Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

Σειρά τριῶν, πάντοτε ἐπίκαιρων, ἀπομαγνητοφωνημένων ὁμιλιῶν τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου - Περί αἱρέσεων Ὁμιλία 2α – Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΣ


Σειρά τριῶν, πάντοτε ἐπίκαιρων, ἀπομαγνητοφωνημένων ὁμιλιῶν  τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου - Περί αἱρέσεων
 

μιλία 2α – Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΣ

                                                                 Κυριακή 27-5-1979

   Εχαμε ναφερθ τήν περασμένη φορά ες τό θέμα γενικά τς αρέσεως. λλά τίθεται τό ρώτημα: Τί εναι αρεσις;

    Αρεσις εναι λογική ρμηνεία το δόγματος· δηλαδή εναι προσπάθεια το νθρώπου νά κατανοήση τό μυστήριον το Θεο. Καί ταν προσπαθ νθρωπος νά τό κατανοήση, θέλει νά τό κατατάξη μέσα ες τά λογικά κατηγορήματα· δηλαδή θέλει νά λογικοποιήση κάτι πού εναι πέρα πό τήν λογική. Στήν προσπάθειά του μως νά λογικοποιήση, νά κάνη λογικό δηλαδή, κενο τό ποον δέν μπαίνει μέσα στά στενά ρια τς λογικς, κατ’ νάγκην θά ξεφύγη· κι φο θά ξεφύγη, ατό εναι αρεσις. στε λοιπόν αρεσις πάντοτε εναι λογικοποίησις το λόγου το Θεο, τς ποκαλύψεως· πειδή πάντα, παναλαμβάνω, ποκάλυψις εναι πέρ λόγον, εναι πιό πάνω πό τήν λογική.

    Θεός, πί παραδείγματι, λέγει στόν βραάμ: «Θά γεννήσης παιδί τώρα πού εσαι κατό χρονν.». ν βραάμ βάλη τήν λογική, θά π: «Πς εναι δυνατόν ατό νά γίνη;». Καί πό τή στιγμή πού θά βάλη τήν λογική, θά λογικοποιήση δηλαδή ατό πού το ποκαλύπτεται, μέσως θά τό πορρίψη καί θά π: «Δέν εναι δυνατόν· εμαι κατό χρονν!». ταν μως π «γώ μέν δέν τό καταλαβαίνω· λλά, φο τό λέγει Θεός, τό πιστεύω πως εναι, τό φήνω λοιπόν πως εναι.», πό τήν στιγμή κείνη καί πέρα μένει στήν ρθήν πίστιν. ταν λοιπόν τό λογικοποιήση, τότε θά τό πορρίψη θά τό διαστρέψη, θά τό λλάξη, θά τό τροποποιήση· πό τή στιγμή κείνη εναι ες τόν χρο τς αρέσεως.

 

Διάβολος καί νθρώπινος γωϊσμός: ο γεννήτορες τς αρέσεως

     Ποιός γενν τήν αρεσι; Δυό πράγματα: Διάβολος καί γωϊσμός το νθρώπου.

    Διάβολος εναι σπορεύς τν ζιζανίων τς παραβολς τν ζιζανίων, πού λέγαμε τήν περασμένη φορά. πως επαμε, εναι μέθοδός του, μέθοδος τς νοθείας. Μετά τόν Σταυρόν καί τήν νάστασιν Διάβολος πλέον μετέρχεται τήν μέθοδον τς νοθείας, δηλαδή τς ποκλίσεως πό τήν λήθειαν, δηλαδή τήν αρεσιν. Διάβολος δέν ρνεται, λλά τροποποιε. Ατή εναι μέθοδός του συστηματική, πού σέ κάθε ποχή θά πάρη λεπτάς ποχρώσεις· στόσο μως βασικά πάντα θά μένη δία μέθοδος, πό τήν ποχή το Σταυρο καί τς ναστάσεως μέχρι καί σήμερα. Ατή μέθοδος τς νοθείας εναι καρπός ατο το διαβολικο φθόνου καί τς διαβολικς κακίας.

    νθρώπινος γωϊσμός μοίως γενν τήν αρεσιν. Καί γεννται αρεσις ετε πό τήν μορφήν τς περηφανείας, κ μέρους το νθρώπου, ετε πό τήν μορφήν τς μμονς ες τόν διεφθαρμένον βίον. Τόσο τήν περηφάνεια, σο καί τόν διεφθαρμένον βίον, Διάβολος τά κμεταλλεύεται, τά καθιστ ργανα ες τά χέρια του, καί τσι, χοντας ργανα τούς διεφθαρμένους καί τούς περηφάνους νθρώπους, διαδίδει μίαν αρεσίν του.

                                 διεφθαρμένος βίος ατία αρέσεως

     Διά τήν περίπτωσιν το διεφθαρμένου βίου. Λέγει Κύριος: «άν τις θέλ τ θέλημα ατο ποιεν, δηλαδή το Θεο, γνώσεται περ τς διδαχς, πότερον κ το Θεο στιν γ π’ μαυτο λαλ.»[Ιω.7,17]. «άν», λέγει, «κάποιος θέλη νά κάνη τό θέλημα το Θεο, νά τηρήση τό θέλημα το Θεο, νά ποφύγη τήν μαρτία καί νά τηρήση λες τίς ντολές το Θεοῦ», τότε –προσέξτε παρακαλ νά δτε θαυμάσιον κριτήριον πού θέτει Κύριος, κριτήριον διακρίσεως– «τότε ατομάτως θά παραδεχθ τι ησος Χριστός εναι ληθινός». Καί ταν δεχθ τι Χριστός εναι ληθινός, δηλαδή Θεάνθρωπος, τότε βεβαίως δέν κινδυνεύει νά πέση σέ καμμίαν πόκλισιν, σέ καμμίαν αρεσιν. Πότε; ταν θά τηρήση πολύτως τό θέλημα το Θεο, συνεπς ταν εναι γνός καί καθαρός νθρωπος.

    Δέν χει λόγους ποκλίσεως, γαπητοί μου, γνός καί καθαρός νθρωπος· μόνον διεφθαρμένος νθρωπος χει λόγους νά τροποποιήση τά δόγματα. Τί θά νδιέφερε, πί παραδείγματι, τόν γαθόν νθρωπον, τόν τηροντα τάς ντολάς το Θεο, άν πάρχη δέν πάρχη Κόλασις; Δέν τόν νδιαφέρει· διότι σκέπτεται τι δέν εναι ργάτης το σκοταδιο, δέν εναι ργάτης τς γεένης, τς Κολάσεως, καί συνεπς δέν χει λόγους ν’ ρνηθ τήν Κόλασι. Ποιός εναι κενος πού θά ρνηθ τήν Κόλασιν; διεφθαρμένος νθρωπος. Γι’ ατό βλέπετε τι διεφθαρμένος νθρωπος εσάγει αρεσιν· καί σο λέγει: «Καί ποιός τά εδε ατά... καί ποιός τά ξέρει... Δέν βαριέσαι... Μπά! γιατί; Θεός πρέπει νά εναι πολύ γαθός· τόσο, πού δέν θά πρέπει νά πάρχη Κόλασις.» καί λλα πολλά. Τά βγάζει μέ τό μυαλό του. λα ατά τά παγορεύει, πως σς επα, διεφθαρμένος βίος.

 

                             περηφάνεια ατία αρέσεως

    λλά καί διά τήν περηφάνειαν. Λέγει πόστολος Παλος πρός τόν Τίτον: «Αρετικν νθρωπον μετ μίαν κα δευτέραν νουθεσίαν παραιτο, εδς τι ξέστραπται τοιοτος κα μαρτάνει ν ατοκατάκριτος»[Τιτ.3,10-11]. ταν λέγη πόστολος στήν πιστολή του πρός τόν Τίτον «Θά πς μία φορά, δυό φορές σ’ ναν αρετικό νά φήση τήν αρεσί του. Μήν πιμείνης περισσότερο· ατός νθρωπος χει διαστραφ.», τί ννοε; Πο εναι τώρα τό θέμα; Εναι στήν ψυχήν· εναι περηφάνεια. Καί ταν λέγη πόστολος Παλος μία καί δύο φορές, χι παραπάνω, ννοε τι περηφάνεια, άν δέν εναι θεράπευτον πάθος, τολάχιστον εναι δυσθεράπευτον πάθος. Καί περηφάνεια τν νθρώπων πολλάκις δημιουργε τήν αρεσιν· φιλοδοξία των δηλαδή, τό πς ο νθρωποι, γιά νά φανον τι διακρίνονται πό τούς λλους, πιζητον μίαν δόξαν, στω καί ροστράτειον.

    Ξέρετε ποιά εναι «ροστράτειος δόξα»; Κάποιος σημος νθρωπος, νόματι ρόστρατος, τήν νύχτα πού γενντο μέγας λέξανδρος, βαζε φωτιά ες τόν ναόν τς ρτέμιδος στήν φεσο, γιατί μέσα του φλέγετο πό τήν πιθυμία νά μείνη τό νομά του στήν στορία! Καί τότε μάλιστα, ταν τόν συνέλαβαν, θέλησαν νά μή γραφ τό νομά του πουθενά, γιά νά μήν πραγματοποιηθ ατό τό ποον ζητοσε. λλά τελικά μεινε τό νομά του ες τήν στορίαν· μεινε ς «ροστράτειος δόξα»· δηλαδή θέλησε νά δοξασθ μέ τό κακόν.

    Βλέπετε τι μέσα στόν νθρωπο πάρχει ατή τάσι νά θέλη νά δοξασθ, περηφάνεια, καί δέν τόν νδιαφέρει ν εσάγη καί αρεσιν! Καί γενικά νθρωπος περήφανος θέλει νά μένη σ’ κενο πού καταλαβαίνει, καί χι σ’ κενο τό ποον λέγει λόγος το Θεο.

                  αρεσις διακρίνεται σέ τρες τομες

    Δυνάμεθα, γαπητοί μου, νά διακρίνωμε κόμη τίς αρέσεις, χι μόνο περιοριζόμενοι ες τόν τομέα τς πίστεως, δηλαδή στόν δογματικό τομέα, λλά καί φ’ λοκλήρου το Εαγγελίου. τσι, ν θά θέλαμε νά δομε γενικά τήν αρεσι, θά μπορούσαμε νά επομε τι τήν διακρίνομε σέ τρες μορφές.

     πρώτη μορφή εναι δογματική· ταν δηλαδή πόκλισις, αρεσις, ναφέρεται ες τό δόγμα, ες τήν ποκεκαλυμμένην λήθειαν, ποία εναι πέρ νον. ναφέρεται σέ ,τι βεβαίως Θεός ποκαλύπτει· πρωτίστως καί κυρίως μως, κυριώτατα θά λεγα, ναφέρεται ες τό δόγμα τς γίας Τριάδος καί ες τό δόγμα τό Χριστολογικόν, δηλαδή ες ,τι ναφέρεται ες τόν Χριστόν· λλά καί γενικά σέ κάθε δόγμα πού γία Γραφή, λόγος το Θεο μς ποκαλύπτει.

    Δεύτερον· εναι τομεύς τς θικς. Ες ατόν τόν τομέα νήκουν ποκλίσεις ς πρός τόν θικόν νόμον το Εαγγελίου. ταν, πί παραδείγματι, λέγη λόγος το Θεο «ο κλέψεις», καί λέγει νθρωπος στόν αυτόν του, λλά τό λέγει καί ξω, «Δούλεψε νά φς καί κλέψε νά ’χης.», ατό εναι αρεσις. ταν λέγη λόγος το Θεο «ο πορνεύσεις», καί λέγουν ο νθρωποι «, νθρωπος εναι πλασμένος νά ζ γενετήσια κτός καί ντός το γάμου.», ατό εναι αρεσις. κενοι ο ποοι ποστηρίζουν δηλαδή γενετησίους σχέσεις πρό το γάμου εναι αρετικοί ς πρός τόν θικόν τομέα το Εαγγελίου.

    Καί τρίτον· εναι κοινωνικός τομεύς. Ες ατόν τόν τομέα, τόν κοινωνικόν, νήκουν ο κοινωνικές ντιλήψεις τν διαφόρων κοινωνιολογικν συστημάτων περί κατανομς καί πολαύσεως τν λικν γαθν. ταν, πί παραδείγματι, σχυρίζωνται ο νθρωποι καί λέγουν « Παράδεισος εναι δ στή γῆ · δέν πάρχει λλος Παράδεισος. , πί τέλους, κι ν πάρχη λλος Παράδεισος, δέν μς νδιαφέρει. δ λοιπόν εναι Παράδεισος, μέ τήν λιστική του μορφή· τί θά φς, τί θά πις, τί θά πολαύσης.», ατό εναι αρεσις ες τόν κοινωνικόν τομέα.

    Μήν ξεχνμε δέ –πολλάκις σς τό χω τονίσει ατό ναλύοντας τό «Κατά Λουκν εαγγέλιον», πού εναι κυρίως τό εαγγέλιον τς Βασιλείας το Χριστο, καί πολλάκις μς δόθη εκαιρία νά τό δομε– τι Βασιλεία το Θεο δέν εναι πόσις καί βρσις[Ρωμ.14,17], καί τι λα τά κοινωνικά συστήματα κατά κανόνα, ς πίγεια συστήματα, δέν ποβλέπουν παρά στό πς νά βελτιώσουν τήν ζωή τν νθρώπων· καί συνεπς, ετε τό ντιλαμβάνονται ετε χι, ετε συνειδητά ετε συνείδητα, θέλουν νά μεταφέρουν τόν Παράδεισον πί τς γς.

 

Καί δέν ννο βεβαίως κενο πού λέγει λόγος το Θεο, «δικαιοσύνην μάθετε, ο νοικοντες π τς γς»[Ησ.26,9]. παγε! Δέν ννο ατό. Βεβαίως πρέπει νά πάρχη μιά δικαιοσύνη πάνω στή γ, καί νά μήν πάρχη κενο πού λέγει πόστολος Παλος στούς Κορινθίους, «ς μν πειν, ς δ μεθύει»[Α΄Κορ.11,21], νας πό ’δ πεινάει, κι λλος πό ’κε μεθάει. Κι κενος πού μεθάει εναι γιατί χει πάρκεια τροφίμων, γι’ ατό καί μεθ· ν τοτος πό ’δ πειν, καί χι μόνο δέν χει τήν πάρκεια νά μεθύση, λλά δέν χει κν νά χορτάση τό στομάχι του.

     Δέν θά ’θελα ποτέ νά π, γαπητοί μου, νά πάρχη ατή νισότης· χι· νά φυλάξη Θεός! λλά σότης νά πορρέη μως πό τήν ντίληψι πού θά εχαν ο νθρωποι τι μεταξύ των εναι δελφοί καί εναι εκόνες το Θεο. Δυστυχς μως ο νθρωποι τέτοια πράγματα δέν τά καταλαβαίνουν· δημιουργον κοινωνικά συστήματα, τά πιβάλλουν διά τς βίας, καί κατά κανόνα τά κοινωνικά ατά συστήματα δέν ποβλέπουν παρά μόνο στό νά μεταφέρουν τόν Παράδεισον πί τς γς, καί μάλιστα στήν σο μπορον περισσότερο καί περισσότερο λιστική του μορφή.

     μοίως, ες τόν τομέα τόν κοινωνικόν, θά μπορούσαμε νά πομε τι μία αρεσις –γιατί δέν εναι φυσικά μόνον τι Παράδεισος εναι λικός· ;– εναι καί ο φυλετικές διακρίσεις. ταν, πί παραδείγματι, λέγω τι λευκός εναι νώτερος το μαύρου, ατό δέν εναι παρά μία αρεσις. Διότι ταν λέγη λόγος το Θεο τι δέν πάρχει λλην καί βάρβαρος καί Σκύθης μορφωμένος καί μόρφωτος πολιτισμένος καί πολίτιστος, «λλ τ πάντα κα ν πσι Χριστός»[Κολ.3,11] καί τι λοι ξ νός αματος πλάσθημεν, πως λέγει πόστολος Παλος, «ξ νς αματος Θες πλασε πν θνος νθρώπων»[Πραξ.17,26], τί σημαίνουν λα ατά; Δέν σημαίνουν παρά τι κενος πού λέγει τι πάρχουν διακρίσεις νάμεσα στούς νθρώπους, ατός εναι αρετικός ς πρός τό Εαγγέλιο στόν τομέα τόν κοινωνικό.

 

Σς τά λέγω λίγο γρήγορα, γιατί κι λλοτε τά εχαμε πε ατά, καί θέλω νά προχωρήσω σέ λλα πολύ σπουδαιότερα θέματα, σέ λλα σημεα.

             Τά πλα τς κκλησίας κατά τν αρέσεων

    Ες λην ατήν τήν κατάστασιν, ναντι δηλαδή τν αρέσεων, κκλησία τί μέτρα χει λάβει; Κυρίως κκλησία ντέταξε, γαπητοί μου, τρία πλα: τό πρτον εναι τό πισκοπικόν ξίωμα, τό δεύτερον εναι Κανών τς Καινς Διαθήκης καί τό τρίτον εναι Κανών τς Πίστεως τς ληθείας, τό Σύμβολον τς Πίστεως πως λέγεται.

     Μέ τό πρτο, τό πισκοπικόν ξίωμα, κκλησία προσπαθε νά ποδείξη νά πσα στιγμή τήν κατάπαυστον διαδοχήν τς ερωσύνης, λέγοντας τι σημερινός πίσκοπος εναι χειροτονημένος πό τόν προηγούμενον πίσκοπον, προηγούμενος πό τόν πιό προηγούμενον καί οτω καθ’ ξς. Φθάνομε τσι, μέ καταλόγους πού πάντοτε κκλησία διατηροσε ες τά ρχεα της, ες τόν κασταχο παρόντα πίσκοπον. Κυρίως χουν διασωθ τά ρχεα: Ρώμης, ντιοχείας, Κωνσταντινουπόλεως, εροσολύμων, λεξανδρείας, τν μεγάλων ατν Πατριαρχείων. τσι, μέ τούς καταλόγους ατούς, ποδεικνύεται ποστολική διαδοχή.

    πί παραδείγματι, ταν φθάσωμε διερευνντας τούς καταλόγους ες τόν γιον Πολύκαρπον, ρωτομε: «Ποιός χειροτόνησε τόν γιον Πολύκαρπον, πίσκοπον Σμύρνης;». γιος ωάννης Εαγγελιστής. Τώρα: «Ποιός στειλε τόν γιο ωάννη τόν Εαγγελιστή;». Κύριος διος. Συνεπς χομε μεσον κατά διαδοχήν ξάρτησιν πό τόν Κύριον. Γι’ ατό καί κκλησία λέγεται Μία, γία, Καθολική καί ποστολική· διότι ντλομε τήν ερωσύνη μας πό τούς ποστόλους, ο ποοι ντλον τήν ερωσύνη τους πό τόν Κύριο.

 ρχόμεθα λοιπόν καί λέμε τώρα ες τόν αρετικόν, πί παραδείγματι ες τόν Χιλιαστήν: «Πο εναι ερωσύνη σας;». Δέν χουν τίποτα. χουν ερωσύνη;... Ατοί λέγουν καί σχυρίζονται τι κρατάει σκούφια τους πό τήν ποχή το Χριστο καί τν ποστόλων... τι ατοί κατενόησαν καί κατάλαβαν πολύ καλά τό Εαγγέλιο...! Πολύ καλά! Τούς λέμε: «Πο εναι κενοι ο ποοι στάθηκαν ο πρόγονοί σας τρόπον τινά, ο πνευματικοί σας πρόγονοι μέσα στήν στορία, γιά νά σς παραδώσουν κενο τό ποον λέτε τι κατέχετε ς ληθές; Πο εναι; στορία σας ρχίζει στά 1875. Δέν χετε καμμία διαδοχή. Λοιπόν – λυδία λίθος: τό πισκοπικόν ξίωμα– εσθε αρετικοί! νευ λλης συζητήσεως. Εσθε αρετικοί! πορρίπτεσθε

     Πηγαίνομε ες τό δεύτερο πλον τς κκλησίας· εναι Κανών τς Καινς Διαθήκης. πως θά ξέρετε, μέ τόν Κανόνα τς Καινς Διαθήκης κκλησία πολέμησε τά λεγόμενα ψευδεπίγραφα νόθα βιβλία. ταν κενα τά βιβλία –εαγγέλια πιστολές– πού τά γραφαν αρετικοί νθρωποι, γιά νά ποστηρίξουν αρετικάς θέσεις. κκλησία μαζεύει τά δικά της τά βιβλία, τά μαντρώνει, τά στοιχο, τά βάζει τρόπον τινά στήν σειρά, καί δημιουργε τόν λεγόμενον Κανόνα τς Καινς Διαθήκης· καί λέγει: «Τά βιβλία τς Καινς Διαθήκης εναι εκοσι πτά· οτε να παραπάνω, οτε να παρακάτω. άν τώρα σύ μο προσάγης καί μο λέγης πιχειρήματα πό βιβλία τά ποα εναι ξω πό τά βιβλία τά εκοσι πτά τς Καινς Διαθήκης, σο λέγω: Ατά δέν χουν καμμίαν σχύν. Δέν τά ποδέχομαι· εναι αρετικά.».

     Καί τέλος εναι τό Σύμβολον τς Πίστεως τό Σύμβολον τς ληθείας, Κανών τς Πίστεως πως λλις νομάζεται –χει λες ατές τίς νομασίες–, πού μέ ατό κκλησία καθώρισε λεπτομερς καί σαφς δογματικάς θέσεις καί ληθείας.

    πί παραδείγματι, ταν προσεβλήθη τό δόγμα τς νανθρωπήσεως το Υο το Θεο, τι Χριστός εναι Θεάνθρωπος, πού προσεβλήθη πό τόν ρειον, κκλησία ν Συνόδ καί ν Πνεύματι γί καθώρισε καί επε τι Υός εναι μοούσιος μέ τόν Πατέρα. Ατό τό επε σέ μιά διατύπωσι: «Πιστεύω ες να Θεόν, πατέρα, παντοκράτορα, ποιητν ορανο κα γς, ρατν τε πάντων κα οράτων. Κα ες να Κύριον ησον Χριστόν, τν Υἱὸν το Θεο τν μονογεν, τν κ το Πατρς γεννηθέντα..., πού εναι μοούσιος μέ τόν Πατέρα...» καί λοιπά καί λοιπά.

    δ βλέπομε τι καθορίζει κκλησία μέ σαφήνειαν θέσεις δογματικές, θέσεις ληθείας τς Καινς Διαθήκης, τς γίας Γραφς, πού προσεβλήθησαν πό τούς αρετικούς. Καί τσι σο λέγει: «Πές τό Σύμβολον τς Πίστεως, νά δ ν εσαι αρετικός δέν εσαι. άν δέν πιστεύης τι Χριστός εναι Θεός, τότε βεβαίως δέν θά πς τό Σύμβολον τς Πίστεως.».

    Καί, γιά παράδειγμα, σς λέγω· πτε σ’ ναν Χιλιαστή νά σς π τό Σύμβολον τς Πίστεως. Δέν θά σς τό π, γιατί δέν τό πιστεύει. Δέν πιστεύει δηλαδή τι Χριστός εναι Υός το Θεο καί εναι μοούσιος· πιστεύει τι εναι κτίσμα Χριστός. μέσως λοιπόν χετε τήν λυδία λίθο.

    Γιά νά καταλάβετε, ατό τό κριτήριον δέν εναι λλο τί παρά ,τι κριβς στούς χρυσοχόους μία πέτρα πού λέγεται λυδία λίθος. ταν το πτε σες το χρυσοχόου να χρυσον κόσμημα νά το τό πωλήσετε καί το λέτε τι εναι εκοσι τεσσάρων καρατίων, δέν πείθεται κενος ν εναι εκοσι τεσσάρων εκοσι δεκαοκτώ· δέν πείθεται· παίρνει τό κόσμημά σας, τό τρίβει πάνω σ’ ατή τήν πέτρα, βάζει να ξύ καί βλέπει: σκούριασε; σκοτείνιασε; χι; άν σκοτείνιασε, κι πό τόν βαθμόν σκοτεινιάσματος, κρίνει πόσο χαλκόν χει μέσα μπροντζο, πόσο κασσίτερο δέν ξέρω τί λλο μπορε νά χη· καί σο λέγει: «Δέν εναι εκοσι τεσσάρων καρατίων· εναι τόσο.». , λοιπόν, λυδία λίθος γιά νά κρίνωμε ατά πού λέγουν ο αρετικοί εναι τό Σύμβολον τς Πίστεως.

 

Φυσικά τό Σύμβολον τς Πίστεως, πως εναι τό γνωστό μας τό τς Νικαίας –ατό εναι τό παραδεδομένον· χομε καί κάποια λλα, ρχαιότερα, λλά ατό μς εναι παραδεδομένον–, χει δώδεκα θέσεις. Φυσικά δέν περιέχει λας τάς δογματικάς θέσεις το Εαγγελίου· χι· λλά μόνον κενες τίς θέσεις πού προσεβλήθησαν μέσα ες τούς αἰῶνας πό τούς αρετικούς. Καί εναι βεβαίως ο κυριώτερες θέσεις: πως εναι τό δόγμα περί Θεο, περί γίας Τριάδος· εδικώτερα περί Υο, περί γίου Πνεύματος, περί Πατρός· μετά περί το Θανάτου το Χριστο, ννοεται περί το ργου τς Σωτηρίας, περί το Θανάτου καί τς ναστάσεως το Χριστο· ν συνεχεί περί τς ναστάσεως τν νεκρν, περί κκλησίας καί περί αωνίου ζως. ν γενικ διαγράμματι κλείει λόκληρο τό περιεχόμενον τς Πίστεως.

    Μέ ατά τά τρία, τά ποα εναι πλα πανάρχαια τς κκλησίας μας, γαπητοί μου, κκλησία πολεμ τούς αρετικούς.

 

                  πάρκεια τν πλων τς κκλησίας

    λλά διερωτται κανείς: Σήμερα, στήν ποχή μας, τά πλα ατά τς κκλησίας σχύουν διά νά ντιμετωπιστον ο αρέσεις;

     ταν λέμε νά ντιμετωπισθον, χι νά μή γίνουν ο νθρωποι αρετικοί, λλά νά τούς ποδείξωμε τι ατό πού δέχονται εναι αρεσις. «Δέν μπορες νά μο λές, κύριε Χιλιαστά, τι εσαι ρθόδοξος. Δέν μπορες νά μο λές, κύριε Προτεστάντα, τι εσαι ρθόδοξος. Μπορες νά εσαι ,τι θές νά εσαι, μπορες νά κάνης ,τι θές νά κάνης, τερον κάτερον· δέν δύνασαι μως νά λές τι εσαι ρθόδοξος καί νά προσεταιρίζεσαι τήν κκλησίαν.» Ατό ννο ταν λέω μέ τά πλα πού χει κκλησία· νά ποδεικνύη στά παιδιά της τι κείνη, λλη διδασκαλία, εναι τεροδιδασκαλία, εναι λλοτριοδιδασκαλία. Δέν εναι δική της· εναι ξένη. ντελήφθητε; Μ’ ατήν τήν ννοιαν. χι βεβαίως νά πμε νά τούς πιάσουμε καί νά τούς πομε «λτε δ· τί κάνετε κε;». χι μ’ ατήν τήν ννοιαν· γιατί καθένας δύναται νά πιστεύη καί νά λέη καί νά κάνη ,τι θέλει.

      λλά σήμερα μως κκλησία, μέ τά τρία ατά πού ντιτάσσει, δύναται πράγματι νά χαρακτηρίση τούς αρετικούς;

        Τά πλα ατά σχύουν, γαπητοί μου, καί θά σχύουν πάντοτε· μως δέν εναι πολύ παρκ, καί θά σς ξηγήσω γιατί.

    Κατ’ ρχάς ες τόν Χιλιασμόν· δυνάμεθα νά ντιτάξωμε, πως σς επα, τό πισκοπικόν ξίωμα καί τόν Κανόνα τς ληθείας. Θά τούς πομε: «Πο εναι ποστολική σας διαδοχή; χετε;». Δέν χουν. «Πές μας τό Σύμβολον τς Πίστεως» θά πομε σ’ ναν Χιλιαστή. Δέν θά μς τό π. λλά Κανών τς Καινς Διαθήκης δη διά τούς Χιλιαστάς, πως δυστυχς καί γιά λους τούς αρετικούς τς ποχς μας, εναι ποδεκτός· δηλαδή Χιλιαστής χει τά εκοσι πτά βιβλία τς Καινς Διαθήκης. Δέν χει κενα τά πολλά λλα βιβλία πού εχαν κάποτε αρετικοί, πως σαν ο Γνωστικοί, ξω πό τόν Κανόνα τς Καινς Διαθήκης. λοι σήμερα ο αρετικοί χουν τά εκοσι πτά βιβλία τς Καινς Διαθήκης· καί τσι, τρόπον τινά, σάν νά χρηστεύεται τό πλον ατό τς κκλησίας, σάν νά κινητοποιται. λλά κάνουν κάτι λλο· δέχονται μέν τόν Κανόνα, νοθεύουν μως τό περιεχόμενο τν βιβλίων τς Καινς Διαθήκης· τά ρμηνεύουν διαφοροτρόπως. Θά τό δομε στήν συνέχεια.

     Σέ μάδες Προτεσταντικές ο ποες εναι Τριαδικές, πού πιστεύουν δηλαδή στό δόγμα τς γίας Τριάδος –διότι χομε καί ντιτριαδικάς μάδας Προτεσταντικάς! θά τό δομε κι ατό ργότερα–, κε μπορομε νά ντιτάξωμε τό πισκοπικόν ξίωμα.

      Θά μς τό π Προτεστάντης τό Σύμβολον τς Πίστεως· δέν θά δυσκολευτ. Θά μς τό π· ν καί δέχονται καί ατοί κατά κάποιον τρόπο τό φιλιόκβε (Filioque), πού χουν ο Ρωμαιοκαθολικοί, τό «κα κ το Υο» –ατό εναι τό φιλιόκβε. Θά μς π μως τό Σύμβολον τς Πίστεως· δέν θά δυσκολευθ. χει καί τόν Κανόνα τς Καινς Διαθήκης, καί τά εκοσι πτά βιβλία. λλά τόν λέγχουμε –πο;– στό θέμα τς ποστολικς διαδοχς. Ο Προτεστάνται δέν δέχονται τήν ερωσύνη· δέν χουν ποστολική διαδοχή. Δηλαδή δέν εναι παραίτητο κάποιος πως δήποτε καί τά τρία νά μήν χη· στω καί να νά μήν χη πό τά τρία, χαρακτηρίζεται αρετικός.

                                                       Ονία

   λλά χουμε μως καί κάποιες μάδες αρετικν, πως εναι Ονία τν Ρωμαιοκαθολικν. Ονία θά π νωτικότης. Εναι λατινική λέξις καί σημαίνει τήν προσπάθεια ατν νά δημιουργήσουν προσέλκυσι τν ρθοδόξων ες τούς Ρωμαιοκαθολικούς, φο ατοί καθ’ λα θά φαίνωνται ρθόδοξοι.

     πί παραδείγματι: Ο ερες των φορον ράσα πως καί μες. χουν Τυπικόν ες τήν κκλησία πως καί μες, τίς Κυριακές καί τίς καθημερινές. χουνε τά βιβλία τς κκλησίας τά γνωστά: τό Τριώδιο, τήν Παρακλητική, τό Πεντηκοστάριο, τό ρολόγιο,... λα κανονικά. Τίς Κυριακές, μέ τίς εαγγελικές περικοπές, πως τίς χομε κι μες. ρθρος, σπερινός, ξέρω ’γώ, λα ατά, Λειτουργία κανονική, το ερο Χρυσοστόμου, σέ ναούς βυζαντινούς,... λα κανονικά. Σ’ να σημεο μόνο διαφέρουν: μνημονεύουν τόν πάπα! Μόνο σ’ να σημεο.

 

                            μέθοδος το δουρείου ππου

    Μπαίνεις κι σύ μέσα στήν κκλησία τους. Βλέπεις παπάς μέ τά μφιά του κανονικά. Βλέπεις βυζαντινός ναός ραος. Βλέπεις τά ψαλτήρια κε πέρα μέ τούς ψάλτες, βυζαντινός χορός ραος,... λο τό Τυπικό τς κκλησίας. κος τό προβλεπόμενο εαγγέλιο, πού εναι στό μερολόγιον τς ποστολικς Διακονίας πί παραδείγματι, τι σήμερα εναι το Παραλύτου, τό κος κι σύ μέσα ες τόν ονιτικόν ατόν ναόν τι εναι το Παραλύτου τό εαγγέλιον. Καί λές: «Ατοί εναι ρθόδοξοι!». Δέν πάρχει πουθενά καμμία διαφορά, πλήν τς μνημονεύσεως το πάπα.

Καί λέμε τώρα: δ περί τίνος πρόκειται;

    Πρόκειται περί δουρείου ππου! Εναι ατή μεγάλη πληγή. Αἰῶνες, παρακαλ! αἰῶνες δρ Ονία! Ονία δρ πό τόν καιρό πού γινε τό σχίσμα! Περίπου κτώ αἰῶνες δρ Ονία ες βάρος τς νατολς κ μέρους τν Ρωμαιοκαθολικν!

    χομε μως καί κάποιες μάδες Προτεσταντν, πού καί ατές δρον κατά τόν τρόπον τς Ονίας τν Ρωμαιοκαθολικν, ς δούρειος ππος καί ατοί. Τά πάντα ποδέχονται. Τά πάντα ποδέχονται! Καί τόν πίσκοπον καί τόν πρεσβύτερον καί τήν θεία Κοινωνία καί τόν κκλησιασμό καί τά πάντα!... λλά εναι δούρειος ππος.

 

                     ντιμετώπισις ατν τν αρέσεων

    Θά λέγαμε: Σ’ ατές τίς περιπτώσεις ποιό θά ταν τό μέτρον ντιλήψεως καί ντιμετωπίσεως ατν τν νθρώπων;

     Βέβαια εναι δύσκολο· χι μως καί πάρα πολύ δύσκολο. Γιά ’κείνους ο ποοι μπορον νά χουν μίαν γνσιν, δέν εναι δύσκολο πργμα· φαίνεται πό πολύ μακρυά. Φαίνεται, γαπητοί μου, πό πάρα πολύ μακρυά.

    Πέστε μου σς παρακαλ· μία χρυσ λίρα, μα τήν δώσουμε σ’ ναν νθρωπο πλοϊκόν, θά μπορ νά κρίνη ν ατή εναι σκάρτη χι; μα μως τήν πτε στόν σαράφη, κε στόν ργυραμοιβό, μέσως θά τήν ’δ καί θά σο π ν εναι ντάξει δέν εναι ντάξει· ξέρει. τσι λοιπόν κι δ· μερικοί ξέρουν, μπορον νά διακρίνουν· ο πολλοί δέν μπορον νά διακρίνουν, καί σο λένε: «Ατά λα εναι πολύ ντάξει.»! Τό λένε γιατί δέν ξέρουν νά διακρίνουν· διότι ατός κρύπτεται, καί κρυπτόμενος κάνει τή δουλειά του.

    πως θά δομε καί στήν στορία το Προτεσταντισμο στήν λλάδα, ταν ντελς-ντελς παρακαλ ποκριτική τακτική τους, ληθινός δούρειος ππος. Νομίζω τι τότε μόνον θά μποροσαν νά δώσουνε δείγματα ελικρινείας, άν διέλυαν κάθε κδήλωσί τους. Τί; Ξεχωριστές μελέτες γίας Γραφς πού μπορε νά κάνουν, ξεχωριστές λατρεες πού μπορε νά κάνουν καί λοιπά. Μόνον τότε θά μπορούσαμε νά πομε τι τούς ποδεχόμεθα πώς εναι ελικρινες· χωρίς νά παύση μως παρακολούθησίς των!

 

                Λεπτόν πργμα αρεσις

    Εναι λεπτό πργμα, γαπητοί μου, αρεσις. Εναι λεπτό πργμα! Δηλαδή δέν μπορετε νά φαντασττε πόσο. Γιά νά σς τό δείξω, σς ναφέρω μόνο δύο παραδείγματα.

    μέγας θανάσιος ταν ψυχή τς Α΄ Οκουμενικς Συνόδου. ρειος κατεδικάσθη. Κατόπιν, φο κατεδικάσθη, πηγαίνει ες τόν μέγαν Κωνσταντνον καί τόν πείθει τι εναι ρθόδοξος, μολογν ρειος λας τάς ρθοδόξους θέσεις τς Α΄ ν Νικαί Οκουμενικς Συνόδου! Καί τότε μέγας Κωνσταντνος φοδιάζει τόν ρειον μέ συστατικήν πιστολήν νά γίνη ποδεκτός πρός κοινήν λατρείαν, Λειτουργίαν, διά συλλείτουργον ες τήν λεξάνδρεια, κε πού ταν μέγας θανάσιος. ταν φθασε ρειος κε, μέγας θανάσιος δέν τόν δέχθηκε. «Μά, χω πό τόν ατοκράτορα... χω χαρτί!... χω κάνει μολογία Πίστεως!...». Λέγει μέγας θανάσιος: «Εσαι ψεύτης! Δέν σέ θέλω· φγε πό ’δῶ !». Ξέρετε παρακαλ τί κόστισε ατό ες τόν μέγαν θανάσιον; ξορία! ξορία κόστισε. Καί μόνο μία; ξι ξορίες κόστισε ατή του στάσις! Γιατί; διότι λοι λεγαν τι ρειος εναι ν τάξει τώρα· εναι ν τάξει! λλά μέγας θανάσιος λεγε: «Δέν εναι ν τάξει· εναι ποκριτής!».

 

Νά σς π καί τό λλο. ταν διος ρειος ρθε στήν Κωνσταντινούπολι νά συλλειτουργήση μέ τόν λέξανδρον τόν πατριάρχην, το ’ρθε συμφορά το λεξάνδρου το πατριάρχου· καί λεγε: «Θεέ μου! Θεέ μου!...». λη νύχτα ξενύχτησε ες τόν ναόν κάνοντας προσευχή, λέγοντας: «Θεέ μου, σέ παρακαλῶ !... Χριστέ μου, σέ παρακαλῶ !... ν πιτρέψης ρειος νά λειτουργήση, νά πεθάνη ατός πόψε νά πεθάνω γώ!». ταν σίγουρος πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τι ρειος δέν λλαξε φρόνημα· παρέμενε αρετικός, παρά τίς διαβεβαιώσεις καί τίς μολογίες του τίς ρθόδοξες. Καί τό πρωΐ, πηγαίνοντας πανηγυρικά μέ τούς παδούς του ρειος πρός τόν ναόν, στόν δρόμο πέθανε. Θεός κουσε τήν προσευχήν το πατριάρχου, καί πέθανε ρειος, γιατί ταν ψεύτης, ποκριτής, αρετικός.

    Σς επα ατά τά παραδείγματα, γιά νά σς δείξω τι δέν εναι πάντοτε εκολο νά διακρίνη κάποιος τήν αρεσιν, κόμη κι νας σπουδαος νθρωπος· κυρίως μως ο εδήμονες δύνανται νά διακρίνουν.

 

                         ξαρσις το Προτεσταντισμο

   σα μέχρι τώρα ναφέραμε, τήν περασμένη φορά καί σήμερα, γαπητοί, λα ατά ποτελον να γενικό διάγραμμα χαρακτηρισμο καί ντιμετωπίσεως κάθε αρέσεως, πού τυχόν δύναται νά μφανισθ στήν ποχή μας. μως τελευταα, κτός πό τούς Χιλιαστάς, πάρχει μία ξαρσις αρετικς δραστηριότητος το Προτεσταντισμο, χωρίς φυσικά ατό νά σημαίνη τι διά πρώτην φορά μφανίζονται ες τό προσκήνιον τς στορίας ο Προτεστάνται, καί δίως ες τόν χρον τς λλάδος τς νατολς. χουμε μιά διαιτέρα ξαρσιν. σως ποτέ δέν χουμε μιλήσει γιά τόν Προτεσταντισμόν.

    Βεβαίως σς επα τήν περασμένη φορά τι Χιλιασμός, ν πρεπε νά τόν χαρακτηρίσωμε, θά λέγαμε τι νήκει στίς ουδαΐζουσες αρέσεις, δηλαδή κε πού χουμε τό κρμα Χριστιανισμο καί ουδαϊσμο. Ατό λέγαμε τήν περασμένη φορά. Εναι ληθές· ατή εναι τελική του μορφή. μως νά ξέρετε τι Χιλιασμός ξεκίνησε ς αρεσις προτεσταντική· ξεκίνησε πό τήν αρεσι τν Μεθοδιστν. παναλαμβάνω, ς προτεσταντική αρεσις! Καί ξελίχτηκε. Προσέλαβε στόν δρόμο του πολλά-πολλά στοιχεα. Τά προσέλαβε πως κριβς κάποτε μία πετρίτσα πού ξεκινάει πό τήν κορυφή νός χιονισμένου βουνο, πού κατά τό κατρακύλισμά της συμπαρασύρει χιόνι, γίνεται χιονοστιβάς, κι σο κατεβαίνει, τόσο μεγαλώνει καί μεγαλώνει, καί φυσικά, ταν φθάση στούς πρόποδες το βουνο, δέν δύναται νά ναγνωρίση κανείς ες τήν πελωρίαν ατή χιονοστοιβάδα τήν ρχική κείνη πετρίτσα πού γλύστρησε πό τήν κορυφή το βουνο. τσι κι δ· ξεκίνησε βεβαίως πό προτεσταντικήν αρεσιν Χιλιασμός, λλά μόνο προτεσταντική αρεσις πιά δέν εναι· εναι ατό πού χαρακτηρίσαμε· εναι ουδαΐζουσα αρεσις καί χει λα κενα τά χαρακτηριστικά προσβολς πού πιθυμον πάντοτε νά χουν ναντίον το Χριστιανισμο ο βραοι.

 

                                   στορία το Προτεσταντισμο

       λλά τί εναι Προτεσταντισμός;

     Θά σς π πολύ σύντομα τήν στορία του. Πάρα πολύ σύντομα. Μπορετε νά βρτε βέβαια τήν στορία του σέ πολλά βιβλία, σέ γχειρίδια, καί νά τήν διαβάσετε μα θέλετε.

                               Τά ατια

   πως εναι γνωστό, Δυτική κκλησία, ταν πεσχίσθη πό τήν ρθόδοξον Καθολικήν κκλησίαν τς νατολς, κατεκλίσθη πό πολύ φιλόδοξες καί γωϊστικές θέσεις. Ατές ο γωϊστικές της θέσεις τήν ξώθησαν σέ πλάνες. Μιά πρώτη ταν τι Ρώμη χει τό προβάδισμα· μετά τι χει τό μοναδικόν προνόμιον νά στέκεται πάνω π’ λες τίς κκλησίες καί νά κυριαρχ σ’ ατές· κατόπιν παρουσίασε κοσμοκρατορικές διαθέσεις, ντελς πίγειες.

 

Ο Σταυροφορίες, πί παραδείγματι, δέν σαν παρά να πρόσχημα τι δθεν πμε νά νακαταλάβουμε τούς γίους Τόπους, τούς τόπους κείνους πού Χριστός νεφανίσθη καί δρασε, πέθανε καί νέστη· στήν πραγματικότητα μως ατοί ο νθρωποι θελαν νά κατακτήσουν, εχαν κατακτητικές διαθέσεις. πόδειξις –πόδειξις!– τι ταν περνοσαν πό τήν Κωνσταντινούπολι τό 1204, λεηλάτησαν τήν Πόλιν, τήν Κωνσταντινούπολι, σέ βαθμό πού οτε ο Τορκοι δέν τήν λεηλάτησαν τσι! Καί κράτησαν μέ μίαν κατοχήν περίπου γδόντα τν.

    ντιλαμβάνεσθε, γαπητοί μου, τι ο διαθέσεις τους κάθε λλο παρά γαθές σαν. Γιατί τί ταν Κωνσταντινούπολις; Χριστιανική ταν. Δέν κατήχετο πό τούς Πέρσας, τούς ραβας καί δέν ξέρω πό ποιούς, στε νά πομε τι θελαν νά λευθερώσουν καί τήν Κωνσταντινούπολι πό τυχόν Μωαμεθανούς καί πίστους! Εναι λοφάνερο δηλαδή τι ο διαθέσεις τους ταν κατακτητικές.

    τσι λοιπόν σιγά-σιγά, φο πεσχίσθησαν, ρχισαν νά δημιουργον καινοτομίες ποικίλες. Ατές ο καινοτομίες ταν πως δήποτε πλάνες. Πολλές! Δέν εναι τς ρας, γαπητοί μου, νά τίς πομε τώρα. νεκα μως ατν τν γωϊστικν θέσεων τς Δυτικς κκλησίας καί τν πλανν της, πολλές ψυχές ρχισαν νά σκανδαλίζωνται· πολλοί πιστοί.

 

                                               φορμή

   Τήν φορμή γιά τόν Προτεσταντισμό τήν δωσε νας δομηνικανός μοναχός, ωάννης Τέτσελ. Ατός πουλοσε συγχωροχάρτια, πουλοσε φέσεις ες τήν περιοχήν τς Σαξωνίας, στήν Γερμανία. Τότε νας μοναχός καί ερεύς τς Ρωμαϊκς κκλησίας, Λούθηρος – ποος βεβαίως ς ερεύς τς Ρώμης μποροσε νά ξέρη πό πιό κοντά πολλά πράγματα–, ταν εδε κι ατό πιά, νά πουλον τά χαρτιά ατά καί μέ χρήματα νά συγχωρονται ο μαρτίες, , δέν μπόρεσε νά συγκρατηθ πιά· τό φερε ατό βαρέως· ξανέστη! Καί κάθησε καί γραψε μίαν διαμαρτύρησιν, πού πετελετο πό ννενήντα πέντε θέσεις. Τήν γραψε στά λατινικά, γιά τήν κρίβειαν, καί μάλιστα τήν δημοσίευσε καί ες τόν τύπον, ν θέλετε.

    Μάλιστα πρχε συνήθεια τς ποχς κείνης, προκειμένου νά προκληθ μία θεολογική πολιτική κοινωνική συζήτησις, θέλων νά τήν προκαλέση θυροκόλλει ες τήν πόρτα το μητροπολιτικο ναο τίς θέσεις του καί τίς πόψεις του, στε γιά κενον πού θά θελε νά τόν ντιμετωπίση θά ρίζετο μία ρα δημοσίας μφανίσεως, καί κε θά γίνετο συζήτησις. ταν συνήθεια τς ποχς κείνης. Τήν συνήθεια ατή τήν χρησιμοποιε Λούθηρος καί θυροκολλε ες τήν Βιττεμβέργην, ες τόν ναόν το νακτόρου π’ νόματι τν γίων Πάντων, στίς 31 κτωβρίου, παραμονή τν γίων Πάντων, θυροκολλε ατήν του τήν διαμαρτύρησι μέ τίς ννενήντα πέντε θέσεις ναντίον τν φέσεων, ναντίον τν συγχωροχαρτίων.

    ταν, νεκα το πανηγυριο πού πρχε, πγε κόσμος νά κκλησιασθ, εδε, διάβασε ατές τίς θέσεις καί νθουσιάστηκε, διότι πί τέλους σθάνετο τι κάποιος μποροσε νά μιλάη ναντίον ατν τν αθαιρεσιν καί ναντίον ατν τν πλανν καί κακοδοξιν τς Ρώμης. Τότε λαός ατός ρχισε νά νθουσι, καί στραπιαα ο θέσεις ατές τς διαμαρτυρήσεως το Λουθήρου ξηπλώθησαν ες τήν Γερμανίαν, ες τήν Γαλλίαν καί ες τήν λβετίαν μέ μίαν ταχύτητα καταπληκτική.

 

       Ρώμη φορίζει τόν Λούθηρο – ναρξις το Προτεσταντισμο

    Τότε Ρώμη βρέθηκε σέ πολύ δύσκολη θέσι, καί ντί φυσικά νά ναθεωρήση τίς θέσεις της τίς αρετικές –διότι άν Ρώμη ναθεώρει, γαπητοί μου, τίς αρετικές της θέσεις, τό πργμα θά τελείωνε κε καί θά σταματοσε, πρός μεγάλην χαράν καί δόξαν τς κκλησίας–, ξέρετε τί κανε Ρώμη; φώρισε τόν Λούθηρον! Καί Λούθηρος δημοσίως καψε τόν φορισμόν. πό ’κε ρχίζει γών ναντίον τς Ρώμης. λα ατά ξεκίνησαν στίς 31 κτωβρίου το 1517. πό ’κείνη τήν μέρα ξεκιν Διαμαρτύρησις ες τήν Ερώπη, κατακτ διαρκς περισσότερον καί περισσότερον κόσμον, καί σέ λίγο γίνονται κατομμύρια ο Διαμαρτυρόμενοι ες τήν Ερώπην. τσι ατοί ρχισαν δη νά πικρατον.

    Κύριοι συνεργάται το Λουθήρου –σς λέγω πολύ γενικές γραμμές, γιατί λα ατά εναι πολλά καί δέν θά μς ταν ατήν τήν στιγμή πολύ χρήσιμα– εναι Καλβνος καί Σβίγγλιος. γωνίζονται μέρα-νύχτα νά πιβάλλουν τίς πόψεις τους. Καί ρχίζουν νά διατυπώνουν θέσεις δογματικές, χι βεβαίως πιά μένοντες μόνο στό θέμα τν συγχωροχαρτίων, λλά καί πί λλων σημείων τς Ρωμαϊκς κκλησίας.

 

                    πορρίπτουν τήν εράν Παράδοσιν

    τσι, στή βιασύνη τους, πορρίπτουν τήν εράν Παράδοσιν, ποία δέν εναι τί λλο παρά ο Πατέρες τς κκλησίας. Προσέξτε παρακαλ· ερά Παράδοσις δέν εναι ατό πού μαθαίνω πό τόν πατέρα μου καί τή μάνα μου. Τό τι μπορε πατέρας μου καί μάνα μου νά μο πον τήν Παράδοσιν τς κκλησίας, δέν πάρχει ντίρρησις· λλά τό νά μο πον πράγματα πού εναι το λαο πράγματα, δηλαδή θά λέγαμε τς λαογραφίας πράγματα, ατό δέν εναι Παράδοσις. Μήν τά μπερδεύωμε· Θεός νά φυλάξη! Ξέρετε παρακαλ τί εναι Παράδοσις; Παράδοσις τς κκλησίας εναι ο Πατέρες τςκκλησίας, εναι ο γιοι, εναι α πτά Οκουμενικαί Σύνοδοι καί α Τοπικαί Σύνοδοι, τά συγγράμματα τν Πατέρων καί ο ποφάσεις τν Οκουμενικν Συνόδων. Ατά ποτελον τήν εράν Παράδοσιν. Δηλαδή εναι να θέμα κλειστόν –χωρίς νά εναι κλειστόν. Χωρίς νά εναι κλειστόν! Δηλαδή εναι να κατωχυρωμένο, να πίσημο θέμα· δέν εναι τυχαο· δέν εναι κάτι πού μπορε νά εναι παρδαλό καί ν’ λλάζη χρώματα μέσα στόν λαό, διαδιδόμενο πό στόμα σέ στόμα καί λοιπά. Τό λέγω γιά νά μήν πάρχη παρανόησις.

 

                             πορρίπτουν καί τά Μυστήρια

    πορρίπτει λοιπόν Λούθηρος τήν εράν Παράδοσιν, μέ λα ατά πού σς νέφερα, πορρίπτει καί τά Μυστήρια τς κκλησίας. Κρατάει μόνο δύο Μυστήρια: το Βαπτίσματος καί τς θείας Εχαριστίας. Δέν δωσε μως τήν μυστηριακή διάστασιν, τήν ποίαν χουν τά Μυστήρια ατά· δηλαδή δέν δέχετο, πί παραδείγματι, τι τό μυστήριον τς θείας Εχαριστίας εναι πραγματικά τό Σμα καί τό Αμα το Χριστο, λλά τι πλς εναι παρουσία τς θείας χάριτος, χωρίς νά εναι τό Σμα καί τό Αμα το Χριστο. λλά κι ν ποτεθ κόμη τι θά δέχοντο πώς εναι τό Σμα καί τό Αμα το Χριστο, φ’ σον καταργον τό μυστήριον τς ερωσύνης, τότε δέν εναι δυνατόν νά χουν τό μυστήριον τς θείας Εχαριστίας· διότι δυνάμει το μυστηρίου τς ερωσύνης ναδεικνύεται τό μυστήριον τς θείας Εχαριστίας, τό Σμα καί τό Αμα το Χριστο. Πάλι λοιπόν δέν θά ταν Σμα καί Αμα Χριστο· τό ντιλαμβάνεσθε. τσι οσιαστικά, ν κρατάει τά δυό ατά Μυστήρια, δέν τά δίνει τήν πραγματική τους διάστασι, καί οσιαστικά καί ατά πορρίπτονται. Οσιαστικά.

 

       Δέν ποδέχονται λα τά βιβλία το Κανόνος τς γίας Γραφς

    Κρατ μόνον τήν γίαν Γραφήν Λούθηρος. ταν λέμε μως τι κρατάει τήν γία Γραφή, χι κριβς. πό τήν Παλαιά Διαθήκη, τά σαράντα ννέα της βιβλία, κόβει τά λεγόμενα δευτεροκανονικά, δέκα τόν ριθμόν, καί κρατάει τά τριάντα ννέα. πό δέ τά βιβλία τς Καινς Διαθήκης, μφισβητε τήν πιστολήν το γίου ακώβου το δελφοθέου.

 

           Πιστεύουν ες τόν πόλυτον προορισμόν

κόμη πιστεύουν ες τόν πόλυτον προορισμόν, στόν ποον βεβαίως πίστευαν καί ο Ρωμαιοκαθολικοί· λλά τόν τονίζουν λως διαιτέρως καί ξαιρετικς, διότι δέχονται ς ρον τς δικαιώσεως, δηλαδή τς σωτηρίας, μόνον τήν πίστιν καί χι καί τά ργα. Εναι γνωστό τι γιά νά δικαιωθ, νά σωθ, πρέπει καί νά πιστεύσω λλά καί νά ργασθ τόν νόμο το Θεο. άν μως μείνω μόνο στήν πίστι χωρίς τά ργα, τότε βεβαίως δέν δύναμαι νά σωθ· πως κι ν μείνω μόνο στά ργα καί χι στήν πίστι, δέν δύναμαι νά σωθ. Ατοί λέγουν τι μόνον πίστις σώζει· τά ργα εναι χρηστα. Ατός εναι καί λόγος διά τόν ποον πορρίπτουν τόν γιον άκωβο τόν δελφόθεο· διότι τονίζει διαιτέρως τό θέμα τν ργων ες τήν πιστολήν του.

 

       ρμηνεύουν ποκειμενικά τήν γίαν Γραφήν

    λλά κενο τό ποον εναι φοβερόν, φοβερώτατον, καί μή δυνάμενον πλέον νά βοηθήση τούς Προτεστάντας νά πανέλθουν κάποτε ες τήν λήθειαν –ποιό εναι λέτε;– εναι ποκειμενική ρμηνεία τς γίας Γραφς. Εναι τό χειρότερο πό λα· διότι νοίγεται δρόμος-τρόπος γιά μία φοβερή πομάκρυνσι. Φρικτή –χι φοβερή– φρικτή πομάκρυνσι! Καί ατή στορία τό πέδειξε, τι πέστησαν, φίστανται καί θά φίστανται ατήν τήν διαρκ πομάκρυνσι πό τήν λήθεια, νεκα ατο το στοιχείου πού εσήγαγε Λούθηρος, τήν ποκειμενικήν ρμηνείαν τς γίας Γραφς.

    πειδή Ρώμη δέν φηνε εκολα τό Εαγγέλιο στά χέρια το κάθε πιστο, τώρα Λούθηρος λέγει: «Πάρε τό Εαγγέλιο καί μελέτησέ το καί κατάλαβέ το· πως θές κατάλαβέ το.». ν Ρώμη τότε, πειδή φοβετο τίς αρέσεις, λεγε: «Μπορες νά διαβάσης τήν γία Γραφή, λλά πρέπει μαζί σου νά εναι καί κάποιος πού νά ξέρη θεολογία. Πρέπει νά εναι ερεύς, πού θά ξέρη θεολογία, γιά νά μήν πάρξη πλάνη.». Σ’ ατό ντιδρν Λούθηρος προχωρε σ’ ατό πού σς επα.

 

                 Πολλαπλασιάζουν τόν πάπαν

    Τί συνέπειες εχε ατό; αθεντία στή Ρώμη ταν πάπας. Αθεντία! πόλυτος αθεντία! Σ’ ατό ντιδρ τώρα Λούθηρος καί χτυπ τήν Ρωμαιοκαθολική κκλησία, λέγοντας τι πάπας δέν εναι αθεντία. Καί τί κάνει; Χτυπντας τόν πάπα, τόν κάθε πιστό τόν κάνει ναν μικρό πάπα! Διότι ταν καθένας ρμηνεύη τήν γία Γραφή κατά τό δοκον, πως ατός νομίζει, θεωρε αυτόν λάθητον· γιατί τσι τήν καταλαβαίνει. Σο λέει: «τσι τό καταλαβαίνω.». Καί συνεπς κάθε πιστός γίνεται μία αθεντία, γίνεται να λάθητον, νας μικρός λάθητος πάπας. Ατό ταν τό ποτέλεσμα· νά χτυπήση ναν λάθητον, καί νά δημιουργήση κατομμύρια λαθήτους!

       Βλέπετε τι πό τή βάσι τό πργμα εναι ληθινή καταστροφή; Γιά νά μή σς π τι Λούθηρος ρχικά λέγετο Λοντερ (Luder), τό πατρικό του νομα, το πατέρα του, τό πίθετό του. Μαρτνος Λοντερ. Luder στά γερμανικά θά π «ξώλης». ξώληςπό τό ρμα λλυμιεναι ατός πού εναι καταστροφεύς, διαφθορεύς. Κι πειδή τανε κακόηχο, τό λλαξε. πως σήμερα λέμε: κύριος Πατσαβούρας... κυρία Πατσαβούρα... –τό θηλυκό. Τό νά λές «πό ’δ κυρία Πατσαβούρα» εναι πολύ σχημο. χουμε στήν Κηφισιά τό νομα Πατσαβούρας· γι’ ατό σς τό επα ατό. Εναι κακόηχο· εναι πολύ κακόηχο. Γιά ν’ λλάξη λοιπόν τό νομά του, πρε τό λληνικόν νομα λευθέριος, πειδή τότε ταν ναγέννησι καί εχαμε τά λληνικά γράμματα στήν Ερώπη. Καί σιγά-σιγά πό τό λευθέριος πρε κενο τό θτα καί τό βαλε στό νομά του, τό de τό λλαξε σέ the, καί τό κανε Luther. Δηλαδή τό λλαξε τό νομά του· ν τό ρχικό ταν τό Luder, πού θά π ξώλης. Καί πράγματι εναι καταστροφεύς, ληθινός πολλύων, πού λέγει καί τό βιβλίον τς ποκαλύψεως.

 

                       Διαιρονται διαρκς

    λλά ς ποτέλεσμα ατς τς ποκειμενικς ρμηνείας τς γίας Γραφς χουμε καί τό ξς, γαπητοί μου. φο καθένας μπορε νά καταλαβαίνη τήν γία Γραφή διαφορετικά πό τόν λλον, ρχισαν, πό τήν ποχή πού θεμελιώθηκε Διαμαρτύρησις –γιατί Προτεσταντισμός θά π Διαμαρτύρησις· πό τό protest–, ρχισαν μέσως καί τά κομματιάσματα. Σήμερα στήν μερική χουμε διακόσια πενήντα κομμάτια το Προτεσταντισμο· καί στήν Ερώπη χομε μερικές κατοντάδες κομμάτια το Προτεσταντισμο, μέ διάθεσι διαρκς νά αξάνουν. Μόνον ες τούς Πεντηκοστιανούς, πό τήν ποχή πού νεφανίσθησαν –στίς ρχές το αἰῶνος μας– μέχρι σήμερα πάρχουν δη περί τίς ξήντα μέ βδομήντα διαιρέσεις! Δηλαδή κάθε χρόνο περίπου καί να κομμάτιασμα. Κάθε χρόνο καί να κομμάτιασμα! Εναι πόμενον. Καί νά φαντασττε τι μεταξύ τους πολλές φορές δέν συμφωνον· καί φθάνουν νά μαλώνουν καί νά τσακώνονται φοβερά, πειδή δέν συμφωνον.

 

                     ρνονται καί τό δόγμα τς γίας Τριάδος!...

    λλά πειδή διαρκς καθένας καταλαβαίνει πως καταλαβαίνει, φθασαν σέ τέτοια φθορά καί κατάπτωσι, στε πό τόν Λούθηρο φθάνομε ες τόν Σβίγγλιον, πό τόν Σβίγγλιον ες τόν Καλβνον καί πό τόν Καλβνον ες τούς Σοκινιανούς.

    Ο Σοκινιανοί –μέ δύο λόγια μόνο– εναι μιά αρεσις πού νεπτύχθη στήν Πολωνία, ποία εναι ντιτριαδική, δηλαδή δέν δέχεται τό δόγμα τς γίας Τριάδος. Ατομάτως λοιπόν ατοί ο Προτεστάνται δέν εναι πλέον χριστιανική αρεσις· ατομάτως φεύγουν τελείως πό τό περιβόλι το Χριστιανισμο! Διότι κενο τό δόγμα πού χαρακτηρίζει ς χριστιανική μίαν αρεσι εναι τό δόγμα τς γίας Τριάδος. άν δέν δέχεσαι τό δόγμα τς γίας Τριάδος, δέν εσαι Χριστιανός. Ο Χιλιασταί δέν εναι Χριστιανοί. Προσέξτε: Χιλιασμός δέν εναι αρεσις χριστιανική! Καί δέν εναι αρεσις χριστιανική, διότι δέν χει τό δόγμα τς γίας Τριάδος· τό πορρίπτει. Χιλιασμός εναι κάτι τελείως λλο πργμα, τελείως ξένο πργμα. πως φυσικά καί Μωαμεθανισμός δέν εναι αρεσις χριστιανική· εναι λλο πργμα, λλη θρησκεία. τσι λοιπόν φθάνουν τέτοιες μάδες νά γίνουν ντιτριαδισταί. 

Σς λέγω μόνο γιά τήν στορία, γαπητοί μου, τι πρό μερικν τν εχε γίνει να συνέδριο στήν μερική καί κάλεσαν καί ρθοδόξους. Τώρα τό γιατί μπορε ο ρθόδοξοι νά πηγαίνουν εναι λλη στορία ατή. Εναι μία ποχή κρίσεως· σς τό λέγω ελικρινά. Καί παρεκλήθησαν λοι, κανείς νά μήν ναφέρη τό νομα το ησο Χριστο, παρά μόνον λοι νά λέγουν Θεός, διότι πρχαν ες τό συνέδριο ατό Προτεστάνται ντιτριαδισταί!... Εναι δέν εναι νά τραβς τά μαλλιά σου!... Καί πς δέχεσαι νά μένης σ’ να συνέδριο, χριστιανικό, πού νά σο παγορεύουν νά πς τό νομα Χριστός, πειδή πάρχουν κε ντιτριαδισταί;... Εναι φοβερό τό κατάντημα, γαπητοί μου, τν Προτεσταντν· φοβερό! φο φθάνουν νά ρνονται καί τό δόγμα τς γίας Τριάδος!

 

         Προτεσταντική κκλησία: νας λανθασμένος ρος

   λλά φ’ σον δέν πάρχει ερωσύνη, δέν πάρχει τό μυστήριο τς θείας Εχαριστίας· καί φ’ σον δέν πάρχει τό μυστήριον τς θείας Εχαριστίας –γιατί ατό συνιστ τήν κκλησία–, δέν πάρχει κκλησία. Συνεπς δέν μπορομε νά λέμε Προτεσταντική κκλησία· εναι λάθος. Δέν εναι κν κκλησία. Μπορομε νά τίς νομάσουμε πλς θρησκευτικές κοινότητες χριστιανικς ποχρώσεως. Τό κούσατε παρακαλ; Οτε κν κκλησία δέν εναι Προτεσταντισμός! Οτε κν! Καί σς τό ξήγησα γιατί: δέν χουν ερωσύνη· κι μα δέν χουν ερωσύνη, δέν χουν τό μυστήριο τς θείας Εχαριστίας, καί συνεπς δέν χουν κκλησία. Διότι τί εναι κκλησία; Τό Σμα το Χριστο. κοστε· τό λέγει πόστολος Παλος. Τί εναι κκλησία; Τό Σμα το Χριστο. λλά ατοί δέν χουν τό Σμα το Χριστο, διότι δέν χουν τό μυστήριον τς θείας Εχαριστίας· καί δέν τό χουν, γιατί δέν χουν ερωσύνη· ρα δέν πάρχει κκλησία. Σς τό ποδεικνύω καθαρά δηλαδή.

 

                      ξάπλωσις το Προτεσταντισμο

     Προτεσταντισμός μως δέν μεινε μόνο στήν Γερμανία· ξεδηλώθη ποικιλοτρόπως. ργάνωσε εραποστολές σέ λο τόν κόσμο καί ρχισε νά σκ προσηλυτισμόν μέ ναν ζλον καταπληκτικόν. πεδύθη σέ δρόμον ταχύτητος, σέ μαραθώνιον! Καί ο Προτεστάνται καί ο Ρωμαιοκαθολικοί. Στήν μερική τρέχουν νά διαδώσουν τόν Προτεσταντισμόν καί τόν Ρωμαιοκαθολισμόν· καί ο μέν καί ο δέ. Τρέχουν στήν φρική. Καί βλέπετε κε νά γωνίζωνται Ρωμαιοκαθολικοί εραπόστολοι καί Προτεστάνται εραπόστολοι. Τρέχουν στήν πω νατολή· στήν Κίνα –μέχρι πρότινος, γιατί τώρα Κίνα τούς διωξε–, στήν απωνία, στάς νδίας, πουδήποτε. Πηγαίνουν στά πέρατα τς οκουμένης, καί ο Ρωμαιοκαθολικοί καί ο Προτεστάνται, σ’ ατόν τόν μαραθώνιο, ποιός θά τρέξη πρτος νά διαδώση τήν αρεσί του. λλά πειδή λόγος περί τν Προτεσταντν, θά μείνω βέβαια ες ατούς.

 

δρσις τν Προτεσταντν ες τήν ρθόδοξον νατολήν

    τσι κινήθησαν λοιπόν ο Προτεστάνται, βάζοντας στό σχέδιο τν εραποστολν των καί το προσηλυτισμο των καί τόν ρθόδοξον νατολικόν Χριστιανισμόν, δηλαδή μς. τσι, ταν παγιώθηκαν –τόν 16ον αἰῶνα ξεκίνησαν· σς επα τό 1517– ταν παγιώθηκαν, δη ρχές το 17ου αἰῶνος, τέλη το 16ου αἰῶνος κριβέστερα, κινονται παρακαλ ναντίον τς νατολς. ργανώνουν εραποστολές καί ρχονται στήν λλάδα, στή Μικρά σία, στή Βουλγαρία, στή Ρωσία, στήν Σερβία, στήν Παλαιστίνη. Τότε δέ, εναι γνωστό, λες ο χρες ατές πού σς επα, κτός τς Ρωσίας, ταν κάτω πό τήν τουρκικήν κατοχήν. Τό καταπληκτικόν εναι τι κάτω πό τήν τουρκικήν κατοχήν ρθόδοξος κκλησία δέν παθε καμμία ζημία πό τούς Προτεστάντας. Μέ κάθε τρόπο προσπαθοσαν νά τήν κπορθήσουν, λλά δέν τά κατάφεραν. Δέν παραιτήθηκαν μως· λους τούς αἰῶνες, μέ πιμονή, δέν παυσαν νά στέλνουν διαρκς εραποστολές νά λώσουν τήν νατολήν. πως κάνει καί Ονία μέχρι σήμερα, μέχρι ατή τή στιγμή πού σς μιλ, πού πάρχει Ονίτης ρχιεπίσκοπος στήν θήνα. Ονίτης ρχιεπίσκοπος στήν θήνα! Τν Ρωμαιοκαθολικν. Φοβερό πργμα.

    λλά δρσις των πραγματικά ρχίζει –πό πότε λέτε;– πό τήν στιγμή πού λευθερωθήκαμε! τσι πού νά λέη κανείς τι καμμιά φορά μερικά πράγματα σώζονται καλύτερα ταν εναι θαμμένα. πως μερικά ρχαα σώζονται ταν εναι θαμμένα· μόλις μως τά φέρουν στά μουσεα καί τά δον κακοί νθρωποι, κλέπται, κλέπτονται καί καταστρέφονται. τσι κι δ, κκλησία μας ταν ταπεινή καί χωμένη κάτω κε στίς κατακόμβες, στίς χαμηλές κκλησίες· ταν νλθε πάνω, τότε –, τότε...!– σάν λύκοι ρπαγες φοβεροί καί τρομεροί ρμησαν πάνω της, ναντίον τς νατολς! Δηλαδή δρσις των ρχίζει πό τό 1821 κι δ, δίως ες τόν λληνικόν χρον, τήν Μικράν σίαν καί τήν Παλαιστίνην, δηλαδή στίς χρες τς Μέσης νατολς.

 

                δρσις τν Προτεσταντν ες τήν λλάδα

    Στήν λλάδα ρθαν πό τό πρόσχημα τς φιλελληνικότητος. Μερικοί π’ ατούς ταν Γκίλφορντ –σς λέω καί μερικά νόματα πού δρασαν στήν λλάδα–, Κίνγκ, Χίλλ, Κόρκ, ρτλεϋ, Χέλντερ, Λήν. Ατοί ρθαν ς φιλέλληνες, ρχισαν νά δρύουν σχολεα καί σιγά-σιγά ρχισαν νά κδηλώνωνται καί νά χύνουν τό δηλητήριό τους.

    Σ’ ατούς δέ νά προσθέσωμε πί πλέον καί τήν βαυαρικήν βασιλείαν, πού ρθε τότε στήν λλάδα. ταν ρθε θων, φερε καί τήν αλή του. αλή του το βαυαρική, δηλαδή π’ τή Γερμανία. Ο Βαυαροί σαν Προτεστάνται. Καί φθασαν στήν λλάδα νά κυβερνήσουν τούς ρθοδόξους λληνας Προτεστάνται! –τί ετυχές γεγονός γι’ ατούς... βαλαν τόν λύκο νά φυλάξη τά πρόβατα!

 

γαπητοί μου, τέτοια μωρία μς χει πιάσει, τέτοια μωρία, πού εναι διανόητο πργμα! ταν διαβάζουμε ατά στήν στορία, τά θεωρομε πραγματικά διανόητα. Καί τό χειρότερο:... λλο ατό πού μπορε νά μο π κάποιος: «Μά, θων γινε ρθόδοξος βασιλεύς, πως τό προέβλεπε τό Σύνταγμα.». ραα, πολύ καλά. αλή του μως δέν γινε ρθόδοξη. Καί τό χειρότερο: πουργός Παιδείας καί Θρησκευμάτων τέθη Βαυαρός Μάουερ, πού το Προτεστάντης! πουργός Παιδείας καί Θρησκευμάτων Προτεστάντης!... , πέστε μου σς παρακαλ, τί θά κανε ατός νθρωπος; , νά τί κανε: κλεισε τά μοναστήρια, περιώρισε ,τι μποροσε νά περιορίση στήν λλάδα, μέ ποτέλεσμα τήν ποταγή τς κκλησίας.

     Επα γιά τά μοναστήρια. Εναι μιά λόκληρη στορία. Θά δομε καί κάτι πού εναι σέ μιά γκύκλιο σχετική. λα ατά, γαπητοί μου, δήγησαν σέ μία κατάκτησι πλέον τν ρχν, τν θέσεων-κλειδιν μέσα στήν λλάδα κ μέρους το Προτεσταντισμο, καί πό τότε δέν μπορε λλάς νά σηκώση κεφάλι. Τό γεγονός τι κκλησία εναι δεσμία τς Πολιτείας εναι ργον τν Βαυαρν, τν Προτεσταντν· νά χουνε πό τό πέλμα των καί πό τόν λεγχόν των τήν κκλησία. Ναί, εναι ργον τν Βαυαρν, τν Προτεσταντν ργον! λλά φ’ σον πάντοτε Πολιτεία εναι κείνη πού κρατ τήν κκλησία, τί μπορε νά περιμένη κανείς;

     τσι δόθη καί χαριστική βολήν ποτεθ τι εναι ατή χαριστική βολή· γιατί γώ πιστεύω τι καί λλες βολές χαριστικές θά δοθον: Εναι τό τελευταο ψηφισθέν Σύνταγμα, πού ναγνωρίζει λες ατές τίς αρέσεις, καί δύνανται ο αρετικοί νά κινονται νέτως, πως καί νας ρθόδοξος Χριστιανός.

     να μικρό παράδειγμα. Μέ παίρνει μία δασκάλα στό τηλέφωνο προχθές πό κάπου στή Μακεδονία. «Πάτερ, μο λέει, δρον δ πέρα ο Χιλιασταί· ρχονται πό σπίτι σέ σπίτι... καί τά λοιπά. Πέστε μου, τί νά κάνω;». Λέω: «σύ τί κανες;». Μο λέει: «Πγα ες τόν Σταθμόν Χωροφυλακς καί τούς παρεκάλεσα νά βοηθήσουν νά τούς διώξουμε ατούς τούς νθρώπους.». Καί τς παντ κε στυνόμος: «Τούς προστατεύει τό Σύνταγμα, καί δέν μπορομε νά κάνωμε πολύτως τίποτα.»! Τότε τς επα: «Πάρε παιδιά πό τό σχολεο σου νά τούς κολουθον πό πίσω, καί μόλις νοίγη μιά πόρτα πού θά χτυπον, νά φωνάζουν στούς νοικοκυραίους το σπιτιο: "Κύριοι, ατοί εναι αρετικοί! εναι Χιλιασταί!"». Πλέον ναλαμβάνει λαός νά περασπίση τόν αυτό του. ντιλαμβάνεσθε, γαπητοί μου, τι πλέον μς κρατον δεσμίους. Νά τό κατάντημά μας.

 

        Μέτρα τς κκλησίας κατά το Προτεσταντισμο

     λλά, γαπητοί μου, κκλησία τί μέτρα λαβε ναντίον το Προτεσταντισμο;

    πό τς μφανίσεώς του κι δ, τόν κατεδίκασε μέ ξι Τοπικάς Συνόδους, κ τν ποίων μία εναι τν εροσολύμων, τό 1672, πό τόν διάσημον Δοσίθεον, πατριάρχην εροσολύμων, ποος κανε μία θαυμασία μολογία Πίστεως. Θαυμασία! μεινε σύμβολον πραγματικά, συμβολικόν μνημεον τς κκλησίας. Καί κε πραγματικά κατεδίκασε τόν Προτεσταντισμόν ες τάς θέσεις του μία πρός μία. μοίως εναι καί Σύνοδος τς Κωνσταντινουπόλεως το 1836· καί πό τήν ποία Σύνοδο, πό τάς ποφάσεις της, θά σταχυολογήσουμε μερικά ποσπάσματα, γιά νά δώσωμε πάντησι σέ μερικά θέματα.

   Πρίν προχωρήσω μως γιά νά σς π ατά πού θά διαβάσουμε πό τήν πόφασιν ατήν, τήν γκύκλιον τς Τοπικς Συνόδου τς Κωνσταντινουπόλεως το 1836, θά ’θελα νά σς τονίσω κάτι. Ο ποφάσεις μις Οκουμενικς Συνόδου παραμένουν κτμα τς κκλησίας, μή παλλοτριούμενον διωρθούμενον, ς χον κρος καί αθεντίαν. Δηλαδή πεφάνθη κκλησία πί νός θέματος· δέν πάρχει λόγος πάλι κκλησία νά ποφανθ, διότι πλούστατα ,τι επε κκλησία, ατό εναι καί τίποτε λλο. Δέν πάρχει περίπτωσι κκλησία νά ναιρέση μίαν πόφασί της σέ κάποια Σύνοδο. Ο ποφάσεις τν Συνόδων εναι ροθέσια ληθείας· καί α Σύνοδοι, Οκουμενικαί καί Τοπικαί, εναι Σύνοδοι-στλοι, πού εναι ν Πνεύματι γί φωνή τς κκλησίας.

   άν τώρα θά μο λέγατε «Γιατί σέ ξι Τοπικάς Συνόδους νά καταδικασθ Προτεσταντισμός, καί χι σέ μία;», θά σς παντοσα: κκλησία πανέρχεται ες τό ατό θέμα, χι διότι θέλει νά π κάτι λλο, λλά άν μφανισθ κάτι καινούργιο ες τήν ατήν αρεσιν, στηρίζεται πί τς προηγουμένης Συνόδου καί πλς ρχεται νά προσθέση –προσέξατε!– νά νανεώση τήν καταδίκη. Πάντοτε μως καταδίκη. Πάντοτε! Δέν πάρχει περίπτωσι νά πομε τι θά πάρξη κάποτε καί μία χαριστική θέσις· ποτέ! Διότι τότε κκλησία θά ντιφάσκη πρός αυτήν.

     Θά σς π να μικρό παράδειγμα. μφανίζεται νας ποος ρνεται τήν θεότητα το ησο Χριστο. Ατός προφανς πάσχει π’ τήν αρεσι το ρείου. Θά πρέπει κκλησία νά κάνη πάλι Σύνοδον, άν ποτεθ τι εναι πολλοί κενοι πού ρνονται, θά πρέπει νά κάνη πάλι Σύνοδον διά νά καταδικάση ατούς πού ρνονται τήν θεότητα το Χριστο; χι προφανς. λλά τί; Τό δεδικασμένον τό χει· τό δεδικασμένον τό χει ες τήν Α΄ Οκουμενικήν Σύνοδον. κε θά παραπέμψη· καί θά π: «Εναι κατατεθειμένη καταδίκη.». Καί βάσει το δεδικασμένου, θά βγάλη τά συμπεράσματά της.

    γώ λοιπόν ερεύς, πού εμαι στήν νορία μου καί εμαι πεύθυνος το ποιμνίου μου, κάθε φορά πού θά μφανίζεται νας αρετικός, πί λων τν τομέων τν αρέσεων, δέν σημαίνει τι κάθε φορά θά τρέχω νά ρωτ· πλούστατα διότι λήθεια εναι κατατεθειμένη στήν κκλησία καί ο αρετικές θέσεις εναι δεδικασμένες. Δέν χω παρά νά νοίγω, γαπητοί μου, τά βιβλία τς κκλησίας καί νά βρίσκω κε μέσα κενα τά ποα λέγει κκλησία· καί τότε θά λέγω: «Εσαι αρετικός!». Δέν θά γίνωμαι γώ Σύνοδος· γώ πλς θά εμαι τό κτελεστικόν ργανον τς Συνόδου μέσα στήν Ιστορία, τν Συνόδων μέσα στήν στορία. Ατό θά παρακαλέσω νά μήν τό ξεχάσωμε.

    Καί ν προκειμέν δέν μπορομε νά πομε τι σήμερα ν μφανίζωνται Προτεσταντικές μάδες στόν χρον τς λλάδος πρέπει νά ξαναρχίσωμε νά τίς καταδικάζωμε, καί μέχρι πού νά τίς καταδικάσωμε θά πρέπει νά περιμένωμε τί θά π Σύνοδος. χι· εναι δεδικασμένον! Καί σς επα: Προτεσταντισμός χει καταδικασθ πό ξι Τοπικάς Συνόδους.

    Διαβάστε παρακαλ τήν στορία το Κυρίλλου το Λουκάρεως, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, νά δτε κε τί σάλος γινε στήν κκλησία, πειδή-πειδή καί λοιπά ατός δειξε κάποια φιλοκαλβινικήν διάθεσιν, φιλοπροτεσταντικήν, μέ ποτέλεσμα μία μετέπειτα Σύνοδος νά τόν καθαιρέση· πως ναγκάστηκε νά καθαιρέση καί τόν ριγένη, μετά θάνατον –δέν χει σημασία. Καί πως λέγει κε ατή Σύνοδος τς Κωνσταντινουπόλεως, «Τόν καθαιρέσαμε, γιά νά μήν πάρχη οτε ποψία τι μπορε κκλησία νά χη κάποια σχέσι μέ τόν Προτεσταντισμόν.». Διότι προσπάθησαν νά προσεταιρισθον παρακαλ τήν νατολή ο Προτεστάνται, γιά νά στηριχθον. Ναί.

    Καί τότε παρακαλ, τόν 17ον αἰῶνα, καναν μία πλαστή μολογία το Κυρίλλου το Λουκάρεως, τι δθεν κενος τήν διετύπωσε, καί ρχισαν νά τήν κυκλοφορον στήν Γερμανία, σέ λληνικό καί λατινικό κείμενο. Καί γινε σάλος στήν νατολή. « πατριάρχης Προτεστάντης; Καί κκλησία –κούσατέ το– τόν ρώτησε. Το λέει: «Εσαι Προτεστάντης;». «χι, λέει. χι, χι Τέλος πάντων. φησε μως ποψίες. Καί μόνο νεκα τν ποψιν, μία μετέπειτα Σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως τόν φώρισε πό τήν κκλησία. «Γιά νά καταλάβετε», πως επε κείνη Σύνοδος, «γιά νά καταλάβετε τι πάρχει εαισθησία ες τήν κκλησία μας καί δέν δεχόμεθα ποτέ νά πάρχη παρουσία αρετικο.» Ατό θά θελα νά σς τό π σάν μιά προϋπόθεσι.

 

γκύκλιος τς ν Κων/πόλει Συνόδου το 1836 – Μοναχισμός νιχνευτής τν αρέσεων

    Καί τώρα θά θελα νά λθω σέ μία π’ ατές τίς γκυκλίους τν Συνόδων, χωρίς νά χη σημασία ν εναι το 1600 το 1700 το 1800· δεδικασμένον εναι τό θέμα. Μή μο π κάποιος, ξαναλέγω, τι ατή γκύκλιος εναι παλιά καί χρειαζόμαστε νεωτέραν· τό νέφερα προηγουμένως.

   Δύο χω πού μπορ νά σς π: εναι ατή γκύκλιος πόφασις τς ν Κωνσταντινουπόλει Τοπικς Συνόδου το 1836 κι ατή τς Συνόδου τς κκλησίας τς λλάδος το 1891, πού ξεδόθη στίς 22 Μαρτίου 1891. Μέ ατήν τς κκλησίας τς λλάδος δέν θά σχοληθ· θά σχοληθ κυρίως μέ τήν τς Κωνσταντινουπόλεως, ποία εναι κτάκτως-κτάκτως νδιαφέρουσα. Πηγαίνω κατ’ εθεαν ες τό κείμενον, γαπητοί μου. χω μαζί μου δ τό σχετικό βιβλίο καί ρχομαι νά σς π μερικά μόνο ποσπάσματα, γιά νά πομε μερικές θέσεις πάρα πολύ σπουδαες.

   ρχικά τίτλος τς γκυκλίου εναι ξς: «Τς ν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου το 1836 γκύκλιος, κατά τν Διαμαρτυρομένων εραποστόλων.». Σαφς.

  »Γρηγόριος, λέ Θεο ρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, Οκουμενικός Πατριάρχης.

    » πολυέλεος κα πανοικτίρμων Θεός...» καί λοιπά καί λοιπά. Εναι μία γκύκλιος τριάντα πέντε σελίδων ατο το βιβλίου. Τριανταπέντε σελίδων! Εναι πάρα πολύ μεγάλη. Θά σταχυολογήσω τρία-τέσσερα-πέντε σημεα μικρά, πολύ μικρά, γιά νά σς π μερικά πραγματάκια.

    Κατ’ ρχάς τίθεται τό ρώτημα: κάθε ερεύς καί κάθε ποιμήν καί κάθε ντεταλμένος νά φρουρ καί νά ποιμαίνη ψυχάς ρθοδόξους χει τό δικαίωμα νά κινται πό μόνος του καί νά περιφρουρ τό ποίμνιον;

     Βεβαίως! κοστε λοιπόν τώρα. Λέγει δ Σύνοδος:

    «Κρίνομεν ναγκαον τ ν γνωστοποιήσωμεν πρς πάντας τν πικείμενον κίνδυνον τς κκλησίας, κα συγχρόνως ν μέρει ν σς παραστήσωμεν τς αρέσεις, τς κακοδοξίας κα τς πιβουλς τν σημερινν αρετικν, δι ν γνωρίσητε πς πρέπει ν προφυλάττησθε τοντεθεν π τς νέδρας κα παγίδας ατν· τι φείλομεν ν δώσωμεν φοβερν πολογίαν πρ τν ψυχν μν, ἐὰν μελήσωμεν διαφορήσωμεν ες πράγματα τόσον οσιώδη κα τόσον μεγάλα κα ψηλά.»

    Καί πρός τό τέλος τς γκυκλίου Σύνοδος ποτείνεται πρός τούς πισκόπους το Πατριαρχείου, που βρίσκονται νά τήν γν, στε διαιτέρως νά λάβουν τά μέτρα τους. ποτείνεται τελικά καί πρός τούς πιστούς καί τούς λέγει πς πρέπει κι ατοί νά προσέξουν. Συνεπς χρέος βαρύ-βαρύτατον εναι νά προσέξωμε πολύ τό ποίμνιόν μας. Δέν περιμένω νά μο π προϊσταμένη μου ρχή ν πρέπει νά κινηθ δέν πρέπει νά κινηθ· γώ ερεύς πό μόνος μου τό καταλαβαίνω, γιατί εναι κατατεθειμένα πράγματα. Κατατεθειμένα πράγματα εναι! Δέν πάρχει καμμία αθαιρεσία δηλαδή· καμμία πολύτως.

    Δεύτερον. κόμη γκύκλιος μς δείχνει πς σκέπτονται ο Προτεστάνται. Θά τρομάξετε, γαπητοί μου, μα τ’ κούσετε ατό.

    «Ο σημερινο αρετικοί, ο ποοι καταπολεμοσι κα διαφθείρουσι τν ερν μν ρθόδοξον κκλησίαν δολερς κα πούλως, εναι μαθητα κα παδο το Λουθήρου, το Σβιγγλίου κα Καλβίνου, τν Σοκίνων» –εναι ο Σοκινιανοί, πού σς νέφερα προηγουμένως, στήν Πολωνία– «κα λλων πολλν τοιούτων αρετικν. πρόβολος» –γράφουν ατοί τώρα· εναι δικό τους· εναι να πόσπασμα, πού Σύνοδος τό παίρνει π’ ατούς– « πρόβολος κα διδάσκαλος τούτων, Λούθηρος, καθς καυχνται τν Σοκίνων ο μαθηταί, κατηδάφισε τν στέγην τς Βαβυλνος, κόλουθος τούτων Καλβ ῖνος ρριψε τ τείχη της, λλ’ ο Σοκνοι νέσκαψαν κα ατ τ θεμέλια.» Σς επα τι ο Σοκνοι εναι ντιτριαδισταί· δέν δέχονται οτε κν τόν Τριαδικόν Θεόν! «Κα Βαβυλνα», συνεχίζει νά λέγη γκύκλιος, «Κα Βαβυλνα νταθα ννοοσι τν μετέραν κράδαντον κκλησίαν κα τς ποστολικς ατς Παραδόσεις κα εροπραξίας.».

     Δηλαδή κούσατε πς λέγουν τήν κκλησίαν;... Βαβυλνα! Θά σς τό π ατό τήν ρχομένη φορά, σαφέστερο καί κριβέστερο. Θά τό δτε ατό. «Βαβυλνα» κκλησία!... Καί τι Λούθηρος βγαλε τήν σκεπή της, Καλβνος γκρέμισε τά τείχη καί ο Σοκνοι κατέσκαψαν τά θεμέλιά της! Φοβερό πργμα ατό!... Καί ατοί ο νθρωποι μετά θά ’ρθον νά μς παρουσιάσουν... τί; Νά μς πον... τί; Νά συνεργασθομε;... Νά μς νοίξουν τά μάτια;... Νά μς φωτίσουν;... Τί; Θεός νά μς φυλάξη.

     κόμη· δείχνει τά μέσα καί τό σχμα πού χρησιμοποιον καί λαμβάνουν:

   «Περ τν σημερινν αρετικν κα τν πιβουλν ατν, ο σημερινο αρετικοί», δηλαδή ο αρετικοί το 1836, «μόφρονες ντες παδο κα ζηλωτα κατ πάντα τούτων τν ερημένων αρεσιαρχν, τν ποίων κα τ νομα φέρουσιν, νομαζόμενοι Λουθηροκαλβ ῖνοι γενικωτέρως, πεχειρήθησαν τώρα ν σχάτοις καιρος μ λους τος τρόπους κα λα τ μέσα ν χύσωσι τν φαρμακερν ἰὸν», θά π δηλητήριο, «τν διαφόρων τούτων αρέσεων ες τς κος τν ρθοδόξων, νά μολύνωσι τν μώμητον μν Πίστιν κα ν κατασπαράξωσι τ ποίμνιον το Χριστο. Κα δι ν κτελέσωσι τατα αδίως», εκόλως δηλαδή, «λαμβάνουσι διάφορα σχήματα. Προσποιονται φιλανθρωπίαν, κηρύττουσι φωτισμόν, παγγέλονται σοφίαν κα παιδείαν κα πόσχονται πανταχο τς μεγαλυτέρας εεργεσίας. Δαπανσι πολλ πρς τύπωσιν βιβλιαρίων, πεπληρωμένων π ταύτας τς διαφόρους βλασφημίας των, πολεμούντων πότε μν πλαγίως, πότε δ κατ’ εθεαν τ οράνια δόγματα κα διδάγματα, παραδόσεις κα θιμα τς ρθοδόξου μν γίας κκλησίας. Χαρίζουσι τατα τ πωλσι δι σμικρωτάτης τιμς, λόγ μν εεργεσίας, ργ δ βλάβης, δι ν μφυτεύσωσιν ες τς καρδίας τν ρθοδόξων, κα μάλιστα τν παλν παίδων, τς παρανόμους ατν βλασφημίας.»

   Κατόπιν ο Προτεστάνται στρέφονται –, πρός τά πο στρέφονται...!– στρέφονται ναντίον το Μοναχισμο! Χμ! Γιατί στρέφονται ναντίον το Μοναχισμο; Διότι τούς ποκαλύπτουν ο μοναχοί. στορία το Μοναχισμο δέν εναι τίποτε λλο παρακαλ, γαπητοί μου, παρά ο ποκαλύψεις τν αρέσεων, ποκάλυψις τν βαθέων το Σατανᾶ  ! ποια αρεσις λθη παρουσιασθ, Μοναχισμός τήν νιχνεύει. Ατός Μοναχισμός, πού εναι στάς ρήμους, πού εναι στά βουνά· ατοί πού εναι πομεμακρυσμένοι, ατοί νιχνεύουν. λόκληρη κκλησιαστική στορία μας εναι στορία νιχνεύσεως τν αρέσεων κ μέρους το Μοναχισμο. πόμενον λοιπόν εναι ο αρετικοί νά βλέπουν τόν Μοναχισμόν μέ τό χειρότερο μάτι. Γι’ ατό διαιτέρως στρέφονται ναντίον το Μοναχισμο· νά τόν ξευτελίσουν σο μπορον περισσότερο, μόνο καί μόνο γιά νά προσβάλλουν τήν κκλησία· διότι προμαχών τς κκλησίας εναι Μοναχισμός.

    φθασε κάποιος –καί κληρικός μάλιστα!– νά μο π: «Κι σες τί νακατεύεσθε μ’ κενα πού γίνονται ες τήν πόλιν; Τί σς νδιαφέρει σς;». Σάν νά εναι παρακαλ κκλησία μας μόνο να μοναστήρι, καί νά μήν μς νοιάζη τίποτα λλο! μέγας Βασίλειος, γαπητοί μου, ταν οκουμενικός Πατήρ· τόν νδιέφερε τί γίνεται σ’ λόκληρη τήν οκουμένη. Μπορε τό σμα νά λέη «Μέ πονάει τό κεφάλι; Θά πάρω μιά σπιρίνη. Μέ πονάει τό νύχι; Δέν μ’ νδιαφέρει, γιατί εναι νύχι.»;! Τό λέει ατό ποτέ κανένας;! Δυνάμεθα νά πομε τι γώ θά μείνω στήν νορία μου, θά μείνω στό μοναστήρι μου, θά μείνω στό σπιτάκι μου, καί δέν μ’ νδιαφέρει τί γίνεται παρακάτω;! Εναι ρθόν ατό;! εναι χριστιανικόν ατό;! Καί το παντ: «Γι’ ατό εμαστε κε πάνω: νά βλέπουμε κενα πού εναι χαμηλά καί νά φυπνίζουμε κείνους πού κοιμνται μέσα ες τήν πόλιν.». Ατό πάντησα.

   Λοιπόν κοστε παρακαλ τί λέγει γκύκλιος τς Συνόδου τς Κωνσταντινουπόλεως: «Τατα κα λλα πολλ μετεχειρίσθησαν –ο αρετικοί, ο Προτεστάνται– κα μεταχειρίζονται ο σημερινο αρετικοί, δι ν μολύνωσι τν μετέραν Θρησκείαν κα ν διαφθείρωσι τ μέτερον θνος, κα πρς εκολον κατόρθωσιν τν κακοβούλων ατν σκοπν κχέουσι τν ἰὸν τς οβόλου ατν ψυχς δι τοσούτων φλυαριν κατ το τενς παγρυπνοντος, φυλάσσοντος τν ρθόδοξον ποίμνην κα μόνου δυναμένου ντιστναι κα νατρέψαι τ τούτων πονηρ σχέδια Μοναχικο Τάγματος, κσφενδονίζοντες μ φορν δριμυτάτην λόγων λόγων τν παντελ καταστροφν το ερο ατο Συστήματος. λλ γνώτωσαν ο παραλελογισμένοι λουθηροκαλβινόφρονες πόστολοι τι ξ ατο το Τάγματος −το Μοναχικο− κα μέχρι το νν», καί μέχρι τώρα, «εσν ο ρθοτομοντες τν λόγον τς ληθείας κα δηγοντες τν ρθόδοξον νεολαίαν, δι τς διδασκαλίας ατν, ες τ ερν δόγμα κα ες τν ρθν θικήν.

   »Τ Τάγμα ατ οτε μόλυνε ποτέ, κατ τος παραλογισμος τν ναντίον ατν κακοφρόνων, τν ρατν κκλησίαν το Χριστο, λλ’ είποτε λάμπρυνεν, δόξασεν, κράτεινε κα στερέωσεν ατν κα δι το πνευματικο βίου κα δι τν δογματικν συγγραμμάτων κα θικν. Ατ συνεκρότησε τς κατ καιρος συστάσας Οκουμενικς κα Τοπικς Συνόδους. Ατ −τό Μοναχικόν Τάγμα− διετήρησεν κριβς τος ερος Κανόνας, οτινες κα τ δόγμα εσεβς ρθοτομοσι κα τ θη τν Χριστιανν υθμίζουσι κα ες τν κατ Θεν πολιτείαν δηγοσι. Ατ π’ ρχς ντέστη κα κατεπολέμησε καί, τ πανσθεν δυνάμει το Κυρίου, κατεπάλαισε τ διάφορα συστήματα τν λληνιστν κα τος κακοδόξους αρεσιάρχας. Ατό, τέλος πάντων, δη πολεμε κα μς τος π’ σχάτων τν χρόνων κ τν κευθμώνων το δου κα το βυθο το βορείου κεανο ναφανέντας σατανικος αρεσιάρχας, δι ν παύσητε διαταράττοντες τν ρθόδοξον νατολικν κκλησίαν, τν ποίαν ατ τ Μοναχικόν Σύστημα φύλαξε μέχρι τοδε, καί, τ παναλκ δυνάμει το παντουργο Θεο, θέλει φυλάξ μέχρι συντελείας.»

     Νά ποιά εναι θέσις το Μοναχισμο ναντίον τν αρετικν. Ατά ταν πό τήν πίσημον γκύκλιον τς Συνόδου τς Κωνσταντινουπόλεως το 1836.

    κόμη –θά τό φαντασθτε παρακαλ; Θά τό φαντασθτε;... καί μως εναι ληθές– κόμη προσπαθον νά προσεταιρισθον καί τόν κλρον! Καί δού.

    «Τ πράγματα ατ πέδειξαν τι λλο καλν δν προεξενήθη κ τούτων τν βιβλίων ες τος μογενες, ε μ ψυχρότης τς πίστεως, διαφορία περ τ θρησκευτικά, διαφθορ τν θν. Ατο −ο Προτεστάνται− μηχανεύθησαν κατ’ ρχάς, πρ ὶν εσέτι γνωσθσιν ο δολεροί των σκοπο −κι ατό στήν λλάδα παρακαλ– ν μεταχειρισθσι τινς ευπολήπτους», δηλαδή σπουδαίους νθρώπους, μέ πόληψι, «τν κ το κλήρου ες ατ τατα, δι ν καλύψωσιν τι μλλον τος δόλους των

    κούσατε;... Προσεταιρίζονται καί τόν κλρον, γιά νά καλύψουν τούς δόλους των! Τί τό παράξενον; Τό κούσατε παρακαλ;... Προσεταιρίζονται καί τούς κληρικούς, γιά νά καλύψουν τούς δόλους των ο αρετικοί, ο Προτεστάνται!... Δέν τά λέγω γώ· τά λέγει Σύνοδος τς Κωνσταντινουπόλεως.

 

             στάσις μας πέναντι στούς ποικίλους αρετικούς

       Καί, τέλος: Ποία στάσι πρέπει νά πάρωμε πέναντι σέ λους ατούς;

    κοστε: «θεν κα δι τς παρούσης κκλησιαστικς κα Συνοδικς γκυκλίου πιστολς, γνωστοποιομεν τος πανταχο ρθοδόξοις τι, μ νεχόμενοι τοντεθεν τν τοιούτων τς καθ’ μς Μις, γίας, Καθολικς κα ποστολικς κκλησίας ποστατν, φεύκτως θέλομεν μεταχειρισθ λα τ μέσα, σκοπν τιθέμενοι να διορθώσωμεν κα νακαλέσωμεν ες τν εθεαν δν τος τοιούτους πεπλανημένους ς μέλη σεσηπότα», σάπια, «ν ποκόψωμεν, ποβάλλοντες ατος π τν λομέλειαν τν πιστν.». θά μετανοήσης καί θά ’ρθς δ μπροστά στήν κκλησία καί θά κόψης λα σου τά τερτίπια, κενα πού κάνεις, παρεκκλησιαστικά καί παρασυναγωγικά, θά ποκοπς σάν σάπιο μέλος τς κκλησίας. Δέν τό λέγω γώ· τό λέγει Σύνοδος τς Κωνσταντινουπόλεως.

     Καί πίλογος: «Τατα πάντα λοιπόν, ς ναγκαα τε κα σωτήρια –ναγκαα καί σωτήρια!–, τ κοιν γνώμ τν μακαριωτάτων πατριαρχν, ν Χριστ δελφν κα συλλειτουργν τς μν μετριότητος, το τε γιωτάτου πατριάρχου λεξανδρείας κ. εροθέου, το γιωτάτου πατριάρχου ντιοχείας κ. Μεθοδίου, το γιωτάτου πατριάρχου εροσολύμων κ. θανασίου −καί το Γρηγορίου, πού το τότε Κωνσταντινουπόλεως− κα τν λοιπν γίων πατριαρχν, προκατόχων μν, κα τς περ μς τν ρχιερέων ερς δελφότητος, γκριθέντα, πεφάνθη συνοδικς.». νεκρίθησαν π’ λους ατούς, δηλαδή π’ λα τά Πατριαρχεα τς νατολς. νέκριναν ο πατριάρχαι καί πεφάνθησαν συνοδικς καί τώρα πογράφουν. Ατός εναι πίλογος, γαπητοί μου, ατς τς γκυκλίου ναντίον τν Προτεσταντν.

      Τί θά λέγαμε λοιπόν γιά λα ατά;

     πάρχει τό δεδικασμένον. πάρχει. λλά πειδή βλέπω δημοσιεύσεις στήν φημερίδα, βλέπω ναγγελίες, βλέπω τοτα-κενα, πού καλον τούς Χριστιανούς μας νά πνε ες τούς τόπους των, γιά νά τούς παρασύρουν ο Προτεστάνται μέ τίς ποικίλες νομασίες τους, πού θά σς π καί τήν ρχομένη φορά, φείλομε, γαπητοί μου, νά εδοποιήσωμε.

     Τό θέμα δέν ξηντλήθη. Νά μέ συγχωρέσετε πού κράτησα παραπάνω τήν μιλία· λλά ταν νάγκη νά γίνη ατό. Καί θά συνεχίσω τήν ρχομένη φορά, νά σς π λεπτομέρειες καί εδικώτερα σημεα πάνω ες τά θέματα τν Προτεσταντν, πού δρον καί νεργον καί ες ατήν τήν γειτονιά μας. Γι’ ατό θά παρακαλέσω, οδείς μήν λείψη· λοι παρόντες· γιά νά κατατοπισθομε καί νά βοηθήσωμε καί τούς πόντας, στε νά γλυτώσουμε πό τίς ρπάγες ατές το δου καί τς φθορς.

 

Θεός νά σς ελογ.

                                                                    Κυριακή, 27-5-1979

 

 

 ΠΗΓΕΣ: 

  • http://arnion.gr/index.php/keimena-p-thanasiou/peri-airesevn/126-milia-2a-protestantismos
  • π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Περί αιρέσεων, τρεις απομαγνητοφωνημένες ομιλίες, Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης, Στόμιον Λαρίσης 2008,σελ.45-94.
  «Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου