Σάββατο 15 Ιουνίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου «Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΚΑΙ Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ» [19-5-1991]


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ΟΙΚΟΥΜ.ΣΥΝΟΔΟΥ

 

      Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου

                                 με θέμα:

     «Η ΕΝΟ­ΤΗ­ΤΑ ΤΩΝ ΠΙ­ΣΤΩΝ ΚΑΙ Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ»

                         [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 19-5-1991]                                        

    Σή­με­ρα κ­κλη­σί­α μας, ­γα­πη­τοί μου, τι­μ τήν μνή­μη τν ­γί­ων τρι­α­κο­σί­ων δε­κα­ο­κτώ Πα­τέ­ρων τς Α΄ Ο­κου­με­νι­κς Συ­νό­δου, τς ν Νι­καί­. Καί τήν τι­μ ­φε­νός μέν γιά νά δο­ξά­σει τόν ­γιο Τρι­α­δι­κό Θε­ό, πού πάν­το­τε δι­α­σώ­ζει τήν ­λή­θεια μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α Του –δι­ό­τι ο Σύ­νο­δοι πάν­το­τε δι­έ­σω­ζαν τήν ­λή­θεια τήν δογ­μα­τι­κή– καί φετέρου δέ γιά νά τι­μή­σει τούς θε­ο­φό­ρους Πα­τέ­ρες πού συγ­κρο­το­σαν α­τές τίς Ο­κου­με­νι­κές Συ­νό­δους.

     λ­λά κ­κλη­σί­α μας ­μοί­ως θέ­λει νά προ­βάλ­λει –­τσι του­λά­χι­στον φαί­νε­ται στή ση­με­ρι­νή ε­αγ­γε­λι­κή πε­ρι­κο­πή–[ ωάν. 17, 1-13] τήν ­νό­τη­τα τν πι­στν «ν ­γά­π καί ­λη­θεί­». Προ­σέξ­τε: τήν νότητα «ν ­γά­π καί ­λη­θεί­»!

     Α­τό τό ­διο πρό­βλη­μα φαί­νε­ται ­τι ­πάρ­χει πάν­το­τε μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α, τό πρό­βλη­μα τς ­νό­τη­τος ν ­γά­π καί ­λη­θεί­, ­κρι­βς γιατί κα­τά κά­ποι­ον τρό­πο δέν ε­ναι λί­γοι ­κε­νοι πού διατα­ράσ­σουν α­τή τήν ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας, πάν­το­τε, φυ­σι­κά μέ­χρι σή­με­ρα, λ­λά καί μέ­χρι πού νά τε­λει­ώ­σει ­στο­ρί­α. 

     Τό πρό­βλη­μα τς ­νό­τη­τος τν ν­θρώ­πων ­δη ε­χε τε­θε καί με­τά τόν κα­τα­κλυ­σμό το Νε. Θά θυ­μ­στε, ­ταν ­γι­ναν πολ­λοί ο ­πό­γο­νοι το Ν­ε, θέ­λη­σαν νά δι­α­τη­ρή­σουν α­τήν τήν ­νό­τη­τα, πρίν ­κό­μη δι­α­σπα­ρον στά πέ­ρα­τα τς ο­κου­μέ­νης, καί ν ­ταν δυ­να­τόν νά δι­α­τη­ρή­σουν α­τήν τήν ­νό­τη­τα καί με­τά τήν δι­α­σπο­ρά τους. Γι’ α­τό θέ­λη­σαν νά ­φή­σουν ­να μνη­με­ο ­νό­τη­τός τους, πού θά ­ταν ­να ­λι­κό μνη­με­ο, ­νας πλίνθι­νος πύρ­γος, ποος θά ­φθα­νε ­ως τόν ο­ρα­νό –του­λά­χι­στον τέ­τοι­α ν­τί­λη­ψη μπο­ρο­σαν νά χουν πε­ρί ο­ρα­νο! ταν γνω­στός μας πύρ­γος τς Βα­βέλ. Θε­ός ­μως, ­πως γνω­ρί­ζου­με ­πό τήν ­γί­α Γρα­φή, ­πό τό βι­βλί­ο τς Γε­νέ­σε­ως, συ­νέ­χε­ε τίς γλσ­σες τους, μπέρ­δε­ψε τίς γλσ­σες τους, γιά νά μήν πραγ­μα­το­ποι­η­θε α­τό τό μνη­με­ο.[ Γέν. 11, 1-9].

    Α­τό βε­βαί­ως γι’ α­τούς ­ταν δεγ­μα μις ­νό­τη­τος, ­πως ­δη σς ε­πα, λ­λά ­νό­τη­τος ν­θρω­πο­κεν­τρι­κς, δη­λα­δή ­πα­νά­λη­ψη το πρα­πα­το­ρι­κο ­μαρ­τή­μα­τος. Δι­ό­τι ποι­ό ­ταν τό προ­πα­το­ρι­κό ­μάρ­τη­μα; ­ταν ν­θρω­πο­κεν­τρι­σμός· δη­λα­δή «­γώ, ­δάμ, νά γί­νω θε­ός». Μά στό σχέ­διο το Θε­ο ­ταν νά γί­νει ­δάμ κα­τά χά­ριν θε­ός. «χι· ­γώ νά γί­νω θε­ός, λ­λά χω­ρίς τόν Θε­ό». Α­τή α­το­νο­μί­α, α­τός ν­θρω­πο­κεν­τρι­σμός.

    Τό διο ­κρι­βς γί­νε­ται καί μέ τούς πλα­ν­τες, πού γυ­ρί­ζουν γύ­ρω ­πό τόν ­λιο καί φω­τί­ζον­ται, παίρ­νο­ντας ­μως τό φς ­πό τόν ­λιο. ν ο πλα­ν­τες, ς πομε, ­λε­γαν κά­ποι­α στιγ­μή «Δέν χρει­α­ζό­μα­στε τό φς το ­λιου· θά χρη­σι­μο­ποι­ή­σου­με τό δι­κό μας τό φς», θά τούς λέγαμε: «Ποι­ό δι­κό σας φς;... ­σες ο πλα­ν­τες δέν ε­στε α­τό­φω­τοι». Τό ­διο θά λέ­γα­με καί στούς πρω­το­πλά­στους: « ν­θρω­ποι, δέν ε­σα­στε α­τό­φω­τοι, δέν μπο­ρε­τε νά α­το­θε­ω­θε­τε· τήν θέ­ω­ση θά τήν πά­ρε­τε ­πό τόν ­διο τόν Θε­ό, καί συ­νε­πς τόν χρει­ά­ζε­στε τόν Θε­ό». Δέν μπο­ρο­με λοι­πόν νά γί­νου­με ν­θρω­πο­κεν­τρι­κοί, δη­λα­δή τό κέν­τρο γύ­ρω ­πό τό ­πο­ο θά γυ­ρί­ζουν τά πάν­τα· Θε­ός θά ε­ναι τό κέν­τρο καί ­χι ν­θρω­πος.

     πο­λυ­γλωσ­σί­α τό­τε στά­θη­κε ­να ση­μά­δι τς δι­α­σπά­σε­ως τν ν­θρώ­πων. Τί ε­πε Θε­ός; «δε­τε κα καταβάντες συγ­χέ­ω­μεν α­τν ­κε τν γλσ­σαν», «νά μπερ­δέ­ψου­με τή γλώσ­σα τους». Α­τό μως ­πρε­πε νά δι­ορ­θω­θε. Καί δι­ορ­θώ­θη­κε μέ τήν ­ναν­θρώ­πη­ση το Υ­ο το Θε­ο, ­ταν ρ­θε ­δ στή γ, καί μέ τήν κά­θο­δο το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Γι’ α­τό μ­φα­νί­στη­κε τό Πνε­μα τό ­γιο μέ τήν μορ­φή πυ­ρί­νων γλωσ­σν. Καί ο ­πό­στο­λοι τήν ­μέ­ρα τς Πεν­τη­κο­στς μι­λο­σαν κα­τά τέ­τοι­ον τρό­πο, πού ­λοι ­κε­νοι πού ε­χαν συρ­ρεύ­σει στά ­ε­ρο­σό­λυ­μα –κι κα­θέ­νας ­ταν ­πό κά­ποι­ο μέ­ρος: ­πό τήν Περ­σί­α, Παρ­θί­α, Μι­κρά ­σί­α, Κρή­τη, λ­λά­δα, ­ρα­βί­α, Α­γυ­πτο, Κυρ­ρή­νη καί λοιπά καί λοιπά– κα­θέ­νας, λέει, ­κου­γε τό κή­ρυγ­μα το Πέ­τρου στή γλώσ­σα τή δι­κή του. ­νώ­θη­καν λοι­πόν, μλ­λον δι­α­λύ­θη­κε ­κεί­νη σύγ­χυ­ση, καί ­πλ­θε ­να χε­λος, ­πως λέ­ει ­κε τό βι­βλί­ο τς Γε­νέ­σε­ως, μί­α γλώσ­σα, μί­α φω­νή, πως ­ταν στήν ­πο­χή το Ν­ε. ­πα­νέρ­χε­ται ατ­ή ­μο­φω­νί­α, λ­λά ν Χρι­στ ­η­σο, μέ τή δι­α­φο­ρά πώς δέν ­πάρ­χει πιά τό μνη­με­ο το πύρ­γου τς Βα­βέλ. Πλέ­ον δέ μπο­ρε νά ε­ναι ση­με­ο ­νό­τη­τος πύρ­γος τς Βα­βέλ· τό ση­με­ο ­νό­τη­τος ­φε­ξς θά ε­ναι ­η­σος Χρι­στός, ν Πνεύ­μα­τι ­γί­.

     Ε­ναι πο­λύ ση­μαν­τι­κό α­τό πού σς λέ­ω, πά­ρα πο­λύ ση­μαν­τι­κό· ­πο­τε­λε τήν καρ­δί­α τς ­μέ­ρας τς Πεν­τη­κο­στς. Πρέ­πει νά τό ν­τι­λη­φθο­με ­τι ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας ε­ναι ν Χρι­στ ­η­σο, ε­ναι ν Πνεύ­μα­τι ­γί­.

      Χρι­στός ­τσι τό ε­πε. Γι’ α­τό ­νό­τη­τα δέν ε­ναι σέ κο­σμι­κά πράγ­μα­τα, σέ πράγ­μα­τα μέ κο­σμι­κές δι­α­στά­σεις. Κύ­ριος, ­η­σος Χρι­στός, στήν ρ­χι­ε­ρα­τι­κή Του προ­σευ­χή ε­πε:«Πά­τερ, ­γ πε­ρ α­τν ­ρω­τ», «Πα­τέ­ρα μου, ­γώ γι’ α­τούς πού πί­στε­ψαν σ’ μέ­να πα­ρα­κα­λ»· «ο πε­ρ το κό­σμου ­ρω­τ», «δέν πα­ρα­κα­λ γιά τόν κό­σμο», «λ­λ πε­ρ ν δέ­δω­κάς μοι», «λ­λά μό­νο γιά ’κεί­νους πού μο ­δω­σες».[ ωάν. 17, 9]. Θά ξα­να­π τή φρά­ση, για­τί με­ρι­κοί νο­μί­ζουν ,τι νο­μί­ζουν: «Δέν πα­ρα­κα­λ γιά τόν κό­σμο». Θά μο πε­τε τι κάνει δι­ά­κρι­ση. Ναί. Καί τί κά­νει δ Κύ­ριος; ν­τι­δι­α­στέλ­λει τό ση­με­ο ­νό­τη­τος· ­κε­νο πού ­κε­νος θέ­τει, καί ε­ναι τό πρό­σω­πό Του ν ­γί­ Πνεύ­μα­τι, ­πό τό ση­με­ο ­νό­τη­τος το κό­σμου, πού ε­ναι πιά ­νας νο­η­τός πύρ­γος Βα­βέλ.

    Φε­ρ’ ε­πεν, γιά νά τό κά­νου­με ­τσι ­λο­ποι­η­μέ­νο νά τό κα­τα­λά­βου­με: Δέν μπο­ρε Ε.Ο.Κ.[:η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση] νά ε­ναι ση­με­ο ­νό­τη­τος τν Ε­ρω­παί­ων· δέν μπο­ρε Ο.Η.Ε. νά ε­ναι ση­με­ο ­νό­τη­τος τν ­θνν. Ση­με­ο ­νό­τη­τος ε­ναι ­η­σος Χρι­στός ν Πνεύ­μα­τι ­γί­. Για­τί; Δι­ό­τι ­λα τ’ λ­λα ε­ναι ση­με­α ν­θρω­πο­κεν­τρι­κά, καί ε­ναι μ­φί­βο­λη ­νό­τη­τα πού ­πό­σχο­νται, εκολα σπά­ζει. Θυμηθετε τά πό­δια το ­γάλ­μα­τος πού ε­χε δε σέ νειρό του Να­βου­χο­δο­νό­σορ, στή Βα­βυ­λώ­να, πού ­ταν ­νο­μοι­ο­γε­νές τό ­λι­κό πού ­ταν φτι­αγ­μέ­να, ­πό ­στρα­κο, λέ­ει, δη­λα­δή κε­ρα­μύ­δι, καί σί­δη­ρο. ­σπα­σε... ­νο­μοι­ο­γε­νές τό ­λι­κό.[ Δαν. 2, 1-45] .Σπά­ζουν α­τά τά πράγ­μα­τα... σπά­ζουν. Καί σπά­ζουν για­τί δέν ε­ναι ν Θε­ στη­μέ­να. Κύ­ριος ε­χε πε: « μ συ­νά­γων με­τ’ ­μο σκορ­πί­ζει»[ Ματθ. 12, 30 και Λουκ 11, 23.], «α­τός πού δέν μα­ζεύ­ει μα­ζί μου, ο­σι­α­στι­κά σκορ­πί­ζει».

     ­νό­τη­τα μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α πρέ­πει νά νο­η­θε, πρ­τα-πρ­τα καί βα­σι­κά, ν­το­λο­γι­κή. ­ταν λέ­με ν­το­λο­γι­κή, τί ν­νο­ο­με; ν­νο­ο­με ­τι μς ­νώ­νει ­λους πραγ­μα­τι­κά τό Σ­μα καί Α­μα το Χρι­στο. Γι’ α­τό ­νω­ση λέ­γε­ται ν­το­λο­γι­κή· ε­ναι πραγ­μα­τι­κή. Πς; Τί μς ­νώ­νει τώ­ρα α­τή τή στιγ­μή ­δ; ­σοι κοι­νω­νή­σα­με, κοι­νω­νή­σα­με τό Σ­μα καί τό Α­μα το Χρι­στο. Α­τό ε­ναι ση­με­ο ­νό­τη­τος, καί μά­λι­στα, σς ε­πα, θε­με­λι­ώ­δους ση­μα­σί­ας. Α­τή ν­το­λο­γι­κή ­νω­ση κ­φρά­ζε­ται μέ τό Μυ­στή­ριο τς Θεί­ας Ε­χα­ρι­στί­ας καί φα­νε­ρώ­νε­ται μέ­σα στήν ­στο­ρί­α μέ τή σύ­να­ξη τν πι­στν σ’ ­ναν χ­ρο, μ’ α­τό πού λέ­με ­κλη­σια­σμό. Γι’ α­τό, ­ταν δέν πραγ­μα­το­ποι­ε­ται κ­κλη­σια­σμός, σπά­ζει α­τή ­νό­τη­τα. Γι’ α­τό καί ο κα­νό­νες τς κ­κλη­σί­ας μας μέ ­φο­ρί­ζουν, δη­λα­δή μέ ξε­χω­ρί­ζουν, ­ταν δέν κ­κλη­σι­ά­ζο­μαι τα­κτι­κά. Μο λέ­νε: «­φο πε­ρι­φρο­νες τόν κ­κλη­σι­α­σμό, πού ε­ναι τό ση­με­ο ­νό­τη­τος το Χριστο, πή­γαι­νε σέ λ­λα ση­με­α ­νό­τη­τος, ­χι μέ τήν ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας». Κι ατό γίνεται ­ταν λεί­ψω ­πό τήν κ­κλη­σί­α, χω­ρίς ­πο­χρν­τα λό­γο, δι­και­ο­λό­γη­τα, τρες Κυ­ρια­κές. Γι’ α­τόν τόν λό­γο.

    ­κό­μη, γι­νόμαστε ­λοι σύσ­σω­μοι καί σύ­ναι­μοι, ­φο ε­μα­στε ­νω­μέ­νοι μέ τό Σ­μα καί τό Α­μα το Χρι­στο, καί ποτελομε μέ­λη το ­νός καί μό­νου Σώ­μα­τος το Χρι­στο. Καί ε­μα­στε μέ­λη ν­το­λο­γι­κά, πραγ­μα­τι­κά, για­τί τό ­διο Α­μα ρέ­ει μέ­σα στίς φλέ­βες μας. Ε­τε ε­μαι στήν Ε­ρώ­πη καί λ­λος ε­ναι στήν ­σί­α, ε­τε ε­μαι στήν Α­στρα­λί­α κι λλος στήν ­με­ρι­κή, στήν ­λά­σκα ­που­δή­πο­τε λ­λο, ­λοι ­πο­τε­λο­με τό ­να καί μό­νο καί ­δι­αί­ρε­το Σ­μα το ­η­σο Χρι­στο.

    Δεύ­τε­ρον, ­νό­τη­τα μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α ­κό­μη πρέ­πει νά νο­η­θε καί ς ­νό­τη­τα ­θι­κή. Βέβαια, δέν θά μο ­ρε­σε πο­λύ α­τή λέ­ξη· θά τήν ­λε­γα «πνευ­μα­τι­κή»· λ­λά ­πει­δή λέ­ξη «­θι­κή» ε­ναι μί­α τρέ­χου­σα λέ­ξη, γι’ α­τό τήν χρη­σι­μο­ποι­. Δη­λα­δή ­νά­με­σα στά μέ­λη τς κ­κλη­σί­ας πρέ­πει νά ­πάρ­χει τό ­θος, νά ­πάρ­χει πνευ­μα­τι­κή ζω­ή, τό βί­ω­μα τό πνευ­μα­τι­κό, πού κ­φρά­ζε­ται μέ τήν ­γά­πη. Καί ­γά­πη ­πο­τε­λε τό ρ­γο τν πι­στν· ­ν ­νό­τη­τα ­πορρ­έ­ει ­πό τό ρ­γο το Θε­ο. Τό ρ­γο το Θε­ο ε­ναι ,τι σς ε­πα προ­η­γου­μέ­νως. Τό ρ­γο τν ν­θρώ­πων ε­ναι με­τα­ξύ τους ­γά­πη, πού θά κ­φρά­σει τώ­ρα καί θά πα­ρου­σιά­σει στά μά­τια τν ν­θρώ­πων α­τήν τήν ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας μας.

    ­θι­κή ­νό­τη­τα φαί­νε­ται σέ ­σα γρά­φει ­πό­στο­λος Πα­λος στήν Α΄ Πρός Κο­ριν­θί­ους: «­ρι­δες ν ­μν ε­σι». «Μα­λώ­μα­τα ε­ναι ­νά­με­σά σας», λέει στούς Κο­ριν­θί­ους. «­ρι­δες, μα­λώ­μα­τα, μα­λώ­νε­τε!»· «­τι ­κα­στος ­μν λέ­γει· ­γ μέν ε­μι Παύ­λου, ­γ ­πολ­λώ, ­γ δ Κη­φ, ­γ δ Χρι­στο»: « ­νας λέ­ει ­γώ ­νή­κω στόν Χρι­στό, λ­λος λέ­ει ­νή­κω στόν Πα­λο, λ­λος ­νή­κω στόν Πέ­τρο, λ­λος στόν ­πολ­λώ, τόν δι­ά­ση­μο ρή­το­ρα Χρι­στια­νό πό τήν ­λε­ξάν­δρει­α». Καί ρω­τά­ει ­πό­στο­λος: «Με­μέ­ρι­σται Χρι­στός;». ­χει κομ­μα­τια­στε Χρι­στός; «Πα­ρα­κα­λ δ ­μς, ­δελ­φοί, δι το ­νό­μα­τος το Κυ­ρί­ου ­μν ­η­σο Χρι­στο, ­να τ α­τ λέ­γη­τε πάν­τες», ‘’­λοι τό ­διο νά λέ­τε’’, «κα μ ν ­μν σχί­σμα­τα», ‘’καί νά μήν ­πάρ­χουν ­νά­με­σά σας δι­αι­ρέ­σεις καί σχί­σμα­τα’’, «­τε δ κα­τηρ­τι­σμέ­νοι ν τ α­τ νο­ κα ν τ α­τ γνώ­μη»[ Α΄ Κορ. 1, 10-13.], ‘’νά βρί­σκε­στε κά­τω ­πό τήν ­δια νο­ο­τρο­πί­α, τήν ­δια σκέ­ψη καί τήν ­δια γνώ­μη’’.

     Βλέ­πε­τε, ­γα­πη­τοί;...

    Α­τήν τήν ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας τήν κα­τα­στρέ­φουν τά μέ­λη τς κ­κλη­σί­ας, ­ταν προ­βάλ­λουν ­γω­ι­σμούς, ­πε­ρη­φά­νει­ες, ­δι­ο­τέ­λει­ες, καί γε­νι­κά ­ταν ­πάρ­χει ­μαρ­τί­α· α­τή κα­τα­ξε­σχί­ζει τήν ­νό­τη­τα το Σώ­μα­τος το Χρι­στο. Γι’ α­τό γρά­φει ­γιος ­γνά­τιος ν­τι­ο­χεί­ας: «Τν ­νω­σιν ­γα­π­τε, τος με­ρι­σμος φεύ­γε­τε».[ Φιλαδελφεσιν γνάτιος, VII, 2]. ‘’Νά ­γα­π­τε τήν ­νω­ση, νά ε­στε ­νω­μέ­νοι· τούς με­ρι­σμούς, τά κόμ­μα­τα, τά κομ­μα­τι­ά­σμα­τα, νά τά ­πο­φεύ­γε­τε’’.

    ­κό­μη, να τρί­το ση­με­ο, πς μπο­ρο­με νά ν­νο­ή­σου­με τήν ­νό­τη­τα μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α; Μπο­ρο­με νά τήν ν­νο­ή­σου­με καί ς δογ­μα­τι­κή ­νό­τη­τα. Τί ση­μαί­νει δογ­μα­τι­κή ­νό­τη­τα; Ε­ναι ­λή­θεια μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α· ε­ναι ρ­θό­δο­ξη πί­στη μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α. μως ­κεί­νη πού κα­τα­στρέ­φει τήν ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας ε­ναι α­ρε­ση.

    Κύ­ριος ε­πε τό­τε στή Σα­μα­ρεί­τι­δα ­τι τόν Θε­ό πρέ­πει νά Τόν προ­σκυ­νο­με «ν πνεύ­μα­τι κα ­λη­θεί­»[ Βλ. ωάν. 4, 23-24.]. Εδατε; «ν πνεύ­μα­τι κα ­λη­θεί­»! Καί ε­αγ­γε­λι­στής ­ω­άν­νης λέ­ει ατό τό κ­πλη­κτι­κό, ­τι « ­γά­πη πρέ­πει νά ε­ναι ν ­λη­θεί­ᾳ».[ Βλ. Β΄ ωάν. 1-3 και Γ΄ ωάν. 1.] Παρακαλ πά­ρα πο­λύ προ­σέξτε α­τό ­δ τό ση­με­ο· ε­ναι ­πί­και­ρο ­σο πο­τέ λ­λο­τε. Δι­ό­τι Ο­κου­με­νι­σμός α­τή τήν στιγ­μή –πού δέν ε­ναι τί­πο­τα λ­λο πα­ρά ­να ­να­κά­τω­μα ­λων τν α­ρέ­σε­ων, ­να ­να­κά­τω­μα, πραγ­μα­τι­κό ­να­κά­τω­μα– σο λέ­ει: θά ­χου­με τήν ­νό­τη­τα ν ­γά­π.

    ­χι, κύ­ριοι· ­νό­τη­τα δέν θά ε­ναι μόνο ν ­γά­π, λ­λά θά ε­ναι ν ­γά­π καί ν ­λη­θεί­. Καί τό «ν ­λη­θεί­ᾳ» ση­μαί­νει δογ­μα­τι­κή ­λή­θεια, δη­λα­δή ρ­θο­δο­ξό­τητα. Δέν μπο­ρ ­γώ νά ­χω ­νό­τη­τα μ’ σέ­να, ­ταν σύ δέν πι­στεύ­εις το­το ­κε­νο καί πί­στη σου ε­ναι παρ­δα­λή. Δέν μπο­ρ νά ­χω μαζί σου ­νό­τη­τα. ­ξάλ­λου, για­τί ­γω­νί­στη­καν ο Πα­τέ­ρες τς κ­κλη­σί­ας μας; Για­τί τούς προ­βάλ­λει σή­με­ρα κ­κλη­σί­α –του­λά­χι­στον τούς Πα­τέ­ρες τς Α΄ Ο­κου­με­νι­κς Συ­νό­δου– καί τούς τι­μ; Γιά νά ­πεν­θυ­μί­ζει ­τι ­νό­τη­τα πρέ­πει νά ε­ναι καί ν ­λη­θεί­.

    Βεβαίως ­νό­τη­τα χει δύ­ο δι­α­στά­σεις. πρώ­τη δι­ά­στα­ση ε­ναι  κα­τά φύ­σιν, φύ­ση μας· ε­μα­στε παι­διά το ­δάμ, ­λοι ­χου­με α­τό πού λέ­με ν­θρώ­πι­νη ­πό­στα­ση. Μπο­ρε λ­λος νά ε­ναι ­τε­ρό­δο­ξος, νά ε­ναι ­τι­δή­πο­τε λ­λο, λ­λης θρη­σκεί­ας καί τά λοι­πά. , καλά· ς ν­θρω­πο, τόν ­γα­π. Ε­ναι ν­θρω­πος, ε­μαι ν­θρω­πος, καί συ­νε­πς τόν ­γα­π ν ­νό­μα­τι τς ­δι­ας φύ­σε­ως. ­μως ­χουμε καί μιά λ­λη ­νό­τη­τα, α­τήν πού λέ­με ­νό­τη­τα τς κ­κλη­σί­ας, γιά τήν ποία μι­λ­με τό­ση ­ρα. ­κε, ­άν λλος δέν πι­στεύ­ει, ­άν δέν ε­ναι ν ­λη­θεί­ καί δέν δέ­χε­ται ­πο­λύ­τως ­λες τίς θέ­σεις τς Πί­στε­ως, δη­λα­δή ­λα τά δόγ­μα­τα, δέν μπο­ρ νά ­νω­θ μα­ζί του. Δι­ό­τι τί θά μς ­νώ­σει; Τό Σ­μα καί τό Α­μα το Χρι­στο. ­μως τό Σ­μα καί τό Α­μα το Χρι­στο δέν μπο­ρε νά χρη­σι­μο­ποι­ε­ται ­πό ν­θρώ­πους πού ­χουν δι­α­φο­ρετική πίστη καί ν­τί­λη­ψη. δ ­πάρ­χουν α­ρε­τι­κοί πού δέν πι­στεύ­ουν στήν θε­αν­θρώ­πι­νη φύ­ση το Χρι­στο. πως τήν ­πο­χή ­κεί­νη ­πρ­χαν α­ρε­τι­κοί πού ρ­νο­νταν τή θε­ό­τη­τα το ησο, ο ­ρεια­νοί, τούς ποίους ν­τι­με­τώ­πι­σε Α΄ Ο­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δος, ­τσι καί σή­με­ρα ­πάρ­χουν α­ρε­τι­κοί πού δέν πι­στεύ­ουν ­τι ­η­σος ε­ναι Θε­ός. Α­τό μως ε­ναι μέ­γι­στη βλα­σφη­μί­α. Πς λοιπόν θά ­νω­θ ­γώ μα­ζί τους;... Καί πς θά τούς δε­χθε α­τούς διος Χρι­στός, πού Τόν βλα­σφη­μον, μέ τό νά μή δέ­χο­νται τή θεί­α Του φύ­ση;...

     ν­τι­λαμ­βά­νε­στε λοι­πόν, ­γα­πη­τοί μου, ­τι ­νό­τη­τα πρέ­πει νά ε­ναι καί «ν ­λη­θεί­ᾳ». Τό κα­τα­λά­βα­τε;

   ­νας κ­κλη­σι­α­στι­κός συγ­γρα­φέας, πο­λύς ­ρι­γέ­νης, λέ­ει τό ­ξς: « ­νό­της γί­νε­ται δι’ ­γά­πης καί ­λη­θεί­ας καί προ­αι­ρέ­σε­ως ­γα­θς»[Origenes, Fragmenta in Jeremiam, 00234.] Τί θά πε α­τό; Τρί­α στοι­χε­α πρέ­πει νά συν­τρέ­χουν γι’ α­τήν τήν ­νό­τη­τα. Πρ­τα, ­λή­θεια· ,τι τό­σην ­ρα σς λέω. ­λοι νά πι­στεύ­ου­με τό ­διο· νά ­χου­με τήν ­δια πί­στη, τήν ρ­θό­δο­ξο πί­στη. Κα­τό­πιν, ­γά­πη· νά ­γα­πά­ει ­νας τόν λ­λο. Δι­ό­τι μπο­ρε νά ­χου­με τήν ­δια πί­στη, λ­λά νά μήν ­χου­με με­τα­ξύ μας ­γά­πη, για­τί ­πάρ­χουν ο μι­κρο­με­γα­λο­ε­γω­ι­σμοί... Ναί, ο μι­κρο­με­γα­λο­ε­γω­ι­σμοί! Θέ­λει λ­λος νά προ­βάλ­λε­ται, νά κά­νει τό δι­κό του, καί τά λοιπά καί τά λοιπά, καί ­ν ­χου­με δια πί­στη, νά σπά­ζει ­νό­τη­τα, για­τί λεί­πει ­γά­πη. Καί με­τά, λέ­ει, ε­ναι ­γα­θή προ­αί­ρε­ση. ­γα­θή προ­αί­ρε­ση ε­ναι ­που­σί­α το δό­λου. Μέ­σα σου α­τό πού λές νά τό πι­στεύ­εις. Α­τό πού λέ­νε τά χεί­λη σου νά τό πι­στεύ­εις. Δέν ­πάρ­χει δό­λος· ­πάρ­χει τα­πεί­νω­ση. ν σο ε­πω­θε ­τι ­χεις κά­που ­να ση­με­ο πλά­νης, νά τό ­πο­δε­χθες καί ­μέ­σως νά δε­χθες τήν ­λή­θεια.

    Στή Θεί­α Λει­τουρ­γί­α, ­γα­πη­τοί μου, κά­θε φο­ρά πού λει­τουρ­γο­με, λέ­με τό ­ξς: «Τν ­νό­τη­τα τς πί­στε­ως κα τν κοι­νω­νί­αν το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος α­τη­σά­με­νοι», ­φο ζη­τή­σα­με, λέ­ει, τήν ­νό­τη­τα τς πί­στε­ως καί τήν κοι­νω­νί­α το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, «­αυ­τος κα λ­λή­λους», τούς ­αυ­τούς μας καί τούς λ­λους, «κα π­σαν τν ζω­ν ­μν», καί λη τή ζωή μας, ­λο τό ε­ναι μας, «Χρι­στ τ Θε­ πα­ρα­θώ­με­θα», ς πα­ρα­θέ­σω­με, ς τό βά­λου­με στά χέ­ρια το Χρι­στο.

    ­δ, σ’ α­τό τό χω­ρί­ο, τό λει­τουρ­γι­κό χω­ρί­ο, πε­ρι­κλεί­ε­ται ­λο τό ποι­μαν­τι­κό ρ­γο τς κ­κλη­σί­ας. Δι­ό­τι κ­κλη­σί­α τί θέ­λει; Μέ τά κη­ρύγ­μα­τα, μέ τά Μυ­στή­ρια καί τά λοιπά, τί ­πι­δι­ώ­κει; ­πι­δι­ώ­κει τήν ­νό­τη­τα τς πί­στε­ως, νά ­χου­με ­λοι τό ­διο πι­στεύ­ω. Λέ­με «Πι­στεύ­ω ες ­να Θε­όν...», τ’ ­κού­ει ­λη κ­κλη­σί­α. ­λοι λοι­πόν νά ­χου­με τό ­διο πι­στεύ­ω. Κι τσι, α­τό τό ­διο πι­στεύ­ω γί­νε­ται ­δός πού ­δη­γε στόν κύ­ριο σκο­πό μας, στήν κοι­νω­νί­α το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Τί θά πε κοι­νω­νί­α; Με­το­χή. Γιά νά ε­μα­στε ­λοι μέ­το­χοι το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Καί μήν ξε­χν­με, κοι­νω­νί­α το ­γί­ου Πνεύ­μα­τος ε­ναι κο­ρυ­φή, ε­ναι τε­λι­κός σκο­πός κά­θε πνευ­μα­τι­κς φρον­τί­δος.

     Μέ­νει ­να τρί­το ση­με­ο, σ’ α­τό πού μόλις σς δι­ά­βα­σα· ε­ναι πα­ρά­θε­ση τν ­αυ­τν μας, τς ζω­ς μας, καί τν λ­λων στά χέ­ρια το Χρι­στο. «Χρι­στ τ Θε­ πα­ρα­θώ­με­θα», ς πα­ρα­θέ­σω­με. Δη­λα­δή;

    Δη­λα­δή: Πη­γαί­νει, κυ­ρί­α μου σύ­ζυ­γός σου στή δου­λειά καί τά παι­διά σου σχο­λε­ο; Μήν περ­νς λα­χτά­ρα μέ­χρι τό με­ση­μέ­ρι πού θά ­πι­στρέ­ψουν, μπάς καί τούς πά­τη­σε κα­νέ­να α­το­κί­νη­το! ­φυ­γαν; Κά­νε τήν προ­σευ­χή σου· Κύ­ρι­ε, στά χέ­ρια Σου ε­ναι σύ­ζυ­γός μου καί τά παι­διά μου. Καί κά­νε τίς δου­λει­ές σου ­ρε­μα καί ­συ­χα· ­βα­λες στό χέ­ρι το Θε­ο, στό χέ­ρι το Χρι­στο, ­βα­λες τήν ­σφά­λεια τν δι­κν σου. Α­τό θά πε ς πα­ρα­θέ­σου­με. Με­γά­λο πράγ­μα ­ταν τούς ο­κεί­ους μας, καί τήν πα­τρί­δα μας, τούς πα­ρα­θέ­του­με στόν Χρι­στό. Κύ­ρι­ε, ­μες τί μπο­ρο­με νά κά­νου­με;... «­ν μ Κύ­ριος φυ­λά­ξ πό­λιν, ες μά­την ­γρύ­πνη­σεν φυ­λάσ­σων»[ Ψαλμ. 126, 1.]. ­άν Κύ­ριος δέν φυ­λά­ξει τήν πό­λη, μά­ται­α ­γρύ­πνη­σαν ο σκο­ποί της, ατοί πού φυ­λ­νε τήν πό­λη.

     Τό λέ­ω α­τό για­τί ­χου­με τούς Τούρ­κους ­πό ’δ, τούς πα­ρα­τούρ­κους ­πό ’κε... τούς πα­ρα­πά­νω καί τούς πα­ρα­κά­τω... ­λους α­τούς, ν μς ­πι­τε­θον, δέν θά μπο­ρέ­σου­με νά κά­νου­με τί­πο­τα γιά νά τούς βγά­λου­με ­πό τήν πα­τρί­δα μας, ­άν τήν πα­τρί­δα μας δέν τήν φυ­λά­ει Χρι­στός. Α­τό βε­βαί­ως δέν κα­ταρ­γε τήν ­μυ­να. Προ­σέξ­τε: δέν κα­ταρ­γε τήν φύλαξη τν συνόρων. Μή­πως καί ο ­βρα­οι δέν ­κα­ναν πο­λέ­μους; ­ταν ­μως Θε­ός ε­λο­γο­σε τήν προ­σπά­θειά τους, ­ταν τρο­παι­ο­φό­ροι στόν πό­λε­μο· ­ταν δέν τήν ε­λο­γο­σε τήν προ­σπά­θειά τους, ­ταν κά­τι φο­βε­ρό!

    Νά σς π πς τό λέ­ει ­διος Θε­ός: «­άν ­χε­τε τή δι­κή μου τήν ε­λο­γί­α, ­κα­τό ­πό σς θά κα­τα­τρο­πώ­νουν δέ­κα χι­λιά­δες, μυ­ρί­ους. Καί ­άν, λέει, ε­σα­στε ­σες μύ­ριοι, ν δέν ­χε­τε τήν ε­λο­γί­α μου, ­κα­τό ­πό τούς ­χθρούς σας θά σς κα­τα­τρο­πώ­νουν»[ Λευιτ. 26, 7-17]. Α­τό θά πεπα­ρα­θέ­τω τόν ­αυ­τό μου στόν Θε­ό· ­κε ε­ναι λ­πί­δα μας. ­στε­ρα ­μες, ς χώ­ρα, ο μι­κροί, –πάν­τα μι­κροί ­μα­στε, σέ γ­κο, σέ ­κτα­ση, σέ ­ριθ­μό– πό­σες φο­ρές νι­κού­σα­με! Για­τί; Πα­ρα­κα­λού­σα­με τόν Θε­ό. Δέν ξέ­ρω ­μως, ν κά­τι μς συμ­βε, άν πα­ρα­κα­λέ­σου­με πά­λι τόν Θε­ό. Καί τό λέω ατό για­τί ­δη μπ­κε ρ­κε­τή δό­ση ­θε­­ας μέ­σα στόν λα­ό μας, καί α­τό τό γνω­ρί­ζουμε ­λοι μας.

    ­γα­πη­τοί, ο ­μέ­ρες πού περ­ν­με ε­ναι δι­α­σπα­στι­κές. Α­τό βέ­βαι­α συμ­φέ­ρει στούς ­χθρούς, ­ρα­τούς καί ­ο­ρά­τους, στόν Δι­ά­βο­λο καί στούς λ­λους ­χθρούς, για­τί ­πι­τυγ­χά­νουν τά σχέ­διά τους. «Μέ­σα στήν ­ναμ­πουμ­πού­λα», λέ­ει μί­α λα­ϊ­κή πα­ροι­μί­α, «χαί­ρε­ται λύ­κος», δη­λα­δή μέ­σα σέ μί­α δι­α­σπα­στι­κό­τη­τα χαί­ρον­ται ο ­χθροί.

    Γιά μς τούς ρ­θό­δο­ξους Χρι­στια­νούς γρά­φει ­πό­στο­λος Πα­λος: «Ε λ­λή­λους δά­κνε­τε κα κα­τε­σθί­ε­τε, βλέ­πε­τε μ ­π’ λ­λή­λων ­να­λω­θ­τε»[ Γαλ. 5, 15]. ­άν ­νας δαγ­κώ­νει τόν λ­λο, προ­σέξ­τε μή­πως με­τα­ξύ σας κα­τα­να­λω­θε­τε, κα­τα­στρα­φε­τε.

    ­χι τσι. ­διος ­πό­στο­λος λέ­ει γιά μς στήν Πρός ­βραί­ους: «Κα­τα­νο­­μεν λ­λή­λους ες πα­ρο­ξυ­σμν ­γά­πης κα κα­λν ρ­γων»[ βρ. 10, 24]. ς προ­σέ­χουμε ­νας τόν λ­λο, ­στε νά πα­ρα­κι­νού­μα­στε σέ ­ξε­ες κ­δη­λώ­σεις ­γά­πης, σέ πυ­ρε­τό ­γά­πης, καί κα­λν ρ­γων!

    Τό­τε κριβς, ­γα­πη­τοί μου, θά μπο­ρο­με νά δι­α­σώ­ζου­με τήν ­νό­τη­τα, τήν ­νό­τη­τα μέ­σα στήν κ­κλη­σί­α, ­ποι­οι βρί­σκον­ται μέ­σα σ’ ατή, κι ­ποι­οι ε­ναι α­τοί, «­κα­στος ­φ’ ­ ­τά­χθη»[ Βλ. Α΄ Κορ. 4, 17-24] πού λέ­ει ­πό­στο­λος, « κα­θέ­νας ­κε πού τά­χθη­κε». Ατό ση­μαί­νει τι μο­να­χός, ­γα­μος, γ­γα­μος, χει­ρώ­να­κτας, ­πι­στή­μο­νας, μορ­φω­μέ­νος, ­λι­γο­γράμ­μα­τος, κα­τέ­χων ­ξι­ώ­μα­τα, ­δι­ώ­της, ­λοι ε­μα­στε ν Χρι­στ ­δελ­φοί, ­να Σ­μα. Α­τή ­πι­βάλ­λε­ται νά ε­ναι ­νό­τη­τα τν με­λν τς κ­κλη­σί­ας.

    Νά π καί κά­τι, μέ τήν ε­και­ρί­α το σημερινο Μνη­μο­σύ­νου; Καί ­κε­νοι πού ­φυ­γαν ­πό τήν πα­ρο­σα ζω­ή δέν ξε­χω­ρί­στη­καν· ε­ναι στό ­διο Σ­μα. Γι’ α­τό στό ­γιο Δι­σκά­ριο βά­ζου­με τίς με­ρί­δες καί ζών­των καί κε­κοι­μη­μέ­νων. Ο κε­κοι­μη­μέ­νοι ­πλς ­φυ­γαν ­πό τά μά­τια μας· ­μως ε­ναι ­νω­μέ­νοι μέ τό Σ­μα το Χρι­στο. Α­τό μήν τό ξε­χν­με πο­τέ!

    Καί ­λα α­τά, α­τή ­νό­τη­τα τν με­λν τς κ­κλη­σί­ας, πρέ­πει νά ε­ναι καί τό τεκ­μή­ριο, ­πό­δει­ξη τς ζων­τά­νιας το Χρι­στι­α­νι­σμο πρός τούς ­ξω, σ’ ­κεί­νους πού δέν ε­ναι Χρι­στια­νοί.

     Κύ­ριος μς ε­πε: «ν τού­τ γνώ­σο­νται πά­ντες ­τι ­μο μα­θη­ταί ­στε, ἐὰν ­γά­πην ­χη­τε ν λ­λή­λοις»[ωάν. 13, 35]. Τό­τε θά γνω­ρί­σει κό­σμος ­τι ε­στε δι­κοί μου μα­θη­τές, ­ταν ­νά­με­σά σας ­χε­τε ­γά­πη καί ­νό­τη­τα


 

ΠΗΓΗ:

http://agonasax.blogspot.gr/2016/03/blog-post.html

«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου