντε Μαρία, Εὐλογημένη Φιλέρημε· μὴ οὖν ἀπώσῃ, τῶν οἰκετῶν σου, τὰς ἐκ πόθου δεήσεις.
Ὁ Οἶκος
Τάγματα τῶν Ἀγγέλων, ἐν ὑψίστοις ὑμνοῦσι, τὴν δόξαν σου Φιλέρημε Μῆτερ· ἡμεῖς δὲ οἱ ἐν Ῥόδῳ πιστοί, τῇ εὐαγεῖ σου Εἰκόνι προστρέχοντες, εὐνοίας σου λαμβάνομεν, τὰς δωρεὰς ἀναβοῶντες·
Χαῖρε, τοῦ κόσμου ἡ σωτηρία·
χαῖρε, ἀνθρώπων ἡ προστασία.
Χαῖρε, παρθενίας εὐῶδες κειμήλιον·
χαῖρε, σωφροσύνης ὡραῖον παλάτιον.
Χαῖρε, ὅτι ἐσωμάτωσας τὸν φιλάνθρωπον Θεόν·
χαῖρε, ὅτι ἐθανάτωσας τὸν ἀρχέκακον ἐχθρόν.
Χαῖρε, τοῦ Φιλερήμου ἄνασσα πανολβία·
χαῖρε, Δωδεκανήσου θαυμαστὴ θυμηδία.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἰάσεις λαμβάνομεν·
χαῖρε, δι᾿ ἧς κινδύνων σῳζόμεθα.
Χαῖρε, πηγὴ ζωηφόρος θαυμάτων·
χαῖρε, ἀκτὶς φωτοφόρος χαρίτων.
Χαῖρε, Ρόδου τὸ καύχημα.
Μεγαλυνάριον
Βρύει τῶν θαυμάτων τοὺς ποταμούς, Φιλέρημε Κόρη, ἡ Εἰκών σου ἡ εὐαγής, πληροῦσα ἀῤῥήτου, χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης, τοὺς κατασπαζομένους, αὐτὴν ἐκ πίστεως.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίρει ἡ Ῥοδόνησος ἐπὶ σοί, Φιλέρημε Μῆτερ, ὥσπερ χάριτος θησαυρόν, πλουτοῦσα ἐν κόλποις, τὴν θείαν σου Εἰκόνα, ἣν σκέπε ἐκ παντοίων, δεινῶν καὶ θλίψεων.
Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Εὐφραίνου καὶ ἀγάλλου, ἡ περίφημος Ῥόδος, καὶ τὰς πέριξ νήσους συγκάλεσον, πρὸς ἑόρτιον πανήγυριν, τῆς Κεχαριτωμένης Φιλερήμου· ἰδοὺ γὰρ σήμερον ἡ Θεόνυμφος, τὴν τιμιωτάτην Εἰκόνα αὐτῆς, ὡς σκεῦος μυστικοῦ
ἁγιασμοῦ, διὰ πολλὴν εὐσπλαγχνίαν προβάλλεται, καὶ παρέχει δαψιλῶς, τῆς εὐλογίας πᾶσι τὰ δωρήματα. Δεῦτε οὖν πνευματικῶς, αὐτὴν ἀσπασώμεθα, ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος βοῶντες· Θεοτόκε Πανύμνητε, τῆς βοηθείας σου δίδου τὴν ἰσχύν, τῷ λαῷ σου ὡς φιλάγαθος.
Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Πνευματικὴ πανήγυρις σήμερον, εὐφροσύνης πρόξενος ἡμῖν, ὦ ἀδελφοὶ ἐπεδήμησε. Δεῦτε οὖν δαυϊτικῶς, εἰς οἶκον Κυρίου πορευσώμεθα, καὶ τῇ Εἰκόνι τῆς Ἁγνῆς Θεοτόκου, ἐν κατανύξει προσπέσωμεν· ὡς χρυσέα γὰρ μανναδόχος στάμνος, τὸ μάννα τῆς χάριτος παρέχει ἀεί, τοῖς εὐσεβῶς ἀναβοῶσι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, Φιλέρημε Κυρία Θεονύμφευτε, τῆς Ῥόδου τὸ καύχημα, καὶ Ὀρθοδόξων τὸ κραταίωμα· μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ διὰ σοῦ δωρούμενος ἡμῖν, τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.
Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β΄.
Δεῦτε σήμερον οἱ πιστοί, τῆς Φιλερήμου τὴν ἑόρτιον Σύναξιν, ἐν κατανύξει ἑορτάσωμεν, καὶ τὴν ὑπέρτιμον Εἰκόνα αὐτῆς, ἐν εὐλαβείᾳ τιμήσωμεν· τῶν ἰαμάτων γὰρ ἡμῖν, πηγὴ ἀστείρευτος δείκνυται, νόσους θεραπεύουσα, θλίψεις διασκεδάζουσα, δαίμονας ἀποδιώκουσα, καὶ τὰς δεήσεις πάντων ἐκπληροῦσα, τῶν ἐπ᾿ αὐτῇ πεποιθότων, καὶ ἐκ καρδίας βοώντων· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ἡ τῆς Ῥόδου ἀπόρθητος ἀκρόπολις, προστασία καὶ σκέπη, καὶ θεῖον καταφύγιον.
Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος πλ. δ΄.
᾿Εν εὐσήμῳ ἡμέρᾳ ἑορτῆς ἡμῶν σαλπίσωμεν, πνευματικῇ κιθάρᾳ, τῶν Ῥοδίων τὸ θεόλεκτον ποίμνιον· ἡ γὰρ Πανάχραντος Θεοτόκος, ηὐδόκησε τὴν νῆσον ἡμῶν, ὡς πολυτίμητον δῶρον, τὸ ἀντίτυπον τῆς Εἰκόνος αὐτῆς, ὡς εὔσπλαγχνος ἡμῖν δωρησάμενη. Ὅθεν βοήσωμεν αὐτῇ, σὺν τῷ Ἀρχαγγέλῳ Γαβριήλ, ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, Κυρία Φιλέρημε Θεόνυμφε, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου, ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Η Εικόνα παρέμεινε στη Ρόδο μέχρι το 1523 μ.Χ., έτος καταλήψεως της Ρόδου από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή, όταν φεύγοντας οι Ιππότες προς την Δύση, μεταξύ των πολλών άλλων κειμηλίων, την πήραν μαζί τους. Αρχικά μεταφέρθηκε στην Ιταλία (1523 - 1527 μ.Χ.), κατόπιν στη Γαλλία (1527 - 1530 μ.Χ.) και ύστερα στη Μάλτα (1530 - 1798 μ.Χ.). Όταν ο Μέγας Ναπολέων κατέλαβε τη Μάλτα η Εικόνα φυγαδεύτηκε και μέσω της Τεργέστης έφθασε στη Ρωσία, όπου ο τσάρος Παύλος ο Α’ την υποδέχθηκε με μεγάλες τιμές και διέταξε να την καλύψουν με χρυσή επένδυση και να την κοσμήσουν με πολύτιμους λίθους.
Κατά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 μ.Χ., για να μην καταστραφεί η Εικόνα από τους άθεους, μεταφέρθηκε από τη Μόσχα στην Αγία Πετρούπολη και κατόπιν μέσω Εσθονίας έφθασε στην Κοπεγχάγη (1919 μ.Χ.) και παραδόθηκε, ως αυτοκρατορικός θησαυρός, στη μητέρα της τσαρίνας Μαρία Φιοντόροβνα, η οποία το 1928 μ.Χ. την παρέδωσε για να μεταφερθεί στο Βελιγράδι ή κατ’ άλλους στη Μονή Παντελεήμονος του Αγίου Όρους. Η Εικόνα, με ενδιάμεσο σταθμό τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία του Βερολίνου, έφθασε στο Βελιγράδι και παραδόθηκε στην βασιλική οικογένεια των Καρατζώρτζεβιτς. Στον Ναό των ανακτόρων του Βελιγραδίου παρέμεινε μέχρι την 6η Απριλίου 1941 μ.Χ., όταν, λόγω των βομβαρδισμών του Βελιγραδίου από τα Γερμανικά στρατεύματα, μεταφέρθηκε για ασφάλεια στην Μονή του Οστρόγου, απ’ όπου την πήρε η Κυβέρνηση του Μαυροβουνίου και την τοποθέτησε στο Εθνικό Θησαυροφυλάκιο (1952 μ.Χ.). Το 1978 μ.Χ. παραδόθηκε στο Εθνικό Μουσείο του Μαυροβουνίου, όπου και βρίσκεται, εντός ειδικά διαμορφωθέντος παρεκκλησίου.
Αντίγραφο της Εικόνας, το οποίο φιλοτεχνήθηκε από τον Μοναχό Λάζαρο, ύστερα από αίτημα του Μητροπολίτη Ρόδου Κυρίλλου, μεταφέρθηκε στη Ρόδο από τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιο και τοποθετήθηκε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Φιλερήμου την 24 Σεπτεμβρίου του έτους 2008 μ.Χ.
Σήμερα ο ναός της Ιεράς Μονής Φιλερήμου λειτουργεί κάθε Κυριακή και εορτάζει της Ζωοδόχου Πηγής.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
῾Ως ἀπόρθητον τεῖχος, καὶ ἀκρόπολιν ἄσειστον, Ῥόδος ἡ περίφημος νῆσος, τὸν Ναόν σου ἐκτήσατο, ἐν ᾧ ὥσπερ ἐν θρόνῳ ὑψηλῷ, ἐνίδρυται ἡ θεία σου Εἰκών, ἀναβλύζουσα τῆς χάριτος μυστικῶς, τὰ ῥεῖθρα τοῖς ἐκβοῶσι· Δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς θαυμασίοις σου, δόξα Μῆτερ Φιλέρημε τῇ σῇ, πλουσίᾳ χρηστότητι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν θείαν Εἰκόνα σου, ὡς θησαυρὸν τιμαλφῆ, τοῦ πλούτου Φιλέρημε, τῆς μητρικῆς σου στοργῆς, τιμῶμεν οἱ δοῦλοί σου· βρύεις γὰρ ἀενάως, ἐξ αὐτῆς πᾶσι χάριν, τοῖς προσιοῦσι πόθῳ, καὶ πιστῶς ἐκβοῶσι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τῆς Φιλερήμου τῷ Ναῷ ἐν πίστει δράμωμεν, καὶ τὴν Εἰκόνα εὐλαβῶς αὐτῆς τιμήσωμεν εὐφραινόμενοι τῷ πνεύματι ἑορτίως· ὡς πηγὴ γὰρ ζωηφόρος βρύει πάντοτε, οἰκτιρμῶν τῆς Θεομήτορος τὰ νάματα, τοῖς κραυγάζουσι· Χαῖρε Ῥόδου τὸ καύχημα.
Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτηρ.
Μετὰ τὴν α΄ Στιχολογίαν
Εἰκόνι τῇ σεπτῇ, τῆς Ἁγνῆς Φιλερήμου, προσπέσωμεν πιστοί, ἐν θερμῇ κατανύξει, καρδίας ὑποκλίνοντες, καὶ τοῦ σώματος γόνατα, καὶ βοήσωμεν· Θεοχαρίτωτε Κόρη, σκέπε πάντοτε, ἐκ πειρασμῶν πολυτρόπων, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Μετὰ τὴν β΄ Στιχολογίαν
Τὸ ἀντίτυπον τῆς σῆς, θείας Εἰκόνος Ἀγαθή, τῶν Ῥοδίων ὁ λαός, ὥσπερ ταμεῖον ἀληθῶς, τῶν δωρεῶν κεκτημένος τῆς χάριτός σου, ᾄδει σοι ᾠδήν, χαριστήριον, καὶ τὸν ἀσπασμόν, ἀναφέρει σοι, τοῦ Γαβριὴλ Φιλέρημε Παρθένε, μετ᾿ εὐφροσύνης κραυγάζων σοι· Χαῖρε Μαρία, Εὐλογημένη, σωτηρία τοῦ κόσμου.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μετὰ τὸν Πολυέλεον
Η῾ Ῥόδος ἀγάλλεται, Μῆτερ Ἁγνὴ πανδημεί, τιμῶσα τὸ τύπωμα, τῆς θεαυγοῦς σου Μορφῆς, Φιλέρημε σήμερον. Ὅθεν αὐτὴν ὡς πλοῦτον, οἰκτιρμῶν κεκτημένη, ῥύου ταῖς μητρικαῖς σου, πρὸς Χριστὸν ἱκεσίαις, κινδύνων πολυτρόπων ἀεί, καὶ πάσης κακώσεως.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Η῾ Ῥοδόνησος ἀεί, χαίρει Παρθένε ἐπὶ σοί, ὥσπερ θεῖον θησαυρόν, τῶν μητρικῶν σου οἰκτιρμῶν, τῆς σῆς Εἰκόνος τὸ Ἔκτυπον κεκτημένη, καὶ ἐν τῷ Ναῷ, τῷ ἁγίῳ σου, σπεύδουσα πιστῶς, μακαρίζει σε, χαῖρε βοῶσα Ἄχραντε Μαρία, Εὐλογημένη Φιλέρημε· μὴ οὖν ἀπώσῃ, τῶν οἰκετῶν σου, τὰς ἐκ πόθου δεήσεις.
Ὁ Οἶκος
Τάγματα τῶν Ἀγγέλων, ἐν ὑψίστοις ὑμνοῦσι, τὴν δόξαν σου Φιλέρημε Μῆτερ· ἡμεῖς δὲ οἱ ἐν Ῥόδῳ πιστοί, τῇ εὐαγεῖ σου Εἰκόνι προστρέχοντες, εὐνοίας σου λαμβάνομεν, τὰς δωρεὰς ἀναβοῶντες·
Χαῖρε, τοῦ κόσμου ἡ σωτηρία·
χαῖρε, ἀνθρώπων ἡ προστασία.
Χαῖρε, παρθενίας εὐῶδες κειμήλιον·
χαῖρε, σωφροσύνης ὡραῖον παλάτιον.
Χαῖρε, ὅτι ἐσωμάτωσας τὸν φιλάνθρωπον Θεόν·
χαῖρε, ὅτι ἐθανάτωσας τὸν ἀρχέκακον ἐχθρόν.
Χαῖρε, τοῦ Φιλερήμου ἄνασσα πανολβία·
χαῖρε, Δωδεκανήσου θαυμαστὴ θυμηδία.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἰάσεις λαμβάνομεν·
χαῖρε, δι᾿ ἧς κινδύνων σῳζόμεθα.
Χαῖρε, πηγὴ ζωηφόρος θαυμάτων·
χαῖρε, ἀκτὶς φωτοφόρος χαρίτων.
Χαῖρε, Ρόδου τὸ καύχημα.
Μεγαλυνάριον
Βρύει τῶν θαυμάτων τοὺς ποταμούς, Φιλέρημε Κόρη, ἡ Εἰκών σου ἡ εὐαγής, πληροῦσα ἀῤῥήτου, χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης, τοὺς κατασπαζομένους, αὐτὴν ἐκ πίστεως.
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίρει ἡ Ῥοδόνησος ἐπὶ σοί, Φιλέρημε Μῆτερ, ὥσπερ χάριτος θησαυρόν, πλουτοῦσα ἐν κόλποις, τὴν θείαν σου Εἰκόνα, ἣν σκέπε ἐκ παντοίων, δεινῶν καὶ θλίψεων.
Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Εὐφραίνου καὶ ἀγάλλου, ἡ περίφημος Ῥόδος, καὶ τὰς πέριξ νήσους συγκάλεσον, πρὸς ἑόρτιον πανήγυριν, τῆς Κεχαριτωμένης Φιλερήμου· ἰδοὺ γὰρ σήμερον ἡ Θεόνυμφος, τὴν τιμιωτάτην Εἰκόνα αὐτῆς, ὡς σκεῦος μυστικοῦ
ἁγιασμοῦ, διὰ πολλὴν εὐσπλαγχνίαν προβάλλεται, καὶ παρέχει δαψιλῶς, τῆς εὐλογίας πᾶσι τὰ δωρήματα. Δεῦτε οὖν πνευματικῶς, αὐτὴν ἀσπασώμεθα, ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος βοῶντες· Θεοτόκε Πανύμνητε, τῆς βοηθείας σου δίδου τὴν ἰσχύν, τῷ λαῷ σου ὡς φιλάγαθος.
Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Πνευματικὴ πανήγυρις σήμερον, εὐφροσύνης πρόξενος ἡμῖν, ὦ ἀδελφοὶ ἐπεδήμησε. Δεῦτε οὖν δαυϊτικῶς, εἰς οἶκον Κυρίου πορευσώμεθα, καὶ τῇ Εἰκόνι τῆς Ἁγνῆς Θεοτόκου, ἐν κατανύξει προσπέσωμεν· ὡς χρυσέα γὰρ μανναδόχος στάμνος, τὸ μάννα τῆς χάριτος παρέχει ἀεί, τοῖς εὐσεβῶς ἀναβοῶσι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, Φιλέρημε Κυρία Θεονύμφευτε, τῆς Ῥόδου τὸ καύχημα, καὶ Ὀρθοδόξων τὸ κραταίωμα· μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ διὰ σοῦ δωρούμενος ἡμῖν, τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.
Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος β΄.
Δεῦτε σήμερον οἱ πιστοί, τῆς Φιλερήμου τὴν ἑόρτιον Σύναξιν, ἐν κατανύξει ἑορτάσωμεν, καὶ τὴν ὑπέρτιμον Εἰκόνα αὐτῆς, ἐν εὐλαβείᾳ τιμήσωμεν· τῶν ἰαμάτων γὰρ ἡμῖν, πηγὴ ἀστείρευτος δείκνυται, νόσους θεραπεύουσα, θλίψεις διασκεδάζουσα, δαίμονας ἀποδιώκουσα, καὶ τὰς δεήσεις πάντων ἐκπληροῦσα, τῶν ἐπ᾿ αὐτῇ πεποιθότων, καὶ ἐκ καρδίας βοώντων· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ἡ τῆς Ῥόδου ἀπόρθητος ἀκρόπολις, προστασία καὶ σκέπη, καὶ θεῖον καταφύγιον.
Ἕτερον Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος πλ. δ΄.
᾿Εν εὐσήμῳ ἡμέρᾳ ἑορτῆς ἡμῶν σαλπίσωμεν, πνευματικῇ κιθάρᾳ, τῶν Ῥοδίων τὸ θεόλεκτον ποίμνιον· ἡ γὰρ Πανάχραντος Θεοτόκος, ηὐδόκησε τὴν νῆσον ἡμῶν, ὡς πολυτίμητον δῶρον, τὸ ἀντίτυπον τῆς Εἰκόνος αὐτῆς, ὡς εὔσπλαγχνος ἡμῖν δωρησάμενη. Ὅθεν βοήσωμεν αὐτῇ, σὺν τῷ Ἀρχαγγέλῳ Γαβριήλ, ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, Κυρία Φιλέρημε Θεόνυμφε, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου, ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου