Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Ιερατικοί συλλογισμοί…… (ενός ιερέως στην Ελλάδα)


Πώς μπορώ μπω στον ‘’σπίτι’’ του Αή Νικόλα (του προστάτου του χωριού που διακονώ) και να μην φιλήσω την Εικόνα Του με τον λογισμό ότι την έχουν φιλήσει κι άλλοι;

Να μην ασπαστώ την Δόξα του Θεού μέσα σ’ Αυτήν;

Συγνώμη, μα με την υπόκλιση δεν ‘’χορταίνει’’ η ψυχή μου….

Θα μπω στο Ιερό Βήμα που φυλάσσεται το σεπτ Λείψανο του Αγίου και θα το προσπεράσω έτσι απλά;

Δίχως να το σφίξω στην αγκαλιά μου, παρακαλώντας Τον για τα πάντα και τους πάντες;

Θα πλησιάσω το Σαβανωμένο Σώμα Του (λόγω της Αποκαθήλωσης) και δεν θα καταφιλήσω τους Αχράντους πόδας Του επειδή μπορεί ενδεχομένως να Τον έχει προσκυνήσει ο ευλαβής νεωκόρος;

Στον όρθρο της Κυριακής μετά την ανάγνωση του εωθινού(πρώτου) Ευαγγελίου ο ιερέας εξέρχεται του ιερού Βήματος κρατώντας το ευαγγέλιο για να το προσκυνήσουν οι πιστοί.

Τούτη η εκκλησιαστική κίνηση είναι συμβολική, ο μέν ιερέας έχει την θέση του αγγέλου το δε Ευαγγέλιο είναι ο Αναστάς Χριστός που παρουσιάστηκε εν μέσω των μαθητών Του (για αυτό και στέκεται ο παππούλης στην μέση περίπου της εκκλησιάς).

Πώς μπορώ λοιπόν να εξέλθω με Εκείνον στα χέρια και να μην αφήσω το πιστό να Τον ασπαστεί (αφού για χάρη Του έχει έρθει νωρίς-νωρίς);

Ποτέ δεν μου έβγαινε να τείνω την χείρα (ακόμα και σε εκείνες της σούπερ γιαγιάδες που εξανάγκαζαν τα εγγονάκια τους να ‘’πάρουν την ευχή του παππούλη’’)….

Μα από την άλλη πως θα αρνηθώ σε εκείνην την ψυχή που λαχταρώντας να λάβει την Χάρι του Θεού ασπάζεται την χείρα μου;

Κείνα τα χέρια που πριν άγγιξαν Εκείνον που είναι η Ανάσταση και η Ζωή (Θεία Ευχαριστία);

Ή μήπως να βάλουμε το αντίδωρο σε σακουλάκια μιας χρήσεως και στην έξοδο του Ναού;…..

Συναντώ στο δρόμο κόσμο τόσο ‘’διψασμένο’’ (συνάμα και…..πικραμένο)….

Κάποιοι διστακτικά με ρωτούν:

‘’Πάτερ μου να πάρω την ευχή σου;’’

Τι μπορεί να πει ένας παπάς;

‘’Α, παιδί μου, κάτσε να σε θερμομετρήσω πρώτα;

ή πέρασε με μαντηλάκι πρώτα τα χείλη σου’’

Μα μήπως τα σάρκινα(χωμάτινα) χέρια μου προσκυνά κείνη την ώρα;

Όχι φυσικά, την Ιεροσύνη του Χριστού ασπάζεται και μεταλαμβάνει, Εκείνην που αναξίως κουβαλά τούτο το φθαρτό σαρκίο…..

Και εκείνη την ψυχούλα που φοβάται και τρέμει μην την κατακρίνεις..... συμπόνα την..... και για εκείνη

Αναστήθηκε ο Χριστός μας….

Ο καθένας με τον αγώνα του….

Μα, αν θες σε παρακαλώ, μην αφήσεις κανένα φόβο να δηλητηριάσει τις σχέσεις σου (με τον Θεό και τους ανθρώπους)!

Δεν κρίνω κανένα…..

Σκέψεις μου προσωπικές καταθέτω….

Ίσως κάπου να είμαι και λάθος.....

Συγνώμη, ίσως σκανδαλίζω και κανέναν.....

«Συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει»!!!😊

π. Γεώργιος Σχοινάς
«Πᾶνος»

3 σχόλια:

  1. Κάντε τον Επίσκοπο Αθηνών!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Χριστός Ανέστη πατέρα Γεώργιε.

    Αυτές τις δύο εντολές τις έκανες κτήμα σου.

    αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου. Αύτη έστι πρώτη και μεγάλη εντολή, δευτέρα δε ομοία αύτη• αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται.

    ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΊΘΕΟΙ ΚΑΙ ΑΝΤΊΧΡΙΣΤΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΥΒΕΡΝΆΝΕ ΣΉΜΕΡΑ, ΑΥΤΈΣ ΤΙΣ ΔΎΟ ΕΝΤΟΛΈΣ ΘΈΛΩ ΝΑ ΣΒΉΣΟΥΝ ΑΠΌ ΤΗΝ ΨΥΧΉ ΜΑΣ.

    ΑΛΛΆ ΣΕ ΜΑΣ ΤΟΥΣ ΟΡΘΌΔΟΞΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΎΣ ΕΊΝΑΙ ΑΝΕΞΊΤΗΛΕΣ ΓΡΑΜΜΈΝΕΣ ΜΈΣΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΉ ΜΑΣ.

    Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή του νόμου;... Και ο Κύριος του είπε αυτό που είναι γραμμένο στο βιβλίο του Δευτερονομίου και το οποίο κάθε Ιουδαίος έπρεπε να το απαγγέλλει δύο φορές την ήμερα:
    - «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου. Αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή». Η κορυφαία εντολή, του απάντησε, είναι να αγαπάς τον Θεό με όλη σου την καρδιά, με όλη σου την ψυχή και με ολόκληρο το νου σου.
    Αυτό ακριβώς είναι και το ζητούμενο για όλους μας: να αγαπήσουμε τον Θεό με όλο μας το είναι. Με όλη μας την καρδιά, ώστε Αυτόν μόνο να ποθούμε με όλη μας την ψυχή, ώστε η θέλησή μας να είναι παραδομένη σ' Αυτόν, και με όλο το νου μας, ώστε Αυτόν μόνο να σκεπτόμαστε.

    Άραγε εμείς αγαπάμε τον Θεό;... Ας μη βιαστούμε να απαντήσουμε. Κριτήριο τής αγάπης προς τον Θεό είναι αυτό που ο Κύριος μας τόνισε, η εφαρμογή των εντολών Του: «Ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστίν ο αγαπών με», είπε (Ιω. ιδ' 21). Πραγματικά με αγαπάει εκείνος που έχει μέσα στην καρδιά του τις εντολές μου και αγωνίζεται να τις εφαρμόσει• να μην αμαρτάνει δηλαδή. Το λέει πολύ χαρακτηριστικά ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Αν αγαπάς αληθινά τον Θεό, σκέψου πριν αμαρτήσεις: Καλύτερα να πεθάνω παρά να αθετήσω την εντολή του Θεού και να προδώσω την αγάπη Του».

    Αγάπη προς τον πλησίον
    Η πρώτη και μεγάλη εντολή, είπε ο Κύριος, είναι ν' αγαπάς τον Θεό με όλη σου την καρδιά. Συμπλήρωσε όμως ότι υπάρχει και δεύτερη εντολή όμοια με την πρώτη, που λέει: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν».
    Εξίσου σπουδαία εντολή με την αγάπη προς τον Θεό είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Αυτές οι δύο κατευθύνσεις της αγάπης έχουν άμεση σχέση και αλληλεξάρτηση. Δεν μπορεί κάποιος να λέει ότι αγαπά τον Θεό και να μισεί τον αδελφό του. «Αν κάποιος πει ότι αγαπά τον Θεό και ταυτόχρονα μισεί τον αδελφό του Χριστιανό, δεν λέει αλήθεια, είναι ψεύτης. Διότι εκείνος πού δεν αγαπά τον αδελφό του, τον οποίο συνέχεια βλέπει μπροστά του, πως είναι δυνατόν να αγαπά τον Θεό, που ποτέ δεν έχει δει;» (Α' Ιω. δ' 20).
    Συνεπώς η πιο πειστική απόδειξη ότι αγαπάμε τον Θεό είναι το να αγαπάμε τους συνανθρώπους μας. Αλήθεια, εμείς έχουμε τέτοια ουσιαστική αγάπη προς τους αδελφούς μας; Είμαστε πρόθυμοι να τους συμπαρασταθούμε, εφόσον βλέπουμε ότι έχουν κάποια ανάγκη; Ή σκεπτόμαστε τον εαυτό μας και φροντίζουμε να εξασφαλίσουμε μόνο την προσωπική μας επιβίωση; Ή φτώχεια και η στέρηση που δοκιμάζουν πολλές οικογένειες λόγω της οικονομικής κρίσεως, μας καλούν να υπερβούμε τα όρια της εγωιστικής μας αυτάρκειας και να εκδηλώσουμε την αγάπη προς τους αδελφούς μας εμπράκτως. Με όποιον τρόπο μπορούμε• προσφέροντας για τις υλικές τους ανάγκες, φροντίζοντας όμως συγχρόνως και για τις πνευματικές.
    Όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε ανάγκη χρειάζονται και τα δύο: και υλική βοήθεια και λόγο παρακλήσεως, πίστεως και ελπίδος. Διότι χειρότερη δυστυχία δεν είναι η φτώχεια αλλά η απελπισία!

    Και θα κλείσω με αυτό.
    Πέρασε ένας Ιερέας μπροστά από ένα ζητιάνο, τον παρακάλεσε ο ζητιάνος να του δώσει μία βοήθεια, έβαλε το χέρι του ο Ιερέας στην τσέπη μα δεν είχε κάτι να του δώσει.
    Τότε έπιασε το χέρι του ζητιάνου με τα δυό του χέρια και του είπε:
    Δεν έχω κάτι επάνω μου θα σου φέρω αύριο.
    Και του απαντάει ο ζητιάνος: πάτερ μου πρώτη φορά ένιωσα τέτοια ζεστασιά στην ψυχή μου, δεν θυμάμαι πόσα χρόνια έχει άνθρωπος να ακουμπήσει το χέρι μου και άρχισε να κλαίει σαν μικρό παιδί.

    Ας μιμηθούμε και εμείς την Αγάπη του πατέρα Γεώργιου.
    Την ευχή σας να έχουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή