Δὲν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι στὴν πανανθρώπινη ἱστορία, τὴν προχριστιανικὴ καὶ τὴν μεταχριστιανική, σὲ ὅλες τὶς μορφὲς κοινωνικῆς συμβίωσης, σὲ ὅλους τοὺς τόπους καὶ σὲ ὅλους τοὺς λαούς, ὁ γάμος ἐννοεῖται καὶ ὁρίζεται ὡς σαρκικὴ ἕνωση ἀνδρὸς καὶ γυναικός, ἀπὸ τὴν ὁποία μὲ τὴν γέννηση τέκνων ἐξασφαλίζεται ἡ διαιώνιση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἡ συνέχιση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, τὸ εἶναι τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ εἶναι τόσο αὐτονόητο καὶ ἀναμφίβολο, ὥστε περιττεύει ἡ παράθεση μαρτυριῶν, ὅπως θὰ ἐπερίττευε καὶ ἡ συζήτηση γιὰ τὸ ἂν οἱ ρίζες τῶν δένδρων καὶ τῶν φυτῶν βυθίζονται στὴν γῆ ἤ αἰωροῦνται στὸν ἀέρα καὶ γιὰ τὸ ἂν ἡ φωτιὰ ἔχει καυστικὲς καταστρεπτικὲς συνέπειες. Ὅποιος ἀγνοήσει τὴν φυσικὴ τάξη, τοὺς φυσικοὺς νόμους, τὴν φυσικὴ χρήση, καὶ ἐπιχειρήσει τὰ ἀντίθετα, τὰ παρὰ φύσιν, ὡς πρὸς τὰ δύο παραδείγματα ποὺ μνημονεύσαμε θὰ συμβεῖ ὥστε τὰ δένδρα καὶ τὰ φυτὰ μὲ τὶς ρίζες στὸν ἀέρα νὰ ξεραθοῦν, καὶ ἡ φωτιὰ νὰ κάψει καὶ νὰ καταστρέψει ὅποιον ἀγνοήσει τὴν φυσικὴ καυστική της δύναμη. Ὡς πρὸς τὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ ἀλλάξει τὴν φυσικὴ τάξη καὶ τὴν δύναμη τοῦ γάμου, ἀπὸ τὸ κατὰ φύσιν στὸ παρὰ φύσιν, θὰ ὑπάρξουν καταστροφικὲς συνέπειες στὴν κοινωνικὴ ζωή, στὶς οἰκογένειες, στὴν συνέχεια τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, στὴν ὕπαρξη ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς, θὰ κυριαρχήσει ὄχι ἡ ζωὴ ἀλλὰ ὁ θάνατος.
Ἐπειδὴ ὅμως τὰ αὐτονόητα δὲν εἶναι αὐτονόητα στὸν ἀνάποδο κόσμο ποὺ ζοῦμε, ὅπου ὅλα ἔγιναν ἄνω κάτω, τὸ ἄσπρο μαῦρο καὶ τὸ φῶς σκοτάδι, θὰ μνημονεύσω μόνον δύο μαρτυρίες, γενικὰ παραδεκτὲς μέχρι τώρα, γιὰ τὸ ὅτι ὁ γάμος ὁ κατὰ φύσιν εἶναι ἕνωση ἀνδρὸς καὶ γυναικός, δύο προσώπων διαφορετικοῦ φύλου καὶ ὄχι τοῦ ἰδίου φύλου. Ὁ Θεάνθρωπος ἐν πρώτοις Χριστὸς ὑπενθυμίζοντας στοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους ὅλων τῶν ἐποχῶν τὴν φυσικὴ τάξη ποὺ ἔθεσε ὁ Θεὸς τοὺς εἶπε τὰ ἑξῆς σὲ μετάφραση, μὲ τὸ κείμενο στὴν ὑποσημείωση: «Δὲν διαβάσατε ὅτι ὁ Δημιουργὸς τοὺς ἔκανε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἄνδρα καὶ γυναίκα καὶ τοὺς εἶπε: “Γι᾽ αὐτὸ θὰ ἐγκαταλείψει ὁ ἄνδρας τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα του καὶ θὰ προσκολληθεῖ στὴ γυναίκα του καὶ θὰ γίνουν οἱ δύο μία σάρκα”; Ὥστε δὲν εἶναι πλέον δύο, ἀλλὰ ἕνας ἄνθρωπος. Ὅ,τι λοιπὸν συνένωσε ὁ Θεός, δὲν πρέπει νὰ τὸ χωρίζει ὁ ἄνθρωπος»[1]. Ἡ δεύτερη μαρτυρία εἶναι ὁ ὁρισμὸς τοῦ γάμου, ὅπως τὸν διατύπωσε ὁ Ρωμαῖος Νομοδιδάσκαλος Μοδεστῖνος (3ος αἰ. μ.Χ.), ὁ ὁποῖος συνοψίζει ὅσα ἐπὶ χιλιετίες μέχρι σήμερα δέχεται ἡ Ἐπιστήμη καὶ ἡ Νομολογία. Κατὰ τὸν καθηγητὴ Τηλέμαχο Φιλιππίδη ὁ ὁρισμὸς αὐτὸς παραμένει ἀναλλοίωτος[2]. Τὸ κατ᾽ ἐξοχὴν βασικὸ στοιχεῖο τοῦ γάμου καὶ τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ Μοδεστίνου εἶναι ἡ ἕνωση ἀνδρὸς καὶ γυναικός: «Γάμος ἐστὶν ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς συνάφεια καὶ συγκλήρωσις τοῦ βίου παντός, θείου τε καὶ ἀνθρωπίνου δικαίου κοινωνία». Ὁ ὁρισμὸς συμβαδίζει μὲ τὴν περὶ γάμου Χριστιανικὴ διδασκαλία, ἡ ὁποία ἀνύψωσε τὸν γάμο σὲ μυστήριο θείας ἀρχῆς, τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται στὸν δεσμὸ Χριστοῦ καὶ Ἐκκλησίας[3]. Κατὰ τὸν συντάκτη τοῦ σχετικοῦ λήμματος στὸ «Νεώτερο Ἐγκυκλοπαιδικὸ Λεξικό» τοῦ «Ἡλίου» τὸν ὁρισμὸ τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Ρωμαίου Νομοδιδασκάλου «ἀπεδέχθη καὶ ἐπεκύρωσεν ὁ Χριστιανισμὸς καὶ ἐν συνεχείᾳ αἱ ἠθικαὶ ἀντιλήψεις τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ καὶ τοῦ νεωτέρου κόσμου»[4].
Δὲν ἀποκλείεται ὁ ἑλληνομαθὴς Μοδεστῖνος νὰ ἐγνώριζε ὅσα παρεμφερῆ ἔγραψε πρὶν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες ὁ Σταγειρίτης Ἀριστοτέλης, (4ος π.Χ. αἰώνας) διδάσκαλος τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου: «Οὕτω προῳκονόμηται ὑπὸ τοῦ θείου ἑκατέρου ἡ φύσις, τοῦ τε ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικός, πρὸς τὴν κοινωνίαν»[5]. Δηλαδὴ ἔτσι τὰ οἰκονόμησε ὁ Θεός, νὰ ὑπάρχουν δύο φύλα, τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικός, γιὰ νὰ εἶναι δυνατὴ ἡ μεταξύ τους κοινωνία. Ποιοί ἆραγε εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἐπιδιώκουν νὰ καταστρέψουν, νὰ ἀναποδογυρίσουν, τὸν ὑγιῆ Εὐρωπαϊκὸ πολιτισμὸ ποὺ κατὰ γενικὴ ἐκτίμηση τῶν εἰδικῶν στηρίζεται σὲ τρεῖς βασικοὺς πυλῶνες, στὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ Φιλοσοφία, στὸ Ρωμαϊκὸ Δίκαιο καὶ στὸν Χριστιανισμό; Καὶ πῶς ἐπιτρέψαμε οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες σὲ ξενοκίνητους κυβερνῆτες νὰ καταντήσουν καὶ τὴν Ἑλλάδα μέρος τῆς ἀποχριστιανισμένης Εὐρώπης, ποὺ διασώζει ἐλάχιστα μόνον στοιχεῖα ἀπὸ τὸ χριστιανικό της παρελθόν;
2. Ξενοκίνητα σατανικὰ σχέδια τῆς «Νέας Τάξης» καὶ τῆς «Νέας Ἐποχῆς»
Θὰ ἀφήσουμε νὰ δώσει τὴν ἀπάντηση ἕνας ἀπὸ τοὺς μέγιστους Πατέρες καὶ Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, παρουσιάζοντας τὴν σχετικὴ διδασκαλία του. Ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλειώδη γνωρίσματα τῆς μοναδικῆς προσφορᾶς του[6] εἶναι ὅτι κατόρθωσε δρώντας μέσα σὲ δύο μεγαλουπόλεις τῆς ἐποχῆς του, στὴν Ἀντιόχεια ὡς πρεσβύτερος (386-397) καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ὡς ἀρχιεπίσκοπος (398-404), παρὰ τοὺς διωγμοὺς καὶ τὶς δυσκολίες, νὰ ἀλλάξει τὴν πνευματικὴ τους φυσιογνωμία, μὲ εὐνοϊκὲς ἐπιδράσεις ἐπὶ ὅλης τῆς αὐτοκρατορίας, καὶ νὰ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ καὶ θεολογικὴ ἔρευνα ὡς ἀναμορφωτὴς τῶν ἠθῶν τῆς ἐποχῆς του. Σήμερα οἱ ἰσχυροὶ διάδοχοί του στοὺς ἐπισκοπικοὺς θρόνους συμπορεύονται μὲ τοὺς παραμορφωτὲς τῶν ἠθῶν καὶ τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀναφερθήκαμε καὶ ἄλλες φορὲς στὴν σχετικὴ διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Πατρός[7], τώρα ὅμως θὰ ἐπικεντρωθοῦμε σὲ ὅσα λέγει σχετικὰ μὲ τὴν ἀνατροπὴ τῶν νόμων τῆς φύσεως, τὸ κατὰ φύσιν καὶ τὸ παρὰ φύσιν, τὶς συνέπειες αὐτῆς τῆς ἐκτροπῆς, τὴν στάση τῶν ἀρχόντων, ἐκκλησιαστικῶν καὶ πολιτικῶν, τὸ ἀναποδογύρισμα τῶν ἀξιῶν καὶ τὶς πνευματικὲς δυνάμεις ποὺ προκαλοῦν ἤ ἀνέχονται αὐτὴν τὴν διαστροφή. Ἐκτιμᾶ ὅτι ἡ Ὁμοφυλοφιλία εἶναι ἕνας καινούργιος καὶ παράνομος ἔρωτας ποὺ εἰσῆλθε ξαφνικὰ καὶ μὲ θόρυβο στὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, μιὰ φοβερὴ καὶ ἀνίατη ἀσθένεια, μολυσματικὸ νόσημα χειρότερο ἀπὸ ὅλες τὶς λοιμώξεις. Μὲ αὐτὴν ἀνατρέπονται ὄχι μόνον οἱ νόμοι ποὺ θέτουν οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ οἱ φυσικοὶ νόμοι. Ἡ πορνεία ὡς ἀσέλγεια στὴν συνεύρεση ἄνδρα καὶ γυναίκας εἶναι βέβαια ἀφόρητο ἁμάρτημα, ἀλλὰ ἡ ὑπερβολὴ τοῦ ἁμαρτήματος τῆς Ὁμοφυλοφιλίας, αὐτὴ ἡ ὕβρη τῆς φύσεως, συντελεῖ στὸ νὰ φαίνεται ὑποφερτὴ ἡ πορνικὴ συνεύρεση μὲ γυναῖκες: «Ἡ τῆς ὕβρεως ταύτης ὑπερβολὴ οὐκέτι ἀφόρητον ποιεῖ φαίνεσθαι τὸ ἀφόρητον, τὴν περὶ τὰς γυναῖκας ἀσέλγειαν». Καθιστᾶ ἀκόμη περιττὴ τὴν ὕπαρξη τῶν γυναικῶν, προσβάλλει δηλαδὴ τὸ ἔργο τοῦ Δημιουργοῦ, ἀφοῦ οἱ ὁμοφυλόφιλοι νέοι χρησιμοποιοῦνται ὡς γυναῖκες. Καὶ τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι αὐτὴ ἡ μεγάλη βρωμιά, αὐτὸ τὸ βδέλυγμα τολμᾶται ἐλεύθερα, καὶ ἡ παρανομία ἔγινε νόμος: «Μετὰ πολλῆς τολμᾶται τῆς ἀδείας μύσος τοσοῦτον, καὶ νόμος γέγονεν ἡ παρανομία». Κανένας δὲν φοβᾶται, κανένας δὲν ντρέπεται, οὔτε κοκκινίζει, ἀλλὰ καυχῶνται γι᾽ αὐτὴν τὴν γελοιότητα (Gay Pride). Οἱ σώφρονες καὶ ἐγκρατεῖς θεωροῦνται φανατικοί, καὶ ὅσοι νουθετοῦν τὰ ἀντίθετα εἶναι παράλογοι καὶ τρελλοί. Καὶ ἂν εἶναι ἀδύναμοι, γρονθοκοποῦνται καὶ τραυματίζονται· ἂν εἶναι δυνατοί, χλευάζονται, λοιδοροῦνται, τοὺς πλύνουν μὲ ἀμέτρητες εἰρωνεῖες. Δὲν ὠφελοῦν οὔτε τὰ δικαστήρια, οὔτε οἱ νόμοι, οὔτε οἱ παιδαγωγοί, οὔτε οἱ πατέρες, οὔτε οἱ συνοδοί, οὔτε οἱ διδάσκαλοι, γιατὶ ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς διαφθείρονται μὲ χρήματα καὶ ἄλλοι φροντίζουν μόνο νὰ μὴ χάσουν τὸ μισθό τους. Καὶ ὅσοι καλοὶ κληρικοὶ φροντίζουν γιὰ τὴν σωτηρία αὐτῶν ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός, μερικοὶ ἐξαπατῶνται εὔκολα καὶ παρασύρονται, ἐνῶ ἄλλοι φοβοῦνται τὴν δύναμη τῶν ἀκολάστων. Ἀπαντᾶ στὴ συνάφεια αὐτὴ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος σὲ ὅσους ἀποροῦν καὶ θαυμάζουν πῶς ὁ Θεὸς μᾶς ἀνέχεται καὶ δὲν μᾶς τιμωρεῖ, ὅπως τὰ Σόδομα, πολὺ περισσότερο μάλιστα ποὺ δὲν σωφρονιζόμαστε μὲ ὅσα οἱ κάτοικοι τῶν Σοδόμων ἔπαθαν: «Πῶς οὖν οὐδὲν γέγονε τοιοῦτον, ἀλλὰ τὰ μὲν Σοδόμων ἁμαρτήματα τολμᾶται, τὰ δὲ Σοδόμων οὐ γίνεται πάθη;». Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι τώρα ἡ τιμωρία θὰ εἶναι χειρότερη, διότι τότε οὔτε εἶχε προηγηθῆ παρόμοια τιμωρία γιὰ νὰ τοὺς συνετίσει, οὔτε ὑπῆρχαν δικαστήρια, οὔτε νόμοι, οὔτε προφῆτες, οὔτε ἡ ἐλπίδα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, οὔτε τόσα θαύματα, οὔτε τὰ παραδείγματα τῆς ἐνάρετης καὶ φιλοσοφημένης ζωῆς τῶν Ἁγίων. Ἀκόμη καὶ σὲ ἕνα παιδὶ εἶναι φανερὸ ὅτι τοὺς περιμένει σφοδρότερη τιμωρία: «Ἆρ᾽ οὐχὶ καὶ παιδὶ δῆλόν ἐστιν, ὅτι σφοδροτέρᾳ τηροῦνται δίκῃ;»[8].
Καὶ αὐτὸ θὰ συμβεῖ, διότι μὲ τὴν ἀναίσχυντη μίξη τῆς Ὁμοφυλοφιλίας ξεπέρασαν ὅλους τοὺς ἀπολίτιστους καὶ βαρβάρους, ἀλλὰ καὶ ὅλα τὰ εἴδη τῶν θηρίων. Ὑπάρχει καὶ σὲ κάποια ἄλογα ζῶα πολλὴ μανία καὶ ἀφόρητη ἐπιθυμία γιὰ σαρκικὴ μίξη, δὲν εἶναι ὅμως σ᾽ αὐτὰ γνωστὸς αὐτὸς ὁ ἔρωτας· κινοῦνται μέσα στὰ φυσικὰ ὅρια, καὶ ὅταν ἀκόμη κοχλάζει αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία δὲν ἀνατρέπουν τοὺς νόμους τῆς φύσεως[9].
Δὲν εἶναι ἄξιοι συγνώμης οἱ Ὁμοφυλόφιλοι, διότι δὲν τοὺς ἐμπόδισε κανεὶς νὰ χρησιμοποιήσουν τὴν νόμιμη καὶ κατὰ φύσιν μίξη. Εἶναι ἀδικαιολόγητοι, διότι ἄφησαν τὴν νόμιμη καὶ ἐπιτρεπόμενη μίξη καὶ στράφηκαν στὴν παρὰ φύσιν, σ᾽ αὐτὴν τὴν ἀλλόκοτη λύσσα: «Οὐ γὰρ ἔχει τις εἰπεῖν ὅτι κωλυθεῖσαι (οἱ λεσβίες) τῆς κατὰ νόμον μίξεως ἐπὶ τοῦτο ἦλθον, οὐδ᾽ ὅτι οὐκ ἔχουσαι τὴν ἐπιθυμίαν πληρῶσαι, πρὸς τὴν ἀλλόκοτον ταύτην λύσσαν ἐξώκειλαν... ἀλλ᾽ ὅτι τὴν κατὰ φύσιν ἀτιμάσαντες, ἐπὶ τὴν παρὰ φύσιν ἔδραμον». Διαπιστώνει ὁ Χρυσόστομος ὅτι στὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο, στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολῆς τοὺς ἐγκατέλειψε ὁ Θεὸς καὶ ἔγιναν ὅλα ἄνω κάτω, διότι ὄχι μόνο ἡ πίστη τους, ἡ εἰδωλολατρεία, ἦταν σατανική, ἀλλὰ καὶ ὁ βίος τους διαβολικός: «Ὅταν ὁ Θεὸς ἐγκαταλίπη, πάντα ἄνω καὶ κάτω γίνεται. Διὰ τοῦτο οὐ τὸ δόγμα αὐτοῖς σατανικὸν μόνον ἦν, ἀλλὰ καὶ ὁ βίος διαβολικός». Ἡ ἐπιδίωξη μεγαλύτερης ἡδονῆς εἶναι τὸ κίνητρο τῆς ὁμοφυλοφιλικῆς πράξης, ἡ πλεονεξία τῆς ἡδονῆς, τὸ ξεπέρασμα τῶν φυσικῶν ὁρίων. Δὲν γνωρίζουν ὅμως ὅσοι τὴν διαπράττουν, ὅτι τὰ παρὰ φύσιν πραττόμενα εἶναι δυσκολότερα καὶ ἀηδέστερα, ὥστε μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς ὅτι δὲν ἔχουν κἂν ἡδονή, διότι ἡ γνήσια ἡδονὴ εἶναι ἡ κατὰ φύσιν. Ὅ,τι ὑπερβαίνει τοὺς νόμους ποὺ ἔθεσε ὁ Θεός, εἶναι ἀλλόκοτη ἐπιθυμία, καὶ ὀφείλεται στὴν ἐγκατάλειψη ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τὴν αἰτία της στὴν ἀνομία αὐτῶν ποὺ ἐγκατέλειψαν τὸν Θεό: «Εἰ δὲ λέγεις, Καὶ πόθεν ἡ ἐπίτασις τῆς ἐπιθυμίας αὕτη; Ἀπὸ τῆς τοῦ Θεοῦ ἐγκαταλείψεως. Ἡ δὲ ἐγκατάλειψις τοῦ Θεοῦ πόθεν; Ἀπὸ τῆς τῶν ἀφέντων αὐτὸν ἀνομίας». Ἐπιβεβαιώνει ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν φρικτὴ αὐτὴ ἁμαρτία βρίσκεται ὁ Διάβολος, ὁ ὁποῖος ἐπιδιώκει καὶ ἐπιτυγχάνει δύο στόχους· νὰ διαλύσει τὸ ἀνθρώπινο γένος μὲ τὸ νὰ μὴ γεννιοῦνται νέοι ἄνθρωποι, ἀφοῦ εἶναι ἄκαρπη ἡ Ὁμοφυλοφιλία, ἀλλὰ καὶ νὰ προκαλέσει πόλεμο μεταξὺ ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν μὲ τὸ νὰ μεταλλάξει τὴν φυσικὴ ἕλξη ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὰ δύο φύλα, ἡ ὁποία προξενεῖ εἰρήνη καὶ ἑνότητα στὴν οἰκογένεια, στὴν κοινωνία, στὸν κόσμο: «Ἐπειδὴ γὰρ εἶδεν ὁ διάβολος, ὅτι αὕτη μάλιστα συνάγει τὰ γένη ἡ ἐπιθυμία, τὸν δεσμὸν ἐσπούδασε διακόψαι, ὥστε οὐ τῷ μὴ σπείρεσθαι μόνον κατὰ νόμον τὸ γένος διαλῦσαι, ἀλλὰ καὶ τῷ πρὸς ἀλλήλους ἐκπεπολεμῆσθαι τὸ γένος καὶ στασιάζειν»[10].
Ἐπίλογος
Ἐπανήλθαμε δυστυχῶς στὰ ἴδια, στὰ παλιὰ καὶ σκοτεινὰ τῆς πρὸ Χριστοῦ ἀνθρωπότητος καὶ τῆς μετὰ Χριστὸν ἄθεης καὶ ἀντίχριστης. Καλοκάθεται ὁ δυτικὸς κόσμος, Ἀμερικὴ καὶ Εὐρώπη, τώρα καὶ ἡ Ἑλλάδα, μέσα στὸ σκοτάδι τῆς ἀθεΐας καὶ τῆς ἀνηθικότητας, ὅπως καλοκαθόταν καὶ ἡ συγκρητιστική «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν», ὅταν ἄρχισε ὁ Χριστὸς τὸ κήρυγμά Του ἀμέσως μετὰ τὴν Βάπτισή Του. Τότε ὅμως καὶ ἐπὶ δύο χιλιάδες χρόνια «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς»[11]. Τώρα καὶ πάλι ὁ Διάβολος ποὺ ἀπέτυχε νὰ νικήσει τὸ ἀειλαμπὲς Φῶς τοῦ Χριστοῦ, προσπαθεῖ νὰ πάρει τὴν ρεβάνς μὲ τοὺς παγκόσμιους ὀργανισμούς, ἀκόμη καὶ μὲ τὶς ἀνὰ τὸν κόσμο πρεσβεῖες τῶν Η.Π.Α. ποὺ προωθοῦν ξεδιάντροπα τὴν Ὁμοφυλοφιλία, ὅπως προκύπτει ἀπὸ πάμπολλες μαρτυρίες καὶ γεγονότα[12]. Ἂς παύσουν τουλάχιστον νὰ ἐμφανίζονται, ὅσοι προωθοῦν τὴν ἀτζέντα τῶν ΛΟΑΤΚΙ, ὡς προοδευτικοὶ καὶ ἐκσυγχρονιστές. Εἶναι ὀπισθοδρομικοί, ὑποστηρικτὲς βλάσφημων καὶ ἐκθεμελιωτικῶν τῆς οἰκογένειας καὶ τῆς ἀνθρωπότητος μέτρων, ὑπέρμαχοι ὄχι τῆς ζωῆς, ποὺ ἐξασφαλίζεται μὲ τὴν κατὰ φύσιν ἕνωση ἄνδρα καὶ γυναίκας, ἀλλὰ τοῦ θανάτου, γιὰ τὸν ὁποῖο μόνο ὁ Διάβολος ἠμπορεῖ νὰ καυχᾶται, ὡς ἀνθρωποκτόνος[13]. Ἀκολουθοῦν ὄχι τὰ πάμφωτα πρότυπα τῆς ἱστορίας, τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Ἁγίους, τοὺς πατέρες καὶ μητέρες ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν δικῶν τους γονέων, ἀλλὰ τὸν παράφρονα αὐτοκράτορα τῆς Ρώμης Νέρωνα, τὸν διώκτη τῶν Χριστιανῶν καὶ σφαγέα τῶν Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος πρῶτος ἐνομοθέτησε τὸν γάμο τῶν Ὁμοφυλοφίλων καὶ τὸν ἐφήρμοσε δύο φορὲς στὸν ἄθλιο ἑαυτό του, τὴν μία ὡς νυμφίος καὶ τὴν ἄλλη ὡς νύμφη[14]. Στὴν σωστὴ πλευρὰ τῆς ἱστορίας βρίσκονται ὅσοι ἀκολουθοῦν τὸν Θεάνθρωπο Χριστό, καὶ ὄχι ὅσοι καταργοῦν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ συντάσσονται μὲ σατανικὲς ξενοκίνητες δυνάμεις, ἀρνούμενοι ἔτσι καὶ τὸ Βάπτισμά τους, κατὰ τὸ ὁποῖο ὑποσχέθηκαν νὰ συνταχθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀποκηρύξουν τὸν Σατανᾶ[15].
[1]. Ματθ. 19, 4-6: «Οὐκ ἀνέγνωτε, ὅτι ὁ ποιήσας ἀπ᾽ ἀρχῆς ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς καὶ εἶπεν, ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ κολληθήσεται τῇ γυναικὶ αὐτοῦ καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν; Ὥστε οὐκέτι εἰσὶ δύο, ἀλλὰ σὰρξ μία. Ὃ οὖν ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω».
[2]. Τηλεμαχοσ Φιλιππιδησ (Ὁμότιμος Καθηγητὴς Νομικῆς Σχολῆς ΑΠΘ), «Περὶ τοῦ γάμου τῶν ὁμοφυλοφίλων. Πρῶτος διδάξας ὁ Νέρων», εἰς Θεοδρομία 9 (2007) 555-556. Τὸ ἴδιο καὶ στὸ πρόσφατο βιβλίο: Ὁμοφυλοφιλία. Προβλήματα καὶ Ἀντιδράσεις, ἐκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ, Θεσσαλονίκη 2023, σελ. 23-24.
[3]. Ἐφ. 5, 32: «Τὸ μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν».
[4]. Πετροσ Καλοναροσ, «Μοδεστῖνος Ἑρέννιος», Νεώτερον Ἐγκυκλοπαιδικὸν Λεξικόν, Ἀθῆναι, τόμ. 13, σελ. 702-703.
[5]. Αριστοτελουσ, Περὶ οἰκονομίας, βιβλ. Α´, κεφ. γ´.
[6]. Βλ. γενικώτερα περὶ αὐτῶν εἰς Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Χρυσοστομικά. Μελέτες καὶ ἄρθρα, τὸ κεφ. Δ´ «Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος. Τὸ μεγαλεῖο καὶ ἡ προσφορά του», Θεσσαλονίκη 2021, Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον», σελ. 63-81.
[7]. Πρωτοπρεσβύτερος Θεοδωροσ Ζησησ, «Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀντίδραση κατὰ τῆς Ὁμοφυλοφιλίας. Ἀνύπαρκτη στὴν Ἀθήνα, ὑποτονικὴ στὴν Θεσσαλονίκη» καὶ Του Ιδιου, «Ὑβριστικὸ καὶ βλάσφημο τὸ Ἑλληνικὸ Κοινοβούλιο. Συνένοχη ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία». Ἀμφότερα στὸ πρόσφατο βιβλίο: Ὁμοφυλοφιλία. Προβλήματα καὶ Ἀντιδράσεις, ἔνθ᾽ ἀνωτ., τὸ πρῶτο στὶς σελ. 113-123, τὸ δεύτερο στὶς σελ. 270-304.
[8]. Πρὸς τοὺς πολεμοῦντας 3, 8, PG 47, 360-362.
[9]. Αὐτόθι.
[10]. Εἰς τὴν Πρὸς Ρωμαίους Ὁμ. 4, 1-2, PG 60, 417-418.
[11]. Ματθ. 4, 12-16.
[12]. Βλ. ἐνδεικτικὰ εἰς Μοναχοῦ Αρσενιου Βλιαγκοφτη, «Ὁμοφυλοφιλία καὶ Νέα Τάξη Πραγμάτων» καὶ Γιωργου Παπαθανασοπουλου, (Δημοσιογράφου-Συγγραφέως), «Τὸ Παγκόσμιο Οἰκονομικὸ Φόρουμ προωθεῖ τὴν Ὁμοφυλοφιλία». Ἀμφότερα στὸ νέο βιβλίο: Ὁμοφυλοφιλία. Προβλήματα καὶ ἀντιδράσεις, ἔνθ᾽ ἀνωτ., τὸ πρῶτο στὶς σελ. 146-173, τὸ δεύτερο στὶς σελίδες 186-188.
[13]. Ἰω. 8, 44: «Ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ Διαβόλου ἐστέ, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατρὸς ὑμῶν θέλετε ποιεῖν. Ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἦν ἀπ᾽ ἀρχῆς καὶ ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἕστηκεν».
[14]. Βλ. περισσότερα εἰς Τηλεμαχου Φιλιππιδη, «Περὶ τοῦ γάμου τῶν Ὁμοφυλοφίλων. Πρῶτος διδάξας ὁ Νέρων». Αὐτόθι.
[15]. Ἀκολουθία Βαπτίσματος: Ἀποτάσσῃ τῷ Σατανᾷ; Ἀποτάσσομαι. Ἀπετάξω τῷ Σατανᾷ; Ἀπεταξάμην. Συντάσσῃ τῷ Χριστῷ; Συντάσσομαι. Συνετάξω τῷ Χριστῷ; Συνεταξάμην.
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου