ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ [: Λουκᾶ 4,16-30]
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
μὲ θέμα:
«Ο ΔΕΚΤΟΣ ΕΝΙΑΥΤΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ»
[ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 1-9-1996]
[Β΄έκδοσις]
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὴν πρωτοχρονιά της. Δηλαδὴ τὸ ξεκίνημα τοῦ χρόνου γιὰ κάποιο σπουδαῖο ἔργο. Καὶ κάθε πρωτοχρονιὰ μπορεῖ βεβαίως νὰ εἶναι συμβατική, κατὰ συμφωνίαν, ἀλλὰ ὅμως τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ βρίσκεται στὴν μέτρηση τοῦ χρόνου. Καὶ εἶναι ἀναγκαία αὐτὴ ἡ μέτρησις τοῦ χρόνου, τόσο γιὰ τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου, ὅσο καὶ γιὰ τὴν σωτηρία του. Γι᾿ αὐτὸ γράφει ὁ Μωυσῆς εἰς τὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως: «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτωσαν -δηλαδὴ νὰ γίνουν- φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ- δηλαδὴ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη- εἰς φαῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς- γιὰ νὰ φωτίζουν τὴν γῆ-, τοῦ διαχωρίζειν ἀνὰ μέσον τῆς ἡμέρας καὶ ἀνὰ μέσον τῆς νυκτός· καὶ ἔστωσαν εἰς σημεῖα καὶ εἰς καιροὺς καὶ εἰς ἡμέρας καὶ εἰς ἐνιαυτούς». Βλέπετε ἐδῶ, ὁ χωρισμὸς τοῦ χρόνου. Καὶ μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν αἴσθηση, θὰ λέγαμε, τοῦ χρόνου, θὰ ἀποδοθεῖ ἐκεῖνο τὸ θεόπνευστον «Καιρὸς παντὶ πράγματι», ποὺ λέγει ὁ Ἐκκλησιαστής, «Τὸ κάθε πρᾶγμα εἶναι στὸν καιρό του». «Καιρὸς παντὶ πράγματι».
Ὁ χρόνος, ἀγαπητοί, εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ μαζὶ μὲ τὸν χῶρο. Ἔτσι σήμερα ἡ 1η Σεπτεμβρίου εἶναι ἡ 1η τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. «Ἀρχῆς Ἰνδίκτου» λέγει τὸ Ὡρολόγιον. Κι ἐνῶ γιὰ τοὺς λαοὺς καθορίστηκαν συμβατικὲς πρωτοχρονιές, ὅμως γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ καθορίστηκαν κάποιες πολὺ μεγάλες καὶ παγκόσμιες πρωτοχρονιές. Οἱ Ἑβραῖοι γιόρταζαν τὴν ἑορτὴ τῶν Σαλπίγγων τὴν 1η Σεπτεμβρίου. Ὁ μῆνας Νισάν, ποὺ εἶναι ἀπὸ 15 Μαρτίου ἕως την 15η Ἀπριλίου καθορίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ σὰν ὁ πρῶτος μῆνας τοῦ ἔτους, διότι κατ᾿ αὐτὸν τὸν μῆνα διέβησαν οἱ Ἑβραῖοι τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα, φεύγοντας ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Θεὸς εἶπε «Θὰ εἶναι αὐτὸς ὁ πρῶτος μῆνας τοῦ ἔτους. Πρῶτον θὰ τὸν ἀριθμεῖτε». Ὅπου καὶ τὸ Πάσχα. Πάσχα θὰ πεῖ «διάβασις», διάβασις ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα. Ἔτσι καὶ ὁ Κύριος ἔπαθε τὸν μῆνα Νισάν. Δηλαδὴ ἡ Ἀνάστασίς Του συμπίπτει μὲ τὸ ἑβραϊκὸ Πάσχα πού, σᾶς εἶπα, ἦταν στὸν μῆνα Νισάν, μεταξὺ Μαρτίου καὶ Ἀπριλίου.
Ἔτσι, ἡ ἔννοια τῆς Πρωτοχρονιᾶς ἔχει σημασία γιὰ τὴν ἔναρξη μιᾶς νέας χρονικῆς περιόδου. Γιὰ τὸ Πάσχα, ἐπὶ παραδείγματι, ἐμεῖς -ξέρετε τὸ Εὐαγγέλιον, τὸ μεγάλο Εὐαγγέλιο ποὺ ἔχομε τὰ ἀναγνώσματα- ξεκινᾶμε τὸ πρῶτο εὐαγγέλιο ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα. Καὶ αὐτὸ βέβαια εἶναι μία μέτρησις ἐκκλησιαστικὴ μὲ ἀρχὴ τὸ Πάσχα. Πάντως ἡ ἀρχαιοτέρα καὶ πρώτη καὶ ἡ πιὸ χαρούμενη πρωτοχρονιὰ τοῦ κόσμου ἦταν ἡ 27η Νοεμβρίου τοῦ ἑξακοσιοστοῦ πρώτου ἔτους τῆς ἡλικίας του Νῶε. Ὅταν ὁ Νῶε βγῆκε ἀπὸ τὴν Κιβωτό, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴχανε πνιγεῖ- ἡ ἁμαρτία εἶχε κατακλύσει την γῆ καὶ ἔφθειρε τὴν γῆ, τὰ πάντα κατεκλύσθησαν ἀπὸ τὰ νερά- ὅταν λοιπὸν ὁ Νῶε βγῆκε ἀπὸ τὴν Κιβωτό, ἦταν ἑξακοσίων ἑνὸς ἔτους. Κι αὐτὸ συνέβῃ γιατί ἔμεινε περίπου -περίπου- ἕνα χρόνο, ἔμεινε μέσα στὴν Κιβωτό, γιὰ νὰ κατασιγάσουν τὰ νερά -ἤτανε φοβερὰ νερά...· αὐτὸ συνέβῃ την 27η Νοεμβρίου. Ἔτσι, ὁ παλαιὸς κόσμος ἀπῆλθε μὲ τὸν Κατακλυσμὸ καὶ ἀνέτειλε ἕνας καινούριος κόσμος μὲ πολλὲς ἐλπίδες.
Ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος ἐπαλαιώθῃ καὶ ἦταν ἀνάγκη νὰ τεθεῖ μιὰ νέα ἀληθινὴ πρωτοχρονιά. Καὶ αὐτὴ τώρα τὴν καινούρια πρωτοχρονιὰ τὴν ἐγκαινιάζει πλέον ὁ Θεὸς μὲ τὴν Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ Του. Πρὶν ὅμως τὴν ἐγκαινιάσει ὁ Θεός, τὴν ἐξαγγέλλει προφητικὰ διὰ τοῦ Ἠσαΐου.
Ἀλλὰ ἂς δοῦμε τὰ πράγματα μὲ τὴν σειρά τους. Ὁ Κύριος βρέθηκε στὴν Ναζαρέτ, «οὗ ἦν τεθραμμένος», ὅπως μᾶς λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ἐκεῖ ποὺ μεγάλωσε. Καὶ κατὰ τὴν συνήθειά Του, ἡμέρα Σάββατο, εἰσῆλθε στὴν Συναγωγή, ἐσηκώθῃ νὰ ἀναγνώσει, ὅπως ἦταν ἡ συνήθεια τότε, τὸ ἁγιογραφικὸ ἀνάγνωσμα. Ὅποιος μποροῦσε, διάβαζε καὶ ἀνέλυε ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο διάβαζε, δηλαδὴ θὰ λέγαμε ὅπως ἔχομε σήμερα τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ καὶ τὴν ἀνάλυσή της· τὸ κήρυγμα ἐπάνω στὴν εὐαγγελικὴ περικοπή. Ἔτσι, ὁ Κύριος ἐσηκώθῃ νὰ ἀναγνώσει τὸ ἁγιογραφικὸν ἀνάγνωσμα τοῦ Σαββάτου ἐκείνου. Τοῦ ἐδόθῃ τὸ βιβλίο τοῦ Ἠσαΐου, τὸ ἄνοιξε καὶ ἐπέλεξε τὴν περικοπὴ τούτη- μᾶς τὴν ἀναφέρει ὁ Λουκᾶς, τοῦ Ἠσαΐου, ξαναλέγω: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με, εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρῦξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δέκτόν».
Βλέπουμε ὁ Κύριος Ἰησοῦς, σ᾿ αὐτὴν τὴν περικοπή, νὰ προφητεύεται ὁ Ἴδιος. Καὶ ἔρχεται τώρα νὰ ἑρμηνεύσει τὴν προφητεία ὁ Ἴδιος. Ὁ προφητευόμενος ἑρμηνεύει τὴν προφητεία ὑπὲρ τοῦ ἑαυτοῦ Του. Εἶναι ἡ ἰδανικοτέρα περίπτωσις προφητείας. Δηλαδὴ νὰ ἑρμηνεύσει τὴν προφητεία Ἐκεῖνος ποὺ ἐνδιαφέρει ἡ προφητεία Αὐτόν. Ἔτσι βλέπομε ὅτι ὁ Κύριος ἀρχίζει νὰ ἀναφέρεται στὸ πρόσωπό Του, ὄχι μόνον αὐτὴν τὴν φορὰ εἰς τὴν συναγωγὴ τῆς Ναζαρέτ, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἀρχίζει ἀπὸ τοὺς προφήτας ὅ,τι εἶπαν γιὰ τὸ πρόσωπό Του. Βλέπουμε, ἐπὶ παραδείγματι, νὰ συνδυάζονται τὰ γεγονότα μὲ τὴν προφητεία κατὰ ἕναν καταπληκτικὸ δηλαδὴ τρόπο. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος: «Καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον -ἀπὸ τί βεβαιότερον; Ἀπὸ τὰ γεγονότα-, ᾧ καλῶς ποιεῖτε (:στὸν ὁποῖο καλὰ κάνετε) προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ (:καλὰ κάνετε καὶ προσέχετε, γιατί εἶναι τὸ λυχνάρι ποὺ φωτίζει ἕνα κακοτράχαλο μονοπάτι)».
Ἡ προφητεία εἶναι ἀνωτέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ἀλλὰ ἐπαληθεύεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς καὶ στερεώνει τὴν προφητεία τὸ γεγονός. Καὶ μὴν λησμονοῦμε: ἐδῶ, ἐφόσον θὰ βροῦμε τὴν προφητεία στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὴν ἀξία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, χωρὶς τὴν ὁποία ἡ Καινὴ Διαθήκη εἶναι, τὸ ὑπογραμμίζω, μετέωρη. Δὲν ξέρομε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς χωρὶς τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ποὺ τόσοι καὶ τόσοι τὴν ὑποτιμοῦν. Λάθος! Καινὴ καὶ Παλαιὰ Διαθήκη εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Δὲν εἶναι οὔτε ἀνώτερη, οὔτε κατώτερη ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Κι ἐκεῖ θὰ βροῦμε τίς προφητεῖες, τὴν ταυτότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τί ἔχομε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη; Τίς προφητεῖες. Τί ἔχομε στὴν Καινὴ Διαθήκη; Τὰ γεγονότα. Τὸ πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μὴν λησμονοῦμε λοιπὸν αὐτὸ τὸ πρᾶγμα γιατί ἡ γνῶσις τῶν προφητειῶν εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ βάσις τῆς συνειδητῆς πίστεως. Θέλεις νὰ πιστέψεις συνειδητά; Νὰ μὴν ἔχεις ταλαντεύσεις στὴν πίστη σου; Πήγαινε στὶς προφητεῖες. Πήγαινε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη.
Καὶ ἡ βέβαιη προφητεία ἀπὸ μόνη της εἶναι ἑρμητικὰ κλειστή. Ἑρμητικὰ κλειστή. Θυμηθεῖτε τὸν Αἰθίοπα ἐκεῖνον ποὺ διάβαζε τὸν Ἠσαΐα. Διάβαζε δυνατά, ἦταν μιὰ συνήθεια τότε νὰ διαβάζουν δυνατά. Τὸν ἔστειλε ὁ Θεὸς τὸν Φίλιππον, ὁ ὁποῖος γαντζώθηκε πίσω ἀπὸ τὸ ἅρμα τοῦ εὐνούχου αὐτοῦ -σπουδαῖος ἦταν· δὲν ἦταν Ἑβραῖος, ἦταν Ἀφρικανός- καὶ τοῦ λέει: «Γινώσκεις ἅ ἀναγινώσκεις;». «Καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ διαβάζεις;». «Πῶς θὰ μποροῦσα», λέγει, «νὰ καταλάβω ἐὰν δὲν ἔχω κάποιον νά μου τὰ ἐξηγήσει;». Καὶ σὲ ρωτῶ: «Ἐδῶ ὁ προφήτης γιὰ ποιόν μιλάει; Γιὰ τὸν ἑαυτό του ἢ γιὰ κάποιον ἄλλον;». Δὲν καταλαβαίνει τίποτα. Εἶναι ἑρμητικὰ κλειστὴ ἡ προφητεία. Γράφει ὁ ἀπόστολος Πέτρος: «Τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες (:Αὐτὸ πρῶτα πρέπει νὰ ξέρετε), ὅτι πᾶσα προφητεία γραφῆς ἰδίας ἐπιλύσεως οὐ γίνεται». Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἐξηγήσει τὴν προφητεία ἐὰν δὲν ἔχει κάτι. Τί; Χρειάζεται προφήτης. Προφήτης ἔγραψε τὴν προφητεία, προφήτης χρειάζεται νὰ ἐξηγήσει τὴν προφητεία. Προφήτης διατυπώνει καὶ προφήτης ἑρμηνεύει. Εἶναι πολὺ σπουδαῖο.
Καὶ τώρα ἐδῶ ποιός προφητεύει; Ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ προφητευόμενος καὶ ἀναλύων τὴν προφητείαν. Ὑπὲρ τοῦ προσώπου Του. Ὅταν τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς Του, πρόφθασε τοὺς δύο πρὸς Ἐμμαούς, «Ἀρξάμενος», λέγει ὁ Λουκᾶς ἐκεῖ, «ἀπὸ Μωϋσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ»· ἐξηγοῦσε εἰς τοὺς δύο μαθητάς, ὅ,τι ἀφοροῦσε τὸν ἑαυτό Του ἀπὸ τοὺς προφήτας. Ἀπὸ ὅλους τοὺς προφήτας. Εἴδατε;
Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀποδέκται, ὅμως, μιᾶς προφητείας πρέπει νὰ ἔχουν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Ἄν δὲν ἔχουν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον θὰ ἀντιδράσουν. Γι᾿ αὐτὸ οἱ δύο πρὸς Ἐμμαοὺς ἀπεδέχθησαν ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα τοὺς ἔλεγε ὁ Ἰησοῦς, τὸν Ὁποῖον ὅμως δὲν εἶχαν γνωρίσει - ἐκρατοῦντο τὰ μάτια των. Καὶ ὅταν γιὰ μιὰ στιγμὴ ὁ Ἰησοῦς ἐξηφανίσθῃ ἀπὸ μπροστά τους, ἐκεῖ στὸ τραπέζι τοῦ σπιτιοῦ ἑνὸς ἐκ τῶν δύο, εἶπαν μεταξύ τους: «Οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς;». «Ἡ καρδιά μας», λέει, «δὲν ἐφλέγετο, ὅπως μᾶς ἐξηγοῦσε τίς Γραφές;». Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι οἱ δύο μαθηταὶ ἀπεδέχοντο ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ἔλεγε ὁ Κύριος. Χωρὶς νὰ ξέρουν ὅτι εἶναι ὁ Κύριος - Τὸν ἤξεραν ἀπὸ πρῶτα, ἀλλὰ ἦταν ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ. Δὲν εἶναι τῆς ὥρας νὰ πῶ πιὸ πολλὰ πάνω σ᾿ αὐτό.
Τώρα, τώρα ὁ Κύριος εἶναι στὴν Ναζαρέτ, ὅπως εἴδαμε στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, καὶ ἑρμηνεύει ὁ Ἴδιος τὴν προφητεία τοῦ Ἠσαΐου ποὺ ἀφοροῦσε τὸν ἑαυτό Του. Ἀλλὰ οἱ ἀκροαταί Του, παρότι γιὰ μιὰ στιγμὴ ἐγοητεύθησαν καὶ ἐκρέμοντο, λέει, ἀπὸ τὰ χείλη Του, καὶ εἶπαν: «Πῶς οὗτος γράμματα οἶδεν μὴ μεμαθηκώς;»· «Ἀφοῦ δὲν ἐπῆγε σχολεῖο, πῶς ξέρει τέτοια γράμματα...».... Παρὰ ταῦτα, ὅταν ἐπροχώρησε λίγο πιὸ κάτω ὁ Κύριος, ἐπειδὴ δὲν διετίθετο εἰς αὐτοὺς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, γιατί στὸ βάθος δὲν ἤθελαν νὰ ἀποδεχθοῦν ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ἔλεγε ὁ Κύριος, γι᾿ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος ἐκεῖνον τὸν λόγο: «Κανεὶς προφήτης», λέει, «δὲν εἶναι τίμιος στὴν ἴδια του τὴν πατρίδα». Δὲν γίνεται ἀποδεκτός· κατὰ τό: «Ἐσὺ θά μᾶς τὰ πεῖς αὐτά; Ἐσὺ ποιός εἶσαι;». Ἀκούσατε; «Ἐσὺ θά μᾶς τὰ πεῖς αὐτά; Ἐσὺ ποιός εἶσαι;». Καὶ τί ἔκαναν; Ἀκοῦστε: «Ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ - Γέμισαν ἀπὸ θυμὸ ὅλοι- ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα - ὅταν τὰ ἄκουγαν αὐτὰ στὴ συναγωγή- καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ᾿ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν». Τὸν ἅρπαξαν, Τὸν ἔβγαλαν ἔξω, ἤτανε σὲ ὀρεινὴ περιοχὴ ἡ Ναζαρέτ, καὶ πῆγαν ἐκεῖ σὲ μιὰ χαράδρα νὰ τὸν γκρεμίσουν... Δὲν εἶχαν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο... Δὲν εἶναι λοιπὸν μόνο, προφήτης θὰ γράψει, προφήτης θὰ ἀναλύσει, πρέπει καὶ ὁ ἀποδέκτης, οἱ ἀποδέκται, νὰ ἔχουν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον.
Καὶ τί ὁ Κύριος ἑρμηνεύει ἐδῶ; Ὅτι ἦρθε νὰ θέσει μιὰ καινούρια Πρωτοχρονιά. Τὸ θέμα του ἦταν αὐτό. Νὰ κηρύξει, ὅπως λέγει, τελειώνοντας τὴν περικοπὴ «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν». «Ἐνιαυτὸς» θὰ πεῖ χρόνος. Χρόνος μὲ τίς 360 ἡμέρες. Δηλαδὴ χρόνος ποὺ νὰ εἶναι δεκτὸς ἀπὸ τὸν Κύριον- ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων, ἐννοεῖται. Μιὰ ἀρχὴ χρόνου ποὺ νὰ εἶναι ἀποδεκτὴ στὸν Θεό. Ἀπὸ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων. Οἱ πρωτόπλαστοι ξεκίνησαν κάποτε τὴν ζωή τους. Γι᾿ αὐτοὺς ἦταν μία πρωτοχρονιά. Ἀλλὰ ἀπέτυχον. Καὶ ἡ ἀρχή των ἦταν εἰς τὸν Παράδεισο. Μετά, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Νῶε, ποὺ σᾶς εἶπα προηγουμένως. Καὶ αὐτοὶ ἀπέτυχον. Καὶ γίνεται τρίτη ἀπόπειρα- προσέξτε αὐτὰ ποὺ θὰ ὑπογραμμίσω- καὶ τελευταία -θὰ δεῖτε παρακάτω γιατί- καὶ τελευταία. Κι αὐτὴ ἡ πρωτοχρονιά, δηλαδὴ αὐτὸ τὸ ξεκίνημα τοῦ νέου χρόνου, αὐτῆς τῆς νέας ἐποχῆς, εἶχε σὰν περιεχόμενο, ὅπως τὰ περιγράφει ἡ προφητεία, καὶ τὰ ἐξήγησε ὁ Κύριος, πρῶτον: τὸν εὐαγγελισμὸ τῶν πτωχῶν ἀπὸ γνώσῃ Θεοῦ- δὲν ἦσαν οἱ πτωχοὶ ποὺ δὲν θὰ εἶχαν νὰ φᾶνε, ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι ἦσαν πτωχοὶ ἀπὸ γνώσῃ Θεοῦ. Θὰ εὐαγγελιστεῖ λοιπὸν ὁ Κύριος εἰς τοὺς φτωχοὺς τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ. Στὴν θεογνωσία. Θὰ φανερώσει ποιός εἶναι ὁ Θεός. Θὰ ἀποκαλύψει τὸν Θεό.
Δεύτερον. Θὰ προχωρήσει στὴ θεραπεία τῶν συντετριμμένων στὴν καρδιά. Ἀπὸ τί; Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Συντρίβει τὸν ἄνθρωπο ἡ ἁμαρτία, ἀγαπητοί. Τρίτον. Ἐξαγγέλλεται ἡ ἀπελευθέρωσις τῶν αἰχμαλώτων. Ποίων αἰχμαλώτων; Ἀπὸ μία πολεμικὴ κατάσταση, σύρραξη; Ὄχι! Ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ διαβόλου, τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο. Αὐτὰ τὰ τρία: διάβολος, φθορά, θάνατος. Τέταρτον. Ἦρθε νὰ ἐξαγγείλει τὸ ἄνοιγμα τῶν ματιῶν τῆς ψυχῆς σὲ νέες προοπτικὲς καὶ διαστάσεις. Νὰ βλέπουν ἀλλιώτικα. Δηλαδὴ νὰ βλέπουν ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς αἰωνιότητος· ὅτι ὁ θάνατος θὰ ὑπερνικηθεῖ, ἡ φθορὰ θὰ ὑπερνικηθεῖ, ὁ διάβολος θὰ δεσμευτεῖ καὶ πρέπει λοιπὸν νὰ βλέπουν μὲ ἄλλη προοπτική. Καὶ πέμπτον, τὸ δόσιμο τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας. Ὅπως εἶπε ὁ Χριστὸς ὅτι «ἦλθε ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ σᾶς ἐλευθερώσει». Κι αὐτὸ δὲν τὸ κατάλαβαν οἱ Ἑβραῖοι τότε. Εἴθε νὰ τὸ καταλαβαίνουμε ἐμεῖς.
Ὁ «ἐνιαυτὸς Κυρίου», ὁ «ἐνιαυτὸς Κυρίου», πῶς θὰ τὸ ἐννοοῦμε αὐτὸ τὸ ἔτος τοῦ Κυρίου; Εἶναι ἔτος μὲ τὴν εὐρεῖα ἔννοια τῆς λέξεως. Εἶναι ἡ ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ. Εἶναι ὁ χρόνος ἀνάμεσα στὶς δυὸ παρουσίες τοῦ Χριστοῦ, μεταξὺ τῆς πρώτης καὶ τῆς δευτέρας Του παρουσίας, αὐτὸς ὁ χρόνος εἶναι ὁ δεκτὸς εἰς τὸν Κύριον. Γιατί ὅ,τι ζητήσεις θὰ τὸ ἔχεις μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα. Εἶναι τὰ χίλια χρόνια τῆς Ἀποκαλύψεως, ποὺ οἱ αἱρετικοὶ Χιλιασταὶ βεβαίως παρερμηνεύουν καὶ λέγουν ὅ,τι λέγουν. Τί; Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ χιλιετὴς Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ; Ὁ χρόνος ὁ περικλειόμενος μεταξὺ τῶν δύο Παρουσιῶν, τῆς πρώτης καὶ δευτέρας, δηλαδή, τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀκόμη ὁ καιρός, ὁ «ἐνιαυτὸς Κυρίου», εἶναι ὁ καιρὸς τῆς μετανοίας. Γιὰ ἕνα λαό, γιὰ μιὰ ψυχή, γιὰ ἕνα σύνολο, γιὰ ἕνα πρόσωπο. Εἶναι ὁ καιρὸς τῆς γνώσεως τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ «ἐνιαυτὸς Κυρίου», ἡ ἀληθινὴ πρωτοχρονιὰ ποὺ εἶναι δεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεό.
Προσέξτε κάτι. Στὶς ἡμέρες μας - σᾶς εἶπα, ἡ τρίτη καὶ ἡ τελευταία πρωτοχρονιά, δὲν ὑπάρχει ἄλλη· ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ πρωτοχρονιά, δηλαδὴ ξεκίνημα ἀξιοποιήσεως τοῦ χρόνου. Στὶς ἡμέρες μας πρόβαλλε καὶ μία νέα πρωτοχρονιά. Ἄς ποῦμε, τετάρτη πρωτοχρονιά... Εἶναι ἡ λεγομένη Νέα Ἐποχή, New Age, ὅπως τὴν λένε στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερική. Ἡ Νέα Ἐποχή... Προσέξτε: ἡ Νέα Ἐποχή. Ἔγινε τραγούδια, ἔγινε... λαϊκὰ τραγούδια ἡ Νέα Ἐποχή, ἔγινε..., ἔγινε, ἔγινε καὶ τί δὲν γίνεται, μόνο καὶ μόνο νὰ μεταδοθεῖ σὲ ὅλη τὴ γῆ. Εἶναι, ὅπως λένε, ἡ πρωτοχρονιὰ τοῦ Ὑδροχόου. «Πέρασε», λένε, «ἡ ἐποχὴ τῶν Ἰχθύων». Ἔχομε τὰ δώδεκα ζώδια. Εἶναι ἕνα ζώδιο ποὺ λέγεται «οἱ ἰχθῦς», δύο ψάρια, δύο ἰχθῦς. Ἔτσι τὰ βάφτισαν αὐτὰ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες. Εἶναι ἀκόμη ἕνα ζώδιο ποὺ λέγεται Ὑδροχόος. Μάλιστα παριστάνεται ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες- ἀστέρια εἶναι· αὐτὰ εἶναι σταθερὰ μεταξύ τους, οἱ ἀποστάσεις τους· φαινομενικῶς τοὐλάχιστον, γιὰ νὰ εἶμαι ἀκριβέστερος- ἐμφανίζεται ἕνας νέος ποὺ κρατᾷ ἕνα σταμνὶ καὶ χύνει νερό, ὑδροχόος... Καὶ λένε λοιπὸν αὐτοί- ποιοί;- οἱ ἄνθρωποι τῆς Νέας Ἐποχῆς ὅτι ἡ ἐποχὴ τοῦ Ἰχθύος, τῶν Ἰχθύων, πέρασε. Εἶναι ἡ ἐποχὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Εἶπαν: «Πέρασε. Ξόφλησε»... Ἄν τὸ θέλετε, ΙΧΘΥΣ, κατὰ συγκυρία, εἶναι ἡ ἀκροστιχίδα, προσέξτε: Ι- Χ- Θ- Υ- Σ, Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. ἀκροστιχίδα τῶν ἑξῆς λέξεων: Ἰησοῦς Χριστὸς Θεοῦ Υἱὸς Σωτήρ. «Πέρασε λοιπὸν ἡ ἐποχὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ. Πέρασε ὁ Χριστός, ξόφλησε. Ὅ,τι εἶχε νὰ δώσει, τὸ ἔδωσε, δὲν ἔχει πλέον τίποτα νὰ δώσει. Ἔρχεται τώρα μιὰ Νέα Ἐποχή, ἡ ἐποχὴ τοῦ Ὑδροχόου»· ποὺ εἶναι ἡ πρωτοχρονιά -Ναί! Ναί!- ἡ πρωτοχρονιὰ τοῦ Ἀντιχρίστου. Τὸ καταλάβατε; Θὰ τὸ ξαναπῶ: Ἡ πρωτοχρονιὰ τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτοῦ τοῦ «πιθήκου», ὅπως λέει ὁ Ἱερὸς Αὐγουστῖνος, «τοῦ Χριστοῦ». Μιμεῖται τὸν Χριστό, νὰ ξεγελάσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἐμφανιστεῖ ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός. Κι ἀλίμονο ὅποιος, ἀλίμονο ὅποιος ξεγελαστεῖ...
Ἀγαπητοί. Ἔχομε τὴν πρωτοχρονιὰ τοῦ λεγομένου πολιτικοῦ ἢ οἰκονομικοῦ ἔτους. Λέμε 1η Ἰανουαρίου. Πολιτικὸν ἔτος. Οἰκονομικὸ ἔτος. Ἀλλὰ ἀληθινὰ δεκτὴ πρωτοχρονιὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐγκαινίασε ὁ Χριστὸς πάνω στὴν γῆ. Καὶ αὐτὴ ἡ Ἐνανθρώπησή Του ἀποτελεῖ ἀφετηρία. Αὐτὴ ἡ πρωτοχρονιὰ ἀποτελεῖ τὸ κέντρον τῆς Ἱστορίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς καταμηνύει: «Ἰδοὺ νῦν - Νά! Τώρα!- καιρὸς εὐπρόσδεκτος - τώρα!-, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας». «Τώρα! Τώρα νὰ μετανοήσεις! Τώρα εἶναι ὁ καιρὸς εὐπρόσδεκτος ἀπὸ τὸν Θεὸν γιατί ἦρθε ὁ Χριστὸς νὰ κηρύξει «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν», ἄφεση ἁμαρτιῶν» κ.λπ. κ.λπ. Ἄς προσέξουμε- θὰ τὸ ἐπαναλάβω- εἶναι ἡ τελευταία πρωτοχρονιὰ τῆς Ἱστορίας. Ἀλλὰ καὶ τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Κάθε ἄλλη πρωτοχρονιά, ὅπως ἡ τῆς Νέας Ἐποχῆς, εἶναι νόθος καὶ παραπλανητική. Ὅποιος ξεκινήσει, ὅποτε ξεκινήσει, πραγματοποιεῖ μία πρωτοχρονιὰ Κυρίου. Καὶ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς πίστεως, εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς μετανοίας, αὐτὰ τὰ δυό. Καὶ μετάνοια σημαίνει ἐπιστροφὴ στὸν Θεό. Ἐπιστροφὴ στὸν Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ ἂς παρακαλέσουμε τὸν Δημιουργὸν τῆς Κτίσεως καὶ τῶν αἰώνων, τοῦ χρόνου, νὰ εὐλογήσει «τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός Του», νὰ εἶναι «ἐνιαυτὸς» μετανοίας, ἀρχῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ εὐλογίας. «Ἐνιαυτὸς» δεκτὸς εἰς τὸν Κύριον. Καλὸ μῆνα, καλὴ χρονιά!
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ἀπομαγνητοφώνηση καὶ ψηφιοποίηση ὁμιλίας:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΗ:
http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p athanasios/omiliai kyriakvn/omiliai kyriakvn 692.mp3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου