Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΠΕΜΠΤΗ 12 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2024

Ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ὁ Ἱερομάρτυρας

 
Θῦμα τραπέζῃ προὐτέθη τῇ σῇ Λόγε,
Θύτης σὸς Αὐτόνομος, ἐκθανὼν λίθοις.
Αὐτόνομος δὲ λίθοις δυωκαιδεκάτῃ κατελεύσθη.

Ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ἦταν ἐπίσκοπος στὴν Ἰταλία καὶ εἶχε στὴν ἐπισκοπὴ του πλούσια χριστιανικὴ δράση.

Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ ἐγκατέλειψε τὴν θέση του, καὶ πῆγε στοὺς Σώρεους τῆς Μ. Ἀσίας. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε στὸ σπίτι ἐνὸς χριστιανοῦ, τοῦ Κορνηλίου καὶ συνέχιζε νὰ διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιο.

Στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Λυκαονία καὶ στὴν Ἰσαυρία γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο του. Πρὶν ξεκινήσει τὸ ταξίδι του χειροτόνησε διάκονο τὸν Κορνήλιο.
Ὕστερα ἀπὸ καιρὸ ὅταν ἐπέστρεψε στοὺς Σωρεούς καὶ εἶδε τὸ πολὺ καλὸ ἔργο ποὺ εἶχε κάνει νὰ ἀσπαστοῦν τὸν χριστιανισμὸ πολλοὶ ἄνθρωποι, τὸν χειροτόνησε ἱερέα. Ἀφοῦ ἐπισκέπτεται πολλὲς περιοχὲς στὸν Εὔξεινο Πόντο ἐπιστρέφει πάλι κοντὰ στὸν Κορνήλιο καὶ τὸν χειροτονεῖ ἐπίσκοπο. Τὸ θεάρεστο ἔργο ποὺ ἔχει κάνει ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ἐνοχλεῖ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸν σκοτώνουν μὲ λιθοβολισμὸ τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσε μέσα στὸ ναό.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐκ Δυσμῶν ἀνατείλας ὡς ἀστὴρ οὐρανόφωτος, καὶ πρὸς τὴν Ἑῴαν ἐκλάμψας, ταῖς ἀκτῖσι τῶν τρόπων σου, τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Ἰησοῦν, ἐδόξασας ἀθλήσει σου στερρᾷ· διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης θεουργικῶς, Αὐτόνομε Πατὴρ ἡμῶν. 

Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ θεῖα σοφέ, σεμνῶς ἐμυσταγώγησας, θυσία δεκτή, ἐγένου παμμακάριστε· τοῦ Χριστοῦ γὰρ ἔπιες, τὸ ποτήριον Μάρτυς Αὐτόνομε· καὶ αὐτῷ νυνὶ παρεστώς, πρεσβεύεις ἀπαύστως, ὐπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Δέσμιος ὢν Πάτερ θείᾳ στοργῇ, πίστεως τὸν σπόρον, κατεβάλου εἰς ἐκατόν, καὶ τῷ αἵματί σου, αὐτὸν καταποτίσας, Αὐτόνομε ἐδρέψω, ζωῆς τὸν ἄσταχυν.

Ὁ Ἅγιος Κουρνοῦτος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἰκονίου

 
Κλέους καταγνοὺς τοῦ παρόντος Κουρνοῦτος,
Ξίφει τὸ μέλλον ἐμπορεύεται κλέος. 

Ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς πόλης τοῦ Ἰκονίου, τῆς ὁποίας κατόπιν ἔγινε Ἀρχιερέας.

Βρισκόταν κάποτε σ’ ἕνα χωριό, Σούρσαλο ὀνομαζόμενο, καὶ δίδασκε τὸν λόγο τῆς πίστης στοὺς ἀπίστους. Οἱ ἐκεῖ ὅμως διῶκτες τοῦ χριστιανισμοῦ, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεμόνα Περίνιο.
Αὐτός, ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισε, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.  

Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ὁ Πρεσβύτερος

Ἀσκητικοῖς ἱδρῶσι συμμίξας ἄθλους,
Ἰουλιανὸς διττὰ τὰ στέφη λάβῃ. 

Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Κριντεούς, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Ἄγκυρα τῆς Γαλατίας, καὶ ἦταν ἱερέας ἄξιος μεγάλου σεβασμοῦ.

Ὅταν ὁ Λικίνιος κήρυξε διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν (307 – 323), ὁ Ἰουλιανὸς μαζὶ μὲ ἄλλους 42 χριστιανοὺς συμπολίτες του, κατέφυγε στὰ βουνὰ καὶ κρυβόταν. Κάποτε ὅμως, κατέβηκε ἀπὸ τὰ βουνὰ νὰ φέρει νερό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν δοῦν οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ πρόσφεραν θυσία στὸν ἐκεῖ ναὸ τῆς Ἑκάτης. Συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἄρχοντα τῆς Ἀγκύρας. Αὐτὸς τὸν ρώτησε ποὺ κρύβονταν οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοὶ συμπολίτες του, ἀλλὰ αὐτὸς ἀρνήθηκε νὰ τοὺς καταδώσει καὶ βασανίστηκε φρικτά.
Ἀφοῦ τοῦ ἔβαλαν πυρακτωμένη καλύπτρα στὸ κεφάλι, στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν προσευχόμενο. 

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας

 
Τμηθεὶς κεφαλὴν Θεόδωρος ἐκ ξίφους,
Θεοῦ μετέσχε δωρεῶν φερωνύμως.

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες τῆς Ἀλεξανδρείας, ἐπειδὴ μὲ ἰδιαίτερο θάρρος κήρυττε τὸν Χριστό, καὶ ἀφοῦ τὸν στεφάνωσαν μὲ ἀκάνθινο στεφάνι, τὸν χτυποῦσαν στὸ πρόσωπο καὶ τὸν τριγύριζαν ἁλυσοδεμένο στοὺς δρόμους τῆς πόλης.

Ὑπέστη καὶ ἄλλα βασανιστήρια, τελικὰ μὲ διαταγὴ τοῦ ἄρχοντα, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ ἀμάραντο στεφάνι τῆς αἰώνιας δόξας.
(Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει ὅτι, ἐσφαλμένα ὁ Ἅγιος αὐτὸς φέρεται σὰν ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας καὶ ὅτι ἦταν ἕνας ἁπλὸς θεοσεβὴς χριστιανός). 

Οἱ Ἅγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος καὶ Τατιανὸς οἱ Μάρτυρες

Mακεδόνιος Tατιανός Xριστέ μου,
Kαι Θεόδουλος εκτέμνονται σου χάριν.

Ὑπῆρξαν στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 363) καὶ μαρτύρησαν στὴ Μυρόπολη τῆς Φρυγίας.

Ὅταν ὁ ἄρχοντας τῆς Φρυγίας Ἀμάχιος διέταξε νὰ καθαρίσουν τὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ τῆς Μυρόπολης καὶ νὰ ἐπιμεληθοῦν τὰ ἀγάλματα μέσα σ’ αὐτόν, οἱ τρεῖς αὐτοὶ Ἅγιοι, μπῆκαν κρυφὰ τὴ νύχτα στὸ ναὸ καὶ συνέτριψαν τὰ ἀγάλματα. Γιὰ νὰ μὴ κακοποιηθοῦν ὅμως ἄλλοι ἀθῶοι χριστιανοί, φανερώθηκαν στὸν ἄρχοντα καὶ εἶπαν ὅτι αὐτοὶ συνέτριψαν τὰ ἀγάλματα.
Ὁ σκληρὸς Ἀμάχιος, στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ δὲν κατάφερε νὰ τοὺς πείσει νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς ἕψησε ζωντανοὺς πάνω σὲ πυρακτωμένη σχάρα. 

Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Θάσιος


Ὁρμὰς παθῶν ἐπέσχε Δανιὴλ νέος,
ὡς πρὶν Δανιήλ, τῶν λεόντων τὰς μύλας,
Ἀμφὶ δύο καὶ δεκάτην Δανιὴλ βίοτον λίπε τόνδε. 

Ο Όσιος Δανιήλ ο Θάσιος υπήρξε ευσεβής από την παιδική του ηλικία, αμέσως από τη νεότητα του έγινε πρόθυμος κήρυκας του Ευαγγελίου, πρόμαχος και συνήγορος της Ορθοδοξίας.

Ο όσιος και θεοφόρος Δανιήλ, έζησε τον 9ο μ.Χ. αιώνα όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λέων ο Αρμένιος ο εικονομάχος. Όταν πλέον έγινε άντρας ο Δανιήλ, ίδρυσε μοναστήρι στο νησίδιο Κραμβούσα, που βρίσκεται δίπλα στη νήσο Θάσο. Η φήμη της μεγάλης αρετής του ιδρυτή έφερε εκεί πολλούς μοναχούς από τη Θάσο και απ' άλλου.

Ο όσιος Δανιήλ αγαπούσε τόσο την πνευματική ζωή και ήταν τόσο πολύ ταπεινόφρων ώστε όταν στη Θάσο ήλθε ο μέγας Ιωαννίκιος (βλέπε 4 Νοεμβρίου), ο Δανιήλ εγκατέλειψε την ηγουμενική του θέση και έτρεξε κοντά στον φημισμένο εκείνο όσιο άντρα, για να πάρει διδάγματα από την τόσο προσεκτική και ενάρετη ζωή του. Ο Ιωαννίκιος προσπάθησε να τον εμποδίσει λέγοντας του, ότι μπορούσε και μόνος του να τελειοποιεί τον εαυτό του με την προσευχή, τη μελέτη και τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Ο Δανιήλ όμως επέμενε και ο Ιωαννίκιος υποχώρησε. Μετά από καιρό ο Ιωαννίκιος, υποχρέωσε τον Δανιήλ να επιστρέψει στη μονή του διότι οι μοναχοί της τον ζητούσαν επίμονα, επειδή δεν έβρισκαν άξιο αντικαταστάτη του. Ο Δανιήλ υπέκυψε και επανήλθε στη μονή του.

Σε βαθιά γεράματα αποδήμησε στον Κύριο και τάφηκε, κατά την επιθυμία του, στο νησίδιο του κοντά στα κύματα, δίπλα στα όποια πρωί και βράδυ πολλές φορές έστελνε την προσευχή του και ύμνους στο Θεό.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ποιμὴν ἀληθέστατος, καὶ μοναστῶν ἀρχηγός, ἐδείχθης πανόσιε, τῆς ἐν τῇ Θάσῳ μονῆς, Δανιὴλ ἀξιΰμνητε· ὅθεν καὶ ἰαμάτων, ἐκομίσω τὴ χάριν, νέμων τοῖς προσιοῦσι, τὰς ἰάσεις ἀφθόνως, τοῖς πόθῳ σου τὴν μνήμην τελοῦσι πανόλβιε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς μοναζόντων ποδηγέτην καὶ διδάσκαλον, καὶ νήσου Θάσου πολιοῦχον εὐφημοῦμέν σε, Δανιήλ, ἐπιτελοῦντες σεπτήν σου μνήμην, ὡς οὖν ἔχων παῤῥησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐκδυσώπει ἡμᾶς, ῥύσασθαι κακώσεως, ἵνα κράζωμεν·

Χαίροις Πάτερ πανόσιε.

Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Ὡς ἥλιος φαιδρά, ἡ ἁγία σου μνήμη, ἀνέτειλεν ἡμῖν, Δανιὴλ θεομάκαρ, φωτίζουσα ἅπαντας, τοῦς αὐτὴν ἑορτάζοντας, ἥν ἐκ πίστεως, ἐπιτελοῦντες βοῶμεν, σκέπε, φύλαττε, πειρατηρίων τοῦ βίου, ἠμᾶς ταῖς πρεσβείαις σου.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον Σου Σωτήρ.
Εὐφραίνου ἐν Χριστῷ, νῆσος Θάσος ἰδοὺ γάρ, ἐπέφανέ σοι νῦν, Δανιῆλ τοῦ Ὁσίου, ἡ μνήμη ἡ πάντιμος, τοὺς πιστοὺς καταυγάζουσα, ὅθεν σκίρτησον, μετὰ χαρὰς ἐκβοῶσα, δόξα, αἴνεσις, σὺ τῶν Ὁσίων ὐπάρχεις, Χριστὲ καὶ κραταίωμα.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθέν.
Ἀγαλλιάσθω ἡ σεμνὴ νῆσος τῆς Θάσου, καὶ εὐφραινέσθω ἡ πληθὺς πᾶσα Θασίων, ὡς προστάτην θερμότατον πλουτήσασα μέγαν, καὶ κρήνην πολλῶν θαυμάτων καὶ δωρεῶν, παντοίων ἀῤῥωστημάτων ἀπαγωγήν, Δανιὴλ τὸν θαυμάσιον. Διὸ συμφώνως αὐτῶ βοῶμεν ἀρυόμενοι· Χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Κατεπλάγησαν σοφέ, τῶν Ἀσωμάτων οἱ χοροί, σὲ ὁρῶντες ἐπὶ γῆς, βιοῦντα ὡς ἐν Οὐρανοῖς, καὶ ἐκδιδάσκοντα τὴν ποίμνην σου, θεομάκαρ, πορεύεσθαι ἀεί, πρὸς τὰς εὐθείας ὁδούς, εἰς δόξαν καὶ τιμήν, τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ, ὅς διὰ τοῦτο πλείστοις σε χαρίσμασι, καὶ θαυμασίοις ἐδόξασε. Καὶ νῦν πρεσβεύεις, εἰς τὸ σῳθῆναι τοὺς τιμῶντας τὴν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ἄνθρωπος μὲν τῇ φύσει, ἐχρημάτισας μάκαρ, ἀλλ’ ὤφθης συμπολίτης Ἀγγέλων, ὠς γὰρ ἄσαρκος ἐπὶ γῆς βιοτεύων, σαρκὸς πάσαν τὴν πρόνοιαν ἀπέῤῥιψας, διὸ καὶ παρ’ ἠμῖν ἀκούεις·

Χαῖρε τῆς Θάσου βλαστὸς καὶ γόνος·
χαῖρε τῆς νήσου ἁπάσης πόνος.
Χαῖρε Ἁγίου Πνεύματος οἰκητήριον·
χαῖρε τῆς Τριάδος φαιδρὸν ἐργαστήριον.
Χαῖρε λύχνε διακρίσεως, ἀπαστράπτων τηλαυγῶς·
χαῖρε ἄστρον διοράσεως, καταυγάζον φαεινῶς.
Χαίροις ὅτι ἐκ νεότητος ἠκολούθησας Χριστῶ·
χαίροις ὅτι κατεμάρανας τῆς σαρκὸς τὰς ἡδονάς.
Χαίροις μοναζόντων πρόξενος σωτηρίας·
χαίροις τῶν ῤαθυμούντων τρόπος παρηγορίας.
Χαίροις ζυγὸν τοῦ Χριστοῦ ὁ βαστάσας·
χαίροις αὐλαῖς οὐρανίοις σκηνώσας.
Χαίροις Πάτερ Δανιὴλ Ὅσιε.

Ἰδιόμελον ἐκ τῆς Λιτῆς
Ἦχος α΄.
Φαιδρύνεται σήμερον, ἡ θεόσωστος Θάσος, τῇ παγγεράστῳ μνήμῃ σου Δανιὴλ ὁσιώτατε, καὶ ἡ τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησία λαμπρῶς καταυχάται ὑμνοῦσά σε, πιστῶν δὲ τὰ πλήθη, τῶν σῶν θαυμάτων ἀρυόμενα πανηγυρίζει. Ἀλλ’ ὦ συμπαθέστατε Πάτερ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς τὸν Κύριον, δωρηθῆναι εἰρήνην τῷ κόσμῳ, εὐρωστίαν, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἠμῶν τὸ μέγα καὶ πλούσιον ἔλεος.

Ὁ Ἅγιος Ὠκεανὸς ὁ Μάρτυρας

Τὸν Ὠκεανὸν ἥλιον λαμπρὸν νόει,
Εἰς Ὠκεανὸν τὴν πυρὰν λελουμένον.

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Κατ’ ἄλλους μαρτύρησε διὰ πυρός). 

Άγιος Κουρνούτας ο εν την Αχεράν ασκήσας


Ο Άγιος Κουρνούτας (ή Κουρνούτος ή Κορνούτιος) είναι ένας από τους 300 αγίους που ήρθαν από την Παλαιστίνη στην Κύπρο, ως ένας από τους αγίους Ηλιοφώτους αγίους. Ετιμάτο πολύ ο άγιος αυτός στην Κύπρο και αυτό συμπεραίνεται από τους πολλούς ερειπωμένους, πλέον, ναούς που υπάρχουν ιδιαίτερα στην Πάφο σε πολλά χωριά, όπως στη Γεροσκήπου, Σαλαμιού, Σουσκιού, Πολέμι και αλλού. Από μία παλαιά εικόνα του αγίου που αναγράφεται ως άγιος Κορνούτος εικονίζεται ως επίσκοπος. Αυτό που είναι βεβαιότερο όμως είναι ότι ασκήτευε σε διάφορα μέρη ως μοναχός- ασκητής. 

Ὁ Ἅγιος Albeus (Ἰρλανδός)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.


Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ὁ ἐν τῇ Ἀτρώᾳ

Ἀναφέρεται στὸν συναξαριστὴ Delehaye μὲ ὑπόμνημα παρόμοιο μὲ αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου "ἐν τῇ Ἀτρώᾳ" (τιμᾶται 13 Σεπτεμβρίου).
Ὁ Ἀνδρόνικος ἔζησε ἐπὶ βασιλείας τοῦ Νικηφόρου καὶ Σταυρακίου, καὶ Πατριάρχου Ταρασίου. Ἦταν γιὸς τοῦ Κοσμᾶ καὶ τῆς Ἄννας καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔλαια τῆς Ἀσίας. Ἔζησε μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση στὴν Ἀτρώα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ανάμνηση αφωνίας και όρασης του Ζαχαρία

Η ανάμνηση της αφωνίας και όρασης του Ζαχαρία βρίσκεται στο Ιεροσολυμιτικό Κανονάριο σελ. 112. Για τον Προφήτη Ζαχαρία, βλέπε στις 5 Σεπτεμβρίου.



[Πηγές]http://www.saint.gr/09/12/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/9/d/12/sxsaintlist.aspx
«Πᾶνος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου