Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024

ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΔΕΥΤΕΡΑ 2 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2024

Ὁ Ἅγιος Μάμας


Ἀκμαῖος ὢν Τριάδος εἰς πίστιν Μάμας,
Ἀκμαῖς τριαίνης καρτερεῖ τετρωμένος.
Δευτερίῃ χολάδες Μάμαντος χῦντο τριαίνῃ.

Στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ κάθε ἡλικία ἔχει νὰ ἐπιδείξει τοὺς ἀντιπροσώπους της.

Γιατί κάθε ἡλικία ἔχει προσφέρει σ’ Αὐτὸν ὅτι διαλεχτὸ καὶ ὑπέροχο ἔχει νὰ παρουσιάσει. Κι ἡ ἐφηβικὴ ἡλικία, ποὺ εἶναι ἡ πιὸ δύσκολη στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει νὰ προβάλει τοὺς δικούς της.

Ὁ Ἅγιος Μάμας εἶναι ἕνας ἀπ’ αὐτούς. Διαλεχτὸς στοὺς διαλεχτοὺς καὶ ὡραῖος στοὺς ὡραίους ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς πιὸ ἀγαπητὲς καὶ ἡρωικὲς μορφὲς τῆς Ἐκκλησίας μας τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων.


Οἱ γονεῖς του Θεόδοτος καὶ Ρουφίνα ζοῦσαν στὴ Γάγγρα τῆς Παφλαγονίας καὶ ἦσαν χριστιανοὶ μὲ μεγάλη κοινωνικὴ θέση.

Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὁ αὐτοκράτορας Αὐρηλιανὸς κίνησε σκληρὸ διωγμὸ ἐνάντια στοὺς χριστιανοὺς (270 – 275 μ.Χ.).

Μεταξὺ τῶν πρώτων συνελήφθη ὁ Θεόδοτος καὶ ἀφοῦ ἀνακρίθηκε καὶ ὁμολόγησε τὸν Χριστό, ρίχτηκε στὶς φυλακὲς τῆς Καισαρείας.

Ἡ σύζυγός του, ἡ ἐνάρετη Ρουφίνα, σὰν ἔμαθε τὴν φυλάκιση τοῦ συντρόφου της, ἂν καὶ ἦταν ἑτοιμόγεννη, ἔτρεξε νὰ τὸν συναντήσει. Ἐκεῖ μὲ παρρησία ὁμολόγησε καὶ αὐτὴ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ φλόγιζε τὴν καρδιά της, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κλεισθεῖ στὴ φυλακή.



Δυὸ ἀδελφὲς ψυχές, εὐγενικὲς καὶ ἀγαπημένες, ἑνωμένες στὴν χαρὰ καὶ στὸν πόνο. Μιὰ νύχτα ἡ Ρουφίνα ἐκεῖ στὴ σκοτεινὴ καὶ ὑγρὴ φυλακή, ἔφερε στὸν κόσμο τὸ παιδάκι της. Ἡ καρδιά της σκίρτησε ἀπὸ χαρά. Ἀλλὰ μόνο γιὰ μία στιγμή. Ὅταν πῆρε τὸ παιδάκι της νὰ τὸ δείξει στὸν σύζυγό της, τὸν καλὸ Θεόδοτο, τὸν βρῆκε νεκρό. Τὰ μαρτύρια τὰ πολλὰ ποὺ δοκίμασε γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁδήγησαν πρόωρα στὸν θάνατο. Ἡ πονεμένη μάνα μὲ συντριβὴ ψυχῆς ἔβαλε τὸ παιδὶ στὴν ἀγκαλιά του, γονάτισε δίπλα του καὶ ἔκαμε μὲ δάκρυα τὴν προσευχή της. Ὕστερα ἔγειρε δίπλα του γιὰ νὰ μὴ σηκωθεῖ ποτές. Τὴν ἴδια νύχτα παρέδωσε καὶ αὐτὴ τὸ πνεῦμα. Ἡ ψυχὴ της πέταξε κοντὰ στὸν Χριστό, ποὺ ἀγάπησε μὲ τὴν καρδιά της. Τὰ βάσανα καὶ οἱ ταλαιπωρίες τῆς φυλακῆς τὴν ὁδήγησαν τόσο γρήγορα στὸν οὐρανό, κοντὰ στὸν μάρτυρα σύζυγό της.



Καὶ τὸ παιδί της; Ὀρφανό, πεντάρφανο μένει τώρα! Τί ἄραγε θὰ γίνει; Τὴν ἀπάντηση δίνει τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ! «Ὀρφανὸν καὶ χήραν ἀναλήψεται». Τὸ ὀρφανὸ καὶ τὴν χήρα τὰ παίρνει ὑπὸ τὴν προστασία του ὁ Θεός. Καὶ νά!



Μιὰ εὐσεβὴς γυναῖκα, ἡ Ἀμμία Ματρώνα ὁδηγημένη ἀπὸ ἕναν Ἄγγελο πηγαίνει στὴν φυλακή. Παίρνει τὰ λείψανα τῶν μαρτύρων γονιῶν καὶ τὰ ἐνταφιάζει μὲ σεβασμό. Ὕστερα παίρνει στὸ σπίτι καὶ τὸ παιδὶ καὶ ἀναλαμβάνει μὲ προθυμία καὶ στοργὴ τὴν ἀνατροφή του. Ἀπὸ τὰ πρῶτα ψελλίσματά του «μαμὰ – μαμὰ» τοῦ ἔδωκε τὸ ὄνομα Μάμας. Κοντὰ στὴν καινούργια μανούλα του τὸ παιδὶ μεγάλωσε μὲ τῆς πίστης τὸ ἅγιο «καὶ ἄφθαρτο μάννα». Καὶ τὸ τίμησε. Ὄχι μόνο ὁ ἴδιος ἀπὸ παιδὶ ἀγωνιζόταν νὰ ζεῖ τὴ χριστιανικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ φρόντιζε τὰ ὅσα μάνθανε, νὰ τὰ διδάσκει καὶ στὰ παιδιὰ τῆς ἡλικίας του. Ὑπεράξιο παιδὶ ἀξίων γονιῶν, μὰ καὶ ὑπέροχης θετῆς μητέρας του.



Ἡ διαγωγὴ αὐτὴ καὶ ὁ ζῆλος τοῦ μικροῦ ἱεραποστόλου δὲν ἄργησαν νὰ γίνουν γνωστά. Κάποια μέρα μερικοὶ ἐχθροὶ τῆς πίστεως τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸν σκληρὸ ἡγεμόνα Δημόκριτο. Ἐκεῖνος, σὰν εἶδε τὸ παιδί, προσπάθησε μὲ κολακεῖες στὴν ἀρχὴ καὶ ἀπειλὲς ἀργότερα νὰ τὸν μεταπείσει ἀπὸ τὶς ἀρχὲς καὶ τὴν πίστη του. Μὰ δὲν μπόρεσε. Ὅλες του οἱ προσπάθειες πῆγαν χαμένες. Τότε ἄρχισαν τὰ βασανιστήρια. Τὸ ξύλο, τὸ πλήγωμα τοῦ κορμιοῦ μὲ σιδερένια νύχια, τὸ κάψιμο τῶν πληγῶν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες καὶ τέλος τὸ ρίξιμο στὴ θάλασσα μὲ μία σιδερένια σφαῖρα δεμένη στὸν λαιμό.

Τὸ ἀποτέλεσμα;



Μηδέν!

Οἱ βάρβαρες πράξεις τοῦ χριστομάχου πῆγαν ἄδικα. Ἡ σφαῖρα κόπηκε καὶ τὸ παιδὶ μὲ τὴν βοήθεια ἐνὸς Ἀγγέλου βγῆκε στὴ στεριὰ καὶ ἀνέβηκε σὲ ἕνα βουνὸ τῆς Καισαρείας. «Ἄλλαι μὲν βουλαὶ ἀνθρώπων, ἄλλα δὲ Θεὸς κελεύει». Στὸ μέρος αὐτὸ ὁ πιστὸς καὶ ἡρωικὸς Μάμας ἔζησε μέχρι τὰ δεκαπέντε του χρόνια μὲ συντροφιὰ τὰ λιοντάρια καὶ τὰ ἄλλα ἄγρια ζῷα. Τὰ ἐξημέρωσε καὶ τὰ ἐβοσκοῦσε καὶ τὰ ἄρμεγε γιὰ νὰ τρέφεται, μὰ καὶ νὰ φιλοξενεῖ καὶ ἐκείνους ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν, γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ λόγια του καὶ νὰ διδαχθοῦν.

Δὲν πέρασε ὅμως πολὺς καιρὸς καὶ ἡ παρουσία τοῦ φλογεροῦ καὶ ἀληθινὰ πιστοῦ ἐφήβου ἔγινε καὶ πάλι γνωστή. Γιὰ δεύτερη φορὰ οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ πῆγαν καὶ τὸν ἔπιασαν. Γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ τὰ μαρτύρια ἐπαναλήφθηκαν σκληρότερα κι ἀγριότερα. Μὰ καὶ αὐτὴ τὴν φορὰ τίποτα δὲν ἔκαμαν. Ὁ μάρτυρας ἔμεινε καὶ τώρα ἄκαμπτος. Καμιὰ δύναμη δὲν στάθηκε ἱκανὴ νὰ τὸν λυγίσει καὶ νὰ τὸν ἀλλάξει. Οὔτε οἱ δελεαστικὲς ὑποσχέσεις, οὔτε καὶ οἱ ἀπειλές, μὰ οὔτε καὶ τὸ ξέσχισμα τοῦ κορμιοῦ, οὔτε καὶ τὸ ἀναμμένο καμίνι. Ὁ νεαρὸς μάρτυρας μὲ τὸ χαμόγελο στὰ χείλη τὰ ἀντιμετώπισε ὅλα ψάλλοντας μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο τὰ λόγια τῆς παρρησίας καὶ τῆς βαθιᾶς πίστεως: «Τὶς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις ἢ στενοχώρια ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;». Καὶ τὴν ἀπάντηση τὴν ἔδινε πάλιν ὁ ἴδιος ἐπαναλαμβάνοντας μὲ ἀπόλυτη πεποίθηση τοῦ Ἀποστόλου τὰ λόγια: «Πέπεισμαι ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τὶς κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν" (Ρωμ. η’ 35 – 39). Καμιὰ δύναμη οὔτε καὶ ὁ θάνατος δὲν μπορεῖ νὰ μὲ ἀποσπάσει ἀπὸ σένα, Χριστέ μου. Ναί! Οὔτε καὶ ὁ θάνατος. Καὶ τὸ ἀπέδειξε.

Τὰ βασανιστήρια συνεχίστηκαν. Μὰ ὁ δεκαπεντάχρονος ἔφηβος ἔμεινε ἀλύγιστος. Ταπεινωμένος καὶ ντροπιασμένος ὁ ἀσεβὴς ἡγεμόνας ἀπὸ τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀντοχή του, ἔδωσε διαταγὴ νά τὸν θανατώσουν. Καὶ ὁ δήμιος μὲ μία σιδερένια τρίαινα (τρικάνι) τὸν κτύπησε στὴν κοιλιά. Ὁ γενναῖος ἀθλητὴς ἔπεσε κάτω κι ἄφηκε τὴν ἁγνὴ ψυχή του νὰ πετάξει κοντὰ σ’ Ἐκεῖνον, ποὺ ἀγάπησε καὶ πόθησε καὶ λάτρεψε, μὰ καὶ κοντὰ στοὺς μάρτυρες γονεῖς. Σύντομη ὑπῆρξε ἡ ζωή του. Σύντομη ἀλλὰ μεγαλειώδης καὶ παραδειγματική. Νέος ἦταν καὶ αὐτός. Ναί! Νέος, στὴν ἄνοιξη τῆς ζωῆς, μὲ δυσκολίες καὶ προβλήματα καὶ πειρασμούς. Ὅμως δὲν παρασύρθηκε. Δὲν πλανήθηκε. Δὲν λύγισε. Ἔμεινε πιστὸς καὶ ἀκλόνητος στὶς ἀρχές του, μέχρι θανάτου. Γιὰ νὰ διδάσκει. Καὶ νὰ δείχνει τὸν δρόμο σὲ ὅσους νοσταλγοῦν καὶ ποθοῦν καὶ θέλουν νὰ ζήσουν μία ζωὴ ἀνώτερη. Μιὰ ἀληθινὴ ζωή.

Στὴν Κύπρο ὁ Ἅγιος Μάμας εἶναι ἕνας πολὺ σεβαστὸς καὶ δημοφιλὴς ἅγιος. Πολλοὶ ναοὶ καὶ παρεκκλήσια, μὰ καὶ χωριὰ φέρουν τὸ ὄνομά του (σ’ ὅλη τὴν Κύπρο 66 ναοὶ περίπου εἶναι ἀφιερωμένοι στὸν Ἅγιο Μάμα). Ἀλλὰ καὶ πολλὲς κυπριακὲς παραδόσεις κυκλοφοροῦν μεταξὺ τοῦ λαοῦ γύρω ἀπὸ τὴν ἁγία μορφή του. Μιὰ τέτοια παράδοση ποὺ δημιουργήθηκε, ὅπως φαίνεται, κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, δίνει μία πολὺ ὄμορφη ἑρμηνεία τῆς εἰκονογράφησης τοῦ ἁγίου, καβάλα σὲ ἕνα λιοντάρι καὶ μὲ ἕνα ἀρνὶ στὰ χέρια. Σύμφωνα μὲ τὴν σχετικὴ παράδοση ὁ Ἅγιος Μάμας ἦταν ἕνας φτωχὸς ἐρημίτης, ποὺ ζοῦσε σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὴν κωμόπολη Μόρφου. Μιὰ χρονιὰ οἱ φοροθέτες τὸν ἔβαλαν νὰ πληρώσει βαρὺ κεφαλικὸ φόρο. Ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος ἀρνιόταν, κλήθηκε ἀπὸ τὸν διοικητὴ σὲ ἀπολογία. Στὸν δρόμο ποὺ ἐρχόταν μαζὶ μὲ τὴ συνοδεία τῶν στρατιωτῶν ποὺ τὸν βρῆκαν καὶ τὸν ἀκολουθοῦσαν, ἕνα λιοντάρι πετάχτηκε μπροστὰ τους καὶ ἅρπαξε ἕνα ἀρνί, ποὺ κυνηγοῦσε. Ὁ Ἅγιος ἔκαμε νόημα στὸ θηρίο νὰ σταματήσει, καὶ νὰ ἀφήσει τὸ θῦμά του. Τὸ λιοντάρι ὑπάκουσε. Σταμάτησε μὲ μιᾶς, καὶ ἄρχισε νὰ κουνάει τὴν οὐρά του, γιὰ νὰ δείξει τὴν ὑποταγή του. Ὁ ἀθλητής, κουρασμένος ὅπως ἦταν ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία, πῆρε τὸ ἀρνὶ στὰ χέρια καὶ ἀφοῦ καβαλίκεψε τὸ θηρίο συνέχισε τὸν δρόμο του πρὸς τὸ Διοικητήριο. Ὅταν ὁ Διοικητὴς ἀντίκρυσε τὸ ἀπίθανο αὐτὸ θέαμα, ἔδωκε διαταγὴ νὰ ἀφήσουν ἐλεύθερο τὸν ἀθλητὴ καὶ νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴ φορολογία γιὰ ὅλη του τὴν ζωή. Ὁ Ἅγιος ἄφηκε τὸ ἀρνὶ σὰν δῶρο στὸν Διοικητὴ κι ἔφυγε.

Μιὰ ἄλλη παράδοση ἀναφέρει, πὼς τὸ ἅγιο λείψανο τοῦ μάρτυρα μεταφέρθηκε στὴν Κύπρο ἀπὸ τὴ Μ. Ἀσία καὶ τάφηκε στὴ Μόρφου. Ἕνας μεγαλοπρεπὴς ναὸς κτίστηκε δίπλα στὴ λάρνακα ποὺ φιλοξένησε τὸ ἅγιο λείψανό του καὶ πολλὰ θαύματα γίνονται κάθε φορὰ σὲ ὅσους μὲ πίστη καταφεύγουν στὴν χάρη του.
Ἡ φήμη τοῦ Ἁγίου ὡς θαυματουργοῦ εἶναι πολὺ πλατιὰ διαδεδομένη στὸ νησί μας. Ὁ Λεόντιος Μαχαιρᾶς (Κύπριος χρονογράφος τοῦ ΙΕ’ αἰῶνος). στὸ χρονικό του λέει γι’ αὐτὸν χαρακτηριστικά: «Ἂν ἤτουν νὰ γράψω ταὶς γιάσεις του ὡς τοῦ νάζουν δὲν ἔφταναν». Κάθε χρόνο στὶς 2 τοῦ Σεπτέμβρη πλήθη χριστιανῶν τρέχουν νὰ τιμήσουν τὸν μάρτυρα μὲ πανηγυρικὲς λειτουργίες κι ἀγρυπνίες. Ἡ μεγαλύτερη ὅμως τιμή, ποὺ μποροῦμε ὅλοι νὰ τοῦ προσφέρουμε εἶναι νὰ μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά του. Μᾶς φαίνεται δύσκολο; Ναί! Μπορεῖ νὰ εἶναι. Ἐδῶ ὅμως βρίσκεται τὸ ἀληθινὸ μεγαλεῖο.

Ἀπολυτίκιο Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον βλάστημα, Μαρτύρων πέλων, ἠκολούθησας, ἀσχέτῳ πόθῳ, τοῖς ἐνθέοις ἀληθῶς τούτων ἴχνεσι· καὶ τοῦ Σωτῆρος κηρύξας τὸ ὄνομα, ἐθαυμαστώθης σοφὲ δι’ ἀθλήσεως. Μάμα ἔνδοξε, Χριστὸς τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν τῇ ῥάβδῳ Ἅγιε, τῇ ἐκ Θεοῦ σοι δοθείσῃ, τὸν λαόν σου ποίμανον, ἐπὶ νομὰς ζωηφόρους, θῆρας δέ, τοὺς ἀοράτους καὶ ἀνημέρους, σύντριψον, ὑπὸ τοὺς πόδας τῶν σὲ ὑμνούντων· ὅτι πάντες οἱ ἐν κινδύνοις, προστάτην Μάμα, θερμόν σε κέκτηνται.

Μεγαλυνάριον.
Τέθηλας ἐκ ῥίζης θεοφιλοῦς, καὶ τῆς ἀληθείας, ἐγεώργησας τοὺς καρπούς· σὺ διὰ πυρὸς γάρ, καὶ ὕδατος διῆλθες, ἐκλάμπων ἐν τοῖς ἄθλοις, Μάμα τοῖς θαύμασι.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς


Τοῖς μὴ ῥέουσιν ἐντρυφᾷς νῦν ἡδέσι,
Νηστευτὰ ῥευστῶν ἡδονῶν Ἰωάννη.

Ο Άγιος Ιωάννης, από παιδί διακρίθηκε για τη σπάνια εγκράτεια του και για τον από φυσικού έρωτα προς τη νηστεία. Πράγμα που του έδωσε και την προσωνυμία του Νηστευτή.

Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και όταν έγινε έφηβος έκανε το επάγγελμα του χαράκτη. Η καρδιά του όμως, ήταν δοσμένη στα θεία και κάθε μέρα διάβαζε την Αγία Γραφή και άλλα θρησκευτικά βιβλία, πλουτίζοντας έτσι τις γνώσεις του. Τα πλεονεκτήματα του αυτά, εκτίμησε ο Πατριάρχης Ιωάννης ο Γ' και τον χειροτόνησε διάκονο.

Από τη θέση αυτή ανέπτυξε ιδιαίτερα την ελεημοσύνη, βοηθώντας πλήθος φτωχών και άλλων απόρων. Αργότερα έγινε πρσβύτερος, και μετά το θάνατο του Πατριάρχη Ευτυχίου, με κοινή υπόδειξη αρχόντων και λαού, εκλέχτηκε διάδοχος του ο Ιωάννης ο Νηστευτής σαν Ιωάννης Δ' (12/04/582 μ.Χ. επί βασιλέως Μαυρικίου).

Το πόσο έλαμψε και σαν Πατριάρχης ο Ιωάννης, έχουμε πολύ εύγλωττες μαρτυρίες: Ο επίσκοπος Σενιλλίας Ισίδωρος τον παριστάνει σαν Άγιο και Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος τον αποκάλεσε «σκήνωμα πάσης ἀρετῆς». Στον Ιωάννη επίσης, Σύνοδος των Πατριαρχών που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 587 μ.Χ., του απένειμε τον τίτλο «Οἰκουμενικός». Σχετικά με τις εκκλησιαστικές ποινές ο Ιωάννης θέσπισε σοφό κανονικό, που βρίσκεται στο Πηδάλιο.

Κοιμήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 595 μ.Χ. και το λείψανο του τάφηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἰωάννη Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Χρισθείς θείω Πνεύματι, της Εκκλησίας ποιμήν, Θεώ Ίεράτευσας, άγγελικώς επί γης, Ιωάννη Πατήρ ημών, συ γαρ δια νηστείας, σεαυτόν έκκαθάρας, κάθαρσιν των πταισμάτων, τώ σω λόγω παρέχεις, τοίς πόθω Ίεράρχα θερμώς προστρέχουσι.


Ὁ Ἅγιος Διομήδης ὁ Μάρτυρας

Σίδηρος εἰς σίδηρον ὢν Διομήδης,
Πρὸς τοὺς σπαθισμοὺς ἀνδρικῶς ἐκαρτέρει.

Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε σπαθιζόμενος.

Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ὁ Μάρτυρας

Ἰουλιανός, συντριβεὶς κάραν ξύλῳ,
Τὸν πρὸς Θεὸν νοῦν σῶος εἰς τέλος μένει.

Θανατώθηκε ἀφοῦ τὸν χτύπησαν μὲ ξύλο στὸ κεφάλι καὶ ἔτσι ἔνδοξα μαρτύρησε.

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος (ἢ Θεόδοτος ἢ Θεόδωρος) ὁ Μάρτυρας

Ἵππον ταχὺν Φίλιππος τὴν τομὴν ἔχων,
Πρὸς τὸν φιλοῦντα θᾶττον ἦλθε Δεσπότην.

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανὸς ὁ Μάρτυρας

Εὐτυχιανός, πυρποληθεὶς ἐσχάρᾳ,
Εἰς εὐτυχῆ μετῆλθε κλῆρον Μαρτύρων.

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἕψησαν ζωντανὸ πάνω σὲ σχάρα.

Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Μάρτυρας

Ποθῶν τὸν ὄντως Ἡσύχιος Δεσπότην,
Καὶ τὸν δι᾿ αὐτὸν ἡσύχως φέρει βρόχον.

Μαρτύρησε δι’ ἀπαγχονισμοῦ.

Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ὁ Μάρτυρας

Τοῦ πρὸς Θεὸν σε φλὸξ πόθου, Λεωνίδη,
Ἔπειθε ῥᾷστα καὶ φλογὸς φέρειν βίαν.

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος ὁ Μάρτυρας

Βαίνων κατ᾿ ἴχνος Εὐτύχιος Κυρίου,
Δίκην ἐκείνου καρτερεῖ σταυροῦ πάθος.

Μαρτύρησε διὰ σταυρικοῦ θανάτου.

Ὁ Ἅγιος Φιλάδελφος ὁ Μάρτυρας

Σαρκὸς βάρος πᾶν ἐκλιπὼν λίθου βάρει,
Ἀνῆλθε κοῦφος Φιλάδελφος εἰς πόλον.

Οἱ Συναξαριστὲς γιὰ τὸν τρόπο τοῦ μαρτυρίου του ἀναφέρουν: «λίθῳ τὸν τράχηλον βαρυνθεῖς τελειούται».

Ὁ Ἅγιος Μελάνιππος ὁ Μάρτυρας

Εἴπερ τι Μελάνιππος εἶχε καὶ μέλαν,
Κάθαρσιν εὗρεν, εἰς τὸ πῦρ βεβλημένος.

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Ἡ Ἁγία Παρθαγάπη ἡ Μάρτυς

Θνῄσκεις θαλάσσης ἔνδον, ὦ Παρθαγάπη,
Καὶ δωρεῶν θάλασσαν εὑρίσκεις ἄνω.

Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.

Οἱ Ἅγιοι Ἐλεάζαρ καὶ Φινεὲς οἱ Δίκαιοι Ἱερεῖς


Tον Eλεάζαρον και Φινεές τε τους θύτας,
Tιμώμεν άμφω ως φίλους του Kυρίου.

Ἦταν ἱερεῖς τῶν Ἑβραίων. Ὁ μὲν Ἐλεάζαρ ἦταν τρίτος γιὸς τοῦ Ἀαρῶν, ὁ δὲ Φινεὲς ἦταν γιὸς μὲν τοῦ Ἐλεάζαρ, ἐγγονὸς δὲ τοῦ Ἀαρῶν.
Καὶ ὁ μὲν Ἐλεάζαρ ἦταν ἐπιτηρητὴς τῆς Σκηνῆς (τοῦ Μαρτυρίου) (Ἀριθμ. δ’ 16). Ὁ δὲ Φινεές, γιὰ τὸ ζῆλο ποὺ ἔδειξε θανατώνοντας τὸν Ζαμβρὶ, τὴ Χασβὶ καὶ τὴ Μαδιανίτιδα, διότι ἀναίσχυντα ἐκπορνεύονταν προσβάλλοντας τὸν Μωϋσῆ καὶ τὴ συναγωγὴ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἔλαβε τὴν διαθήκη αἰωνίου Ἱεροσύνης (Ἀριθμ. κε’ 11 – 13).

Ἡ μνήμη τοῦ Δικαίου Φινεές ἐορτάζεται καὶ στὶς 12 Μαρτίου.

Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἄμμων (ἢ Ἀμμοῦν) οἱ Μάρτυρες

Aειθαλάς Aμών τε πικραίς βασάνοις,
Aιωνίως θάλλουσιν άμφω εν πόλω.

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης καὶ ἐργάζονταν μὲ θερμότατο ζῆλο γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστης τοῦ Ἰησοῦ Χρίστου.

Παροιμιώδης δὲ ἦταν καὶ ἡ φιλανθρωπία τους, μὲ τὴν ὁποία εὐεργετοῦσαν καὶ χριστιανοὺς καὶ εἰδωλολάτρες. Τὸ τελευταῖο ὅμως αὐτό, συντελοῦσε πολὺ στὴν μεταβολὴ τῶν εἰδωλολατρῶν πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὁ ἔπαρχος Βάβδος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν δράση αὐτὴ τοῦ Ἀειθαλᾶ καὶ τοῦ Ἄμμων, διέταξε τὴν σύλληψή τους. Καί, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς θανάτωσαν μὲ χτυπήματα σκληρότατα, μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν.




Όσιος Κοσμάς ο ερημίτης και ομολογητής


 Η λάρνακα του Αγίου

 Εικόνα του Αγίου στο Αββακόσπηλιο

 Η είσοδος του Αββακόσπηλιου

 Ιερά Μονή Κουδουμά


Στην Κρήτη, έζησε κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ., μία μεγάλη ασκητικὴ μορφή, ὁ Όσιος Κοσμάς ο Ερημίτης και Ομολογητής ο οποίος ιδιαίτερα τιμάται στην Ι. Μονή Κουδουμά σέ σπηλαιώδη Ναό (Αββακόσπηλιο) στις 2 Σεπτεμβρίου.

Ο Άγιος Κοσμάς γεννήθηκε, κατά το δεύτερο μισό του 6ου αιώνα μ.Χ. στην Κρήτη, άγνωστο σε ποια περιοχή. Στα νεανικά του χρόνια έλαβε μία ικανοποιητική παιδεία ώστε να μπορέσει να ασχοληθεί, και να αντιταχθεί στην αίρεση των μονοθελητών.

Στην αρχή πρέπει να μόνασε σέ κάποιο κοινόβιο. Η αντίδρασή του στον μονοθελητισμό έλαβε χώρα πιθανόν κατά την περίοδο αυτή, και οι πιέσεις των μονοθελητών επισκόπων και οι αντιδράσεις τους τον οδήγησαν στο σημείο να εγκαταλείψει την Μονή του και να καταφύγει στην έρημο.

Τα σπήλαια της νοτίου Κρήτης για τον Άγιο Κοσμά αναδείχθηκαν σέ στίβο μεγάλων ασκητικών παλαισμάτων. Εκεί «μόνος μόνῳ τῷ Θεῷ», αρχίζει μία πνευματική ανάβαση, κόντρα στις δαιμονικές δυνάμεις. Με υπεράνθρωπη νηστεία και άσκηση κατάφερε να διαφύγει τις παγίδες του πονηρού και να στολιστεί με αρετές. Ο Όσιος Κοσμάς έζησε αθόρυβα, όχι γιατί δεν έπραξε κάτι αξιομνημόνευτο, αλλά γιατί η ζωή των Αγίων είναι εσωτερική, είναι μία καθημερινή προσωπική και άγνωστη σε όλους συνομιλία με τον ίδιο τον Θεό.

Οι μάχες του στην έρημο με τα στοιχεία της φύσης, τον εαυτό του και τους δαίμονες τον κατέστησαν πραγματικά άσαρκο. Ανυπόδητος και γυμνός, καλυμμένος με τις τρίχες του σώματός του, σαν δέντρο φορτωμένο με καρπούς, έπεσε και εκοιμήθη στις 9 Σεπτεμβρίου του 658 μ.Χ. Το σώμα του παρέμεινε μέσα στο σπήλαιό του για ένα χρονικό διάστημα, ώσπου έγινε αντιληπτό από πιστούς οι οποίοι άρχισαν να το τιμούν. Οι άνθρωποι όμως δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν την απομονωμένη αυτή περιοχή και έτσι μετέφεραν το σκήνωμα από το σπήλαιο και το τοποθέτησαν σε έναν μεγάλο ναό, πιθανόν στην Γόρτυνα. Όμως μία μεγάλη ανομβρία έπληξε τότε την περιοχή. Για αρκετό καιρό δεν έβρεξε και όλα τα καρποφόρα δέντρα και τα σιτηρά καταστράφηκαν από τον δυνατό ήλιο.

Οι άνθρωποι σαστισμένοι κατέφυγαν στον Θεό και παρακαλούσαν για βροχή. Τότε ο Άγιος εμφανίστηκε σε κάποιον και ζήτησε πολύ αυστηρά να βγάλουν από το σκήνωμα του όλα τα πολύτιμα κοσμήματα, και να το επιστρέψουν στο σπήλαιό του. Οι άνθρωποι φοβισμένοι παρέλαβαν το λείψανο του Αγίου και το επέστρεψαν στο σπήλαιό του. Χώρισαν ένα μικρό κομμάτι στο βάθος του σπηλαίου και αφού το τοποθέτησαν εκεί το έκτισαν εξωτερικά. Από εκείνη την στιγμή άνοιξε ο ουρανός. Τόσο πολύ έβρεξε που το νερό έμεινε για μέρες λιμνασμένο πάνω στην καμένη γη.

Πέρασαν τετρακόσια χρόνια και οι περισσότεροι τον ξέχασαν, μοναχά οι ασκητές της περιοχής πήγαιναν στο σπήλαιό του για να προσκυνήσουν, ώσπου το έτος 1058 μ.Χ. βενετοί έμποροι παραβίασαν την κρύπτη του Αγίου και έκλεψαν το λείψανο, που παρέμενε όπως την ημέρα που ο Άγιος είχε κοιμηθεί, άφθαρτο και ευωδιάζον. Το μετέφεραν στην Βενετία και το κατέθεσαν στην Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου του Μείζονος. Εκεί παραμένει ακόμα και σήμερα, τοποθετημένο στο παρεκκλήσι του Αγίου Βενεδίκτου, περιμένοντας ήσυχα την επιστροφή του. Είθε ο Θεός να ευδοκήσει να επιστρέψει σύντομα στον τόπο που ανήκει. Γένοιτο.

Όσιος Θεοδόσιος καθηγούμενος της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου


Για τον Όσιο Θεοδόσιος βλέπε στις 3 Μαΐου και στις 14 Αυγούστου.

Πηγές:http://www.saint.gr/index.aspx
https://www.synaxarion.gr/gr/m/9/d/2/sxsaintlist.aspx 
«Πᾶνος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου