(Ἕνα κρίσιμο ἐρώτημα γιὰ μιὰ ἄρρωστη καὶ ματωμένη πατρίδα)
τοῦ Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ἱστορίας
«Θέλεις ὑγιής γενέσθαι»; Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐρώτημα ποὺ ἀπευθύνει ὁ Χριστὸς στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀναγνώστηκε στοὺς ναούς μας τὴν περασμένη Κυριακή - καὶ δὲν ξέρω πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς σταθήκαμε ποτὲ πραγματικὰ σὲ αὐτὴ τὴ φράση γιὰ νὰ τῆς ἀποδώσουμε τὴ σημασία ποὺ τῆς πρέπει.
Τὸ ἀπευθύνει σὲ ἕναν παράλυτο ποὺ ἐπὶ 38 χρόνια περίμενε στὴν ἄκρη τῆς Κολυμβήθρας Βηθεσδᾶ νὰ ἀνακινήσει ὁ ἄγγελος τὰ ὕδατα γιὰ νὰ μπεῖ μέσα πρῶτος καὶ νὰ θεραπευτεῖ, χωρὶς ὅμως ποτὲ νὰ τὸ καταφέρει.
«Τοῦτον ἰδών ὁ Ἰησοῦς κατακείμενον καί γνοὺς ὅτι πολὺν ἤδη χρόνον ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ἀσθενῶν· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τό ὕδωρ, βάλῃ μὲ εἰς τήν κολυμβήθραν· ἐν ᾧ δέ ἔρχομαι ἐγώ, ἄλλος πρό ἐμοῦ καταβαίνει. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἔγειρε, ἆρον τόν κράβαττόν σου καί περιπάτει. Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος...» (Κατὰ Ἰωάννην ε', 6-9).
Ἐπαναλαμβάνω, δὲν ξέρω πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς ἀντιλαμβανόμαστε τὴ σημασία τοῦ παραπάνω ἐρωτήματος. Πιθανῶς θὰ φανεῖ παράδοξο αὐτό, εἶναι ὅμως τὸ κρισιμότερο ἴσως ἐρώτημα ποὺ ἀκούστηκε ποτὲ μέσα στήν ἀνθρώπινη Ἱστορία, ἕνα ἐρώτημα ἀνυπολόγιστης σημασίας ἀπὸ ἄποψη σωτηριολογική.
Ἕνα ἐρώτημα ποὺ δείχνει ξεκάθαρα πόσο βασικὴ προϋπόθεση τοῦ θαύματος εἶναι, ὄχι μόνο ἡ θεία ἐπέμβαση καὶ ἐνέργεια, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρώπινη συγκατάθεση. Γιὰ νὰ ἐπέμβει ὁ Θεός, ζητᾶ τὴ συναίνεσή μας, δηλαδὴ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐπιθυμία μας. Γιατί πολὺ ἁπλᾶ δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο ἐλεύθερο, τὸν ἔπλασε γιὰ νὰ ἔχει τὸ αὐτεξούσιον καὶ ἐθελότρεπτον.
Ἄν συνεπῶς θαυματουργοῦσε χωρὶς αὐτά, θὰ παραβίαζε πολὺ ἁπλᾶ αὐτὴ τὴν ἐλευθερία - καὶ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀρνεῖται νὰ τὸ πράξει. Περαιτέρω ὅμως εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ ὅτι ζητᾶ καὶ τή συμμετοχή μας ὡς πρὸς τὸ ἐλάχιστο ποὺ μποροῦμε ἀνθρωπίνως νὰ πράξουμε ἐμεῖς, ἐνῶ φυσικὰ Ἐκεῖνος ἀναλαμβάνει νὰ πράξει τὰ μείζονα καὶ δυσκολότερα. Ἡ προτροπὴ «ἔγειρε, ἆρον τόν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει», εἶναι ἡ πρόσκληση τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πραγμάτωση αὐτοῦ ἀκριβῶς τοῦ ἐλάχιστου.
Τὸ ἴδιο ὡστόσο ἐρώτημα καὶ ἡ ἴδια προτροπή, ἀφοροῦν ἀσφαλῶς - πολὺ περισσότερο σήμερα ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά - καὶ στὸν λαό μας.
Ἕναν λαὸ ποὺ ζεῖ ἐδῶ καὶ καιρὸ στὸν βοῦρκο τῆς χειρότερης πνευματικῆς κρίσης καὶ παρακμῆς στὴ μακραίωνη Ἱστορία του. Μὲ κατεστραμμένη τὴν ἱστορική του μνήμη, ἐθνικὰ ἀπονευρωμένος καὶ θρησκευτικὰ ἀποχρωματισμένος, χαμένος μέσα στὶς αὐταπάτες «ἐκσυγχρονιστικῶν» εἰδώλων καὶ ὁραμάτων κίβδηλης «προοδευτικότητας», ἀποστερημένος ἀπὸ τὰ πιὸ ζωτικὰ δομικὰ στοιχεῖα τῆς ἴδιας του τῆς ταυτότητας (τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος πέταξε στὰ σκουπίδια σὲ μία μακρὰ ἱστορικὴ διαδικασία ἐπώδυνου πνευματικοῦ αὐτοευνουχισμοῦ), σὲ πλήρη ἀποστασία ἀπὸ τὸν Θεό, παραζαλισμένος κι ἀλλοπρόσαλλος, βουλιάζοντας καθημερινὰ στὴν ἀσυναρτησία καὶ στὴ σύγχυση.
Καὶ εἰδικὰ βέβαια τὸν τελευταῖο καιρό, ἡ ἐπίθεση ποὺ δέχεται αὐτὸς ὁ λαὸς ἀπὸ τὶς ἀντίχριστες καὶ μισελληνικὲς κυβερνῶσες γιάφκες τῶν παρασιτικῶν ἐλὶτ ποὺ τὸν κατατρύχουν ἐδῶ καὶ δύο αἰῶνες, ἔχει κλιμακωθεῖ δραματικά. Δυστυχῶς τίποτε ἀνθρωπίνως πλέον δὲν ὑπάρχει, κανένα στήριγμα δὲν διαφαίνεται πουθενά - καὶ φυσικὰ τίποτε γιὰ νὰ μᾶς ἐμπνεύσει πιὰ καὶ νὰ μᾶς καθοδηγήσει.
Κι ἀπομείναμε ἀποχαυνωμένοι θεατές, τὴν ὥρα ποὺ ἡ ζωὴ κι ὁ τόπος μας ξεπουλιοῦνται ἀνερυθρίαστα, ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας συστηματικὰ νοθεύεται καὶ ἀπροκάλυπτα καταδιώκεται, ἡ πατρίδα μας διαλύεται κοινωνικά, οἰκονομικὰ καὶ δημογραφικά, ἕρμαιο στὰ χέρια τῶν ἐσωτερικῶν κι ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν της.
Ἀκόμη ὅμως κι ἂν κάτι ἔχει ἀπομείνει μέσα σὲ ἀρκετοὺς ἐξ ἡμῶν, γιὰ νὰ ἀναρριπίζει κάποια ζωντανὰ ἴχνη φιλοπατρίας καὶ νὰ προκαλεῖ τάσεις ἀντίδρασης, εἶναι ὅμως κι αὐτὸ κάτι συγκεχυμένο, χωρὶς πραγματικὸ στόχο καὶ προσανατολισμό, χωρὶς αὐτοσυνειδησία - καὶ κυρίως χωρὶς Θεό. Ἀλλὰ χωρὶς Θεὸ μέσα της, ἡ ὅποια ἀντίδραση - ἀκόμη κι ἂν ἔρθει - εἶναι παντελῶς ἀδύνατο νὰ ὁδηγήσει ἀπὸ μόνη της σὲ πραγματικὲς ὁδοὺς ἀναγέννησης καὶ ἀναδημιουργίας.
Ὑπὸ τὶς συνθῆκες αὐτές - καὶ ἐνῶ εἶναι ἀπολύτως φανερὸ πὼς ἡ κατάσταση μὲ ὀρθολογικὲς ἐκτιμήσεις δὲν εἶναι ἀναστρέψιμη πιά - ἔρχεται τὸ κρίσιμο ἐρώτημα. Θέλεις τὸ μεγάλο Θαῦμα, τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ σὲ σώσει ὡς λαὸ ἀπὸ τὸν βάλτο ποὺ βουλιάζεις, ποὺ θὰ ἀνακόψει τὴν ἐλεύθερη πτώση σου στὴν ἄβυσσο, ποὺ θὰ σταματήσει αὐτὴ τὴν τραγικὴ πορεία πρὸς τὸ ἱστορικό σου Τέλος; «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι»;
Ἡ ἀπάντηση δὲν εἶναι καθόλου αὐτονόητη, ὅσο κι ἂν φαίνεται τέτοια. Ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸν παράλυτο τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἦταν σίγουρο πὼς ἤθελε νὰ γίνει καλὰ (γιατί ἀλλιῶς φυσικὰ δὲν θὰ περίμενε σχεδὸν σαράντα χρόνια μὲ τόση ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ τὸ μέγα θαῦμα τῆς θεραπείας), ζητήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἡ ρητή του συγκατάθεση καὶ διαβεβαίωση - κι ἂς τὸ εἶχε ἀποδείξει ἡ προφανὴς πίστη καὶ ἡ ἀγόγγυστη καρτερία του ὅλο αὐτὸ τὸ τεράστιο χρονικὸ διάστημα.
Πόσο μᾶλλον συνεπῶς δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτονόητη ἡ ἀπάντηση γιὰ μᾶς ποὺ βουλιάζουμε σχεδὸν σαράντα χρόνια ἐπίσης (σύμπτωση ἄραγε;) στὸν βάλτο τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς ἀρρώστιας, καὶ μόνο στὰ λόγια δηλώνουμε ἐσχάτως τὴν ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας. Γιὰ νὰ γίνει ὅμως τὸ Θαῦμα, τὰ ἁπλὰ προφανῶς δὲν ἀρκοῦν.
Τὸ Θαῦμα θὰ γίνει μόνο μὲ τὴ δική μας βούληση καὶ συνέργεια. Καὶ αὐτή δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ ὀφείλει νὰ εἶναι ἔμπρακτη καὶ ἀληθινή. Καὶ ἡ ἔμπρακτη βεβαίως ἀπάντηση στὸ κρίσιμο ἐρώτημα «ἂν θέλουμε πραγματικὰ νὰ σωθοῦμε», εἶναι μία. Καὶ λέγεται μετάνοια. Μετάνοια εἰλικρινὴς καὶ ὁλοκληρωτική.
Αὐτὴ θὰ εἶναι ἡ δική μας συνέργεια καὶ συμμετοχή, ἡ δική μας ἀπόκριση καὶ συνάμα ἡ δική μας ἔγερση καὶ ἄρση τοῦ κρεβατιοῦ τῆς πρώην πνευματικῆς μας ἀναπηρίας. Ἀλλαγὴ τῆς ζωῆς μας, ἐπανάσταση πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα μέσα μας, γιὰ νὰ νικήσουμε τὸν ἐξαθλιωμένο ἑαυτό μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ξαναβροῦμε ὡς λαὸς ὅσα χάσαμε μετὰ ἀπὸ τόσες τραγικὲς δεκαετίες ἐκμαυλισμοῦ - καὶ ἔτσι νὰ μπορέσουμε νὰ ἐπανακάμψουμε στὴν κατάστασή μας τὴν προπτωτική.
Καὶ φυσικὰ εἶναι προφανὲς πὼς μετάνοια δὲν σημαίνει οὔτε παθητικότητα οὔτε ἀδράνεια ὅσον ἀφορᾶ τὶς κοσμικὲς δραστηριότητές μας. Θὰ πολεμήσουμε λοιπὸν καὶ μέσα στὸν κόσμο - μιλῶντας, γράφοντας, φωνάζοντας καὶ μὲ ὅποιες ἀκόμη κοινωνικὲς ἢ ἄλλες δράσεις μποροῦμε: ἡ ἔγερση ἀπὸ τὴν κλίνη τῆς παραλυσίας καὶ ἡ ἐπαναδραστηριοποίηση τὰ περιλαμβάνει καὶ αὐτά, γιατί ἁπλούστατα εἶναι τέτοια ἡ πολιτικὴ καὶ πνευματικὴ λαίλαπα μέσα στήν ὁποία βρισκόμαστε, ποὺ κανεὶς δὲν ἔχει πλέον τὸ δικαίωμα νὰ παραμένει ἀδρανής.
Ὅλες ὅμως αὐτὲς οἱ πράξεις μας, γιὰ νὰ ἔχουν ἀποτέλεσμα, πρέπει νὰ γίνουν μόνο σὺν Θεῷ. Μόνο μὲ τὸ αὐτεπίγνωτον τῆς ἀθλιότητάς μας, μόνο μὲ τὸ κλάμα τῆς εἰλικρινοῦς ἐπιστροφῆς μας, μόνο μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ἐλέους Του. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπόλυτη καὶ πρωταρχικὴ ἀναγκαία συνθήκη. Μετὰ θὰ ἔρθουν καὶ τὰ ὑπόλοιπα...
«Πᾶνος»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου