ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἁπτὰ δείγματα τῆς ἁγιότητας εἶναι καὶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας στοὺς ἁγίους μας. Αὐτοί, διὰ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ ἀξιώθηκαν νὰ θαυματουργοῦν καὶ νὰ δοξάζεται ἔτσι τὸ ἅγιο ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀπὸ τοὺς θαυματουργοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι καὶ ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Πολυχρόνιος.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν ἐπαρχία Γαμφανίτιδα ἢ Γαμφάνη τῆς Μ. Ἀσίας, τῆς περιοχῆς τῶν Ἀλαμάνων καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα ὅταν βασίλευε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Ἦταν γόνος εὐγενῶν καὶ εὐσεβῶν γονέων. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Βαρδάνης, ἕνας εὐσεβὴς καὶ πλούσιος γεωργός. Μεγάλωσε σὲ σπίτι ὅπου καλλιεργοῦνταν ἡ εὐσέβεια καὶ οἱ ἀρετές. Οἱ πλούσιοι γονεῖς του φρόντισαν νὰ γεμίσουν τὴν ψυχή του μὲ πίστη στὸ Θεὸ καὶ τὸν δίδαξαν τὴν ἐνάρετη ζωή. Παράλληλα φρόντισαν νὰ λάβῃ σπουδαία μόρφωση καὶ νὰ ἐντρυφήσῃ στὰ ἱερὰ γράμματα.
Ἀπὸ μικρὸς ἔδειξε ἔφεση στὴν ἀρετή, στὴν πίστη στὸ Θεό, τὴ φρόνηση καὶ τὴν ἐγκράτεια, ὥστε τὸν θαύμαζαν οἱ συντοπῖτες του. Μάλιστα ἀξιώθηκε, παιδὶ ὄν, νὰ κάμῃ, διὰ τῆς θερμῆς προσευχῆς του ἕνα μεγάλο θαῦμα. Νὰ ἀναβλύσῃ ἄφθονο νερὸ στὴν ἄνυδρη πόλη, ποὺ κατοικοῦσε! Στὴν πόλη δὲν ὑπῆρχε πηγὴ καὶ οἱ κάτοικοι ἦταν ἀναγκασμένοι νὰ πηγαίνουν σὲ μακρινὴ ἀπόσταση νὰ προμηθεύονται τὸ ἀπαραίτητο νερό. Ὁ Πολυχρόνιος ἔπεσε στὰ γόνατα καὶ παρακάλεσε μὲ θέρμη καὶ πίστη τὸ Θεὸ νὰ ἀπαλλάξῃ τοὺς συμπατριῶτες του ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόπο. Καὶ ὦ τοῦ θαύματος, ἀνάβλυσε ἀστείρευτη πηγὴ μὲ ἄφθονο δροσερὸ νερὸ δίπλα ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ πατέρα του! Οἱ κάτοικοι δόξασαν τὸ Θεὸ καὶ μακάριζαν τὸν ἅγιο τῆς πόλης τους!
Ὅταν ὁ ἐνάρετος Πολυχρόνιος μεγάλωσε, ἀποφάσισε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὴν πατρίδα του, γιὰ νὰ ἐξοικονομῇ τὰ πρὸς τὸ ζεῖν του. Μαζὶ του ἔφυγαν καὶ μερικοὶ ἄλλοι συμπατριῶτες του, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ οἱ μετέπειτα συναθλητές του: Παρμένιος, Πολυτέλειος, Ἐλυμάς, Μώκιος, Χριστοτελής, Μάξιμος, Λουκᾶς, Ἀβδίας, Σέμνιος καὶ Ὀλυμπιάδης. Μετέβηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη ὅπου ἔπιασαν ἐργασία σὲ μεγάλο ἀμπελῶνα.
Ἐκεῖ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐργατικότητά του, τὴ φιλοπονία του καὶ κυρίως γιὰ τὶς ἀρετές του. Ἦταν ὑπομονετικὸς καὶ γλυκόλογος μὲ ὅλους. Ἡ ἐργασία του ἦταν μιὰ διαρκὴς προσευχή. Ἐργαζόταν καὶ προσεύχονταν νοερά. Ἐπίσης νήστευε σκληρά, ὥστε ἔτρωγε λίγο ψωμὶ κάθε δύο ἢ τρεῖς ἡμέρες!
Τὸ ἀφεντικό του τὸν παρακολουθοῦσε καὶ τὸν θαύμαζε. Ὅμως κάποια στιγμὴ ντράπηκε γιὰ τὸ ὅτι ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο τὸν ὑπέβαλε σὲ κουραστικὴ ἐργασία καὶ τὸν σύγκρινε μὲ τὴ δική του ἁμαρτωλότητα. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ τὸν σταματήσῃ ἀπὸ τὴ δούλεψή του. Τοῦ ἔδωσε ἀρκετὰ χρήματα καὶ τοῦ εἶπε: «ἅγιε ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ πήγαινε στὴν πατρίδα σου καὶ νὰ προσεύχεσαι γιὰ μένα». Ὁ ἅγιος πῆρε τὰ χρήματα καὶ ἔφυγε γιὰ τὴν πατρίδα του, τοῦ ἄφησε ὅμως τὸ δικέλλι του γιὰ ἀνάμνηση, τὸ ὁποῖο ὅμως ἄρχισε νὰ θαυματουργῇ.
Ὁ Πολυχρόνιος ἔφτασε στὴν πόλη του καὶ μὲ τὰ χρήματα ποὺ πῆρε ἀπὸ τὸ πρώην ἀφεντικό του ἀγόρασε χῶρο, στὸν ὁποῖο ἵδρυσε «εὐκτήριο οἶκο», ὅπου ὑπηρετοῦσε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἀρχικὰ ἦταν λαϊκὸς ἱεροκήρυκας, ἀργότερα ἔγινε ἀναγνώστης καὶ στὴ συνέχεια πρεσβύτερος. Πολλοὺς ἀνθρώπους εὐεργέτησε καὶ βοήθησε νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἀληθινὴ πίστη.
Ἀργότερα τὸν βρίσκουμε στὴν Κύπρο, ὅπου ἔγινε Ἐπίσκοπος. Ἡ ἐπισκοπική του διακονία ὑπῆρξε ἰδιαίτερα ἐπωφελὴς γιὰ τὸ κύπριο ποίμνιό του. Ἱερουργοῦσε μὲ κατάνυξη, δίδασκε μὲ θέρμη καὶ ἀσκοῦσε τὴν ἐλεημοσύνη. Ὑπῆρξε ἄοκνος προστάτης τῶν ἀδυνάτων, τῶν χηρῶν, τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν κατατρεγμένων.
Σκορποῦσε ἀγάπη πρὸς ὅλους, ὥστε δι’ αὐτοῦ δοξάζονταν ὁ Θεός. Παράλληλα ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἰδιαιτέρως ἔδειξε μεγάλη ἐπιμέλεια πρὸς τοὺς πλανεμένους στὶς πάμπολλες αἱρέσεις, ποὺ ἅρπαζαν οἱ αἱρετικοὶ ἀπὸ τοὺς σωστικοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, καὶ ἐνῷ σταμάτησαν οἱ διωγμοὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἡ Ἐκκλησία δοκιμάστηκε σκληρὰ ἀπὸ τὴ φοβερὴ αἵρεση τοῦ Ἀρείου, τὸν ἀρειανισμό, ὁ ὁποῖος ξεθεμελίωνε κυριολεκτικὰ τὸ χριστιανικὸ οἰκοδόμημα. Δίδασκε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μόνο ὁ Πατέρας, ἐνῷ ὁ Υἱὸς εἶναι κτίσμα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπρόσωπη δύναμη. Μὲ τὴ συνεργεῖα τοῦ διαβόλου καὶ τὶς ἱκανότητες τοῦ αἰρεσιάρχη Ἀρείου ἡ αἵρεση διαδίδονταν μὲ ἰλιγγιώδεις ρυθμούς. Χιλιάδες Χριστιανοί, κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, ἀσπάζονταν τὶς φρικτές του πλάνες. Τότε ὁ εὐσεβὴς αὐτοκράτορας Κωνσταντῖνος, συγκάλεσε τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, τὸ 325. γιὰ νὰ ἐξετάσῃ τὸ πρόβλημα καὶ νὰ ὁρίσει τὸ τριαδικὸ δόγμα. 318 Ἐπίσκοποι ἢ ἀντιπρόσωποί τους πῆραν μέρος στὴ Σύνοδο. Ἀνάμεσά τους καὶ ὁ Πολυχρόνιος, ὁ ὁποῖος ὑποστήριξε σθεναρὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ στηλίτευσε τὴν αἵρεση, ὡς δαιμονικὴ κατάσταση, ἡ ὁποία στόχο ἔχει νὰ ἀπομακρύνῃ τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ τοὺς στερήσῃ τὴ σωτηρία.
Ὅμως δὲν ἔμελλε νὰ ἠρεμήσῃ ἡ Ἐκκλησία καὶ μετὰ τὴν πανηγυρικὴ καταδίκη τοῦ αἰρεσιάρχη Ἀρείου. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Κωνσταντίνου (337), ὁ ἀσεβὴς διάδοχός του γιός του Κωνστάντιος (337-361) ἀσπάσθηκε τὴν ἀρειανικὴ αἵρεση καὶ καταδίωξε τοὺς ὀρθοδόξους. Οἱ ἀρειανοί, ἔχοντας τὴ στήριξη τοῦ αὐτοκράτορα ἐπιτίθονταν μὲ μανία κατὰ τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν καὶ ἰδίως κατὰ τῶν ὀρθοδόξων κληρικῶν. Οἱ ἀρειανοὶ στὴν Κύπρο, βλέποντας τὸν ἅγιο Πολυχρόνιο νὰ ὑπερασπίζῃ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ νὰ ἐφαρμόζῃ τὶς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὸν μισοῦσαν θανάσιμα καὶ προσπαθοῦσαν νὰ βροῦν τρόπο νὰ τὸν θανατώσουν. Ὅταν βρῆκαν τὴν εὐκαιρία τὸν συνέλαβαν, τὸν βασάνισαν καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν. Σύμφωνα μὲ ἄλλη παράδοση, εἰσέβαλαν στὴν Κύπρο Ἄραβες πειρατές, οἱ ὁποῖοι λεηλάτησαν τὸ νησί. Πέρασαν καὶ ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ ἦταν Ἐπίσκοπος ὁ Πολυχρόνιος. Τὸν βρῆκαν τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσε, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν κομμάτιασαν ἐπὶ τόπου μὲ τὰ ξίφη τους. Ὁ ἀοίδιμος ἀξιώθηκε νὰ ἀνακατέψῃ τὸ τίμιο αἷμα του μὲ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου! Εἶναι ἴσως πιθανὸν νὰ ἐπιτέθηκαν οἱ αἱμοβόροι πειρατές, καθ’ ὑπόδειξη τῶν ἀρειανῶν, ὁπότε ἡ μία διήγηση συμπληρώνει τὴν ἄλλη.
Τὸ ἁγιασμένο σῶμα του τὸ πῆραν οἱ πιστοὶ καὶ τὸ ἔθαψαν μὲ τιμές. Ὁ τάφος του ἔγινε πηγὴ ἁγιασμοῦ καὶ ἐπιτέλεσης θαυμάτων. Ἀργότερα τὰ τίμια λείψανά του μεταφέρθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 7 Ὀκτωβρίου.
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου