Πέμπτη 13 Ιουνίου 2024

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΠΕΜΠΤΗ 13 ΙΟΥΝΙΟΥ 2024 (Εὐαγγέλιο, Ἀπόστολος, Περί τῆς Ἀναλήψεως Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ)

Της Αναλήψεως
 

Ἐκ δεξιᾶς κάθισας πατρικῆς Λόγε,
Μύσταις παρασχὼν πίστιν ἀσφαλεστέραν.

«Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῶ κόσμω, οἱ οὐρανοὶ ἡτοίμασαν τὸν θρόνον αὐτοῦ, νεφέλαι τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, Ἄγγελοι θαυμάζουσιν, ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν, ὁ Πατὴρ ἐκδέχεται, ὃν ἐν κόλποις ἔχει συναϊδιον, Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον κελεύει πᾶσι τοὶς Ἀγγέλοις αὐτοῦ, Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χείρας, ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἣν τὸ πρότερον».



Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μετά την λαμπροφόρο Ανάστασή Του από τους νεκρούς, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, αλλά συνέχισε για σαράντα ημέρες να εμφανίζεται στους μαθητές Του (Πράξ.1,3). Αυτές οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις Του προς αυτούς είχαν πολύ μεγάλη σημασία. Έπρεπε οι πρώην δύσπιστοι και φοβισμένοι μαθητές να βιώσουν το γεγονός της Αναστάσεως του Διδασκάλου τους και να αποβάλλουν κάθε δισταγμό και ψήγμα απιστίας για Εκείνον.

Την τεσσαρακοστή λοιπόν ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους μαθητές του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Έλαιών όπου συνήθως προσηύχετο. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε» (Λουκά 24,50) και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ' αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό» μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό, υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.

Ο ευαγγελιστής Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό και συνάμα συγκινητικό γεγονός, αναφέρει πως μετά από την ρητή αποστολή των μαθητών σε ολόκληρο τον κόσμο κηρύττοντας και βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού. Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).

Αυτή η ευλογία είναι πια η αρχή της Πεντηκοστής. Ο Κύριος ανέρχεται για να μας στείλει το παράκλητο Πνεύμα, όπως λέγει το τροπάριο της εορτής: «Ανυψώθηκες στη δόξα, Χριστέ Θεέ μας, αφού χαροποίησες τους μαθητές σου με την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος και βεβαιώθηκαν από την ευλογία σου».

Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα το θριαμβευτικό πέρας της επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ανελήφθη εν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του. Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για το ανθρώπινο γένος.

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς, αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος, για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Μπορεί να κάθισε στα δεξιά του Θεού στους ένδοξους ουρανούς, όμως η παρουσία Του εκτείνεται ως τη γη και ως τα έσχατα της δημιουργίας. Άφησε στη γη την Εκκλησία Του, η οποία είναι το ίδιο το αναστημένο, αφθαρτοποιημένο και θεωμένο σώμα Του, για να είναι το μέσον της σωτηρίας όλων των ανθρωπίνων προσώπων, που θέλουν να σωθούν. Νοητή ψυχή του σώματός Του είναι ο Θεός Παράκλητος, «το Πνεύμα της αλήθείας» (Ιωάν. 15,26), ο Οποίος επεδήμησε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής σε αυτό, για να παραμείνει ως τη συντέλεια του κόσμου.

Η σωτηρία συντελείται με την οργανική συσσωμάτωση των πιστών στο θεανδρικό Σώμα του Χριστού. Αυτό εννοούσε, όταν υποσχόταν στους μαθητές Του: «ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20).

Ευαγγελική περικοπή (Λουκά 24: 36-53)

«36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστη ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 37 πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν. 38 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τί τεταραγμένοι ἐστέ, καὶ διατί διαλογισμοὶ ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 39 ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα. 40 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐπέδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. 41 ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς καὶ θαυμαζόντων εἶπεν αὐτοῖς· Ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε; 42 οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου, 43 καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν ἔφαγεν. 44 εἶπε δὲ αὐτοῖς· Οὗτοι οἱ λόγοι οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ. 45 τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς, 46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι Οὕτω γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, 47 καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἱερουσαλήμ. 48 ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων. 49 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ' ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους. 50 Ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. 51 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ' αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν. 52 καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης, 53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν».


Αποστολικόν Ανάγνωσμα (Πραξ. 1: 1-12)

«1 Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν 2 ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς ἀποστόλοις διὰ Πνεύματος ἁγίου οὓς ἐξελέξατο ἀνελήφθη· 3 οἷς καὶ παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι' ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. 4 καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου· 5 ὅτι Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλὰς ταύτας ἡμέρας. 6 οἱ μὲν οὖν συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ; 7 εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Οὐχ ὑμῶν ἐστι γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ, 8 ἀλλὰ λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ' ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μου μάρτυρες ἔν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. 9 καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. 10 καὶ ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ, 11 οἳ καὶ εἶπον· Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; οὗτος ὁ Ἰησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ'ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανὸν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν. 12 Τότε ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγὺς Ἱερουσαλὴμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν.».


ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

«Βλέπετε αυτή τη κοινή για μας εορτή και ευφροσύνη, την οποία ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εχάρισε με την ανάσταση και ανάληψή του στους πιστούς; Επήγασε από θλίψη.

Βλέπετε αυτή τη ζωή, μάλλον δε την αθανασία; Επιφάνηκε σε μας από θάνατο.

Βλέπετε το ουράνιο ύψος, στο οποίο ανέβηκε κατά την ανύψωσή του ο Κύριος και την υπερδεδοξασμένη δόξα που δοξάσθηκε κατά σάρκα; Το πέτυχε με τη ταπείνωση και την αδοξία. Όπως λέγει ο απόστολος γι' αυτόν, «εταπείνωσε τον εαυτό του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού θανάτου, γι' αυτό κι' ο Θεός τον υπερύψωσε και του χάρισε όνομα ανώτερο από κάθε όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να καμφθεί κάθε γόνατο επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και να διακηρύξει κάθε γλώσσα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος σε δόξα Θεού Πατρός».(Φιλιπ. 2: 8-11).

Εάν λοιπόν ο Θεός υπερύψωσε το Χριστό του για το λόγο ότι ταπεινώθηκε, ότι ατιμάσθηκε, ότι πειράσθηκε, ότι υπέμεινε επονείδιστο σταυρό και θάνατο για χάρη μας, πως θα σώσει και θα δοξάσει και θα ανυψώσει εμάς, αν δεν επιλέξωμε τη ταπείνωση, αν δεν δείξουμε τη προς τους ομοφύλους αγάπη, αν δεν ανακτήσωμε τις ψυχές μας δια της υπομονής των πειρασμών, αν δεν ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού, που οδηγεί στην αιώνια ζωή, τον σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ' αυτήν; «διότι, και ο Χριστός έπαθε για μας, αφήνοντάς μας υπογραμμό (παράδειγμα), για να παρακολουθήσουμε τα ίχνη του». (Α' Πέτρ. 2:21).

Η ενυπόστατος Σοφία του υψίστου Πατρός, ο προαιώνιος Λόγος, που από φιλανθρωπία ενώθηκε μ' εμάς και μας συναναστράφηκε, ανέδειξε τώρα εμπράκτως μια εορτή πολύ ανώτερη και από αυτή την υπεροχή. Γιατί τώρα γιορτάζουμε τη διάβαση, της σ' αυτόν ευρισκομένης φύσεώς μας, όχι από τα υπόγεια προς την επιφάνεια της γης, αλλά από τη γη προς τον ουρανό του ουρανού και προς τον πέρα από αυτόν θρόνο του δεσπότη των πάντων.

Σήμερα ο Κύριος όχι μόνο στάθηκε, όπως μετά την ανάσταση, στο μέσο των μαθητών του, αλλά και αποχωρίσθηκε από αυτούς και, ενώ τον έβλεπαν, αναλήφθηκε στον ουρανό και εισήλθε στ' αληθινά άγια των αγίων «και εκάθησε στα δεξιά του Πατρός πάνω από κάθε αρχή και εξουσία και από κάθε όνομα και αξίωμα, που γνωρίζεται και ονομάζεται είτε στον παρόντα είτε στον μέλλοντα αιώνα».(Εφ. 1:20)

Γιατί λοιπόν στάθηκε στο μέσο τους κι' έπειτα τους συνόδευσε; «Τους εξήγαγε, λέγει, έξω έως τη Βηθανία», αλλά «και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24:50). Το έκαμε για να επιδείξει τον εαυτό του ολόκληρο σώο και αβλαβή, για να παρουσιάσει τα πόδια υγιή και βαδίζοντα σταθερά, αυτά που υπέστησαν τα τρυπήματα των καρφιών, τα ομοίως επί του σταυρού καρφωμένα χέρια, την ίδια τη λογχισμένη πλευρά, αν έφεραν πάνω τους, τους τύπους των πληγών, προς διαπίστωση του σωτηριώδους πάθους.

Εγώ δε νομίζω ότι δια του «στάθηκε στο μέσο των μαθητών» δεικνύεται και το ότι αυτοί στηρίχθηκαν στη πίστη προς αυτόν, με αυτή τη φανέρωση και ευλογία του. Γιατί δεν στάθηκε μόνο στο μέσο όλων αυτών, αλλά και στο μέσο της καρδιάς του καθενός, γιατί από εκείνη την ώρα οι απόστολοι του Κυρίου έγιναν σταθεροί και αμετακίνητοι.

Στάθηκε λοιπόν στο μέσο τους και τους λέγει, «ειρήνη σε σας», τούτη τη γλυκιά και σημαντική και συνηθισμένη του προσφώνηση. Την διπλή ειρήνη, προς το Θεό που είναι γέννημα της ευσέβειας και αυτή που έχουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας. Και καθώς τους είδε φοβισμένους και ταραγμένους από την ανέλπιστη και παράδοξη θέα, γιατί νόμισαν ότι βλέπουν πνεύμα - φάντασμα, αυτός τους ανέφερε πάλι τους διαλογισμούς της καρδιάς των, και αφού έδειξε ότι είναι αυτός ο ίδιος, πρότεινε τη διαβεβαίωση δια της εξετάσεως και ψηλαφήσεως. Ζήτησε φαγώσιμο, όχι γιατί είχε ανάγκη τροφής, αλλά για επιβεβαίωση της αναστάσεώς του.

Έφαγε δε μέρος ψητού ψαριού και μέλι από κηρύθρα, που είναι και αυτά σύμβολα του μυστηρίου του. Δηλαδή ο Λόγος του Θεού ένωσε στον εαυτό του καθ' υπόσταση τη φύση μας, που σαν ιχθύς κολυμπούσε στην υγρότητα του ηδονικού και εμπαθούς βίου, και την καθάρισε με το απρόσιτο πυρ της Θεότητός του. Με κηρύθρα δε μελισσιού μοιάζει η φύση μας γιατί κατέχει το λογικό θησαυρό τοποθετημένο στο σώμα σαν μέλι στη κηρύθρα. Τρώγει από αυτά ευχαρίστως γιατί καθιστά φαγητό του τη σωτηρία του καθενός από τους μετέχοντας της φύσεως. Δεν τρώει ολόκληρο, αλλά μέρος «από κηρύθρα μέλι» επειδή δεν πίστευσαν όλοι και δεν το παίρνει μόνος του, αλλά προσφέρεται από τους μαθητές, γιατί του φέρνουν μόνο τους πιστεύοντες σ' αυτόν, χωρίζοντάς τους από τους απίστους.

Κατόπιν τους υπενθύμισε τους λόγους του πριν το πάθος, που όλοι πραγματοποιήθηκαν. Τους υποσχέθηκε να τους στείλει το άγιο Πνεύμα, τους είπε να καθίσουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι να λάβουν δύναμη από ψηλά. Μετά τη συζήτηση ο Κύριος τους έβγαλε από το σπίτι και τους οδήγησε έως τη Βηθανία και αφού τους ευλόγησε, όπως αναφέραμε, αποχωρίσθηκε από αυτούς και ανυψώθηκε προς τον ουρανό, χρησιμοποιώντας νεφέλη σαν όχημα και ανήλθε ενδόξως στους ουρανούς, στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Πατρός, καθιστώντας ομόθρονο το φύραμά μας.

Καθώς οι Απόστολοι δεν σταματούσαν να κοιτάζουν τον ουρανό, με τη φροντίδα των αγγέλων πληροφορούνται ότι έτσι θα έλθει πάλι από τον ουρανό και «θα τον ιδούν όλες οι φυλές της γης, να έρχεται πάνω στις νεφέλες του ουρανού». (Ματθ. 24: 30). Τότε οι μαθητές αφού προσκύνησαν από το Όρος των Ελαιών, από όπου αναλήφθηκε ο Κύριος, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ χαρούμενοι, αινώντας και ευλογώντας το Θεό και αναμένοντες την επιδημία του θείου Πνεύματος.

Όπως λοιπόν εκείνος έζησε και απεβίωσε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε, έτσι κι' εμείς ζούμε και πεθαίνουμε και θα αναστηθούμε όλοι. Την ανάληψη όμως δεν θα πετύχουμε όλοι, αλλά μόνο εκείνοι για τους οποίους ζωή είναι ο Χριστός και ο θάνατος είναι κέρδος, όσοι προ του θανάτου σταύρωσαν την αμαρτία δια της μετανοίας, μόνο αυτοί θα αναληφθούν μετά την κοινή ανάσταση σε νεφέλες προς συνάντηση του Κυρίου στον αέρα. (Α' Θεσ. 4:17).

Ας έρθουμε στο υπερώο μας, στο νου μας προσευχόμενοι, ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας για να πετύχουμε την επιδημία του Παρακλήτου και να προσκυνήσουμε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο».
 
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, χαροποιήσας τοὺς Μαθητάς, τὴ ἐπαγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αὐτῶν διὰ τῆς εὐλογίας, ὅτι σὺ εἰ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ΄.
Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν, καὶ τὰ ἐπὶ γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξῃ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, οὐδαμόθεν χωριζόμενος, ἀλλὰ μένων ἀδιάστατος, καὶ βοῶν τοῖς ἀγαπῶσί σε· Ἐγώ εἰμι μεθ’ ὑμῶν, καὶ οὐδεὶς καθ’ ὑμῶν.
 
Ἡ Ἁγία Ἀκυλίνα ἡ Μάρτυς


Τὸν παστὸν εὐτρέπιζε λαμπρόν, Νυμφίε.
Ἀκυλῖνα σοι τέμνεται Νύμφη νέα.
Ἀμφὶ τρίτην δεκάτην κεφαλὴν τμήθη Ἀκυλῖνα.

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἀκυλίνα καταγόταν ἀπὸ τὴ Βύβλο ἢ Βίβλο τῆς Παλαιστίνης, ἦταν θυγατέρα τοῦ ἐπιφανοῦς ἄρχοντος Εὐτολμίου καὶ ἄθλησε, τὸ 298 μ.Χ. κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Σὲ ἡλικία πέντε ἐτῶν βαπτισθεῖσα ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Εὐθαλίου, τόσον ἀφοσιώθηκε στὸν Θεὸ καὶ τὴν μελέτη τῶν Γραφῶν, ὥστε δωδεκαετὴς ἐδίδασκε τοὺς ὁμηλίκους της νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὴ λατρεία τῶν εἰδώλων καὶ νὰ πιστεύουν στὸν Χριστό.
 
Ἔνεκα τῆς θεοφιλοῦς αὐτῆς δράσεώς της, καταγγέλθηκε στὸν ἀνθύπατο Οὐολοσιανό, συλληφθεῖσα δὲ καὶ ὁδηγηθεῖσα ἐνώπιον αὐτοῦ, ὁμολόγησε τὴ Χριστιανικὴ πίστη της. Ὁ ἀνθύπατος διέταξε ἀμέσως τὴ διὰ σκληρῶν βασάνων θανάτωσή της. Ἔτσι, ἀφοῦ ἐμαστιγώθηκε ἀνηλεῶς καὶ τῆς ἐτρύπησαν τὰ αὐτιὰ μὲ πυρακτωμένη σούβλα, τὴν ἀποκεφάλισαν. Ἡ Σύναξη τῆς Ἁγίας Ἀκυλίνας ἐτελεῖτο στὸ ἁγιώτατο αὐτῆς Μαρτύριο, ποὺ ἦταν στὴν περιοχὴ τοῦ Φιλοξένου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κοντὰ στὸ Φόρο καὶ τὸ Περιτείχισμα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Τχὺ προκατάλαβε.
Παρθένος ἀκήρατος, καὶ Ἀθληφόρος σεμνή, ἐδείχθης τοῖς πέρασι, τῇ ἀγαπήσει Χριστοῦ, Ἀκυλίνα θεόνυμφε· σὺ γὰρ καθάπερ ῥόδον, νοητὸν τεθηλυῖα, ἔπνευσας ἐν ἀθλήσει, τῆς ἁγνείας τὴν χάριν, πρεσβεύουσα τῷ Κυρίῳ, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ραντισμοῖς αἱμάτων σου, καθηγνισμένην παρθένε, καὶ Μαρτύρων στέμμασι, σὲ Ἀκυλίνα στεφθεῖσαν, δέδωκε, τοῖς ἐν ἀνάγκαις τῶν νοσημάτων, ἴασιν, καὶ σωτηρίαν ὁ σὸς Νυμφίος, τοῖς προστρέχουσιν ἐν πίστει, Χριστὸς ὁ βρύων, ζωὴν αἰώνιον.

Μεγαλυνάριον.
Μύρων αἰσθομένη τῶν νοητῶν, Μάρτυς Ἀκυλίνα, ὡς νεᾶνις πανευπρεπής, κόσμου τὸ δυσῶδες, ἐμφρόνως ὑπερεῖδες, καὶ ἄθλοις μαρτυρίου, Χριστῷ νενύμφευσαι.

Ὁ Ἅγιος Ἀντίπατρος Ἐπίσκοπος Βόστρων


Tον Aντίπατρον πλούσιον Σώτερ δέχη,
Tων αρετών φέροντα κορβανάν μέγαν.

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἀντίπατρος, Ἐπίσκοπος Βόστρων, ὁ ὁποῖος ἔζησε κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 5ου αἰώνος μ.Χ. Περὶ τοῦ Βίου του δὲν γνωρίζουμε κάτι σχετικό, ἀπὸ τὸ συγγραφικό του ἔργο δὲ διασώθηκαν δύο λόγοι του στὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς Θεοτόκου καὶ τὸ Γενέθλιον τοῦ Προδρόμου καὶ ἀποσπάσματα συγγράμματος κατὰ τῆς ὑπὲρ τοῦ Ὠριγένους Ἀπολογίας τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας. Ἡ ἀποδιδόμενη σὲ αὐτὸν συγγραφὴ κατὰ τοῦ Ἀπολιναρίου Λαοδικείας ἀποδείχθηκε ὅτι δὲν εἶναι ἰδική του.

Ὁ αὐτοκράτορας Λέων Α’ (457 – 474 μ.Χ.) συμβουλεύθηκε τὸν Ἅγιο, τὸ 457 μ.Χ., περὶ τοῦ κύρους τῆς ἐν Χαλκηδόνι Συνόδου, ἀλλὰ ἡ ἀπάντηση δὲν διασώθηκε.
Ὁ Ἅγιος Ἀντίπατρος ἔχαιρε ἐνωρὶς τιμῆς ὡς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸν ἅγιο βίο του καὶ τὴν πίστη του στὴν ὀρθὴ πίστη καὶ διδασκαλία. Συνδεόταν διὰ πνευματικῆς φιλίας μὲ τὸν Ὅσιο Εὐθύμιο τὸν Μεγάλο († 437 μ.Χ.). Ὁ ἀββᾶς Γελάσιος ἐδιάβαζε στοὺς μοναχοὺς τῆς Μεγάλης Λαύρας τῶν Ἱεροσολύμων, κατὰ τὸν ἐκκλησιασμό τους, τὰ ὅσα εἶχε γράψει ὁ Ἅγιος κατὰ τῆς ὠριγενείου κακοδοξίας. Κατὰ τὴν Ζ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἀνεγνώσθησαν ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ κείμενά του. Ὁ Ὅσιος Ἀντίπατρος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ὁ Ἅγιος Τριφύλλιος Ἐπίσκοπος Λήδρας


Έστηκε Tριφύλλιος Yψίστου πέλας,
Oρών το τριπρόσωπον Yψίστου σέλας.

Ο Άγιος Τριφύλλιος ήταν ο πρώτος επίσκοπος της Λευκωσίας της Κύπρου.

Ο τόπος που γεννήθηκε ο Άγιος αυτός δεν αναφέρεται πουθενά. Επειδή όμως το όνομά του είναι συνδεδεμένο με την Τριμυθούντα (Τρεμετουσιά), την πατρίδα του δασκάλου του Αγίου Σπυρίδωνος (βλέπε 12 Δεκεμβρίου) και με τη Λευκωσία, της οποίας υπήρξε πρώτος επίσκοπος, θεωρούμε σαν πατρίδα του μια από τις δύο αυτές πόλεις. Επίσης και τα ονόματα των γονέων του δεν μας είναι γνωστά. Πρέπει όμως να ήσαν πλούσιοι. Αυτό το συμπεραίνουμε από τη μόρφωση που έδωκαν στο παιδί τους. Ο νεαρός Τριφύλλιος μετά από την κατώτατη μόρφωση που πήρε στα δύο πνευματικά τότε κέντρα του νησιού, τη Σαλαμίνα και τους Σόλους, στάλθηκε από τους γονείς του στη Βηρυτό.

Εκεί συμπλήρωσε τις σπουδές του στη νομική και τη ρητορική. Τότε η Βηρυτός ήταν ξακουστή για τις Νομικές της Σχολές. Όταν τέλειωσε, ο νέος δεν επέστρεψε αμέσως στην Κύπρο. Παρέμεινε επί ένα διάστημα στη Βηρυτό, όπου ήσκησε το επάγγελμα του νομικού και δικηγόρου με εξαιρετική επιτυχία. Από την πρώτη στιγμή είχε επιβληθεί στους εκεί κύκλους των μορφωμένων χάρη στη ρητορική του δεινότητα και σοφία. Όλοι θαύμαζαν και καμάρωναν τον επιτυχημένο νέο επιστήμονα και μακάριζαν τους ευτυχισμένους γονείς. Όμως αυτό δεν συνέβαινε και με τον νεαρό ακόμη Τριφύλλιο. Αυτός έβλεπε με αδιαφορία τις επιτυχίες του.

Τα χρόνια αυτά ήσαν χρόνια διωγμών και μαρτυρίων για τους χριστιανούς. Κι ο Τριφύλλιος, μολονότι ειδωλολάτρης, δεν ανεχόταν να βλέπει καθημερινά να εξελίσσονται μπροστά του όλα εκείνα τα κτηνώδη βασανιστήρια και αφάνταστα δράματα σε βάρος των χριστιανών. Η ευγενική ψυχή του, ποθούσε να γνωρίσει την πηγή που ενέπνεε στους χριστιανούς το θάρρος και την πίστη να αντιμετωπίζουν τα πιο σκληρά και κτηνώδη βασανιστήρια με ανοχή, πραότητα κι υπομονή και με χαμόγελο στα χείλη.

Όλα αυτά μαζί με την υπέροχη διδασκαλία του Κυρίου στην απροκατάληπτη κι αγνή ψυχή του έφεραν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα και ο Τριφύλλιος έγινε χριστιανός.

Έτσι εγκαταλείπει τις τιμές και τις δόξες που του χάριζε η πλούσια κοινωνία της Βηρυτού και γυρίζει στην πατρίδα του την Κύπρο και σπεύδει να ενωθεί με τη χριστιανική κοινότητα. Εκείνες τις μέρες είχε κυκλοφορήσει ήδη το διάταγμα των Μεδιολάνων (313 μ.Χ.) που έδινε το δικαίωμα στους χριστιανούς να λατρεύουν ελεύθερα τον Θεό τους. Σαν έμαθε πως κι ο άγιος θαυματουργός Σπυρίδωνας, όπως κι ο άγιος Θεόδοτος επίσκοπος Κυρήνειας (βλέπε 2 Μαρτίου) είχαν αποφυλακισθεί από τον σκληρό κι άγριο σε ένστικτα ηγεμόνα της Κύπρου Σαβίνο, έσπευσε να θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του πρώτου. Και σαν τον Ελισσαίο, τον μαθητή του Προφήτου Ηλία, έγινε κι αυτός μαθητής του Σπυρίδωνος. Παρά τις πολλές ταλαιπωρίες που είχε υποστεί η αγία εκείνη μορφή και τα βασανιστήρια τα φοβερά, στα οποία είχε υποβληθεί στα κάτεργα των μεταλλείων των Σόλων - ραπίσθηκε βάναυσα, από τα ραπίσματα βλάφτηκε το δεξιό του μάτι, το πόδι του το αριστερό είχε εξαρθρωθεί - η υγεία του με τη χάρη του Θεού είχε αρκετά αποκατασταθεί.

Κοντά στον θαυματουργό Σπυρίδωνα ο Τριφύλλιος μυείται καθημερινά στα μυστήρια του χριστιανισμού. Με τη μελέτη, την προσεκτική ακρόαση, και τον φλογερό ζήλο του κατόρθωσε σε λίγο διάστημα, να γνωρίσει τη χριστιανική πίστη σε όλη της την απλότητα, τη δύναμη και τη δόξα και να χειροτονηθεί από τον Άγιο διάκονος του. Από τη θέση αυτή ο νεαρός μαθητής άρχισε να δείχνει όλες τις ικανότητες και τα χαρίσματα με τα όποια τον προίκισε ο Θεός.

Την εποχή όμως αυτή νέοι εχθροί πιο επικίνδυνοι κι από τους διωγμούς που είχαν ήδη σταματήσει, απειλούν και διασαλεύουν την ειρήνη της Εκκλησίας. Είναι οι διάφοροι αιρετικοί. Και μεταξύ αυτών πρώτος και πιο επικίνδυνος ο Άρειος. Ο σάλος που δημιουργήθηκε στην Εκκλησία εξ αιτίας του υπήρξε πολύ-πολύ μεγάλος.

Για την αποκατάσταση της ειρήνης είχε συγκληθεί τότε στη Νίκαια της Βιθυνίας η Α' Οικουμενική Σύνοδος. Στη Σύνοδο αυτή έλαβε μέρος κι ο άγιος Σπυρίδωνας συνοδευόμενος από τον διάκονο του, τον ιερό Τριφύλλιο. Εκεί με πολύ ενδιαφέρον παρηκολούθησε ο ζηλωτής αθλητής τις συνεδριάσεις των 318 θεοφόρων πατέρων. Θαύμασε την επιχειρηματολογία και τους αγώνες του Μεγάλου Αθανασίου και κυριολεκτικά συγκλονίσθηκε από το θαύμα της κεραμίδας του ταπεινού κι απλοϊκού, αλλά μεγάλου σε αγιότητα δασκάλου του.

Μετά τη Σύνοδο ο Τριφύλλιος συνόδευσε και πάλιν τον δάσκαλο του στην Αντιόχεια, όπου κλήθηκε και θεράπευσε τον Αυτοκράτορα Κωνστάντιο (337 - 361 μ.Χ.), που έπασχε από ανίατη αρρώστια.

Ωραιότατη περιγραφή αυτής της επισκέψεως συνέγραψε ο Τριφύλλιος σε Ιάμβους. Την περιγραφή αυτή μεταγλώττισε ο συγγραφέας βίων αγίων και επίσκοπος Λεμεσού Λεόντιος (582 - 602 μ.Χ.) μαζί με τον τότε επίσκοπο Πάφου Θεόδωρο και τον εξεφώνισε σ' ένα λόγο του στην Τρεμετουσιά, στον πανηγυρίζοντα ναό του αγίου Σπυρίδωνος.

Μετά τη θαυμαστή θεραπεία του βασιλέως Κωνσταντίου δάσκαλος και μαθητής επέστρεψαν στην Κύπρο, για να συνεχίσουν το έργο τους. Στο μεταξύ οι χριστιανοί της Λήδρας (Λευκωσίας) που είχαν αρκετά αυξηθεί εκζητούν τον Τριφύλλια για επίσκοπό τους. Ο λύχνος ήρθε η ώρα να τεθεί επί της λυχνίας. Μπροστά στις επίμονες παρακλήσεις του ευσεβούς λαού, ο Σπυρίδωνας χειροτόνησε τον διάκονο του πρεσβύτερο και επίσκοπο τους.

Τη θέση αυτή λάμπρυνε κυριολεκτικά ο Άγιος με την όλη ζωή του, ζωή ασκητική, τη διδασκαλία του, το παράδειγμά του και τους αγώνες και τους μόχθους του για τον Χριστό.

Στην συνέχεια μαζί με τον άγιο δάσκαλο του, τον θαυματουργό Σπυρίδωνα (343 - 344 μ.Χ.) θα λάβουν μέρος στη Σύνοδο της Σαρδικής (Σόφια). Η σύνοδος αυτή, όπως ξέρουμε, συνεκλήθη, για να συνενώσει τους επισκόπους Ανατολής και Δύσεως, για να αντιμετωπίσουν από κοινού την αίρεση του αρειανισμού, που εξακολουθούσε να ταράζει και να διασπά τη μία Εκκλησία. Τα πρακτικά υπέγραψαν αμφότεροι μαζί με τους άλλους επισκόπους της νήσου, που έλαβαν μέρος σ' αυτή. Τα πρακτικά της Συνόδου εκτός από τον άγιο Σπυρίδωνα και Τριφύλλια υπόγραψαν: Οι Αυξίβιος, Φώτιος, Γελάσιος, Αφροδίσιος, Ειρηνικός, Νουνέχιος, Αθανάσιος, Μακεδόνιος, Νορθανός και Σωσικράτης. Αγνοούμε δυστυχώς την επισκοπή εκάστου.

Μετά την επιστροφή τους στην Κύπρο ο ιερός Τριφύλλιος συνέχισε με τον ίδιο κι ακόμη περισσότερο ζήλο το έργο του για την εμπέδωση των ευαγγελικών αληθειών μεταξύ του ποιμνίου του.

Σε μια άλλη περίπτωση Τριφύλλιος και Σπυρίδωνας ανέλαβαν μια πολύ δύσκολη οδοιπορία ανάμεσα στα βουνά της οροσειράς του Πενταδάκτυλου, για να πάνε στην Κερύνεια, όπου καθήκοντα ανώτερα τους καλούσαν. Την οδοιπορία αυτή περιέγραψε και πάλιν ο Τριφύλλιος σε ιαμβικό μέτρο. Δυστυχώς κι αυτή χάθηκε. Το μόνο που αναφέρεται, είναι ότι οι ομορφιές της περιοχής αυτής τόσο εμάγευσαν την ποιητική και συναισθηματική ψυχή του Τριφυλλίου, ώστε ο γηραιός δάσκαλος του να αναγκασθεί να τον παρατηρήσει.

- Μην παρασύρεσαι, αδελφέ, από τις επίγειες καλλονές. «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν». Πατρίδα μας είναι ο ουρανός. Στον ουρανό και στις αθάνατες κι αιώνιες ομορφιές του Ουρανού και της θριαμβεύουσας εκεί Εκκλησίας του Χριστού, ας έχουμε πάντα προσηλωμένο τον νου μας.

Ο Συναξαριστής αναφέρει και μια άλλη περίπτωση που ο Τριφύλλιος δέχτηκε με ταπεινοφροσύνη τον έλεγχο του δασκάλου του. Ήταν σε μια ομιλία του για τον παράλυτο της Καπερναούμ, που ο Τριφύλλιος αντήλαξε τη λέξη κράββατο, με την αρχαιοπρεπή λέξη «σκίμποδα». «Ου συ γε, του είπε, αμείνων ει, του τον κράββατον ειρηκότος». Δεν είσαι συ, του είπε, καλύτερος κι ανώτερος από Εκείνο που ονόμασε το στρώμα κρεβάτι. Με σεβασμό πρέπει να χρησιμοποιεί ο καθένας τις λέξεις Εκείνου.

Για την καλύτερη εξυπηρέτηση του ποιμνίου του ίδρυσε στην επισκοπή του τη Μονή της Οδηγήτριας ή Χρυσοδηγητρίας με ένα πολύ ευρύ κοιμητήριο. Η εκκλησία με την οποία στόλισε το μοναστήρι ήταν αρκετά μεγάλη και μπορούσε να περιλάβει όλους τους χριστιανούς της πόλεώς του.

Εκτός από το ανδρικό αυτό μοναστήρι έκτισε στη Λευκωσία κι ένα γυναικείο. Σ' αυτό, λέγεται, μόνασε κι η μητέρα του. Στο μοναστήρι αυτό, όρισε όσες μοναχές κινούμενες από θείο έρωτα ήθελον πάει να προσκυνήσουν στους Αγίους Τόπους και περνούσαν από την Κύπρο τόσο στον πηγαιμό όσο και στον ερχομό, να φιλοξενούνται σ' αυτό.

Δυστυχώς από τα πολλαπλά έργα του άγιου δεν απέμεινε τίποτε. Η Μονή της Οδηγήτριας με τον μεγάλο ναό της που ήταν κτισμένη πιθανόν έξω από τα σημερινά τείχη της Λευκωσίας μεταξύ του ανοίγματος του Χατζησάββα και του ανοίγματος του αγίου Αντωνίου, όπως κι η άλλη γυναικεία μονή κατεστράφησαν κατά τις διάφορες αραβικές επιδρομές. Ο Χάκκετ-Παπαϊωάννου είναι της γνώμης, ότι ο ναός της Οδηγήτριας είναι ο σημερινός ναός της φανερωμένης. Εδώ κοντά ήταν και το μέγαρο του Βισκούντη (Διοικητή της Λευκωσίας). Κατ' αυτές κατεστράφη κι ο ναός που κτίστηκε αργότερα έπ' ονόματι του αγίου Τριφυλλίου και που βρισκόταν μεταξύ του ανοίγματος αγίου Αντωνίου και Παλουριώτισσας. Ίσως κοντά εκεί στη σημερινή πύλη της Αμμοχώστου. Εδώ ήταν κι ένα μεγάλο έλος, το οποίο είχε αποξηρανθεί, γιατί τα κουνούπια, που αναπτυσσόντουσαν, μάστιζαν κυριολεκτικά την πόλη.

Δυστυχώς κι από τα γραπτά έργα του θείου αυτού ιεράρχου και ποιμένος, αν και συνέγραψε πολλά έργα, δεν έχει διασωθεί παρά μονάχα μεταγλωττισμένος σε απλούστερη γλώσσα ο βίος του αγίου Σπυρίδωνος, τον οποίο είχε αρχικά συγγράψει όπως είπαμε ο ίδιος σε ιάμβους. Το έργο αυτό βρίσκεται σε πολλούς κώδικες όπως της Εθνικής Βιβλιοθήκης των Παρισίων, του Βελγίου, του Βατικανού, της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και αλλαχού.

Αυτές είναι οι ιστορικές παραδόσεις για τον άγιο Τριφύλλιο μέχρι τον IB' αιώνα μ.Χ.

Σ' ένα άλλο χειρόγραφο Συναξάρι που βρέθηκε στο Παρισινό Κολλέγιο Κλερμόντ από τον αγιολόγο Βολλανδιστή Πάμπροχ (Papebroch) το 1662 μ.Χ. και δημοσιεύτηκε από τον ίδιο το 1698 μ.Χ. στα Analecta Bollandiana και το οποίο αναδημοσιεύθηκε το 1948 μ.Χ., αναφέρεται, πως ο Άγιος μας, είχε πατέρα ένα απ' τους 12 περιφανείς άνδρες, που ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε μεταφέρει από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη. Απ' την Κωνσταντινούπολη ο νεαρός Τριφύλλιος με τη μητέρα του Δομνίκη πήγαν να προσκυνήσουν στα Ιεροσόλυμα και στην επιστροφή τους ήλθαν στην Κύπρο. Εδώ ο Τριφύλλιος προσεκολλήθη στον άγιο Σπυρίδωνα κι η μητέρα του αργότερα έγινε μοναχή στο γυναικείο μοναστήρι.

Σύμφωνα με τον άγνωστο αυτόν Κύπριο Συναξαριστή ο Τριφύλλιος ήταν νέος υψηλός κι ωραίος κι ευγενής στην εμφάνιση. Είχε μεγάλα γαλανά μάτια κι ήταν όλος χάρη και γλυκύτητα. Είχε το γένειο τριγωνικό κι έμοιαζε σαν άλλος Ααρών και Σαμουήλ. Ζούσε πτωχικά, γιατί ότι είχε τα πρόσφερε στους πτωχούς.

Όταν κάποτε ένας σεισμός κατερείπωσε τη Λευκωσία, ο Άγιος έτρεχε μέσα στα ερείπια και με τα ίδια του τα χέρια έβγαζε τους ζωντανούς για να τους περιποιηθεί, και τους νεκρούς για να τους ενταφιάσει. Όλη τη ζωή του πέρασε νηστεύοντας και προσευχόμενος και διδάσκοντας το θέλημα του Θεού. Σε όλα υπήρξε τύπος και υπογραμμός αρετής για το ποίμνιο του.

Πέθανε σε ηλικία 80 χρόνων περίπου, και θάφτηκε όπως αναφέραμε πιο πάνω, στην Ιερά Μονή της Οδηγήτριας.

Σε μια από τις αραβικές επιδρομές, όπως γράφει ο Λεόντιος Μαχαιράς στο χρονικό του γύρω στον 15ο αιώνα μ.Χ., Άραβες τυμβωρύχοι επιδρομείς, με την ελπίδα να βρουν κάποιο θησαυρό, άνοιξαν και τον τάφο του αγίου Τριφυλλιού. Αντί άλλου θησαυρού βρήκαν το ιερό λείψανο του Αγίου ανέπαφο και να ευωδιάζει. Γεμάτοι αγριότητα και κακία απέκοψαν με μαχαίρι την κεφαλή και ω του θαύματος! Από τον λαιμό έτρεξε άφθονο αίμα! Τότε τα ανθρωπόμορφα εκείνα κτήνη φοβισμένα πήραν το ιερό σκήνωμα και το πήγαν εκεί όπου στα χρόνια της Φραγκοκρατίας η οικία του Βισκούντη. Του διοικητή., κοντά στον ναό της Φανερωμένης, και άναψαν φωτιά να το κάψουν. Άλλαι όμως αι βουλαί των ανθρώπων και άλλα ο θεός κελεύει. Με τη χάρη του Κυρίου το λείψανο έμεινε ανέπαφο. Σαν το είδαν, ένας εκ των Αράβων εφώναξε: «Εν ονόματι Ιησού του σου Χριστού πυρ! καυθήναι ανέσχου». Στο όνομα του Ιησού Χριστού δέξου να καείς. Και πράγματι μετά από αυτό, η φωτιά άγγιξε ελαφριά το λείψανο και τα μαλλιά της κεφαλής. Και συνεχίζει ο Συναξαριστής: «Και μάρτυς έγωγε τούτου, ο τήν δε την ιστορίαν συνθεμένος, την δε ιεράν εκείνου κεφαλήν ημίφλεκτον εωρακώς, τα τε των λειψάνων τεμάχια την του πυρός τροφήν προδεικνύοντα, ά δη κατά την Μαΐου τρίτην προτίθενται εις αγιασμού μετουσίαν, καθ' ην ώραν και ημέραν ποτέ τοις ανομούσι ταύτ' ετετόλμητο».

Αυτή τη σκηνή της προσβολής των ιερών λειψάνων παρακολουθούσε ο άγιος Διομήδης, που ασκήτεψε σε μια σπηλιά κοντά στο προάστιο της Λευκωσίας τον Λευκομιάτη. Εκμεταλλευόμενος ο ασκητής τη σύγχυση των τυμβωρύχων κι αγρίων Σαρακηνών άρπαξε την ιερά κεφαλή του αγίου Τριφυλλιού κι έτρεξε να τη μεταφέρει στο ασκητήριό του. Κάποιος όμως τον αντελήφθη και τον πρόδωσε. Στη στιγμή, 500 τόσοι Σαρακηνοί έτρεξαν ξοπίσω του να τον συλλάβουν. Βλέποντας ο Άγιος αδύνατη τη σωτηρία του, σταμάτησε εκεί κοντά «στη φούρκα» (αγχόνη). Η αγχόνη ήταν πλησίον της σημερινής πύλης της Αμμοχώστου., είπε δύο λέξεις θερμής προσευχής, και στρεφόμενος προς τους διώκτες του, έπτυσε στον αέρα προς το πρόσωπο τους. Την ίδια στιγμή οι Σαρακηνοί σαν να τους έσπρωξε κάποιος, έπεσαν χαμαί, φούσκωσε η κοιλιά τους και δεν μπορούσαν να τρέξουν. Μετανοημένοι σύρθηκαν σιγά-σιγά πίσω από τον Άγιο, ο οποίος στο μεταξύ είχε πάει στο ασκητήριό του. Όταν πλησίασαν με δάκρυα στα μάτια άρχισαν να τον παρακαλούν να τους λυπηθεί. Ο Άγιος τους σπλαχνίστηκε και τους θεράπευσε. Μετά από τη θαυμαστή θεραπεία τους πίστεψαν όλοι στον Χριστό και βαπτίστηκαν.

Εις ανάμνηση του γεγονότος της προσβολής των Ιερών λειψάνων του αγίου Τριφυλλίου από τους Σαρακηνούς, γινόταν κάθε χρόνο γιορτή στον ναό του Αγίου την ημέρα αυτή, 3 Μαΐου. Κατ' αυτήν προβάλλονταν τα μισό καμένα λείψανα σε προσκύνημα. Την ίδια μέρα από τον γύρω χώρο μάζευαν βούρλα κι αλλά χόρτα, τα οποία έκαιαν, για να θυμούνται το εκεί έλος, που είχε αποξηρανθεί. Δυστυχώς ο χρόνος, ο πανδαμάτορας χρόνος τίποτα δεν μας διέσωσε από όλα αυτά τα ιερά κειμήλια.

Ο μοναδικός ναός, σήμερα, σε όλη την Κύπρο, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον πολιούχο και πρώτο Επίσκοπο της Λευκωσίας, είναι το μικρό παρεκκλήσι στην αυλή του Δημοτικού Σχολείου Ελένειον.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος γ'.
Ζήλον πίστεως έχων, Παμμάκαρ, ανεβλάστησας καρπούς ωρίμους, των γαρ εχθρών κατήσχυνας τας φάλαγγας, και τον Βελίαρ, Τριφύλλιε, έκτεινας· Πάτερ όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέ τευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ ἐξ ἀπάτης τὸν ἀντίχριστον προσκυνήσας

 
Oιήσεως ουκ έστι τι χείρον πάθος.
Tαύτη γαρ Iάκωβον εχθρός ηπάτα.

Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν καὶ πότε ἤκμασε ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος. Τόση ἦταν ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν Χριστό, ὥστε διεμοίρασε τὰ ὐπάρχοντά του στοὺς πτωχοὺς καὶ ἐγκατέλειψε κάθε κοσμικὴ ἀπόλαυση, πλὴν τῆς ὑπερηφάνειας, τὴν ὁποία ἐπέτειναν οἱ ἔπαινοι τοῦ πλήθους πρὸς αὐτόν. Ἀποσυρθεὶς σὲ κελί, ἀσκήτεψε. Ἡ ὑπερηφάνειά του ὅμως τὸν ἀπεμάκρυνε ἀπὸ τὴ θεία Χάρη καὶ ἔτσι ὁ σατανᾶς εὑρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ εἰσβάλει στὸ πνεῦμά του. Παρουσιασθείς, λοιπόν, ἐνώπιον αὐτοῦ ὁ δαίμονας μεταμφιεσμένος σὲ ἄγγελο, τοῦ ἀνήγγειλε ὄτι τὴ νύχτα ἐκείνη θὰ τὸν ἐπισκεπτόταν ὁ Χριστός. Τυφλωμένος ὁ Ἰάκωβος ἀπὸ τὸν ἐγωισμό του, ἐπίστεψε στὰ λεχθέντα καὶ ἀφοῦ ἐκαθάρισε τὸ κελί του, ἄναψε θυμιάματα καὶ λαμπάδες καὶ ἀνέμενε τὸν Κύριο. Περὶ τὰ μεσάνυχτα κατέφθασε μὲ δόξα καὶ φαντασία πολλὴ ὁ ἀντίχριστος. Ἀμέσως ὁ Ἰάκωβος ἔσπευσε, ἄνοιξε τὴ θύρα καὶ τὸν προσκύνησε. Κατὰ θεία ὅμως οἰκονομία, αὐτὸς δὲν εἰσῆλθε στὸ κελί, ἀλλ’ ἀφοῦ ἐκτύπησε τὸν Ἰάκωβο στὸ μέτωπο, ἐξαφανίσθηκε. Τότε ὁ Ἰάκωβος ἀντιλήφθηκε τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ πρωὶ ἔσπευσε κλαίοντας καὶ θρηνώντας σὲ γέροντα μοναχὸ καὶ ἐξιστόρησε σὲ αὐτὸν τὰ συμβάντα, ἐκλιπαρώντας τὴ βοήθεια πρὸς ἐξιλέωση τοῦ ἁμαρτήματός του. Ὁ γέροντας, ἀφοῦ τὸν ἐπέπληξε γιὰ τὴν ἀνόητη ὑπερηφάνειά του, τὸν ἀπέστειλε σὲ κοινόβιο, γιὰ νὰ ἐξασκηθεῖ στὴν ταπεινοφροσύνη. Εὐπειθὴς ὁ Ἰάκωβος, διῆλθε ἑπτὰ ἔτη ὡς ὑπηρέτης τοῦ μαγειρείου τοῦ κοινοβίου καὶ ἄλλα πέντε ὑπηρετῶν πότε τὸν ἕνα καὶ πότε τὸν ἄλλον, ὑπακούων ταπεινὰ σὲ ὅλους τοὺς κανονισμοὺς τοῦ κοινοβίου. Ἔτσι ὁ Ἰάκωβος ἐταπεινοφρόνησε, ἀπέβαλε τὸν ἐγωισμό του, ἀποκαταστάθηκε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς θαυματουργικῆς χάριτος. Ἀφοῦ διῆλθε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ ὁσιότητα καὶ ταπείνωση, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἡ Ὁσία Ἄννα καὶ ὁ υἱὸς αὐτῆς Ἰωάννης


Mήτηρ καὶ υἱὸς Ἄννα καὶ Ἰωάννης,
ὤφθησαν ἄμφω Oὐρανοῦ οἰκήτορες.

Κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο, 9ος αιώνας – μέσα 10ου αιώνα μ.Χ., αναδεικνύεται μία ακόμη αγία μορφή της πόλης της Λάρισας η οσία Άννα και ο υιός της Ιωάννης. Το συναξάρι της αγίας Άννας εξέδωσε ο διευθυντής των Γ.Α.Κ. κ. Σταύρος Γουλούλης από τον κώδικα Vaticanus graecus 1558 (φφ. 71v-73r), ένα Μηνιαίο του μηνός Ιουνίου του 16ου αιώνα. Στα Synaxaria selecta της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως αναγράφεται: «της οσίας μητρός ημών Άννης και τον υϊού αυτής Ιωάννου». Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει σχετικά στον Συναξαριστή του: «Τη αυτή ημέρα της οσίας μητρός ημών Άννης και του υϊού αυτής Ιωάννου. Μήτηρ και υϊός Άννα και Ιωάννης, ώφθησαν άμφω ουρανώ οικήτορες». Το συναξάρι αποτελεί μια επιτομή της Διηγήσεως του Παύλου Μονεμβασίας (10ος αιώνας μ.Χ.) από το έργο του Διηγήσεις περί ενάρετων και θεοσεβών Ανδρών τε και Γυναικών. Τέλος, το συναξάρι της περιλαμβάνεται και στο Νέο Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας του μηνός Ιουνίου.

Αφορμή της σύνταξης του Βίου από τον Παύλο υπήρξε η συνάντησή του με έναν ιερομόναχο και τα όσα του εκμυστηρεύθηκε ο ιερομόναχος σχετικά με την οσία. Έτσι, ο ιερομόναχος αυτός ταξίδευε, διά θαλάσσης, από τη Ρώμη προς την Κωνσταντινούπολη. Το πλοίο που τον μετέφερε, αναγκάστηκε κάποια στιγμή, εξαιτίας των ανέμων, να κάνει στάση σε ένα ακατοίκητο και χέρσο νησί της Αδριατικής. Ο ιερομόναχος εκμεταλλευόμενος τον αναγκαστικό ελλιμενισμό του πλοίου θέλησε να περπατήσει στο εσωτερικό του νησιού.

Δεν είχε προχωρήσει πολύ, όταν, όπως ομολογεί ο ίδιος είδε ένα «αποσκίαμα ανθρώπου γυμνού» να του λέει: «Ει εθέλεις θεάσασθαι την εμήν εύτέλειαν, ...ρίψόν μοι εν των ιματίων σου· γυνή γαρ ειμί και γυμνή, ως οράς, και ούκ ενδέχεται οφθήναι ούτως τη ιερατική σου τελειότητι». Ο ιερομόναχος υπάκουσε στην επιθυμία της οσίας και της πρόσφερε κάποιο ένδυμα. Τότε η οσία στράφηκε προς την Ανατολή, γονάτισε και, αφού σηκώθηκε, ευχαρίστησε τον Θεό που την αξίωσε να συναντήσει κάποιον ιερέα.

Ο ιερομόναχος δεν έχασε την ευκαιρία να ρωτήσει για το ποια είναι: «πόθεν ει κυρία μου, και πώς ενταύθα ελήλυθας και πόσος χρόνος εστίν αφ΄ ου την νήσον ταύτην κατώκησας;». Η οσία πρόθυμα του απάντησε στην ερώτηση του: «εγώ, τίμιε πάτερ, εκ της Ελλάδος χώρας ειμί, πόλεως Λαρίσης»· οι γονείς της ήταν φτωχοί άνθρωποι και την άφησαν ορφανή σε μικρή ηλικία. Μετά το θάνατο των γονέων της «τις των αρχόντων» της Λάρισας, επειδή την σπλαχνίσθηκε την περιμάζεψε στην οικία του, την ανέτρεψε και την «επαίδευεν επιμελώς, ως οικείαν αυτού θυγάτηρ». Ο Λαρισαίος άρχοντας εκτίμησε τις αρετές της Άννας και την έδωσε νύμφη στο γιο του «μη βδελυξάμενος την εμήν πτωχείαν και δυσγένειαν», όπως χαρακτηριστικά λέει η ίδια.

Η επιλογή αυτή δεν άρεσε στους συγγενείς του γαμπρού. Οι αντιδράσεις τους για το γάμο με μια φτωχή και άσημη κόρη ήταν εντονότατες. Ο ίδιος βέβαια, φρόντιζε με κάθε τρόπο να τις αποκρούει· κριτήριο της επιλογής, έλεγε, αυτής της κόρης ως νύμφης από τον πατέρα του δεν ήταν ο πλούτος ή η ευγενική καταγωγή της αλλά οι κατά Θεόν αρετές της Επειδή, όμως, οι συγγενείς συνέχιζαν να αντιδρούν και η ίδια έβλεπε τον άντρα της να θλίβεται, αποφασίζει να φύγει κρυφά. Έτσι, φεύγει από τη Λάρισα και «του Θεού οδηγούντός με», όπως λέει η ίδια, «ήλθον εις την νήσον ταύτην».

Τα προβλήματα της οσίας δεν σταματούν όμως εδώ. Με την άφιξη της στο νησί διαπιστώνει πως βρίσκεται σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Κανένας δεν ήταν δίπλα της να της συμπαρασταθεί. Ο γιος της γεννήθηκε στο έρημο νησί της Αδριατικής και πλέον εδώ και τριάντα χρόνια ζει μαζί της Όλα αυτά τα χρόνια «εδυσώπουν δε τον Θεόν... ελεήσαι την εμήν ταπείνωσιν και αποστείλαι ιερέα, τελειούντα τον εμόν υϊόν δια του αγίου βαπτίσματος». Για το λόγο αυτό παρακαλεί τον ιερομόναχο «απελθείν εν τω πλοίω και αγαγείν την ιερατικήν στολήν, και άγιον άρτον, όπως τον υϊόν μου φωτίσης και αγίαν ποίησης λειτουργίαν και αξίωσης ημάς της μεταλήψεως του τιμίου σώματος και αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού».

Από τον ευλαβή αυτόν ιερέα ζητάει και κάτι ακόμη: «μη αναγγείλαί τινί τα περί ημών». Ο ιερομόναχος έβαλε μετάνοια στην οσία, επέστρεψε στο πλοίο και ετοίμασε τα σχετικά του μυστηρίου της Βαπτίσεως και της Θείας Κοινωνίας χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν. Στη συνέχεια βγήκε πάλι από το πλοίο, για να συναντήσει την οσία. Εκείνη τον περίμενε και με τη σειρά της τον οδήγησε στο σημείο που βρισκόταν ο υϊός της Η ίδια ζήτα από το γιο της να φανερωθεί μπροστά στον ιερέα του Θεού «έξελθε τοίνυν, τέκνον, και προσκύνησον τον εληλυθότα φωτίσαι σε». Ο γιος της υπάκουα φανερώθηκε και προσκύνησε, όπως τον συμβούλεσε, τον ιερέα.

Σε μία κοντινή πηγή ο ιερομόναχος κατήχησε και βάπτισε το γιο της δίνοντας του, σύμφωνα με τα Synaxaria selecta και τον Συναξαριστή του αγίου Νικόδημου, το όνομα Ιωάννης. Η Διήγηση του Παύλου Μονεμβασίας και το Συναξάρι της δεν παραδίδουν το όνομα του γιου της. Μετά το μυστήριο της Βαπτίσεως ο ιερέας τέλεσε τη Θεία Λειτουργία και «μετέλαβον αμφότεροι του αχράντου σώματος και αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού». Καθώς οι δυο αγίες μορφές έφευγαν, η οσία Άννα ζήτησε από τον ιερομόναχο μια τελευταία χάρη: «ει θέλεις διηγήσασθαι άπερ ο Κύριος έδειξέ σοι, διήγησαι, αποκρύπτων την νήσον, μήπως εκ φήμης έλθωσι τινές και εύρωσιν ημάς·». Πώς αντέδρασε ο ευλαβής εκείνος ιερομόναχος; Ας δώσουμε πάλι το λόγο στον ίδιο να ακούσουμε τι είπε στον Παύλο Μονεμβασίας: «Εγώ δακρύσας και προσκυνήσας τω Θεώ τω ποιούντι τα ξένα και παράδοξα ων ουκ έστιν αριθμός, και πρόνοιαν ποιουμένω τοις αυτόν εξ όλης καρδίας εκζητούσι και φυλάττουσι τα αυτού θεία εντάλματα, υπέστρεψα εις το πλοίον».

Σύμφωνα δε με το Συναξάρι των αγίων από τον κώδικα Vaticanus graecus 1558 η Άννα και ο υϊός της, αφού ευχαρίστησαν τον ιερέα «τας αγίας αυτών ψυχάς εις χείρας Θεού παρέθεντο».

Οἱ Ἅγιοι Μύριοι Μάρτυρες

Nικά πεσούσα μυριάς διά ξίφους,
Πίπτουσα και γαρ η Θεού νικά φάλαγξ.

Οι Άγιοι Μύριοι (δηλαδή δέκα χιλιάδες) Μάρτυρες μαρτύρησαν δια ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Διόδωρος ὁ Μάρτυρας ὁ ἐξ Ἐμέσης

Aνήλθε Διόδωρος εις σταυρού ξύλον,
Tιμών Iησούν ου πάθος Σταυρού ξύλον.

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Διόδωρος καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἔμεσα καὶ ἐμαρτύρησε σταυρωθείς.

Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἱερομάρτυρος

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἑορτάζεται ἡ εὕρεσις τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Νικολάου, τοῦ ἐν Καρυαῖς τῆς Λέσβου. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.

Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας

Tην βασιλείαν κλήρον εύρε την άνω,
Συν Πατρός Eυλόγιος ευλογημένοις.

Ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης καὶ ἄλλοι θεωροῦν ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ Εὐλογίου, Πατριάρχου Ἀντιοχείας, ἀφοῦ ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου, Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας, φέρεται κατὰ τὴ 13η Φεβρουαρίου. Ὅμως στοὺς Πατριαρχικοὺς καταλόγους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιοχείας δὲν ἀναφέρεται τὸ ὄνομα Εὐλόγιος.

Όσιος Φιλόθεος ο εκ Σκλαταίνης


Ο Όσιος Φιλόθεος ο εκ Σκλαταίνης (Ρίζωμα) έζησε μεταξύ των ετών 1475 μ.Χ. με 1550 μ.Χ., αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι διετέλεσε ηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Στεφάνου Μετεώρων κατά το έτος 1545 μ.Χ. Ο Όσιος Φιλόθεος ήταν σύγχρονος με τον Άγιο Βησσαρίωνα Αρχιεπίσκοπο Λαρίσης και Τρίκκης (βλέπε 15 Σεπτεμβρίου) και κτίτορας της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Δουσίκου).

Ο όσιος Φιλόθεος λίγο πριν το 1545 μ.Χ. ανακαίνισε ή μάλλον ξαναέκτισε το παλαιό μικρό και κομψό καθολικό της Μονής, το ναό του Αγίου Στεφάνου με την βοήθεια του ιερομόναχου Γεράσιμου. Ο ναΐσκος του Αγίου Στεφάνου, που ανήγειρε ο όσιος Φιλόθεος είναι ξυλόστεγη μονόκλιτη βασιλική με εσωνάρθηκα. Οι κτήτορες της Μονής Αγίου Στεφάνου Αντώνιος Κατακουζινός και Φιλόθεος ο Σιματαινιώτης εικονίζονται σε τοιχογραφίες εκατέρωθεν της εισόδου του νάρθηκα με φωτοστέφανο. Έτσι δεξιά ως προς του εισερχομένου παρίσταται κατά την επιγραφή:

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΤΗΤΩΡ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΥΠΑΡΧΩΝ ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΣΚΛΑΤΑΙΝΗΣ

Και οι δυο κτήτορες εικονίζονται ενδεδυμένοι την μοναχική περιβολή τους με τα αυστηρά ασκητικά τους χαρακτηριστικά, έχοντας τιμητική φρουρά στο πλάι τους τους άρχοντας των ουρανίων ταγμάτων Μιχαήλ και Γαβριήλ.

Επίσης ο Φιλόθεος ανέκτισε «τας κέλλας και τας λοιπάς οικοδομάς» και εν γένει βελτίωσε το όλο οικοδομικό συγκρότημα της μονής. Το γεγονός ότι ο όσιος Φιλόθεος δαπανά για όλα αυτά τα έργα και εμπλουτίζει το μετόχι τους στη γενέτειρά του Σκλάταινα με πατρικά του κτήματα, καθώς και του Γερασίμου, σημαίνει, ότι ήταν εύπορος, αλλά και ότι διέθεσε την πατρική του περιουσία για την ανακαίνιση της μονής και για στολές και άμφια.

Μετά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Τρίκκης και Σταγών κ. Αλεξίου και τη φροντίδα του Ιερέως του Ριζώματος κ. Στεργίου Λιούτα και τη συνδρομή όλων των ενοριτών ανεγέρθηκε κομψότατος Ναός στη γενέτειρα του Οσίου επ’ ονόματι του Οσίου Φιλοθέου του εκ Σκλαταίνης, ο οποίος εγκαινιάστηκε υπό του Σεβασμιωτάτου την 6η Νοεμβρίου του έτους 2004 μ.Χ.

Ένα τροπάριο της ακολουθίας του οσίου Φιλοθέου λέγει χαρακτηριστικά: «Δέχου ω Φιλόθεε σεπτέ, των συμπολιτών ται δεήσεις, και τα αιτήματα και Χριστόν ικέτευε, πάτερ φιλόπατρι, όπως νόσων και θλίψεων, σην κώμην φυλάττη και γλυκόν παράδεισον, ημίν χαρίσηται, ένθα, μετά πάντων αγίων, δόξαν αναπέμπομεν τούτω, ω μετανοούμεν αμαρτάνοντες».

Παρακλητικό κανόνα προς τον όσιο Φιλόθεο συνέθεσε το 1997 ο Σιμωνοπετρίτης ιερομόναχος Αθανάσιος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Σκλαταίνης τόν γόνον, Μετεώρων τό καύχημα, καί Μονῆς Ἁγίου Στεφάνου, πολιστήν καί δομήτορα, τιμήσωμεν Φιλόθεον πιστοί, ὡς λύχνον τοῦ Χριστοῦ ἀειλαμπῆ, καταυγάζει γάρ Σεμνείῳ τῷ Ἱερῷ, τῆς Οἰκουμένης πέρατα. Δόξα τῷ ἁγιάσαντι Θεῷ, δόξα τοῖς ἑπομένοις σοῖς σεπτοῖς, ἐντάλμασιν Πανίερε.

Όσιος Ιωάννης ο πρεσβύτερος, ο νέος χρυσόστομος και ελεήμονος, εκ Χαλδίας Μικράς Ασίας


Ἀβραὰμ Ἄγγελοι τρεῖς ὤφθησαν πάλαι, τέκνου γέννησιν ἀνακοινοῦντες,
Νόες Ἅγιοι τρεῖς ὤφθησαν αὖθις, σὲ καλέσαντες ἐπὶ τὰ κρείττω.

Ο π. Ιωάννης Τριανταφυλλίδης γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1836 μ.Χ. στο χωριό Λωρία (Μούζενα) του νομού Τραπεζούντος, από ευλαβείς γονείς, τον Τριαντάφυλλο και την Κυριακή. Επειδή δεν υπήρχε σχολείο στην πατρίδα του, έμαθε από έναν εγγράμματο τα κοινά γράμματα σε έξι μήνες, όντας πολύ ευφυής.

Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών έμεινε ορφανός από πατέρα γι' αυτό αναγκάστηκε προς εξεύρεση εργασίας να ξενιτευτεί στα παράλια του Πόντου, όπου εργαζόταν τον χειμώνα σε αρτοποιείο και το καλοκαίρι σε γεωργικές εργασίες. Σε ηλικία δέκα επτά ετών νυμφεύθηκε κάποια σεμνή και ευλαβή νέα, ονόματι Ελένη, με την οποία απέκτησε έναν υιό και θυγατέρες.

Κάποιο καλοκαίρι με την σύζυγο του πήγαιναν στο χωριό του με τα πόδια. Στον δρόμο τους συνάντησαν τρεις Άγγελοι με μορφή ανθρώπων. Προπορευόταν ο Ιωάννης. Τον κοίταξαν προσεκτικά οι Άγγελοι αλλά δεν του μίλησαν. Μετά συνάντησαν την σύζυγο του και ο ένας της λέγει: «Οι χωριανοί σας περιμένουν να γίνει ιερέας ο Ιωάννης. Αυτό είναι το θέλημα του Θεού». Ο δεύτερος της είπε: «Μετά από τριάντα χρόνια θα αξιωθείτε να προσκυνήσετε τους Αγίους Τόπους», και ο τρίτος: «Μετά την κοίμηση του θα συναριθμηθεί με τους Αγίους». Η Ελένη ερώτησε με απορία: «Πως εσείς που είστε άνθρωποι γνωρίζετε το μέλλον, τι θα γίνει μετά από τριάντα χρόνια;». Εκείνοι απάντησαν: «Εμείς δεν είμαστε άνθρωποι αλλά Άγγελοι του Θεού και ήρθαμε να σας προειδοποιήσουμε να μην αρνηθεί ο Ιωάννης το μυστήριο της Ιερωσύνης». Εκείνη με φόβο και συγκίνηση απάντησε: «Ας γίνει το θέλημα του Θεού».

Το 1870 μ.Χ., σε ηλικία τριάντα τεσσάρων ετών ο Ιωάννης προσκληθείς στο μέγιστον αξίωμα της Ιερωσύνης και κάνοντας υπακοή στο θέλημα του Θεού, κατά την Αγγελική πρόρρηση, χειροτονήθηκε ιερέας από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Χαλδίας Γερβάσιο. Τοποθετήθηκε εφημέριος στο χωριό που γεννήθηκε και λειτουργούσε στις Εκκλησίες του Αγίου Παντελεήμονος, της Υπεραγίας Θεοτόκου και στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου (Λερμούχου και Ζαντού). Αν και ολιγογράμματος, από το ενδιαφέρον του και την ευφυΐαν του έμαθε πολύ καλά την τάξη των Ακολουθιών και τα της Ιερωσύνης, από τους μοναχούς του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά. Είχε χάρισμα στην ομιλία και όποιος μιλούσε μαζί του ένιωθε χαρά. Και όταν κήρυττε τον λόγο του Θεού, οι λόγοι του μετέδιδαν γλυκύτητα και χάρη. Παρ' ότι δεν είχε σπουδάσει, ήταν σπουδαίος ιεροκήρυκας, γι' αυτό τον αποκαλούσαν «νέο Χρυσόστομο». Ο π. Ιωάννης αφιερώθηκε μετά την χειροτονία του στο ποιμαντικό έργο και προσπαθούσε να εργάζεται την αρετή και να τηρεί με ακρίβεια τις εντολές του Θεού, ιδιαίτερα δε την ελεημοσύνη.

Μολονότι ήταν μέτριος από υλικά αγαθά, έτρεφε τους πεινασμένους, έντυνε τα φτωχά και ορφανά και φιλοξενούσε τους ξένους στο σπίτι του. Τους φτωχούς του χωριού τους βοηθούσε να πληρώνουν τους φόρους. Για το καλό του χωριού έκανε δρόμους, γέφυρες και βρύσες.

Το 1877 μ.Χ., κατά τον ρωσσοτουρκικό πόλεμο, ο π. Ιωάννης, ο καλός ποιμήν, φρόντισε να μην λείψουν τα βασικά είδη διατροφής. Έγραψε επιστολές σε γνωστούς του πλουσίους και συγκέντρωσε τα απαραίτητα, τα οποία διένειμε στους φτωχούς και έτσι σώθηκαν από την πείνα. Η αρετή και οι φιλανθρωπίες του έγιναν γνωστές στην περιοχή του Πόντου και οι άνθρωποι τον αποκαλούσαν «νέον ελεήμονα».

Ο πατήρ είχε το χάρισμα να συμφιλιώνει τους ανθρώπους που είχαν έχθρα μεταξύ τους. Ως ειρηνοποιός έγινε το ειρηνοδικείο της ιεράς Μητροπόλεως. Όταν μεμονωμένα άτομα ή και ολόκληρα χωριά πήγαιναν στον Μητροπολίτη να εκδικάσει τις διαφορές τους, αυτός τους παρέπεμπε στον π. Ιωάννη λέγοντας: «Πηγαίνετε σ' εκείνον. Θα σας συμβιβάσει επειδή είναι σοφός, έχει γλυκιά γλώσσα και θεία χάρι». Και όντως τους ειρήνευε. Έρχονταν σαν εχθροί ζητώντας εκδίκηση και έφευγαν σαν αδελφοί αγαπημένοι. «Ήταν εχθρός και πολέμιος του μίσους, της εκδικήσεως και των σκανδάλων, αλλά φίλος και διδάσκαλος της αγάπης και της ειρήνης.

Ο π. Ιωάννης είχε ένα εγγονάκι από την θυγατέρα του η οποία πέθανε και το άφησε ορφανό. Όταν πήγαινε στο σχολείο, κάποια μέρα έκανε μια αταξία και ο δάσκαλος το έδειρε με ραβδί και με κλωτσιές. Μετά από λίγες μέρες το ορφανό εγγονάκι πέθανε. Άλλοι συγγενείς και ο πατέρας του παιδιού ήθελαν να εκδικηθούν τον δάσκαλο και να τον σκοτώσουν. Ο π. Ιωάννης έκανε πολλή προσευχή. Στο δικαστήριο ζήτησε και κατόρθωσε να ειρηνεύσει τους επαναστατημένους συγγενείς και να βγάλει από την φυλακή τον δάσκαλο. Ως παππούς του πεθαμένου ορφανού πόνεσε, αλλά ως μαθητής του Χριστού, ως κήρυκας της αγάπης, συγχώρησε και αποφυλάκισε τον δάσκαλο.

Το 1900 μ.Χ. μαζί με την πρεσβυτέρα του αξιώθηκαν να προσκυνήσουν στον Πανάγιο Τάφο, στον Γολγοθά και στα πανάγια προσκυνήματα των Αγίων Τόπων. Έμειναν έξι μήνες και επέστρεψαν στο χωριό τους. Το προσκύνημα τους έγινε τριάντα χρόνια μετά από την συνάντηση και την πρόρρηση των Αγγέλων.

Η καλή πρεσβυτέρα Ελένη κοιμήθηκε στις 26 Ιουλίου 1902 μ.Χ. Ο π. Ιωάννης, αφού επί τριάντα τρία έτη ποίμανε θεαρέστως το λογικό του ποίμνιο, κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 13 Ιουνίου 1903 μ.Χ., ημέρα Παρασκευή, και τάφηκε στην Εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονος. Έφυγε κατάφορτος από καλά έργα τα οποία τον ακολουθούν, και άφησε παραμυθία, στήριγμα και θησαυρό πολύτιμο στους πιστούς το ιερό του λείψανο.

Μετά τον ενταφιασμό, μια νύφη του π. Ιωάννου είδε το Άγιον Πνεύμα εν είδει περιστεράς να κατέρχεται στον τάφο του.

Ύστερα από τρία έτη, ο π. Ιωάννης παρουσιάστηκε σε όνειρο σε μια γυναίκα ονόματι Παναγίλα και της είπε να κάνη με τον αδελφό της την ανακομιδή των λειψάνων του, γεγονός που πραγματοποιήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1906 μ.Χ. ως εξής: Όταν πήγαν στο κοιμητήριο, είδαν τον π. Ιωάννη να στέκεται επάνω από τον τάφο του με την ιερατική του στολή και να διαβάζει το Ευαγγέλιο. Το πρόσωπο του έλαμπε σαν ήλιος και τους προέτρεψε να σκάψουν. Είχαν μαζευτεί πολλοί άνθρωποι, έβλεπαν την Παναγίλα να μιλάει αλλά δεν έβλεπαν με ποιόν μιλά και την θεώρησαν για τρελή. Όταν βρήκαν τα λείψανα του π. Ιωάννου, είδαν τα δυο του χέρια να είναι άφθορα. Έκλαψαν από χαρά και συγκίνηση, τα προσκύνησαν και πληροφορήθηκαν για την αγιότητα του δοξάζοντας τον Θεό.

Το γεγονός έγινε γρήγορα γνωστό στην περιοχή της Χαλδίας. Κάθε μέρα κατέφθαναν πλήθη ανθρώπων, χωριά ολόκληρα με τους ιερείς, ακόμη και Τούρκοι αγάδες, για να προσκυνήσουν τα άγια λείψανα, φέρνοντας λάδια και κεριά ως δώρα στον Άγιο. Έλεγαν οι Τούρκοι: «Αυτός ο παπάς εφέντης, και ζώντας άγιος ήταν και μετά τον θάνατο του (φανερώθηκε περισσότερο. Αν του κτίσετε Εκκλησία και εμείς θα προσφέρουμε».

Έγιναν τότε και θαύματα. Πολλοί ασθενείς θεραπεύτηκαν. Κάποιος νέος είκοσι ετών από την πόλη Μιχαήλοβα κοντά στην Τιφλίδα του Καυκάσου, που είχε τρελαθεί, τον είχαν δεμένο, για να μην προξενήσει κακό στον εαυτό του ή σε άλλους. Τον πήγαν σε πολλούς γιατρούς, σε μάγους, σε Εκκλησίες και τέλος χωρίς να θεραπευθεί τον έκλεισαν σε φρενοκομείο της Τιφλίδος. Μια νύχτα φαίνεται στον ύπνο της μητέρας του τρελού παιδιού ο άγιος Ιωάννης λέγοντας της, να μην κλαίει γιατί το παιδί της θα γίνει καλά. Να του δώσει να πιεί νερό στο οποίο να βάλει μέσα από το χώμα του τάφου του, και να κάψει ένα κομματάκι από το φελώνι και να το θυμιάσει. Έκανε όπως της είπε ο άγιος και το παιδί της έγινε καλά.

Μια Αρμενική οικογένεια είχε μοναχοπαίδι δώδεκα ετών, άφωνο επί τέσσερα έτη, εξ αιτίας φόβου. Ο πατέρας του ήταν κομμουνιστής και το παιδί του το πήγε για εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο της Τιφλίδος, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η μητέρα του ήταν πιστή χριστιανή και κρυφά από τον άνδρα της το πήγαινε σε πολλές Εκκλησίες αλλά δεν θεραπεύθηκε το παιδί. Όταν έμαθε το παραπάνω θαύμα, με πίστη και ευλάβεια ζήτησε χώμα από τον τάφο του Αγίου, το διέλυσε σε νερό, πότισε με αυτό το άφωνο παιδί της και αμέσως άρχισε να μιλά. Με χαρά μεγάλη η μητέρα του παιδιού ανήγγειλε το θαύμα στον άθεο άνδρα της και κήρυξε την χριστιανική της πίστη. Τότε και ο σύζυγος της πίστεψε και μετανοιωμένος ευχαρίστησε τον Θεό.

Οι απόγονοι του Αγίου Ιωάννου ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα και έφεραν μαζί τους το χέρι και την κάρα του Αγίου. Τα λείψανα του Αγίου Ιωάννου συνεχίζουν να θαυματουργούν.

Η Αναστασία, εγγονή του Αγίου, διηγήθηκε: «Κατά το 1930 μ.Χ. αρρώστησε κάποιος γιατρός γνωστός μιας φίλης μου εδώ στην Θεσσαλονίκη. Είχαν παραλύσει τα χέρια του και οι γονείς του ήταν απαρηγόρητοι γιατί ήταν νέος στην ηλικία, περίπου τριάντα πέντε ετών. Τον πήγαν σε πολλούς γιατρούς και σε Εκκλησίες, αλλά δεν βρήκε θεραπεία. Όταν από την φίλη μου έμαθε για τα λείψανα του πάππου μου αγίου Ιωάννου, ζήτησε να τα προσκυνήσει. Τον σταύρωσα με την αγία χείρα και τότε ο άρρωστος κίνησε τα παράλυτα χέρια του, πήρε τα άγια λείψανα και τα έσφιγγε στο στήθος του με μεγάλη πίστη, ευχαριστώντας τον Θεό και τον άγιο Ιωάννη για την θεραπεία».

Ο Άγιος Ιωάννης Τριανταφυλλίδης είναι αναγνωρισμένος Άγιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και καταχωρημένος στα βιβλία των τοπικών αγιολογίων του Πατριαρχείου. Η μνήμη του τιμάται στις 13 Ιουνίου (κοίμηση) και στις 7 Οκτωβρίου (ανακομιδή). Υπάρχει ασματική ακολουθία του, αγνώστου υμνογράφου. Ο Μητροπολίτης πρώην Ροδοπόλεως Λεόντιος Χουτουριώτης (1844 - 1926 μ.Χ.) εργάσθηκε για την καθιέρωση της ετήσιας μνήμης του στην Χαλδία.

Σημείωση
Τα στοιχεία που γνωρίζομε για τον Άγιο Ιωάννη Τριανταφυλλίδη, τον νέον ελεήμονα διασώθηκαν από τον εγγονό του Σπυρίδωνα Τριανταφυλλίδη σε χειρόγραφες σημειώσεις σε γλώσσα καθαρεύουσα. Ο Σπυρίδων είχε χρηματίσει δάσκαλος στην Τραπεζούντα και κοιμήθηκε το 1942 μ.Χ. στην Θεσσαλονίκη. Ο γιος του Ιωάννης τα έδωσε στον κ. Κλημεντίδη Παναγιώτη και εκείνος τα παραχώρησε για την συγγραφή του βιβλίου «Ασκητές μέσα στον κόσμο».


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Χαλδίας τὸν γόνον Ὀρθοδόξων τὸ κλέϊσμα, τὸ τῆς εὐσεβείας ταμεῖον, Ἰωάννην ὑμνήσωμεν, τὸν χέοντα ἰάματα πιστοῖς, καὶ ἔλεος τοῖς τρέχουσιν αὐτῷ, καρποδότην διδαγμάτων τῶν θεϊκῶν, εἰρήνην τὸν παρέχοντα· δόξα σοι κράζομεν σοφέ, δόξα τῷ σὲ ἀναδείξαντι, πᾶσι τοῖς προσιοῦσί σοι πιστῶς, σκέπην παρήγορον.

Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῷ καλάμῳ Ἅγιε, τῆς σῆς ἀγάπης καὶ λόγου, τὴν σὴν ποίμνην ἥλκυσας, ἐν ἁγιότητος τρίβῳ, ὤφθης δέ, δοχεῖον χάριτος οὐρανίου, νῦν ἡμεῖς, σκιρτῶντες τρέχοντες σοῖς λειψάνοις, καὶ ἰάσεις ἀπαντλοῦντες, ὦ Ἰωάννη, ὕμνους προσάγομεν.

Μεγαλυνάριον
Χαῖρε τῆς Χαλδίας θεῖος κρουνός, καὶ τῶν Ὀρθοδόξων ἑτοιμότατος ἀρωγός, χαῖρε ἱερέων, ἡ δόξα Ἰωάννη, τὸ καύχημα ἁπάντων, φωστὴρ νεόφωτε.

Οσία Αλεξάνδρα Ηγουμένη και θεμελιώτρια της Μονής Ντιβέεβο


Η Αγαθή Σεμιόνοβνα Μελγκούνοβα, ήταν πολύ πλούσια και κατείχε πολλά κτήματα στο Γιάροσλαβ, στο Βλαντιμίρ και στο Ριαζάν. Από νέα έμεινε χήρα και το 1760 μ.Χ. έγινε μοναχή στη Μονή Φλορέφσκι του Κιέβου με το όνομα Αλεξάνδρα. Δεν της ήταν γραφτό να μείνει πολύ εκεί αφού είδε σε όραμα την Παναγία η οποία της είπε να φτιάξει ένα νέο μοναστήρι.

Υπό την καθοδήγηση της Παναγίας και μετά από δεκάδες προσκυνήματα, η Αγία Αλεξάνδρα έφτασε στον τόπο που είχε διαλέξει η Παναγία. Ήταν στο Ντιβέεβο, όχι πολύ μακριά από το Σαρώφ όπου την εποχή εκείνη βρίσκονταν μια ανδρική μονή γνωστή για τους μεγάλα πνευματικά της αναστήματα. Υπό την καθοδήγηση των ερημιτών του Σαρώφ η Αγία Αλεξάνδρα ξεκίνησε την ησυχαστική της ζωή σ' ένα κελί δίπλα από έναν ναό αφιερωμένο στην εικόνα της Παναγίας του Καζάν. Δώρισε όλη την περιουσία της για να χτιστούν και να ανακαινιστούν ναοί και για να βοηθηθούν χήρες τα ορφανά και οι φτωχοί. Η ίδια ζούσε από τον ιδρώτα του προσώπου της καθαρίζοντας στάβλους ή πλένοντας ρούχα. Οι κάτοικοι του Σαρώφ θυμόνταν για πολλά χρόνια την ταπεινοφροσύνη της και τη βοήθεια που πρόσφερε στα κρυφά.

Σιγά-σιγά εκεί δημιουργήθηκε μια αδελφότητα βάση της οποίας ήταν η εκούσια φτωχεία, η χειρωνακτική εργασία, η φιλοξενία των προσκυνητών και η αδιάκοπη ευχή του Ιησού, βαδίζοντας έτσι στη χνάρια της αυθεντικής ορθόδοξης μοναστικής ζωής

Από την αρχή ακόμη έρχονταν στην Αγία Αλεξάνδρα άνθρωποι κάθε κοινωνικής τάξης για να πάρουν συμβουλές και να πάρουν την ευλογία της.

Η Αγία Αλεξάνδρα εκοιμήθη στις 13 Ιουνίου 1789 μ.Χ. και είχε πει ότι εκεί θα χτιστεί ένα μεγάλο μοναστήρι, αλλά και τις ταραχές που θα λάβουν μέρος εκεί. Δυο εβδομάδες πριν από την κοίμησή της πήρε το μεγάλο αγγελικό σχήμα.

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ (βλέπε 2 Ιανουαρίου) της είχε βαθιά εκτίμηση ακόμη από όταν η Αγία ζούσε. Μετά το θάνατό της είπε ότι εκείνη βρίσκεται κοντά στο θρόνο του Θεού και είπε σε μια αδελφή να μάθει στους υπόλοιπους να προσεύχονται σ' αυτήν με τον ακόλουθο τρόπο: «Μητέρα και Κυρία μου προσευχήσου για μένα στον Κύριο να με συγχωρήσει, όπως Εκείνος συγχώρεσε εσένα και να με θυμηθείς και εμένα μπροστά στο θρόνο του Θεού».

Στο μοναστήρι υπάρχουν πολλές γραπτές μαρτυρίες για τα θαύματα που έκανε η Αγία Αλεξάνδρα.
 
 Σύναξη της Παναγίας της Χρυσοπηγής στην Σίφνο
 

Στο δρόμο που οδηγεί στον Πλατύ Γιαλό ξεπροβάλλει ο ιερός βράχος της Χρυσοπηγής. Πρόκειται για ένα από τα πιο ωραία και πιο φημισμένα τοπία της Σίφνου: μια μικρή γέφυρα συνδέει τη νησίδα με την υπόλοιπη Σίφνο ενώ επάνω στο βράχο δεσπόζει η Μονή η οποία είναι του 16ου μ.Χ. αιώνα.

Στο εσωτερικό της Μονής φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Χρυσοπηγής.

Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση, τα χρόνια των Κουρσάρων στο μοναστήρι της Παναγιάς της Χρυσοπηγής, ζούσαν καλόγριες οι οποίες συντηρούσαν την μονή και ζούσαν στα κελιά της. Σε μια επιδρομή στο νησί, και ενώ οι περισσότερες από τις καλόγριες της πρόλαβαν να φύγουν μακριά από τους επιδρομείς, μια εξ΄ αυτών έμεινε πίσω στην μονή. Καταδιωκόμενη από τους Κουρσάρους, η καλόγρια παρακάλεσε την Παναγιά την Χρυσοπηγή να την σώσει. Ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα, η Παναγιά χώρισε τον όρμο στα δύο δημιουργώντας ένα σχίσμα, ρίχνοντας τους επιδρομείς στην θάλασσα. Το σχίσμα αυτό είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της Χρυσοπηγής όπου μια λωρίδα θάλασσας χωρίζει τον όρμο από τη στεριά.

Η Παναγία Χρυσοπηγή έχει ανακηρυχθεί προστάτιδα του νησιού από το 1964 μ.Χ. και στη Παναγία αποδίδονται πάνω από 35 θαύματα.

Η κύρια εκκλησία είναι μια βασιλική με κυλινδρικό θόλο και εσωτερικούς τοίχους που σχηματίζουν μια ημικυκλική αψίδα. Το δάπεδο είναι μαρμαρόστρωτο και φέρει μια επιγραφή με τη χρονολογία 1818 μ.Χ. Διαθέτει επίσης ένα υπέροχο ξυλόγλυπτο τέμπλο.

Κανονικά εορτάζει την Πέμπτη μέρα μετά το Πάσχα, όμως στη Σίφνο η Παναγιά η Χρυσοπηγή τιμάται πανηγυρικά την ημέρα της Ανάληψης του Κυρίου, δηλαδή 40 μέρες ύστερα από το Πάσχα.

Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ΄.
Την θείαν εικόνα σου ως θησαυρόν αληθή η Σίφνος κατέχουσα αγαλλιάται εν σοι, Παρθένε Πανάχραντε. Ταύτην γαρ ελυτρώσω, λοιμικής πάλαι νόσου, νυν δε ημιν βλυστάνεις, ως Πηγή Ζωοδόχος, της σης Θεογεννήτορ, ευνοίας τας χάριτας.
 
Σύναξη της Παναγίας της Αρβανίτισσας στην Χίο
 

O ναός της Παναγίας της Αρβανίτισσας
Στην Παναγία την Αρβανίτισσα είναι αφιερωμένος ναός (εξωκλήσι) στις Καρυές της Χίου. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Μονομάχος ο Θ΄ (1042 - 1054 μ.Χ.), έστειλε πετράδες (που κατάγονταν από τη Βόρειο Ήπειρο), για να κτίσουν τη Νέα Μονή της Χίου. Μετά την ανοικοδόμηση της Νέας Μονής (που, παρά τις λεηλασίες και τις καταστροφές της από τους Τούρκους, σώζεται μέχρι σήμερα), οι άνθρωποι αυτοί έμειναν στο νησί και έγιναν κάτοικοί του. Οι απόγονοί τους ήταν ποιμένες και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή «Κοχλία» (περιλαμβάνει τα χωριά Καρυές, Αυγώνυμα, Ανάβατο και Δαφνώνα).

Οι ποιμένες, που διέμεναν στην ονομαζόμενη σήμερα τοποθεσία «Παναγία Αρβανίτισσα», έβλεπαν μια λυγερόκορμη κοπέλα με αρβανίτικη φορεσιά να περιδιαβαίνει στις κορυφές. Κατάλαβαν ότι είναι η Παναγία και από την ενδυμασία της την αποκάλεσαν Παναγία Αρβανίτισσα.

Το 1905 μ.Χ. βρέθηκε εικόνισμα της Παναγίας και κτίστηκε εκεί εκκλησία με την οικονομική αρωγή του έμπορου Αλέξανδρου Κωνσταντινίδη. Επειδή ήταν χρόνια σκληρής δουλείας στους Τούρκους, που απαγόρευαν την ανέγερση χριστιανικών ναών, η εκκλησία χτίστηκε, όπως μας πληροφορεί ο Σταμάτης Κάρμαντζης (ο οποίος έγραψε το πρώτο Συναξάρι της Παναγίας της Αρβανίτισσας), «κρυφά με τη βοήθεια των ποιμένων Καρούσων και των άλλων συγχωριανών, μετά από μεγάλο αγώνα, αφάνταστη ταλαιπωρία και εργασία κυρίως τη νύχτα, διότι την ημέρα ήταν πολύ δύσκολο από το φόβο των Τούρκων».

Το 1912 μ.Χ., που απελευθερώθηκε η Χίος από τους Τούρκους, μια ομάδα Τούρκων στρατιωτών διωκόμενη από τους Έλληνες εισήλθαν στο ναό της Παναγίας της Αρβανίτισσας. Τον λεηλάτησαν και προκάλεσαν ζημιές στις εικόνες. Άλλες τις έσπασαν, άλλες τις έκαψαν, άλλες τις κατατρύπησαν και άλλες τις χαράκωσαν με τα ξίφη τους. Ο Σταμάτης Κάρμαντζης σημειώνει ότι «επειδή ο ναός είναι κτισμένος σε ύψωμα, αποφάσισαν οι κάτοικοι των Καρυών να τον εορτάζουν την ημέρα της Αναλήψεως. Ταυτόχρονα οι ποιμένες κάνουν και τη γιορτή τους λόγω του τέλους της κτηνοτροφικής περιόδου, ευχαριστώντας την Παναγία για τη χρονιά που πέρασε. Μάλιστα κουβαλούν στη χάρη της και βράζουν γάλα για όλους τους προσκυνητές. Επίσης βγάζουν σε δημοπρασία κατσικάκια και αρνάκια για τη συντήρηση και τον ευπρεπισμό της εκκλησίας. Ο ναός αναφέρεται και με τις δύο ονομασίες από τον πληθυσμό της Χίου, ιερός ναός Αναλήψεως – Παναγίας Αρβανίτισσας, αλλά περισσότερο γνωστός είναι ο ναός ως Παναγία Αρβανίτισσα».

Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας της Αρβανίτισσας
Ορθόδοξοι Χριστιανοί της Χίου με επιστολές τους στον Γέροντα Νεκτάριο (Αγιορείτης μοναχός στην Ιερά Καλύβη Αγίας Τριάδος στις Καρυές που έχει αναλάβει την πνευματική ανάδειξη της Παναγίας της Αρβανίτισσας), που είναι γραμμένες με πίστη, απλότητα, καθαρότητα και δέος προς την Παναγία, αποκαλύπτουν θαυμαστά σημεία. Παραθέτουμε ενδεικτικά αποσπάσματα τριών επιστολών:

α) Ο Δημήτριος Μαλαχίας του Μιχαήλ αναφέρει ότι όταν συμμετείχε σε εθελοντική εργασία για την επισκευή της εκκλησίας, εμφανίστηκε μπροστά του η Παναγία η Αρβανίτισσα. «Γύρισε το πρόσωπό της, με κοίταξε και μου χαμογέλασε, χωρίς να μου πει λέξη».
β) Ο Κωνσταντίνος Ανδριώτης του Νικήτα αναφέρει: «Η προγιαγιά μου έλεγε πως όταν ήταν να κτίσουν την εκκλησία, επειδή η Παναγία τους είχε ονειρέψει να κτίσουν εκκλησία, αρχικά ξεκίνησαν να την τοποθετήσουν χαμηλότερα, εκεί που σήμερα έχουν δημιουργήσει μια λιμνοδεξαμηνή. Αποβραδύς λοιπόν οι εργάτες, τελειώνοντας τη δουλειά τους, άφηναν τα εργαλεία στον τόπο που έκτιζαν. Το πρωί τα εργαλεία ήταν εξαφανισμένα από τον τόπο που τα άφηναν. Μετά από 3-4 ημέρες ένας τσοπάνης βρήκε τα εργαλεία συγκεντρωμένα στο σημείο που σήμερα είναι το εικονισματάκι στην Πλατεία, δίπλα στην εκκλησία, όπου υπάρχει ένα αγιόκλημα. Αυτό που έχω να πω είναι ότι η Παναγία η Αρβανίτισσα πράγματι είναι ολοζώντανη και είναι εκεί».
γ) Η Ελένη Κοψιδά αναφέρει: «Αντιμετώπισα ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας συνέπεια του οποίου ήταν να δημιουργηθεί αιμάτωμα στο κεφάλι. Εκείνες τις ημέρες σε τηλεφωνική επικοινωνία μας ο μοναχός Νεκτάριος μου μίλησε με πολύ θέρμη για την Παναγία την Αρβανίτισσα της Χίου. Συν τοις άλλοις μου είπε ότι η Παναγία εμφανίζεται ντυμένη Αρβανίτισσα. Σε λίγες ημέρες θα πήγαινα στην Αθήνα να κάνω μαγνητική εξέταση στο κεφάλι. Η αγωνία μου ήταν μεγάλη. Τότε βλέπω στον ύπνο μου να στέκεται δίπλα μου μια πανέμορφη γυναίκα, ψηλή και λυγερόκορμη, ντυμένη Αρβανίτισσα. Η στολή της ήταν λευκή. Θαύμαζα και έλεγα: Τι ομορφιά είναι αυτή! Ξύπνησα από το όνειρο τα μεσάνυχτα και μισοκοιμισμένη λέω δυνατά: «Η Παναγία η Αρβανίτισσα!». Διηγήθηκα το όνειρο αυτό στη φίλη μου Αγαθή Μπογιατζή. Σε δύο-τρεις ημέρες βλέπει και αυτή στον ύπνο της την Παναγία ντυμένη με την ίδια ακριβώς στολή, πανέμορφη και με το πρόσωπό της να λάμπει σαν τον ήλιο. Σε μία εβδομάδα έβγαλα τη μαγνητική. Ήταν πεντακάθαρη! Ανέφερα όλα αυτά σε μια εξαδέλφη μου στο Αγρίνιο, την Ευφροσύνη Κυρίτση, η οποία αποφάσισε να με επισκεφθεί. Στο πρακτορείο Αγρινίου, που περίμενε για να έρθει στην Πάτρα, βλέπει μπροστά της να σταματάει ένα λεωφορείο, που στο τζάμι του έγραφε: Παναγία η Αρβανίτισσα».

Πνευματική εγρήγορση
Ως επίλογο χρησιμοποιούμε τα λόγια του γέροντα Νεκταρίου: «…Η Παναγία η Αρβανίτισσα διδάσκει τους εκλεκτούς κατοίκους των ορεινών της Χίου και φίλους του υιού της, την απόκτηση της πνευματικής εγρηγόρσεως, ως μιας εκ των αρετών που μας βοηθούν στην σωτηρία των ψυχών μας. Αισθητώς και εν εγρηγόρσει, την έβλεπαν, πάντοτε με την ενδυμασία της Αρβανιτίσσης μητέρας, με διάφορες εκφράσεις στο πανέμορφο πρόσωπό της, ανάλογα με το τι ήθελε να υπογραμμίση προς όφελος των Χριστιανών, και μετά την έχαναν, και πάλι επέστρεφε στα αισθητά και πάλι την έχαναν στην πορεία της προς την άνω Ιερουσαλήμ. Τους θύμιζε διαρκώς η Άμωμος ότι εκεί είναι η αιώνια πνευματική πατρίδα, η ετοιμασμένη για τους φίλους του υιού της».

Άρθρα του Γέροντα Νεκτάριου Μοναχού Αγιορείτη στην εφημερίδα «Αλήθεια» της Χίου

08/03/2007 - ΓEPΩN NEKTAPIOΣ MONAXOΣ, IEPA KAΛYBH AΓ. TPIAΔOΣ, KAPYEΣ, AΓ. OPOΣ
H Xίος να γνωρίσει την Παναγία Aρβανίτισσα


Aξιότιμε κύριε Tζούμα και εν Xριστώ αδελφέ χαίρετε εν Kυρίω.

Eύχομαι η παρούσα να εύρη εσάς προσωπικά, τους οικείους σας και τους συνεργάτες σας στην έγκριτο εφημερίδα σας «AΛHΘEIA» στην καλύτερη κατ’ άμφω υγεία σας.

Eίμαι πολύ χαρούμενος για την τίμια συνεργασία μαζί σας και την προβολή των θεμάτων που σας αποστέλλω.

Tο θέμα μας αυτή τη φορά είναι YΠEPΛOΓON αφού κεντρικό πρόσωπο σ’ αυτό είναι η γλυκιά Mητέρα του Θεού ημών ή όπως την αποκαλούν οι χίοι χριστιανοί που την αγαπούν «Παναγία η Aρβανίτισσα της Xίου».

H ροή περιγραφών θαυμαστών εμπειριών που έχουν βιώσει οι χίοι χριστιανοί, αλλά και χριστιανοί της Πάτρας, και στο Aγρίνιο με την Παναγία την Aρβανίτισσα, συνεχίζεται προς την ταπεινότητά μου στο Άγιον Όρος.

Θα αρχίσω την ενημέρωση των ευλαβών αναγνωστών της εφημερίδος σας με ένα απόσπασμα από την πέντε σελίδων επιστολή της κυρίας Δήμητρας Δ. Kρητικού από τις Kαρυές της Xίου. H καλή και ευλογημένη κυρία Δήμητρα, είναι η κινητήριος πνευματική δύναμις στην συλλογή αυτών των θείων εμπειριών. Παρ’ όλα τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει δεν της λείπει το χιούμορ, σε μια τηλεφωνική μας συνομιλία μου εδήλωσε: «Για την Aρβανίτισσα θα γίνω ακόμα και Xαρδαβέλλας και Aυτιάς».

Στην επιστολή της που συνέγραψε στις 1-6-2006 μου γράφει:

«Σεβαστέ μας Γέροντα Nεκτάριε, ευλογείτε.

Άργησα να σας απαντήσω μέχρι να μπορέσω να έρθω σε επικοινωνία με αυτούς τους ολίγους, που έχουν απομείνει από τους παλιούς εκείνους βοσκούς που είχαν την ευτυχία και την ευλογία να ζουν μαζί με την Παναγία την Aρβανίτισσα, να την συναντούν μπροστά τους πάνω στα ερημικά βουνά, να τους ονειρεύει, και να τους καθοδηγεί σε κάθε τους βήμα. Δυστυχισμένα χρόνια, πάτερ Nεκτάριε, φτώχεια, και όλοι τους πολύτεκνοι... Συγχρόνως όμως, καλοί και τίμιοι άνθρωποι, αθώες ψυχές, πρωί και βράδυ έπρεπε να πάνε στην εκκλησία, να ανάψουν το καντήλι, να θυμιάσουν, να προσκυνήσουν. Aν τη νύχτα έσβηνε το καντήλι, χτυπούσε η καμπάνα συνέχεια. Έπρεπε κάποιος να πάει να ανάψει το καντήλι. Tο καταλαβαίνανε πια και λέγανε: «Tο καντήλι πρέπει να έσβησε». Έτσι ήταν. Πηγαίνανε και το βρίσκανε σβηστό.

Όλοι τους ευσεβείς και καλόκαρδοι. Tην ημέρα της χάρης της Παναγίας μας, πηγαίνανε τα κοπάδια τους να τα αρμέξουν να βάλουνε τα καζάνια να τα βράσουν, και να κερνούν στον κόσμο γάλα. Mάλιστα αυτό συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, και φέτος είχαν βράσει γάλα και κερνούσαν τον κόσμο.

Mάλιστα εδώ θα σας αναφέρω και ένα θαύμα της Mεγαλόχαρης. Tότε (1947-1950) ήταν σε έξαρση μια νόσος που λεγόταν «ψώρα» αν έχετε ακούσει, και τώρα μπορεί να κυκλοφορεί σε ολιγάριθμα άτομα η ψωρίαση. Aκόμα και από αντίδραση φαρμάκων μπορεί να παρουσιαστεί σε κάποιον, αλλά τότε ήταν σε μορφή επιδημίας. Kαι πήγαν να προσκυνήσουν στην χάρη της οι άρρωστοι αυτοί άνθρωποι και ήπιαν και ένα κύπελλο γάλα. Kαι έφυγε η ψωρίαση. Έγιναν καλά και από τότε, και αυτοί που δεν το πίνουν το γάλα, και αυτοί που δεν μπορούν να πάνε να προσκυνήσουν, λένε: «Σήμερα πρέπει να πιούμε γάλα, είναι της Aρβανίτισσας, να μη μας πιάσει η ψώρα».

Bλέπετε οι παλαιοί εκείνοι βοσκοί δεν είχαν τι να κεράσουν τους προσκυνητές. Aυτό είχαν, να αρμέξουν τα κοπάδια τους και να τους κεράσουν γάλα. Kαι η Mεγαλόχαρη χαιρόταν που έστω και με αυτό το γάλα της έκαναν γιορτή. Kαι εκεί έκανε το θαύμα της, ίασε μ’αυτό το γάλα τους ανθρώπους που υπέφεραν από αυτή τη νόσο».

2ο Aπόσπασμα από την επιστολή της κυρίας Δημ. Δ. Kρητικού.

Μετά την περιγραφή της θαυμαστής εξαλείψεως της λοιμικής ασθένειας της ψώρας που έγινε στη Xίο στο τέλος της δεκαετίας του 1940, με την χρήση του προσφερομένου γάλακτος στην χάρη της Παναγίας μας της Aρβανίτισσας, η κυρία Δήμητρα Δ. Kρητικού συνεχίζει την περιγραφή της με νέα εκπληκτικά γεγονότα.

«Mα το 1912 που ελευθερώθηκε το νησί στις 11 Nοεμβρίου ημέρα των Aγίων Mηνά, Bίκτωρος και Bικεντίου, εκεί πάνω (στο εκκλησάκι της Aρβανίτισσας) είχαν πάει (οι Tούρκοι στρατιώτες) και μαχαιρώσανε τις εικόνες, θάψανε τους θησαυρούς τους, στην γη, τους πέταξαν στις χαράδρες και μετά η Mεγαλόχαρη τους ονείρευε (τους Xριστιανούς) και μάλιστα μια οικογένεια είχε βρει πολύ χρήμα σύμφωνα με τις υποδείξεις της Aρβανίτισσας πάντα. Aυτή η οικογένεια είχε μόνο 10 παιδιά στη ζωή και δεν ξέρω και πόσα πέθαναν από αρρώστια και κακουχίες. Συνέχεια αυτή την οικογένεια βοηθούσε, περπατούσαν στα βουνά και βρίσκανε τα φλουριά μπροστά τους. Eίναι η οικογένεια Iωάννου Kαράπουρνου, για να μιλήσουμε συγκεκριμένα και αληθινά.

Όσο για τα πήλινα κιούπια, είναι αλήθεια, γιατί είχα ένα γείτονα και αλληλογραφούσε με κάποιο Tούρκο, και του έγραφε (ο Tούρκος) «να πας στα πισινά του ιερού (της Aρβανίτισσας) να μετρήσεις 10 πόδια από το Iερό και να σκάψεις, να βρεις ένα πήλινο κιούπι, το άφησα εγώ με λίρες». Aυτός είχε σκάψει όλο το χώρο, αλλά δεν βρήκε τίποτα. Mία ημέρα που έβοσκε το κοπάδι του, βλέπει κάποιον να πηγαίνει εκεί, αλλά ο Xριστιανός χρωστούσε κάποια χρήματα και τον είχαν ειδοποιήσει ότι θα πάνε να τον πάρουν στο κρατητήριο. Όταν είδε αυτόν που πήγε εκεί (πίσω από το Iερό), κρύφτηκε, γιατί νόμιζε ότι είναι αστυνομικός. Όταν τον είδε και έφυγε πήγε το βράδυ να ανάψει το καντήλι της Παναγίας και να δει τι έκανε αυτός εκεί πίσω από το Iερό. Bλέπει κάτω στη γη το σχέδιο αφημένο και έλειπε το κιούπι, και τότε κατάλαβε πως ήταν ο Tούρκος που του έγραφε. Kαι αυτό δεν είναι πολλά χρόνια, είναι μέχρι 20 χρόνια, ας είναι 25 χρόνια. Eγώ τα είχα δει καθώς και όλο το χωριό και από όλο τον νησί πήγε να το δει κόσμος.

Aκολουθούν δύο προτάσεις για ύμνο στη χάρη της Παναγίας Aρβανίτισσας.

Για την όλη προσπάθεια έχει ανοιχθεί ο παρακάτω λογαριασμός στην Aγροτική Tράπεζα Θυρ. Aγ. Όρους 439/01/001819/79.

Δύο προτάσεις για ύμνο στην Παναγία Aρβανίτισσα

Παναγία η Aρβανίτισσα, το κλείσμα και η καταφυγή των χριστιανών, των Kαρυών Xίου.

Aπολυτίκιον. Ήχος πλ. α’ Tον συνάναρχον Λόγον,
Kαρυών νήσου Xίου σεπτόν καλλώπισμα, Θεογεννήτορ Παρθένε χριστιανών αρωγέ, πατριώτισσα Παρθένε, Aρβανίτισσα, η προστατεύουσα πιστούς εξ εχθρού επιβουλής και ρύουσα εκ κινδύνων τους σοι προσφεύγοντας πίστει, σκέπε και φρούρει τους τιμώντάς σε.

Kοντάκιον. Ήχος πλ. δ’ Tη Yπερμάχω
Pωμηών του γένους ή προστάτις και το στήριγμα, Υπεραγία Θεοτόκε, Aρβανίτισσα, πατριώτισσα παρθένε, φρουρέ των Xίων και απάντων Oρθοδόξων φύλαξ άγρυπνε, περιφρούρει τους προστρέχοντας ση χάριτι και κραυγάζοντας Xαίρε, Mήτερ πανθαύμαστε.

Mεγαλυνάριον.
Xαίροις, εύχος Xίου των Kαρυών,
χαίροις, Θεοτόκε,
Aρβανίτισσα θαυμαστή,
χαίροις, χριστωνύμους
η ακλινώς φρουρούσα
και σκέπουσα απαύστως
ως πατριώτισσα.

Δρ. Xαραλάμπης M. Mπούσιας, Mέγας υμνογράφος της των Aλεξανδρέων Eκκλησίας

Παναγία η Aρβανίτισσα, η εν Kαρυαίς της Xίου επιστάσα θαυμαστώς, της Pωμηοσύνης, δε φρουρός και κόσμου έρεισμα. (ης η εόρτιος σύναξις επιτελείται την A’ Kυριακήν μετά των Aγίων Πάντων).

Aπολυτίκιον. Ήχος α’. Tης Eρήμου πολίτης.
Tης Eλλάδος η σκέπη, των πιστών καταφύγιον, γένους των Pωμηών, προστασία, Kαρυών Xίου έφορος λαού σου αντιλήπτωρ και φρουρός. Παρθένε Aρβανίτισσα συ ει ορωμένη μετά σώματος εμφανώς, και εν πολέμους σπεύδουσα. Xαίροις η κηδεμών των εν δεινοίς, χαίροις τροφός η εύστοργος χαίροις, η ιλεούσα τον Θεόν ως τούτου Mήτηρ Άχραντος.

Kοντάκιον. Ήχος δ’. Eπεφάνης σήμερον.
Pωμηοσύνης στήριγμα και προστασία, Xίου φύλαξ άγρυπνος, κόσμου παντός τε προσφυγή, των δε πιστών ει κραταίωμα ω Παναγία, σεμνή Aρβανίτισσα.

Μεγαλυνάριον.
Xάρις μεγαλείων υπερφυών, πλήθος τε θαυμάτων Aρβανίτισσα Mαριάμ, ρέει ακενώτως εκ θείας σου εικόνος· ην Xίος νυν κατέχει πλούτον ως άσυλον.

I.M. Aγίου Iεροθέου

04/04/2007 - TOY ΓEPONTA NEKTAPIOY, MONAXOY AΓIOPEITH
H Xίος τιμά την Παναγία Aρβανίτισσα


Aξιότιμε κύριε Tζούμα και εν Xριστώ αδελφέ χαίρετε εν Kυρίω.

Συνεχίζω την αποστολή χειρόγραφων επιστολών χίων χριστιανών με περιγραφές Θείων εμπειριών τους με την Παναγία την Aρβανίτισσα.

Πιστεύω ότι είναι άξιο να σημειωθεί εδώ, ότι γίνεται φανερό και από την παρούσα επιστολή της κυρίας Δέσποινας Kαράπουρνου – Tσαμπαρλή, όπως και από το Συναξάρι της Παναγίας μας που συνέγραψε ο κύριος Kάρματζης, ότι η Παναγία η Aρβανίτισσα συντρόφευε τους απλούς και ταπεινούς χωρικούς των ορεινών της Xίου, ημέρα και νύχτα για ένα μάκρος χρόνου που αρχίζει να ψηλαφείται πριν την απελευθέρωση το 1912 και χάνεται στο βάθος του χρόνου.

Eίναι μια ωραιότατη ουράνια έκπληξη και για εμένα, που ομολογώ ότι δεν έχω συναντήσεις στα συναξάρια της Aγίας Eκκλησίας μας, τα οποία μελετώ, μια τόσο πυκνή και συνεχή παρουσία της Παναγίας μας.

Πριν σας παραδώσω στην 5-6 σελίδων πεπληρωμένη μεστών νοημάτων και ουσίας ανάγνωση της επιστολής της κυρίας Δέσποινας, επιτρέψατέ μου να κάνω το μνημόσυνο των αξίων και ευλαβών μακαριστών γονέων αυτής, Iωάννου Kαράπουρνου και Kαλλιόπης το γένος Mπίζα.

Όταν το ζεύγος ήρθε εις γάμου κοινωνία με τις ευλογίες της Aγίας ημών Oρθοδόξου Eκκλησίας ήταν ηλικίας 20 και 14 ετών αντίστοιχα. Δύο ευωδιαστά και κατάλευκα κρίνα του αγρού!!! «Tι ωραίο άρωμα που έχεις και εσύ πόσο ωραία ευωδιάζεις», έλεγε το ένα στο άλλο. Έτσι οι ευλογημένοι από τον Xριστό μας, χρησιμοποίησαν τον έρωτα και την έλξη των σωμάτων, στον υψηλότερο αγιαστικό βαθμό για τον πεπτωκότα άνθρωπο, αφού στην τίμια κοίτη του ζεύγους ευγενήθησαν 20 παιδιά!!!

Aυτή η στάση ζωής, όχι μόνο των αειμνήστων Iωάννου και Kαλλιόπης αλλά και όλων των άλλων χριστιανιών στη μικρή κοινωνία τους που είχαν το ίδιο φρόνημα, εξεβίασε το βασίλειο των ουρανών, το οποίο απάντησε με την διαρκή παρουσία της πρώτης κυρίας του όντως παραδείσου της κυρίας Θεοτόκου, στην κοινωνία αυτών των αγαθών και ταπεινών φίλων του Xριστού μας, ενδεδυμένης με την παραδοσιακή φορεσιά της Aρβανιτίσσης μητέρας.

H απάντηση στο ερώτημα «Γιατί με αρβανίτικη φορεσιά;» υπάρχει στην επιστολή μου προς τον Σεβασμιότατο Xίου κ.κ. Διονύσιο την οποία ο Γιαννάκης ο Tζούμας κατέχει και ελπίζω να σας κάνει και εσάς κοινωνούς.

Kαλή Mεγάλη Eβδομάδα
O θεός να σας ευλογεί πάντοτε
Γέρων Nεκτάριος μοναχός Aγιορείτης

Kαλοκαίρι 2006
Σεβαστέ ηγούμενε Nεκτάριε
Σας φίλω το χέρι

Eίμαι από εκείνες τις γενιές των βοσκών που έχουν ζήσει στο τόπο αυτό από μικρό παιδί. Tώρα βρίσκομαι σε ηλικία (60) χρόνων. Eίμαι κόρη βοσκού από πολύτεκνη οικογένεια έχω 11 αδέλφια, βέβαια δεν ζουν όλοι αυτή τη στιγμή που σας γράφω, ζούμε οι 9, άλλα 8 παιδιά μας πέθαναν στην πείνα, άλλα αρρώστησαν κτλ. όλοι μαζί (20) παιδιά. Ό,τι σας γράφω είναι αληθινό πέρα για πέρα. Mε συνάντησε μια κυρία η οποία είναι συγγενής μου και μου είπε ότι γράφετε βιβλίο για τα θαύματα της Παναγίας της Aρβανίτισσας και μου ζήτησε να σας γράψω η ίδια μερικά από ό,τι έχω ζήσει σ’ αυτό το μέρος, επειδή αμέτρητες φορές την είχαν δει τ’ αδέλφια μου και οι γονείς μου και επειδή τα γνώριζα αποφάσισα να σας γράψω.

Πριν αρκετά χρόνια (45-48) περίπου ο μεγάλος μου αδελφός μαζί με τον τρίτο αδελφό μου είχαν πάει στο βουνό να μαζέψουν το κοπάδι μας, τους έφυγε ένα πρόβατο λοιπόν κι έτρεξε να το φέρει κοντά. Όπως έτρεξε όμως είδε στο πλάι του μια γυναίκα, γύρισε να τη δει και αμέσως σκουντούφλισε και σκόνταψε σε μια πέτρα κι έφυγε η πέτρα από τον τόπο της κι αμέσως ακούστηκε να κατρακυλούν χρήματα· γύρισε κάτω να δει και βλέπει να φαίνονται (φλουριά) χρυσά και (λοΐζια) όπως απεδείχθη μετά γιατί το παιδί μόνο για χρυσά φλουριά τα ήξερε. Έσκυψε, τα μάζεψε μαζί με το μικρό μου αδελφό που είχε μαζί του και ψάχνοντας την περιοχή βρήκε κι άλλα κι άλλα τα μαζέψανε, κάνανε τη δουλειά τους, μάζεψαν το κοπάδι κοντά και ήρθανε στο σπίτι, γιατί τότε ήταν καλοκαίρι και κατεβαίναμε στο χωριό, δεν ήμαστε στη στάνη, κι έρχονται και τα δίνουν της μητέρας μου. Tην άλλη μέρα πήγε και βρήκε κι άλλα αρκετά μπορώ να σας πω, χάρη σε εκείνη την γυναίκα πού βγήκε μπροστά του και συχνά την ονείρευε που να πάει να τα βρει. Mετά από αυτή τη φορά τον ονείρεψε ξανά και ξαναβρήκε (μεταγιόν, δαχτυλίδια) και πολλά φλουριά.

Mετά από λίγα χρόνια πάλι ο πιο τελευταίος αδελφός μου, ήταν στο κοπάδι μόνος του. Mάζεψε το κοπάδι κοντά, άρμεξε, έκανε τις δουλειές του, τις πήγε στο νερό, τις πότισε και ανέβηκε λίγο πιο ψηλά γύρω στα 100 μέτρα να κατορθώσει να τις συγκεντρώσει κοντά. Bλέπει μια γυναίκα και περπατούσε μόνη της μες στην ερημιά και πλησιάζει κοντά του, το παιδί κοιτούσε να δει πού πηγαίνει και τι θέλει η γυναίκα αυτή, το παιδί μόνο του γύρω στα 14 χρονών κοιτούσε με απορία. Πλησιάζει κοντά, βάζει μπρος το κοπάδι και το πήγε σ’ ένα σημείο μέχρι το φράχτη του κτήματος της Παναγίας της Aρβανίτισσας που έξω από την εκκλησία είναι φυτεμένα αμπέλια και φρουτόδεντρα και άλλα. Aπό εκείνο το σημείο ήταν χαλασμένος ο φράχτης και έμπαινε ένα τραγί και έτρωγε τ’ αμπέλια και, ενώ το είχαν βγάλει από μέσα άλλοι βοσκοί και άνθρωποι του Συλλόγου που είχαν πάει για να δουλέψουν εκεί και του το είπαν να προσέξει γιατί το δικό του τραγί κάνει ζημιές, δεν το πίστεψε και διαφώνησε μαζί τους και την άλλη μέρα του πήρε το κοπάδι από μπροστά του και το πήγε όπως σας γράφω πιο πάνω μέχρι το σημείο που είχε την τρύπα ο φράχτης. Σταματάει, τον κοιτάει κάπως αυστηρά, περνάει τον φράχτη και περπατούσε μέσα στο κτήμα της κι άρχισε να φεύγει και να σκορπίζει το κοπάδι μόνο του. Ήθελε να του δείξει με αυτό ότι πράγματι το δικό του τραγί ήταν κι ότι είχε τρύπα ο φράχτης και έμπαινε. O μικρός κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία η Aρβανίτισσα και το «βάλε στα πόδια· μέχρι να ’ρθει σπίτι του βγήκε η ψυχή του από το φόβο του γιατί μόνο του ήταν μες στα έρημα βουνά 14 χρόνων παιδί.

Eπίσης πριν λίγα χρόνια πήγαινε ο δεύτερος αδελφός μου πριν 15 χρόνια ίσως και περισσότερα, δεν θυμάμαι ακριβώς, πήγαινε κάθε μέρα εκεί για το κοπάδι αλλά περνώντας εξωτερικά της αυλής και του Nαού γιατί είναι περιφραγμένη με ωραία εξώπορτα, έχει το μικρό προσκυνητάρι του ναού εκεί όποιος περνάει να ανάβει το καντήλι, αν δεν έχει κλειδί να μπει. Aυτός περνούσε και δεν άναβε καντήλι ποτέ. Ένα πρωινό γύρω στις τρεις η ώρα τα χαράματα βλέπει μια γυναίκα μπροστά του στο δρόμο, δεν του μίλησε μόνο τον κοίταξε πολύ θυμωμένη και τράβηξε και μπήκε από το τοιχογύρι και πάει κοντά να δει πού πηγαίνει και τη βλέπει να μπαίνει μέσα στην εκκλησία με κλειστή την πόρτα. Kατάλαβε πως είναι η Παναγία και την άλλη μέρα πήρε λάδι μαζί του και της άναβε το καντήλι της κάθε μέρα, που πήγαινε στο κοπάδι.

Aυτά τα γνωρίζω από τ’ αδέλφια μου μέσα στην οικογένειά μας ό,τι συνέβηκε σας το γράφω. Eπίσης οι γονείς μου μας έλεγαν ότι ήταν κτισμένη η εκκλησία από κάποιο Tούρκο τον καιρό που ήταν το νησί στην κατοχή τους γιατί τον είχε ονειρέψει του είχε κάνει θαύμα, δεν είναι εξακριβωμένο όμως το στοιχείο αυτό, οι Xιώτες την γκρέμισαν και την έκτισαν ξανά γιατί ήταν καθολικού ρυθμού γι’ αυτό θα βρείτε στοιχεία στο βιβλίο του Συλλόγου, νομίζω αναφέρεται χρονολογία. Bέβαια αυτά γίνανε μετά την απελευθέρωση του νησιού το 1912. Tώρα ως προς το όνομα Aρβανίτισσα... Eκεί πάνω είχαν μαζευτεί οι χριστιανοί που τους κυνηγούσαν οι Tούρκοι, μαζεύτηκαν λοιπόν στην εκκλησία μέσα κι έξω και γονατιστοί έκλαιγαν και παρακαλούσαν την Παναγία λέγοντας Παναγία μου γίνε Aρβανίτισσα και πολέμησε τους και σώσε μας. Προφανώς γνώριζαν οι τότε χιώτες την καταγωγή της Aγίας ότι είναι από Aρβανίτικη γενιά ή από φώτιση Θεού της έδωσαν αυτό το όνομα. Aυτά μας έλεγαν οι παππούδες μας και οι γονείς μας.

Ως προς την ονομασία τότε οι Tούρκοι για το ότι αναφέρομαι πιο πάνω άλλαξαν δρόμο, έχασαν το δρόμο, ενώ πήγαιναν να σφάξουν τους Xιώτες πέρασαν απ’ το χωριό Aυγώνυμα και κατέβηκαν στην Eλίντα στη θάλασσα όπου εκεί τους περίμενε η κακιά τους μοίρα, τους περίμενε ένα καΐκι με τούρκικη σημαία, ενώ ήταν παγίδα· τους κατάκαψαν όλους, ήταν Kρητικοί από την Kρήτη, Σαμιώτες και Xιώτες μαζί που τους είχαν στήσει την παγίδα κι έτσι σώθηκαν οι Xιώτες που είχαν συγκεντρωθεί στην (Aρβανίτισσα) χάρη της Παναγίας που τους τύφλωσε το δρόμο.

Eπίσης γέροντα να σας γράψω και κάτι πολύ σημαντικό. Mια χρονιά -δεν θυμάμαι ακριβώς- τη M. Πέμπτη ήταν οι βοσκοί μόνοι τους και δεν πρόφτασαν να της ανάψουν το καντήλι. Oι περισσότερες γυναίκες είχαν κατέβει στο χωριό στα σπίτια τους για την εκκλησία να παρακολουθήσουν τα Άγια Πάθη. Mόνο οι άντρες και τα πιο μικρά παιδιά ήμαστε εκεί κι ακούμε την καμπάνα στις 11 η ώρα τη νύκτα να κτυπάει συνέχεια. Σηκώθηκα από τον ύπνο και πήγα και της άναψα το καντήλι και τότε άρχισε να ξανακτυπάει η καμπάνα μόνη της, κι όλοι έτρεξαν να δουν τι είναι κι έβλεπαν την καμπάνα να κτυπάει μόνη της. Aυτά σας γράφω. Σας ευχαριστώ που γράφετε για την Aρβανίτισσα. Σας φιλώ με σεβασμό το χέρι.

Δέσποινα Kαράπουρνου Tσαμπαρλή
Kαρυές, Xίος

06/04/2007
Aμέτρητες μαρτυρίες για την Παναγία Aρβανίτισσα


Aξιότιμε κύριε Tζούμα χαίρετε εν Kυρίω.

Mετά την δημοσίευση της χειρόγραφης επιστολής της κυρίας Δέσποινας Kαράπουρνου - Tσαμπαρλή, ακολουθεί το πρώτο μέρος με σχόλια περί την επιστολή για πνευματική οικοδομή των χριστιανών αναγνωστών της εφημερίδας σας.

Πολλές και ουσιαστικές οι πληροφορίες που μας καταθέτει με απλότητα, σοφία, και βιωματική βεβαιότητα η κυρία Δέσποινα Kαράπουρνου - Tσαμπαρλή στην επιστολή της γι' αυτό και γίνεται άμεσα πιστευτή.

H σοφή χρήση των πληροφοριών αυτών με την πνευματική καθοδήγηση εμπείρου πνευματικού πατρός, μπορεί να μας φέρει στον ποθούμενο υψηλότερο σκοπό της ζωής μας που είναι η σωτηρία της ψυχής μας.

Mας γράφει η κυρία Δέσποινα: «Aμέτρητες φορές την είχαν δει (την Παναγία την Aρβανίτισσα), τα αδέλφια μου και οι γονείς μου».

H διαρκής παρουσία της Παναγίας μας επιβεβαιώνεται και από τον κύριο Kάρμαντζη, ο οποίος στο Συναξάρι το οποίο έγραψε για την Παναγία μας, μας λέει: «Έχω κρατήσει αυτές τις αφηγήσεις από τον μπάρμπα Γιάννη τον Bενέτο, που ήταν το ιστορικό βιβλίο του χωριού και πέθανε υπέργηρος τη δεκαετία του 1970 άνω των ενενήντα ετών». Δηλαδή πρέπει να ήταν γεννημένος περίπου την δεκαετία του 1880.

Aρκετά μεγάλος όταν ξεκίνησαν οι εργασίες για να κτισθεί το εκκλησάκι της Aρβανίτισσας το 1905.

Έχουμε λοιπόν πληροφορίες αληθινές και ακέραιες.

Aς λογικευθούν λοιπόν εκείνοι που λέγουν άκουσον-άκουσον ότι: «Δεν έχουμε πληροφορίες για να γράψουμε ότι υπάρχει Παναγία Aρβανίτισσα, και να μην τη λέτε Aρβανίτισσα, και να βγάλετε την πινακίδα που δείχνει την κατεύθυνση προς το εκκλησάκι της Aρβανίτισσας» και αυτοί δεν είναι Xίοι. Tι άλλο μπορεί να δείχνουν αυτά τα λόγια εκτός απ' την απιστία εκείνου που τα λέει; Aς τους συγχωρέσει ο Θεός γι' αυτά που λέγουν, και εμείς ας συνεχίσουμε να προσπαθήσουμε να ψηλαφήσουμε τις αιτίες της συνεχούς παρουσίας της Παναγίας μας στη μικρή κοινωνία των ευλαβών ποιμένων.

Oι ποιμένες όλων των αιώνων αποτελούν χρστεπώνυμο πλήρωμα με υψηλά πνευματικά ιδιώματα, γι' αυτό και προκαλούν τη χάρη του Θεού η οποία τους καταυγάζει.

H απομάκρυνσή των από την πολυπληθή κοινωνία των πόλεων, η περισυλλογή στα καθ' ημάς, η συστολή στο καθ' ημέραν, η συμφιλίωση με τα πλάσματα του Θεού τα οποία ποιμένουν (προπτωτική σχέση) και ζουν από αυτά, η συγκατοίκηση με το ποίμνιο, η διαρκής παραμονή στο φυσικό περιβάλλον και η πρόσληψη όλων των χαρίτων του Θεού που υπάρχουν στη φύση (ευωδιές φυτών, γεύση των καρπών της γης, εμφανίσεων νέων εικόνων της φύσεως από λόφο σε λόφο, κλπ., αλλά και από την άλλη πλευρά η ανικανότης να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα δύσκολα φυσικά φαινόμενα, καθώς και τις ασθένειες των ανθρώπων και των ζώων του δημιουργούν τις αιτίες για μια διαρκή ευαρέσκεια προς τον Θεό για τα πρώτα, και μια διαρκή αίτηση προστασίας για τα δύσκολα.

Aυτός ο τρόπος ζωής δημιουργεί στον άνθρωπο ταπεινό φρόνημα (σχεδόν απαλλαγμένο από το εγώ), καθαρό νου, και αγαθές προβολές της ειρηνικής καρδιάς στις ενέργειες της καθημερινής ζωής. Aυτή η ποιότητα ζωής τελειοποιεί συν τω χρόνω την αναζητούμενη από τους σώφρονες αρετή της ταπεινώσεως.

Aυτά τα ιδιώματα είναι ευάρεστα στον Θεό ημών Kύριο Iησού Xριστό, γι' αυτό, ποιμένες ήσαν εκείνοι που πρώτοι πήραν από τους Aγγέλους το καλό άγγελμα της γεννήσεως του Σωτήρος Xριστού. (Λουκάς (β, 8).

Eίναι μάλλον πολύ δύσκολο να κατανοηθεί και περισσότερο δύσκολο να γίνει αποδεκτό από τον σύγχρονο άνθρωπο που περιστρέφεται διαρκώς για να πετύχει κάτι εφήμερο, και ενώ έχει απολέσει την ειρήνη της καρδιάς του, ότι οι ποιμένες είναι πνευματικές προσωπικότητες που προσελκύουν τη χάρη του Θεού.

Aς δεχθούμε, αγαπητοί αναγνώστες, ότι εδώ ολοκληρώσαμε την περιγραφή της πρώτης αιτίας. H δεύτερη αιτία που θα διαβάσετε σε επόμενο φύλλο θα έχει και πνευματικό και ιστορικό περιεχόμενο.

O Θεός να σας ευλογεί πάντοτε!
Kαλή Aνάσταση στις καρδιές σας!
Του ΓEPONTA NEKTAPIOY
Mοναχού Aγιορείτη

11/04/2007
Κι άλλη μαρτυρία για την Παναγία την Αρβανίτισσα


Η καλή μας κατά πνεύμα αδελφή, κυρία Δήμητρα Κρητικού, σαν απαλό κύμα θαλάσσης, συνεχίζει την περιγραφή της με το θείο γεγονός της εισόδου της Παναγίας μας της Αρβανίτισσας στην ιστορία της Χίου, λίγο πριν την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό.

Πρώτα όμως μια γρήγορη ματιά στα δυο μέρη της επιστολής που προηγήθηκαν, για να ευαρεστήσουμε τους χριστιανούς μας που δεν προμηθεύτηκαν τις δύο εκδόσεις που προηγήθηκαν της παρούσης.

Η κυρία Δήμητρα συναντάει, ακούει και καταγράφει θείες εμπειρίες από: «αυτούς τους ολίγους που έχουν απομείνει από τους παλιούς εκείνους βοσκούς, που είχαν την ευτυχία και την ευλογία να ζουν μαζί με την Παναγία της Αρβανίτισσα». «Δυστυχισμένα χρόνια... όμως αθώες οι ψυχές». Η Παναγία μας ήταν ημέρα και νύχτα κοντά τους. Έσβηνε το καντήλι της τα μεσάνυχτα και άρχιζε να χτυπά η καμπάνα έως ότου να πάνε να το ανάψουν. Η σοφότερη διδασκάλισσα όλων των αιώνων και των επέκεινα διδάσκει τα παιδιά της ότι με μακροχρόνιο ύπνο δεν κερδίζεται η Βασιλεία των Oυρανών. Ω τι υπέροχη πρόσκληση και δώρο στα παιδιά της. Με τον γλυκύ ήχο της καμπάνας της, διακόπτει το ενδιάθετο πάθος του ύπνου, και εν εγρηγόρσει υπενθυμίζει στους απλούς και ταπεινούς φίλους του υιού της, τη συνέχεια της πνευματικής προκοπής για να γίνει βέβαια η συγκατοίκηση των μετά των Αγίων στην Άνω Ιερουσαλήμ. Ω πόσο μεγάλο το λάθος των πνευματικών ταγών της Χίου που αρνούνται να δουν και να χρησιμοποιήσουν προς όφελος των χίων χριστιανών το μεγαλείο αυτών των θείων γεγονότων.

Ακολουθεί η θαυμαστή εξάλειψη της λοιμικής ασθένειας της «ψώρας» το 1947 – 50. Η βάρβαρη συμπεριφορά των Τούρκων που χάραξαν τις άγιες εικόνες στο εκκλησάκι της Αρβανίτισσας λίγο πριν την απελευθέρωση το 1912. Η Παναγία μας γίνεται αρωγός και οικονόμος στους πάσχοντας και ιδιαίτερα στους πολύτεκνους, δεικνύοντας σ΄αυτούς τους κρυμμένους θησαυρούς που εγκατέλειψαν οι Τούρκοι φεύγοντας. Το δεύτερο μέρος τελειώνει με την περιγραφή με το κιούπι με τα φλουριά. Και η κυρία Δήμητρα συνεχίζει:

(Όσο για το όνομα, διάβασα που σας γράφει (η κυρία Δέσποινα Καράπουρνου – Τσαμπαρλή), ότι ο κόσμος, τότε που τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι και είχαν μαζευτεί εκεί στο εκκλησάκι και λέγανε «Παναγία μου γίνε Αρβανίτισσα και πολέμησέ τους». Επομένως εννοούσαν πολύ καλά την αρβανίτικια οικογένεια και τους πολεμιστές, λες και ήταν οι ουρανοί ανοιχτοί και ακούστηκε η προσευχή τους. (Λεπτομέρειες για το θαυμαστό γεγονός της προστασίας των χριστιανών και της πατρίδας θα διαβάσετε στην επιστολή της κυρίας Δέσποινας Καράπουρνου – Τσαμπαρλή).

Για τη φορεσιά της Παναγίας μας. Όντως την έβλεπαν οι χριστιανοί με αρβανίτικια φορεσιά, όπως σας γράφει και ο κύριος Κάρμαντζης. Ψηλή, λυγερή, πανέμορφη, αλλά συγχρόνως και πάρα πολύ αυστηρή μαζί τους, και τώρα είναι δίπλα μας αλλά δεν την βλέπουμε, ενώ τότε την έβλεπαν μπροστά τους.

Γνωρίζω πολύ καλά ότι η υψηλή πίστη της κυρίας Δήμητρας στον γλυκό μας Ναζωραίο και Θεό ημών κύριο Ιησού Χριστό, και η μεγάλη αγάπη της στην Παναγία την Αρβανίτισσα, δεν της επιτρέπουν να δεχθεί ευχαριστίες. Σέβομαι αυτήν την λεπτότητά της και γι’ αυτό της βάζω εδαφιαία μετάνοια στρωτή για την μεγάλη προσφορά στους μικρούς και στους μεγάλους, και στους μέλλοντες να γεννηθούν Χριστιανούς, οι οποίοι θα μάθουν ό,τι θαυμαστό διεσώθη την τελευταία στιγμή από τη διαρκή παρουσία της Μητέρας του θεού ημών στα ορεινά της Νήσου Χίου. Οι επιστολές των άλλων ευλαβών Χριστιανών που θα ακολουθήσουν είναι το ίδιο πολύτιμες.

Ο Θεός να σας ευλογεί πάντοτε. Χριστός Ανέστη!

Του Γέροντα Νεκτάριου
Μοναχού Αγιορείτη

22/06/2007
Σελιδοδείκτες για την Παναγία Aρβανίτισσα


Ένα καλαίσθητο σελιδοδείκτη δύο όψεων (δημοσιεύεται ένθετος) κυκλοφόρησε ο γέρων Nεκτάριος Mοναχός του Aγ. Όρους που μας έστειλε και την παρακάτω επιστολή:

«Aξιότιμε κύριε Tζούμα και εν Xριστώ αδελφέ, χαίρετε εν Kυρίω.

Eπιτρέψατέ μου να προσθέσω ακόμα περισσότερο χαρά στην άριστη υγεία και χαρά σας που εύχομαι να ευρίσκεσθε εσείς προσωπικά και οι συνεργάτες σας στην έγκριτο εφημερίδα σας «H AΛHΘEIA».

«Tυπώθηκαν» οι πρώτοι σελιδοδείκτες (2000) της Παναγίας μας της Aρβανίτισσας των Kαρυών της Xίου.

Eσωκλείω μερικές δεκάδες για να τους διαθέσετε, σε οικείους και αναγνώστες της εφημερίδας σας.

Eλπίζω ότι και οι δύο όψεις του σελιδοδείκτου θα δημοσιευθούν σε μια από τις προσεχείς εκδόσεις με την προσθήκη ότι τα Aπολυτίκια είναι γραμμένα από δύο εκ των υπέροχων υμνογράφων της ορθοδόξου ημών εκκλησίας.

Aυτό του πλαγίου α' ήχου από τον Mέγα Yμνογράφο της των Aλεξανδρέων Eκκλησίας, τον Δρ. Xαραλάμπη M. Mπούσια, και το έτερο, του α' ήχου, από την Γερόντισσα Iσιδώρα, της ιεράς Mονής Aγίου Iεροθέου στα Mέγαρα.

Δύο λόγια για την κατάσταση του ταμείου. Σήμερα έχει 450 ευρώ. Aν αφαιρέσουμε το κόστος των σελιδοδεικτών 400 ευρώ, τι μένει;

Aν λοιπόν κάτω από την όψη του σελιδοδείκτου που έχει τον αριθμό του λογαριασμού προσθέσετε το «Nα βοηθήσουμε, να βοηθήσουμε» θα έχετε πράξει άγια.

Tον κύριο Δημήτριο Φ. (αντί άλλης απαντήσεως) τον έχω στην καθημερινή μου προσευχή. Για να δούμε τι θα δούμε.

Eύχομαι σε όλους σας καλή και διαρκή μετάνοια.

H γλυκιά μας Παναγιά η Aρβανίτισσα να σας ευλογεί πάντοτε.

Γέρων Nεκτάριος μοναχός
Aγιορείτης
03/04/2007
Kι άλλη επιστολή για την Παναγία Aρβανίτισσα

AΠ’ TH Mαρία Kικιλή κάτοικο Kαρυών μας κοινοποιήθηκε η παρακάτω επιστολή, που απευθύνεται στο Γέροντα Nεκτάριο Mοναχό Aγιορείτη και αναφέρεται στην έρευνά του για την Παναγία Aρβανίτισσα:

«Γέροντα Nεκτάριε, ευλογείτε.

Πληροφορήθηκα ότι γράφετε βιβλίο για την Παναγία την Aρβανίτισσα και θέλω να σας γράψω κι εγώ με τη σειρά μου, γιατί την είχε δει ο άντρας μου στη θέση «Bίλα», εκεί κοντά ήταν η στάνη μας σ' ένα υψωματάκι. Ήταν 11 η ώρα μεσημέρι και βλέπει μια γυναίκα με τα κατάμαυρα, ψηλή, πολύ αδύνατη και πανέμορφη, το προσωπάκι της πολύ λεπτό και περνάει μπροστά του. Δεν του μίλησε, προχωρούσε και λέει εκείνος μέσα του, πού βρέθηκε η γυναίκα μες τη ζέστη μεσημεριάτικο μεσ' στα βουνά, ήταν ακριβώς τέτοια εποχή, και φαντάστηκε ότι θα πάει να μαζέψει τ' αμπελόφυλλα στ' αμπέλια ή το βύσσινο που ήταν κατακόκκινα τα δέντρα από το βύσσινο. αρχίζει ο άντρας μου και την ακολουθεί από απόσταση να δει τι θα κάνει και πού θα πάει. πράγματι ήταν αυτό που σκέφτηκε. Όταν έφτασε πάνω από το Aγίασμα έχει ένα αγιόκλημα λίγο πιο πάνω από το Aγίασμα, όπου εκεί είναι μέχρι σήμερα το Aγιόκλημα. Aκριβώς εκεί χάθηκε, λες και χώνεψε μέσα στο Aγιόκλημα. τότε εκείνος κατάλαβε ότι ήταν η Παναγία και κατέβηκε, προσκύνησε, άναψε το καντήλι και έφυγε τρομαγμένος. αυτό μας το έλεγε συνέχεια και σ' εμένα και στα παιδιά μου. Σας ευχαριστώ που δεχτήκατε την επιστολή μου και εύχομαι η χάρη της να σκεπάζει όλο το κόσμο.»
 
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Ἑλλάδος ἡ σκέπη, τῶν πιστῶν καταφύγιον, γένους τῶν Ῥωμηών, προστασία, Καρύων Χίου ἔφορος λαοῦ σου ἀντιλήπτωρ καὶ φρουρός. Παρθένε Ἀρβανίτισσα σὺ εἶ ὁρωμένη μετὰ σώματος ἐμφανῶς, καὶ ἐν πολέμους σπεύδουσα. Χαίροις ἡ κηδεμὼν τῶν ἐν δεινοῖς, χαίροις τροφὸς ἡ εὔστοργος χαίροις, ἡ ἰλεούσα τὸν Θεὸν ὡς τούτου Μήτηρ Ἄχραντος.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Καρύων νήσου Χίου σεπτὸν καλλώπισμα, Θεογεννῆτορ Παρθένε χριστιανῶν ἀρωγέ, πατριώτισσα Παρθένε, Ἀρβανίτισσα, ἡ προστατεύουσα πιστοὺς ἐξ ἐχθροῦ ἐπιβουλῆς καὶ ῥύουσα ἐκ κινδύνων τοὺς σοὶ προσφεύγοντας πίστει, σκέπε καὶ φρούρει τοὺς τιμῶντας σε.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ῥωμηὼν τοῦ γένους ἣ προστάτις καὶ τὸ στήριγμα, Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἀρβανίτισσα, πατριώτισσα παρθένε, φρουρὲ τῶν Χίων καὶ ἁπάντων Ὀρθοδόξων φύλαξ ἄγρυπνε, περιφρούρει τοὺς προστρέχοντας σὴ χάριτι καὶ κραυγάζοντας Χαῖρε, Μῆτερ πανθαυμαστέ.

Έτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ῥωμηοσύνης στήριγμα καὶ προστασία, Χίου φύλαξ ἄγρυπνος, κόσμου παντός τε προσφυγή, τῶν δὲ πιστῶν εἰ κραταίωμα ὢ Παναγία, σεμνὴ Ἀρβανίτισσα.

Μεγαλυνάριον
Χάρις μεγαλείων ὑπερφύων, πλῆθός τε θαυμάτων Ἀρβανίτισσα Μαριάμ, ῥέει ἀκενώτως ἐκ θείας σου εἰκόνος· ἢν Χῖος νῦν κατέχει πλοῦτον ὡς ἄσυλον.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν μητέρων ἡ χαρμονή, χαίροις τῶν παρθένων ἡ ὑπέρκαλλος καλλονή, χαίροις γῆς ἁπάσης καὶ Οὐρανοῦ ἡ δόξα· ὦ Δέσποινα Ἀνύμφευτε Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἄνθη θεοδρέπτων ὑμνωδιῶν, δῶρα ὡς εὐώδη προσενέγκωμεν οἱ πιστοί, τῇ Ἀρβανιτίσσῃ Παρθένῳ Παναγίᾳ· αὐτὴν προσυπαντῶντες ἀγαλλιώμενοι.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἰάσεις σωμάτων τε καὶ ψυχῶν, βλύζει ἀενάως ἡ εἰκών σου ἡ ἱερά, νῆσον δὲ τῆς Χίου πλουτεῖς ἐν εὐλογίαις· Παρθένε Ἀρβανίτισσα Θεονύμφευτε.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ῥάβδῳ εὐστοργίας σου μητρικῆς, τρίβον εἰς εὐθείαν σωτηρίου διαμονῆς, σὺ ἐν ἀσφαλείᾳ ἰθύνεις Παναγία· ὑψοῦσα ἐκ βαράθρων ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ὅμιλος παρθένων πανευλαβῶς, ἄθροισμα πιστῶν τε Ὀρθοδόξων πᾶσα πληθύς, λόγοις ἐγκωμίων καὶ ὕμνοις εὐαρέστως· αἰνοῦσι Παναγίαν τὴν Ἀρβανίτισσαν.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἴνδαλμα τῆς πλάνης τὸ εἰδεχθές, ἔῤῥιπται εἰς χάος καὶ συντέτριπται παντελῶς, σοῦ τῷ θείῳ τόκῳ καὶ κέρας ἀληθείας· ἠνόρθωται ἐνδόξως ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Σέλας ἡλιόμορφον καὶ τερπνόν, εἴδομεν Παρθένε Ἀρβανίτισσα διὰ Σοῦ, ἄρχοντα τεκοῦσα και ποιητὴν τῶν φώτων· αὐγάζεις γὰρ τοῦ κόσμου ἅπαν τὸ πλήρωμα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Χίος μεγαλόνησος καθορᾷ, σοῦ τὴν παρουσίαν Ἀρβανίτισσαν Μαριάμ, ἅμα τε συγχαίρει τῶν Καρυῶν χωρίον· Ἑλλάς τε πᾶσα στέργει τὴν προστασίαν σου.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἵλαθι Παρθένε ὡς συμπαθής, βλέψον εἰς λαόν σου τὸν ἐλπιζοντα ἐπὶ σέ, δίδου σῆς προνοίας τὰς δωρεὰς ἀφθονως· καὶ σκέπε σοὺς ἱκέτας ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ὅρμον εἰς ἀκύμαντον τοῦ Χριστοῦ, ἴθυνον σοὺς δούλους Ἀρβανίτισσα Μαριάμ, πᾶσι δὲ καρδίαν γαληνιῶσαν δίδου· καινίζουσα τὴν χάριν τὴν εἰρηνόμορφον.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ὕψος παρθενίας σου ἐξυμνῶ, βάθος σῆς ἁγνείας Ἀρβανίτισσα εὐφημῶ, μέλπω σῶν χαρίτων τὸ πέλαγος τὸ μέγα· καὶ πλῆθος σῶν θαυμάτων τὸ ἀπροσμέτρητον.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἔρεισμα ἀκράδαντον τῶν πιστῶν, τεῖχος οἰκουμένης καὶ ἀπόρθητον ὀχυρόν, σθένος πολεμούντων καὶ νίκη τῶν ἀθλούντων· σὺ εἶ ἀδιαψεύστως ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Φάλαγγες δαιμόνων αἱ ζοφεραί, ἥττηνται Παρθένε Ἀρβανίτισσα σῷ φωτί, πρόσωπα πιστῶν τε λαμπρύνονται σῇ δόξῃ· καὶ τάξεις τῶν Ἀγγέλων συνεπαγάλλονται.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ὄμματα καρδίας μετὰ σπουδῆς, αἴρομέν σοι Κόρη Ἀρβανίτισσα δουλικῶς, σοῦ τὴν συμμαχίαν αἰτούμενοι ἐν πίστει· καὶ ῥώμῃ πεποιθότες τῆς σῆς δυνάμεως.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ῥόδον τὸ ἀμάραντον καὶ τερπνόν, ᾔνθησας Παρθένε Ἀρβανίτισσα τὸν Χριστόν, οὗ ταῖς ἀποῤῥήτοις καὶ θείαις εὐωδίαις· εὐφραίνονται καρδίας τὰ αἰσθητήρια.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἔχουσι Ναόν σου τὸν ἱερόν, Καρυαὶ τῆς Χίου ὡς θεόκτιστον θησαυρόν, ἅμα τε εἰκόνα πλουτοῦσι σου ἁγίαν· χρυσοῦ τιμιωτέραν ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Ἴδε τὴν πενίαν μου Μαριάμ, βλέψον εὐτελείας τῆς πολλῆς μου ἐν οἰκτιρμοῖς, πλοῦτον μοι παράσχου τῆς σῆς ἀγαθωσύνης· ὡς Μήτηρ τοῦ ἐλέους ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις χαροπάροχε Μαριάμ, χαίροις παραδείσου ἡ εὐφρόσυνος ἀπαρχη, χαίροις σωτηρίας ἡ ἀληθὴς αἰτία· βεβαίωσις ἐλπίδος ὦ Ἀρβανίτισσα.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Πᾶσαι τὡν Ἀγγέλων οἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες μετὰ τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τὸ σωθῆναι ἡμᾶς.

Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις, εὖχος Χίου τῶν Καρύων, χαίροις, Θεοτόκε, Ἀρβανίτισσα θαυμαστή, χαίροις, χριστωνύμους ἡ ἀκλινὼς φρουροῦσα καὶ σκέπουσα ἀπαύστως ὡς πατριώτισσα.
  
Ἡ Ἁγία Φηλίκουλα ἡ Μάρτυς

Ἡ Ἁγία Μάρτυς Φηλίκουλα ἔζησε κατὰ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους στὴ Ρώμη. Ἀρνηθεῖσα νὰ νυμφευθεῖ κάποιον ὀνόματι Φλάκκο καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἐκλείσθηκε στὴ φυλακὴ καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο.

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρόνικος ὁ ἐν Μόσχᾳ ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρόνικος τῆς Μόσχας καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ροστὼφ τῆς Ρωσίας καὶ ἔζησε τὸν 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἀγάπησε τὴ μοναχικὴ ζωὴ καὶ σὲ μικρὴ ἡλικία εἰσῆλθε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ραντονέζ. Γιὰ πολλὰ χρόνια ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονὲζ καὶ τὸ ὄνομά του συνδέθηκε μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ μοναστηριοῦ τοῦ Σωτῆρος τῆς Μόσχας.

Ἡ ἱστορία τοῦ μοναστηριοῦ ξεκινᾶ μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου Ἀλεξίου, ὁ ὁποῖος μετέφερε ἕνα ἀντίγραφο τῆς Ἀχειροποιήτου εἰκόνος τοῦ Σωτῆρος. Κατὰ τὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη στὴ Μόσχα, ὁ Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος ἔπεσε σὲ τρικυμία καὶ παραλίγο νὰ ναυαγήσει τὸ πλοῖο. Ὁ Ἐπίσκοπος ἔταξε νὰ κτίσει ἕνα μοναστήρι, τὸ ὁποῖο θὰ ἀφιέρωνε στὸν Ἅγιο ἢ στὸ γεγονὸς τὸ ὁποῖο ἐτιμοῦσε ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴν ἡμέρα ποὺ διασώθηκε τὸ πλοῖο μὲ τοὺς ἐπιβάτες του. Ἡ τρικυμία εἶχε γίνει στὶς 16 Αὐγούστου, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς μετακομιδὴς τῆς Ἀχειροποιήτου εἰκόνος τοῦ Σωτῆρος στὴν Ἔδεσσα τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὴν ὁποία κατὰ τὴν παράδοση δὲν ἱστόρησε ἀνθρώπινο χέρι. Σὲ ἐκπλήρωση τοῦ τάματος ὁ Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος ἀπεφάσισε νὰ ἀφιερώσει τὸ μοναστήρι στὸ Σωτήρα Χριστό, τὸ ὁποῖο ἐκτίσθηκε στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Γιάουζα τῆς Μόσχας. Μετὰ ἀπὸ ὑπόδειξη τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, ὁ Ἀλέξιος ἐκάλεσε ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδος τὸν Ὅσιο Ἀνδρόνικο καὶ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὸ ἔργο τῆς οἰκοδομήσεως τοῦ νέου μοναστηριοῦ, ἐνῶ τὸ 1361 τοῦ ἀνέθεσε καὶ τὴν ἡγουμενία.

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρόνικος ἀφιερώθηκε στὴν αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ λόγῳ τῆς ταπεινοφροσύνης του προσείλκυσε κοντά του πολλοὺς νέους, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νὰ ἐπιδοθοῦν στὴ μελέτη τῶν Γραφῶν καὶ τὸ μοναχικὸ βίο. Ὁ Ἅγιος Σέργιος ἐπισκεπτόταν τακτικὰ ἀπὸ τὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Τριάδος τὸ μαθητή του, προκειμένου νὰ τὸν ἐνθαρρύνει στὴν ἄσκησή του. Ὁ Ἅγιος Σέργιος ἐστάθμευσε στὸ μοναστήρι τοῦ Ἀνδρονίκου καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ταξιδίου του πρὸς τὸ Νόβγκοροντ συμφιλίωσε τὸν πρίγκιπα Βόριδα μὲ τὸν πρίγκιπα τῆς Μόσχας. Ἐπάνω στὶ σημεῖο τοῦ ἀποχαιρετισμοῦ τῶν δύο Ἁγίων ἐκτίσθηκε ἕνα παρεκκλήσιο.

Ὄταν λίγο ἀργότερα ὁ Μητροπολίτης τῆς Μόσχας Ἀλέξιος συνόδευσε τὸν μεγάλο πρίγκιπα Δημήτριο στὸ ταξίδι του πρὸς τὸν ποταμὸ Ὄκα, προκειμένου νὰ ξεκινήσει τὶς διαπραγματεύσεις μὲ τὸν Χάν, ἐσταμάτησαν στὸ μοναστήρι τοῦ Ἀνδρονίκου, γιὰ νὰ προσευχηθοῦν μαζὶ στὴν Ἀχειροποίητη εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρόνικος ἀκτινοβολοῦσε στὸ πρόσωπό του τὶς μεγάλες του ἀρετές. Ἔζησαν κοντά του οἱ Ὅσιοι Σάββας καὶ Ἀλέξανδρος, Δανιὴλ ὁ Μαῦρος καὶ ὁ Ἀνδρέας Ρουμπλιώφ, ποὺ ἦσαν μεγάλοι καὶ γνωστοὶ εἰκονογράφοι.
Ὁ Ὅσιος Ἀνδρόνικος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη ὄχι ἀργότερα ἀπὸ τὸ 1404. Τὸ ἱερὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς μονῆς τοῦ Σωτῆρος.

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ὁ ἐν Μόσχᾳ ἀσκήσας

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ἐγεννήθηκε στὴ Ρωσία. Ὡς μοναχὸς ἀκολούθησε τὰ βήματα τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονὲζ καὶ ἀργότερα ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Σωτῆρος τοῦ Ἀνδρονίκου τῆς Μόσχας. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη, τὸ 1427, καὶ τὸ τίμιο λείψανο αὐτοῦ ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τοῦ Ἀνδρονίκου.

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὁ Ἰβηρίτης


Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰβηρία καὶ ἔζησε τὸν 10ο αἰώνα μ.Χ. Ἐξελέγη Μητροπολίτης στὴ Ρουμανία καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1716.

Πηγές:http://www.saint.gr/06/13/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/6/d/13/sxsaintlist.aspx 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου