Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος
Μιὰ θαυμάσια πνευματικὴ εὐκαιρία μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας τὴν Κυριακὴ ΙΕ’ Λουκᾶ, ὁπότε ἀναγιγνώσκεται ἡ περικοπὴ τοῦ Ζακχαίου. Εἶναι θαυμάσια ἡ εὐκαιρία γιὰ δύο κυρίως λόγους: Πρῶτον, γιατὶ μᾶς δείχνει τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀποφασίζει νὰ ἀναζητήσῃ τὴν σωτηρία του, καί, δεύτερον, διότι παρουσιάζει παράλληλα τὸ ἔλεος καὶ τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος διὰ τοῦ Υἱοῦ Του προσφέρει τὴν σωτηρία σὲ κάθε ἀπολωλὸς ποὺ τὴν ἐπιζητεῖ μὲ πόθο.
Ἀλλὰ ἂς ἔλθωμε στὴν περικοπή: Ὁ Κύριος, στὸν δρόμο πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα, «εἰσελθὼν διήρχετο εἰς τὴν Ἱεριχώ﮲ καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης καὶ οὗτος ἦν πλούσιος» (Λουκ. ιθ’ 1-2). Ὁ Κύριος, ἀσφαλῶς, οὐδέποτε βαδίζει τυχαίως, ἀλλὰ ἐπιλέγει ἐκεῖνον τὸν δρόμο ποὺ θὰ τὸν ὁδηγήσῃ σὲ συνάντηση μὲ ἀνθρώπους ποὺ γνωρίζει ὅτι τὸν ἀναζητοῦν. Αὐτὴν τὴν φορὰ ὁ στόχος Του εἶναι ὁ Ζακχαῖος, ὁ ὁποῖος ὅμως ἐμποδίζεται γι’ αὐτὴν τὴν συνάντηση ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι «ἀρχιτελώνης» καὶ «πλούσιος», εἶναι δηλαδὴ πλεονέκτης καὶ ἅρπαγας. Οἱ τελῶνες, ποὺ εἰσέπρατταν τοὺς φόρους γιὰ λογαριασμὸ τῶν Ῥωμαίων, ἐπέβαλλαν ὑψηλότερη φορολογία στὸν λαὸ καὶ τὸν ἐκμεταλλεύονταν αἰσχρὰ πρὸς ὄφελός των. Τοῦτος ὅμως ἐδῶ ὁ τελώνης, παρὰ τὰ ἐμπόδιά του, «ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Κύριον τίς ἐστιν» (ὅ. π., 3).
Παράδοξο, πράγματι, ἐκ πρώτης ὄψεως, ἕνας ἐθισμένος στὸν πλοῦτο καὶ δηλωμένος ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ νὰ ἐπιθυμῇ νὰ συναντήσῃ τὸν Κύριο τῆς δικαιοσύνης. Ἐκεῖνα, ὅμως, ποὺ εἶναι παράδοξα ἢ καὶ ἀδύνατα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι δυνατὰ γιὰ τὸν Θεό. Ὁ ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος εἴτε δὲν εἶχε διαφθαρῆ ἐντελῶς ἀπὸ τὸ πάθος του καὶ διατηροῦσε ἀκόμη ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς του καθαρό, εἴτε εἶχε πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ ἀλλάξῃ, νὰ ἐγκαταλείψῃ τὶς κακές του συνήθειες, ἢ καὶ τὰ δύο. Μόλις, λοιπόν, πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Κύριος, γιὰ τὸν Ὁποῖον ἀσφαλῶς εἶχε ἀκούσει πολλά, περνοῦσε ἀπὸ τὰ μέρη του, ἔσπευσε νὰ τὸν συναντήσῃ. Ἀλλὰ καὶ ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος «ἐτάζει νεφροὺς καὶ καρδίας», διέκρινε τὴν ἐπιθυμία τοῦ τέκνου του καὶ φρόντισε «νὰ τὸν πετύχῃ» στὸν δρόμο Του.
Ἀπὸ τὴν μιά, ὁ Ζακχαῖος, ἐπειδὴ «τῇ ἡλικίᾳ (=στὸ ἀνάστημα) μικρὸς ἦν», ἀνέβηκε στὴν συκομορέα, «ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι». Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ Κύριος «ἀναβλέψας εἶδε αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν: Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι» (ὅ.π., 4-5). Ἡ «ἀνάβαση» καὶ ἡ «κατάβαση» μπορεῖ νὰ ἔχουν καὶ μιὰν ἄλλη ἀνάγνωση: Ὁ Ζακχαῖος, γιὰ νὰ δῆ τὸ ἀντικείμενο τοῦ πόθου του, χρειαζόταν νὰ «ἀνέβη», ὁ Κύριος, ὡστόσο, ποὺ εἶδε αὐτὴν τὴν πνευματικὴ ἄνοδο τοῦ τέκνου του, τὸν καλεῖ νὰ «κατέβῃ», γιὰ νὰ τὸν δεχθῆ στὸν «οἶκο» του. Ὁ Ζακχαῖος, ὥριμος πλέον πνευματικά, δέχεται μὲ προθυμία («χαίρων») νὰ φιλοξενήσῃ τὸν Κύριό Του καὶ Σωτῆρα Του ὄχι μόνον στὸν «οἶκο τοῦ σπιτιοῦ του» ἀλλὰ καὶ στὸν «οἶκο τῆς καρδιᾶς του»!
Γιὰ νὰ ἐκτιμήσωμε τὸ μέτρο τῆς πνευματικῆς ἑτοιμότητος τοῦ Ζακχαίου, ἀρκεῖ μόνον νὰ σκεφθοῦμε ὅτι, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι κατεῖχε μιὰ ὑψηλὴ κοινωνικὴ θέση, ἐν τούτοις δὲν δίστασε καθόλου νὰ σκαρφαλώσῃ στὸ δένδρο, γιὰ νὰ δῆ τὸν Κύριο.
Οὔτε τὰ σχόλια οὔτε ἡ κακία καὶ ὁ φθόνος τοῦ κόσμου δὲν μπόρεσαν νὰ σταθοῦν ἐμπόδιο στὸν δρόμο του καὶ στὸν πόθο του γιὰ ἀλλαγή: «πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι (ὁ Κύριος) παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι» (Λουκ. ιθ’ 7). Ἀσφαλῶς, ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς τοὺς πάντες ἦσαν καὶ πολλοὶ θεωρούμενοι «δίκαιοι», ποὺ σκανδαλίστηκαν γιὰ τὴν δίκαιη ἀπόφαση τοῦ Κυρίου νὰ συμφάγῃ μὲ ἕναν μετανοοῦντα ἁμαρτωλό!
Προτοῦ, μάλιστα, εἰσέλθῃ στὴν Ἱεριχώ, ὁ Κύριος εἶχε θεραπεύσει στὰ περίχωρά της τὸν τυφλὸ Βαρτιμαῖο, ποὺ ζητοῦσε καὶ αὐτὸς τὸ ἔλεός Του: «υἱὲ Δαυείδ, ἐλέησόν με» (Λουκ. ιη’ 39). Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἔδωσε τὸ φῶς του καὶ ἐκεῖνος, ὁ πρώην τυφλός, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη «ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν» (ὅ. π., 43). Ἀλλὰ καὶ «πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκε αἶνον τῷ Θεῷ» (ὅ. π.).
Τὸ θαῦμα, ἴσως, αὐτὸ ἀπετέλεσε τὴν ἀφορμὴ καὶ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Ζακχαῖο, -ποὺ εἶχε ἐν τῷ μεταξὺ πάρει τὴν ἀπόφαση γιὰ μεταστροφή,- νὰ κάνῃ τὸ κρίσιμο βῆμα, νὰ πλησιάσῃ τὸν Ἰησοῦ, τὸν Σωτῆρα τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων, πρὸς ἀναζήτηση καὶ τῆς δικῆς του σωτηρίας.
Διπλό, ἑπομένως, τὸ μήνυμα τῆς περικοπῆς αὐτῆς, ὅπως εἴπαμε καὶ στὴν ἀρχή: ἀφ’ ἑνὸς μὲν μᾶς δείχνει τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀποφασίζει νὰ ζητήσῃ τὴν σωτηρία του, ἀφ’ ἑτέρου δὲ μᾶς παρουσιάζει τὸ μέγεθος τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ, ποὺ συναντάει τὴν θέληση τοῦ τέκνου Του καὶ συν-εργάζεται μὲ κάθε τρόπο πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτόν. Γι’ αὐτό, μάλιστα, ἔστειλε τὸν Υἱό Του στὸν κόσμο, ὄχι γιὰ νὰ καλέσῃ δικαίους ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς σὲ μετάνοια (Λουκ. ε’, 31-32 & ιθ’ 10).
Δὲν μένει, λοιπόν, παρὰ νὰ ἀκολουθήσωμε καὶ ἐμεῖς τὰ βήματα τοῦ Ζακχαίου, γιὰ νὰ εὕρωμε τὴν σωτηρία μας, ἐὰν ἀσφαλῶς δὲν τὴν ποθοῦμε ἁπλῶς ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπιζητοῦμε διακαῶς. Ὁ Ζακχαῖος, πράγματι, ὄχι μόνον πόθησε τὴν σωτηρία ἀλλὰ πρόσμενε ὅτι θὰ τὴν βρῆ στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, διότι μόνον Ἐκεῖνος τὴν προσέφερε ἁπλόχερα σὲ κάθε πάσχοντα ἀλλὰ καὶ μὲ διάθεση γιὰ μετάνοια ἀδελφό: στοὺς λεπρούς, στὸν τυφλό, στὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα, στὴν αἱμορροοῦσα, σὲ κάθε λογῆς πονεμένο.
Πῶς, ἀλήθεια, ἔδειξε ὁ Ζακχαῖος ὅτι εἶχε μετανοήσει εἰλικρινά; «Σταθεὶς πρὸς τὸν Κύριον εἶπε» (Λουκ., ιθ’ 8), εἰς ἐπήκοον ὅλων, ὅτι στὸ ἑξῆς θὰ δίδη τὸ ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων των στοὺς πτωχοὺς καὶ ὅποιον ἀδίκησε θὰ τοῦ τὸ ἀποδώσῃ στὸ τετραπλάσιο. Αὐτὸς ὁ πρώην ἅρπαγας καὶ πλεονέκτης ἔγινε ἕνας ἐλεήμων καὶ φιλάδελφος. Ἡ ἕλξη του ἀπὸ τὸν Κύριο τὸν μεταποίησε ὁλοκληρωτικὰ καὶ μάλιστα ἔκανε τὸν πρώην ἁμαρτωλὸ κήρυκα τῆς χάριτός Του. Κατὰ τὴν παράδοση, ὁ Ζακχαῖος εἰσῆλθε στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, γινόμενος ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἑβδομήκοντα, καὶ ἡ Ἐκκλησία μας τιμάει τὴν μνήμη του στὶς 20 Ἀπριλίου!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου