Ἐξῆλθεν ἀρθείς, Ἰούδας ἐπὶ βρόχου,
Εἰσῆλθεν ἀρθείς, Ματθίας ἐπὶ ξύλου.
Ἤρθη ἀμφ' ἐνάτῃ ξύλῳ ἠύθεος Ματθίας.
Μετὰ τὴν προδοσία καὶ τὸν ἀπαγχονισμὸ τοῦ Ἰούδα καὶ μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, οἱ ἕντεκα μαθητὲς μὲ τὴν Παναγία βρίσκονταν στὸ ὑπερῷον. Τότε ὁ Πέτρος πρότεινε νὰ ἐκλεγεῖ ἄλλος ἀντὶ τοῦ Ἰούδα, ἀπὸ τοὺς ἄνδρες ποὺ ἀκολουθοῦσαν ὑπηρετῶντας τὸν Χριστό. Ἡ πρόταση ἔγινε δεκτὴ καὶ τέθηκαν δύο ὑποψήφιοι: ὁ Ἰωσὴφ ὁ καλούμενος Βαρσαββᾶς καὶ ὁ Ματθίας. Τότε ἔβαλαν κλῆρο, καὶ δίνοντας σὲ ὅλους ἐμᾶς παράδειγμα ἐναπόθεσης κάθε ἐκλογῆς μας στὸ Θεό, προσευχήθηκαν ὅλοι μαζὶ ὡς ἑξῆς: