Εχει λεχθεί από τον Ιώβ (6 Μαΐου)
O Ιώβ ήταν άνθρωπος πολύ πλούσιος, ευσεβής, ενάρετος και δεν αδικούσε κανέναν. Aπέφευγε το κακό.
O Ιώβ ήταν άνθρωπος πολύ πλούσιος, ευσεβής, ενάρετος και δεν αδικούσε κανέναν. Aπέφευγε το κακό.
Είχε επτά γιους και τρεις κόρες. Όμως
απανωτές συμφορές του προέκυψαν. Ληστές έκλεψαν τρεις φορές τα κοπάδια
του, έσφαξαν τους δούλους του, φωτιά έκαψε τα υπόλοιπα πρόβατά του και
τέλος το σπίτι του κατέρρευσε σκοτώνοντας τα παιδιά του…και τα δέκα!
Μετά από όλες αυτές τις συμφορές αρρώστησε κιόλας, κόλλησε κάτι σαν λέπρα. Παρόλα αυτά ποτέ δεν έπαψε να δοξάζει τον Θεό ούτε πριν, ούτε μετά.
Μετά από όλες αυτές τις συμφορές αρρώστησε κιόλας, κόλλησε κάτι σαν λέπρα. Παρόλα αυτά ποτέ δεν έπαψε να δοξάζει τον Θεό ούτε πριν, ούτε μετά.
Μια μέρα που καθόταν πάνω στην κοπριά και έξυνε τις πληγές του με ένα κεραμίδι, (φανταστείτε την εικόνα: ο πρώην ευκατάστατος Ιώβ, με μια ζωή καθόλα συνετή, ήρεμη, οικογενειακή, τώρα κάθεται πάνω στην κοπριά έχοντας χάσει τα πάντα, βασανιζόμενος από απίστευτη φαγούρα που του δημιουργούν οι πληγές τις αρρώστιας και χρησιμοποιεί ένα κεραμίδι για να απαλύνει κάπως τον πόνο του).